Σελίδες

Πέμπτη 15 Φεβρουαρίου 2018

Να συμβουλεύουμε με δάκρυα.............




Θέλεις να διορθώσεις τον αδερφό σου? Δάκρυσε, προσευχήσου στο Θεό γι΄αυτόν, αφου τον πάρεις ιδιαιτέρως, παρακίνησε τον στο καλό, συμβούλεψε τον, παρακάλεσε τον.

Πολλοί πολλές φορές δεν ωφελήθηκαν καθόλου απο τις συμβουλές, συγκινήθηκαν όμως απο τα δάκρυα και την συμπάθεια.

Με την αγάπη και τα δάκρυα μπορούμε να διορθώσουμε και τους κακούς. Πόνεσε σύ, ίσως έτσι συνέλθει και πονέσει κι εκείνος. Όπως ακριβώς ο άρρωστος που δεν έχει όρεξη, όταν δεί τον γιατρό του να τρώει φαγητό, παρακινείται κι αυτός να φάει, έτσι θα συμβεί κι εδώ, αν ο κακός σε δεί να θρηνείς για την κατάσταση του, θα μαλακώσει, θα γίνει καλός και πράος άνθρωπος.

Όταν λοιπόν δείς τον αδελφό σου να είναι σκληρός και αδιάλλακτος και να μην σε προσέχει, λέγε μέσα σου " μήπως με την πάροδο του χρόνου μπορέσω να τον πείσω ". Και ο απόστολος Παύλος το ίδιο έλεγε να κάνουμε " ο δούλος του Κυρίου δεν πρέπει να φιλονικεί αλλα οφείλει να είναι ήπιος και γλυκύς προς όλους και να σωφρονίζει με πραότητα τους αντιφρονούντες, μήπως κάποτε τους δώσει ο Θεός μετάνοια και οδηγηθούν στην ορθή γνώση της αλήθειας."

Άγιος Ιωάννης Χρυσόστομος


http://posoagapo.blogspot.com

«Τα χρόνια που περνούμε είναι πολύ δύσκολα και πολύ επικίνδυνα, αλλά τελικά θα νικήσει ο Χριστός» (Γέροντας Παΐσιος Αγιορείτης)


Σήμερα ο κόσμος γέμισε ασφάλειες-ανασφάλειες, αλλά, για να είναι απομακρυσμένος από τον Χριστό, νιώθει την μεγαλύτερη ανασφάλεια. Σε καμμιά εποχή δεν υπήρχε η ανασφάλεια που έχουν οι σημερινοί άνθρωποι. Και επειδή δεν τους βοηθούν οι ανθρώπινες ασφάλειες, τρέχουν τώρα να μπουν στο καράβι της Εκκλησίας, για να νιώσουν πνευματική ασφάλεια, γιατί βλέπουν ότι το κοσμικό καράβι βούλιαξε. Αν όμως δουν ότι και στο καράβι της Εκκλησίας μπαίνει λίγο νερό, ότι και εκεί έχουν πιασθή από το κοσμικό πνεύμα και δεν υπάρχει το Άγιο Πνεύμα, τότε θα απογοητευθούν οι άνθρωποι, γιατί δεν θα έχουν μετά από που να πιασθούν.

Ο κόσμος υποφέρει, χάνεται και δυστυχώς είναι αναγκασμένοι όλοι οι άνθρωποι να ζουν μέσα σ’ αυτήν την κόλαση του κόσμου. Νιώθουν οι περισσότεροι μια μεγάλη εγκατάλειψη, μια αδιαφορία -ιδίως τώρα- από παντού. Δεν έχουν από που να κρατηθούν. Είναι αυτό που λένε: “Ο πνιγμένος απ’ τα μαλλιά του πιάνεται”. Αυτό δείχνει ότι ο πνιγμένος ζητάει από κάπου να πιασθή, να σωθή. Βλέπεις, το καράβι βουλιάζει και ο άλλος πάει να πιασθή από το κατάρτι. Μα, αφού το καράβι κινδυνεύει να βουλιάξη, δεν σκέφτεται ότι και το κατάρτι θα βουλιάξη. Πιάνεται από το κατάρτι και βουλιάζει πιο γρήγορα! Θέλω να πω ότι οι άνθρωποι ζητούν κάπου να ακουμπήσουν, από κάπου να πιασθούν. Και αν δεν έχουν πίστη να ακουμπήσουν σ’ αυτήν, αν δεν εμπιστευθούν στον Θεό, ώστε να εγκαταλείψουν τελείως τον εαυτό τους σ’ Αυτόν, θα βασανίζωνται. Μεγάλη υπόθεση η εμπιστοσύνη στον Θεό!

Τα χρόνια που περνούμε είναι πολύ δύσκολα και πολύ επικίνδυνα, αλλά τελικά θα νικήσει ο Χριστός. Θα δήτε πως θα εκτιμήσουν την Εκκλησία. Αρκεί εμείς να είμαστε σωστοί. Θα καταλάβουν ότι αλλιώς δεν γίνεται χωριό. Και οι πολιτικοί έχουν πλέον καταλάβει ότι, αν κάποιοι μπορούν να βοηθήσουν τώρα σ’ αυτό το τρελλοκομείο που έχει γίνει ο κόσμος, αυτοί είναι οι άνθρωποι της Εκκλησίας. Μη σας φαίνεται παράξενο! Οι πολιτικοί μας σήκωσαν τα χέρια. Ήρθαν στο Καλύβι μερικοί και μου είπαν: “Οι καλόγεροι πρέπει να κάνουν ιεραποστολή, αλλιώς δεν γίνεται”. Δύσκολα χρόνια! Αν γνωρίζατε σε τι κατάσταση βρισκόμαστε και τι μας περιμένει!…

Πηγή: Γέροντος Παΐσιου του Αγιορείτου Λόγοι Α΄ “Με πόνο και αγάπη για τον σύγχρονο άνθρωπο” (απομαγνητοφωνημένη συνομιλία με μοναχές της Μονής Σουρωτής)




http://vatopaidi.wordpress.com/

Τετάρτη 14 Φεβρουαρίου 2018

Ο Χριστός, ο φιλάνθρωπος καλλιεργητής μας



Δέκατη Τρίτη Κυριακή του Ματθαίου σήμερα, αγαπητοί, και το Ευαγγέλιο κάνει λόγο για την παραβολή των κακών γεωργών. Ο Χριστός μας ευρίσκεται λίγο πριν από το Πάθος Του στην Ιερουσαλήμ και έχει κάνει τη θριαμβευτική Του είσοδο στην αγία πόλη.

