Σελίδες

Σάββατο 30 Αυγούστου 2014

Ο εκκλησιασμός - Η αμφίεσή μας (μέρος 4 από 9)


Ο εκκλησιασμός
Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου

Η αμφιέσή μας

Μα και η ενδυμασία μας στο ναό να είναι καλή από κάθε πλευρά. Να είναι κόσμια και όχι εξεζητημένη. Γιατί το κόσμιο είναι σεμνό, ενώ το εξεζητημένο είναι άσεμνο.
Αυτό ακριβώς μας παραγγέλλει και ο απόστολος Παύλος, όταν λέει: «Θέλω να προσεύχονται οι άνδρες σε κάθε τόπο, σηκώνοντας προς τον ουρανό χέρια όσια, χωρίς οργή και δισταγμό ολιγοπιστίας. Επίσης και οι γυναίκες να προσεύχονται με αμφίεση σεμνή, στολίζοντας τον εαυτό τους με σεμνότητα και σωφροσύνη, όχι με περίτεχνες κομμώσεις και χρυσά κοσμήματα ή μαργαριτάρια ή ενδύματα πολυτελή, αλλά με ό,τι ταιριάζει στις γυναίκες που λένε ότι σέβονται το Θεό, δηλαδή με καλά έργα» (Α' Τιμ. 2:8-10). Αν, λοιπόν, απαγορεύει στις γυναίκες εκείνα που είναι απόδειξη πλούτου, πολύ περισσότερο απαγορεύει όσα κινούν την περιέργεια, όπως τα φτιασίδια, το βάψιμο των ματιών, το κουνιστό βάδισμα, τα παράξενα ρούχα και τα παρόμοια.
Τί λες, γυναίκα; Έρχεσαι στο ναό να προσευχηθείς, και στολίζεσαι με χρυσαφικά και χτενίζεσαι επιτηδευμένα; Μήπως ήρθες για να χορέψεις; Μήπως για να λάβεις μέρος σε γαμήλια γιορτή; Εκεί έχουν θέση τα χρυσαφικά και οι πολυτέλειες. εδώ δεν χρειάζεται τίποτε απ' αυτά. Ήρθες να παρακαλέσεις το Θεό για τις αμαρτίες σου. Τί στολίζεις, λοιπόν, τον εαυτό σου; Αυτή η εμφάνιση δεν είναι γυναίκας που ικετεύει. Πώς μπορείς να στενάξεις, πώς μπορείς να δακρύσεις, πώς μπορείς να προσευχηθείς με θέρμη, έχοντας τέτοια αμφίεση; Θέλεις να φαίνεσαι ευπρεπής; Φόρεσε το Χριστό και όχι το χρυσό. Ντύσου την ελεημοσύνη, τη φιλανθρωπία, τη σωφροσύνη, την ταπεινοφροσύνη. Αυτά αξίζουν περισσότερο απ' όλο το χρυσάφι. Αυτά και την ωραία την κάνουν ωραιότερη και την άσχημη την ομορφαίνουν. Να ξέρεις, γυναίκα, πως, όταν στολιστείς πολύ, γίνεσαι πιο αισχρή κι από τη γυμνή, γιατί έχεις αποβάλει πια την κοσμιότητα.


"Ο Εκκλησιασμός" Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου

Συνεχίζεται...



Μέρος 1 από 9 Λιμάνια πνευματικά οι ναοί 
Μέρος 2 από 9 Γιατί δεν εκκλησιάζεσαι;
Μέρος 3 από 9 Η προσέλευσή μας στο ναό 
Μέρος 4 από 9 Η αμφίεσή μας (Το παρόν)
Μέρος 5 από 9 Προσοχή και προσευχή
Μέρος 6 από 9 Η θεία Κοινωνία
Μέρος 7 από 9 Κάθε πότε να κοινωνούμε; 
Μέρος 8 από 9 Παραμονή ως την απόλυση 
Μέρος 9 από 9 Μετά τον Εκκλησιασμό


Ολοκληρωμένο το θέμα στη σελίδα "Ο Εκκλησιασμός"

Πέμπτη 28 Αυγούστου 2014

'Αγαπάτε τους εχθρούς υμών......'Ιερομόναχου Γρηγορίου Αγιορείτου


"Αφες ήμΐν τα όφειλήματα ημών, ώς και ημείς άφίεμεν….

"Οταν οι 'Απόστολοι ζήτησαν άπό τον Χριστό να τους μάθη πώς να προσεύχωνται, Εκείνος τους δίδαξε την Κυριακή προσευχή (το Πάτερ ημών), με τήν οποία να ζητοΰν και το έξης: "Αφες ήμϊν τα όφειλήματα ημών, ώς και ήμεϊς άφίεμεν τοϊς οφειλέταις ημών. Δηλαδή, "συγχώρησε τις αμαρτίες μας με τον ίδιο τρόπο που συγχωρούμε κι εμείς όσους μάς έχουν βλάψει". Ό Χριστός, μετά τήν διδασκαλία του Πάτερ ημών, πρόσθεσε: "Έάν συγχωρήσετε στους ανθρώπους ό,τι κακό σάς έχουν κάνει, θά συγχώρηση και σάς ό ουράνιος Πατέρας σας. Έάν όμως δέν συγχωρήτε στους αδελφούς σας τά αμαρτήματα τους, τότε ούτε και ό ουράνιος Πατέρας σας θά συγχώρηση τά αμαρτήματα σας": Έάν άφήτε τοις άνθρώποις τά παραπτώματα αυτών, αφήσει καϊ ύμϊν ό Πατήρ υμών ό ουράνιος- έάν δε μή άφήτε τοις άνθρώποις τά παραπτώματα αυτών, ουδέ ό Πατήρ υμών αφήσει τά παραπτώματα υμών.

Ποιος άνθρωπος θά μπορούσε νά ίσχυρισθή πώς δεν έχει αμαρτήσει ενώπιον του Θεού; "Ολοι έχουμε αμαρτήματα, όφειλες στον ουράνιο Πατέρα μας. "Αν θέλουμε, λοιπόν, να μάς χαρισθοΰν οι όφειλές αυτές άπό τον Θεό, πρέπει εμείς πρώτοι να συγχωρήσουμε τους αδελφούς μας.

Ό Ιερός Χρυσόστομος απευθύνεται στον καθένα μας και λέγει: «Εσένα τον ίδιο έκανε κριτή της συγχωρήσεως τών αμαρτημάτων σου, αν συγχώρησης λίγα, θα σου συγχωρηθούν λίγα, αν συγχώρησης πολλά, θα σού συγχωρηθούν πολλά. "Αν συγχώρησης με τήν καρδιά σου και με ειλικρίνεια, έτσι θα σε συγχώρηση και ό Θεός. "Αν μετά τήν συγχώρηση κάνης και φίλο τον εχθρό σου, παρόμοια θα τοποθετηθή και ό Θεός απέναντι σου»


Θα μπορούσε βέβαια ό Θεός να συγχώρηση τις αμαρτίες μας και χωρίς να συγχωρήσουμε εμείς τους αδελφούς μας. Θέλει όμως να μάς σύνδεση μεταξύ μας με τον δεσμό της αγάπης. Ό Θεός εΐναι αγάπη και όποιος δεν έχει μέσα του αγάπη δεν μπορεί να μείνη κοντά στον Θεό οΰτε στην παροΰσα ζωή οΰτε στην μέλλουσα. Μόνος του καταδικάζει τον εαυτό του. 'Αντίθετα, όποιος εφαρμόζει τους λόγους τοΰ Κυρίου συγχωρεί εύκολα και φθάνει να άγαπήση όλους τους ανθρώπους με την ίδια αγάπη. Πραγματικά, «είναι μακάριος ό άνθρωπος ό οποίος μπορεί ν' άγαπήση εξίσου κάθε άνθρωπο»
.
Ό άγιος Μάξιμος μας προτρέπει: «"Ας αγαπήσουμε ό ένας τον άλλο και θα μάς αγαπά ό Θεός. "Ας δείξουμε μακροθυμία ό ένας προς τον άλλο και θα δείξη και ό Θεός μακροθυμία για τις αμαρτίες μας. "Ας μήν ανταποδώσουμε κακό για το κακό που μάς έκαναν, και δεν θα τιμωρηθούμε σύμφωνα με τις αμαρτίες μας. Διότι τήν συγχώρηση των παραπτωμάτων μας τήν βρίσκουμε στην συγχώρηση των αδελφών μας. Και το έλεος τοΰ Θεοΰ βρίσκεται κρυμμένο στην εύσπλαγχνία μας προς τον πλησίον... Νά, μάς χάρισε ό Κύριος τρόπο σωτηρίας, και μάς έδωσε εξουσία αιώνια νά γίνουμε τέκνα τοΰ Θεοΰ* στην θέληση μας λοιπόν βρίσκεται ή σωτηρία μας»
.
"Οποιος πλησιάζει τον ευεργέτη Θεό, πρέ πει να εΐναι και ό ίδιος ευεργέτης• όποιος πλησιάζει τον Φιλάνθρωπο, να εΐναι και ό ίδιος φιλάνθρωπος. "Οπως ό Θεός συγχωρεί και αγαπά, έτσι κι εμείς πρέπει να συγχωρούμε και να αγαπούμε τους αδελφούς μας. Ό άνθρωπος πού είναι σκληρός και δεν συγχωρεί τον αδελφό του αποκόπτει τον εαυτό του από την φιλανθρωπία του Θεοΰ.

Ό μεγάλος διδάσκαλος του Γένους, άγιος Κοσμάς ό Αιτωλός, δίνει ένα υποθετικό παράδειγμα: «"Ηλθαν δύο άνθρωποι να εξομολογηθούν, ό Πέτρος και ό Παύλος. Λέγει ό Πέτρος: "Έγώ, Πνευματικέ, από τον καιρό πού γεννήθηκα ώς τώρα, νηστεύω, προσεύχομαι, κάνω ελεημοσύνες και πολλά άλλα καλά, άλλα τον εχθρό μου δεν τον συγχωρώ". Έγώ, λέγει ό άγιος Κοσμάς, τον αποφάσισα γιά την κόλαση και άν τύχη και άποθάνη νά μην τον θάψουν, άλλα νά τον ρίξουν στην στράτα νά τον φάγουν ο! σκύλοι. "Ερχεται και ό Παύλος και μού λέγει: "Εγώ, Πνευματικέ, ποτέ άπό τον καιρό πού γεννήθηκα δεν έκαμα κανένα καλό, άλλα έχω καμωμένα τόσα φονικά, έπόρνευσα με τόσες γυναίκες, έκλεψα τόσα πράγματα, όλες τις αμαρτίες εγώ τις έκαμα, μα τον εχθρό μου τον συγχωρώ"». Και συνεχίζει ό άγιος Κοσμάς: «Νά τί έκαμα εις αυτόν: Τον αγκάλιασα και τον φίλησα, τοΰ έδωσα και άδεια σε τρεις ήμερες νά μεταλάβη. Ναι, αδελφοί μου, έτσι έκαμα. Διότι ό πρώτος, ό Πέτρος, με τήν έχθρα που εΐχε στην ψυχή του γιά τον εχθρό του, όλα τά καλά που είχε κάμει τά έγύρισε και τά έκαμε φαρμάκι του Διαβόλου. Και έτσι τον αποφάσισα γιά τήν κόλαση. Ή συγχώρεση πάλι πού έκαμε ό Παύλος του εχθρού του, είναι ωσάν μία φλόγα που έκαψε όλες τις αμαρτίες του. Και τον αποφάσισα γιά τον Παράδεισο νά χαίρεται πάντοτε».

'Από το παραστατικό παράδειγμα τοΰ αγίου Κοσμά καταλαβαίνουμε ότι είναι στην εξουσία μας να εισέλθουμε στην Βασιλεία του Θεοΰ. Αρκεί νά συγχωρούμε στους αδελφούς μας οποιοδήποτε κακό μάς έχουν κάνει.


"Όταν ό απόστολος Πέτρος ρώτησε τον Χριστό "Κύριε, πόσες φορές νά συγχωρήσω τον αδελφό μου, εάν έξακολουθή νά μοΰ κάνη κακό; Μέχρι επτά φορές;", ό Χριστός άπάντησε: "Δέν σου λέγω μόνο μέχρι επτά φορές, άλλα μέχρι εβδομήντα φορές το επτά". Ό απόστολος Πέτρος ήταν βέβαιος ότι άρκει να συγχωρήσουμε επτά φορές τον αδελφό μας, και ίσως περίμενε νά έπαινεθή γιά τις καλές διαθέσεις του. Ό Χριστός όμως τον διόρθωσε και τοΰ έδειξε ότι ή αγάπη πάντοτε συγχωρεί. Διότι με τήν απάντηση Του ό Χριστός «δέν ορίζει κάποιον αριθμό, άλλα εννοεί το άπειρο, το συνεχές, το παντοτινό»
.
Ή παραβολή των μυρίων ταλάντων -που εΐπε αμέσως μετά ό Χριστός- αποδεικνύει πολύ παραστατικά ότι πρέπει διαρκώς νά συγχωρούμε τους εχθρούς μας: "Ενας δούλος χρωστούσε στον Βασιλιά μύρια χρυσά τάλαντα, και κλήθηκε νά δώση λόγο. Στις παρακλήσεις τού δούλου, ό Βασιλιάς τον σπλαγχνίσθηκε και τού τά χάρισε όλα. Φεύγοντας ό δοΰλος εκείνος συνάντησε έναν σύνδουλό του πού τού ώφειλε το ευτελές ποσό τών εκατό δηναρίων. Και άντι νά τού φερθή όπως φέρθηκε στον ίδιο ό Βασιλιάς, εκείνος τον ώδήγησε στην φυλακή. "Οταν στή συνέχεια πληροφορήθηκε το γεγονός ό Βασιλιάς, τον κάλεσε και τού λέγει:

"Δεν έπρεπε και συ να έλεήσης τον σύνδουλό σου δπως κι εγώ σε ελέησα;". Και με θυμό τον παρέδωσε στους βασανιστές μέχρις δτου να καταβάλη το τεράστιο χρέος του. Τελειώνον¬τας την παραβολή ό Χριστός κατέληξε: Ούτω και ό Πατήρ μου ό επουράνιος ποιήσει, υμϊν, εάν μη άφήτε έκαστος τω άδελφώ αυτοϋ άπο των καρδιών υμών τα παραπτώματα αυ¬τών18. Δηλαδή, με ανάλογο τρόπο θα φερθή και σε μάς ό Θεός, ό επουράνιος Πατέρας μας, αν δεν συγχωρήσουμε τον αδελφό μας με όλη τήν καρδιά μας.

