Σελίδες

Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2015

Η μετάλλαξη των πεποιθήσεων, Ντοστογιέβσκη

-->

«Στην Σιβηρία η τέραστια εσωτερική διεργασία του συγγραφέα, από τον οποίο στέρησαν την πένα και το χαρτί, ούτε για μια στιγμή δεν σταμάτησε. Αργά, πολυ αργά, όλες οι πρώτες ιδεολογικές προτιμήσεις υποβάλλονταν σε μια αυστηρή επανεκτίμηση. Υπό τον ήχο των τραγουδιών των συλληφθέντων και την κλαγγή των αλυσίδων διεξαγόταν η βαθιά επανεξέταση από το πρώην μέλος του κύκλου του Πετρασέφσκι όλων των πεποιθήσεων της νιότης. «Θα μου ήταν πολύ δύσκολο να διηγηθώ την ιστορία αναγέννησης των πεποιθήσεων μου», έγραψε το 1783 ο Ντοστογιέβσκη, έχοντας υπόψη του την μετάβαση από τον ουτοπιστικό σοσιαλισμό της δεκαετίας του 1840 στις πεποιθήσεις της περιόδου μετά την αποφυλάκιση του από το κάτεργο.Παρ'όλα αυτά όμως άφησε ορισμένες αυθεντικές υποδείξεις για τον μελλοντικό ερευνητή της ζωής του. Γνωρίζουμε, σύμφωνα με τις προσωπικές του παραδοχές, ότι κατά την διάρκεια των τεσσάρων ετών εγκλεισμού του στην φυλακή του Όμσκ, επανεξέτασε όλη την προηγούμενη ζωή του, υπέβαλε τον εαυτό του στην δοκιμασία της αυστηρής κρίσης και ριζικά αναθεώρησε την προηγούμενη κοσμοθεωρία του. Την διαδικασία αυτή θα μπορούσαμε να την χαρακτηρίσουμε ως δίκη κατά του εαυτού του σε συνθήκες υπόγειες, σε πλήρη αποξένωση από την κοινωνία, σε πλήρη πνευματική μοναξιά. Σύντομα έγραψε:


«Μόνος πνευματικά, επανεξέτασα όλη την προηγούμενη ζωή μου, εξέτασα ακόμη και την παραμικρή λεπτομέρεια, σκέφτηκα καλά το παρελθόν μου, έκρινα τον εαυτό μου ανελέητα και αυστηρά, και μάλιστα ορισμένες στιγμές ευγνωμονούσα την μοίρα επειδή μου χάρισε αυτή την μοναξιά, δίχως την οποία δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί αυτή η δική του εαυτού μου, ούτε και η αναθεώρηση της προηγούμενης ζωής μου».

Ιδιαίτερα δύσκολα βίωσε ο συγγραφέας την αλλοτρίωση από το λαό, έτσι όπως την έζησε στο κάτεργο. Αυτή έπρεπε να ξεπεραστεί οπωσδήποτε. Την αναγκαιότητα αυτή την συνειδητοποίησε όχι απλά ο κατάδικος δεύτερης κατηγορίας, αλλά ο συγγραφέας του Φτωχό-κοσμου. Ο Ντοστογιέβσκη αντιλήφθηκε ότι θα μπορούσε να πετύχει τον στόχο του μέσω της άρνησης των σοσιαλιστικών του πεποιθήσεων, οι οποίες τώρα πλέουν του φαίνονται αντιλαϊκές, κοσμοπολίτικες και μή ρώσικες. Πίστεψε πως οι θρησκευτικές του πεποιθήσεις των δουλοπάροικων χωρικών και η Ορθόδοξη λατρεία που ακολουθούσαν αποκαλύπτουν στον χθεσινό οπαδό του Φουριέ τον μοναδικό δρόμο πρός τις λαϊκές ρίζες, δηλαδή προς την πρώιμη κοσμοαντίληψη του Ντοστογιέβσκη-πρός τις παραδόσεις της αρχαίας Μόσχας, πρός το «γόνιμο έδαφος», πρός τις πατριαρχικές δοξασίες της οικογένειας του-«πρός όλα εκείνα που ήταν ρωσικά κι ευλογημένα». [...]

«Οι σκέψεις και οι πεποιθήσεις αλλάζουν, αλλάζει ολόκληρος ο άνθρωπος», έγραφε ο Ντοστογιέβσκη στις 24 Μαρτίου 1856. Στα λόγια αυτά ακούγεται η θλίψη. Είναι ο πόνος του αποχωρισμού από τις πεποιθήσεις της νιότης, από την πίστη στην απελευθέρωση της ανθρωπότητας από τα δεσμά του αυταρχικού παρελθόντος, και από την ευγενική αντίληψη για τον προορισμό του καλλιτέχνη-να καλεί και να οδηγεί τις γενιές στην αναμόρφωση του κόσμου, στην αλήθεια και τη δικαιοσύνη. Ο δρόμος της επιστροφής στο παρελθόν έκλεισε οριστικά. Υπήρχε μόνο η νέα αναγκαιότητα οικοδόμησης καινούργιων ιδανικών, και για τους ανθρώπους της πνευματικής ιδιοσυγκρασίας του Ντοστογιέβσκη αυτό σήμαινε: ιδανικά αντίθετα με τα προηγούμενα. Με την συνήθη ανελέητη ειλικρίνεια του παραδέχτηκε ότι άλλαξε τις προηγούμενες πεποιθήσεις του (στην επιστολή πρός τον Α.Ν.Μάικοφ από 2/8/1868). Αποτέλεσμα των προβληματισμών του στο κάτεργο ήταν και η επιστολή του Ντοστογιέβκση πρός την σύζυγο του Δεκεμβριστή Ν. Ντ. Φονβίζιν αμέσως μετά την αποφυλάκιση του:

«Θα σας μιλήσω για μένα, λέγοντας πως είμαι παιδί του αιώνα μου, παιδί της αθεϊας και της αμφισβήτησης μέχρι σήμερα και μάλιστα (αυτό το γνωρίζω καλά) μέχρι τον τάφο. Πόσα τρομερά βάσανα άξιζε και αξίζει αυτή η δίψα μου για πίστη, η οποία τώρα πια ολοένα και μεγαλώνει μέσα στην ψυχή μου, ολοένα, και με οδηγεί σε αντίθετα συμπεράσματα». [...]

Τίθεται το ερώτημα: πότε βίωσε την θρησκευτική του κρίση;

Θέλουμε να πιστεύουμε ότι για τον Ντοστογιέβσκη η κρίσιμη στιγμή ήταν η θανατική καταδίκη της 22 Δεκεμβρίου 1849. Ήταν μια πλήρης εσωτερική ανατροπή, για την οποία ο ίδιος έγραψε πολλές φορές. «Εκείνο το κεφάλι το οποίο το οποίο δημιουργούσε, ζούσε την ανώτερη ζωή της τέχνης, το οποίο συνειδητοποιούσε και ικανοποιούσε τις ανώτερες ανάγκες του πνεύματος, εκείνο το κεφάλι έχει ήδη κοπεί από τους ώμους μου», ανακοίνωνε στον αδελφό του την ημέρα της εικονικής εκτέλεσης. Μετά από είκοσι χρόνια, περιγράφοντας αυτή την τελετή, θυμόταν το σταυρό, τον οποίο συχνά και μάλιστα «ανά πάσα στιγμή» έφερνε στα χείλη του ο ιερέας, ο μελλοθάνατος «βιαζόταν να τον φιλήσει, σαν να ήθελε να έχει κάτι εφεδρικό, κάτι, όπως λέμε, για καλό και για κακό. Αμφιβάλλω όμως αν τη στιγμή εκείνη ένιωθε κάποιο βαθύτερο θρησκευτικό συναίσθημα». Η στιγμή μιας τέτοιας τρομερής δοκιμασίας της πίστης άλλαξε τον Ντοστογιέβσκη. [...] Στις 23 Ιανουαρίου 1854 τελείωσε η ποινή των καταναγκαστικών έργων του Ντοστογιέβσκη. Τον Φεβρουάριο θα άφηνε πίσω του για πάντα το κάτεργο του Όμσκ».

