Σελίδες

Κυριακή 29 Ιουνίου 2014

Ο Θεός δεν θα μας ρωτήσει...




Ο Θεός δεν θα μας ρωτήσει...

1. Ο Θεός δεν θα μας ρωτήσει τι μάρκα αυτοκίνητο οδηγούμε. Θα μας ρωτήσει πόσους ανθρώπους μεταφέραμε με το αυτοκίνητό μας, όταν δεν είχαν μέσο συγκοινωνίας να μετακινηθούν.

2. Ο Θεός δεν θα μας ρωτήσει πόσα τετραγωνικά είναι το σπίτι μας. Θα μας ρωτήσει πόσους ανθρώπους φιλοξενήσαμε σ'αυτό.

3. Ο Θεός δεν θα μας ρωτήσει για τα επώνυμα και ακριβά ρούχα που έχουμε στις ντουλάπες μας. Θα μας ρωτήσει πόσους φτωχούς ντύσαμε.

4. Ο Θεός δεν θα μας ρωτήσει πόσο μεγάλο μισθό παίρνουμε. Θα μας ρωτήσει εάν συμβιβάσαμε τον χαρακτήρα μας για να τον αποκτήσουμε.

5. Ο Θεός δεν θα μας ρωτήσει τον τίτλο ή τα αξιώματα της εργασίας μας. Θα μας ρωτήσει εάν εκτελέσαμε την εργασία μας με ήθος και με προσοχή.

6. Ο Θεός δεν θα μας ρωτήσει πόσους φίλους έχουμε. Θα μας ρωτήσει με πόσους ανθρώπους είμαστε φίλοι.

7. Ο Θεός δεν θα μας ρωτήσει σε ποια γειτονιά μένουμε. Θα μας ρωτήσει πώς φερθήκαμε στους γείτονές μας.

8. Ο Θεός δεν θα μας ρωτήσει για το χρώμα του δέρματος μας. Θα μας ρωτήσει για το περιεχόμενο της καρδιάς μας.

9. Ο Θεός δεν θα μας ρωτήσει σε πόσα μέρη του κόσμου ταξιδεύσαμε και διασκεδάσαμε. Θα μας ρωτήσει εάν επισκεφτήκαμε φτωχικές συνοικίες και αν προσφερθήκαμε να βοηθήσουμε.

10. Ο Θεός δεν θα μας ρωτήσει αν είμαστε επώνυμοι και ισχυροί. Θα μας ρωτήσει αν είμαστε ταπεινοί και εάν συγχωρούμε τον πλησίον...


 http://agiosioannisotheologoskavalas.blogspot.gr

Σάββατο 28 Ιουνίου 2014

Τί κάνει ἡ ἀγάπη καὶ ἡ πρόνοια τοῦ Θεοῦ




Τὰ χρόνια μετὰ τὸν πόλεμο ἦταν πολὺ δύσκολα κι οἱ ἄνθρωποι ἀγωνίζονταν γιὰ νὰ ζήσουν. Ἐγώ, ὅπως σᾶς εἶπα, τὴν ἐποχὴ ἐκείνη ἤμουν στὴν Πολυκλινική. Πολλὰ περιστατικὰ θυμᾶμαι ἀπ᾿ τὰ χρόνια ἐκεῖνα. Ἀκοῦστε ἕνα ἀπ᾿ αὐτά.

Ἡ ῎Εφη ἦταν δεκαοκτὼ χρονῶν κι ἔμενε τὸ καλοκαίρι μὲ τοὺς γονεῖς της καὶ τὸν ἀδελφὸ της στὸ Μπογιάτι. Εἶχαν περιβόλι μὲ κηπευτικὰ καὶ τὰ πουλοῦσαν. Ἕνα βράδυ ἡ μητέρα τῆς ῎Εφης τὴν ἔστειλε σ’ ἕνα μαγαζάκι ἐκεῖ κοντά, ν’ ἀγοράσει πετρέλαιο γιὰ τὴ λάμπα. Σημειῶστε ὅτι δὲν εἶχαν τότε ρεῦμα. Ἐπιστρέφοντας πρὸς τὸ σπίτι, ἡ ῎Ἐφη συναντάει στὸ δρόμο ἕνα ἀγόρι, συμμαθητή της. Μιλοῦσαν γιὰ τὰ μαθήματα. Τὸ σημεῖο, ὅμως, ποὺ εἶχαν σταματήσει βρισκόταν πίσω ἀπὸ ἕνα φορτηγὸ αὐτοκίνητο. Τὴ στιγμὴ ἐκείνη πέρασε ὁ ἀδελφὸς τῆς Ἔφης καὶ τοὺς εἶδε νὰ κουβεντιάζουν. Τὸ παρεξήγησε, γιατὶ πίστεψε ὅτι πονηρὰ κουβεντιάζουν καὶ τὸ εἶπε στὴ μητέρα τους.

῾Η Ἔφη μᾶς ντροπιάζει, εἶπε, κουβεντιάζει στὸ δρόμο μ’ ἕνα ἀγόρι.
΄Όταν ἔφτασε στὸ σπίτι ἡ Ἔφη, ἡ μητέρα της τὴ μάλωσε πολὺ καὶ τὴν ἔδειρε. Τότε οἱ ἀρχὲς ἦταν πολὺ αὐστηρές. Ἡ Ἔφη πικράθηκε πολύ. Ἐπαναστάτησε γιὰ τὴν ἀδικία καὶ τὴν καχυποψία τοῦ ἀδελφοῦ της.

Τὴν ἄλλη μέρα γύρισε στὸ σπίτι ὁ πατέρας, ποὺ ἔλειπε. Ἐκεῖνος τῆς φέρθηκε διαφορετικά, δηλαδὴ μὲ κατανόηση καὶ καλὸ τρόπο.
-᾿Εγώ, δὲν τὰ πιστεύω αὐτά, τῆς λέει. Ἔλα, πᾶμε νὰ ποτίσουμε τὸ περιβόλι. Ἐσὺ θὰ κάθεσαι καὶ ὅπου βλέπεις πὼς ποτίζεται μιὰ βραγιὰ θά μοῦ λὲς νὰ γυρίζω τὸ νερὸ σ’ ἄλλη βραγιά.

῎Ετσι ἔγινε. Ἡ Ἔφη, ὅμως, δὲν εἶχε κοιμηθεῖ καθόλου τὴν προηγούμενη νύχτα. Ἡ στενοχώρια καὶ ἡ ἀδικία τὴν πνίγανε. Ἀπελπίστηκε κι ἀποφάσισε νὰ θέσει τέρμα στὴ ζωή της. Τὴν ὥρα, λοιπόν, ποὺ ξεκινοῦσαν μὲ τὸν πατέρα της γιὰ τὸ περιβόλι ἔκανε ἕνα σχέδιο. Νὰ πάρει ἕνα γεωργικὸ φάρμακο καὶ τὸ βραδάκι, μετὰ τὸ πότισμα, κρυφὰ νὰ τὸ πιεῖ καὶ νὰ πεθάνει. Σκεφτόταν: «Νὰ δῶ τότε, θὰ μὲ ἀγαποῦν;» Πῆρε λοιπὸν τὸ φάρμακο, τὸ ἔβαλε στὴν τσέπη της καὶ περίμενε νὰ βραδιάσει γιὰ νὰ τὸ πάρει.

Δὲν ἄργησε νὰ ἔλθει ἡ δύσκολη ὥρα. Ὁ πατέρας ἀμέριμνος τῆς λέει:
-Πήγαινε στὴν ἄκρη τοῦ περιβολιοῦ νὰ κλείσεις τὸ νερό.

Πῆγε γρήγορα. Ἦταν ἀθέατη. Κανεὶς δὲν ὑπῆρχε γύρω της. Ὁ πατέρας ἀρκετὰ μέτρα μακριὰ κι ἐκείνη τρέχοντας ἔβαλε τὸ χέρι στὴν τσέπη. Ἐκείνη ἀκριβῶς τὴ στιγμὴ ἀκούει βήματα. Δὲν πρόλαβε νὰ κουνηθεῖ κι ἐμφανίζεται μπροστὰ της κάποιος ἄγνωστος ἱερέας.

Τὴν χαιρετάει καὶ τῆς λέει:
-῎Εφη μου, ξέρεις πόσο ὡραῖος εἶναι ὁ Παράδεισος! Φῶς, χαρά, ἀγαλλίαση. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὅλος φῶς καὶ σκορπάει τὴ χαρὰ καὶ τὴν ἀγαλλίαση σὲ ὅλους. Μᾶς περιμένει στὴν ἄλλη ζωή, γιὰ νὰ μᾶς χαρίσει τὸν παράδεισο. ῾Υπάρχει ὅμως κι ἡ κόλαση, ποὺ εἶναι ὅλο σκοτάδι, λύπη, στενοχώρια, ἀγωνία, κατάθλιψη. Ἂν πάρεις αὐτὸ ποὺ ἔχεις στὴν τσέπη σου, θὰ πᾶς στὴν κόλαση. Πέταξέ το, λοιπόν, γιὰ νὰ μὴν χάσουμε τὴν ὀμορφιὰ τοῦ Παραδείσου.
Ἡ Ἔφη τὰ ἔχασε στὴν ἀρχή, ἀλλὰ μετὰ ἀπὸ λίγο λέει στὸν ἱερέα, ἀφοῦ, χωρὶς νὰ τὸ καταλάβει, εἶχε πετάξει τὸ φάρμακο:
-Περιμένετε νὰ φωνάξω καὶ τὸν πατέρα μου νά σᾶς δεῖ.
Τρέχει μὲς στὸ περιβόλι. Χάθηκε περνώντας τὶς ψηλὲς καλαμποκιές, γιὰ νὰ βρεῖ τὸν πατέρα της. Τὸν ηὗρε καὶ τοῦ λέει:
-Πατέρα, ἔλα γρήγορα νὰ δεῖς ἕναν ἱερέα, ποὺ ἦλθε στὴν ἄκρη τοῦ περιβολιοῦ μας.

Ὅταν, ὅμως, φτάσανε στὸ σημεῖο ποὺ ἔπρεπε νὰ περιμένει ὁ ἱερέας, δὲν ὑπῆρχε κανεὶς ἐκεῖ.
Γιὰ πολὺ καιρὸ ἡ Ἔφη δὲν μποροῦσε νὰ ἐξηγήσει ὅλα ὅσα τῆς συνέβησαν ἐκεῖνο τὸ βράδυ. Δὲν μποροῦσε νὰ ἐξηγήσει τὴν ἐξαφάνιση τοῦ ἱερέα. Ἐπιθυμοῦσε νὰ τὸν ξαναβρεῖ. Τῆς εἶχε σώσει τὴ ζωή.

᾿Εν τῷ μεταξύ, κάθε χειμώνα κατέβαιναν στὴν Ἀθήνα ὅλη ἡ οἰκογένεια. Ἡ Ἔφη πήγαινε πολλὲς φορὲς στὴ νονά της, ποὺ ἦταν πολὺ θρῆσκα, κι ἔμενε μεγάλο διάστημα κοντά της. Ἡ νονὰ της συνήθιζε νὰ δέχεται στὸ σπίτι της καὶ νὰ φιλοξενεῖ θεολόγους, ἱερεῖς, μοναχούς. Κάποια φορά, λοιπόν, ποὺ ἡ Ἔφη πῆγε στὴ νονά της, στὸ σαλόνι εἶχε μιὰ ἐπίσκεψη. Ἡ Ἔφη δὲν γνώριζε ποιὸς ἦταν. Ἡ νονὰ σὲ μιὰ στιγμὴ ἔρχεται στὴν κουζίνα καὶ λέει τῆς Ἔφης:
-῎Έφη, ἑτοίμασε γλυκὸ καὶ καφὲ καὶ φέρτα στὸ σαλόνι γιὰ τὸν ἐπισκέπτη.

῾Η Ἔφη τὰ ἑτοίμασε. Καθυστέρησε, ὅμως, λίγο καὶ τὴν ὥρα ποὺ τὰ πήγαινε, ἡ νονὰ τὴν πρόλαβε. Τῆς λέει λοιπόν:
-῎Όχι αὐτὸ τὸ δίσκο. Βάλε τὸν ἀσημένιο, γιατί ἡ ἐπίσκεψη εἶναι ἐπίσημη.
Γύρισε ἡ Ἔφη στὴν κουζίνα, ἄλλαξε τὸ δίσκο καὶ τὸν πῆγε στὸ σαλόνι. Ἀλλὰ τὶ νὰ δεῖ! Πῆγε νὰ τῆς πέσει ὁ δίσκος ἀπ᾿ τὰ χέρια. Βλέπει μπροστὰ της τὸν ἱερέα ποὺ εἶχε ἐμφανιστεῖ ἐκεῖνο τὸ δύσκολο γι᾿ αὐτὴν βράδυ στὸ περιβόλι τους.

-Εἶμαι ὁ πατὴρ Πορφύριος, τῆς λέω χαμογελώντας.
Ἔτσι γνωριστήκαμε μὲ τὴν Ἔφη κι ἀπὸ τότε ἔχουμε μεγάλη φιλία. Ἔκανε οἰκογένεια μὲ πολλὰ παιδιά. Τὴν εὐλόγησε ὁ Θεός. Βλέπετε τί τρόπους μπορεῖ νὰ μεταχειριστεῖ ὁ Θεός, ὅταν θέλει νὰ σώσει ἕναν ἄνθρωπο;



Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου
ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ ( Ἔκδ. ῾Ι.Μ. Χρυσοπηγῆς, Χανιὰ 2003)

http://www.orthros.org/

Ένας σύγχρονος νεομάρτυρας στις ΗΠΑ



Ο Άγιος Νεομάρτυρας πατήρ Ιωάννης της Σάντα Κρούζ γεννήθηκε το 1937 στο χωριό Αποίκια της νή­σου Άνδρου και λεγόταν Καρασταμάτης. Σε ηλικία 20 ε­τών πηγαίνει στην Αμερική και δημιουργεί οικογένεια. Χειροτονείται ιερέας και για 10 χρόνια εργάζεται με ιεραποστολικό ζήλο στην Αλάσκα και αφού διακόνησε την Εκκλησία σε πολλούς Ναούς ήρθε στην Σάντα Κρουζ στον Ναό του Προφήτη Ηλία το 1981 που τον τε­λειοποίησε και τον εγκαινίασε και γίνεται κέντρο ορθόδοξης ομολογίας σε όλη την περιοχή όπου οι άνθρωποι ήταν απομακρυσμένοι από τον Θεό και την Εκκλησία.

Ο πατήρ Ιωάννης ήταν απλός στην συμπεριφορά του, αγαπούσε τους ενορίτες του και η πόρτα του σπι­τιού του ήταν πάντα ανοιχτή, και την νύχτα ακόμη ό­ποιος τον ζητούσε έμπαινε μέσα και πολλές φορές φώνα­ζαν οι δικοί του γιατί φοβόντουσαν τους κακοποιούς της νύχτας. Τα κηρύγματα του ήταν πύρινα, αγαπούσε τον Θεό και ήθελε όλοι να Τον αγαπήσουν. Πήγαινε στα πάρκα και μιλούσε με νέους ανθρώπους που δεν γνώρι­ζαν τίποτε για τον Θεό ή ήταν σε άλλα δόγματα ή ήταν Εβραίοι.