"Αν συγκρίνουμε τήν οφειλή μας προς τον Θεό με εκείνα που μάς οφείλουν ο! αδελφοί μας, τα ποσά είναι δυσανάλογα. Και αυτό λόγω της μεγαλωσύνης τοΰ Θεοΰ και τών απείρων ευεργεσιών Του προς εμάς, και λόγω τών πολλών αμαρτημάτων που κάθε στιγμή με διαφόρους τρόπους διαπράττουμε. Και όμως ό Θεός μάς συγχωρεί το χρέος τών μυρίων τα¬λάντων, αν συγχωρήσουμε από καρδίας τα εκατό δηνάρια που μάς οφείλει ό αδελφός μας. Αυτός εΐναι ό εύκολος και απλός δρόμος για να εξοφλήσουμε τις αμαρτίες μας. Ρωτά ό θείος Χρυσόστομος: «Τί κόπος απαιτείται για να συγχώρησης αυτόν που σε λύπησε; Κόπος είναι το να μη συγχώρησης άλλα να διατηρής την έχθρα, ενώ το να απαλλαγής άπό τον θυμό,... για όποιον θέλει εΐναι πολύ εύκολο. Δεν χρειάζεται να πέρασης πέλαγος, οΰτε να κάνης μακρινό ταξίδι, οΰτε να διαβής κορυφές βουνών, να δαπανήσης χρήματα ή να ταλαιπωρήσης το σώμα σου. Φθάνει μόνο να θέλησης, και όλα τα αμαρτήματα σου έχουν διαγραφή»


'Ακόμη και για τις περιπτώσεις εκείνες που αδικούμαστε άπό ανθρώπους τους οποίους έχουμε ευεργετήσει, πρέπει να παρέχουμε τήν συγχώρηση άπό καρδίας. Ρωτά ό Ιερός Χρυσόστομος: «Μήπως σου έκανε κακό εκείνος πού ευεργέτησες; Μα ακριβώς γι' αυτό τον λόγο, για εκείνον μεν να θρηνής και να πονάς, για τον εαυτό σου όμως να χαίρεσαι, διότι έγινες όμοιος με τον Θεό, πού ανατέλλει τον ήλιο Του και για τους καλούς και για τους κακούς»
.
Πολλές φορές, όταν υπάρχει κάποια έχθρα ανάμεσα μας, για να αναπαύσουμε τήν συνείδηση μας αρκούμαστε σε μια τυπική αίτηση συγγνώμης από τον αδελφό που μάς αδίκησε. Ό Ιερός Χρυσόστομος λέγει σ' εκείνους που προσπάθησαν να συμφιλιωθούν με τον αδελφό τους άλλα εκείνος αρνήθηκε την συγγνώμη τους: «Μη λέγεις "παρεκάλεσα πολύ, Ικέτευσα, δεήθηκα άλλα δεν συμφιλιώθηκε". Μην άπομακρυνθής αν δεν συμφιλιωθής πρώτα μαζί του... "Οσο περισσότερο κόπο απαιτήσει ή συμφιλίωση... τόσο λαμπρότεροι θα εΐναι ο! στέφανοι της υπομονής σου». Ή προσπάθεια της συμφιλιώσεως βέβαια προϋποθέτει ότι ή καρδιά μας εΐναι καθαρή άπό μνησικακία. Ή ειλικρινής αγάπη προς τον αδελφό κάποια στιγμή θα μιλήση στην καρδιά του. Και επιπλέον δίνει πολλή παρρησία στην προσευχή μας.

Κάποιος μοναχός πήγε στον άββά Σιλουανό και τοΰ εΐπε: «Πάτερ, έχω έναν εχθρό που μου έκανε πολλά κακά και το χωράφι μου άρπαξε, όταν ήμουν στον κόσμο, και πολλές φορές επιδίωξε το κακό μου, και τώρα έβαλε μάγους νά με φαρμακώσουν. Σκέπτομαι λοιπόν νά τον παραδώσω στον άρχοντα». Ό Γέροντας τοΰ αποκρίθηκε: «Κάνε όπως σοΰ αρέσει, παιδί μου». Ό αδελφός συνέχισε: «Στ' αλήθεια, άββά, αν τιμωρηθή, πολύ θα ώφεληθή ή ψυχή του». «Κάνε όπως νομίζεις, παιδί μου», εΐπε πάλι ό Γέροντας. Είπε τότε ό αδελφός: «Σήκω, Γέροντα, να κάνουμε προσευχή, και θα πάω στον άρχοντα». Σηκώθηκαν λοιπόν, και καθώς προσεύχονταν και έφτασαν στό καϊ άφες ήμΐν τα όφειληματα ημών, ώς καϊ ημείς άφίεμεν τοϊς όφειλέταις ημών, ό Γέροντας είπε: «Και μή άφήσης ήμΐν τα όφειληματα ημών, ώς ουδέ ημείς άφίεμεν τοις όφειλέταις ημών». «"Οχι έτσι, Πάτερ», διέκοψε τον Γέροντα ό αδελφός. «Ναί, έτσι, παιδί μου. Πραγματικά, αν θέλης να πάς στον άρχοντα να σοΰ δώση το δίκιο σου, ό Σιλουανός δεν κάνει άλλη προσευχή για σένα». Μετά άπό αυτό έβαλε μετάνοια ό αδελφός και συγχώρησε τον εχθρό του.

Συνεχίζεται…


Από το βιβλίο « 'Αγαπάτε τους εχθρούς υμών» του Γέροντα Ιερομονάχου Γρηγορίου Αγιορείτου




Εκδοτική Παραγωγή: Εκδόσεις Δόμος

Πώς να αγαπήσουμε τον εχθρό μας;......του Ιερομονάχου Γρηγορίου του Αθωνίτου


Πώς να αγαπήσουμε τον εχθρό μας;

Πολλές φορές θέλοντας να δικαιώσουμε τον εαυτό μας θέτουμε το ερώτημα: Είναι πραγματικά δυνατόν νά συγχωρούμε καί, ακόμη περισσότερο, νά αγαπούμε τους εχθρούς μας; Ή απάντηση στο ερώτημα αυτό εΐναι: Ναί! Και αυτό πρώτος «το δίδαξε και το απέδειξε μέ τήν ζωή Του ό Χριστός, που φανέρωσε τήν αγάπη τοΰ Πατέρα Του και τήν δική Του, υπακούοντας μέχρι θανάτου γιά χάρη εχθρών, και όχι φίλων, όπως βεβαιώνει ό απόστολος Παΰλος λέγοντας: "Ό Θεός δείχνει τήν αγάπη Του σε μάς μέ το γεγονός ότι, ενώ ακόμη ήμασταν αμαρτωλοί, ό Χριστός θυσιάστηκε γιά χάρη μας"... Δεν θά εΐχε δώσει βέβαια εντολή ό αγαθός και δίκαιος Θεός νά αγαπούμε τους εχθρούς μας, εάν δεν μάς εΐχε χαρίσει την δύναμη νά την εκτελέσουμε».

Ή ζωή όλων των 'Αγίων εΐναι μία ακόμη απόδειξη ότι με την χάρι του Χριστού εΐναι δυνατόν νά αγαπήσουμε τους εχθρούς μας. Ό απόστολος Παύλος, γιά παράδειγμα, αγάπησε τόσο τους εχθρούς του, όσο εμείς δεν αγαπούμε τους φίλους μας. Διότι ποιος από μάς θά έδινε τήν ζωή του, ή ακόμη περισσότερο, θά προτιμούσε νά πάη στην κόλαση γιά χάρη των φίλων του; Ό 'Απόστολος όμως, πού αγαπούσε τον Χριστό όσο κανένας άλλος, ευχόταν νά χωρισθή από τον Χριστό, αρκεί νά σώζονταν εκείνοι πού τον μαστίγωναν και τον λιθοβολούσαν!

Ό Ιερός Χρυσόστομος μάς υποδεικνύει έναν πρακτικό τρόπο γιά νά μπορούμε νά συγχωρούμε εύκολώτερα τους αδελφούς μας: Νά βλέπουμε τις δικές μας αμαρτίες και νά κατηγορούμε τον εαυτό μας γι' αυτές. Εφαρμόζοντας τή μέθοδο αυτή, βρίσκουμε ελαφρυντικά γιά τους άλλους και επιπλέον διορθώνουμε τον εαυτό μας. 'Ακόμη, νά σκεφτώμαστε ότι ό άνθρωπος πού μάς κάνει κακό οδηγείται στις πράξεις του από τον Διάβολο: «"Οταν κάποιος σοΰ κάνη κακό, μη βλέπης αυτόν άλλα τον δαίμονα πού τον κινεί. "Ολη την οργή σου στρέψε την σ' αυτόν, ενώ τον άνθρωπο πού κινείται άπ' αυτόν πρέπει και να τον σπλαγχνισθής». Ό άγιος Σιλουανός ό Άθωνίτης γράφει άπό την πείρα του για την αγάπη προς τους εχθρούς: «Στην αρχή βίαζε τήν καρδιά σου ν' αγαπά τους εχθρούς, και ό Κύριος, βλέποντας τήν αγαθή σου προαίρεση, θα σοΰ δώση κάθε βοήθεια... Χωρίς τήν χάρι τοΰ Θεού δεν μπορούμε ν' αγαπούμε τους εχθρούς».


Κάποιος άγιος Γέροντας εΐπε: «"Αν ακούσης για κάποιον ότι σε μισεί και σε βρίζει, στείλε του κάποιο δώρο, ώστε να έχεις θάρρος στον Χριστό κατά τήν ώρα της Κρίσεως». Διότι, «τίποτε δεν εξευμενίζει τόσο τον Θεό, όσο το νά αγαπούμε τους εχθρούς μας και νά ευεργετούμε εκείνους πού μάς βλάπτουν»
Ρώτησαν κάποτε τον άββά Ζωσιμά: "Πώς μπορεί κανείς, όταν τον εξευτελίζουν ή τον κακολογούν ορισμένοι, νά μή θυμώνη;".

Και αποκρίθηκε: ""Αν θεωρή κάνεις τον εαυτό του τιποτένιο, δεν ταράζεται".

Ό δσιος Άμμωνάς μάς συνιστά για παρόμοιες περιπτώσεις: «Πρόσεχε με ακρίβεια τον εαυτό σου, ώστε, άν κάποιος σε πικράνη σε ό,τιδήποτε, να μην πής το παραμικρό. Σώπαινε, μέχρι να ηρέμηση ή καρδιά σου με την αδιάλειπτη προσευχή, και τότε βοήθησε τον αδελφό που σε έθλιψε».

Ή καλύτερη βοήθεια για τον αδελφό πού μάς θλίβει και μάς άδικη εΐναι ή άνεξίκακη συμπεριφορά μας και ή προσευχή μας γι' αυτόν. «Τί κόπο έχει ή προσευχή υπέρ των εχθρών;», ρωτά ό όσιος Ζωσιμάς. «Μήπως εΐναι σκάψιμο; Μήπως όδοιπορία; Μήπως ζημιά οικονομική; Νά εΐσαι ευχαριστημένος πού εξευτελίζεσαι. Διότι έτσι γίνεσαι μαθητής τών αγίων 'Αποστόλων, πού έπορεόοντο χαίροντες, ότι κατηξιώθησαν νπερ τοϋ ονόματος τοϋ Χριστού άτιμασθήναι. Κι εκείνοι βέβαια, σάν καθαροί και άγιοι, ύπέμεναν ατιμίες γιά το όνομα τοϋ Χριστού... Ένώ εμείς πρέπει νά κινούμαστε με ευγνωμοσύνη και νά ομολογούμε ότι δίκαια ατιμαζόμαστε γιά τις φαύλες πράξεις μας. Και όμως, ή άθλια ψυχή, άν και γνωρίζει πώς άξια παθαίνει ό,τι παθαίνει, κάθεται και διαστρέφει τη συνείδηση της και πλέκει λογισμούς και λέγει "μα μοΰ εΐπε", "μ' εξευτέλισε", "με κορόιδεψε", κι έτσι επιβουλεύεται τον εαυτό της, παίρνοντας ή ίδια τη θέση των δαιμόνων... Τί ευκολότερο άπό το να αγαπάς όλους και να σ' άγαποΰν όλοι; Πόση ανάπαυση δεν προσφέρουν οι εντολές τοΰ Χρίστου; Και όμως, ή προαίρεση μας δεν βάζει αρχή. Διότι αν έβαζε, όλα θα της ήταν εύκολα, με τήν χάρι τοΰ Θεοΰ»

Οι "Αγιοι βλέπουν με τα μάτια της αγάπης κάθε άνθρωπο, ακόμη και εκείνον πού τους επιβουλεύεται

Κάποια μέρα πού ό γέροντας Παίσιος καθόταν στην αυλή τοΰ φτωχικού του ξεροκάλυβου αντιλήφθηκε κάποιον κρυμμένον στο δάσος να τον παρακολουθή. "Εδινε τήν εντύπωση ανθρώπου πού ψάχνει ευκαιρία να κλέψη.
Ό Γέροντας σκέφθηκε: " Ό καημένος θα εχη ανάγκη". "Εφυγε αμέσως, αφήνοντας τήν πόρτα της καλύβας του ανοιχτή. Ό κλέφτης μπήκε ανενόχλητος μέσα, δεν βρήκε όμως τίποτε αξιόλογο να πάρη... Αυτό τον συγκίνησε και μετανοημένος ζήτησε συγχώρηση, τήν ό ποία ό άνεξίκακος Γέροντας έδωσε με όλη του
την καρδιά»

Τονίζει ό Ιερός Χρυσόστομος: «Μη μισής οποίον σου κάνη κακό... Μην καταριέσαι αυτόν πού σε βλάπτει, διαφορετικά, και την βλάβη υπέστης και τον καρπό έχασες... Θα πής "Πώς εΐναι δυνατόν;" Εΐδες τον Θεό να γίνεται άνθρωπος και να δείχνη τόση συγκατάβαση και να πάσχη τόσα προς χάρη σου, και σύ ρωτάς ακόμη και αμφιβάλλεις πώς εΐναι δυνατόν να συγχώρησης τους συνδούλους σου για τις αδικίες πού σου κάνουν; Δεν Τον άκοΰς πού λέγει πάνω στον Σταυρό: "Αφες αυτοίς, ον γαρ οΐδασι τι ποιοΰσι;»

συνεχίζεται...