Ντοστογιέβσκη-Βιογραφία

Εκδόσεις «Αρμός»




 http://monopatia-pou-diastavronontai.blogspot.gr

Γιατί δεν τιμωρεί ο Θεός τους ασεβείς;





Απόσπασμα ομιλίας, περί Μετάνοιας 

«Ο σκοπός του Θεού, που δείχνει μακροθυμία για τους αμαρτωλούς, είναι διπλός με στόχο τη σωτηρία · επιδιώκει τη σωτηρία αυτών αφού πρώτα μετανοήσουν, και επιφυλάσσει την ευεργεσία  για τους απογόνους τους που πρόκειται να ζήσουν ενάρετα. Και για να επαναλάβω το λόγο, ο Θεός μακροθυμεί, ώστε και εκείνος που αμαρτάνει να μετανοήσει, και να μη αποκλείσει τη σωτηρία των τέκνων τους. Γιατί, κι αν ακόμη αυτός που αμαρτάνει δεν πρόκειται να μετανοήσει, ευσπλαχνίζεται πολλές φορές τη ρίζα, για να φυλάξει τους καρπούς · πολλές φορές μάλιστα, όπως είπα προηγουμένως, μεταβάλλει και την ίδια την ρίζα · όταν όμως εκείνη περιπέσει σε πλήρη κακία, ο Θεός αναβάλλει προς ωφέλεια την τιμωρία, περιμένοντας τη σωτηρία εκείνων που μετανοούν · και άκουε πως. 

Ο πατέρας του Αβραάμ Θάρα ήταν προσκυνητής των ειδώλων, αλλά δεν τιμώρησε εδώ την ασέβεια του και πολύ σωστά. Γιατί, εάν προλάβαινε ο Θεός και έκοβε τη ρίζα, από που θα βλάσταινε ο τόσος μεγάλος καρπός της πίστεως; Τι υπάρχει πιο μοχθηρό από τον Ησαύ; [...] Εάν λοιπόν ήταν πόρνος και αδελφοκτόνος και βέβηλος και μισημένος, γιατί δεν αφανίζεται; γιατί δεν εξολοθρεύεται; γιατί δεν δέχεται αμέσως την κατάλληλη τιμωρία; Γιατί; Καλό είναι να πούμε και την αιτία. Εάν εξολοθρευόταν, θα έχανε ο κόσμος μέγιστο καρπό δικαιοσύνης και άκουε ποιον. «Ο Ησαύ γέννησε τον Ραγουήλ, ο Ραγουήλ τον Ζαρά, ο Ζαρά τον Ιώβ» (Γεν.36) Βλέπεις πόσο μεγάλο άνθος υπομονής θα εξαφανιζόταν, εάν επενέβαινε ο Θεός και τιμωρούσε τη ρίζα;

Σ'όλα τα πράγματα λοιπόν ν'αποδέχεσαι αυτή τη θεωρία. Γι'αυτό δείχνει μακροθυμία προς τους Αιγυπτίους που ήταν βλάσφημοι αφάνταστα, για χάρη των Εκκλησιών που ανθούν τώρα στην Αίγυπτο, για χάρη των μοναστηριών και εκείνων που προτίμησαν τον αγγελικό βίο. Γιατί, όπως λένε οι γνώστες των κοινών νόμων και όπως προστάζουν οι νόμοι των Ρωμαίων, την έγκυο γυναίκα, αν κάποτε πέσει σε παράπτωμα που τιμωρείται με θάνατο, να μη θανατώνεται προηγουμένως, προτού γεννήσει αυτό που κυοφορεί · και πολύ σωστά · γιατί δεν έκριναν δίκαιο, εκείνοι που νομοθέτησαν ορθά τους νόμους, να εξαφανισθεί μαζί με την αμαρτωλή και το αναμάρτητο. 

Εάν οι ανθρώπινοι νόμοι δείχνουν ευσπλαχνία για εκείνους που δεν έπραξαν κανένα αμάρτημα, δεν είναι πολύ περισσότερο εύλογο να φυλάξει ο Θεός τη ρίζα, επιφυλάσσοντας την ευεργεσία από τη μετάνοια για καρπούς; Θεώρησε λοιπόν σε παρακαλώ την ευεργεσία από τη μετάνοια και για εκείνους που αμαρτάνουν · γιατί και γι'αυτούς ισχύει ο ίδιος λόγος φιλανθρωπίας Αν προλάβαινε η τιμωρία τη διόρθωση, ο κόσμος θα χανόταν και θα καταστραφόταν εντελώς · αν ήταν ταχύς ο Θεός για τιμωρία δεν θα αποκτούσε η Εκκλησία τον Παύλο, δεν θα κέρδιζε αυτόν τον τέτοιο και τόσο μεγάλο άνδρα. Γι'αυτό λοιπόν παράβλεπε τις βλασφημίες του, για να μας δείξει τον μετανοούντα. Η μακροθυμία του Θεού έκαμε τον διώκτη κήρυκα · η μακροθυμία του Θεού μετέβαλε τον λύκο σε ποιμένα· η μακροθυμία του Θεού έκαμε τον τελώνη ευαγγελιστή· η μακροθυμία του Θεού ελέησε όλους εμάς, μας μετέβαλε όλους, μας μετέστρεψε όλους...Ο Θεός είναι αγαθός προς όλους, ιδιαίτερα όμως δείχνει τη μακροθυμία του προς εκείνους που αμαρτάνουν».

Ι.Χρυσόστομος, ΕΠΕ 30



 http://monopatia-pou-diastavronontai.blogspot.gr

Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2015

Η πρώτη αλησμόνητη συνάντηση του Γέροντος Σωφρονίου Σαχάρωφ με τον Άγιο Σιλουανό τον Αθωνίτη…






Ο Γέροντας Σωφρόνιος (1896–1993), έζησε περίπου πέντε χρόνια (Φθινόπωρο του 1925 – Πάσχα του 1930) στην Μονή του Αγίου Παντελεήμονος, πριν ακόμη γνωρίσει προσωπικά τον Άγιο Σιλουανό (1866–1938). Ο Γέροντας, χειροτονήθηκε διάκονος το 1930. Και, κάθε φορά που έβγαινε να θυμιάσει τους μοναχούς, αισθανόταν δέος και ντροπή, όταν περνούσε μπροστά από τον Άγιο. Μέχρι τότε όμως δεν έτυχε να συνομιλήσει μαζί του. Λίγο χρόνο μετά την χειροτονία του, ήλθε να τον επισκεφθεί ο ερημίτης μοναχός π. Βλαδίμηρος, με τον οποίον συζήτησαν διάφορα πνευματικά θέματα. Κατανυγμένος από την συζήτηση και από την όλη πνευματική ατμόσφαιρα της συνομιλίας, ο π. Βλαδίμηρος, απευθύνει ξαφνικά το ερώτημα στον τότε νεαρό ιεροδιάκονο:

–«Πάτερ Σωφρόνιε, πες μου ένα λόγο για την σωτηρία της ψυχής μου· πώς μπορώ να σωθώ;».
Την αφήγηση για την συνέχεια του λόγου την αφήνουμε εξ ολοκλήρου στον μακαριστό Γέροντα Σωφρόνιο: «Η συνάντησή μου με τον Γέροντα Σιλουανό, συνέβη ως εξής: Ήμουν πολύ ντροπαλός και δεν μπορούσα να απευθυνθώ μόνος σε αυτόν. Μία ημέρα, με επισκέφθηκε ένας μοναχός που είχε σπουδάσει μηχανολόγος, ο π. Βλαδίμηρος. Αυτός, είχε πάει στον Άθωνα πριν από μένα. Και, να! Την δεύτερη –ίσως και την πρώτη– ημέρα του Πάσχα του 1930, έρχεται και μου λέει:

–Πάτερ Σωφρόνιε, πώς μπορώ να σωθώ;

Εγώ, μη γνωρίζοντας πώς έπρεπε ουσιαστικά να του απαντήσω, του είπα:

–Να στέκεσαι στα όρια της απογνώσεως· και, όταν δεν μπορείς άλλο, τότε να απομακρύνεσαι από αυτά. Κάθισε και πιες ένα φλυτζάνι τσάϊ. Και του πρόσφερα το τσάϊ…». Ο λόγος αυτός και, προπαντός, η ενέργεια που μεταδόθηκε, «χτύπησε» καίρια τον μοναχό Βλαδίμηρο, που αποχώρησε βαθειά συντετριμμένος για να επισκεφθεί κατόπιν τον Άγιο Σιλουανό προκειμένου να ελέγξει την αλήθεια και την ασφάλεια αυτής της, πνευματικής φύσεως, προτροπής.
Την επομένη αυτής της συζητήσεως, ο Γέροντας κατέβαινε από την σκάλα του πολυωρόφου κτιρίου της Μονής προς την κεντρική αυλή και ο Άγιος Σιλουανός ανέβαινε από τον αρσανά προς την αντίθετη κατεύθυνση. Κανονικά, θα έπρεπε να συναντηθούν έξω από την είσοδο του Καθολικού της Μονής. Ο Γέροντας Σωφρόνιος, όμως, από ευλάβεια όπως πάντοτε, λοξοδρόμησε για να μην συναντήσει τον Άγιο. Αλλά και ο Άγιος Σιλουανός άλλαξε πορεία, και η συνάντηση μπροστά στην Τράπεζα ήταν αναπόφευκτη. Αυτήν την εξαιρετικά πολύτιμη συνάντηση, θυμάται και μας την διηγείται ο ίδιος ο Γέροντας Σωφρόνιος: «Μετά από μένα, αυτός ο μοναχός, πήγε στον Γέροντα Σιλουανό και του είπε: «Να, ήμουν στον π. Σωφρόνιο και μου είπε αυτό το πράγμα». Την άλλη μέρα, στην αυλή του Μοναστηριού, από την μία πλευρά προχωρούσε ο Γέροντας και από την άλλη εγώ. Από σεβασμό απομακρύνθηκα για να του ανοίξω δρόμο, αλλά αυτός ήρθε να με συναντήσει και μου είπε:

–Σας επισκέφθηκε χθες ο π. Βλαδίμηρος;

–Μάλιστα. Και (αποφεύγοντας όλα τα ενδιάμεσα στάδια ενός κοινού, συμβατικού διαλόγου),
ο πρώτος λόγος που του πρόφερα, ήταν: – Έ σ φ α λ α ; Και αυτός, είπε:
–Όχι, είχατε δίκαιο· αλλά, αυτό που είπατε, δεν ήταν στα μέτρα του αδελφού. Ελάτε σε μένα· θα ήθελα να μιλήσουμε. Τότε, μου έδωσε σημειώσεις από την ζωή του για τον πνευματικό αγώνα, όταν δεν μπορούσε να υπερνικήσει μέσα του την αμαρτία στο επίπεδο των λογισμών. Δηλαδή, όταν στον νου υπάρχουν λογισμοί κατακρίσεως, στην καρδιά γεννιέται αντιπάθεια, ψυχρό βλέμμα, απώθηση ανθρώπου, αδιαφορία προς αυτόν, κλπ.. Μία νύχτα, κατά την οποία ο ίδιος βρισκόταν στα όρια της απογνώσεως, προσευχήθηκε στον Θεό: «Πώς μπορώ να ξεφύγω από αυτήν;». Τότε, του δόθηκε η απάντηση:

«Κράτα τον νου σου στον άδη και μην απελπίζεσαι!».

Και ο λόγος αυτός ήταν γι’ αυτόν η αρχή της νίκης· ήταν το άνοιγμα προς την οικουμενική αγάπη. Τότε, έπαψε να φοβάται. Καταδίκαζε τον εαυτό του στον άδη και εξαφανιζόταν κάθε κατάκριση για τους ανθρώπους. Και έμενε μόνο η συμπόνια. Είναι δύσκολο να το εξηγήσεις. Και, ανάλογα με το μέτρο στο οποίο βρίσκεται ο άνθρωπος, σ’ αυτήν την κατάσταση, πραγματικά δεν κατακρίνει. Δεν απορρίπτει, τα υπομένει όλα, θέλει για όλους το καλό. Γιατί, το Πνεύμα του Θεού, είναι εύκολο να εμφανιστεί και να εγγίσει τον άνθρωπο. Και έτσι εμπνεύστηκε ο Άγιος Σιλουανός. Η έμπνευση αυτή, είναι η έλευση του Αιωνίου Πνεύματος του Θεού (στην οποία περικλείεται η αρχική έννοια του όρου έμπνευση). Μου έδωσε, λοιπόν, τις σημειώσεις του και συζητήσαμε μαζί. Από τότε, εκείνος έγινε για μένα το πρώτο και κύριο στήριγμα όλης της μετέπειτα ζωής μου…».


ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ ΣΑΧΑΡΩΦ (1896–1993)


[(1) Αρχιμανδρίτου Σωφρονίου (Σαχάρωφ): «Γράμματα στη Ρωσία», σελ. 38–39, α΄ έκδοση, Ιεράς Μονής Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας, 2009. (2) Αρχιμανδρίτου Ζαχαρία (Ζάχαρου): «Αναφορά στην Θεολογία του Γέροντος Σωφρονίου», Εισαγωγή, σελ. 14–15, α΄ έκδοση, όπ. π., 2000. (3) Στην φωτογραφία: Ο νεαρός, τότε, ιεροδιάκονος Γέροντας Σωφρόνιος Σαχάρωφ (πάνω) με τον Γέροντά του, Άγιο Σιλουανό τον Αθωνίτη (κάτω).]

Προσοχή στον εαυτό μας , όχι στις πράξεις των άλλων. Εμείς βλέπομε τους ανθρώπους μόνο αμαρτάνοντας,δεν τους βλέπουμε όμως μετανοούντας.




Σε κάθε ψυχή ανάβει η σπίθα της θείας αγάπης, σε κάθε ψυχή μπορείς να βρεις το καλό και το αγαθό, αλλά εμείς έχουμε συνηθίσει να βλέπουμε στους άλλους μόνο ελαττώματα. Αυτό συμ βαίνει γιατί δεν προσέχουμε τον εαυτό μας. Αν παρατηρήσουμε προσεκτικά τον εαυτό μας, την εσωτερική μας ζωή,  τότε ποτέ δεν θα προσέχουμε τις ξένες αμαρτίες. Οι υπόνοιες για τους άλλους δεν είναι χριστιανικό ιδίωμα. Γι’ αυτό μη εξοικειώνεστε μ’ αυτές. 

Η κατάκριση προσέρχεται βασικά από την υπερηφάνεια. Τον εαυτό σας να κοιτάτε περισσότερο και για τον εαυτό σας να διαβάζετε πνευματικά βιβλία και όλα να τα εφαρμόζετε στον εαυτό σας. Τον εαυτό σας να διορθώνετε πριν απ’ όλα. Εκείνος που κρίνει τους άλλους ποτέ δεν θα είναι ταπεινός και σε τέτοιον άνθρωπο δεν δίνεται η προσευχή του Ιησού. Η προσευχή είναι δώρο του Θεού και δίνεται για την ενάρετη ζωή. Εμείς βλέπομε τους ανθρώπους μόνο αμαρτάνοντας, δεν τους βλέπουμε όμως μετανοούντας. Χάριν της μετάνοιάς τους ο Κύριος από παλιά έχει ήδη συγχωρέσει τις αμαρτίες τους, αλλά οι άνθρωποι τους τιμωρούν με την κατάκρισή τους. Ποτέ μην κάθεσθε στον θρόνο της Κρίσεως και μην προσβάλλετε τον Κύριο. Να θεωρείτε τον εαυτό σας χειρότερο όλων.

Ο στάρετς χρησιμοποιούσε όλες τις μεθόδους επιρροής για να καθαρίσει τους ανθρώπους από τα πάθη και τις αμαρτίες. Κάποτε μας έστειλε το ποίημα «Η Γλώσσα». Εμείς το διαβάσαμε με ενδιαφέρον, συζητήσαμε όλο ενθουσιασμό το πόσο πιστά απεικονίζει  την αλήθεια. Σύντομα ύστερα απ’ αυτό ξέσπασε μεταξύ μας φιλονεικία. Ξεχνώντας το ποίημα, δώσαμε τη θέλησή μας στη γλώσσα και όταν μαυρίσαμε την ψυχή μας με αμαρτίες , τότε μόνο καταλάβαμε ότι ο στάρετς μας προειδοποιούσε για τον επικείμενο πειρασμό και ήθελε να περιφράξει το στόμα μας με τη σιωπή. Αλλά εμείς οι ανόητοι μόνο μετά το θυμηθήκαμε και αποκτήσαμε την πείρα πόσα κακά συμβαίνουν με τη γλώσσα.