Και την επόμενη ακριβώς ημέρα -στη δική μας Μεγάλη Δευτέρα- ήταν στον ναό, όπου είχε βγάλει την προηγουμένη τους εμπόρους και τους αργυραμοιβούς (ανταλλάκτες νομισμάτων) από τον ναό, είχε κάνει θαύματα σε παραλύτους και αρρώστους και στη συνέχεια οι Αρχιερείς και οι Φαρισαίοι Τον ρωτούσαν διάφορα πράγματα, προπαντός με ποια εξουσία τα κάνει όλα αυτά. Και Κείνος δεν τους απήντησε, τους παρέπεμψε στον Αη-Γιάννη κι εκείνοι κατάλαβαν και δεν Του απήντησαν.

Στη συνέχεια ο Χριστός τους είπε, μεταξύ των άλλων, και την παραβολή των κακών γεωργών. Δηλαδή μίλησε γι' αυτούς με τρόπο έμμεσο -η παραβολή είναι ο καλύτερος τρόπος μετάδοσης αληθειών- και τους είπε καθαρά και ξάστερα, έστω και με την παραβολή, το τι θα κάνουν απέναντί Του: ότι δηλαδή θέλουν να Τον βγάλουν από τη μέση και το ξέρει. Και τους το είπε με την παραβολή των κακών γεωργών, η οποία είναι πολύ σοφή και πολύ γλαφυρή.
Ενας οικοδεσπότης φύτεψε αμπέλι, έφτιαξε πύργο και ληνό και υπολήνιο, έβαλε φράχτη, το μίσθωσε σε καλλιεργητές κι έφυγε. Πέρασε αρκετός καιρός και έστειλε τους υπηρέτες του να πάρουν τους καρπούς. Κι όταν οι καλλιεργητές τούς είδαν, τους φόνευσαν. Κι ύστερα από λίγο έστειλε κι άλλους.

Το ίδιο έγινε και με αυτούς. Και ύστερα έστειλε τον γιο του, λέγοντας: «Θα ντραπούν το παιδί μου». Κι όταν αυτοί είδαν τον γιο, είπαν μέσα τους: «Αυτός είναι ο κληρονόμος, ας τον σκοτώσουμε και ας πάρουμε την περιουσία του».
Κι εδώ τελείωσε η παραβολή. Και ρώτησε τότε ο Χριστός τους ακροατάς του, και κυρίως τους Γραμματείς και Φαρισαίους, την πνευματική ηγεσία των Ιουδαίων: «Τι θα κάνει τότε ο ιδιοκτήτης με τους γεωργούς;».

Κι αυτοί απάντησαν εκφέροντας την καταδικαστική απόφαση -τι να κάνουν αλλιώς;- πως με κακό θάνατο
θα εξαφανίσει τους κακούς αυτούς γεωργούς και θα μισθώσει σε άλλους γεωργούς-καλλιεργητές
το αμπέλι για να δώσουν τους καρπούς στην εποχή τους. Αμπελουργός είναι ο Θεός, αμπέλι ο λαός του Ισραήλ, φραγμός ο Νόμος, πύργος ο ναός του Σολομώντος, ληνός το θυσιαστήριο που έκαμαν εκεί αιματηράς θυσίας, καλλιεργηταί οι Αρχιερείς, οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι.

Κι ο Θεός τους παρέδωσε, λοιπόν, τον λαό να τον καλλιεργήσουν. Κι ύστερα από καιρό έστειλε τους πρώτους Προφήτες: από την αρχή του Μωυσή μέχρι τον Προφήτη Ηλία, λένε οι ερμηνευτές, να πάρει τους καρπούς, κι εκείνοι τους εφόνευσαν. Εστειλε τους δεύτερους: απ' τον Ηλία μέχρι τον Αη-Γιάννη τον Πρόδρομο, τα ίδια. Εστειλε τον γιο του: τον φιλάνθρωπο Χριστό και Τον εσταύρωσαν έξω από την πόλη.
Τους τα 'πε καθαρά, το κατάλαβαν κι εκείνοι και τους είπε: «Εμένα με θεωρείτε ακατάλληλο για την οικοδομή. Ομως ο Θεός με έστειλε ως τον πιο κατάλληλο. Θα ιδρύσω την Εκκλησία, θα ενώσω τους Ιουδαίους, το αγαθό λείμμα και τα έθνη, και θα γίνω κεφαλή της Εκκλησίας, το αγκωνάρι που θα μπεί ακριβώς θεμέλιο πρώτο στην Εκκλησία. Κι αυτό -τους λέει και τελειώνει- έγινε από τον Κύριο και το θαυμάζουν όλοι».

Κι εδώ τελείωσε ο Χριστός την παραβολή, προδιέγραψε την τύχη των Ιουδαίων και τους
είπε: «Θα σας πάρω τη Συναγωγή και θα δώσω στα έθνη και στον λίγο λαό που απομένει, τον ισραηλιτικό, την αγία Εκκλησία».

Κι εμείς ο καθένας είμαστε ένα αμπέλι. Η ψυχή μας είναι ένα αμπέλι προς καλλιέργειαν. Καλλιεργούμεθα μέσα στην Εκκλησία και ευχόμεθα υπέρ των καρποφορούντων και καλλιεργούντων εν ταις αγίαις του Θεού εκκλησίαις.

Ας φροντίσουμε κι εμείς το αμπέλι μας, γιατί ό,τι είπε στους κακούς καλλιεργητές ο Χριστός ισχύει και για μας. Η Χάρη Του ας μας φωτίσει.


Το κήρυγμα της Κυριακής-Του αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη


http://misha.pblogs.gr/

Ο μαρτυρικός θάνατος του Προδρόμου συγκινεί και μας διδάσκει όλους....



Δεκάτη τέταρτη Κυριακή του Ματθαίου σήμερα, αγαπητοί, και μνήμη της αποτομής της Τιμίας Κεφαλής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, δηλαδή του μαρτυρικού του θανάτου. Το Ευαγγέλιο (Μάρκου, Κεφ. ς', 14-30) είναι από τη Θεία Λειτουργία του μεγάλου Προδρόμου. Η Εκκλησία κάνει τιμή και αφιερώνει το Ευαγγέλιο της Κυριακής στη μνήμη του Αγίου Ιωάννου και αναφέρεται στον μαρτυρικό του θάνατο από τον Ηρώδη Αντύπα, τον Τετράρχη της Γαλιλαίας και Περαίας, που ήταν τέκνο του μεγάλου Ηρώδου, ο οποίος εσφαγίασε τα νήπια κατά τη Γέννηση του Χριστού μας.