απόσπασμα από το Βιβλίο του Ιερομονάχου Γρηγορίου Αγιορείτου "'Αγαπάτε τους εχθρούς υμών"


Πρώτη έκδοση, 2008
ISBN 978-960-89067-5-4
© 'Ιερομόναχος Γρηγόριος
'Ιερόν Κουτλουμουσιανόν Κελλίον
"Αγιος 'Ιωάννης ό Θεολόγος
Ταχυδρ. Θυρίς 13
630 86 Καρυές
"Αγιον "Ορος




Εκδοτική Παραγωγή: Εκδόσεις Δόμος

Δευτέρα 25 Αυγούστου 2014

Πώς να νικάμε την ακηδία.....Βιοτικά έργα και βιοτικές μέριμνες.


Πώς να νικάμε την ακηδία.

Σας κυριεύει ή ακηδία. Τί να κάνετε; Να επινοήσετε τρόπους αναθερμάνσεως του ζήλου και της φιλοπονίας σας. Ποιος δεν έχει βασανιστεί άπ' αυτή την ψυχική ατονία; Τσακιζόμαστε για να τη νικήσουμε. Αλλά βλέπουμε ότι ματαιοπονούμε. "Έτσι δεν μας απομένει τίποτ' άλλο από το να την υπομείνουμε καρτερικά, περιμένοντας την επέμβαση του Κυρίου. "Όταν Εκείνος ευδοκήσει,, θα μας δώσει νέα ζωή, θα μας παρηγορήσει και θα μας δυναμώσει. Δοκιμάστε, πάντως, και τούτον τον τρόπο: Καταπιαστείτε με μια δουλειά πού απαιτεί κόπο και θυσία. "Ίσως έτσι να κινητοποιηθεί ή ψυχή σας.

Διαφορετικά, δεν έχετε παρά να κάνετε υπομονή, όπως σας είπα. Αυτό το αίσθημα της ακηδίας και της ατονίας είναι παροδικό. Καμιά φορά προέρχεται από σωματική κόπωση ή αδυναμία. "Άλλοτε πάλι οφείλεται σε κάποια κατάσταση αναμονής.

Ή Κυρία Θεοτόκος ας μεσιτεύει στον Υιό της για την ενίσχυση μας... Αλήθεια, πώς οι παλαιοί ασκητές, πού ζούσαν κλεισμένοι σ' ένα κελί, πού κανέναν δεν έβλεπαν, πού τίποτα δεν άκουγαν, πού καμιά παρηγοριά δεν είχαν, ήταν πάντοτε «τη σπουδή μη οκνηροί, τω πνεύματι ζέοντες» (Ρωμ. 12:11); Με τη χάρη του Κυρίου. Και πώς κατόρθωναν να ελκύουν τη χάρη; Με την αδιάλειπτη προσευχή. Να το πιο αποτελεσματικό όπλο εναντίον της ακηδίας. Εμείς όχι μόνο αδιάλειπτα δεν προσευχόμαστε, μα ούτε καν συχνά. Και ή προσευχή μας, όποτε γίνεται, είναι απρόσεκτη, ψυχρή, τυπική.


Πώς να κρατήσουμε, λοιπόν, τη θεία χάρη;

Πώς να διατηρούμε την καρδιακή θερμότητα?

Ή καρδιακή θερμότητα, πού αισθάνεστε, είναι μια καλή κατάσταση, γι' αυτό πρέπει να τη συντηρείτε και να την ενισχύετε. "Όταν βλέπετε πώς φεύγει, να την επαναφέρετε με τον τρόπο πού ήδη γνωρίζετε: Συγκεντρώνοντας την προσοχή στην καρδιά με αδιάλειπτη επίκληση του Κυρίου. Για να μην απομακρύνεται ή προσοχή από την καρδιά, πρέπει ν' αποφεύγετε τούς περισπασμούς και ν' αποδιώχνετε όλους τούς λογισμούς, όλες τις φαντασιώσεις, όλα τα αισθήματα πού σας επισκέπτονται, δημιουργώντας μέσα σας εντυπώσεις άσχετες με την προσευχητική σας κατάσταση και φυγαδεύοντας την καρδιακή σας θέρμη. Καμιά εικόνα ας μη σχηματίζεται στην καρδιά. Και καμιά φροντίδα ας μην τραβάει την προσοχή. Νους και καρδιά ας είναι αδιάσπαστα στραμμένα στο Θεό. Και το σώμα, με διαρκή άσκηση βίας, υποταγμένο στην ψυχή. "Έτσι θα διατηρήσετε την καρδιακή θέρμη. Επειδή, πάντως, κι αυτή είναι δώρο του θείου ελέους, το κυριότερο πού έχετε να κάνετε είναι να ικετεύετε τον Κύριο για τη διατήρηση της.

Καλά και κακά έργα. Ή στάση μας απέναντι τους.

"Αν μας έσωζαν τα καλά μας έργα, τότε θα ήμασταν σαν τούς μαθητές του σχολείου, πού βαθμολογούνται ανάλογα με την απόδοση τους. Ή σωτηρία, όμως, δεν είναι ανταμοιβή έργων. Ό Θεός μας σώζει δωρεάν, με τη χάρη Του. Γιατί, λοιπόν, να σημειώνουμε και να θυμόμαστε τα έργα μας; Κάναμε ή έχουμε κάτι καλό; "Ας είναι κανόνας της ζωής μας να το λησμονούμε.

Θυμάται κανένας μας ότι αναπνέει; "Όχι, βέβαια. Γιατί, στα πλαίσια της βιολογικής ζωής, είναι κάτι τόσο φυσικό, ώστε έχει γίνει αυτονόητο. Το ίδιο φυσικό και αυτονόητο, στα πλαίσια της πνευματικής ζωής, είναι -πρέπει να είναι- κάθε καλό έργο, ό,τι δηλαδή συμφωνεί με το θέλημα του Θεού. Γι' αυτό και δεν υπάρχει λόγος να το θυμόμαστε. "Ας το αφήνουμε να περνάει απαρατήρητο. Απεναντίας, ένα έργο κακό, ασύμφωνο δηλαδή με το θέλημα του Θεού, οφείλουμε να το παρατηρούμε, για να ευαισθητοποιούμε και να ισχυροποιούμε τη συνείδηση μας, για να μετανοούμε και να διορθωνόμαστε το συντομότερο.

Βέβαια, για θανάσιμα αμαρτήματα δεν χρειάζεται να πω τίποτα. Αυτά δεν έχουν θέση στη ζωή των συνειδητών χριστιανών, εκείνων πού με ζήλο αγωνίζονται για τη σωτηρία τους. Συχνά είναι, πάντως, στη ζωή όλων μας τα συγγνωστά αμαρτήματα -κάποιος κακός λογισμός σχηματίζεται στο νου μας, κάποιος άπρεπος λόγος ξεφεύγει από το στόμα μας, κάποια ταραχή αναστατώνει την καρδιά μας... Για όλα αυτά ή συνείδηση μας ελέγχει.

Τί θα κάνουμε;

Μόλις αντιληφθούμε ότι νικηθήκαμε από ένα πάθος, την ίδια κιόλας στιγμή να μετανοούμε εσωτερικά ενώπιον τού Κυρίου. Και κάθε βράδυ, πριν κοιμηθούμε, να κάνουμε έναν απολογισμό των πτώσεων της ημέρας και να ζητάμε συγχώρηση από τον Πλάστη μας. Τέλος, με την πρώτη ευκαιρία, να καταφεύγουμε στον πνευματικό και να παίρνουμε τη μυστηριακή άφεση.


Βιοτικά έργα και βιοτικές μέριμνες.

Οί κοσμικοί ασχολούνται μέ τά κοσμικά έργα. Οι άρνητές τού κόσμου μέ τά ουράνια. Εσείς είστε μισοκοσμική. Πώς νά βαδίσει κανείς κάπου ανάμεσα;... Ό φίλος τού κόσμου είναι εχθρός του Θεού. Φαίνεται νά μήν υπάρχει μέση κατάσταση. "Ωστόσο, χωρίς κοσμικά καί βιοτικά έργα, χωρίς κοσμικές καί βιοτικές ασχολίες, δέν μπορούμε νά ζήσουμε. Τί θά κάνουμε, λοιπόν; Απλούστατα, εξωτερικά μέν θά εκτελούμε κάθε αναγκαίο βιοτικό έργο, εσωτερικά δμως θά μένουμε μακριά του, δέν θ' αφήνουμε δηλαδή τήν καρδιά μας νά αιχμαλωτίζεται άπ' αυτό.

"Ολα τά βιοτικά έργα απαιτούν φροντίδες καί μέριμνες. Άλλά μπορούμε σχεδόν πάντοτε νά τά μεταποιήσουμε σέ έργα αγάπης, υπομονής καί υποταγής στή βουλή του Θεού. "Αλλωστε, κατά τήν εκτέλεση ακόμα καί τών πιό πολυμέριμνων εργασιών, έχουμε τή δυνατότητα νά διατηρούμε μέσα μας τήν προσευχή.

Νά προσέχετε τόν εαυτό σας. Καί νά υπομένετε...

Ό πιό μεγάλος κίνδυνος άπό τις αδιάκοπες μέριμνες είναι ή λήθη τού Θεού καί ή υποβάθμιση τής πνευματικής ζωής. Νομίζω πώς έχετε σχετική εμπειρία. Καί θά είναι πολύ θλιβερό νά φτάσετε ως τήν τέλεια ψύχρανση του θείου ζήλου, οπως φοβάστε.
Αυτό, πάντως, δέν προκαλείται άπό τά ίδια τά βιοτικά έργα, άλλ' άπό τή δική μας αμέλεια. Εμείς αφήνουμε τόν εαυτό μας νά «λασπωθεί» καί μέ τις σκέψεις καί μέ τά αισθήματα καί μέ τά θελήματα καί μέ τις κοσμικές φροντίδες.

Μπορείτε ν' αποφύγετε τό «λάσπωμα» τούτο τής ψυχής; Ναι. Αρχίζοντας τα ολα μέ τήν προσευχή, συνεχίζοντας μέ τήν ελπίδα καί τελειώνοντας μέ τήν ευχαριστία. "Ετσι κάθε έργο σας θά είναι τυλιγμένο μέ θεϊκό ένδυμα καί δέν θά εκτοπίζει τόν Κύριο άπό τήν ψυχή.

"Οταν, πάλι, τελειώσετε μιά δουλειά καί πρίν καταπιαστείτε μέ άλλη, διώξτε γιά λίγο άπό τό νοΰ καί τήν καρδιά σας καθετί βιοτικό. Μείνετε μόνο μέ τό Θεό. Δώστε σ' Αυτόν τήν προσοχή σας, κάθε σκέψη καί κάθε αίσθημα σας. Επαναλάβετε, άν θέλετε, κάποιους αγαπημένους σας στίχους άπό τό Ψαλτήρι.

"Οσο εργάζεστε, νά προσεύχεστε νοερά. Καί κάθε φορά που αντιλαμβάνεστε οτι ή προσευχή μέσα σας διακόπηκε, νά ξαναρχίζετε τόν νοερό αγώνα χωρίς καθυστέρηση. Νά μελετήσετε καί βιβλία σχετικά μέ τήν προσευχή. "Ετσι, σιγά-σιγά, θά φουντώσει ό πόθος σας καί θά επιταχυνθεί ή πορεία σας πρός τό Θεό. Αυτή άς είναι ή κύρια φροντίδα τής ζωής σας. Ικετεύετε τόν Κύριο νά μή σας στερήσει τις προσευχητικές παρηγοριές.

'Από τ' ανθρώπινα έργα κανένα δέν πραγματοποιείται δίχως κόπο. Τά πνευματικά έργα απαιτούν κι αυτά κόπο πολύ άλλά καί ασταμάτητο.

Ή ζωή μας είναι γεμάτη φροντίδες. "Αν θελήσουμε ν' απαλλαγούμε άπ' ολες, δέν θά μπορέσουμε νά επιβιώσουμε. "Αλλωστε, δέν μας επιβάλλει κάτι τέτοιο ό θείος νόμος. Ακόμα καί οί ερημίτες καλλιεργούσαν μικρούς κήπους μέ λαχανικά καί φρόντιζαν, φυσικά, γι' αυτούς. Πρέπει, δμως, νά εργαζόμαστε έτσι ώστε οί φροντίδες νά μή μας καταβροχθίσουν. Νά τις θεωρούμε όχι ως τό κύριο έργο μας, πού είναι ή ψυχική σωτηρία, άλλά ως πάρεργο.


"Πώς μπορώ νά διατηρήσω τή νήψη μέσα στις φροντίδες;".

Με ο,τι κι άν ασχολείστε, κάντε το εγκάρδια, προσεκτικά, συστηματικά, χωρίς βιασύνη. Σας αναθέτουν κάποια εργασία; Δεχθείτε την όπως άν σας τήν είχε αναθέσει ό ίδιος ό Θεός καί εκτελέστε την σάν έργο δικό Του. "Ετσι ή σκέψη σας θά είναι κοντά στό Θεό.

Αγωνιστείτε γι' αυτό, κι Εκείνος θά σάς βοηθήσει.

Οί βιοτικές μέριμνες σάς πνίγουν τόσο, ώστε δέν ευκαιρείτε ούτε νά προσευχηθείτε. Τού εχθρού κατόρθωμα είναι τούτο. Τό σπίτι, τά ενδύματα, ή τροφή καί πολλά άλλα πράγματα είναι απαραίτητα γιά τήν καλή διαβίωση του άνθρωπου. Χρειάζεται, λοιπόν, νά φρο-ντίζουμε γιά τήν απόκτηση τους. Αυτό δέν είναι έφάμαρτο. "Ετσι θέλησε ό Θεός νά ρυθμίσει τή ζωή μας. Ό πανούργος διάβολος, δμως, καθώς πασχίζει ακατάπαυστα νά μεταποιεί καθετί καλό σέ κακό, διαστρέφει τήν εύλογη, μετρημένη καί υγιή φροντίδα σέ άλογη, συνεχή καί αγχώδη μέριμνα, πού σκοτίζει τό νού καί στενοχωρεί τήν καρδιά. Αυτή ή κατάσταση καταντάει, ούτε λίγο ούτε πολύ, σέ ψυχική ασθένεια, στή θεραπεία τής οποίας στοχεύουν οί νουθεσίες του Κυρίου γιά τήν εμπιστοσύνη στή θεία πρόνοια: «Μή με-ριμνήσητε λέγοντες, τί φάγωμεν ή τί πίωμεν ή τί περιβαλώμεθα;... οίδε γάρ ό πατήρ υμών ό ουράνιος οτι χρήζετε τούτων απάντων... μή ούν μεριμνήσατε εις τήν αυριον ή γάρ αυριον μεριμνήσει τά εαυτής» (Ματθ. 6: 31-34).