Στην Άνδρο συμβαίνει ένα θαύμα με τους κρίνους της Παναγίας. Όταν ανθίζουν οι κρίνοι τους πηγαίνουν στην Εικόνα της. Αργότερα, όπως είναι φυσικό, ξεραί­νονται και πέφτουν. Πέφτουν και τα φύλλα και μένει το ξερό κοτσάνι. Τ' αφήνουν έτσι ξερά τα κοτσάνια στην Εικόνα Της και όταν έρθει η γιορτή της, κάθε χρόνο, αυτά ανθίζουν και βγάζουν μπουμπούκια. Ο πατήρ Ιωάν­νης μιας και ήταν από μικρός μεγαλωμένος στο νησί ή­ξερε το θαύμα αυτό. Ήρθε λοιπόν στο νησί πήγε στο Μοναστήρι του Αγίου Νικολάου και ζήτησε από τον Γέροντα Δωρόθεο κρίνους της Παναγίας. Πήρε μερικά ξερά κοτσάνια και τα πήγε στην Αμερική. Τα έβαλε στην Εικόνα της Παναγίας και αυτά άνθισαν ξανά. Άρχισε σιγά - σιγά ο κόσμος να θερμαίνεται στην πίστη και να προσκυνούν την Παναγία.

Ήταν μία ευαίσθητη και όμορφη ψυχή ο πατήρ Ιω­άννης. Έγραφε και θρησκευτικά ποιήματα και τον συ­γκινούσαν πολύ τα θαύματα της Παναγίας και οι βίοι των Αγίων. Ζητούσε από τον Γέροντα Δωρόθεο να του στέλνει βιβλία για να κάνει κηρύγματα. Όταν αργότερα ήρθε στην Άνδρο η πρεσβυτέρα πήρε κρίνους, τους φύ­τεψε στην Αμερική και όταν άνθιζαν τους έβαζαν στην Παναγία, και γινόταν και εκεί το θαύμα, να ξανανθίζουν τα ξερά κοτσάνια. Αγαπούσε πολύ τον Άγιο Νικόλαο γιατί από μικρός πήγαινε στο Μοναστήρι. Εκεί λοιπόν στο Μοναστήρι στην Άνδρο μία Εικόνα της Παναγίας άρχισε να ρέει αίμα και μύρο. Ο πατήρ Ιωάννης άρχισε με θείο ζήλο να μιλά για τα θαύματα της Παναγίας μας. Άρχισαν τότε να γίνονται Ορθόδοξοι και από άλλα δόγματα. Αυτό όμως ενόχλησε κάποιους και άρχισαν να του κάνουν απειλητικά τηλεφωνήματα και γράμματα για να σταματήσει το κήρυγμα. Όμως τότε εκείνος έγινε πιο φλογερός και έλεγε: «Όσο τα μάτια μου έχουν νερό εγώ θα κηρύττω τον Χριστό και την Ορθοδοξία».

Συνιστούσε στους χριστιανούς να προφυλαχθούν από τις παγίδες του αντιχρίστου και να μην πάρουν το χάραγμα και, τότε, άρχισαν πιο έντονα τ' απειλητικά τη­λεφωνήματα για την ζωή του, όμως αυτός δεν λογάριαζε τίποτα.
Στις 17 Μαΐου το 1985 το βράδυ πήρε τηλέφωνο τον Γέροντα Δωρόθεο στην Άνδρο και του ζητούσε πληρο­φορίες για τα θαύματα της Παναγίας της Μυροβλύτισσας γιατί ήθελε να κάνει κήρυγμα την Κυριακή. Την άλλη μέρα στις 18 Μαΐου ο πατήρ Ιωάννης ήταν μόνος του στο σπίτι μαζί με τον γιο του Φώτιο. Η πρεσβυτέρα είχε πάει στο σπίτι της κόρης τους Μαρίας. Το αγόρι βγήκε για λίγο έξω με τους φίλους του και ο πατήρ Ιωάννης πήγε στην Εκκλησία να την ετοιμάσει και να γράψει το κήρυγμα. Το αγόρι γύρισε αργά στο σπίτι, είδε ότι ο πατέρας του έλειπε και πήγε ανήσυχο να τον βρει στην Εκκλησία. Και τότε αντίκρισε το φοβερό θέαμα. Τον πατέ­ρα του κατακρεουργημένο και αγνώριστο. Τον είχαν βρει μόνο του και τον βασάνισαν χτυπώντας τον στο κεφάλι με σφυρί, και το σώμα του το κατακρεούργησαν με το μαχαίρι. Και όπως διαπίστωσε η αστυνομία, επειδή ε­κείνος σπαρταρούσε, πήραν τον σταυρό του με την αλυσίδα και τον έπνιξαν. Το αίμα του που χύθηκε από τις πληγές του και πλημμύρισε το δάπεδο του Ιερού Ναού το χρησιμοποίησαν για να γράψουν δικά τους συνθήματα στους τοίχους του Ιερού Ναού και το 666.
Ήταν σατανιστές.


Θαυμαστά σημάδια

Ο Άγιος ιερέας μαρτύρησε στο σημείο που φωτογραφήθηκε με τον σταυρό στο χέρι, ίσως να ήταν μία πρόρρηση για το τι θα επακολουθούσε ["Νεκρός": η στάση του σ' αυτή τη φωτο (τη δημοσιεύουμε στην αρχή) είναι ίδια με τη στάση που έχουν στις ορθόδοξες εικόνες οι μάρτυρες. Τυχαίο; Δε νομίζω...]. Συνέβησαν προ του θανάτου του τρία θαυμαστά γεγονότα:

1) Οι ανθισμένοι κρίνοι της Παναγίας, μία βδομάδα πριν μαρτυρήσει, πέσανε όλοι ξαφνικά και από τότε δεν έχουν ξανανθίσει.
2) Η Εικόνα της Παναγίας δάκρυσε και το δάκρυ υ­πάρχει ακόμα πάνω στην Εικόνα, και
3) επί τρεις συνεχείς Κυριακές προ του μαρτυρίου του, κατά την διάρκεια της θείας Λειτουργίας, έλαμπε το πρόσωπό του και σκορπούσε αχτίνες και το παιδί, που του έδινε το ζέον και είδε το παράδοξο αυτό φαινόμενο, επιτιμήθηκε αυστηρά για να μην φανερώσει τίποτα.

Η αστυνομία ερεύνησε για τους φονείς του Αγίου και βρήκαν τρία άτομα ένα ανδρόγυνο και τον γιο του άνδρα από άλλη γυναίκα. Ήταν ιερείς του σατανά και πήραν δηλητήριο κόμπρας, όταν τους συνέλαβαν και οι δύο πέθαναν, και ο τρίτος έχασε τα λογικά του και δεν συνεννοείται. Επειδή το Λείψανο του Αγίου ήταν παρα­μορφωμένο και το πρόσωπό του δεν μπορούσαν να το αντικρίσουν, αφού του φορέσανε την καλή του χρυσοκέ­ντητη στολή, σφραγίσανε το φέρετρο στην νεκρώσιμη ακολουθία.



Όταν έμαθε ο Γέροντας Δωρόθεος για τον μαρτυρι­κό θάνατο του πατρός Ιωάννη έγραψε στην πρεσβυτέρα να του στείλει στην Άνδρο τ' άμφια του Αγίου που εί­χαν συλλειτουργήσει στο Μοναστήρι στην γιορτή του Αγίου Δωροθέου το 1981. Πέρασε καιρός και απάντηση δεν έλαβε. Στις 4 Ιουλίου το 1986 είχαν λειτουργήσει ε­κεί στο Μοναστήρι και ήταν και αρκετοί από την Αθή­να. Περίμεναν το μεσημέρι με το πρωινό καράβι ένα πούλμαν με προσκυνητές για την αγρυπνία το βράδυ για την εορτή του Αγίου Αθανασίου του Αθωνίτου. Μόλις λοιπόν τελείωσε η λειτουργία άρχισαν μόνες τους να χτυπούνε οι καμπάνες πανηγυρικά, όλους τους κατέλαβε φόβος και δέος. Σταμάτησαν για λίγο οι καμπάνες και άρχισαν πάλι να χτυπούνε τόσο αρμονικά που όλοι εξέστησαν, έκαναν παράκληση στον Άγιο Νικόλαο και πε­ρίμεναν να φανερωθεί κάτι θαυμαστό. Ήρθαν και οι προσκυνητές με το πούλμαν και τους είπαν για το θαυ­μαστό αυτό γεγονός. Το απόγευμα πήρε τηλέφωνο τον Γέροντα Δωρόθεο η κόρη του πατρός Ιωάννη η Μαρία, που είχε έρθει ειδικά στην Άνδρο, για να φέρει τ' άμφια του πατέρα της. Τα έφερε στο Μοναστήρι και τα υποδέ­χτηκαν με χαρά όλοι οι προσκυνητές, τέλεσαν και αγρυ­πνία το βράδυ και τα έφεραν σε προσκύνηση. Οι καμπά­νες χτυπούσαν στο Μοναστήρι το πρωί ακριβώς την ώ­ρα που έμπαινε στο λιμάνι το καράβι με τ' άμφια του Νεομάρτυρος.

Εμφανίσεις μετά το θάνατό του

Οι εμφανίσεις του ιερομάρτυρος Ιωάννου μετά τον θάνατό του είναι πάρα πολλές.
Παραμονές του Αγίου Νικολάου το 1986 και ο Γέροντας Δωρόθεος ετοίμαζε το Μοναστήρι μαζί με μερικές γυναίκες που τον βοηθού­σαν από το χωριό εκεί. Κάποια στιγμή είδαν τον μακα­ριστό Ιωάννη να περπατά στην αυλή και να έρχεται προς το μέρος τους από την ανοιχτή πόρτα στην τράπε­ζα. Έβαλαν όλοι τις φωνές γιατί όλοι τον ήξεραν στο χωριό και τον έλεγαν: παπά - Γιάννη. Και τότε χάθηκε από μπροστά τους. Ώσπου να συνέλθουν από το ξάφνια­σμα ήρθε ο ταχυδρόμος μ' ένα δέμα από την Ελβετία ό­που μέσα ήταν μία Εικόνα του Αγίου σκαλιστή σε ξύλο από Ορθόδοξους Ρώσους που τον τιμούν ως Άγιο. Ο πατήρ Ιωάννης ζήτησε να μοιραστεί παντού η Εικόνα Του και να γίνει γνωστό το μαρτύριό του, η Ορθόδοξη ομολογία του.

Τον Φεβρουάριο του 1987 ο Γέροντας Δωρόθεος πή­γε στην Ελβετία για εγχείρηση. Ενώ μιλούσε με τους πιστούς εκεί για τον Άγιο και το μαρτύριό του τον εί­δαν να τους ευλογεί και να χάνεται. Όταν είχαν λειτουρ­γήσει μαζί με τον Γέροντα Δωρόθεο και όταν εξομολο­γήθηκε ο πατήρ Ιωάννης δώρισε το πετραχήλι του εκεί στο Μοναστήρι. Όταν πήγε στην Ελβετία ο Γέροντας Δωρόθεος ένα τμήμα από το πετραχήλι του Αγίου εσκόρπιζε άρρητη ευωδία στους παρευρισκομένους εκεί.

Στην Άνδρο σήμερα ζει ο αδελφός του Αγίου με την οικογένειά του και η γερόντισσα μητέρα του, που δεν ξέρει τίποτα για τον παπά και τον θάνατό του. Στην Αμερική και στην Ρωσική Εκκλησία της διασποράς τι­μάται ως Άγιος και έχουν εκδώσει και ασματική ακολουθία στον Άγιο. Τα γεγονότα και τις λεπτομέρειες του μαρτυρίου του τ' ανέφερε όλα στον Γέροντα Δωρό­θεο η κόρη του Μαρία.

Η μνήμη του τιμάται στις 19 Μαΐου και είναι παραμονή της εορτής του Αγίου Νικο­λάου, της ανακομιδής των Ιερών Λειψάνων του. Θα συνεορτάζεται μαζί με τον Άγιο Νικόλαο γιατί από παιδί αγαπούσε πολύ τον Άγιο Νικόλαο. Την Ευλογία Του να έχουμε όλοι μας. Αμήν.

περιοδικό Ο ΟΣΙΟΣ ΦΙΛΟΘΕΟΣ ΤΗΣ ΠΑΡΟΥ
ΤΕΥΧΟΣ 17. Μάιος-Αύγουστος 2006 Θεσ/νίκη


http://o-nekros.blogspot.com/

Ο Πνευματικός Πατήρ: Η πνευματική πατρότης υπό το φως της ορθοδόξου παραδόσεως


........Χρέος ενός γνησίου και εμπείρου πνευματικού πατέρα είναι να προσανατολίζει τα βλέμματα και τις καρδιές των πνευματικών του παιδιών στο πρόσωπο του Κυρίου και όχι στο δικό του........


Του Σεβ. Συμεών Π. Κούτσα Μητροπολίτη Νέας Σμύρνης
΄Εκδ. Ι. Μητροπόλεως Καλαβρύτων & Αιγιαλείας, Αίγιον 1995.



 Α - Η ΔΙΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΘΕΣΜΟΥ

1. Η σημασία τού θεσμού

Κάθε άνθρωπος έχει τον κατά σάρκα πατέρα του. εκείνον στον οποίο οφείλει την έλευσή του στη ζωή. Ο χριστιανός όμως εκτός από το φυσικό πατέρα του έχει και πνευματικό πατέρα. Αυτόν που τον αναγέννησε πνευματικά, που τον εισήγαγε στην εν Χριστώ ζωή και που τον κατευθύνει στο δρόμο της σωτηρίας. Η φυσική γέννηση μας φέρνει στη ζωή. Μας εντάσσει στην ανθρώπινη κοινότητα. Και η εν Χριστώ αναγέννησή μας - μια αλλιώτικη γέννα - μας εισάγει στην κοινωνία της Εκκλησίας και μας χαρίζει τη δυνατότητα νά ζήσουμε τη ζωή του Χριστού.

Στήν πρώτη Εκκλησία, όπου οι πιστοί -στην πλειονότητά τους σχεδόν- λάμβαναν το βάπτισμα σέ ώριμη ηλικία, πνευματικός πατέρας γιά κάποιον χριστιανό ήταν ο εκκλησιαστικός ποιμήν εκείνος που τον κατηχούσε, του παρείχε το βάπτισμα και στη συνέχεια τον χειραγωγούσε στηv εν Χριστώ ζωή. Σήμερα, πού όλοι σχεδόν λαμβάνουμε το βάπτισμα σε νηπιακή ηλικία, πνευματικός πατέρας ενός χριστιανού συχνά δεν είναι ο ιερεύς που τον βάπτισε, αλλά εκείνος που σε κάποια στιγμή της ζωής του τον οδήγησε στην ενσυνείδητη πίστη και τον κατευθύνει στη συνεπή χριστιανική ζωή.