Εμαθε ο Ηρώδης για τον Χριστό και παραξενεύτηκε. Και είπε πως «ο Χριστός είναι ο Ιωάννης ο Πρόδρομος, τον οποίο εγώ αποκεφάλισα και τώρα αναστήθηκε από τους νεκρούς -δεν έχουμε μετεμψύχωση που λένε οι διάφοροι- και με νέες δυνάμεις κάνει πολλά και μεγάλα». Και τα είπε αυτά ο Ηρώδης, διότι εκείνος, όταν ζούσε ο Ιωάννης, τον συνέλαβε και τον έριξε στη φυλακή εξαιτίας της Ηρωδιάδας της συζύγου του, που παράνομα την πήρε από τον Φίλιππο τον αδελφό του και την έκανε γυναίκα του. Ο Ιωάννης, δε, την επιτιμούσε με θάρρος και ειλικρίνεια και αγάπη.

Η Ηρωδιάδα επέμενε και τον έβαλε στη φυλακή, όμως δεν τον εφόνευσε παρότι η Ηρωδιάδα επέμενε, αλλά πήγαινε στη φυλακή, που ήταν κοντά στο παλάτι του στη Μαχαιρούντα, έβλεπε και άκουγε με ευχαρίστηση τον Ιωάννη -τη φυλακισμένη αλήθεια-, ενώ έκανε πολλά από αυτά που του έλεγε. Τι φοβερό, αλλά και τι υπέροχο! Ο εγκληματίας Ηρώδης να τιμά τον Αγιο Ιωάννη, γιατί είχε αντιληφθεί πως ήταν άνδρας άγιος απέναντι στον Θεό και δίκαιος απέναντι στους ανθρώπους.

Ηρθε όμως η ευκαιρία: εόρταζε τα γενέθλιά του, είχε καλέσει το αρχοντολόι της περιοχής και άρχισε το φαγητό, το γλέντι και το ποτό. Στην κορυφαία στιγμή δε αυτού του «συμποσίου του μισητού», όπως το λέει η υμνολογία της Εκκλησίας, μπήκε μέσα η κόρη της Ηρωδιάδας, η Σαλώμη, και χόρεψε τόσο καλά και τόσο κολασμένα ώστε ο Ηρώδης και οι υπόλοιποι ενθουσιάστηκαν.

Και ο βασιλιάς της είπε με όρκο να του ζητήσει ό,τι θέλει, μέχρι και το μισό του βασίλειο, και θα της το δώσει. Εκείνη πάει στη μάνα της και λέει: «Τι να ζητήσω;». Κι αυτή αμέσως βρήκε την ευκαιρία
και είπε: «Το κεφάλι του Ιωάννη μέσα στο πιάτο». Λυπήθηκε ο βασιλιάς, αλλά επειδή ορκίστηκε -τι μάταιοι όρκοι!- ήθελε να πραγματοποιήσει αυτό που έταξε. Γι' αυτό έστειλε τον σωματοφύλακά του στη φυλακή, έκοψε το κεφάλι του Αγίου Ιωάννου και το έφερε στο πιάτο, το έδωσε στο κορίτσι, κι αυτό στη μητέρα του. Τι κι αν έκοψαν την κεφαλή του Αγίου Ιωάννου; Ο λόγος του Θεού δεν δένεται και η αλήθεια δεν υποκύπτει σε καμία βία και σε καμία δυναστεία.

Ηρθαν οι μαθητές του Αγίου Ιωάννου, πήραν το λείψανό του, το έθαψαν και ανήγγειλαν στον Ιησού αυτό που έγινε. Ηρθαν και οι Απόστολοι, που ήσαν περιοδεία, και είπαν στον Ιησού «όσα εποίησαν και όσα εδίδαξαν».

Τι σημαίνει αυτό; Οτι ο δρόμος του Αγίου Ιωάννου τελείωσε και άρχισε ο δρόμος του Χριστού. Ο πρόδρομός Του, όμως, διά του μαρτυρικού θανάτου κατέβηκε χαρούμενος στον Αδη και προετοίμασε και εκεί τον δρόμο του Χριστού. Προπορεύτηκε του θανάτου του Χριστού και στον Αδη ο Αγιος Ιωάννης και Τον περίμενε. Και στην εικόνα της Αναστάσεως που έχουμε, την ορθόδοξη, η κάθοδος δηλαδή του Ιησού Χριστού στον Αδη, ανάμεσα στους εκεί, πρώτος ο άγιος Ιωάννης, ο οποίος κηρύττει

πλέον τον Χριστό παρόντα και έλεγε: «Ιδε ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου».
Ενα τροπάριο του όρθρου της ημέρας του Αγίου Ιωάννου μας λέει μια ωραία ευχή και με αυτή τελειώνουμε: «Κύριε, με τις πρεσβείες του Βαπτιστού σου, χάρισε ειρήνη στις ψυχές μας. Αμήν».


Το κήρυγμα της Κυριακής Του αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη


http://misha.pblogs.gr/

ΠΕΡΙ ΛΟΓΙΣΜΩΝ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ......


Ο άνθρωπος έχει τέτοιες δυνάμεις, ώστε να μπορεί να μεταδώσει το καλό ή το κακό στο περιβάλλον του. Αυτά τα θέματα είναι πολύ λεπτά. Χρειάζεται μεγάλη προσοχή. Πρέπει να βλέπομε το καθετί με αγαθό τρόπο. Τίποτα το κακό να μη σκεπτόμαστε για τους άλλους. Κι ένα βλέμμα κι ένας στεναγμός επιδρά στους συνανθρώπους μας. Και η ελάχιστη αγανάκτηση κάνει κακό. Να έχομε μέσα στην ψυχή μας αγαθότητα κι αγάπη· αυτά να μεταδίδομε.

Να προσέχομε να μην αγανακτούμε για τους ανθρώπους που μας βλάπτουν· μόνο να προσευχόμαστε γι’ αυτούς με αγάπη. Ό,τι κι αν κάνει ο συνάνθρωπος μας, ποτέ να μη σκεπτόμαστε κακό γι’ αυτόν. Πάντοτε να ευχόμαστε αγαπητικά. Πάντοτε να σκεπτόμαστε το καλό.