Αυτό δέν σημαίνει νά μήν κάνουμε τίποτε, άλλά, φροντίζοντας γιά ο,τι είναι αναγκαίο, νά μή φορτωνόμαστε μέ περιττές μέριμνες, πού συνεπάγονται κόπο σωματικό καί ψυχικό.

Τό έφάμαρτο στοιχείο τής πολυμεριμνίας είναι τούτο, δτι επιδιώκει εγωιστικά τήν αυτάρκεια. "Ολα θέλει νά τά κάνει μόνη της, όλα θέλει νά τά κατορθώσει χωρίς τό Θεό. Στηρίζοντας κάθε ελπίδα στόν εαυτό της, στις ικανότητες της καί στά όποια υλικά μέσα διαθέτει, αγνοεί ή καί περιφρονεί τή θεία πρόνοια. Ως κύριο σκοπό της ζωής έχει τήν απόκτηση εγκόσμιων αγαθών. Καί τήν ίδια τήν επίγεια ζωή τή θεωρεί ως αυτοσκοπό. Γιά τή μελλοντική καί αιώνια ζωή αδιαφορεί.

Βλέπετε, τί θεομάχο πνεύμα βρίσκεται μέσα στήν πολυμεριμνία! Παλέψτε, λοιπόν, μ' αυτό τό κακό! Αντισταθείτε στόν εχθρό, όπως άν σας παρακινούσε νά διαπράξετε φόνο!
"Πώς ν' αγωνιστώ;", θά μέ ρωτήσετε. Αρχίστε καί θά μάθετε... Αρχίστε πρώτα-πρώτα άπό τήν προσευχή. Άπαλλάξτε την άπό κάθε βιοτική μέριμνα. Τό ϊδιο νά κάνετε στή συνέχεια καί μ' όλες τίς άλλες πράξεις καί ασχολίες σας. Ό τρόπος είναι απλός: Τήν ώρα της προ-σευχής, μόλις εμφανίζεται στό νου σας κάποιος λογισμός, νά τόν διώχνετε χωρίς καθυστέρηση. Κι άν πάλι έρχεται, πάλι νά τόν διώχνετε. "Ετσι νά κάνετε συνέ¬χεια καί ακούραστα. Μήν επιτρέπετε στις μέριμνες νά σταθούν ούτε γιά μιά στιγμή στό νου σας, όταν προσεύχεστε. Αυτός είναι ό αγώνας! Καί θά δείτε καρπούς. Φτάνει νά επιμείνετε.

Ποιά είναι τά μάταια έργα.

Θέλατε νά ετοιμαστείτε γιά τή θεία Κοινωνία, άλλά δέν τά καταφέρατε ν' αποφύγετε τούς περισπασμούς.

Πολλοί είναι εκείνοι, λέτε, πού έρχονται καί ζητούν νά τούς εξυπηρετήσετε. Ή εξυπηρέτηση τών συνανθρώπων, πάντως, δέν είναι έργο μάταιο. Εΐναι έργο Θεού. Μόνο νά τό κάνετε πάντα γιά τήν αγάπη Έκείνου καί τοϋ πλησίον, γιά τίποτ' άλλο.
Τά βάρη της οικογένειας πέφτουν κι αυτά στους ώμους σας. "Ομως, ούτε οί οικογενειακές υποθέσεις είναι μάταια έργα, φτάνει ν' ασχολείστε μ' αυτές ευσυνείδητα, δίχως νά παραβαίνετε τόν θείο νόμο.

Μάταια έργα είναι εκείνα πού αποσκοπούν στήν ικανοποίηση τών παθών, τά έφάμαρτα, καθώς επίσης τά άχρηστα καί ανώφελα. Ξεχωριστέ, λοιπόν, στή ζωή σας τίς μάταιες άπό τίς μή μάταιες ενασχολήσεις. Οί δεύτερες πάντα μπορούν νά γίνονται σύμφωνα μέ τό θέλημα του Θεού. Κάτι περισσότερο: Μποροϋν νά γίνονται γιά τή δόξα του Θεού.

Απαλλαγή άπ' ολα τά γήινα. Είναι δυνατή;

Ή απαλλαγή άπ' όλα τά πράγματα καί όλες τίς εξαρτήσεις τοϋ κόσμου τούτου, ή απαλλαγή δηλαδή άπό καθετί γήινο, εΐναι πρακτικά αδύνατη σέ τούτη τή ζωή, τουλάχιστο γιά τούς περισσότερους ανθρώπους. Αποτελεί κατόρθωμα μόνο τών μοναχών, καί μάλιστα τών ερημιτών. "Ολοι, όμως, είναι δυνατόν, όπως φαίνεται άπό τήν επί τοϋ Ορους ομιλία του Κυρίου, ν' απαλλάξουν τήν καρδιά τους άπό τήν εμπαθή προσκόλληση στά γήινα. Έσεϊς, λοιπόν, έχετε πλούτο. "Αν δέν στηρίζετε τίς ελπίδες σας σ' αυτόν, άν είστε έτοιμος νά τόν στερηθείτε άγόγγυστα όποτε θελήσει ό Κύριος, άν αδιάκοπα καί πρόθυμα βοηθάτε όσους έχουν ανάγκη, βρίσκεστε στό σωστό δρόμο.


Προσαρμογή στίς συνθήκες της ζωής.

Ώς πρός τή ροή τών πραγμάτων στή ζωή μας, άς τό πάρουμε απόφαση ότι δέν είναι στό χέρι μας νά τήν αλλάξουμε. "Ας έχουμε, λοιπόν, τή σοφία της προσαρμογής στίς οποίες συνθήκες παραχωρεί ό Θεός. Μόνο έτσι θά είμαστε ειρηνικοί σέ κάθε περίσταση.
Τώρα, λοιπόν, πού αντιμετωπίζετε ένα τόσο μεγάλο πρόβλημα, δέν έχετε παρά νά κάνετε πρώτα-πρώτα υπομονή. Χωρίς υπομονή δέν μπορούμε νά ζήσουμε. Δέν υπήρξε ποτέ άνθρωπος σέ τούτον τόν κόσμο πού νά μήν ύπέμεινε κάτι. Νά τό θυμάστε πάντα καί νά τό επαναλαμβάνετε μέσα σας: "Καί δσοι φαίνονται τρισευτυχισμένοι, ακόμα κι αυτοί υπομένουν, καμιά φορά μάλιστα βάρη δυσβάσταχτα. Γιατί, λοιπόν, νά μήν υπομένω κι εγώ;".

Παράλληλα ψάξτε νά βρείτε κάποιες απασχολήσεις, πού θά σάς προξενούν ψυχική ανάπαυση καί ίκανοποίηση. "Μέ τί ν' ασχοληθώ;", θά μέ ρωτήσετε. Μέ οτιδήποτε, φτάνει νά έχετε πάντα δουλειά. Καί δταν δέν έχετε δουλειά, νά διαβάζετε καλά βιβλία. Ν' αγαπήσετε, επίσης, τή φύση. Σέ κάθε εποχή, ή φύση έχει τις ομορφιές της. Νά τις βρίσκετε καί νά τις απολαμβάνετε. Σ' αυτό κρύβεται ξεχωριστή σοφία. Θέλετε νά είστε σοφή; Κάντε το!

Θά μπορούσατε ακόμα νά γίνετε ένας "καλός άγγελος" γιά δλο τό χωριό: "Οπου υπάρχει φτώχεια, αρρώστια, συμφορά, εκεί νά τρέχετε πρόθυμα, βοηθώντας οσο καί δπως μπορείτε τούς συνανθρώπους σας. Αυτή ή απασχόληση δίνει στήν ψυχή μεγάλη παρηγοριά. Έκτος κι άν είστε μιά σκληρή εγωίστρια. "Αν, ομως, είστε τέτοια, τότε μήν περιμένετε ποτέ ευτυχία, έστω κι άν αποκτήσετε ολο τό χρυσάφι τού κόσμου. Τόν εγωισμό, αυτόν τόν κακοποιό, πρέπει νά τόν θανατώσουμε. Κι άν δέν τόν θανατώσετε εσείς, μόνη σας, τότε θά τό κάνει ό Κύριος, στέλνοντας τό ένα χτύπημα μετά τό άλλο. Καί θά τό κάνει όχι άπό σκληρότητα, μά άπό αγάπη. Γιατί θέλει νά μπείτε στή βασιλεία τών ουρανών, δπου μόνο οί ταπεινοί χωράνε.


Αποφυγή του περισπασμού.

Ό καθένας μας πρέπει νά ρυθμίσει έτσι τή ζωή του, ώστε νά εργάζεται καθημερινά μέσα στά πλαίσια τών δυνατοτήτων του, χωρίς περισπασμούς καί άγχος. "Οταν καταγίνεστε σέ μιά δουλειά, μή βάζετε στό κεφάλι σας άλλες δέκα. Αφοσιωθείτε σ' αυτήν, ώσπου νά τελειώσετε. Καί σάν τελειώσετε, σκεφθείτε τί πρέπει νά κάνετε στή συνέχεια. Τό σκεφθήκατε καλά; Αρχίστε νά εργάζεστε ήρεμα, συγκεντρώνοντας πάλι τήν προσοχή σας στό συγκεκριμένο έργο ώς τήν ολοκλήρωση του.

Σηκωθήκατε τό πρωί άπό τό κρεβάτι καί σταθήκατε στήν ορθρινή προσευχή; "Ας είναι ό νούς σας προσηλωμένος σ' αυτήν. Μήν τόν αφήνετε νά τριγυρίζει έδώ κι εκεί. Μετά τήν προσευχή έχει σειρά τό πρωινό ρόφημα. Ετοιμάστε το καί, μόλις τό πάρετε, ξεκινήστε γιά τή δουλειά σας. "Ετσι νά ενεργείτε πάντα.

Τόν περισπασμό τόν προκαλούν όχι οί πολλές ασχολίες, άλλά ό τρόπος μέ τόν όποιο τις αντιμετωπίζουμε καί τις μεθοδεύουμε -κάνουμε μιά δουλειά καί στό κεφάλι μας στριμώχνονται αναρίθμητες άλλες. "Όλες εκείνες, λοιπόν, να τις διώχνετε και με τη μία ν' ασχολούνται τόσο τα χέρια σας όσο και ό νους σας.

http://fws-xristou.spaces.live.com

Πώς ένας Ρώσος περιηγητής έζησε το 1859 τη Μεγάλη Εβδομάδα στα Μετέωρα, του Α. Ζώη



"Το πρωί άκουσα τον ήχο του ωρολογίου. Η θέα από εδώ ήταν συγκλονιστική. Στο βάθος του ορίζοντα, προς τα νότια του βράχου, απλώνεται η θεσσαλική πεδιάδα και διακρίνεται το κάστρο της Τρίκκης στο λόφο. Αριστερά, περιχυμένο από τις ακτίνες του ήλιου, είναι το βλαχολιβαδικό ύψωμα. Στα δεξιά φαίνονται, σαν ζωγραφιά, τα βουνά των Αγράφων, οι κορυφογραμμές της Πίνδου, ο ελικοειδής Πηνειός και οι Σταγοί (Καλαμπάκα), με τις πολλές μουριές και πιο κοντά οι μαύρες πλαγιές των Μετεώρων". Έτσι περιγράφει ο Ρώσος περιηγητής Porf. Yspenskij (σε μετάφραση του Δημήτρη Δημητρίου, που δημοσιεύεται στον τελευταίο, 57ο τόμο του "Θεσσαλικού Ημερολογίου") το πώς βίωσε ο ίδιος τη Μεγάλη Εβδομάδα σ' έναν τόπο με έντονο θρησκευτική "ταυτότητα".

Του Α. Ζώη για το Αθηναϊκό Πρακτορείο Ειδήσεων

Ο περιηγητής αναφέρεται στη Μεγάλη Παρασκευή και συνεχίζει λέγοντας πως, πίσω από τη μονή, στη βορειοδυτική πλευρά της, όχι και τόσο μακριά από την είσοδο, στη χαράδρα, ανάμεσα σε δύο πλαγιές του λόφου Κουκουλάς, φαίνεται, στο άνοιγμα μιας σπηλιάς, ένα λιθάρι που μοιάζει με λιοντάρι καθισμένο στα πίσω πόδια του και με γερμένο το κεφάλι. Το μέγεθός του είναι τόσο μεγάλο, ώστε, συγκρινόμενο με τα αθηναϊκά μαρμάρινα λιοντάρια, τα οποία μεταφέρθηκαν κάποτε στη Βενετία, τα τελευταία να φαίνονται σαν λιονταράκια. Ο συνοδός του, μάλιστα, περιέγραψε παραστατικά αυτό το ομοίωμα του βασιλιά των ζώων: "Από τη θέση που στέκεται σε κοιτάζει με τέτοιο βλέμμα και, ενώ θα ήθελες να το χαϊδέψεις, τρομάζεις κιόλας".

"Λίγο πιο πέρα από τη σπηλιά του "λιονταριού", στην πλαγιά του Κουκουλά που δεν ονοματίζεται, υπάρχει ένας στενός γκρεμός, ο οποίος σού προξενεί δέος. Όμως, αν κοιτάξεις με προσοχή, θα χαμογελάσεις παρατηρώντας στη βάση του γκρεμού μία σκάλα από βασάλτη που μοιάζει με ανεστραμμένο χωνί, πάνω στο οποίο κάθεται ένα πουλί. Στην απέναντι πλευρά του γκρεμού, υψώνεται, ξέχωρα, μία στενόμακρη πλαγιά του Κουκουλά, η οποία στέφεται από την Μονή της Αγίας Τριάδας", γράφει ο Ρώσος περιηγητής.