Το παράδειγμα του αποστόλου Παύλου μας επιτρέπει να δούμε το μυστήριο της πνευματικής πατρότητας σε όλη του την πνευματική ομορφιά. Ο Παύλος είναι ο πνευματικός πατέρας τών χριστιανών τής Κορίνθου, όπως και πολλών άλλων πόλεων.


Απευθυνόμενος προς τους χριστιανούς της Κορίνθου, γράφει: «Ουκ εντρέπων υμάς γράφω ταύτα, αλλ' ως τέκνα μου αγαπητά νουθετώ. Εάν γαρ μυρίους παιδαγωγούς έχητε εν Χριστώ, αλλ' ου πολλούς πατέρας. εν γαρ Χριστώ Ιησού διά του ευαγγελίου εγώ υμάς εγέννησα» (Α' Κορ. 4, 14).

Ο Παύλος, λοιπόν, για τους χριστιανούς της Κορίνθου δεν ήταν απλώς ο παιδαγωγός και ο δάσκαλος εν Χριστώ, αλλά ο πατέρας. Αυτός που τους είχε αναγεννήσει πνευματικά. Αυτός που τους είχε εισαγάγει στην oικογένεια των λυτρωμένων. Η αποστολική του καρδιά φλεγόταν από την αγάπη για τα πνευματικά του παιδιά. Και αυτή η εν Χριστώ πατρική αγάπη αποτελούσε τήν κινητήρια δύναμη των αποστολικών φροντίδων του. ΄Ηθελε να τους μεταδώσει όχι μόνο το Ευαγγέλιο αλλά και την ψυχή του (Α' Θεσσ. 2, 8). Αγωνιζόταν με πόνο να μορφώσει μέσα τους το Χριστό (Γαλ. 4, 19). Δεν σταματούσε να νουθετεί «ένα έκαστον» και «μετά δακρύων», επιδιώκοντας την πνευματική τους οικοδομή και τη σταθεροποίησή τους στην εν Χριστώ ζωή (Πράξ. 20, 31. Εφ. 4,12-16).

Η παύλεια αυτή αντίληψη για το περιεχόμενο και τη σημασία της πνευματικής πατρότητας διαπερνά ολόκληρη την ορθόδοξη πνευματική παράδοση. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος, ένας από τους πλέον γνησίους φορείς της, στον οποίο θα αναφερθούμε συχνά, γράφει σε ένα πνευματικό του τέκνο:

Συνελάβομεν σε διά διδασκαλίας, ωδινήσαμεν διά μετανοίας, απετέκομεν δέ σε δι' υπομονής πολλής και οδυνών και πόνων σφοδρών και καθημερινών δακρύων» (Επιστ. 3, 1-3). Καθώς παρατηρούμε, η πνευματική γέννηση παραλληλίζεται προς τη φυσική γέννηση και όπως η δεύτερη έτσι και η πρώτη περιλαμβάνει τρία στάδια: τη σύλληψη, την κυοφορία και τον τοκετό.

Στήν καλύτερη κατανόηση του ρόλου του πνευματικού πατέρα μας βοηθούν και δύο άλλες εικόνες που συναντούμε συχνά στα κείμενα των αγίων Πατέρων μας. H πρώτη είναι αυτή της αναβάσεως σ' ένα δύσβατο ψηλό βουνό. Αυτός που για πρώτη φορά επιχειρεί να αναρριχηθεί, χρειάζεται να ακολουθήσει ένα συγκεκριμένο μονοπάτι. πρέπει να έχει μαζί του ως συνοδίτη καί οδηγό κάποιον που να έχει ξανανεβεί και να γνωρίζει το δρόμο. Αυτός ακριβώς είναι ο ρόλος του πνευματικού πατέρα. συνοδίτης και οδηγός στην πνευματική μας πορεία, στην εν Χριστώ ζωή μας. Η δεύτερη εικόνα είναι από τον χώρο της φυσικής ασκήσεως του σώματος, από τον χώρο του αθλητισμού. ΄Ολοι όσοι αθλούνται σε οποιοδήποτε άθλημα έχουν ανάγκη από έναν έμπειρο οδηγό, τον προπονητή, που τους εισάγει στα μυστικά του αθλήματος και τους κατευθύνει με πολλή φροντίδα κατά τη διάρκεια των προπονήσεων. Ανάλογη είναι και η αποστολή του πνευματικού πατέρα: Γνώστης ο ίδιος εκ πείρας της εν Χριστώ ζωής αναλαμβάνει να μυήσει σ' αυτήν τα πνευματικά του παιδιά.


2. Πώς διαμορφώθηκε μέσα στην ιστορική πορεία της Εκκλησίας

Καθώς ο χρόνος κυλούσε και οι θεσμοί της Εκκλησίας αναπτύσσονταν, έτσι ρίζωσε και αναπτύχθηκε και ο θεσμός της πνευματικής πατρότητας. Ο χώρος στον οποίο καλλιεργήθηκε περισσότερο υπήρξε βεβαίως η έρημος. Ο χώρος του μοναχισμού. Και όπως και άλλα στοιχεία, έτσι και ο θεσμός αυτός στη συνέχεια επεκτάθηκε και διαπότισε την πνευματική ζωή ολόκληρης της Εκκλησίας.

Σε όλους μας είναι γνωστοί οι όροι που συναντούμε στην ασκητική γραμματεία: «αββάς» και «γέρων» στην ελληνόφωνη παράδοση, «στάρετς» στη γλώσσα των ομοδόξων Ρώσων αδελφών μας.

«Τί είναι αυτό που παρακινεί κάποιον να ενεργεί ως γέροντας; Πώς και απο ποιόν τοποθετείται;». Το ερώτημα αυτό θέτει ένας από τους αξιολογωτέρους θεολόγους της ορθοδόξου Διασποράς, ο επίσκοπος Κάλλιστος Ware, προκειμένου να τονίσει στην απάντηση που δίνει τον χαρισματικό χαρακτήρα της πνευματικής πατρότητας (Η εντός ημών Βασιλεία, «Ακρίτας», Αθήναι 1994, σ. 117). Απο την απάντησή του σας μεταφέρω τις (βασικότερες θέσεις του:

«Ο πνευματικός πατέρας. ή γέροντας είναι ουσιαστικά μια «χαρισματική» και προφητική μορφή, που έχει αναλάβει αυτό το λειτούργημα με την άμεση ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Δεν τον χειροθετεί χέρι ανθρώπου, αλλά το χέρι του Θεοϋ. Είναι έκφραση της Εκκλησίας ως «γεγονότος», και όχι της Εκκλησίας ως καθιδρύματος.

Ωστόσο δεν υφίσταται καμία διαχωριστική γραμμή μεταξύ του προφητικού και του καθιδρυματικού στοιχείου στη ζωή της Εκκλησίας. το καθένα αναπτύσσεται μέσα από το άλλο και συμπλέκεται μαζί του. ΄Ετσι το λειτούργημα των γερόντων, χαρισματικό καθαυτό, σχετίζεται με μια σαφώς καθορισμένη λειτουργία μέσα στο ιδρυματικό πλαίσιο της Εκκλησίας, με αυτή του ιερέα-εξομολόγου...

Αν και το μυστήριο της εξομολόγησης είναι σίγουρα μια κατάλληλη ευκαιρία για πνευματική καθοδήγηση, όμως το λειτούργημα του γέροντα δεν ταυτίζεται με αυτό του εξομολόγου. Ο γέροντας συμβουλεύει όχι μόνο κατά την εξομολόγηση, αλλά σε πολλές άλλες περιπτώσεις. είναι αλήθεια πως ενώ ο εξομολόγος πρέπει πάντοτε να είναι ιερέας, γέροντας μπορεί να είναι ένας απλός μοναχός...

Αν όμως ο γέροντας δεν χειροτονείται, ούτε τοποθετείται με την ενέργεια της επίσημης ιεραρχίας, πώς φθάνει στο σημείο να αναλαμβάνει ένα τέτοιο λειτούργημα;... Μέσα στη συνεχή ζωή της χριστιανικής κοινότητας, γίνεται σαφές στον πιστό λαό του Θεού-στον αληθινό φύλακα της Ιεράς Παραδόσεως- πως αυτό ή εκείνο το πρόσωπο έχει τη δωρεά της πνευματικής πατρότητας ή μητρότητας. Κατόπιν μ'έναν ελεύθερο και ανεπίσημο τρόπο οι άνθρωποι αρχίζουν να τον ή την πλησιάζουν για συμβουλές ή καθοδήγηση» (ο.π.,σσ.117-119).


3. Η αποστολή του πνευματικού Πατέρα

Ποιο ακριβώς είναι το έργο του πνευματικού πατέρα; «Η επιμέλεια ψυχών αίματι Χριστού εξηγορασμένων» μας λέει ο Μ. Βασίλειος (΄Οροι κατ' επιτομήν ΡΠΔ', ΒΕΠΕΣ 53, 305). Ο πνευματικός πατέρας είναι οδηγός στην εν Χριστώ ζωή. Ο ιατρός της ψυχής, που «εν πολλή ευσπλαγχνία κατ' επιστήμην της του Κυρίου διδασκαλίας» (Μ. Βασιλείου, 'Ηθικά Π', ΒΕΠΕΣ 53, 129) θεραπεύει τα πάθη και βοηθά το πνευματικό του παιδί να αποκτήσει την εν Χριστώ υγεία: ζωντανή πίστη και σταθερή πνευματική ζωή. ΄Αν όρος και σκοπός του Χριστιανισμοϋ -διδάσκει ο Μ. Βασίλειος- είναι η μίμηση του Χριστοϋ, «οι την οδηγίαν των πολλών πεπιστευμένοι τους έτι ασθενεστέρους διά της εαυτών μεσιτείας προβιβάζει οφείλουσι τη του Χριστού εξομοιώσει» (΄Οροι κατά πλάτος ΜΓ', ΒΕΠΕΣ 53, 204). Στο δρόμο που οδηγεί στην κοινωνία με το Χριστό και τη θέωση, οι πνευματικοί πατέρες μας είναι οι έμπειροι χειραγωγοί και οι ακούραστοι συμπαραστάτες. Για να υπηρετήσει όμως ένας ποιμένας το τόσο υψηλό και υπεύθυνο έργο οφείλει να είναι πράγματι πνευματικός. όργανο «τω Πνεύματι αρμοζόμενον και κρουόμενον», όπως γράφει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος. Μόνο αυτός που γνωρίζει κάτι εκ πείρας μπορεί και να το μεταδώσει. Και ο πνευματικός πατέρας για να χειραγωγήσει άλλους στη χριστιανική ζωή, θα πρέπει να την ζεί πρώτα o ίδιος. Να αποτελεί «τύπον των πιστών» (Α' Τιμ. 4, 12) και «ζων Ευαγγέλιον». Να παρέχει κατά τον Μ. Βασίλειο «τον εαυτού βίον εναργές υπόδειγμα πάσης εντολής του Κυρίου» (ο.π., ΒΕΠΕΣ 53, 204). Περισσότερο από το λόγο να ομιλεί το παράδειγμά του. Να εμπνέει με την ενάρετη ζωή του. Να οικοδομεί με την αγάπη και την πατρική στοργή του, αφού κατά τον άγιο Ιωάννη της Κλίμακος «ποιμένα αληθινόν αποδείξει αγάπη. Δι' αγάπην γαρ ο Ποιμήν ο Μέγας εσταύρωται» (Προς τον Ποιμένα 24, PG 88, 1177Β).

4. Δύο θεμελιώδη γνωρίσματα: η διορατικότητα και η αγάπη

Θα χρειαζόμασταν πολλές ώρες αν θα θέλαμε να περιγράψουμε το πρόσωπο του πνευματικού πατέρα, όπως αυτό αναδύεται μέσα από την μακραίωνη εκκλησιαστική μας παράδοση, και να απαριθμήσουμε τα επιμέρους χαρίσματα, τα οποία χαρακτηρίζουν τον γνήσιο γέροντα. Πολύ επιγραμματικά, λοιπόν, θα αναφερθούμε σε δύο από τα πιο βασικά χαρίσματά του.

Το πρώτο είναι η διορατικότητα και η διάκριση, «η ικανότης δηλαδή να διεισδύει διαισθητικά στα μυστικά της καρδιάς του άλλου, να καταλαβαίνει τα κρυφά βάθη που δεν γνωρίζει ο άλλος. Ο πνευματικός πατέρας προχωρεί πέρα από τις συμβατικές χειρονομίες και συνήθειες με τις οποίες κρύβουμε την αληθινή μας προσωπικότητα από τους άλλους και από τον ίδιο τον εαυτό μας. πέρα δε από όλες αυτές τις κοινοτυπίες, συλλαμβάνει το μοναδικό πρόσωπο, το δημιουργημένο κατ' εικόνα και ομοίωση Θεού. Η δύναμη αυτή είναι πνευματική και όχι φυσική. δεν είναι ένα κάποιο είδος υπεραισθητής αντίληψης, ούτε μια αγιασμένη μαντεία, αλλά καρπός της χάριτος, που προϋποθέτει συνεχή προσευχή και αδιάλειπτον ασκητικό αγώνα» (Ware, ο.π. σσ. 126-127).

Το διορατικό χάρισμα του πνευματικού πατέρα, αποκαλύπτεται κατ' εξοχήν ως διάκριση των λογισμών. Η διάκριση κατά τον άγιο Συμεών είναι «λυχνία» καί «οφθαλμός» πνευματικός, με τον οποίο ο πνευματικός πατέρας βλέπει τόσο μέσα στη δική του καρδιά, όσο και των πνευματικών του παιδιών. ΄Ετσι μπορεί να προβαίνει κάθε φορά σε σωστή διάγνωση και να επιβάλει την πρέπουσα θεραπεία (Κατήχ. 18, SC 104, 292). Η διάκριση που προϋποθέτει την καθαρότητα της καρδιάς είναι χάρισμα, δωρεά του Αγίου Πνεύματος.  Πνευματικός πατέρας, λοιπόν, «μή έχων το φως εν εαυτώ του Αγίου Πνεύματος, ουδέ τας αυτού πράξεις καλώς ιδείν, ουδέ ει προς αρέσκειαν Θεού εισι, τελείως πεπληροφόρηται. Αλλ' ουδέ άλλους οδηγήσαι ή το θέλημα του Θεού διδάξαι δύναται, ουδέ λογισμούς αλλοτρίους εστίν αναδέξασθαι άξιος... » (Κατήχ. 33, SC 113, 250).