Δεν πρέπει ποτέ να σκεπτόμαστε για τον άλλο ότι θα του δώσει ο Θεός κάποιο κακό ή ότι θα τον τιμωρήσει για το αμάρτημά του. Αυτός ο λογισμός φέρνει πολύ μεγάλο κακό, χωρίς εμείς να το αντιλαμβανόμαστε. Πολλές φορές αγανακτούμε και λέμε στον άλλο: «Δεν φοβάσαι τη δικαιοσύνη του Θεού, δεν φοβάσαι μη σε τιμωρήσει;». Άλλη φορά πάλι λέμε: «Ο Θεός δεν μπορεί θα σε τιμωρήσει γι’ αυτό που έκανες» ή «Θεέ μου, μην κάνεις κακό σ’ αυτόν τον άνθρωπο γι’ αυτό που μου έκανε» ή «Να μην πάθει αυτό το πράγμα ο τάδε».
Σε όλες αυτές τις περιπτώσεις, έχομε βαθιά μέσα μας την επιθυμία να τιμωρηθεί ο άλλος. Αντί, όμως να ομολογήσομε το θυμό μας για το σφάλμα του, παρουσιάζομε με άλλον τρόπο την αγανάκτησή μας και, δήθεν, παρακαλούμε τον Θεό γι’ αυτόν. Έτσι, όμως, στην πραγματικότητα καταριόμαστε τον αδελφό.
Κι αν, αντί να προσευχόμαστε, λέμε, «να το βρεις απ’ τον Θεό, να σε πληρώσει ο Θεός για το κακό που μου έκανες», και τότε πάλι ευχόμαστε να τον τιμωρήσει ο Θεός. Ακόμη και όταν λέμε, «ας είναι βλέπει ο Θεός», η διάθεση της ψυχής μας ενεργεί κατά ένα μυστηριώδη τρόπο, επηρεάζει την ψυχή του συνανθρώπου μας και αυτός παθαίνει κακό.


Όταν κακομελετάμε, κάποια κακή δύναμη βλαίνει από μέσα μας και μεταδίδεται στον άλλο, όπως μεταφέρεται η φωνή με τα ηχητικά κύματα, και όντως ο άλλος παθαίνει κακό. Γίνεται κάτι σαν βασκανία, όταν ο άνθρωπος έχει για τους άλλους κακούς λογισμούς. Αυτό γίνεται απ’ τη δική μας αγανάκτηση. Εμείς μεταδίδομε μυστικώ τω τρόπω την κακία μας. Δεν προκαλεί ο Θεός το κακό αλλά η κακία των ανθρώπων. Δεν τιμωρεί ο Θεός, αλλά η δική μας κακή διάθεση μεταδίδεται στην ψυχή του άλλου μυστηριωδώς και κάνει το κακό. Ο Χριστός ποτέ δεν θέλει το κακό. Αντίθετα παραγγέλλει: «Ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς …».
Η βασκανία είναι πολύ άσχημο πράγμα. Είναι η κακή επίδραση που γίνεται όταν κανείς ζηλέψει κι ορεχθεί κάτι ή κάποιον. Θέλει μεγάλη προσοχή. Η ζήλεια κάνει πολύ κακό στον άλλο. Αυτός που βασκαίνει δεν το βάζει καν στο νου του ότι κάνει κακό. Είδατε τι λέει και η Παλαιά Διαθήκη: «Βασκανία γαρ φαυλότητος αμαυροί τα καλά».

Όταν όμως ο άλλος είναι άνθρωπος του Θεού και εξομολογείται και μεταλαμβάνει και έχει πάνω του τον Σταυρό, δεν τον πιάνει τίποτα. Όλοι οι δαίμονες να πέσουν πάνω του δεν καταφέρνουν τίποτα.
Μέσα μας υπάρχει ένα μέρος της ψυχής που λέγεται «ηθικολόγος». Αυτός ο «ηθικολόγος» όταν βλέπει κάποιον να παρεκτρέπεται, επαναστατεί, ενώ πολλές φορές }449} αυτός που κρίνει έχει κάνει την ίδια παρεκτροπή. Δεν τα βάζει όμως με τον εαυτό του αλλά με τον άλλο. Κι αυτό δεν το θέλει ο Θεός. … Λέμε παραδείγματος χάριν: «Έπρεπε να κάνεις αυτό· δεν το έκανες, να τι έπαθες!». Στην πραγματικότητα, επιθυμούμε να πάθει ο άλλος κακό. Όταν σκεπτόμαστε το κακό, τότε μπορεί πράγματι να συμβεί. Κατά ένα μυστηριώδη και αφανή τρόπο μειώνομε στον άλλο τη δύναμη να πάει στο αγαθό, του κάνομε κακό. Μπορεί να γίνομε αιτία ν’ αρρωστήσει, να χάσει τη δουλειά του, την περιουσία του κ.λπ. Μ’ αυτό τον τρόπο δεν κάνομε κακό μόνο στον πλησίον μας αλλά και στον εαυτό  μας, γιατί απομακρυνόμαστε απ’ την χάρι του Θεού. Και τότε προσευχόμεθα και δεν εισακουόμεθα. «Αιτούμεν και ου λαμβάνομεν». Γιατί; Το σκεφθήκαμε ποτέ αυτό; «Διότι κακώς αιτούμεθα». Πρέπει να βρούμε τρόπο να θεραπεύσομε την τάση που υπάρχει μέσα μας να αισθανόμαστε και να σκεπτόμαστε με κακία για τον άλλο.

Είναι δυνατόν να πει κάποιος, «έτσι που φέρεται ο τάδε θα τιμωρηθεί απ’ τον Θεό», και να νομίζει ότι το λέει χωρίς κακία. Είναι, όμως, πολύ λεπτό πράγμα να διακρίνει κανείς αν έχει ή δεν έχει κακία. Δεν φαίνεται καθαρά. Είναι πολύ μυστικό πράγμα τι κρύβει η ψυχή μας και πώς αυτό μπορεί να επιδράσει σε πρόσωπα και πράγματα.