Και συνεχίζει: "Η πλαγιά αυτή μοιάζει με μπαταρισμένο πλοίο χωρίς κατάρτια. Από εκεί είδε ξανά τον 'πέτρινο μοναχό' σαν να προσκυνούσε, με λυγισμένα τα γόνατά του, μπροστά από τον λόφο των Αγίων Αποστόλων. Κάποια στιγμή τον είδαν οι μοναχοί της Αγίας Τριάδας και μετά από τους τυπικούς χαιρετισμούς, τον προσκάλεσαν να επισκεφθεί τη μοναστική πολιτεία τους. Τούς υποσχέθηκε ότι θα τούς επισκεφθεί. Οι μοναχοί της Αγίας Τριάδας τράβηξαν επάνω, με το σχοινί, το δίχτυ που ήταν κατεβασμένο στον γκρεμό, και την κρεμασμένη σκάλα και αποσύρθηκαν στα κελιά τους. Αυτός, όμως, παρέμεινε στην ίδια θέση θαυμάζοντας το θέαμα των μετεωρίτικων βράχων και τη χάρη των μονών. Με την πρώτη ματιά πρόβαλλαν, σε μικρή απόσταση, "πυραμίδες", "οβελίσκοι", "κίονες", πλαγιές, σπηλιές, βάραθρα, αιωρούμενα πράσινα δέντρα, "ασπροπέτρινοι άνθρωποι" στους θάμνους, ένας πέτρινος "μοναχός" στο "κενό", "ιεροί πολίτες" στις πλαγιές των βράχων, που ήταν καλυμμένοι μερικοί από βασάλτη".


Ο Ρώσος περιηγητής περιγράφει, επίσης, με γλαφυρά "χρώματα" τον τρόπο που βίωσε το Μεγάλο Σάββατο. "Χθες πέρασα πολύ όμορφα", γράφει. "Η φύση γαλήνευε την ψυχή του, με τις θαυμαστές εικόνες της, αλλά σήμερα τον στεναχώρησε κάποιος άνθρωπος. Μετά τη μεσημβρινή λειτουργία, βγαίνοντας από το καθολικό, ζήτησε άδεια από τον ηγούμενο για να συλλειτουργήσει, με αυτόν και με τους αδελφούς μοναχούς, στην πρωινή και μεσημβρινή λειτουργία της επόμενης ημέρας. Αυτός, όμως, αρνήθηκε να τού δώσει την άδεια, λέγοντάς του, ψυχρά, ότι χωρίς την έγγραφη άδεια του Οικουμενικού Πατριάρχη δεν επιτρέπεται σε κανέναν να λειτουργήσει σε πατριαρχικό και σταυροπηγιακό μοναστήρι. Μάταια του είπε ότι στο Άγιο Όρος, όπου οι εκεί αδελφοί είναι αρκετά φιλόξενοι και ο γέροντάς τους, και τα μοναστήρια είναι επίσης σταυροπηγιακά, τού επέτρεψαν να λειτουργεί νύχτα και μέρα, κι ας μην είχε έγγραφη άδεια από τον Οικουμενικό Πατριάρχη. Όμως, ο ηγούμενος ήταν αμετάπειστος. Στεναχωρήθηκε αρκετά, όχι τόσο για την αυστηρή τυπολατρία που αψηφούσε την αδελφική αγάπη, όσο για τη δική του παράλειψη στο θέμα της άδειας, την οποία θα μπορούσε να λάβει από τον οικουμενικό πατριάρχη Κύριλλο, όταν τον συνάντησε. Τελικά, δεν άφησε τον εαυτό του να παρασυρθεί από αυτήν την κατάσταση. Προσευχήθηκε στο Θεό και ζήτησε τη βοήθειά του για το ιερό έργο του. Ησύχασε και άρχισε να κρατά σημειώσεις από τον κώδικα τον οποίο του είχε δώσει ο επίσκοπος της Τρίκκης", αναφέρεται χαρακτηριστικά στο Θεσσαλικό Ημερολόγιο.

"Η θύρα στο αρχονταρίκι ήταν διάπλατα ανοιχτή για να βλέπουν οι μοναχοί που πηγαινοέρχονταν με τι ασχολούνταν. Πραγματικά, αυτοί κοιτούσαν συχνά μέσα και τον παρακολουθούσαν. Ενώ διάβαζε ή έγραφε, άρχισε να σκέφτεται μήπως οι αδελφοί στη μοναστική πολιτεία τον υποψιάζονταν ως μεταμφιεσμένο κατάσκοπο, επειδή έτυχε τότε να επισκέπτεται την ελεύθερη Ελλάδα ο Ρώσος πρίγκιπας Κωνσταντίνος Νικολάεβιτς και ίσως κι αυτή η αφορμή να έμπαινε ως εμπόδιο για να ιερουργήσει. Τις σκέψεις αυτές τις θεώρησε αστείες και δεν τις πήρε στα σοβαρά" προστίθεται.

Το πρωινό της Κυριακής της Ανάστασης τον Κυρίου



"Η νύχτα ήταν ήρεμη και ζεστή. Στις 11 η ώρα ακούστηκαν τα χτυπήματα και οι ήχοι από το τοκ, το μπίλο, το κλέπαλο και την καμπάνα, που καλούσαν τους μονάχους να ετοιμαστούν για τη λειτουργία. Το τοκ- αναφέρει ο περιηγητής- ήταν φτιαγμένο από ξεραμένο δέντρο, σε μορφή στενόμακρης σανίδας, με στρογγυλό περιτύλιγμα στο κέντρο. Αυτό χτυπούσαν πρώτα-πρώτα. Κάποιος το κρατούσε από το κέντρο στο περιτύλιγμα με την παλάμη του αριστερού χεριού του και με το άλλο χέρι το χτυπούσε με το ξύλινο σφυράκι, στην αρχή αργά, βγάζοντας τρεις απαλούς ήχους: τακ, τακ, τακ. Μετά τα χτυπήματα αυτά συνέχιζαν πιο γρήγορα, μία φορά σιγά και μία δυνατά, με ρυθμό, και στο τέλος τα χτυπήματα γίνονταν με τόση συχνότητα και μαστοριά που του φαίνονταν σαν να ήταν μελωδικά χτυπήματα τύμπανου. Αυτός άκουγε, με μεγάλη ευχαρίστηση, τους ήχους αυτούς και, παίζοντας τη γλώσσα του, προσπαθούσε να μιμηθεί τους ήχους κάπως έτσι: τακ τακά, τακά τακ, τακά τακ, τάκα, τάκα τακ. Οι ήχοι αυτοί του θύμισαν το γρήγορο και ρυθμικό τρέξιμο των ελαφιών, στους Ψαλμούς, τα οποία σπεύδουν να πάνε για να πιουν το νερό της ζωής- οι ψυχές, τα ελάφια, που περιμένουν τη σωτηρία στις πύλες του Θεού, δηλαδή στις εκκλησίες", αναφέρει το σχετικό απόσπασμα του Θεσσαλικού Ημερολογίου.

Και συνεχίζει: "Από αυτόν τον παραλληλισμό τού γεννήθηκε μία σκέψη. Το τοκ κατασκευάσθηκε για να καλεί τους πιστούς για προσκύνημα, ενώ τα γρήγορα χτυπήματα σ' αυτό σημαίνουν την προσπάθεια των πιστών να ακούσουν τα λόγια του Θεού και τις προσευχές. Μετά τα χτυπήματα του τοκ ακούστηκαν βαθείς και κομμένοι ήχοι του ταλάντου: του! του! του! τουτά, τουτά, τουτά, του! του! του! Οι ήχοι αυτοί προέρχονταν από τα χτυπήματα ενός ξύλινου σφυριού πάνω σε μία ξερή και μακριά σανίδα, η οποία κρεμόταν με σχοινιά από το καμπαναριό. Αυτό το τάλαντο, όπως υπέθεσε, ήταν τοποθετημένο εκεί για να ξυπνά τους ράθυμους μονάχους τις νυχτερινές ώρες και να τους παρακινεί να πηγαίνουν στην εκκλησία, ακολουθώντας τα ίχνη των πιστών θεϊκών ελαφιών. Όταν σταμάτησε να χτυπά το τάλαντο, ακούστηκε το σήμαντρο, φτιαγμένο από σίδερο, όχι ιδιαίτερα χοντρό, σε μορφή ημικυκλίου. Κάποιος, χτυπώντας το με το σφυράκι του, έβγαζε λεπτούς και απαλούς "προτρεπτικούς" ήχους: ντιν, ντιν, ντιν, ντιν, ντιν... Τι νόημα είχαν αυτοί οι ήχοι; Μάλλον ότι όλοι στέκονταν στο ναό του Κυρίου και, με απόλυτη ησυχία και ανάταση της ψυχής τους, περιμένοντας την έναρξη της θείας Λειτουργίας".




Η μάχη της Καλαμπάκας το 1854

Πριν από το μεσημέρι, τον επισκέφθηκε ο ηγούμενος. Εξήλθαν από το αρχονταρίκι και πήγαν στο νότιο άκρο της πλαγιάς, πίσω από το καθολικό της μονής. Από εκεί φαίνονταν καλά οι Σταγοί (Καλαμπάκα) και ο Σαλαμπριάς (Πηνειός) με το λιγοστό νερό του. Ο ηγούμενος του έδειξε τη θέση όπου έγινε η μάχη των Ελλήνων με τις τουρκοαραβικές ορδές, τον Απρίλιο του 1854, και άρχισε να τού διηγείται τα γεγονότα ως αυτόπτης μάρτυρας, ως εξής:

"Εννιά χιλιάδες Έλληνες, κάτω από τις οδηγίες του καπετάνιου Χριστόδουλου Χατζηπέτρου, έλεγχαν τους Σταγούς με τους παρακείμενους κήπους και δύο νερόμυλους δίπλα στον Πηνειό. Οι Άραβες πήραν θέση απέναντι από την πόλη, στην αριστερή όχθη του ποταμού, σε τρία ξεχωριστά υψώματα, δίπλα από αυτά. Και οι δύο αντίπαλοι είχαν χαρακώματα. Οι Έλληνες δεν είχαν κανόνια, ενώ οι εχθροί τους, για τρεις συνεχόμενες μέρες, σφυροκοπούσαν με τα κανόνια τους Σταγούς, χωρίς όμως να προκαλούν σημαντικές ζημιές. Όλοι οι κάτοικοι των Σταγών εγκατέλειψαν την πόλη τους με τα υπάρχοντά τους και κρύφτηκαν, άλλοι στα μοναστήρια των Μετεώρων και άλλοι στις ευρύχωρες σπηλιές, ανάμεσα στις πλαγιές της Μονής του Βαρλαάμ και της Μονής του Ρουσάνου.

Μετά τον τριήμερο κανονιοβολισμό και κάποιους πυροβολισμούς από τον εχθρό, ο καπετάνιος Χριστόδουλος αποφάσισε να βγει σε μία ανοιχτή μάχη με τον εχθρό, ο οποίος ήταν διπλάσιος, σχεδόν, σε δύναμη. Αντιλαμβανόμενος ότι έπρεπε να χωρίσει τις δυνάμεις του, συγκέντρωσε πάνω από τον μισό στρατό του στο νερόμυλο που ήταν απέναντι από την λαξευτή πλαγιά της Πίνδου. Με τον τρόπο αυτό απέκοψε την επικοινωνία του εχθρού με τα Τρίκαλα, από τα οποία αυτός εφοδιαζόταν με έμψυχο υλικό. 0 αρχηγός των Τουρκοαράβων, βλέποντας αυτό, απεφάσισε να βγάλει τους Έλληνες από τις θέσεις τους, οι οποίοι καλύπτονταν από τις μουριές. Όλες, όμως, οι επιθέσεις του αποκρούσθηκαν από τους Έλληνες, με αποτέλεσμα ο εχθρός να μην μετράει στις γραμμές του πολλούς θαρραλέους μαχητές. Η αποτυχία και η πείνα ανάγκασαν τους Άραβες στρατιώτες να υποχωρήσουν πίσω από το ποτάμι, το οποίο εκείνη την περίοδο είχε πολύ νερό.



Η υποχώρησή τους, η οποία έμοιαζε με τρεχάλα, ενθουσίασε τους Έλληνες, οι οποίοι, βγάζοντας τα σπαθιά τους, άρχισαν να επιτίθενται, ενωμένοι και κραυγάζοντες, στους εχθρούς οι οποίοι, στον πανικό τους, εγκατέλειψαν έξι κανόνια και πολλούς νεκρούς και τραυματίες. Οι γραμμές των Μουσουλμάνων διασπάστηκαν. Μέσα στο φόβο και στον πανικό τους, έτρεχαν να βρουν προστασία και σωτηρία πίσω από το ποτάμι. Επειδή, όμως, οι Έλληνες τους ακολουθούσαν κατά πόδας, δεν σώθηκαν πολλοί από αυτούς. Πολλοί σκοτώθηκαν και άλλοι, οι περισσότεροι, πνίγηκαν στο ποτάμι. Όμως, στη συνέχεια, οι νικητές δεν κυνήγησαν τους ηττημένους και προτίμησαν να γλεντήσουν τη νίκη τους, αφού χωρίσθηκαν σε διάφορα τμήματα.

0 επίσκοπος των Σταγών Κύριλλος, ο οποίος ευλόγησε νωρίτερα τα όπλα των Ελλήνων για τη μάχη και τέλεσε, αργότερα, δοξολογία για την ανάπαυση των ψυχών εκείνων που έχασαν τη ζωή τους στη μάχη, εξορίσθηκε από τους Τούρκους, αργότερα, στον Άθωνα όπου ζει μέχρι σήμερα [1859].

Όταν οι Έλληνες τελείωσαν τα επινίκια γλέντια τους, ξεκίνησαν για την Τρίκκη. Τους σταμάτησαν, όμως, οι Γάλλοι και οι Άγγλοι διαμεσολαβητές και μετά από λίγες ημέρες επέστρεψαν στην ελεύθερη Ελλάδα".


http://tvxs.gr

Παρασκευή 22 Αυγούστου 2014

Πώς να σ’ ευχαριστήσω;

 

Είδα το φως μέσ’ απ’ τα μάτια σου.

Γνώρισα την στοργή, στην αγκαλιά σου.

Πήρα την πρώτη τροφή από το σώμα σου.

Ένοιωσα το τρυφερό χάδι των χεριών σου.

Με κράτησες στα πρώτα μου βήματα.