Ο στάρετς έλεγε συχνά: «Δεν πρέπει να εκπλήττεσθε και να οργίζεσθε καθώς παρατηρείτε ότι υπάρχει αδικία στη γη. Όπως λέγει ο Απόστολος «καινοὺς οὐρανοὺς καὶ γῆν καινὴν …προσδοκῶμεν, ἐν οἷς δικαιοσύνη κατοικεῖ.» ( Β΄ Πέτρ. 3,13 ). Δηλαδή στη γη μας, ανάμεσά μας, δεν υπάρχει αλήθεια και γι’ αυτό πρέπει να φερόμαστε με σοφία έναντι της γήινης αδικίας και ποτέ και για τίποτε να μη  συγχυζόμαστε.

Συνεχώς συμβούλευε ο στάρετς να φυλάμε την καρδιά μας από την οκνηρία, τον φθόνο , την κενοδοξία και τα σαρκικά πάθη. Έλεγε: «Πρέπει να αγαπούμε την εργασία και να την εκτιμούμε. Τα γήινα αγαθά αντιστοιχούν στα ουράνια. Κι από τη διάθεση της καρδιάς μας στην εργασία, ο ίδιος ο Κύριος θα κρίνει την προσπάθειά μας. Πρέπει να φοβόμαστε την αμέλεια σε κάθε έργο. Κάθε έργο πρέπει να το εκπληρώνουμε με τιμιότητα και αγάπη. Όλα να τα κάνουμε προς δόξαν Θεού και όχι για να μας τιμήσουν. Κάθε έργο πρέπει να το αρχίζουμε με προσευχή, ζητώντας την ευλογία του Θεού για την εργασία μας και τελειώνοντας να Τον ευχαριστούμε για τη βοήθειά Του. Μόνο να μη υπάρχει καθόλου κενοδοξία. Η κενοδοξία είναι φοβερώτερο πάθος από την υπερηφάνεια. Είναι τόσο εκλεπτυσμένο , κρυμμένο ολέθριο πάθος! Εξ αιτίας της κενοδοξίας αναχωρεί η χάρις.

Ο στάρετς Παρθένιος έλεγε: « Η τιμή που προέρχεται από τους ανθρώπους πρέπει να είναι μισητή στην ψυχή η οποία αναζητεί τη σωτηρία και αναγνωρίζει την αδυναμία της».
Σε πολλούς ο στάρετς έδινε ένα χαρτί που είχε τυπωμένο το εξής διδακτικό απόσπασμα: «Πολλά είναι τα καλά αισθήματα, αλλά το αίσθημα της αναξιότητάς μου είναι το βασικώτερο» και την προσευχή του αγίου Ιωάννου της Κροστάνδης: «Κύριε, μη μ’ αφήσεις να έχω υψηλή ιδέα για τον εαυτό μου, να φαντάζομαι ότι είμαι ο καλύτερος από τους ανθρώπους, αλλά να σκέπτομαι ότι είμαι ο χειρότερος. Και να μην κρίνω κανέναν, αλλά τον εαυτό μου να κρίνω αυστηρά. Αμήν».

- Προσέξτε το φθόνο, έλεγε ο στάρετς. Ο φθονερός άνθρωπος ποτέ δεν λαμβάνει τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος. Αν φθονείτε κάποιον τότε στην πραγματικότητα κρίνετε τον ίδιο τον Κύριο, επειδή σας έδωσε εκείνα τα αγαθά, τα οποία χάρισε σε κάποιους από τους πλησίον σας.



Πηγή: Από το βιβλίο: « ΣΤΑΡΕΤΣ ΣΑΒΒΑΣ Ο ΠΑΡΗΓΟΡΗΤΗΣ»ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΘΩΣ



 http://www.gonia.gr
 http://proskynitis.blogspot.gr

Ο άνθρωπος αλλάζει.Σήμερα σου δίνει,αύριο σου ζητάει. (Γέροντας Παϊσιος της Σίχλας)

-->

Γέροντας Παϊσιος της Σίχλας

Τι είναι ταπεινοφροσύνη π.Παϊσιε;    τον ρώτησαν κάποιοι μαθητές του.

 -Η ταπεινοφροσύνη είναι όταν η διάνοιά μας μάς λέει πως είμαστε πιο αμαρτωλοί απ'όλους τους ανθρώπους και ανάξιοι του ελέους του Θεού.Όταν κακολογούμε  τον εαυτό μας αυτό δεν σημαίνει πως έχουμε ταπείνωση,αλλά έχουμε ταπείνωση αληθινή όταν ο άλλος μας κακολογεί και μας δυσφημεί δημόσια και εμείς υπομένουμε και λέμε:«Ο Θεός επέτρεψε στον αδελφό να με κακολογήσει για τις αμαρτίες μου»

 Να τα δεχόμαστε όλα λοιπόν σαν να είναι θέλημα Θεού.Όταν κάποιος.σε κακολογεί ο Θεός του επιτρέπει να σε κακολογήσει.
Όταν κάποιος παίρνει κάποιο πράγμα δικό σου,ο Θεός το επιτρέπει για να σε κάνει καλόγερο.
Όταν σε μετακινεί από το ένα μέρος στο άλλο ο ανώτερός σου,ο Θεός σου αλλάζει μέρος,για να αλλάξεις και εσύ την συνήθειά σου.Αυτή είναι ταπείνωση.

Αντίθετα,υπερηφάνια υπάρχει όταν πιστεύεις στον εαυτό σου,στο μυαλό σου και στις δυνάμεις σου:Όταν νομίζεις πως είσαι πιο ικανός από τον άλλον,πιο καλός από τον άλλον,πιο όμορφος από τον άλλον και πιο ευάρεστος στον Θεό απ'ότι ο δίπλα σου.Τότε σε έχει καταλάβει το βδελυρό αμάρτημα της υπερηφάνιας,από το οποίο ο Θεός να φυλάει.
Να ταπεινωθούμε αδελφοί,επειδή ο υπερήφανος δεν μπορεί να σωθεί.Να κλάψουμε για τις αμαρτίες μας εδώ κάτω,για να χαιρόμαστε στην αιωνιότητα.

 Να μην ελπίζουμε στους ανθρώπους,αλλά μόνο στον Θεό.Ο άνθρωπος αλλάζει.Σήμερα σου δίνει,αύριο σου ζητάει.Σήμερα σε εγκωμιάζει,αύριο σε κακολογεί.Να έχουμε την ελπίδα μας στο έλεος του Θεού και  δεν θα λαθέψουμε.Να δώσει ο Θεός όπως να προοδεύσετε πνευματικά εν αγάπη και ταπείνωση,για να σώσετε τις ψυχές σας και να ωφελήσετε και τους άλλους,καλώντας τους κοντά στον Χριστό

Ο ΘΥΜΟΣ ΔΕΝ ΣΥΜΦΕΡΕΙ.....



Θα συμφωνήσω μαζί σου ότι το να αμύνεται κανείς δεν είναι άδικο, αλλά πρέπει και συ να συμφωνήσεις ότι δεν είναι και φιλοσοφημένο. Αυτό που λες θα ήταν λογικό, αν ήταν εύκολο και χωρίς πολλές περιπλοκές. Αν όμως, πριν να δικαιωθεί κανείς , αδικείται χίλιες φορές τότε είναι καλύτερα να μην προσθέτει στην αδικία που του έγινε κι άλλο κακό.
Σου φαίνεται ότι μιλάω με αινίγματα; Θα προσπαθήσω λοιπόν να σου εξηγήσω. Σκέψου, αν θελήσει κανείς να αμυνθεί, τι χρειάζεται να πάθει. Πρώτα τον πλημμυρίζει ο θυμός και μετά τον διαλύει η οργή. Γιατί πρώτα φέρνει στο μυαλό του αυτό που έπαθε και μετά οργίζεται και επιθυμεί την ανταπόδοση . Τρίτο, προκαλεί ταραχή γύρω του. Τέταρτο, κάνει χίλιους δυο λογισμούς. Πέμπτο, τον πιάνει δέος και τρεμούλα και αγωνία γιατί τον τρώει ο θυμός και τον συγκλονίζει ο φόβος για το πώς θα πετύχει την αντεπίθεσή του. 