Δεν συμβαίνει το ίδιο αν πούμε μετά φόβου ότι ο άλλος δεν ζει καλά και να προσευχόμαστε να τον βοηθήσει ο Θεός και να του δώσει μετάνοια· δηλαδή ούτε λέμε, ούτε κατά βάθος επιθυμούμε να τον τιμωρήσει ο Θεός γι’ αυτό που κάνει. Τότε όχι μόνο δεν κάνομε στον πλησίον κακό, αλλά του κάνομε και καλό. Όταν εύχεται κανείς για τον πλησίον του, μια καλή δύναμη βγαίνει απ’ αυτόν και πηγαίνει στον αδελφό και τον θεραπεύει και τον δυναμώνει και τον ζωογονεί. Μυστήριο πως φεύγει από μας αυτή η δύναμη. Όμως πράγματι αυτός που έχει μέσα του το καλό στέλνει την καλή αυτή δύναμη στους άλλους μυστικά και απαλά. Στέλνει στον πλησίον του φως, που δημιουργεί έναν κύκλο προστασίας γύρω του και τον προφυλάσσει απ’ το κακό. Όταν έχομε για τον άλλο αγαθή διάθεση και προσευχόμαστε, θεραπεύομε τον αδελφό και τον βοηθάμε να πάει προς τον Θεό.

Υπάρχει μία ζωή αόρατη, η ζωή της ψυχής. Αυτή είναι πολύ ισχυρή και μπορεί να επιδράσει στον άλλον, έστω κι αν μας χωρίζουν χιλιόμετρα. Αυτό γίνεται και με την κατάρα, η οποία είναι δύναμη που ενεργεί το κακό. Αν, όμως, πάλι με αγάπη προσευχηθούμε για κάποιον, όση απόσταση κι αν μας χωρίζει, μεταδίδεται το καλό. Άρα και το καλό και το κακό δεν τα επηρεάζουν οι αποστάσεις. Μπορούμε να τα στείλομε σε αποστάσεις απέραντες. … Ο θρούς της ψυχής μας φθάνει μυστηριωδώς κι επηρεάζει }451} τον άλλον, έστω κι αν δεν εκφράσομε ούτε μια λέξη. Και χωρίς να μιλήσομε, μπορεί να μεταδώσομε το καλό ή το κακό, όση κι αν είναι η απόσταση που μας χωρίζει απ’ τον πλησίον. Αυτό που δεν εκφράζεται έχει συνήθως περισσότερη δύναμη απ’ τα λόγια.

Η κακή δύναμη δεν έχει φραγμούς, δεν εμποδίζεται ούτε από κλειδαριές ούτε από αποστάσεις. Η κακή δύναμη μπορεί και το αυτοκίνητο αν το γκρεμίσει χωρίς να υπάρχει καμιά βλάβη.

Καταλάβατε, λοιπόν πώς οι κακές μας σκέψεις, η κακή μας διάθεση επηρεάζουν τους άλλους; Γι’ αυτό πρέπει να βρούμε και τον τρόπο να καθαρίσομε το βάθος του εαυτού μας από κάθε κακία. Όταν η ψυχή μας είναι αγιασμένη, ακτινοβολεί το καλό. Στέλνομε τότε σιωπηλά την αγάπη μας χωρίς να λέμε λόγια.
Βέβαια αυτό στην αρχή είναι λίγο δύσκολο.

Πρώτα ήταν ανίκανος να κάνει το καλό, (ο απόστολος Παύλος) μετά που ήλθε ο Χριστός μέσα του έγινε ανίκανος να κάνει το κακό. Και φώναζε μάλιστα: «Ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός». Το έλεγε, το κήρυττε με καύχηση, ότι «έχω τον Χριστό μέσα μου», ενώ πρωτύτερα έλεγε: «Ήθελα να κάνω το καλό, αλλά δεν μπορούσα».

Έτσι θ’ αποσπάσομε την χάρι του Θεού, θα καταστούμε ένθεοι. Άμα δοθούμε κατά κει, άμα δοθούμε στην αγάπη του Χριστού, τότε όλα θα μεταβληθούν, όλα θα μεταστοιχειωθούν, όλα θα μεταποιηθούν, όλα θα μετουσιωθούν. Ο θυμός η οργή, η ζήλεια, ο φθόνος, η αγανάκτηση, η κατάκριση, η αχαριστία, η μελαγχολία, η κατάθλιψη, όλα θα γίνουν αγάπη, χαρά, λαχτάρα, θείος έρως. Παράδεισος! 

ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ
ΒΙΟΣ ΚΑΙ ΛΟΓΟΙ


http://www.facebook.com/pages/BIOS-KAI-LOGOI-TOU-MAKARISTOU-AGIOU-GERONTA-PORPHYRIOU/140517145972488

Δευτέρα 12 Φεβρουαρίου 2018

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΕΣ ΜΝΗΜΕΣ: 10229 - Η βιωτή του μοναχού στο κελλί (Συνέντευξη ...

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΕΣ ΜΝΗΜΕΣ: 10229 - Η βιωτή του μοναχού στο κελλί (Συνέντευξη ...: Ο μοναχός π. Νικήτας, Γέροντας του Ιερού Κελλίου Παναγίας Πορταΐτισσας Καψάλας μιλάει στην Πεμπτουσία για τα πρώτα βήματα στη πνευματική ...

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΕΣ ΜΝΗΜΕΣ: 10228 - Άγιον Όρος: Το περιβόλι της Παναγίας (Συνέ...

ΑΓΙΟΡΕΙΤΙΚΕΣ ΜΝΗΜΕΣ: 10228 - Άγιον Όρος: Το περιβόλι της Παναγίας (Συνέ...: «Η πνευματική ζωή θέλει ηρεμία», λέει χαρακτηριστικά ο Ιερομόναχος Φιλήμων της Σκήτης του Προφ. Ηλία, σε συνέντευξή του στην Πεμπτουσία. ...

Η χήρα μάνα και το καλάθι



Ζούσε, κάποτε, σ’ ένα χωριό μία χήρα πολύ φτωχιά με το μοναχογιό της. Για να μεγαλώσει το παιδί της ξενοδούλευε κι επειδή έβαλε σ’ αυτό όλο το μεράκι της, απ’ τον καημό της, αποφάσισε να το σπουδάσει. Πήγε, λοιπόν, κι έπεσε στα γόνατα μπροστά στην Παναγία κι έλεγε: «Παναγία μου, αξίωσέ με, εμένα την αμαρτωλή να σπουδάσω το μοναχογιό μου». Έτσι, με χίλιες στερήσεις και προσευχές κατάφερε η φτωχή χήρα να σπουδάσει το γιό της γιατρό.