Το δεύτερο χάρισμα του πνευματικού πατέρα είναι η αγάπη. η ικανότητα να αγαπά τους άλλους και να αναδέχεται σαν δικά του τα βάσανα και τους πειρασμούς των άλλων. Χωρίς την αγάπη δεν μπορεί να υπάρξει πνευματική πατρότητα.Η αγάπη κατά τους πνευματικούς διδασκάλους μας δεν είναι απλώς το κυριώτερο προσόν του πνευματικού πατέρα, αλλά το θεμέλιο και η ουσία της πνευματικής πατρότητας. Η αγάπη για τους άλλους προϋποθέτει το «συμπάσχειν» με αυτούς. αυτή είναι η κυριολεκτική σημασία της λέξεως συμπάθεια. «αλλήλων τα βάρη βαστάζετε, και ούτως αναπληρώσατε τον νόμον του Χριστού» (Γαλ. 6, 2). Ο πνευματικός πατέρας είναι αυτός που κατ' εξοχήν φέρει τα βάρη των άλλων, των πνευματικών του τέκνων. Αναλαμβάνει τις λύπες, τις ενοχές, τους πειρασμούς, τις αμαρτίες τους. Και αγωνιά και φροντίζει ανύστακτα για την κατά Χριστόν προκοπή τους. «Αδελφέ Ανδρέα, της ψυχής μου ηγαπημένε», γράφει σ' ένα πνευματικό του παιδί ο αββάς Βαρσανούφιος, «... ουκ έστι ριπή οφθαλμού η ώρα, εν η ουκ έχω σε εν τω νω και εν τη προσευχή. και ει εγώ ούτω σε αγαπώ, ο Θεός ο πλάσας σε περισσότερον σε αγαπά. και δέομαι αυτού οδηγήσαί σε ; και κυβερνήσαι κατά το θέλημα αυτού» (Νικοδήμου Αγιορείτου, Βίβλος Βαρσανουφίου και Ιωάννου, εκδ. Σωτ. Σχοινά, Βόλος 19602, απόκρισις ση', σ.132).

Στο ίδιο βιβλίο των αποκρίσεων Βαρσανουφίου και Ιωάννου συναντούμε μια συγκλονιστική προσευχή που δηλοποιεί την μεγάλη αγάπη του πνευματικού πατέρα προς τα πνευματικά του παιδιά:

« Ιδού εγώ και τα παιδιά α μοι έδωκας, φύλαξον αυτά εν τω ονόματί σου. σκέπασον αυτούς τη δεξιά σου. Οδήγησον ημάς επί λιμένα θελήματός σου και γράψον τα ονόματα αυτών εν τη ση βίβλω... Δέσποτα, ή συνεισένεγκέ μοι τα τέκνα μου, εις την βασιλείαν σου, ή καμέ εξάλειψον εκ της βίβλου σου... » (ο.π., αποκρισις ρι', σ. 82-83).


5. Η Αναγκαιότητα αναζητήσεως εμπείρου πνευματικού Πατέρα

Η σημασία που έχει ο πνευματικός πατέρας στο δρόμο της εν Χριστώ τελειώσεώς μας αποδεικνύει ταυτόχρονα και την αναγκαιότητα να έχουμε, να ανεύρουμε όλοι έμπειρο και ασφαλή πνευματικό οδηγό. Αυτό αποτελεί και καθήκον και δικαίωμά μας. Και σε μας ανήκει η ευθύνη της εκλογής. μια εκλογή που πρέπει να κάνουμε με πολλή προσοχή αφού, καθώς παρατηρεί ο άγιος Συμεών, «σπάνιοι ως αληθώς και μάλιστα άρτι οι καλώς ποιμαίνειν και ιατρεύειν ψυχάς λογικάς επιστάμενοι» (Κατηχ. 20, SC 104, 346).

Χρειάζεται, λοιπόν, προσοχή. Ούτε μόνοι να μείνουμε, διότι κινδυνεύουμε είτε να γίνουμε θηριάλωτοι υπό του ψυχοφθόρου, λύκου -του διαβόλου δηλαδή- είτε πέφτοντας να μην έχουμε κάποιον που θα μας βοηθήσει να σηκωθούμε κατά τον λόγο του Εκκλησιαστού. «Ουαί αυτώ τω ενί, όταν πέση και μη η δεύτερος εγείραι αυτόν» (Εκκλ. 4; 10). Αλλ' ούτε πάλι αντί για ποιμένα να ακολουθήσουμε από ακρισία λύκο ή «άπειρον ιατρόν» οπότε είναι βέβαιο ότι θά υποστούμε πνευματική βλάβη ή θα παραμείνουμε αθεράπευτοι [Πρβλ. Κατηχ. 20, SC 104, 348 και Επισ.1, (Λόγος περί εξομολογήσεως) , εκδ. Κ. Ηοll (Enthusiasmus und Bussgewalt bein griechischen Moenchtum, Leipzig 1898) σ. 117].

Αν και η επιλογή, όπως είπαμε, του πνευματικού πατέρα αποτελεί δικαίωμά μας και εναπόκειται στην κρίση μας, η ανεύρεση εμπείρου πνευματικού οδηγού αποτελεί τελικά ένα μεγάλο δώρο τοϋ Θεοϋ. Γι' αυτό και ο άγιος Συμεών συμβουλεύει:

«Αδελφέ, εκτενώς τον Θεον παρακάλεσον, όπως δείξη σοι άνθρωπον, τον καλώς ποιμάναί σε δυνάμενον, ω και οφείλεις ως αυτω τω Θεώ υπακούσαι και τα παρ' αυτού σοι λεγόμενα αδιστάκτως επιτελέσαι, ει και εναντία σοι και επιβλαβή κατά το δοκούν σοι τα προσταττόμενα φαίνονται» (Κατήχ. 20, SC 104, 334). Ο ίδιος διδάσκαλος στον 7ο ηθικό λόγο του μας παραδίδει έναν τύπο προσευχής, με την οποία μπορούμε να παρακαλούμε τον Θεό να μας στείλει έναν έμπειρο πνευματικό πατέρα:

«Κύριε, ο μη θέλων τον θάνατον του αμαρτωλού ως το επιστρέψαι και ζην αυτόν, ο κατελθών διά τούτο επί της γης, ίνα τους κειμένους και τεθανατωμένους υπό της αμαρτίας εξαναστήσης και σε κατιδείν αυτούς, το φως το αληθινόν, ως ιδείν ανθρώπω δυνατόν, καταξιώσης, πέμψον μοι άνθρωπον γινώσκοντά σε, ίνα, ως σοι δουλεύσας αυτώ και πάση δυνάμει μου υποταγείς και το σον εν τω εκείνου θελήματι ποιήσας θέλημα, ευαρεστήσω σοι τω μόνω Θεώ και καταξιωθώ σου καγώ της Βασιλείας ο αμαρτωλός» ('Ηθ.7, SC 129, 186-188).

6. Η ανταπόκριση του πνευματικού τέκνου προς τον πνευματικό του Πατέρα

Η εν Χριστώ οικοδομή του πιστού από το δεσμό που συνήψε με έναν πνευματικό πατέρα δεν είναι αυτονόητη. Προϋποθέτει και τη δική του ανταπόκριση στην αγάπη που θα του δείχνει και στις φροντίδες που θα καταβάλλει γι' αυτόν ο πνευματικός του πατέρας.

Μια πρώτη και θεμελιώδης προϋπόθεση ειναι η αγάπη. Ο δεσμός που σφυρηλατείται ανάμεσα στον πνευματικο πατέρα και το πνευματικό του παιδί είναι η αμοιβαία αγάπη. Στήν αγάπη του πνευματικού πατέρα ο πιστός ανταποκρίνεται με τη δική του αγάπη. «Ουδέν ούτω προς διδασκαλίαν επαγωγόν ως το φιλείν και φιλείσθαι» παρατηρεί ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος (ομιλ. 6, 1 είς Α' Τιμ., PG 62, 529). Οι πνευματικοί δεσμοί είναι ισχυρότεροι από τους φυσικούς. Και η αγάπη που πηγάζει από το Χριστό είναι πιο δυνατή από αυτήν που εμπνέει η συγγένεια του αίματος. «Τί γαρ πατρός αληθινού ποθεινότερον; » αναρωτιέται ο άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης (Προς Πλάτωνα 2, PG 99, 909Β), εκφράζοντας έτσι την προσωπική του εμπειρία για τον πνευματικό του πατέρα.

Η αγάπη προς τον πνευματικό μας πατέρα είναι γνήσια, όταν εκφράζεται ως «πίστις», δηλαδή ως εμπιστοσύνη προς το πρόσωπό του. Στον πνευματικό πατέρα μας αναθέτουμε τον εαυτό μας ολόκληρο. Τον αναγνωρίζουμε οδηγό μας στο δρόμο της σωτηρίας. Επομένως θα πρέπει να του έχουμε εμπιστοσύνη. Να ακολουθούμε χωρίς δισταγμούς και εσωτερική αμφισβήτηση τα όσα μας υποδεικνύει. Στο σημείο αυτό οι άγιοι Πατέρες μας επιμένουν με πολλή έμφαση. «Πιστευτέον αμερίμνως τοις εν Κυρίω την ημών αναδεξαμένοις επιμέλειαν» συμβουλεύει o άγιος Ιωάννης τής Κλίμακος (Κλιμαξ 4, PG 88, 717Β). Χωρίς την ολόθυμη εμπιστοσύνη στον πνευματικό μας πατέρα δεν μπορούμε να προοδεύσουμε στη χριστιανική ζωή.

Γράφει ο άγιος Συμεών στά Κεφάλαιά του:

«Ο πίστην -εμπιστοσύνη δηλαδή-κτησάμενος εναργή προς τον κατά Θεόν πατέρα αυτού, βλέπων αυτόν, αυτόν βλέπειν λογίζεται τον Χριστόν και συνών ή ακολουθών αυτώ, Χριστώ συνείναι και ακολουθείν βεβαίως πιστεύει. Ο τοιούτος ουκ επιθυμήσει ετέρω τινί ομιλήσαί ποτε, ου προτιμήσει τι των του κόσμου πραγμάτων υπέρ την εκείνου μνήμην ομού και αγάπην» (Κεφάλ. 1, 28, SC 51, 47).

Αν χρέος του πνευματικού πατέρα είναι να αγρυπνεί για την ψυχή του πνευματικού τέκνου, κι αυτό οφείλει να υπακούει και να ακολουθεί πιστά τις οδηγίες του ('Εβρ.13,17). Διά του πνευματικού πατέρα μας ομιλεί ο ίδιος ο Θεός. Με την υπακοή, λοιπόν, που του δείχνουμε ουσιαστικά υπακούομε στο θέλημα του Θεού. Ασφαλιζόμαστε από λάθη στα οποία είναι βέβαιο ότι θα πέσουμε, αν ακολουθούμε το δικό μας θέλημα. Αποκτούμε, τέλος, την εσωτερική ελευθερία και ελκύουμε τη χάρη του Θεοϋ.

Η εξομολόγηση συνιστά μίαν ακόμη σημαντική υποχρέωση του πιστού. Στον πνευματικό μας πατέρα εξομολογούμαστε με εμπιστοσύνη τα πάντα. ΄Οχι μόνο τα όσα πράττουμε αλλά και τους λογισμούς μας. «Μηδέν της ψυχής κίνημα απόκρυφον φυλάσσειν», προτρέπει ο Μ. Βασίλειος, «αλλά απογυμνούν τα κρυπτά της καρδίας» (΄Οροι κατά πλάτος ΚΣΤ', ΒΕΠΕΣ 53, 184). Τίποτε κρυφό από τον πνευματικό μας. Με ταπείνωση και υιική εμπιστοσύνη αποθέτουμε στα πόδια του τα πάντα. ΄Ετσι μόνο συγχωρούνται τα αμαρτήματά μας από το Θεό. Ελευθερωνόμαστε από το βάρος της ενοχής. Ξεριζώνουμε τα πάθη μας. Και ο πνευματικός μπορεί να μας καθοδηγεί με ασφάλεια στην πνευματική μας ζωή.


Β - Η ΠΑΘΟΛΟΓΙΑ ΤΗΣ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΠΑΤΡΟΤΗΤΑΣ ΣΤΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΑΣ

Όλα όσα εκθέσαμε με πολλή συντομία μέχρι τώρα συνιστούν την πίστη και την εμπειρία της Εκκλησίας για τον θεσμό της πνευματικής πατρότητας, όπως αυτός διαμορφώθηχε καί εξελίχθηκε στο παρελθόν και μάλιστα στον χώρο κυρίως της μοναστικής πνευματικότητας.

Το ερώτημα, λοιπόν, που πολύ φυσικά ανακύπτει εδώ είναι: Λειτουργεί -μπορεί να λειτουργήσει- άραγε η πνευματική πατρότητα με τον ίδιο τρόπο καί σήμερα, στην εποχή μας; Το ερώτημα είναι καίριας σημασίας και θα μπορούσε να αποτελέσει το αντικείμενο μιας άλλης, ξεχωριστής ομιλίας. Γι'αυτό απόψε επιτρέψτε μου να θέσω απλώς ορισμένα ζητήματα σχετικά με το θέμα μας, τα οποία απασχολούν σοβαρά πολλούς χριστιανούς και εντάσσονται σ' αυτό που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε παθολογία τής πνευματικής πατρότητας.


1. 0 γεροντισμός πολλών συγχρόνων κληρικών

Δυστυχώς δεν πρόκειται για σπάνιο φαινόμενο. Πολλοί κληρικοί μας, από τους οποίους αρκετοί μάλιστα με χαρίσματα και ικανότητες, ζηλώνουν πολύ ενωρίς δόξαν γέροντος. Νεώτατοι στην ηλικία, ανώριμοι ακόμη ως προσωπικότητες, άπειροι ως ποιμένες, χωρίς ποτέ οι ίδιοι να έχουν ουσιαστικά μαθητεύσει ή να έχουν υποταγεί σε άλλον έμπειρο πνευματικό πατέρα, αυτοδιαφημίζονται -ή μεθοδεύουν εντέχνως την προβολή τους μέσω του περιβάλλοντός των -ως νέοι Βαρσανούφιοι, ως χαρισματούχοι παιδαριογέροντες. Περιάγουν, κατά τον λόγο του Κυρίου μας, «την θάλασσαν και την ξηράν ποιήσαι ένα προσήλυτον» (Ματθ. 23, 15), να αγρεύσουν δηλαδή οπαδούς. Ασκούν μια συνθλιπτική καταπίεση, στις συνειδήσεις των άνθρώπων εν ονόματι τάχα της οφειλομένης «τυφλής» υπακοής στον γέροντα. Καλλιεργούν μιαν αρρωστημένη προσκόλληση στο πρόσωπό τους.

Δυστυχώς -και ας μας επιτρέψει o Σεβασμιώτατος να το επισημάνουμε - ευθύνη για το φαινόμενο αυτό έχουν και οι επίσκοποί μας. οι επίσκοποι εκείνοι που χειροτονούν ταχύτατα καί αναθέτουν την πνευματική πατρότητα αβασάνιστα στους ανωρίμους αυτούς κληρικούς.