Δε σου φαίνεται λοιπόν πως τιμωρείται αυτός ο ίδιος, πριν τιμωρήσει τον άλλον; Ενώ αυτός που φιλοσοφεί απαλλάσσεται από όλα αυτά. Φυσικά. Είναι κύριος της κατάστασης και εκεί τελειώνει το πράγμα. Με τον άλλο δεν είναι έτσι, χρειάζεται να βρει κατάλληλο χρόνο, τόπο, πονηριά και κακία, όπλα και μεθόδους , κολακεία και δουλικότητα και υποκρισία. Βλέπεις πόσο δύσκολη είναι η κακία ενώ η αρετή είναι εύκολη; Πόσο η μια είναι γεμάτη φασαρίες ενώ η άλλη ατάραχη; Κι όσο ο πονηρός άνθρωπος τα παθαίνει αυτά, άλλο τόσο απολαμβάνει γαλήνη αυτός που επιλέγει την αρετή. Επιπλέον ,αυτός που αντεπιτίθεται, ανοίγει ένα φαύλο κύκλο έχθρας, ενώ αυτός που φιλοσοφεί βάζει γρήγορα στην έχθρα ένα τέλος. Γι’ αυτό το λόγο ημερεύει και τον άλλο, που είναι ανόητος, και τον προκαλεί να γίνουν φίλοι.
Ισίδωρος Πηλουσιώτης

«Επειδή η αμαρτία στο βάθος της δεν είναι παρά κακία και υπερηφάνεια, πρέπει να θεραπεύουμε κάθε αμαρτωλό με την αγαθότητα και την αγάπη. Είναι αυτό μια μεγάλη αλήθεια που συχνά την λησμονούμε. Πράγματι συχνά, πολύ συχνά, ενεργούμε αντίθετα προς αυτή την αλήθεια. Προσθέτουμε κακία στην κακία, αντιθέτουμε υπερηφάνεια στην υπερηφάνεια. Έτσι η αρρώστια μεγαλώνει εξαιτίας μας και δεν υποχωρεί. Αντί να τη θεραπεύουμε την επιδεινώνουμε. Κύριε, ελέησέ μας, απάλυνε την καρδιά μας».
Ιωάννης της Κρονστάνδης


Από το βιβλίο: «Ελένη Κονδύλη
Μικρή φιλοκαλία της καρδιάς»
ΑΚΡΙΤΑΣ

Β΄ΕΚΔΟΣΗ




 http://agiosmgefiras.blogspot.gr
 http://proskynitis.blogspot.gr/

Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2015

Τι παράξενο βλέπετε;





Θυμάμαι, ήταν ένα γεροντάκι στην Μονή Εσφιγμένου τόσο απλό που και την Ανάληψη την νόμιζε για Αγία. Έκανε κομποσχοίνι και έλεγε: «Αγία του Θεού, πρέσβευε υπέρ ημών»!
Κάποτε ένας αδελφός στο γηροκομείο ήταν άρρωστος, και δεν είχε τι να του δώσει να φάει. Μία και δυο κατεβαίνει τις σκάλες, ανοίγει το παράθυρο που έβλεπε προς την θάλασσα, απλώνει τα χέρια στην θάλασσα και λέει: «Αγία μου Ανάληψη, δώσ΄ μου ένα ψαράκι για τον αδελφό». Και αμέσως – ω του θαύματος! – ένα τόσο μεγάλο ψάρι ξεπηδάει από την θάλασσα μέσα στα χέρια του.

Οι άλλοι που τον είδαν, έμειναν έκπληκτοι. Εκείνος τους κοιτούσε και χαμογελούσε, σαν να τους έλεγε: «Τι παράξενο βλέπετε;». Εμείς έχουμε γνώσεις, ξέρουμε πότε γιορτάζει ο ένας ο Άγιος, πώς μαρτύρησε ο άλλος, πότε έγινε η Ανάληψη και που έγινε και πώς έγινε, και όμως ούτε ένα τόσο δά ψαράκι δεν μπορούμε να έχουμε!

Αυτά είναι τα παράξενά της πνευματικής ζωής, τα οποία η λογική όσων διανοουμένων έχουν μέσα τους τον εαυτό τους και όχι τον Θεό δεν τα συλλαμβάνει, γιατί έχουν την στείρα κοσμική γνώση με την κοσμική πνευματική αρρώστια και λείπει το Άγιο Πνεύμα. Το Άγιο Πνεύμα δεν κατεβαίνει με μηχανές .

Αγ . Παϊσίου Αγιορείτου: ΛΟΓΟΙ Α’ «Με Πόνο και Αγάπη» 115



Η ΚΟΥΒΕΡΤΑ ΤΟΥ ΠΑΠΠΟΥ





Όταν τα γεράματα χτυπάνε την πόρτα οι άνθρωποι γίνονται βάρος στους νεότερους, έτσι τουλάχιστον πιστεύουν. Και έτσι το βλέπουν κάποιοι. Ξεχνάνε, όμως, ότι τα γεράματα δεν είναι αρρώστια, κάποια στιγμή όλοι θα φτάσουν εκεί. Εκεί που είσαι ήμουνα και εδώ που είμαι θα ‘ρθεις!

Σοφή αυτή η παροιμία. Κανένας δεν αναλογίζεται τα δύσκολα, αυτά που θα ‘ρθουν. Κανένας δεν καταλαβαίνει ότι ακόμα και τα πιο φυσιολογικά πράγματα για εμάς και οι φυσικές απλές δραστηριότητες στα γεράματα γίνονται με δυσκολία. Οι άνθρωποι όταν γερνάνε γίνονται σοφοί από την εμπειρία της ζωής. Η ψυχή τους γεμάτη και η καρδιά τους χτυπά πλέον από ανησυχία να δουν και να καμαρώσουν καλά τα παιδιά και τα εγγόνια τους, τη συνέχειά τους. Και, όμως, αυτοί οι άνθρωποι που καρδιοχτυπούν για τις ζωές των παιδιών τους, κάποιες φορές τους γίνονται ανεπιθύμητοι…

Και αναρωτιέται κανείς, πόσο αχάριστοι μπορεί να είναι οι άνθρωποι; Δεν τους έχει πει κάποιος ότι η ιστορία επαναλαμβάνεται; Ότι κάποτε και οι ίδιοι, αδύναμοι και γερασμένοι θα κρέμονται από τα δικά τους παιδιά;

Ο παππούς της ιστορίας πάντρεψε τον μονάκριβο γιο του. Απ’ την αγάπη που του είχε, του έκανε δώρο όλη την περιουσία του και δεν κράτησε τίποτα για τον ίδιο. Ο γιος παντρεύτηκε και όλα κυλούσαν ήρεμα μέχρι τη στιγμή που ο παππούς πολύ γέρος πια είχε ανάγκη τη φροντίδα του γιου και της οικογένειάς του. Για αντάλλαγμα η νύφη του και ο γιος του τον έβαλαν να μένει σε ένα υπόγειο. Έστελναν δε το παιδί τους να του δίνει ένα πιάτο φαΐ.

Όταν πια δεν άντεχαν να τον φροντίζουν άλλο και οι καυγάδες μεταξύ νύφης και γιου είχαν γίνει καθημερινότητα (η νύφη δεν ήθελε καθόλου τον παππού στο σπίτι) αποφάσισε ο γιος να πάρει τον παππού μέσα σε μία κουβέρτα και με τη βοήθεια του μικρού εγγονού να πετάξουν τον γέροντα σε ένα ποτάμι. Όταν έφτασαν στο ποτάμι και πέταξαν τον παππού μέσα , ο εγγονός πήρε πίσω μαζί του την κουβέρτα

-»Γιατί παιδί μου το έκανες αυτό;» του είπε έντονα η μάνα του όταν γύρισαν σπίτι.

-»Θα κρατήσω αυτή την κουβέρτα για σένα όταν γεράσεις να σε πετάξω με την ίδια στο ποτάμι όπως τον παππού…»

Οι γονείς συγκλονίστηκαν… κατάλαβαν το λάθος τους και πήγαν με δάκρυα στα μάτια και έφεραν πάλι πίσω τον παππού από το ποτάμι, γονάτισαν μπροστά στον πικραμένο πατέρα και του ζήτησαν συγχώρεση.    Αν κάποτε γεράσεις… αν κάποτε γίνεις ανήμπορος, αν νιώσεις ότι είσαι εσύ το βάρος στους άλλους σκέψου ότι όλο αυτό είναι η φυσική κατάληξη της ανθρώπινης φύσης! Γι αυτό φρόντισε τώρα που είσαι νέος και υγιής να προσφέρεις στους ηλικιωμένους όσα και ότι μπορείς. Πάντα μας επιστρέφεται ό,τι δίνουμε.