Κάποια μέρα, με το δίπλωμα στην τσάντα ξεκίνησε ο γιατρός να επισκεφτεί τη μάνα του, που ειχε πιά γεράσει, για να την ευχαριστήσει. Η μάνα τον υποδέχτηκε με πολλή χαρά και με βαθιά ευγνωμοσύνη στην Παναγία, που την αξίωσε να πραγματοποιήσει το όνειρο της ζωής της.

Την άλλη μέρα, Κυριακή, πηγαίνει και ξυπνάει το γιό της και του λέει: «Σήκω, γιέ μου, να πάμε να ευχαριστήσουμε την Παναγία για την προκοπή σου.

Ο γιατρός όμως της αρνήθηκε να πάει στην εκκλησία, γιατί δεν πίστευε, όπως είπε, στα λόγια της και τα θεωρεί ξεπερασμένα.

Η μάνα φαρμακώθηκε, δεν είπε τίποτε, μόνο πήγε μονάχη της κι έκλαγε μπροστά στην εικόνα της Μεγαλόχαρης με ευχαριστία αλλά και πόνο. Όταν γύρισε στο σπίτι, ο γιός της, ο γιατρός, τη ρώτησε: «Έ μάνα, τι κατάλαβες απ’ τα λόγια της εκκλησίας, εσύ, αγράμματη γυναίκα;» Η χήρα δεν απάντησε, μόνο έπιασε ένα καλάθι από την αποθήκη και του λέει: «Γιέ μου, το πρωί δεν με άκουσες να ρθείς μαζί μου στην εκκλησία. Συγχωρεμένος να είσαι. Τώρα, όμως, θέλω να μου κάνεις μία άλλη χάρη και μη μου την αρνηθείς. Θέλω να πάρεις το καλάθι και να πάς στο ποτάμι να μου φέρεις νερό. «Μα με το καλάθι να σου φέρω νερό, μάνα; Τόσο τα ’χεις χαμένα»; λέει εκείνος. «Πήγαινε εσύ για το χατίρι μου, του απαντάει εκείνη, κι ό,τι θέλει ας γίνει».

Παραξενεμένος ο γιατρός πηγαίνει στο ποτάμι, βουτάει μέσα το καλάθι, το βγάζει και γυρίζει στο σπίτι με το καλάθι άδειο. «Να, μάνα, το καλάθι σου, όπως μου το ’δωσες. Σου την έκανα την χάρη. Βλέπεις εσύ να έχει νερό μέσα;», λέει ο γιατρός. «Ευχαριστώ, γιέ μου, που μ’ άκουσες. Βλέπεις όμως εσύ το καλάθι όπως σου το ’δωσα»; Απαντάει η μάνα. «Έ ναί, μόνο που είναι βρεγμένο». «Βλέπεις λοιπόν, γιέ μου, ότι δεν είναι το ίδιο, όπως σου το ’δωσα; Το πήρες στεγνό, κατάξερο και μου το ’φερες μουσκεμένο. Έτσι κι εγώ πηγαίνω αγράμματη στην εκκλησία, δεν φέρνω τη σοφία της, αλλά είμαι δροσισμένη άπ’ τη χάρη της και αυτό με συντηρεί τόσα χρόνια και κατάφερα με τη χάρη Της να σε σπουδάσω.

Τότε κατάλαβε ο γιατρός ότι ο Θεός «εμώρανε την σοφίαν του κόσμου τούτου… και τα μωρά του κόσμου εξελέξατο…» κι έβαλε μετάνοια στη μάνα του και πήγαν ύστερα μαζί στην εκκλησία κι ευχαρίστησαν την Παναγία. ῏



Σάββατο 3 Φεβρουαρίου 2018

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΕΛΩΝΟΥ και ΦΑΡΙΣΑΙΟΥ




Αποστολικό ανάγνωσμα Κυριακής Τελώνου και Φαρισαίου

Η ανάγκη για πνευματικούς πατέρες

Αυτό που απουσιάζει συχνά, αγαπητοί μου αδελφοί, όχι μόνο από τη ζωή της Εκκλησίας, αλλά και από τη ζωή της κοινωνίας και την προσωπική μας είναι το βίωμα και η ιδιότητα της πατρότητας.
Οι άνθρωποι δε νιώθουμε την ανάγκη ούτε να είμαστε να θέλουμε πατέρες. Η πατρότητα ταυτίζεται με τον αυταρχισμό και την διακυβέρνηση της ζωής μας από άλλους και την αποστέρηση της ελευθερίας. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα οι άνθρωποι να στερούμαστε τόσο της πνευματικής συγγένειας, όσο και της αγάπης που η πατρότητα προσφέρει και να μένουμε όχι απλώς ακαθοδήγητοι στη ζωή μας, αλλά και αδύναμοι στο να επιδείξουμε την ταπεινότητα εκείνη που θα μας βοηθήσει να μάθουμε αληθινά σπουδάζοντας στον αληθινό πατέρα νοήματα και αξίες, που θα μας βοηθήσουν με τη σειρά μας όχι μόνο να προχωρήσουμε γόνιμα και δημιουργικά στη ζωή μας, σε όλες της τις εκφάνσεις, αλλά και να γίνουμε ικανοί «ετέρους διδάξαι».

 Ο Απόστολος Παύλος, αναφερόμενος στον μαθητή του Τιμόθεο, περιγράφει τα χαρακτηριστικά εκείνα του πνευματικού πατέρα που τον καθιστούν άξιο της εμπιστοσύνης του πνευματικού υιού, αλλά και που τον κάνουν να ανταποκρίνεται στο κατεξοχήν πρότυπο πατρότητας που είναι ο Χριστός.
 Ο Παύλος λοιπόν τονίζει ότι ο πνευματικός πατέρας διακρίνεται για την διδασκαλία που προσφέρει στα πνευματικά του παιδιά, τον τρόπο ζωής του, τον σκοπό της ύπαρξής του, γιατί δηλαδή ζει και πού οδηγεί τα παιδιά του, την πίστη του, την μακροθυμία και συγχωρητικότητα, την αγάπη, την υπομονή, το ότι διώκεται και παθαίνει για χάρη της πίστης την οποία βιώνει (και οι διωγμοί και τα παθήματα δεν είναι μόνο σωματικά, είναι και πνευματικά και έχουν να κάνουν με την περιθωριοποίηση που υφίσταται ο πνευματικός πατέρας από τους άλλους ανθρώπους, αλλά και τον εσωτερικό πόλεμο των λογισμών και των επιθέσεων του διαβόλου που εύκολα γεννά θλίψη και πόνο).