Είναι πολύ σοφές οι επισημάνσεις που κάνει ο προσφάτως κοιμηθείς πνευματέμφορος πράγματι γέροντας Παΐσιος σε μία από τις επιστολές του που είδαν το φως της δημοσιότητας προσφάτως, μετά την κοίμησή του. Αναφέρεται στο πρόσωπο του γέροντος που καλείται να επιλέξει ένας υποψήφιος μοναχός. Ωστόσο, βοηθάει κι εμάς τους εν τω κόσμω σε ό,τι αφορά την επιλογή πνευματικοϋ πατέρα.

«Επεδίωξε όσο μπορείς: α) Ο Γέροντάς σου να είναι πνευματικός άνθρωπος, με αρετές, και περισσότερο πρακτικός παρά δάσκαλος μόνον: Καλό είναι, αν έχει γίνει από μούτσος καπετάνιος, για να μην εφαρμόζη σε ξένες πλάτες όλη την καλογερική που έμαθε διαβάζοντας, ή να έχει εκ φύσεως μεγάλη αγάπη με διάκριση, για να πονάη τα παιδιά του και να μη θέλη να τα στείλη στον Παράδεισο αμέσως, με τον τρόπο του Διοκλητιανοϋ...

Πολύ βοηθάει ακόμη τον υποτακτικό, εάν στην ηλικία ο Γέροντάς του είναι τουλάχιστον δεχαοχτώ με είκοσι χρόνια μεγαλύτερός του, διότι αυτό φέρνει και ένα φυσιολογικό σεβασμό στον υποτακτικό.

β) Ο Γέροντας να ζη απλοποιημένη ζωή, χωρίς φροντίδες και κοσμικές μέριμνες περιττές, και να μην αποβλέπη καθόλου σε δικά του συμφέροντα, αλλά να αποβλέπη στο συμφέρον της ψυχής του υποτακτικού και γενικά στο συμφέρον της Μητέρας μας Εκκλησίας» (Γέροντος Παϊσίου Αγιορείτου, Επιστολές, Εκδ. Ι.Ησυχαστηρίου «Ευαγγ. Ιωάννης o Θεολόγος», Σουρωτή Θεσσαλονίκης 1994, σ. 43).


2. 0 κίνδυνος της προσωπολατρίας

Χρέος ενός γνησίου και εμπείρου πνευματικού πατέρα είναι να προσανατολίζει τα βλέμματα και τις καρδιές των πνευματικών του παιδιών στο πρόσωπο του Κυρίου και όχι στο δικό του. 'Η προσωπολατρία είτε επιδιώκεται απο τον ιερωμένο είτε εκδηλώνεται από το πνευματικο του παιδί - και φυσικά δεν καταπολεμείται από τον πρώτο - συνιστά αρρώστια και αποτελεί έναν σοβαρό πνευματικό κίνδυνο και για τους δύο.

Οι πνευματικοί πατέρες δεν προβάλλουμε τα πρόσωπά μας, αλλά το υπερούσιο πρόσωπο του Κυρίου μας. Δεν ορθώνουμε το ανάστημά μας μεταξύ του Χριστού και του πνευματικού μας παιδιού με συνέπεια να εμποδίζουμε το βλέμμα του να θεωρεί το πρόσωπο του Κυρίου, αλλά στεκόμαστε στην άκρη, διακριτικά και υποδεικνύουμε Εκείνον που είναι ο Λυτρωτής όλων μας.

Γράφει ο επίσκοπος Κάλλιστος Ware: «Στην πραγματικότητα η σχέση δεν είναι δίπλευρη αλλά τριγωνική, επειδή πέρα από τον γέροντα και τον μαθητή του υπάρχει κι ένα τρίτο μέλος, ο Θεός. Ο Κύριος μας λέει πως δεν πρέπει να καλούμε κάποιον «πατέρα», επειδή έχουμε μόνο έναν πατέρα, τον εν ουρανοίς (Ματθ. 23, 9). Ο γέροντας δεν είναι κάποιος αλάθητος κριτής ή ένα εφετείο, αλλά ένας συνυπηρέτης του ζώντος Θεού δεν είναι δικτάτορας, αλλά οδηγός και σύντροφος στο ταξίδι. Ο μόνος αληθής «πνευματικός οδηγός», με όλη τη σημασία της λέξης, είναι το ΄Αγιο Πνεύμα» (Η εντός ημών Βασιλεία, σ. 139).
  
3. Η έκταση της οφειλομένης υπακοής στον πνευματικό μας πατέρα

Σκοπός της πνευματικής πατρότητας δεν είναι η διαρκής εξάρτηση των πνευματικών τέκνων από τον πατέρα τους, αλλά η υποβοήθησή τους να φθάσουν βαθμιαία στην πνευματική τους ελευθερία. Ο γνήσιος πνευματικός πατέρας δέν καταδικάζει τα παιδιά του σε ισόβια πνευματική νηπιότητα, αλλά αγωνίζεται διαρκώς για να ανδρωθούν πνευματικά να φθάσουν, όπως διδάσκει ο απόστολος Παύλος, «εις άνδρα τέλειον, εις μέτρον ηλικίας του πληρώματος του Χριστού» (Εφ.4,13) (Βεν. Χριστοφορίδου, Η πνευματική πατρότης κατά Συμεών τον Νέον Θεολόγον, Θεσσαλονίκη 1977, σ. 31 ). Ο καταναγκασμός και η πνευματική βία δεν έχουν θέση στη σχέση πνευματικού πατέρα και πνευματικών παιδιών. Η οφειλόμενη υπακοή προς τον πνευματικο μας πατέρα δεν είναι «τυφλή» αλλά ενσυνείδητη. Ούτε και καταργεί την προσωπική μας ευθύνη, η οποία πηγάζει από την εν Χριστώ ελευθερία μας. «Καθήκον του πνευματικού πατέρα δεν είναι να καταστρέψει την ελευθερία του ανθρώπου, αλλά να τον βοηθήσει να δει ο ίδιος την αλήθεια. δεν είναι να καταπιέσει την προσωπικότητα του ανθρώπου, αλλά να του δώσει τη δυνατότητα να ανακαλύψει τον εαυτό του, να αναπτυχθεί, να ωριμάσει και να γίνει αυτό που στην πραγματικότητα είναι... Ο πνευματικός πατέρας δεν επιβάλλει τις προσωπικές του ιδέες και αρετές, αλλά βοηθά τον μαθητή να βρει τη δική του αποκλειστικά κλήση... Μ' ένα λόγο, είναι μόνο ένας προπομπός του Θεού, και πρέπει να οδηγήσει τις ψυχές στο δρόμο του Θεού, και όχι στο δικό του» (Η εντός ημών Βασιλεία, σ. 141 ).

Γράφει ο άγιος Βαρσανούφιος:

«Οίδας ότι ουδέποτε εβάλλομεν δεσμόν επάνω τινός, ουδέ εαυτοίς». «Μη αναγκάσης τήν προαίρεσιν, αλλ' επ' ελπίδι σπείρον. και γάρ, ο Κύριος ημών ουκ ηνάγκασε τινά, αλλ' ευηγγελίσατο. και ει τις ήθελεν ήκουσεν» (Απόκρισις 51 καί 35, ο.π., σσ. 56 και 49).

Ακόμη δεν θα πρέπει να συγχέουμε τα όρια της μοναχικής υπακοής με αυτήν των χριστιανών προς τους πνευματικούς πατέρες μας. Η μοναχική υπακοή ως προς το μέγεθος και τη διάρκειά της διαφέρει εκείνης των εν τω κόσμω χριστιανών. Για το λόγο αυτό ο πνευματικός πατέρας δεν νομιμοποιείται να αξιώνει, και το πνευματικό παιδί δεν οφείλει την υπακοή που δικαιούται να απαιτεί o γέροντας από έναν μοναχό, ο οποίος και υποχρεούται να υπακούει «μέχρι θανάτου» - υποχρέωση που πηγάζει από τις μοναχικές υποσχέσεις που έδωσε κατά την ώρα της μοναχικής του κουράς.

4. 0 κίνδυνος του υπέρμετρου συναισθηματισμού

Ο δεσμός που συνδέει τον πνευματικό πατέρα με τα πνευματικά του παιδιά ομοιάζει προς την σχέση που υφίσταται μέσα σε μία φυσική οικογένεια. Καθώς, λοιπόν, πατέρας και παιδιά σε μια κανονική οικογένεια πρέπει να συνδέονται με αμοιβαία αγάπη, το ίδιο πρέπει να συμβαίνει και στη «χαρισματική οικογένεια» ενός πνευματικού πατέρα, ενός γέροντα. Ωστόσο, δεν θα πρέπει να μας διαφεύγει ότι ο δεσμός αυτός είναι μία κατ εξoχήν αγιοπνευματική σχέση, που χρειάζεται να εξαγνιστεί από συναισθηματικές εξάρσεις και να διαφυλαχθεί από ο,τιδήποτε το οποίο είναι ενδεχόμενο να υποκρύπτει εμπάθεια ή έναν επικίνδυνο γλυκερό συναισθηματισμό.

Η αγάπη βεβαίως συχνά εκφράζεται και με εξωτερικά σημάδια. Και αυτό ασφαλώς ισχύει και για τους πνευματικούς δεσμούς. Παρά ταύτα χρειάζεται πολλή προσοχή και διάκριση. Οι εν Χριστώ δεσμοί θα πρέπει να διακρίνονται για τη σεμνότητα και τη δωρικότητά τους. Και για να διαφυλάξουν αυτά τα χαρακτηριστικά τους είναι αναγκαία η πνευματική αποστασιοποίηση.
  
5. Η καύχηση για τον πνευματικό μας πατέρα

Συχνό και το φαινόμενο τούτο. Πολλοί επαίρονται για τον γέροντά τους. Και ευκαίρως-ακαίρως αναφέρονται σ' αυτόν όμως κατά τρόπο, ο οποίος εκφράζει τη δική τους πνευματική γυμνότητα και τον επικίνδυνο γλυκερό συναισθηματισμό τους. Το φαινόμενο δεν είναι υγιές. Ο άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος μας εφιστά την προσοχή: «Μη επαρθής διά τον σον διδάσκαλον παρά μειζόνων τιμώμενος, μηδέ διά το εκείνου όνομα πολλούς έχων υπακούοντάς σου, χαίρε δε μάλλον εάν το όνομα σου γραφή εν τω ουρανώ της ταπεινώσεως» (Κατήχ. 20, SC 104, 338).

Και ο άγιος Ιωάννης της Κλίμακος ομιλεί με μεγαλύτερη αυστηρότητα:

«Είδον αδόκιμον μαθητήν επί τοις του διδασκάλου κατορθώμασιν επί τινων ανθρώπων καυχώμενον. και μέντοι δοκών δόξαν εαυτώ εκ του αλλοτρίου σίτου περιποιήσασθαι, ατιμίαν μάλλον εαυτώ προεξένησε, πάντων προς αυτόν ειρηκότων. και πως δένδρον καλόν κλάδον άκαρπον ήνεγκεν;» (Κλίμαξ 4, PG 88, 713Α).

Προσοχή χρειάζεται και σε ένα άλλο παρεμφερές φαινόμενο. Πρόκειται για την παρρησία που μπορεί να έχει ο πνευματικός μας πατέρας ενώπιον του Θεοϋ. Οι Πατέρες μας, λοιπόν, μας συνιστούν ότι δεν θα πρέπει να επαναπαυόμαστε σ' αυτήν. Ούτε να περιοριζόμαστε στο να ζητούμε να προσεύχονται για μας. Οφείλουμε ν' αγωνιζόμαστε κι εμείς με ζήλο χάριν της σωτηρίας μας.

Κάποτε, αναφέρει το Γεροντικό, ένας αδελφός επισκέφθηκε τον Μέγα Αντώνιο και τον παρακάλεσε: «Εύξαι υπέρ εμού». Και ο γέροντας του απάντησε: « Ουδέ εγώ σε ελεώ, ουδέ ο Θεός, εάν μη συ αυτός σπουδάσης, και αιτήση τον Θεόν» (Γεροντικόν, ήτοι Αποφθέγματα αγίων γερόντων, έκδ. Π.Β. Πάσχου, Αθήναι 1961, σ. 2β). Δηλαδή: Ούτε εγώ, ούτε ο Θεός θα σε ελεήσει, αν συ ο ίδιος δεν προσπαθήσεις και δεν παρακαλέσεις τον Θεό.
  
6. Και ένα τελευταίο: ή αλλαγή, πνευματικού πατέρα

΄Οπως αναφέραμε ήδη, η επιλογή πνευματικού πατέρα εναπόκειται στην ελεύθερη κρίση και προτίμησή μας. Ωστόσο οι θεοφόροι Πατέρες μας επισημαίνουν ότι η αλλαγή πατέρων εγκυμονεί κινδύνους για την πνευματική μας προκοπή και για την ίδια τη σωτηρία μας ακόμη. Γράφει ο άγιος Συμεών: «Μη γυρνάς εδώ κι εκεί αναζητώντας ονομαστούς μοναχούς, και μην περιεργάζεσαι τη ζωή τους. Εάν με τη χάρη του Θεού γνώρισες έναν πνευματικό πατέρα, λέγε τα θέματά σου σ' αυτόν και μόνο» (Ηθ.7, SC 129, 184).

Είναι, λοιπόν, απαράδεκτο και επικίνδυνο πνευματικά να γυρνάμε απ' εδώ κι απ' εκεί, αλλάζοντας κάθε τρεις και μία πνευματικό πατέρα χωρίς λόγο. «Μη ζητώμεν προγνώστας, μηδέ προβλέπτας. αλλά προ πάντων ταπεινόφρονας πάντως, και ταις εν ημίν νόσοις αρμοδίους» (Κλίμαξ 4, PG 88, 725D). Η σύσταση αυτή του αγίου Ιωάννου της Κλίμακος απαντά ακριβώς στη νοοτροπία πολλών σημερινών χριστιανών και στις επιπόλαιες αναζητήσεις τους, οι οποίες τους εξωθούν σε συχνές αλλαγές πνευματικού πατέρα (Πρβλ. Συμεών του Νέου Θεολόγου, Κατήχ. 20, SC 104, 334).