Τα μωρά δίνουν χαρά στην οικογένεια όταν γεννιούνται. Οι ηλικιωμένοι γιατί να δίνουν λύπη; Μεγάλα μωρά είναι και αυτοί που, πάνω από όλα, έχουν ανάγκη τη στοργή και την αγάπη μας! Έχετε σκεφτεί τι θα μπορούσε να μας πει ένας ηλικιωμένος αλλά συνήθως δεν το λέει, απλά μας κοιτά και περιμένει να τον νιώσουμε, να καταλάβουμε από μόνοι μας. Αν λοιπόν μπορούσαμε να αποκωδικοποιήσουμε τα μελαγχολικά μάτια και τα τρεμάμενα χείλη του θα τον ακούγαμε να μας ψιθυρίζει και να λέει:

«Εάν με βλέπεις γέρο… εάν λερώνομαι όταν τρώω και δεν μπορώ να ντυθώ… έχε υπομονή. Θυμήσου πόσο καιρό μου πήρε για να σου τα μάθω… Εάν όταν μιλάω μαζί σου επαναλαμβάνω τα ίδια πράγματα, μη με διακόπτεις, άκουσέ με. Όταν ήσουν μικρός κάθε μέρα σου διάβαζα το ίδιο παραμύθι μέχρι να σε πάρει ο ύπνος. Όταν δε θέλω να πλυθώ μη με μαλώνεις και μη με κάνεις να αισθάνομαι ντροπή… Θυμήσου όταν έτρεχα από πίσω σου και έβρισκες δικαιολογίες όταν δεν ήθελες να πλυθείς. Όταν βλέπεις την άγνοιά μου στις νέες τεχνολογίες, δώσε μου χρόνο και μη με κοιτάς ειρωνικά, εγώ είχα όλη την υπομονή να σου μάθω το αλφάβητο.

Όταν κάποιες φόρες δεν μπορώ να θυμηθώ ή χάνω τον ειρμό των λέξεων, δώσε μου χρόνο για να θυμηθώ και εάν δεν τα καταφέρνω μην θυμώνεις. Το πιο σπουδαίο πράγμα δεν είναι εκείνο που λέω, αλλά η ανάγκη που έχω να είμαι μαζί σου και κοντά σου και να με ακούς. Όταν τα πόδια μου είναι κουρασμένα και δεν μου επιτρέπουν να βαδίσω, μη μου συμπεριφέρεσαι σαν να ήμουν «βάρος», έλα κοντά μου με τα δυνατά σου μπράτσα, όπως έκανα εγώ όταν ήσουν μικρός και έκανες τα πρώτα σου βήματα.

Όταν λέω πως θα ήθελα να «πεθάνω»… μη θυμώνεις, μια μέρα θα καταλάβεις τι είναι αυτό που με σπρώχνει να το πω. Προσπάθησε να καταλάβεις πως στην ηλικία μου δε ζεις, επιβιώνεις. Μια μέρα θα ανακαλύψεις ότι παρόλα τα λάθη μου πάντοτε ήθελα το καλύτερο για σένα, για να σου ανοίξω τον δρόμο. Βοήθησέ με να περπατήσω, βοήθησέ με να τελειώσω τις ημέρες μου με αγάπη και υπομονή. Σε αγαπώ παιδί μου…»

Εσείς, λοιπόν, που δεν ανέχεστε τους δικούς σας ηλικιωμένους που έχετε μέσα ή δίπλα στο σπίτι σας. Εσείς που αγανακτείτε με το ένα πιάτο φαγητό που τους προσφέρετε… Εσείς που θέλετε πολλές φορές, όντως, να τους ξεφορτωθείτε έτσι απλά με μια κουβέρτα… μην ξεχάσετε πετώντας τους από τη ζωή σας, να κρατήσετε την κουβέρτα! Σίγουρα θα σας χρειαστεί όταν και οι ίδιοι φτάσετε στη δική τους θέση.





http://www.karatzova.com

ΜΙΑ ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΑΝΘΡΩΠΙΑΣ!




Μια αληθινή και συγκινητική ιστορία, που μας δείχνει το μεγαλείο της αλληλεγγύης και της βοήθειας προς τον συνάνθρωπό μας.

Με την πρώτη ματιά έβλεπε κανείς απλώς μια γριούλα. Έσερνε τα βήματά της στο χιόνι, μόνη, παρατημένη, με σκυμμένο κεφάλι.

Όσοι περνούσαν από το πεζοδρόμιο της πόλης αποτραβούσαν το βλέμμα τους, για να μη θυμηθούν ότι τα βάσανα και οι πόνοι δεν σταματούν όταν γιορτάζουμε Χριστούγεννα. Ένα νέο ζευγάρι μιλούσε και γελούσε με τα χέρια γεμάτα από ψώνια και δώρα και δεν πρόσεξαν τη γριούλα. Μια μητέρα με δυο παιδιά βιάζονταν να πάνε στο σπίτι της γιαγιάς. Δεν έδωσαν προσοχή. Ένας παπάς είχε το νου του σε «ουράνια θέματα» και δεν την πρόσεξε.

Αν πρόσεχαν όλοι αυτοί, θα έβλεπαν ότι η γριά δεν φορούσε παπούτσια. Περπατούσε ξυπόλητη στον πάγο και το χιόνι. Με τα δυο της χέρια η γριούλα μάζεψε το χωρίς κουμπιά παλτό της στο λαιμό. Φορούσε ένα χρωματιστό φουλάρι στο κεφάλι· σταμάτησε στη στάση σκυφτή και περίμενε το λεωφορείο. Ένας κύριος που κρατούσε μια σοβαρή τσάντα περίμενε κι αυτός στη στάση, αλλά κρατούσε μια απόσταση. Μια κοπέλα περίμενε κι αυτή, κοίταξε πολλές φορές τα πόδια της γριούλας, δεν μίλησε.

Ήρθε το λεωφορείο και η γριούλα ανέβηκε αργά και με δυσκολία. Κάθισε στο πλαϊνό κάθισμα, αμέσως πίσω από τον οδηγό. Ο κύριος και η κοπέλα πήγαν βιαστικά προς τα πίσω καθίσματα. Ο άντρας που καθόταν δίπλα στη γριούλα στριφογύριζε στο κάθισμα κι έπαιζε με τα δάχτυλά του. «Γεροντική άνοια», σκέφτηκε. Ο οδηγός είδε τα γυμνά πόδια και σκέφτηκε: «Αυτή η γειτονιά βυθίζεται όλο και πιο πολύ στη φτώχεια. Καλύτερα να με βάλουν στην άλλη γραμμή, της λεωφόρου». Ένα αγοράκι έδειξε τη γριά. «Κοίταξε, μαμά, αυτή η γριούλα είναι ξυπόλυτη». Η μαμά ταράχτηκε και του χτύπησε το χέρι. «Μη δείχνεις τους ανθρώπους, Αντρέα! Δεν είναι ευγενικό να δείχνεις». «Αυτή θα έχει μεγάλα παιδιά», είπε μια κυρία που φορούσε γούνα. «Τα παιδιά της πρέπει να ντρέπονται». Αισθάνθηκε ανώτερη, αφού αυτή φρόντισε τη μητέρα της.

Μια δασκάλα στη μέση του λεωφορείου στερέωσε τα δώρα που είχε στα πόδια της. «Δεν πληρώνουμε αρκετούς φόρους, για να αντιμετωπίζονται καταστάσεις σαν αυτές;» είπε σε μια φίλη της που ήταν δίπλα της. «Φταίνε οι δεξιοί», απάντησε η φίλη της. «Παίρνουν από τους φτωχούς και δίνουν στους πλούσιους». «Όχι, φταίνε οι άλλοι», μπήκε στη συζήτηση ένας ασπρομάλλης. Με τα προγράμματα πρόνοιας κάνουν τους πολίτες τεμπέληδες και φτωχούς». «Οι άνθρωποι πρέπει να μάθουν ν’ αποταμιεύουν», είπε ένας άλλος που έμοιαζε μορφωμένος. «Αν αυτή η γριά αποταμίευε όταν ήταν νέα, δεν θα υπέφερε σήμερα». Και όλοι αυτοί ήταν ικανοποιημένοι για την οξύνοιά τους που έβγαλε τέτοια βαθιά ανάλυση.