Πώς να σ’ ευχαριστήσω μαμά μου;

Μου σιγοψιθύριζες τρυφερά τραγούδια όταν με νανούριζες.

Κρυβόμουν πάνω σου όταν φοβόμουν.

Μου κράταγες το χέρι όταν έγραφα τα πρώτα μου γράμματα.

Έκλαιγες κι εσύ μαζί μου όταν κτυπούσα.

Έπαιζες μαζί μου τις άδειες ώρες μου.

Πώς να σ’ ευχαριστήσω μητέρα μου;

Στο προσκεφάλι μου ξαγρυπνούσες όταν αρρώσταινα.

Φάρμακο ήταν τα δάκρυά σου.

Λιοντάρι γινόσουνα όταν με αδικούσαν.

Με περίσσια αγάπη μου έδειχνες τα λάθη μου.

Με υπομονή καρτερούσες να γυρίσω τα βράδια.

Πώς να σ’ ευχαριστήσω μάνα μου;

Μαζί διαβάζαμε για το σχολείο λες κι εσύ θα έδινες εξετάσεις.

Φωτίσθηκε από χαρά το πρόσωπό σου όταν πήρα το πτυχίο μου.

Γεμάτη περηφάνια με συνόδεψες όταν παρουσιάστηκα στον στρατό.

Με χαρές υποδέχθηκες την κοπέλα που θα γινότανε γυναίκα μου.

Καμάρωνες στην εκκλησιά την μέρα που παντρευόμουν.

Πώς να σ’ ευχαριστήσω μανούλα μου;

Στα χέρια σου πήρες το παιδί μου κι ένοιωσα πως τίποτα δεν άλλαξε από τότε, π’ αγκάλιαζες εμένα.

Τα ίδια τραγούδια του σιγοψιθύρισες, μαζί του έπαιζες όπως και τότε.

Τα μάτια σου γεμάτα ζεστασιά το κοιτούσανε

Τα χείλη σου τα ίδια γλυκά λόγια του λέγανε.

Πώς να σ’ ευχαριστήσω καλή μου μάνα;

Μου λένε πως ρυτίδες αυλάκωσαν το πρόσωπό σου.

Μου λένε πως πιο βαριά σέρνεις τα βήματά σου.

Όμως εγώ όταν σε κοιτώ, αντικρίζω πάντα το ίδιο γλυκό πρόσωπο, αυτό που πρωτόδα όταν άνοιξα τα μάτια μου, βλέπω το ίδιο ανάλαφρο το βάδισμά σου, το ίδιο τρυφερό το χαμόγελό σου.

Έτσι θα σε βλέπω πάντα, γιατί είσαι η μητέρα μου, είσαι αυτή που πάντα θα έχω στην καρδιά μου.



http://trelogiannis.blogspot.com

Τετάρτη 20 Αυγούστου 2014

Ο καλός μεθυσμένος ...



Δεν έχεις πνευματική υγεία, γι' αυτό σκέφτεσαι έτσι. Άν είχες πνευματική υγεία, θά έβλεπες και τά ακάθαρτα καθαρά. Όπως θά έβλεπες τά φρούτα, έτσι θά έβλεπες και τήν κοπριά, γιατί ή κοπριά βοήθησε νά γίνουν τά φρούτα.

Όποιος έχει καλούς λογισμούς, έχει πνευματική υγεία και το κακό το μετατρέπει σε καλό. Θυμάμαι στην Κατοχή, όσα παιδιά είχαν γερό οργανισμό, έτρωγαν μέ όρεξη ένα κομμάτι μπομπότα καί ήταν όλο υγεία. Ένω κάτι πλουσιόπαιδα, παρόλο πού έτρωγαν ψωμί μέ βούτυρο, επειδή δέν είχαν γερό οργανισμό, ήταν φιλάσθενα. Έτσι και στην πνευματική ζωή.
Ένας, άν έχη καλούς λογισμούς, καί νά τον χτυπήσης άδικα, θά πη: "Το επέτρεψε ό Θεός, γιά νά εξοφλήσω παλιά μου σφάλματα, δόξα τω Θεώ!". Ένω ένας άλλος πού δέν έχει καλούς λογισμούς, καί νά πάς νά τον χαϊδέψης, θά νομίζη πώς πάς νά τον χτυπήσης.

Πάρτε παράδειγμα άπό έναν μεθυσμένο. Άν είναι κακός, τά σπάζει όλα επάνω στο μεθύσι. Άν είναι καλός, ή θά κλαίη ή θά συγχωράη. Ένας μεθυσμένος έλεγε: "Χαρίζω άπό έναν κουβά λίρες σε όποιον μέ φθονεί"!

γ.Παΐσιος

η εικονογραφία του «εσταυρωμένου μοναχού» που δέχεται τις προσβολές των εμπαθών λογισμών προέρχεται από μονή της Ρουμανίας


http://misha.pblogs.gr/

Δευτέρα 18 Αυγούστου 2014

Μια ιστορία από το φαρμακείο της ψυχής



Ήταν πολύ περήφανος για τον μοναχογιό του ο κ. Μιχάλης ο φαρμακοποιός. Καλός στα γράμματα από μικρός, φιλομαθής, φιλόδοξος και υπάκουος. Γι αυτό και δεν τα λυπήθηκε τα τόσα χρήματα που ξόδεψε για να τον σπουδάσει έξω. Βλέπετε, εκείνα τα χρόνια ήταν καλύτερα να σπουδάσει κανείς στο εξωτερικό, γι αυτό και δεν νοιάστηκε. Με όλη του την καρδιά κάθε μήνα του έστελνε τα χρειαζούμενα. Και δεν λάθεψε. Ο γιος του τέλειωσε τις σπουδές του στη φαρμακευτική και επέστρεψε στην πατρίδα με το πτυχίο στο χέρι.
Χαρά, δάκρυα ευτυχίας και ένα μεγάλο ευχαριστώ στον Κύριο.
Αυτό το ευχαριστώ ήταν αλλιώτικο.

Κάθε μέρα έστρεφε τα μάτια του έστω και για λίγες στιγμές στην εικόνα του αγκαθοστεφανωμένου Χριστού, αυτή που 30 χρόνια τώρα έστεκε πάνω από τον πάγκο του, μα τώρα το ένοιωθε πιότερο από κάθε άλλη φορά αυτό το ευχαριστώ.
Μπορούσε τώρα να αποσυρθεί ο κ. Μιχάλης και να περιμένει και άλλες χαρές. Ίσως και κανένα εγγονάκι.

Το φαρμακείο του, αυτό που έφτιαξε με πολύ μόχθο και λαχτάρα για προσφορά στους συνανθρώπους του, θα το αναλάμβανε πλέον ο γιος του.
-Μόνο μην ξεχάσεις τούτο παιδί μου, να νοιάζεσαι τον άλλον σαν τον εαυτό σου και τον φτωχό πάντα να τον διευκολύνεις.

-Εντάξει πατέρα μόνο που θα κάνω κάποιες αλλαγές στο φαρμακείο. Έχω κάποιες ιδέες να το κάνουμε πιο σύγχρονο.
-Ό,τι εσύ κρίνεις σωστό, γιε μου, αυτό να κάνεις. Δικό σου είναι τώρα, εσύ αποφασίζεις.
Έτσι κι έγινε.
Μιά καινούρια φωτεινή επιγραφή παραγγέλθηκε, καινούρια ράφια, καινούριο γραφείο και μιά αναπαυτική δερμάτινη πολυθρόνα για τις διανυκτερεύσεις.
Μιά χαρούμενη αναστάτωση επικρατούσε στο φαρμακείο.

Πολύτιμος βοηθός του νέου της ιστορίας μας, ο Ανέστης. Από μικρό παιδί τον είχε πάρει ο πατέρας του βοηθό στο φαρμακείο. Είχε μάθει καλά τη δουλειά και πολλές φορές τον άφηνε στο πόδι του, αλλά και πόσο τον ξεκούραζε έχοντας αναλάβει όλες τις εξωτερικές δουλειές, αποθήκες, ταμεία, φάρμακα σε ηλικιωμένους κατ’ οίκον. Πάντα χαμογελαστός και πρόθυμος.
-Ανέστη, μόλις τελειώσεις με τα ράφια, θέλω να κάνεις ακόμα μιά δουλειά.
Αυτήν την εικόνα του Χριστού, σε παρακαλώ, ξεκρέμασε την και βάλε στη θέση της αυτόν εκεί τον πίνακα που έφερα απ τη Ρώμη.

Σάστισε ο βοηθός.
-Μα, κύριε Δημήτρη, αυτήν την εικόνα ο πατέρας σας την έχει εκεί 30 χρόνια...
Θα στενοχωρηθεί.
-Ο πατέρας δεν έχει πρόβλημα.
Άλλωστε τον άκουσες, είπε να κάνω ό,τι εγώ κρίνω σωστό.
Λοιπόν, αυτά είναι ξεπερασμένα, Ανέστη.
Είπαμε, θα το κάνουμε σύγχρονο το φαρμακείο, αυτά ήταν για πριν 30 χρόνια, αστεία θα λέμε;
Τώρα ο κόσμος έχει προχωρήσει.

Καλά, εσύ που ζεις; Δεν το βλέπεις πώς αλλάξαμε;
Δεν είπε τίποτα ο βοηθός. Ανέβηκε στη σκάλα και με τρεμάμενα χέρια έκανε αυτό που πρόσταξε το νέο αφεντικό.
-Που να τη βάλω, ψέλλισε.
-Βάλ την εκεί, στο κάτω συρτάρι, που δεν το χρησιμοποιούμε.
Έτσι κι έγινε.
Όλα λοιπόν άλλαξαν, έγιναν μοντέρνα.
-Λοιπόν, πατέρα, πως σου φαίνεται; Αγνώριστο δεν έγινε;
-Ναι, γιε μου, είπε ευτυχισμένος ο πατέρας μπαίνοντας στο φαρμακείο, και θέλησε πάλι να ευχαριστήσει «Εκείνον» για όλα, όπως πάντα το συνήθιζε.
Μα δεν Τον βρήκε στη θέση του...

Ένα μελαγχολικό χαμόγελο ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο του, μα μόνο ο Ανέστης το κατάλαβε. Δεν μίλησε, δεν είπε κουβέντα.
Βρήκε μια καλή πρόφαση κι έφυγε πικραμένος για το σπίτι. Εκεί τουλάχιστον, το εικονοστάσι του θα του απάλυνε για λίγο τον πόνο...
Κύλησε ο καιρός. Το φαρμακείο δούλευε καλά και η πελατεία είχε αυξηθεί αρκετά.
Μόνο κάτι τον στενοχωρούσε τον Δημήτρη. Ο πατέρας του σπάνια ερχόταν, όλο κάποια δικαιολογία έβρισκε και δεν ερχόταν.

-Σε ζητούν οι παλιοί σου πελάτες πατέρα, του έλεγε ο Δημήτρης, προσπαθώντας να τον κάνει να έρχεται.
-Έχουν εσένα τώρα, απαντούσε ο κυρ-Μιχάλης με εκείνο το γνωστό πικρό χαμόγελο, που μόνο ο Ανέστης μπορούσε να καταλάβει το τι το γεννούσε.
-Διανυκτέρευση σήμερα Ανέστη, πήγαινε σπίτι σου, θα μείνω εγώ, είπε ο Δημήτρης και κάθισε στην αναπαυτική του πολυθρόνα, αφού πρώτα κλείδωσε την πόρτα.
Έκλεισε για λίγο τα μάτια και προσπάθησε να ξεκουραστεί από τον φόρτο της ημέρας. Αποκοιμήθηκε και μόνο ένας παρατεταμένος χτύπος τον ξύπνησε κάπως απότομα.

Ήταν ένα μικρό κορίτσι, δεν θα ταν πάνω από 12 χρόνων. Ήταν αναστατωμένη, τα μάτια της κλαμένα και μιλούσε βιαστικά.
-Γρήγορα κύριε, η μητέρα μου είναι άρρωστη, πρέπει να της φτιάξετε αυτό το φάρμακο! Να η συνταγή. Μόνο βιαστείτε!
-Ηρέμησε κορίτσι μου, θα κάνω όσο πιο γρήγορα μπορώ. Να ορίστε, έτοιμο!
-Αφήνω τα χρήματα και τρέχω, είπε  το κορίτσι.
-Τα ρέστα σου, μόλις που πρόλαβε να πει ο Δημήτρης, μα το κορίτσι είχε εξαφανιστεί. Τι ήταν κι αυτό, σκέφτηκε κλειδώνοντας την πόρτα. Ευτυχώς που δεν ήταν ο Ανέστης, ήταν δύσκολη η συνταγή.

Στη σκέψη αύτη πάγωσε, και σχεδόν τρέχοντας πήγε στο εργαστήριο.
Η αναπνοή του κόπηκε, μόλις συνειδητοποίησε το λάθος του...
Δεν είχε χρησιμοποιήσει το σωστό μπουκάλι και είχε ρίξει... αλίμονο... δηλητήριο στο φάρμακο!
Βγήκε έξω φωνάζοντας, έτρεξε απεγνωσμένα, μήπως και έβρισκε το κοριτσάκι μα τίποτα...
Ήταν καταδικασμένος. Πάνε τα όνειρα του για τη ζωή, το φαρμακείο.
Τώρα, μιά εφιαλτική σκέψη κυριαρχούσε. Φόνος εξ αμελείας, φυλακή, απόγνωση...
Χριστέ μου, είπε  κι ένιωσε μεγάλη έκπληξη σε αυτή τη φράση. Δεν θυμόταν ποτέ να την είχε ξαναξεστομίσει.