Επικαλούμαι και πάλι τη μαρτυρία του επισκόπου Καλλίστου: «Πολλοί άνθρωποι νομίζουν πως δεν μπορούν να βρουν κάποιον πνευματικό πατέρα, επειδή τον φαντάζονται ως ένα ιδιαίτερο τύπο ανθρώπου: θέλουν έναν άγιο Σεραφείμ του Σάρωφ, κι έτσι κλείνουν τα μάτια τους σ' αυτούς που ο Θεός στην πραγματικότητα τους στέλνει. Συχνά τα υποτιθέμενα προβλήματά τους δεν είναι τόσο περίπλοκα, και γνωρίζουν ήδη μέσα στην καρδιά ποια είναι η απάντηση. Δεν τους αρέσει όμως η απάντηση, επειδή απαιτεί συνεχή και επίμονη προσπάθεια εκ μέρους τους: κι έτσι αναζητούν έναν από μηχανής Θεό, ο οποίος με έναν και μόνο θαυματουργικό του λόγο θα κάνει ξαφνικά τα πάντα εύκολα. Αυτοί οι άνθρωποι θα πρέπει να βοηθηθούν να κατανοήσουν τον αληθινό χαρακτήρα της πνευματικής πατρότητας» (Η εντός ήμών Βασιλεία, σ. 145).

Σεβασμιώτατε, αγαπητοί μου αδελφοί,

Η ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση δεν είναι κάτι που ανάγεται στο παρελθόν και μόνο. είναι ταυτόχρονα και παρόν και μέλλον. Είναι η διαιώνια πίστη και η αδιάκοπη εν χάριτι εμπειρία της Εκκλησίας.

Αυτό ισχύει και για την πνευματική πατρότητα, έναν εκκλησιαστικό θεσμό που προσπαθήσαμε να φωτίσουμε απόψε -έστω και πολύ αχνά- με το φως της ορθοδόξου παραδόσεώς μας. Και το συμπέρασμα που βγαίνει από τη σύντομη αυτή περιδιάβαση στον λειμώνα της εκκλησιαστικής παραδόσεως είναι:

Αποτελεί χρέος μας να έχουμε πνευματικό πατέρα μόνιμο και σταθερό. Ταυτόχρονα αποτελεί δικαίωμά μας να επιλέξουμε αυτόν που θα κρίνουμε σαν πιο κατάλληλο. ΄Οχι τον πιο βολικό, αλλά τον εμπειρότερο, άνθρωπο αληθινά του Θεού, κοντά στον οποίο θα αναπαυόμαστε πνευματικά και θα αισθανόμαστε ασφάλεια. Ο άγιος Συμεών παρατηρεί κάτι που ισχύει και σήμερα: Αυτοί που ξέρουν «καλώς ποιμαίνειν και ιατρεύειν ψυχάς λογικάς» είναι σπάνιοι σε κάθε εποχή (Κατήχ. 20, SC 104, 346).

Γι' αυτό οφείλουμε να επιδείξουμε προσοχή κατά την επιλογή. Και να προσευχόμαστε θερμά να μας αξιώσει ο Θεός αυτού του μεγάλου δώρου. «Ευχαίς και δάκρυσι», γράφει ο ίδιος διδάσκαλος, «τον Θεόν καθικέτευσον πέμψαι σοι οδηγόν απαθή και άγιον» (Κεφ. 1, 49, SC 51, 53). οδηγό στην πορεία μας για την ουράνια Βασιλεία.


http://www.oodegr.com/

Παρασκευή 27 Ιουνίου 2014

Ο Άγιος Σαμψών ο Ξενοδόχος π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα



Ο Άγιος Σαμψών έζησε τον 6ον αιώνα και καταγόταν από πλούσια οικογένεια της Ρώμης. Σπούδασε τις επιστήμες της εποχής του και κυρίως την ιατρική, την οποία και άσκησε. Είχε πολλή αγάπη προς όλους χωρίς διακρίσεις. Όταν οι γονείς του ανεχώρησαν από τον κόσμο αυτό, μοίρασε την περιουσία του όλη στους φτωχούς και έφυγε για την νέα Ρώμη. Εκεί στην Κωνσταντινούπολη ζούσε φτωχικά υπηρετώντας και θεραπεύοντας ψυχικά και σωματικά τους πάσχοντες. Πολλές αγιάτρευτες αρρώστιες τις θεράπευε με την προσευχή του, αλλά για να μη το καταλαβαίνουν οι άνθρωποι και τον επαινούν προσποιόταν ότι η θεραπεία προήλθε από τις αλοιφές και τα βότανα. Κάποτε εθεράπευσε και τον Αυτοκράτορα Ιουστινιανό από ανίατη και επώδυνη ασθένεια και τότε αυτός, από ευγνωμοσύνη προς τον Άγιο, του έκτισε μεγάλο νοσοκομείο, που ήταν συνάμα και ξενοδοχείο, γι' αυτό λέγεται και ξενοδόχος, όπου φιλοξενούσε δωρεάν τους φτωχούς και απόρους.

Εδώ πρέπει να λεχθή ότι ο Όσιος αρνιόταν επίμονα την οποιαδήποτε υλική προσφορά του Αυτοκράτορα, τελικά όμως υποχώρησε από σεβασμό στον ανώτατο άρχοντα καί, για να μη του στερήση την χαρά της ευγνώμονης προσφοράς, αλλά και από αγάπη στον φτωχό λαό και τους αρρώστους που φιλοξενούσε, περιποιόταν και θεράπευε. Αυτό δείχνει το πέρα για πέρα ορθόδοξο ήθος του. Δεν εκμεταλλεύεται την γνωριμία του με τον Αυτοκράτορα για να μαζέψη χρήματα, άλλωστε από αυτά είχε πολλά και τα μοίρασε. Ούτε πάλι χρησιμοποιεί την προς το πρόσωπο του εύνοια του Ιουστινιανού για να αποκτήση κύρος. Κύρος είχε και μάλιστα μεγάλο. Του το προσέδιδε η αγιότητά του και η μεγάλη αγάπη και εμπιστοσύνη του λαού στο πρόσωπό του.

Στο σημείο αυτό θα ήθελα να αναφερθώ λίγο στον Αυτοκράτορα Ιουστινιανό, ο οποίος με το ήθος του φανερώνει τον τρόπο ασκήσεως της εξουσίας, που συνίσταται στον σεβασμό και την αγάπη προς τον Θεό και την φροντίδα για τον λαό ["Ν": Δες: Η φιλολαϊκή νομοθεσία του Ιουστινιανού]. Με το κτίσιμο και την οικονομική ενίσχυση και συντήρηση του Νοσοκομείου - Ξενοδοχείου ενισχύει, στο πρόσωπο του Αγίου Σαμψών, την Εκκλησία στο κοινωνικό της έργο. Με την οξυδέρκεια που τον διακρίνει βλέπει τον κόπο ο οποίος καταβάλλεται για να ανακουφισθή ο ανθρώπινος πόνος, και με την πνευματική του ευαισθησία αντιλαμβάνεται την τεράστια κοινωνική προσφορά και έρχεται αρωγός και συμπαραστάτης σε αυτό το τεράστιο έργο.


Όταν μελετάς την θαυμαστή και υπέροχη ζωή του Αγίου Σαμψών, εξάγεις αβίαστα το συμπέρασμα ότι το κοινωνικό του έργο ήταν αποτέλεσμα της εσωτερικής του εργασίας, ήταν καρπός του Αγίου Πνεύματος, που κατοικούσε στην αγιασμένη του ύπαρξη. Επίσης ότι διέθετε εκκλησιαστικό φρόνημα. Δεν έκανε ατομικό έργο, αλλά ήταν εντεταγμένος οργανικά στο σώμα της Εκκλησίας και είχε αναφορά στον Επίσκοπο, ο οποίος είναι το μυστήριο της αισθητής παρουσίας του Χριστού επί της γης. Έκανε υπακοή στον Πατριάρχη της Κωνσταντινουπόλεως, ο οποίος εκτιμώντας το ήθος του και τα χαρίσματα του τον εχειροτόνησε Ιερέα.

Ήταν πραγματικός άρχοντας. Πρόσφερε απλόχερα χωρίς να περιμένη ανταπόδοση. Διακονούσε τους πάντες, διότι ήξερε πολύ καλά ότι η αγάπη δεν γνωρίζει σύνορα. Οι τσέπες του ήταν “τρύπιες”. Από τα χέρια του πέρασαν πάρα πολλά χρήματα, αλλά για τον εαυτό του δεν κράτησε ποτέ τίποτε. Βέβαια ήταν άγαμος, αλλά νομίζω ότι και ο οικογενειάρχης, αν έχη μάθει να ζη όπως θέλει ο Θεός, αρκείται στα απαραίτητα και αναγκαία. Άλλωστε υπάρχουν φτωχοί που είναι φιλάργυροι, όπως υπάρχουν και πλούσιοι, όπως ο Άγιος Σαμψών, που είναι φιλάνθρωποι και ελεήμονες.

Η ευαισθησία στον ανθρώπινο πόνο φανερώνει ψυχή που έχει υποστεί την εσωτερική αλλοίωση, “αύτη η αλλοίωσις της δεξιάς του Υψίστου”. Μια τέτοια ύπαρξη αγαπά τον κόπο και τον μόχθο για την αγάπη του πλησίον. Διακονεί τον Χριστό στο πρόσωπο των ελαχίστων, των περιφρονημένων, που μπορεί μπροστά στα μάτια του Θεού να είναι πρίγκιπες. Όταν κάποιος αγαπά, δίνει και δίνεται με την καρδιά του χωρίς να βάζη πάντα την λογική σε πρώτη θέση. Δεν ζητά, αλλά δίνει· και για το που θα βρίσκη αυτά που θα προσφέρη αυτό αφήνει να το φροντίση ο Θεός. Όσο περισσότερα δίνεις τόσο περισσότερα σού στέλνει ο Θεός. Ο Θεός τα στέλνει για να τα προσφέρουμε. Όταν σταματήσουμε να δίνουμε τότε θα πάψη και αυτός να μας στέλνη. Η κοινωνία σήμερα δεν στερείται ανθρώπων που να κατέχουν την ανθρώπινη γνώση, αλλά άνθρώπων που να έχουν καρδιά σαν αυτή του Αγίου Σαμψών. Να αποκτήσουμε τέτοια καρδιά ώστε να γίνη η ζωή μας και η κοινωνία μας πιο ανθρώπινη.


"Ν": ο άγιος Σαμψών τιμάται ως προστάτης άγιος των εργαζόμενων σε επαγγέλματα που σχετίζονται με τα ξενοδοχεία.


http://o-nekros.blogspot.gr/

Άγιος Σαμψών ο Ξενοδόχος 27 ΙΟΥΝΙΟΥ




Ἐξῆγεν ὁ πρὶν ἐκ γνάθου Σαμψὼν πόμα.
Ὁ νῦν δὲ Σαμψὼν μύρον ἐκ τάφου βρύει.
Εἰκάδι ἑβδομάτῃ Σαμψὼν θάνε, βλῦσέ τε μύρα.

Βιογραφία

Ο Άγιος Σαμψών, γεννήθηκε στη Ρώμη από πλουσίους αλλά ευσεβείς και ενάρετους γονείς. Ευφυής ως ήτο, σπούδασε φιλολογία, φιλοσοφία και ιατρική. Επιθυμώντας από τη μικρή του ηλικία να ζήσει κατά το χριστιανικό πρότυπο ζωής, μεταχειρίσθηκε την ιατρική όχι ως επικερδές επάγγελμα αλλά για καθαρά φιλανθρωπικούς και ευεργετικούς σκοπούς. Προσέτρεχε χωρίς διακρίσεις σε οποιονδήποτε είχε την ανάγκη του βοηθώντας τον, παρηγορώντας τον και στηρίζοντάς τον στην πίστη. Όταν εκοιμήθησαν οι γονείς του, μοίρασε την μεγάλη περιουσία την οποία κληρονόμησε και πήγε στην Κωνσταντινούπολη. 

Εκεί επισκέφθηκε όλα τα μοναστήρια. Εκεί έβρισκε ουσιαστικά καταφύγιο για να ηρεμεί και να μελετά τις Θείες Γραφές. Η φήμη του, η οποία γρήγορα εξαπλώθηκε προσέλκυσε την εύνοια και αυτού του μεγάλου αυτοκράτορα Ιουστινιανού. Συγχρόνως η μεγάλη θεολογική του κατάρτιση και οι άλλες του αρετές, κίνησαν το ενδιαφέρον του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μηνά, ο οποίος τον χειροτόνησε πρεσβύτερο. Κάποτε ο Ιουστινιανός προσβλήθηκε από βαρεία ασθένεια και ζήτησε τη βοήθεια του Αγίου.

 Ο Όσιος προσευχήθηκε θερμά και κατόρθωσε να σώσει τη ζωή του αυτοκράτορα. Εκείνος θέλοντας να τον ευχαριστήσει και να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του στον Άγιο, έκτισε ένα νοσοκομείο το οποίο γρήγορα αναδείχθηκε σε μεγάλο φιλανθρωπικό ίδρυμα όπου κατέφευγαν οι άποροι και οι αδύναμοι για να θεραπευθούν και να εύρουν παρηγοριά και στήριγμα. Έχοντας επιτελέσει ένα τεράστιο και θεάρεστο έργο, κοιμήθηκε ειρηνικά σε βαθιά γεράματα.



Ἀπολυτίκιον  (Κατέβασμα)

Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ὁ φέρων τὴν μίμησιν, τῶν τοῦ Θεοῦ οἰκτιρμῶν, ἐνθέου χρηστότητας, ἀναβλυστάνεις κρουνούς, Σαμψῶν Ἱερώτατε, σὺ γὰρ θεομιμήτω, ἑλλαμφθεῖς συμπάθεια, ὤφθης τῶν τεθλιμμένων, καὶ πασχόντων ἀκέστωρ, παρέχων ἐνὶ ἐκάστω, ρώσιν καὶ ἔλεος.



Κοντάκιον

Ἦχος πλ. δ’. Ὡς ἀπαρχὰς τῆς φύσεως.

Ὡς ἰατρὸν πανάριστον, καὶ πρεσβευτὴν εὐπρόσδεκτον, οἱ τῇ σορῷ σου τῇ θείᾳ προστρέχοντες, Σαμψὼν θεόφρον Ὅσιε, συνελθόντες σε ὕμνοις, καὶ ψαλμοῖς ἀνυμνοῦμεν, Χριστὸν δοξάζοντες, τὸν τοιαύτην σοι χάριν παρέχοντα τῶν ἰάσεων.


http://www.saint.gr/

Πέμπτη 26 Ιουνίου 2014

Ο θάνατος είναι αποχωρισμός για λίγα χρόνια..............Γέροντος Παισίου


Πρέπει να καταλάβουμε ότι ο άνθρωπος στην πραγματικότητα δεν πεθαίνει. Ο θάνατος είναι απλώς μετάβαση από την μια ζωή στην άλλη. Είναι ένας αποχωρισμός για ένα μικρό διάστημα, Όπως, όταν πάη κάποιος, ας υποθέσουμε, στο εξωτερικό για έναν χρόνο, οι δικοί του στενοχωριούνται, γιατί θα τον αποχωρισθούν για έναν χρόνο, ή αν λείψη δέκα χρόνια, έχουν στενοχώρια για τον αποχωρισμό των δέκα χρόνων, έτσι πρέπει να βλέπουν και τον αποχωρισμό από τα αγαπημένα τους πρόσωπα με τον θάνατο. Αν πεθάνη, ας υποθέσουμε, κάποιος και οι δικοί του είναι ηλικιωμένοι, να πουν: «Μετά από καμμιά δεκαπενταριά χρόνια θα ανταμώσουμε». Αν είναι νεώτεροι, να πουν: «Μετά από πενήντα χρόνια θα ανταμώσουμε».