Αλλ’ ένας έμπορος αισθάνθηκε προσβολή από τις εξ αποστάσεως μουρμούρες των συμπολιτών του. Έβγαλε το πορτοφόλι του και τράβηξε ένα εικοσάρι. Περπάτησε στο διάδρομο και το έβαλε στο τρεμάμενο χέρι της γριούλας. «Πάρε, κυρία, ν’ αγοράσεις παπούτσια». Η γριούλα τον ευχαρίστησε κι εκείνος γύρισε στη θέση του ευχαριστημένος, που ήταν άνθρωπος της δράσης.

Μια καλοντυμένη κυρία τα πρόσεξε όλα αυτά και άρχισε να προσεύχεται από μέσα της. «Κύριε, δεν έχω χρήματα. Αλλά μπορώ ν’ απευθυνθώ σε σένα. Εσύ έχεις μια λύση για όλα. Όπως κάποτε έριξες το μάννα εξ ουρανού, και τώρα μπορείς να δώσεις ό,τι χρειάζεται η κυρούλα αυτή για τα Χριστούγεννα».

Στην επόμενη στάση ένα παλικάρι μπήκε στο λεωφορείο. Φορούσε ένα χοντρό μπουφάν, είχε ένα καφέ φουλάρι και ένα μάλλινο καπέλο που κάλυπτε και τα αυτιά του. Ένα καλώδιο συνέδεε το αυτί του με μια συσκευή μουσική. Ο νέος κουνούσε το σώμα του με τη μουσική που άκουε. Πήγε και κάθισε απέναντι στη γριούλα. Όταν είδε τα ξυπόλυτα πόδια της, το κούνημα σταμάτησε. Πάγωσε. Τα μάτια του πήγαν από τα πόδια της γιαγιάς στα δικά του. Φορούσε ακριβά ολοκαίνουργια παπούτσια. Μάζευε λεφτά αρκετό καιρό για να τα αγοράσει και να κάνει εντύπωση στην παρέα.

Το παλικάρι έσκυψε και άρχισε να λύνει τα παπούτσια του. Έβγαλε τα εντυπωσιακά παπούτσια και τις κάλτσες. Γονάτισε μπροστά στη γριούλα. «Γιαγιά, είπε, βλέπω ότι δεν έχεις παπούτσια. Εγώ έχω κι άλλα». Προσεκτικά κι απαλά σήκωσε τα παγωμένα πόδια και της φόρεσε πρώτα τις κάλτσες κι ύστερα τα παπούτσια του. Η γριούλα τον ευχαρίστησε συγκινημένη.

Τότε το λεωφορείο έκανε πάλι στάση. Ο νέος κατέβηκε και προχώρησε ξυπόλυτος στο χιόνι. Οι επιβάτες μαζεύτηκαν στα παράθυρα και τον έβλεπαν καθώς βάδιζε προς το σπίτι του. «Ποιος είναι;», ρώτησε ένας. «Πρέπει να είναι άγιος», είπε κάποιος. «Πρέπει να είναι άγγελος», είπε ένας άλλος. «Κοίτα! Έχει φωτοστέφανο στο κεφάλι!» φώναξε κάποιος. «Είναι ο Χριστός!» είπε η ευσεβής κυρία. Αλλά το αγοράκι, που είχε δείξει με το δάχτυλο τη γιαγιά, είπε: Όχι, μαμά τον είδα πολύ καλά. Ήταν ΑΝΘΡΩΠΟΣ».

πηγή: http://imverias.blogspot.gr/

Σάββατο 19 Σεπτεμβρίου 2015

Τα 8 ψέματα της πάμφτωχης μάνας μου

-->



Σίγουρα η αγάπη που νιώθει μία μάνα για το παιδί της, δεν συγκρίνεται με κανένα άλλο είδος αγάπης. Παρά τις όποιες δυσκολίες και τα εμπόδια, οι μανάδες πάντα καταφέρνουν να βάλουν πρώτα τα παιδιά τους, ακόμη και αν οι ίδιες καταλήξουν τελευταίες.
Στην ιστορία που ακολουθεί μια μητέρα έπρεπε να πει αρκετά ψέματα στο γιο της για να τον μεγαλώσει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και τώρα που αποκαλύφθηκε η αλήθεια, η ιστορία της έγινε παγκοσμίως γνωστή.
Έχετε κάνει ποτέ κάτι παρόμοιο για τα παιδιά σας ή θα το κάνατε αν χρειαζόταν; Αν πιστεύετε ότι οι μητέρες αξίζουν μόνο σεβασμό και θαυμασμό, διαβάστε την παρακάτω ιστορία και θα αλλάξετε γνώμη...

Η ιστορία ξεκίνησε όταν ήμουν παιδί. Η οικογένειά μου ήταν πολύ φτωχή και ποτέ δεν είχαμε αρκετό φαγητό. Η μητέρα μου πάντα μου έδινε το δικό της πιάτο κι έλεγε «Φάε αυτό το ρύζι γιε μου εγώ δεν πεινάω».
Αυτό ήταν το πρώτο ψέμα της μητέρας μου.

Καθώς μεγάλωνα, η μητέρα μου περνούσε τον ελεύθερο χρόνο της, ψαρεύοντας σε ένα ποτάμι. Έτσι από τα ψάρια που έπιανε, θα μπορούσε να μου προσφέρει ένα καλύτερο φαγητό για την ανάπτυξή μου. Καθώς έτρωγα, κάθονταν δίπλα μου και έτρωγε και αυτή ότι κρέας έμενε στα κόκαλα. Όταν της πρόσφερα από το φαγητό μου, έλεγε «Φάε το φαγητό σου γιε μου, δεν μου αρέσουν εμένα τα ψάρια»
Αυτό ήταν το δεύτερο ψέμα…

Αργότερα για να μπορέσω να σπουδάσω, έψαξε και βρήκε μία δεύτερη δουλειά. Ανακύκλωνε παλιά κουτιά από χαρτόνι και αυτό της έδινε κάποια επιπλέον χρήματα για να καλύψουμε τις ανάγκες μας. Ένα χειμωνιάτικο βράδυ ξύπνησα και την βρήκα με ένα μικρό κερί να δουλεύει ακόμη. Της είπα να έρθει για ύπνο, αλλά μου απάντησε πως δεν είναι κουρασμένη.
Αυτό ήταν το τρίτο της ψέμα
Όταν έφτασαν οι τελικές εξετάσεις ζήτησε άδεια από τη δουλειά της για να με συνοδεύσει. με περίμενε μέσα στη ζέστη για ώρες και όταν τελείωσα ήρθε κοντά μου και μου έφερε ένα μπουκάλι με κρύο νερό. Την είδα κουρασμένη και εξαντλημένη και της είπα να το πιει εκείνη. Η απάντησή της ήταν «Δεν διψάω γιε μου, πιες το εσύ να δροσιστείς».
Αυτό ήταν το τέταρτο ψέμα της μητέρας μου

Μετά το θάνατο του πατέρα μου, η μητέρα μου έπρεπε να βρει τρόπο να καλύψει τις ανάγκες μας. Η κατάσταση της οικογένειάς μας χειροτέρευε και δυστυχώς όλα τα βάρη περνούσαν από πάνω της. Κάποιοι γείτονες της έλεγαν ότι πρέπει να παντρευτεί ξανά και να φτιάξει τη ζωή της από την αρχή. Αυτή όμως έλεγε «Δεν είμαι εγώ για τέτοια, είμαι μεγάλη γυναίκα με παιδί και δεν χρειάζομαι την αγάπη κανενός».
Αυτό ήταν το πέμπτο ψέμα της μητέρας μου…

Αφού τελείωσα τις σπουδές μου και έπιασα δουλειά, ήταν ώρα για τη μητέρα μου να ξεκουραστεί, αλλά δεν ήθελε. Πήγαινε κάθε μέρα στη λαϊκή αγορά και πουλούσε κάποια λαχανικά για να καλύπτει τις δικές της ανάγκες. Εγώ δούλευα μακρυά και κάθε μήνα με το που έπαιρνα το μισθό μου, της ετοίμαζα ένα δέμα με τρόφιμα και διάφορα καλούδια, της έβαζα και ένα φάκελο με λεφτά και της τα έστελνα. Αυτή όμως τις περισσότερες φορές, κρατούσε τα πάντα εκτός από τα λεφτά. Με την πρώτη ευκαιρία μου τα έστελνε πίσω και μου έγραφε «Αγόρι μου δεν χρειάζομαι χρήματα, δόξα τον Θεό έχω αρκετά για να ζήσω. Κράτησε τα εσύ που είσαι νέος και έχεις ανάγκες».
Αυτό ήταν το έκτο της ψέμα…