Θυμήθηκε τότε το κάτω συρτάρι...
Σε λίγο αυτός ο σύγχρονος επιστήμων, με τις φρέσκιες ιδέες και τα μεγαλεπήβολα σχέδια, μιλούσε σε μιά εικόνα...
-Χριστέ μου, κάνε ένα θαύμα, σε παρακαλώ, κι εγώ θα σε πιστέψω. Απόδειξε μου ότι υπάρχεις, σε ικετεύω...
Έμεινε εκεί να κοιτά «Εκείνον» και, προσμένοντας απάντηση, τρόμαξε όταν απότομα η πόρτα άνοιξε.
Ήταν πάλι το κοριτσάκι, πιο αναστατωμένο από πριν και κλαίγοντας ασταμάτητα τώρα.
-Τι, τι συνέβη, ρώτησε τρέμοντας ο Δημήτρης. Το... το... πήρε η μητέρα σου το φάρμακο;...
-Όχι κύριε, δεν το πήρε... Εκεί που έτρεχα να της το πάω, σκόνταψα χωρίς να καταλάβω το πώς κι έπεσα. Το μπουκαλάκι μου έσπασε και άλλα χρήματα δεν έχω... Φτιάξτε μου ένα καινούριο και θα σας τα φέρω αύριο, σας το υπόσχομαι!
-Κορίτσι μου, αν ήξερες τι ήταν αυτό που μου είπες!... Δεν θέλω χρήματα, περίμενε, στο φτιάχνω αμέσως, και στρέφοντας το βλέμμα του σ’ «Εκείνον», είπε κι αυτός νοερά ---για πρώτη φορά--- στη ζωή του ένα ευχαριστώ στην αγαπημένη εικόνα του πατέρα του...

Την άλλη μέρα παίρνει τηλέφωνο τον πατέρα του και του λέει:
-Πατέρα, σε περιμένω σήμερα, σου έχω μιά έκπληξη, δεν δέχομαι κουβέντα. Να πάρε και τον Ανέστη.
-Ναι κύριε Μιχάλη, πρέπει να ‘ρθείτε σήμερα, σας περιμένουμε, οπωσδήποτε πρέπει να ‘ρθείτε, εγώ σας παρακαλώ!
Μετά από την επίσκεψη αυτή πικρό χαμόγελο δεν ξαναζωγραφίστηκε στο πρόσωπο του πατέρα. Πλέον δεν περνούσε μέρα χωρίς να περάσει από το φαρμακείο.

Και πάντα μπαίνοντας έλεγε το μεγάλο του ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ κοιτάζοντας με λαχτάρα πάνω από τον αγαπημένο του πάγκο.
Ο γιος του είχε κάνει τόσες αλλαγές- μα άλλη μιά τώρα τελευταία τον έκανε πιο ευτυχισμένο από ποτέ.
Ένα μικρό καντηλάκι φώτιζε πλέον ακοίμητο το άκρως ταπεινό και αγκαθοστεφανωμένο πρόσωπο τού Χριστού.
«Εκείνου» που πάντα έχει το φάρμακο για όλες τις ψυχές...
---------------------------------------------

[Αληθινό περιστατικό από προφορική διήγηση του μακαριστού και πρώτου Μητροπολίτη Νικαίας π. Γεωργίου Παυλίδη. Τα ονόματα δεν είναι τα αληθινά.
Διασκευή: Φιλαγιορείτης από ραδιοφωνική αφήγηση της υπέροχης και αγαπημένης μας παραμυθούς και συγγραφέως κ. Γαλάτειας Γρηγοριάδου Σουρέλη.
Εκπομπή: Κουβεντούλες με την Γαλάτεια, Πειραϊκή Εκκλησία 91.2 fm]

απο μαιλ του αγαπημένου φίλου Παναγιώτη Κακάμπουρα..

Πέμπτη 14 Αυγούστου 2014

Όταν η μαμά έγινε το «παιδί»: Μια ιστορία μαμάς – κόρης που μας συγκλόνισε!




Η αληθινή αγάπη στο μεγαλείο της..

Έχουμε ακούσει πολλές συγκινητικές ιστορίες για μαμάδες και παιδιά. Αυτή όμως μας συγκίνησε όσο τίποτα. Στην ιστορία αυτή οι ρόλοι έχουν αντιστραφεί και τι εννοούμε με αυτό;

Σε ένα ιατρείο εισέρχονται μια μητέρα με μια κόρη. Το δίδυμο αυτό όμως δεν είναι όπως το φανταζόμαστε. Η μαμά έχει γίνει το μωρό και η κόρη έχει πάρει το ρόλο της μάνας. Πως συνέβη αυτό; Η μητέρα πάσχει από Alzheimer και Parkinson.

Το μυαλό της δε λειτουργεί σωστά κι έτσι νομίζει ότι είναι ακόμη μωρό. Ανάγκη της αποτελεί να μην εγκαταλείπει ποτέ την κούκλα της και  να την παίρνει όπου και αν πηγαίνει, ακριβώς όπως κάνουν τα μικρά κοριτσάκια. Aπό την άλλη η κόρη καλείται να την προσέχει και να την φροντίζει σα να είναι εκείνη η μάνα.

Μπαίνοντας, λοιπόν, στο ιατρείο όλα τα βλέμματα στράφηκαν πάνω τους. Δεν είναι και ότι πιο νορμάλ να κρατάει μια ηλικιωμένη μια κουκλίτσα στα χέρια. Και ενώ όλοι πίστευαν ότι η κόρη θα νιώθει ντροπιασμένη, εκείνη κοίταζε με υπερηφάνεια τη μητέρα της να φροντίζει και να παίζει με την κούκλα της. Η εικόνα μαγική.

Η ηλικιωμένη γυναίκα είχε ένα λαμπερό χαμόγελο στα χείλη και έδειχνε να απολαμβάνει τη στιγμή. Χάιδευε την κούκλα, τη φιλούσε και η κόρη της την κοιτούσε χαμογελώντας. Η κόρη της ηλικιωμένης γυναίκας αντιδρούσε σαν να ήταν απολύτως φυσιολογικό αυτό που συνέβαινε. Κανένας ενδοιασμός, καμιά ντροπή.

Όταν φεύγοντας από το ιατρείο ένας κύριος της είπε ότι τη θαυμάζει που είναι τόσο στοργική με τη μητέρα της εκείνη απάντησε: «Aγαπώ τη μητέρα μου, αλλά τώρα καλούμαι να είμαι εγώ η μητέρα της». Ακούγοντας τα λόγια της κόρης της, η ηλικιωμένη γυναίκα την κοίταξε και της χαμογέλασε, σα να κατάλαβε, σα να ένιωσε…

Κάτι τέτοιες ιστορίες μητέρας-κόρης μας συγκινούν αφάνταστα. Είναι τόσο σημαντικό να βλέπεις παιδιά να αγαπάνε με όλη τη δύναμη της ψυχής τους. Μαθήματα ζωής λέγονται αυτές οι ιστορίες..

queen.gr
http://www.radiokalloni.gr/

Τετάρτη 13 Αυγούστου 2014

Ἂν δὲν μοῦ ῾δινες ποίηση Κύριε




Ἂν δὲ μοῦ ῾δινες τὴν ποίηση, Κύριε,
δὲ θἄχα τίποτα γιὰ νὰ ζήσω.
Αὐτὰ τὰ χωράφια δὲ θἆταν δικά μου.
Ἐνῷ τώρα εὐτύχησα νἄχω μηλιές,
νὰ πετάξουνε κλώνους οἱ πέτρες μου,
νὰ γιομίσουν οἱ φοῦχτες μου ἥλιο,
ἡ ἔρημός μου λαό,
τὰ περιβόλια μου ἀηδόνια.

Λοιπόν; Πῶς σοῦ φαίνονται; Εἶδες
τὰ στάχυά μου, Κύριε; Εἶδες τ᾿ ἀμπέλια μου;
Εἶδες τί ὄμορφα ποὺ πέφτει τὸ φῶς
στὶς γαλήνιες κοιλάδες μου;
Κι᾿ ἔχω ἀκόμη καιρό!
Δὲν ξεχέρσωσα ὅλο τὸ χῶρο μου, Κύριε.
Μ᾿ ἀνασκάφτει ὁ πόνος μου κι᾿ ὁ κλῆρος μου μεγαλώνει.
Ἀσωτεύω τὸ γέλιο μου σὰν ψωμὶ ποὺ μοιράζεται.

Ὅμως,
δὲν ξοδεύω τὸν ἥλιό σου ἄδικα.
Δὲν πετῶ οὔτε ψίχουλο ἀπ᾿ ὅ,τι μοῦ δίνεις.
Γιατί σκέφτομαι τὴν ἐρμιὰ καὶ τὶς κατεβασιὲς τοῦ χειμῶνα.
Γιατί θἄρθει τὸ βράδι μου. Γιατί φτάνει ὅπου νἆναι
τὸ βράδι μου, Κύριε, καὶ πρέπει
νἄχω κάμει πρὶν φύγω τὴν καλύβα μου ἐκκλησιὰ
γιὰ τοὺς τσοπάνηδες τῆς ἀγάπης.


Νικηφόρος Βρεττάκος

Σύντομο Βιογραφικό: Γεννήθηκε τὸ 1913 στὶς Κροκεές τῆς Λακωνίας. Ἐγκατέλειψε τὴν Νομικὴ σχολὴ γιὰ νὰ ἀφιερωθεῖ ὁλοκληρωτικά στὴν λογοτεχνία. Ἐξέδωσε περισσότερες ἀπὸ 15 ποιητικὲς συλλογὲς καὶ ἀρκετὰ πεζὰ ἔργα. Στὰ ἔργα του ἐξυμνεῖ ὅσο λίγοι τὴν ἀγάπη, τὴν εἰρήνη, τὸν ἀνθρωπισμὸ καὶ τὸ ἑλληνικὸ πνεῦμα. Τιμήθηκε μεταξύ ἄλλων, τρεῖς φορὲς μὲ τὸ Πρῶτο Κρατικὸ Βραβεῖο Ποίησης, καθώς καὶ μὲ τὸ Ἀριστεῖο Γραμμάτων ἀπὸ τὴν Ἀκαδημία Ἀθηνῶν (1982), τῆς ὁποίας ἔγινε μέλος τὸ 1989. Πέθανε στὴν Ἀθήνα τὸ 1991.

Κύρια ἔργα: Κατεβαίνονταs στὴ σιγὴ τῶν αἰώνων (1933), Εἰκόνες ἀπὸ τὸ ἡλιοβασίλεμα (1939), Ἡ ἡρωϊκή συμφωνία (1944), Ἡ παραμυθένια πολιτεία (1947), Τὸ βιβλίο τῆς Μαργαρίτας (1949), Ὁ Ταῢγετος καὶ ἡ σιωπή (1949), Δύο ἄνθρωποι μιλοῦν γιὰ τὴν εἰρήνη τοῦ κόσμου (1949), Στὸν Ρόμπερτ Ὀπενχάϊμερ (1954), Ἡ μητέρα μου στὴν ἐκκλησία (1957), Βασιλική Δρῦς (1958), Ὁ ἕνας ἀπὸ τοὺς δύο κόσμους (1958), Τὸ βάθος τοῦ κόσμου (1961), Ἐκλογὴ (1966), Ὀδύνη (1969), Ὁδοιπορία (1972), Διαμαρτυρία (1974), Τὸ Ἀπογευματινό Ἡλιοτρόπιο (1976), Ὁ Προμηθέας ἢ τὸ παιχνίδι μιᾶς μέρας (1979), Λειτουργία κάτω ἀπ᾿ τὴν Ἀκρόπολη (1981), Τὰ ποιήματα (1981), Ὁ διακεκριμένος πλανήτης (1983), Συνάντηση μὲ τὴ θάλασσα (1991).

Ὁ Νικηφόρος Βρεττάκος (1912-1991), γράφει ὁ Μιχαὴλ Περάνθης, εἶναι «Ποιητὴς τῆς ἐλεύθερης φαντασίας, ἀφήνεται σὲ λυρικὲς ὀνειροπολήσεις, ἄλλοτε στοὺς κανόνες τῆς μετρικῆς καί, συχνότερα, σὲ ρυθμικὴ διαδοχὴ στίχων. Ἰδιοσυγκρασία εὐαίσθητη, φύση συναισθηματικὴ καὶ γνησίως λυρική, τυλίγει τὰ γραπτά του μὲ μιὰ διάχυση τρυφερότητας, δινοντὰς τοὺς τὸ ἅπλωμα, τὸ γύρισμα καὶ τὴν ἐλαστικότητα τῆς φαντασίας του».

Η προσευχή του Αγίου Ανδρέα δια Χριστόν Σαλόν



για τους άστεγους


Πάτερ, Υιέ και άγιο Πνεύμα, ομόθρονη Τριάς, ομοούσιε και αχώριστε. Σε παρακαλούμε εμείς οι φτωχοί, οι ξένοι, οι γυμνοί και ταλαίπωροι, που για την αγάπη Σου δεν έχουμε σ’αυτή τη ζωή «που την κεφαλήν κλίναι» κάμπτουμε τα γόνατα της ψυχής και του σώματος, της καρδιάς και του πνεύματος, και δεόμεθα και σε παρακαλούμε και σε ικετεύουμε ύψιστε Θεέ, το μέγα όνομα Σαβαώθ. «Κλίνον το ούς σου» αγαθέ και άγιε Δέσποτα, πλαστουργέ, ποιητά, παντοκράτορ, και δέξου με ευμένεια την ικετέρια προσευχή και ταπεινή δέησή μας και καταξίωσέ μας ν’ αγιασθούμε με τη δύναμή Σου και τ’ονομά Σου οικτίρμον, ελεήμον, μακρόθυμε και πολυέλεε Κύριε. Δείξε συμπάθεια στα παραπτώματά που κάναμε είτε με λόγο είτε με έργο είτε με τη διάνοια. Σε παρακαλούμε εύσπλαγχνε, μη μας καταισχύνεις και μη μας απορρίψεις απο το προσωπό Σου εσύ, που απ’την υπερβολική Σου αγάπη κάμπτεσαι στις προσευχές όσων σε αγαπούν.



http://www.gerontas.com

η αγάπη Του , ό,τι το νερό τής θάλασσας για τα ψάρια ......




......Όλη η φύση είναι ευσπλαγχνία αλλά μόνο ο ησυχαστής μοναχός βιώνει αυτή την αγάπη ολοκληρωτικά. Η αγάπη τού Θεού μας περικυκλώνει. Η αγάπη Του είναι το νερό που πίνουμε, ο αέρας που αναπνέουμε, και το φώς που βλέπουμε. Όλα τα φυσικά φαινόμενα είναι διαφορετικές υλικές μορφές της αγάπης τού Θεού.Κινούμαστε  μέσα στην αγάπη Του , όπως το ψάρι μέσα στο νερό.
Και είμαστε τόσο κοντά Του , τόσο τυλιγμένοι από την αγάπη Του, τόσο τυλιγμένοι από την αγάπη Του και λουσμένοι στις δωρεές Του (εμείς οι ίδιοι είμαστε μια δωρεά Του) που δεν το συνειδητοποιούμε χάνοντας την προοπτική μας.
Η αγάπη Του μας περιτριγυρίζει , αλλά την αισθανόμαστε όσο αισθανόμαστε και την πίεση που ασκεί η ατμόσφαιρα πάνω μας.......