Πονάει φυσικά κανείς για τον θάνατο κάποιου συγγενικού του προσώπου, αλλά χρειάζεται
πνευματική αντιμετώπιση.

Τι λέει ο Απόστολος Παύλος: «Ίνα μη λυπήσθε καθώς και οι λοιποί οι μη έχοντες ελπίδα». Πόσες φορές λ.χ. θα τον έβλεπε εδώ στην γη; Κάθε μήνα; Να σκεφθή ότι εκεί θα τον βλέπη συνέχεια. Μόνον όταν δεν έχη καλή ζωή αυτός που φεύγει, δικαιολογούμαστε να ανησυχούμε. Αν λ.χ. ήταν σκληρός, τότε, αν πραγματικά τον αγαπάμε και θέλουμε να συναντηθούμε στην άλλη ζωή, πρέπει να κάνουμε πολλή προσευχή γι’ αυτόν.



(ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ – ΛΟΓΟΙ Δ΄ – ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΚΗ ΖΩΗ)




http://gerontes.wordpress.com

Ὁ Χριστὸς ζητεῖ κατάλυμα..........


τοῦ Πανοσιολογιωτάτου Ἀρχιμανδρίτου π. Γεωργίου, Καθηγουμένου τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους

Ὁ Ἅγιος Εὐαγγελιστὴς Λουκᾶς, ὁ ὁποῖος διασώζει πολλὰ περιστατικὰ ἀπὸ τὴν παιδικὴ ἡλικία τοῦ Κυρίου, μᾶς πληροφορεῖ ὅτι ἡ ἑτοιμόγεννη ἁγία Παρθένος δὲν εὑρῆκε «τόπον ἐν τῷ καταλύματι», δηλαδὴ θέσι στὸ πανδοχεῖο, γιὰ νὰ γεννήση τὸν Κύριο (Λουκ. β´, 7). Ἔτσι, ἐχρησιμοποίησε ὡς κατάλυμα τὸν σταῦλο τῶν ἀλόγων ζώων καὶ ὡς λίκνο τὴν φάτνη. Ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ ἐγεννήθη σὲ ἕνα τόπο ποὺ συμβόλιζε τὸν κόσμο μας, ποὺ ὅπως τότε, ἔτσι καὶ σήμερα ὄζει ἀπὸ τὴν ἀλογία τῶν παθῶν.

Ὁ Ἅγιος Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης γράφει στὸ Ἱερὸ Εὐαγγέλιό του ὅτι «ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν» (Ἰω. α´ 14), ἀλλὰ καὶ ὅτι «εἰς τὰ ἴδια ἦλθε καὶ οἱ ἴδιοι αὐτὸν οὐ παρέλαβον» (Ἰω. α´ 11). Οἱ ταπεινοὶ ὅμως ἄνθρωποι ἐδέχθησαν τὸν Κύριο, ἐπίστευσαν σ᾿ Αὐτὸν καὶ ἔγιναν μαθηταί Του.

Μὲ πόνο διαπιστώνουμε ὅτι καὶ σήμερα ὁ Χριστὸς δὲν ἔχει τόπον ἐν τῷ καταλύματι τῆς ζωῆς μας καὶ ὅτι ἐνῶ ἔρχεται εἰς τὰ ἴδια, δηλαδὴ στὸν ἰδικό Του κόσμο, οἱ πολλοὶ ἄνθρωποι δὲν τὸν θέλουν. «Ἴδια» δὲν εἶναι μόνον ὁ κόσμος Του, ἀλλὰ γιὰ μᾶς τοὺς Ὀρθοδόξους Ἕλληνας κατὰ ἕνα ἰδιαίτερο τρόπο εἶναι καὶ ἡ εὐλογημένη πατρίδα μας, ἡ ὁποία κατὰ τὴν διάρκεια τῶν αἰώνων μετὰ τὴν ἔνσαρκο Οἰκονομία τοῦ Κυρίου, ἔχει ἰδιαίτερα εὐεργετηθῆ καὶ περιλαμφθῆ ἀπὸ τὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ.

Πρέπει νὰ ἐρωτήσουμε τὸν ἑαυτό μας πρῶτα ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι τῆς Ἐκκλησίας, ἂν ὁ Κύριος εὑρίσκη κατάλυμα στὴν καρδιά μας καὶ ἂν ὅσοι πιστεύουμε σ᾿ Αὐτὸν ἀγωνιζώμεθα κατὰ τῆς φιλαυτίας μας, καθαριζώμεθα ἀπὸ τὰ πάθη μας καὶ προσφέρουμε τὸν ἑαυτό μας ὥστε νὰ εἶναι χωρητικὸς τῆς Χάριτός Του. Ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ μᾶς διδάσκει πῶς πρέπει νὰ ἀγωνιζώμεθα, ὥστε ὁ Χριστὸς νὰ κατοικῆ μόνιμα στὴν ὕπαρξί μας. Οἱ ἅγιοι Πατέρες, καὶ μάλιστα οἱ νηπτικοί, μᾶς παραδίδουν τὴν μέθοδο τῆς πνευματικῆς ἐργασίας, τὴν ὁποία πρέπει νὰ ἀσκοῦμε, γιὰ νὰ κατοικῆ μονίμως ὁ Χριστὸς μέσα μας.


Πονᾶμε γιατί στὸν κόσμο μας καὶ στὴν πατρίδα μας ὄχι μόνο δὲν γίνεται δεκτὸς ὁ Χριστὸς ὡς φιλοξενούμενός μας, ἀλλὰ καὶ γίνονται συστηματικὲς προσπάθειες νὰ ἐξορίζεται ἀπὸ τὴ ζωή μας καὶ κάποτε νὰ ὑβρίζεται καὶ νὰ συκοφαντεῖται. Δὲν εἶναι λίγες οἱ περιπτώσεις ποὺ στὸ ὄνομα τῆς τέχνης προσβάλλονται καὶ ὑβρίζονται ἱερώτατα πρόσωπα καὶ σύμβολα τῆς Ἁγίας Πίστεώς μας. Σύμφωνα μὲ ὅλες τὶς ἐνδείξεις καὶ οἱ Ὀλυμπιακοὶ ἀγῶνες χρησιμοποιοῦνται ἀπὸ τοὺς νεοεποχίτες γιὰ τὴν προβολὴ τῆς Πανθρησκείας, κατὰ τὴν ὁποία ὁ Χριστὸς δὲν εἶναι ὁ Σωτὴρ τοῦ κόσμου.

Ἀκόμη διερωτώμεθα ποιὰ θέσι ἔχει ὁ Χριστὸς στὰ οἰκολογικὰ συνέδρια καὶ στὶς διαθρησκειακὲς συναντήσεις, ὅπου καὶ οἱ συμμετέχοντες χριστιανοὶ δὲν ὁμολογοῦν τὴν πίστι τους στὸν Χριστὸ ὡς τὸν Ἐνανθρωπήσαντα Θεόν. Καὶ ἀκόμη, τί θέσι ἔχει ὁ Χριστὸς στὴν ἀγωγὴ καὶ στὴν ἐκπαίδευσι τῆς νεότητος καὶ στὰ προγράμματα ψυχαγωγίας τῶν παιδιῶν; Ὁ Χάρρυ Πόττερ, ἕνα νεαρὸς μάγος, ποὺ μὲ τὴ βοήθεια τῆς διαφημίσεως ἔχει κατακτήσει τὶς παιδικὲς ψυχές, δὲν ἀφήνει τόπο μέσα σ᾿ αὐτὲς γιὰ κατάλυμα τοῦ Χριστοῦ. Ἀκόμη καὶ τὰ παιγνίδια ποὺ προσφέρονται στὰ παιδιὰ προβάλλουν σατανάδες, μάγους, μάγισσες καὶ ἄλλα ἀποκρυφιστικὰ σύμβολα. Ἔτσι διαπλάθονται τὰ νέα παιδιὰ νὰ ἀγαποῦν περισσότερο τὸν σατανᾶ ἀντὶ γιὰ τὸν Χριστό, ἐπειδὴ δῆθεν ὁ σατανᾶς εἶναι πιὸ δυνατὸς ἀπὸ τὸν Χριστό. Στὸ κίνημα τῶν νεοειδωλολατρῶν, μὲ πρόσχημα τὴν ἐπιστροφὴ στὴν ἑλληνικὴ παράδοσι, ὁ Χριστὸς καὶ ἡ Ἐκκλησία Του πάλιν συκοφαντοῦνται καὶ βάλλονται.

Μὲ ὅλα αὐτὰ καὶ μὲ πολλὰ ἄλλα ποὺ συνεχῶς πληροφορούμεθα, δὲν εἶναι ὑπερβολὴ νὰ εἰποῦμε ὅτι ἄμεσα ἢ ἔμμεσα διώκεται ὁ Χριστὸς καὶ προετοιμάζεται ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους τοῦ σκότους ἡ ἔλευσις τοῦ Ἀντιχρίστου. Ἐκπληρώνεται ἔτσι ὁ λόγος τοῦ Κυρίου· «ἐγὼ ἐλήλυθα ἐν τῷ ὀνόματι τοῦ πατρός μου, καὶ οὐ λαμβάνετέ με· ἐὰν ἄλλος ἔλθη ἐν τῷ ὀνόματι τῷ ἰδίῳ, ἐκεῖνον λήψεσθε» (Ἰω. ε´ 43).

Δὲν θέλουμε νὰ ἀμαυρώσουμε τὴν χαρμόσυνη ἀτμόσφαιρα τῶν ἡμερῶν αὐτῶν, ἀλλὰ νὰ ἐπιστήσουμε τὴν προσοχὴ ὅλων μας στὰ σημεῖα τῶν καιρῶν καὶ νὰ καλέσουμε σὲ ἐγρήγορσι πνευματική. Ἂς μὴ λησμονοῦμε τοὺς λόγους τοῦ Κυρίου μας· «…ὑποκριταί, τὸ μὲν πρόσωπον τοῦ οὐρανοῦ γινώσκετε διακρίνειν, τὰ δὲ σημεῖα τῶν καιρῶν οὐ δύνασθε γνῶναι;» (Ματθ. ιστ´ 3).


Οἱ θλιβερὲς αὐτὲς διαπιστώσεις δὲν μποροῦν παρ᾿ ὅλα αὐτὰ νὰ μειώσουν τὴν χαρὰ καὶ τὴν εὐλογία τῶν ἁγίων ἑορτῶν τῆς τοῦ Θεοῦ Ἐπιφανείας. Ὁ ἅγιος Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, ἀφοῦ μᾶς πληροφορεῖ προηγουμένως ὅτι τὸν ἐλθόντα Κύριο δὲν Τὸν ἐδέχθησαν οἱ ἰδικοί Του, ἀκολούθως προσθέτει· « ὅσοι δὲ ἔλαβον αὐτόν, ἔδωκεν αὐτοῖς ἐξουσίαν τέκνα Θεοῦ γενέσθαι, τοῖς πιστεύουσιν εἰς τὸ ὄνομα αὐτοῦ» (Ἰω. α´ 12). Ὅσο κι᾿ ἂν ὁ κόσμος ἀπομακρύνεται ἀπὸ τὸν Θεό, οἱ ταπεινὲς ψυχὲς ποὺ δέχονται τὸν Χριστὸ λαμβάνουν τὴν ἐξουσία νὰ γίνουν τέκνα Του καὶ νὰ ἑνώνωνται μαζί Του ὡς μέλη τοῦ ἁγίου Σώματός Του. Αὐτὸ εἶναι τὸ μέγα μυστήριο τῆς εὐσεβείας, τὸ ὁποῖο ἑορτάζουμε αὐτὲς τὶς ἡμέρες καὶ τὸ ὁποῖο ὁ μέγας Ἀπόστολος Παῦλος συνώψισε σὲ λίγες λέξεις: «Θεὸς ἐφανερώθη ἐν σαρκί, ἐδικαιώθη ἐν Πνεύματι, ὤφθη ἀγγέλοις, ἐκηρύχθη ἐν ἔθνεσιν, ἐπιστεύθη ἐν κόσμῳ, ἀνελήφθη ἐν δόξῃ» (Α´ Τιμ. γ´, 16). Ἔτσι ἡ χαρά μας εἶναι τετελειωμένη καὶ ἡ ὀφειλομένη πρὸς τὸν σαρκωθέντα Κύριο λατρεία μας ἀδιάκοπος.

Μὲ αὐτὲς τὶς σκέψεις σᾶς χαιρετίζουμε ἐν τῇ ἀγάπῃ τοῦ Σαρκωθέντος Κυρίου καὶ Θεοῦ μας Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ εὐχόμεθα ὁ δι᾿ ἡμᾶς νηπιάσας Σωτήρ μας νὰ εὑρίσκη πάντοτε πρόσφορο ἔδαφος στὴν προθυμία, στὸν πόθο καὶ στὴν προαίρεσί μας, γιὰ νὰ ἠμπορῆ νὰ ἔρχεται καὶ νὰ κατοικῆ μονίμως μέσα μας.

Ὁ Καθηγούμενος τῆς Ἱερᾶς Μονῆς
τοῦ Ὁσίου Γρηγορίου Ἁγίου Ὄρους
Ἀρχιμ. Γεώργιος


Ἅγια Χριστούγεννα, 2003

πηγη

Δευτέρα 23 Ιουνίου 2014

Μόνο ο θάνατος μπορεί να μετατρέψει όσα φαίνονται μικρά και ασήμαντα σε σημεία μεγάλα και σημαντικά.......Αντώνιος (Μπλουμ) Μητροπολίτης Σουρόζ (Σουγδαίας)




Η μητέρα μου πέθανε από καρκίνο που τη βασάνισε για μια περίοδο περισσότερο από τρία χρόνια. Εγχειρίστηκε, αλλά ανεπιτυχώς. Ο γιατρός μου μίλησε γι' αυτό και κατόπιν πρόσθεσε: «Φυσικά, δεν θα πεις τίποτε στη μητέρα σου».
Toυ είπα: «Θα το πω». Και το είπα.

Θυμάμαι πως την πλησίασα και της είπα ότι είχε τηλεφωνήσει ο γιατρός και μου είχε πει ότι η εγχείρηση δεν είχε πετύχει. Σιωπήσαμε για ένα λεπτό και κατόπιν η μητέρα μου είπε:«Και έτσι θα πεθάνω».
Της είπα: «Ναί».