Μετά από 3 χρόνια δουλειάς και μεταπτυχιακών σπουδών, μία μεγάλη εταιρεία εμφανίστηκε στο δρόμο μου, η οποία με προσέλαβε με πολύ καλό μισθό και μου χρηματοδότησε το διδακτορικό που πάντα ονειρευόμουν. Τότε γύρισα και είπα στη μητέρα μου ότι η τύχη μας χαμογέλασε. Της ζήτησα να έρθει μαζί μου, να σταματήσει να δουλεύει και επιτέλους να απολαύσει και αυτή κάποιες στιγμές από τη ζωή της. Εκείνη όμως μου είπε, «Άσε με γιε μου στον τόπο μου, εγώ ¨είμαι μια χαρά, κοίτα να κάνεις εσύ τη ζωή σου καλύτερη και μην κοιτάς εμένα.»
Αυτό ήταν το έβδομο ψέμα που μου είπε…

Στα γεράματά της απέκτησε καρκίνο στο στομάχι. Σε εμένα όμως δεν είπε τίποτα. Μία μέρα όμως αποφάσισα να πάω την δω χωρίς να την προειδοποιήσω. Όταν μπήκα στο σπίτι αμέσως κατάλαβα ότι κάτι δεν πάει καλά. Γερασμένη και εξασθενημένη καθόταν στο κρεβάτι, προσπαθούσε να γελάσει αλλά φαινόταν ότι έκανε υπερπροσπάθεια. Καθώς με κοιτούσε, με έπιασαν τα κλάματα, δεν άντεξα...
Τότε γύρισε και μου είπε «Γιε μου μην κλαις και μην στεναχωριέσαι, εγώ είμαι μια χαρά» και μου κράτησε το χέρι. Αυτό ήταν το όγδοο ψέμα της κι εκείνη τη στιγμή έκλεισε τα μάτια της για πάντα.




 http://paterikos.blogspot.gr

Παρασκευή 18 Σεπτεμβρίου 2015

Στην ασθένειά σου, παιδί μου, έτσι να προσεύχεσαι....





Στην ασθένειά σου, παιδί μου, έτσι να προσεύχεσαι:

"Εγώ, Θεέ μου, θέλω να με κάνεις καλά, για να σε ευλογώ και να σε δοξάζω. Μα, αν πάλι εσύ γνωρίζεις πως το συμφέρον της σωτηρίας μου είναι να μην γίνω καλά από την ασθένειά μου, το θέλημά σου να γίνει..."



Παρακαλώ την Οδηγήτρια.....





Μιλώ στη Γλυκοφιλούσα, όταν μου λείπει η αγάπη των δικών μου!

Παρακαλώ την Οδηγήτρια, για να μην χάσω τον δρόμο μου!

Κλαίω μπροστά στην Παυσολύπη, όταν ο ουρανός μου είναι μάυρο!

Δέομαι στην Γοργοεπήκοο, γιατί το πρόβλημα «δεν παίρνει» άλλο!

Γονατίζω στην Παραμυθία, όταν οι λύπες είναι αβάσταχτες και πολλές!

Χαμογελώντας παρακαλώ την Πάντων Χαρά, όταν η χαρά μου είναι μακρινό όνειρο!

Κοκκινίζοντας εκλιπαρώ το Ρόδον το Αμάραντο, για την χαμένη μου ντροπή!

Κι αν η μάνδρα της ψυχής μου απειληθεί, κρούω στην Πορταίτισσα!

Δοξολογώντας τον Κύριο, ψάλλω μπροστά στο Άξιον Εστί!

Ευχαριστώντας τον Θεό για όσα μου έδωσε, ζητώ από την Παναγία Δεξιά να του το πει!

Κι όταν θέλω το «χάδι» του Θεού μου, «κλείνω το μάτι» στην Μεσίτρια.

Αλλ’ όταν δεν αντέχω τον θρήνο των αδελφών, ζητώ από την Θρηνωδούσα να κλαύσω μαζί της!

Κι όσες φορές ως άλλοι «Φιλισταίοι» εχθρικά σύννεφα πυκνώνουν στον ουρανό της πατρίδας μου, ικετεύω την Αγία Σκέπη.

Κι ως μάνα του κόσμου όλου Βρεφοκρατούσα, Σε ικετεύω για τις μάνες!




Ο Θεός είναι στην αγάπη.....


 

Ο Θεός είναι στην αγάπη, στην ειρήνη, στην ταπείνωση, στην ανεξικακία, στη συγχώρηση, στο ορφανό, στον άστεγο, στον πεινασμένο, στον άρρωστο, στον ξεριζωμένο, στον πρόσφυγα, στο μετανάστη, στον άνθρωπο της διπλανής πόρτας, στο γείτονα, στο φίλο, το γνωστό, τον άνθρωπο της ανάγκης, τον λευκό, τον μαύρο, τον Ασιάτη, τον Ινδό, τον άνθρωπο του κόσμου.



Πέμπτη 17 Σεπτεμβρίου 2015

Μνήμη κεκοιμημένων.....





Ξέρεις πόση ανάπαυση νιώθουν οι κεκοιμημένοι, όταν ανάβουμε ένα κεράκι γι'αυτούς; 
Έτσι έχει κανείς πνευματική επικοινωνία με τους κεκοιμημένους....




Ο Θεός δεν σου στέλνει τους ανθρώπους που θες, σου στέλνει τους ανθρώπους που χρειάζεσαι!






   Ο Θεός δεν σου στέλνει τους ανθρώπους που θες, σου στέλνει τους ανθρώπους που χρειάζεσαι! Να σε βοηθήσουν, να σε πληγώσουν, να σε αφήσουν, να σε αγαπήσουν και να σε κάνουν αυτό, που προόριζε Εκείνος να γίνεις...

   H ζωή του πραγματικού Χριστιανού δεν είναι μια ρόδινη και εύκολη ζωή. Είναι μια ζωή γεμάτη εμπόδια, δυσκολίες και πειρασμούς. Είναι ένας σταυρός, ένας Γολγοθάς τον οποίο καλούμαστε να τον ανεβαίνουμε με τη χάρη και τη βοήθεια του Θεού. Πάντα όμως μετά το Σταυρό και το Γολγοθά έρχεται η Ανάσταση. Γι αυτό είπε ο Κύριος : "όστις θέλει οπίσω μου ελθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθείτω μοι".

   Προτιμώ άνθρωπο που αμάρτησε, αλλά γνωρίζει ότι αμάρτησε και μετανοεί, περισσότερο από άνθρωπο που δεν αμάρτησε και θεωρεί τον εαυτό του ως δίκαιο.




Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου 2015

Δεν είναι οικογένειά μας μόνο το ένα, τα δύο, τα τρία παιδιά μας, όσα και αν έχομε.....

-->








Δεν είναι οικογένειά μας μόνο το ένα, τα δύο, τα τρία παιδιά μας, όσα και αν έχομε. Είμαστε όλοι εμείς και όλοι εκείνοι που γυρίζουν δεξιά και αριστερά και που ίσως ακόμη δεν σκέφτηκαν τον Θεό ή δεν τόλμησαν ακόμη να ομολογήσουν ότι μέσα τους έχουν βογγητά και ότι ζητούν με αυτά να ανοίξουν τον ουρανό, για να απαντήσει ο Θεός, αλλά διστάζουν και ντρέπονται.

Η λειτουργία είναι η οικογένειά μας, η σύναξή μας, το σπίτι μας. Γιατί μαζί με σας και με εκείνους που δεν παρίστανται και με τους αμαρτωλούς και με τους κακούς και με τους νεκρούς, είναι και εκείνοι που σήμερα βρίσκονται στην κόλαση, αλλά που μπορεί κάτι να θυμούνται για τον Θεό.

Οι προσευχές της Εκκλησίας, τα μνημόσυνα, οι θείες λειτουργίες, ποιός ξέρει πόσους από αυτούς θα ωφελήσουν και θα τους ανεβάσουν ακόμη και από τον άδη, θα τους βγάλουν ακόμη και από την κόλαση. Αυτό είναι το σπίτι μας. Τόσο μεγάλο σπίτι έχομε εμείς οι πιστοί!