 Όλα αυτά πηγάζουν από τη σχέση που έχει ο πνευματικός πατέρας με το Χριστό. Όπως τονίζει χαρακτηριστικά ο Παύλος «εκ πάντων με ερρύσατο ο Κύριος» (Β’ Τιμ. 3, 10-11). Δεν έχει την εντύπωση ότι κατάφερε να δείξει αυτά τα χαρακτηριστικά στη ζωή του, γιατί στον εαυτό του αναφέρεται όταν μιλά στον
Τιμόθεο, επειδή ο ίδιος από μόνος του ήταν ικανός, αλλά γιατί ο Κύριος τον βοήθησε να αντέξει και να βγάλει στην επιφάνεια όλα αυτά τα πνευματικά σημεία. Ο Παύλος θα ζητήσει από τον μαθητή του να διατηρήσει στη ζωή του ακέραιο το συνδυασμό των όσων έμαθε από τον ίδιο ως πατέρα και πνευματικό του διδάσκαλο, αλλά και να συνδυάσει ό,τι προστέθηκε σ’ αυτόν με τα ιερά γράμματα, τα οποία έμαθε από την παιδική του ηλικία, αλλά και με την πίστη «εν Χριστώ Ιησού», την οποία βίωσε στη ζωή του.

Μας δίνει λοιπόν τη δυνατότητα ο Παύλος να δούμε τελικά τι σημαίνει πνευματικός πατέρας στη ζωή μας και να κρίνουμε αν όντως τον έχουμε ανάγκη για να τον αναζητήσουμε και να διδαχθούμε από αυτόν στη ζωή μας.

  Ο πνευματικός πατέρας γνωρίζει τη διδασκαλία της πίστης και την προσφέρει αφειδώλευτα, κηρύττοντας όχι τον εαυτό του, αλλά το Χριστό. Και δεν μένει μόνο στα λόγια, αλλά προχωρά και στην υιοθέτηση και βίωση ενός τρόπου ζωής σύμφωνου με το Ευαγγέλιο και την Εκκλησία. Κοντά του δηλαδή κανείς μπορεί να βρει όχι μόνο την θεωρία, αλλά και την πράξη της εν Χριστώ ζωής. Αυτό δε σημαίνει ότι ο πνευματικός πατέρας είναι τέλειος και αψεγάδιαστος.
 Ο Παύλος αναφέρει χαρακτηριστικά για τον εαυτό του ότι ήταν ο πρώτος των αμαρτωλών. Ο πνευματικός πατέρας αγωνίζεται, μετανοεί, προσπαθεί να είναι κοντά στο Θεό, χωρίς να δικαιολογεί τα πάθη του και τις πτώσεις του, αλλά και χωρίς να απολυτοποιεί τις αρετές του. Κι αυτό γιατί γνωρίζει ότι ο Χριστός είναι αυτός που τον στηρίζει στον αγώνα του και προς Εκείνον απευθύνεται. Επομένως, τα πνευματικά παιδιά καλούνται να λάβουν από τον πνευματικό πατέρα όχι το δικό του χαρακτήρα ή τις ιδέες του, αλλά τον τρόπο με τον οποίο θα οδηγηθούν στο Χριστό. Και όλα αυτά σε ένα πλαίσιο ελευθερίας και σεβασμού στην διαφορετικότητας του καθενός.

 Ο πνευματικός πατέρας στις σχέσεις του με τους άλλους ανθρώπους επιδεικνύει αγάπη και μακροθυμία και υπομονή. Αυτό σημαίνει ότι δεν κατακρίνει τους άλλους, ούτε τους απορρίπτει ό,τι κι αν είναι, ό,τι κι αν κάνουν, ακόμη και στον ίδιο, αλλά ζει γι’ αυτούς, προσεύχεται γι’ αυτούς, τους αγαπά, μακροθυμεί στα λάθη τους, νικά ακόμη και την πίκρα που πιθανόν αυτοί να του προσφέρουν. Αυτό ισχύει και για την στάση των πνευματικών του παιδιών, εφόσον αυτά θέλουν να είναι και να λειτουργούν κατ’ αυτόν τον τρόπο. Η πατρότητα λειτουργεί ευσπλαχνικά και όχι εγωκεντρικά και αυτοδικαιωτικά. Αυτό σημαίνει τελικά μία ταπεινότητα, η οποία καθιστά τον πνευματικό πατέρα δοχείο τη χάριτος του Θεού, κατά το πρότυπο του Χριστού.

  Ο πνευματικός πατέρας είναι έτοιμος να κακοπάθει για την πίστη του στο Χριστό. Αυτό σημαίνει ότι σκοπός της ζωής του είναι η αλήθεια και όχι οι έπαινοι των ανθρώπων. Αν ο σκοπός του πνευματικού πατέρα είναι η ανθρωπαρέσκεια, τότε και ο ίδιος δημιουργεί οπαδούς του προσώπου του και όχι πιστούς της Εκκλησίας, αλλά και δεν μπορεί να οδηγήσει τους ανθρώπους στην αλήθεια, αφού το μόνο που κάνει είναι να κολακεύει τις αδυναμίες τους και να τους διδάσκει έναν Χριστό, ο Οποίος δεν ζητά αυταπάρνηση και σταυρό, αλλά το βόλεμα των ανθρώπων. Η κακοπάθεια του πνευματικού πατέρα δεν έγκειται μόνο στους διωγμούς και τα παθήματα του σώματος ή στη θυσία και την μέριμνα για τα πνευματικά του παιδιά. Έγκειται και στην λύπη να βλέπει τους πονηρούς και γόητες ανθρώπους να προκόπτουν «επί το χείρον» και να μην μπορεί να κάμει τίποτε γι’ αυτό, παρά μόνο να δέχεται και να υπακούει στο θέλημα του Θεού, να υπερασπίζεται την αλήθεια, ακόμη και με προσωπικό κόστος.