Κατόπιν έμεινα κοντά της, εντελώς σιωπηλός, επικοινωνώντας μαζί της δίχως λέξεις. Δεν νομίζω ότι κάναμε τίποτε σκέψεις. Είχαμε να αντιμετωπίσουμε κάτι που είχε εισβάλει στη ζωή μας και την είχε αλλάξει τελείως. Αυτό δεν ήταν κάποια σκιά, ένα κακό, κάποιος τρόμος. Ήταν το έσχατο. Και έπρεπε να αντιμετωπίσουμε αυτό το έσχατο χωρίς ακόμη να γνωρίζουμε πως θα εκτυλισσόταν. Μείναμε μαζί όσο αισθανθήκαμε ότι έπρεπε να μείνουμε. Και μετά η ζωή συνεχίστηκε.

Το αποτέλεσμα ήταν να μην κλειστούμε ούτε για μια στιγμή, η μητέρα μου κι εγώ, σ' ένα ψέμα, να μην οδηγηθούμε σε μια κωμωδία, στερημένοι από οποιαδήποτε βοήθεια. Δεν υπήρξε στιγμή που να μπήκα στο δωμάτιο της μητέρας μου μ' ένα ψεύτικο χαμόγελο, ή λέγοντας κάτι το ψεύτικο. Δεν υπήρξε καμία στιγμή που να παίξαμε την κωμωδία μιας ζωής που κατακτά το θάνατο, ποτέ δεν ισχυριστήκαμε ότι η αρρώστια θα φύγει, όταν και οι δυο γνωρίζαμε ότι αυτό δεν θα συμβεί. Δεν υπήρξε καμιά στιγμή που να στερήθηκε ο ένας τη βοήθεια του άλλου. Υπήρξαν στιγμές που η μητέρα μου αισθάνθηκε να χρειάζεται βοήθεια. Θα κτυπούσε τότε το κουδούνι καί θα ερχόμουν, και θα μιλούσαμε για τον επερχόμενο θάνατο και το αίσθημα απώλειας που είχα.

Αγαπούσε τη ζωή. Την αγαπούσε βαθιά. Λίγες μέρες πριν πεθάνει έλεγε ότι θα προτιμούσε να ζήσει 150 χρόνια υποφέροντας, αντί να πεθάνει. Μας αγαπούσε. Θλιβόταν για τον χωρισμό: «Ω! Για το άγγιγμα ενός χαμένου χεριού και τον ήχο μιας φωνής που ακόμη υπάρχει».

Κατόπιν, υπήρξαν άλλες στιγμές που αισθάνθηκα τον πόνο, και πήγαινα τότε και μιλούσα γι' αυτόν στη μητέρα μου. Με στήριζε και με βοηθούσε να αντικρίσω τον θάνατο. Αυτή υπήρξε μια βαθιά και αληθινή σχέση, δίχως κανένα ψέμα μέσα της. Σ' αυτήν τη σχέση είχε βρει θέση οτιδήποτε ειναι αληθινό.

Υπάρχει όμως και μια άλλη πλευρά, που την ανέφερα προηγουμένως. Επειδή ο θάνατος μπορεί να επέλθει ανά πάσα στιγμή, καί τότε θα είναι πολύ αργά να διορθωθεί κάτι που ήταν στραβό, όλη η ζωή πρέπει κάθε στιγμή να γίνεται μια έκφραση, όσο το δυνατόν τελειότερη και πιο ολοκληρωμένη, σχέσης σεβασμού και αγάπης. Μόνο ο θάνατος μπορεί να μετατρέψει όσα πράγματα φαίνονται μικρά και ασήμαντα σε σημεία μεγάλα και σημαντικά. Ο τρόπος που προετοιμάζεις ένα φλιτζάνι τσάι πάνω σ' ένα δίσκο, που τοποθετείς τα μαξιλάρια κάτω από έναν άρρωστο, ο τρόπος που ηχεί η φωνή σου, ο τρόπος που κινείσαι - τα πάντα μπορούν να γίνονν έκφραση όλων όσων υπάρχουν σε μία σχέση.

Αν υπάρχει μια λανθασμένη παρατήρηση, αν υπάρχει ένα ρήγμα, αν κάτι έχει στραβώσει, πρέπει να διορθωθεί αμέσως, επειδή υπάρχει η αναπόφευκτη βεβαιότητα ότι αργότερα θα είναι πολύ αργά. Ο θάνατος μας κάνει να αντιμετωπίζουμε την αλήθεια της ζωής, με μια αδρότητα και σαφήνεια που τίποτε άλλο δεν μπορεί να μας τη μεταδώσει.

Είναι σημαντικό, είτε αντικρίζοντας το θάνατό μας είτε αντιμετωπίζοντας το θάνατο κάποιου άλλου, να συνειδητοποιούμε την αιωνιότητα. Πριν από τριάντα περίπον χρόνια, ένας άνθρωπος οδηγήθηκε στο νοσοκομείο, με μια φαινομενικά συνηθισμένη αρρώστια. Μετά τις εξετάσεις βρέθηκε ότι έπασχε από καρκίνο που δεν μπορούσε να χειρουργηθεί. Το πληροφορήθηκε η αδελφή του καθώς και εγώ, αλλά όχι αυτός. Αισθανόταν ακμαίος, δυνατός και πάρα πολύ ζωντανός.

Μου είπε: «Έχω τόσα να κάνω και βρίσκομαι εδώ, καθηλωμένος στο κρεβάτι, για πόσο ακόμη;»

Του είπα: «Πόσο συχνά δεν μου έχεις πει ότι ονειρεύεσαι τη στιγμή που θα μπορούσες να σταματήσεις το χρόνο ώστε να μπορείς να είσαι αντί να φτιάχνεις; Ποτέ δεν το έκανες. Ο Θεός το κάνει τώρα για σένα. Τώρα είναι καιρός για να είσαι».

Αντιμετωπίζοντας την ανάγκη του να «είναι», σε μια κατάσταση που θα την αποκαλούσαμε εντελώς θεωρητική, έμεινε έκπληκτος και είπε: «Τι πρέπει να κάνω;»

Του είπα ότι η αρρώστια και ο θάνατος δεν καθορίζονται μόνο από φυσιολογικές αλλαγές -από τα μικρόβια και την παθολογία-αλλά και από όλα εκείνα τα στοιχεία που καταστρέφουν την εσωτερική μας ενέργεια. Αυτά είναι όλα όσα θα μπορούσε κάποιος να αποκαλέσει αρνητικές σκέψεις και αισθήματα, το καθετί που εξασθενίζει τη ζωή μέσα μας, το καθετί που εμποδίζει τη ζωή από το να ξεχυθεί σαν ποτάμι, καθαρό και ελεύθερο. Του πρότεινα λοιπόν να τακτοποιήσει όχι μόνο εξωτερικά, αλλά και μέσα του όλα όσα υπήρξαν λανθασμένα στη σχέση του με τους ανθρώπους, με τον ίδιο, σε όλες τις περιστάσεις της ζωής του, και να αρχίσει από εκείνη τη στιγμή. Όταν μάλιστα το κάνει αυτό για, το τώρα, ας προχωρήσει πίσω στο παρελθόν για να το καθαρίσει, για να κάνει ειρήνη με τους πάντες, λύνοντας τους κόμβους, για να αντιμετωπίσει κάθε κακό, για να μετανοήσει, για να δεχθεί και να ευγνωμονήσει με όλη του τη ζωή - πράγματι, η ζωή του είχε σταθεί σκληρή.

Έτσι, μέρα με τη μέρα, μήνα με το μήνα, περάσαμε από όλη αυτήν τη διαδικασία.Έκανε ειρήνη με ολόκληρη τη ζωή. Και τον θυμάμαι στο τέλος, ξαπλωμένο στο κρεβάτι του, τόσο αδύνατο που να μην μπορεί να χρησιμοποιήσει το κουτάλι, να μου λέει με μάτια που έλαμπαν: «Το σώμα μου έχει, κιόλας πεθάνει, και όμως ποτέ δεν ένιωσα τόσο πολύ ζωντανός, όπως νιώθω τώρα». Είχε ανακαλύψει ότι η ζωή δεν ήταν μόνο το σώμα του, αν και ο ίδιος ήταν το σώμα του, και ότι διέθετε μια πραγματικότητα που ο θάνατος του σώματός του δεν μπορούσε να καταστρέψει.

Αυτή είναι μια πολύ σπουδαία εμπειρία. Είναι κάτι που πρέπει να κάνουμε σ' όλη τη διάρκεια της ζωής μας, σε κάθε στιγμή, αν θέλουμε να συνειδητοποιήσουμε τη δύναμη της αιώνιας ζωής μέσα μας και συνεπώς να αποβάλουμε το φόβο για οτιδήποτε συμβεί στην πρόσκαιρη αυτή ζωή, που επίσης μας ανήκει.

Μητροπολίτης Σουρόζ(+) π.Αντώνιος Μπλούμ .

http://misha.pblogs.gr

Παρασκευή 20 Ιουνίου 2014

ΑΔΕΛΦΗ ΖΩΗ : Το αλητάκι του Θεού.

-->



Ρώτησαν κάποτε τον Γερ.Παϊσιο :
-Eάν γυρίζανε τα χρόνια πάλι πίσω τι θα έκαμες στην ζωή σου;

Και ο Γέροντας ευθύς και ειλικρινής, καθώς ήτο ,απάντησε αυθόρμητα :

«Αν ξανάρχιζα την ζωή μου δεν θα πιανόμουν σαν το έξυπνο πουλί απ’τη μύτη και δεν θα δεσμευόμουνα πουθενά,αλλά θα ήμουν το αλητάκι του Θεού.
Θα ήμουν αδέσμευτος, τελείως ελεύθερος και πάντοτε προσευχόμενος.Αντί για ράσο θα φορούσα μία καμπαρντίνα και θ’αλώνιζα όπου ήθελα, χωρίς να με προσέχει κανείς.»

Η μακαριστή μας Γερόντισα Ζωή έφερε όχι έναν, αλλά 3 σταυρούς στους μοναχικούς της ώμους .
Όχι μόνο τον ζωοπάροχο σταυρό της ισαγγελικής ,μοναχικής ζωής , αλλά και τον σταυρό της «ενσυναίσθησης» του ανθρωπίνου πόνου και οδύνης των αδελφών της, οι οποίοι κατέκλιζαν καθημερινά το ησυχαστήριό της για να ξεκουραστούν ,ως σε γαλήνιο λιμανάκι, από τος κόπους και θλίψεις αυτής της ζωής.

Ήταν το σφουγγαράκι που μάζευε το δάκρυ των πονεμένων τέκνων του Θεού και ενστάλαζε με τον σοφό ,ενσυμπάθητο , γλυκό και δροσερό της λόγο παράκληση Χριστού στις ταλαιπωρημένες ψυχές.

Οποια ημέρα και ώρα και εάν πήγαινες , όποιος και αν ήσουν, θα σε δεχόταν στο αρχονταρικάκι της ,θα σε αγκάλιαζε με την μητρική καρδιά της και θα ένοιωθες πως απέκτησες και άλλη μία άλλη μάνα στην ζωή σου.

Παράλληλα όμως και ισοβίως σήκωνε και τον βαρύ και πικρό σταυρό της ανθρωπίνης απορρίψεως και δη από τους «ευσεβείς» και Ορθοδόξως αν-ορθοπρακτούντας του χρέους της αγάπης, που νομίζουν ό,τι μπορούν να εγκιβωτίζουν τον Θεό στα δικά τους δεδομένα και στους δικούς τους κανόνες.

Ήταν η επικηρυγμένη και αποβλημένη των ανθρώπων των «πατρώων παραδόσεων», που πολλές φορές στο όνομα του γλυκύ Χριστού ξεβράζουν την πικροτέρα αναλγησία και σκληροκαρδία, αλλά ελεύθερη από εγκόσμιες στρατολογήσεις,σαν το χαρούμενο χελιδονόπουλο, έζησε η αγαπημένη μας Γερόντισσα Ζωή.

Ήταν το μαύρο πρόβατο ,το ένα από τα 99 που εξέκλινε από τους τους κανόνες ,τους κώδικες και τις τιμές του απατεώνος αιώνος τούτου και προτίμησε να ζει ελεύθερη από ανθρώπινα σαμάρια, μα δούλη της Αγάπης του Χριστού.

Αφού όπως λέγει και ο Απ.Παύλος :
«οὗ δὲ τὸ Πνεῦμα Κυρίου, ἐκεῖ ἐλευθερία»(Β΄Κορ.γ΄-17) και για να το αντιστρέψουμε συντακτικά «όπου ελευθερία εκεί και το Πανάγιον Πνεύμα»

Γιαυτό λοιπόν το»παράξενο» πρόβατο προτίμησε ο Χριστός να κάμει τον κόπο της Αγάπης του, να το βάλει στους ώμους του και να ευφρανθεί μάλλον (περισσότερο) από τα 99 «σεσωσμένα».

«Τὸ πνεῦμα ὅπου θέλει πνεῖ,»(Ιωάνν.γ΄-8) και πολλές φορές βρίσκει σκανδαλωδώς και πεισματωδώς πολύ απρόσμενους χώρους για να καρπίσει.
Τέτοιος άγιος τόπος στάθηκε και το ασκητήριο της Γερόντισσάς μας όπου το Πνεύμα το Άγιον μέσα από την ταπεινή διακονία της στήριξε αναρίθμητες απλές ψυχές.
Η αδελφή Ζωή σε πείσμα της εποχής που κατάντησε κοιλάδα θανάτου,με έντονη την οσμή της πεθαμενίλας και της εξατμίσεως της Αγάπης, κέρδισε τον σεβασμό, την εκτίμηση και την απεριόριστη αγάπη των ανθρώπων που την είχαν γνωρίσει στο διάβα της ζωής αυτής.
Και τί εντυπωσιακό!

Ετούτη την Καλόγρια, που από τα 7 της έτη, μικρό κοριτσάκι ντύθηκε στα μαύρα για την Αγάπη του Χριστού, εκείνη που ως αγιό-φιλος είχε ερωτευθεί τον βίο των Αγίων ,θέλησε ο Χριστός να την επάρει παραμονή των Αγίων Πάντων για να μπορεί ανεμπόδιστα να πανυγηρήσει με όλους τους Αγίους,την μέρα της τιμή τους, στα παραδεισένια σκηνώματα ,πέρα από τις ουρανίες αψίδες.

Χρέος μας όμως να αποδώσουμε και στον Ποιμενάρχη μας κ.Νεκτάριο ,τις ειλικρινείς ευχαριστίες που έστω σε αυτό , το μικρό έως τώρα διάστημα της Ποιμαντικής του διακονίας, περιέβαλλε με όλη του την Αγάπη, εκτίμηση και ανεπιτήδευτη στοργή την μακαριστή μας Γερόντισσα ως αντιστάθμισμα της xόλης του όξους που είπιε από τον δικό της Γολγοθά .

Αν και την γνώρισα λίγο την εκτίμησα πολύ, τέτοιοι ελεύθεροι και ασαμάρωτοι ανθρώποι σπάνια βγαίνουν !

π.Διονύσιος Ταμπάκης.

 http://www.pentapostagma.gr