Ερνέστο Καρντενάλ  «Αγάπη, η χαραμάδα της αιωνιότητας»,
(εκδ.Εν Πλώ, μτφ Β.Αργυριάδης, σελ 48. η εικόνα είναι το εξώφυλλο της κορεάτικης έκδοσης του διάσημου βιβλίου του Ερνέστο Καρντενάλ «Τhe Gospel of Solentiname" το οποίο κυκλοφορεί στα ελληνικά με τον τίτλο «Το Ευαγγέλιο της Επανάστασης των Σαντινίστας»)
(σελ 48)

http://misha.pblogs.gr/

Το μυστήριο της αγάπης



Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο στον κόσμο από το να αγαπάς τον Θεό και τον πλησίον σου. Σ`αυτό η ψυχή βρίσκει την ειρήνη και τη χαρά. Η αγάπη του Θεού και η γλυκύτητα του Αγίου Πνεύματος σε κάνουν να ξεχνάς ολοκληρωτικά τη γη. Όταν ο νους είναι αφοσιωμένος στον Θεό, ξεχνά τον κόσμο. Αυτός που γνώρισε την αγάπη του Θεού, αγαπά όλο τον κόσμο.

Μην κρίνεις τους άλλους, διότι συμβαίνει συχνά κάποιος να κατηγορεί κάποιον άλλο χωρίς να τον γνωρίζει, χωρίς να γνωρίζει πώς μπορεί η ψυχή του να είναι όμοια με τους αγγέλους.

Όσο μεγαλύτερη είναι η αγάπη, τόσο πιο μεγάλες είναι οι θλίψεις και τα βάσανα της ψυχής. Όσο πιο ολοκληρωμένη είναι η αγάπη τόσο πιο ολοκληρωμένη είναι και η γνώση του Θεού. Όσο πιο φλογερή είναι η αγάπη, τόσο δυνατότερη είναι η προσευχή. Όσο πιο τέλεια είναι η αγάπη, τόσο αγιότερη είναι η ζωή.

Άγιος Σιλουανός ο Αθωνίτης


Δευτέρα 11 Αυγούστου 2014

Παρατηρητής εγωκεντρισμού.............


Ο πίνακας είναι του Καρλ Λάρσον και επιγράφεται «Αυτοεξέταση» 

Κάθε που έρχεται το βράδυ , στο τέλος κάθε μέρας , υπάρχει άραγε κανείς από μάς που να μπορεί πραγματικά να ισχυριστεί ότι έκανε ό,τι περνούσε από το χέρι του , ή ότι ενεργοποίησε όλες τις ικανότητές του;

Μπορεί άραγε να ισχυριστεί κανείς ότι οι σκέψεις και τα συναισθήματά του είχαν άμεπτη καθαρότητα ; Ότι δεν αμέλησε καμιά δραστηριότητα που μπορούσε και όφειλε να εκπληρώσει , και ότι ούτε μία από τις πράξεις του δεν στιγματίστηκε από κάποια ατέλεια ;

Ποιός είναι σε θέση να υποστηρίξει ότι οι σκέψεις του δεν είναι συγκεχυμένες , ότι η καρδιά του δεν είναι σκοτισμένη , ότι θέλησή του δεν αμφιταλαντεύεται , ότι η συμπεριφορά του και οι επιθυμίες του δεν χαρακτηρίζονται από αχρειότητα ; . . . " . .

Ποιός άραγε απ΄ όλους εμάς μπορεί να ισχυριστεί τα πιό πάνω ; . . .

Ο καθένας μας , υπό το βάρος και την σκιά των δικών του παθών και αδυναμιών , πορευόμαστε στη ζωή .

Η αυτοκριτική μας , στο τέλος κάθε μέρας , η συνειδητοποίηση των λαθών και των αμαρτιών μας , θα μας οδηγήσουν στην μετάνοια , σ΄ αυτό το δώρο που διψασμένα ζητά η ψυχή μας , για να μπορέσει ν΄ ανθίσει σαν ρόδο , για να μπορέσει να οδεύσει ανάλαφρα για να μπορέσει να συναντήσει , σαν έρθει η ώρα Τον Δημιουργό της . . .

( από το βιβλίο « Το Μυστήριο της ίασης » , του Μητροπολίτη Anthony Bloom , εκδόσεις «Εν πλω». )

http://misha.pblogs.gr/

Μοναχή Ευπραξία υποτακτική του Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστού





Ήταν παντρεμένη και είχε ένα παιδί τον Ιωάννη, τον οποίο άφησε μικρό και τελείως πτωχό στην μητέρα της για τον έρωτα του Χριστού.

Υπήρξε ευκατάστατη, είχε 4 σπίτια στην Κωνσταντινούπολη και θείο Αρχιμανδρίτη από τον οποίο κληρονόμησε Αγια Λείψανα που τα διαμοιράστηκαν αργότερα οι πατέρες της συνοδείας του Γέροντος Ιωσήφ.

Όταν ήλθαν στην Ελλάδα, μαζεύτηκαν και άλλες γυναίκες που είχαν μεγάλο ζήλο για τον Μοναχισμό και την ευχή και υπό την καθοδήγηση του Γέροντος Ιωσήφ έκαναν Μοναστήρι κυρίως από τα χρήματα της Γεροντίσσης Ευπραξίας αλλά και από άλλες στα μέρη της Θράκης (μεταξύ Ξάνθης και Κομοτηνής). Δυστυχώς υπήρχε μεταξύ τους αντιζηλία, φιλονικίες κτλ. και έβγαινε κάθε τόσο από το Άγιον Όρος ο Γέρων Ιωσήφ και τις βοηθούσε. Οι έξοδοι αυτές από το Όρος ήταν η αιτία να στενοχωριέται και να θλίβεται ο πατήρ Αρσένιος, διότι έπρεπε να βγαίνη και αυτός μαζί του και δεν ήθελε. Ήσαν «συμφωνηταί» – τους είχε διαβάσει Ιερέας – και δεν είχαν ευλογία να χωρίσουν ούτε ένα 24ωρο.

Αυτά έγιναν – δηλαδή το κτίσιμο της Μονής – μετά τα 8 χρόνια του πειρασμού του Γέροντος, όταν πια ήταν τελείως απαθής, σαν μικρό παιδί.

Οι Ιερείς όμως της ενορίας, κατηγόρησαν το Γέροντα για πολλά και μεταξύ αυτών και για ηθικά ζητήματα και του έκαναν δίκη, στην οποία δεν παρουσιάστηκε ο Γέροντας. Εν τω μεταξύ και ο κόσμος από απλότητα έκαναν υπερβολές π.χ. όταν τον έβλεπαν έλεγαν «ο Χριστός, ο Χριστός!» καθ’ όσον είχε γκριζογάλανα μάτια και ξανθά γενάκια κ.τ.λ.

Όταν κατάλαβε ο Γέροντας ότι δεν υπάρχει ωφέλεια, δεν ξαναπήγε στο Μοναστήρι. Αυτό συνέβη γύρω στο 1938. Οι αδελφές, μια γιατί δεν πήγαινε ο Γέροντας, μια γιατί τις κυνηγούσαν οι ιερείς της ενορίας, διαλύθηκαν. Όλες όμως κρατούσαν γερά στην Μοναχική παράδοση. Πολλές από αυτές αγίασαν. Δύο πήγαν στην Μονή της Παναγίας της Πευκοβουνογιατρίσσης στην Κερατέα (Ευφροσύνη, Φεβρωνία), άλλη ήταν η ΚλαιοΜαρία του Περισσού. Η Γερόντισσα Ευπραξία πήγε στη Θεσσαλονίκη και έμενε πολύ φτωχικά σε ένα καμαράκι με χώμα στο πάτωμα (κοντά στον Προφήτη Ηλία), μαζί με την μάνα της, στην αυλή του σπιτιού του αδελφού της.

Ο Γέρων Ιωσήφ, επειδή την είδε ότι ήταν γερή στην ευχή, της έδωσε εντολή να κλειστή μέσα και της έδωσε ησυχαστικό τυπικό, να ασχοληθή μόνο με την «ευχή». Να μην βγαίνη, να μην έχη φιλίες.

Στην ερώτησή της για το πως θα διαιτάται εκείνος της απάντησε: «Εγώ θα σε φροντίσω, θα σου στέλνω τα προς χρείαν, μόνο εσύ να καθήσης μέσα… Αν χρειαστή κοσμικά ρούχα θα φορέσω και θα βγώ στον κόσμο να δουλέψω για να σου στέλνω». Και πράγματι της έστελνε. Αυτή κλείστηκε μέσα, δεν την γνώριζε σχεδόν κανείς. Εκκλησιαζόταν αλλά στην Ενορία δεν είχε κουβέντες και γνωριμίες. Έκανε πως δεν ήξερε καλά τη γλώσσα και έτσι απέφευγε. Λίγο πιο πέρα από το καλυβάκι της ήταν άλλο καλυβάκι και εκεί πήγαινε. Έκλεινε τα εξώφυλλα των παραθύρων για να είναι σκοτεινά και έλεγε την ευχή. Για όσους την γνώρισαν ήταν ο αββάς Ισαάκ στην πράξη. Ζούσε με απόλυτη πτωχεία στην ησυχία. Υπήρξε πολύ αγωνίστρια και κατανυκτική. Πληροφορίες γι’ αυτήν πήραμε από το Ιερόν Κοινόβιο «Ευαγγελισμός της Θεοτόκου» Οινουσσών Χίου.
Στο παράρτημα δημοσιεύουμε αποσπάσματα από επιστολές της οσίας μητρός προς κάποιον ιερομόναχο.

Αποσπάσματα από αλληλογραφία της Γεροντίσσης Εύπραξίας του Ιωσήφ προς Ιερομόναχο τινά

Διαβάζοντας κανείς γεύεται τη γλύκα της κατανυκτικής της καρδιάς…

«…Ο Θεός Τατλή Ιησούς μας, Παναγία Θεοτόκος μας, Μητέρα μας να γίνη, να προστατεύη πάντοτε, να φυλάγη, μέσα στην καρδιά σου να καθίση. Κάθε λεπτό να του πής. Τατλή Ιησούμ! άχ Τατλή Ιησούμ, τατλή Βασιλέμ. Θεοτόκος μας να το πής. Να κλαις από τη φωτιά στην καρδιά σου, την αγάπη σου στο Χριστό μας, ν’ ανάψη μέσα σου. Αχ, άχ, άχ κάθε αναπνοή σου. Αμάν. Εγώ αμαρτωλή εύχομαι νύκτα – ημέρα με θερμά δάκρυα. Είμαι υποχρεωμένη, είμαι φορτωμένη. Πως να το δώσω τον Θεόν λόγια. Ελεημοσύνη τρώγω. Κλαίω άχ, άχ πολύ παρακαλώ, να μή λησμονάς το όνομά μου να μνημονεύης. Εάν ακούσης πέθανε Ευπραξία, ένα 40λείτουργο να κάμνης, θα με πάρης από την κόλαση. Είμαι στον κόζμο κολαζμένη. Δεν είμαι άκξια να πάγω Παράδεισος. Το δικό σας προσευχή, ευσπλαχνία του Τατλή Ιησού μας ελπίζω».

«…Τατλή Ιησού μας να έλθη (στην) καρδιά σου ν’ ανάπψη μέσα σου, να γίνης φως, να καταλάβης Τατλή Ιησού μας… που κάμνεις προσευχή με το κομβοσχοίνιον «Κύριε, Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησον ημάς». Αυτά να λες να εύρης γλύκα (απόγλυκα) να κλαις νύκτα ημέρα, όλο το σώμα ν’ αγιάζης, να καταλάβης εάν τατλή Ιησού μας έρχεται καρδιά σου, αυτή γίνι (γίνεται), το σώμα γίνι (γίνεται) σαν λάστιχο. Βγαίνει κοζμικό σώμα, έρχεται άγιο σώμα. Το σώμα λέγει, δουλεύει σαν το ωρολόγιον. Κύριε Ιησού μου, Χριστέ μου, Υιέ του Θεού ελέησον ημάς, λέγει μέσα σου. Όλο το σώμα δε σταματάγει. Αυτά τα κερδίζεις με σιωπή, σκοτεινά, ούτε φως να γίνη. Σκέπασε (με) το κουκούλιον το πρόσωπόν σου να πής την ευχή. Το σώμα αγιάζει, νεκρό γίνεται.

Τότε να ιδής τι εστάνη (αισθάνεσαι), τον άγιο Γέροντά μας. Προσευχή να βοηθήση να κατοίκηση μέσα στον Τατλή Ιησούς μας. Αμήν.

Εγώ αμαρτωλή εύχομαι χρυσό παιδάκι μου… να γίνη μέσα σου φως. Ο πειραζμός να φοβηθή κοντά σου, να μην έλθη να κάπψη (να καή).

Εγώ έδωσα ο Θεός πλούτον, και εγώ τον Θεόν αγάπη έδωσα, τον Θεόν υπακουγή τον Γέροντα μου.

Άγιος Γέροντας μου έταξε. Μη φοβάσαι, εγώ θα (σε) κοιτάξω. Θα φορέσω κοζμικά ρούχα, θα δουλέψω να σε κοιτάξω. Που είναι; Από μένα πρώτα πέθανε. Άγιασε….

Έως τώρα ο Θεός δε με άφησε, αλλά πολλά υπόφερα από τον αγώνα. Τώρα γραία είμαι, άρρωστη είμαι, βροχικό άσθμα έχω.

[Τατλη Ιησουμ = γλυκύς Ιησούς]

Δωρεάν πολλά (μου) έδωσε ο Θεός. Ολόκληρο το σώμα μου λέγει (την) ευχή. Από την γλύκα της ευχής ανάβει μέσα μου. άχ, άχ, άχ Τατλή Ιησούμ κλαίω, δε μπορώ, πάρτο ψυχή μου, πάρτο, κλαίω δεν είμαι άξια να πώ την ευχή, κλαίω.

Πηγή: Ιερομονάχου Δημητρίου Καββαδία «Μοναζουσών Σύναξις», θαυμαστόν γυναικείον γεροντικόν του εικοστού αιώνος, Αθήνα 2005

 http://www.pemptousia.gr