  Στη ζωή μας σήμερα δεν έχουμε τη διάθεση να μάθουμε, να σπουδάσουμε, να γευτούμε την αγάπη όχι με την έννοια του συμφέροντος, αλλά με την έννοια της κοινωνίας που θα μας βοηθήσει να έχουμε ως σκοπό της ζωής όχι την απόλαυση του άλλου, αλλά τη βοήθειά του να γίνουμε σοφότεροι τόσο κατά Θεόν όσο και κατά κόσμον.
Έχει εκλείψει σήμερα το πνεύμα της μαθητείας. Έχει εκλείψει η αίσθηση ότι η πίστη προϋποθέτει πνευματικό αγώνα και εκεί έχουμε ανάγκη από έναν αληθινό βοηθό, που θα αγωνίζεται να ζήσει τα όσα ο Χριστός ζητά από τον άνθρωπο. Έχει ψυγεί η αγάπη, που μας κάνει να θέλουμε να λειτουργήσουμε στην κατεύθυνση του σταυρού και της θυσίας και έχει πρυτανεύσει η λογική του βολέματος, του δικαιώματος, ης κυριαρχίας του εγώ. Το εγώ όμως αληθινά καταξιώνεται μέσα από την γνήσια κοινωνία με το συνάνθρωπο, όπου ο άνθρωπος καλείται να έχει και να μπορεί να προσφέρει. Και χρειάζεται τέτοια πρότυπα να έχουμε στη ζωή μας, όχι μόνο την εκκλησιαστική, αλλά και την πολιτική και την κοινωνική, που να μπορούμε να τα εμπιστευθούμε και να λάβουμε από αυτά τη στήριξη και την πρόταση της οδού που θα οδηγεί τόσο στην απόκτηση νοήματος για την προσωπική μας ζωή, όσο και για την συλλογική πορεία.

Καθώς ξεκινά το Τριώδιο και η Μεγάλη Τεσσαρακοστή ανοίγεται μπροστά μας, ας επαναβεβαιώσουμε ή ας εύρουμε σχέση με πνευματικούς μας πατέρες που θα διακρίνονται για τον αγώνα και την ελευθερία που εμπνέουν στα τέκνα τους, για την ταπεινότητα και την αγάπη και, κυρίως, για την διάθεση να προσφέρουν την αλήθεια. Για να μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε γόνιμα όλες τις προκλήσεις και τις προσκλήσεις της Εκκλησίας μας, αλλά και να βοηθήσουμε στο να ανοιχτεί ένας νέος δρόμος και στη ζωή της κοινωνίας μας. Αμήν!




Από το γραπτό κήρυγμα της ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΚΕΡΚΥΡΑΣ

Παρασκευή 2 Φεβρουαρίου 2018

Η αγάπη είναι καρπός προσευχής


Ή αγάπη αρχίζει από τη θέα της (κατά την προσευχή) και οδηγεί το νου αχόρταγα στον πόθο της, όταν ό άνθρωπος κάνει υπομονή στην προσευχή χωρίς αμέλεια «ακηδία» οπότε μόνο προσεύχεται μέσα σε σιωπηλά ενθυμήματα της διάνοιας με θεϊκή πύρωση και θέρμη.
2. Η αγάπη του Θεού έρχεται μέσα μας από τη συνομιλία μαζί του. Η αγάπη του Θεού είναι παράδεισος
1. Παράδεισος είναι ή αγάπη του Θεού. Μέσα σ' αυτήν υπάρχει ή τρυφή όλων των μακαρισμών. Σ' αυτόν τον παράδεισο ό μακάριος Παύλος τράφηκε με υπερφυσική τροφή. Και αφού γεύθηκε εκεί το ξύλο της ζωής, έκραξε λέγοντας: «αυτά πού μάτι δεν τα είδε, ούτε αυτί τα άκουσε, κι ούτε πού τα 'βαλε ό λογισμός του ανθρώπου, όσα ετοίμασε ό Θεός για κείνους πού τον αγαπούν» (1 Κορ. 2, 9). Από αυτό το ξύλο της ζωής εμποδίστηκε ό Αδάμ με τη συμβουλή του διαβόλου. Το ξύλο της ζωής είναι ή αγάπη του Θεού, από την οποία εξέπεσε ό Αδάμ και δεν μπόρεσε πια να χαρεί, παρά δούλευε και έχυνε τον ίδρωτα του στη γη των αγκαθιών. Όσοι στερήθηκαν την αγάπη του Θεού, δηλ. τον παράδεισο, τρώνε με την εργασία τους, μέσα στ' αγκάθια, το ψωμί του ίδρωτα και αν ακόμη βαδίζουν στον ίσιο δρόμο των αρετών.
Είναι το ψωμί πού επέτρεψε ό Θεός στον πρωτόπλαστο να φάει μετά την έκπτωση του. Μέχρι να βρούμε λοιπόν την αγάπη, ή εργασία μας είναι στη γη των αγκαθιών και μέσα σ' αυτά σπέρνουμε και θερίζουμε, κι ας είναι ό σπόρος μας σπόρος δικαιοσύνης. Συνέχεια, λοιπόν, μας κεντάνε τα αγκάθια και, όσο και να δικαιωθούμε, ζούμε μέσα σ' αυτά με τον ίδρωτα του προσώπου μας. Όταν όμως μέσα στον έμπονο και δίκαιο αγώνα μας, βρούμε την αγάπη του Θεού, τρεφόμαστε με ουράνιο άρτο και δυναμώνουμε, χωρίς να εργαζόμαστε με αγωνία και χωρίς να κουραζόμαστε, όπως οι χωρίς αγάπη άνθρωποι. Ό ουράνιος άρτος είναι ό Χριστός, πού ήρθε κάτω σε μας από τον ουρανό και δίνει στον κόσμο την αιώνια ζωή. Και αύτη ή ζωή είναι ή τροφή των αγγέλων. Όποιος βρήκε την αγάπη, κάθε μέρα και ώρα τρώγει το Χριστό κι από αυτό γίνεται αθάνατος (Ίω. 6, 58 ). Διότι «ό τρώγων -λέει- από τον άρτο πού εγώ θα του δώσω, ποτέ ("εις τον αιώνα") δε θα πεθάνει». Μακάριος λοιπόν είναι εκείνος πού τρώγει από τον άρτο της αγάπης, πού είναι ό Ιησούς. Ότι, βέβαια, αυτός πού τρώγει από την αγάπη, τρώγει το Χριστό, το Θεό των πάντων, το μαρτυρεί ό απόστολος Ιωάννης, όταν λέει ότι «Ό Θεός είναι αγάπη» (1 Ίω. 4, 8 ).
Λοιπόν οποίος ζει στην αγάπη, λαμβάνει από το Θεό ως καρπό τη ζωή και σ' αυτό τον κόσμο οσφραίνεται από τώρα εκείνο τον αέρα της ανάστασης, στον όποιο εντρυφούν οι κοιμηθέντες δίκαιοι. "Αλλά και ό αββάς Αγαθών, που ήταν σαν αυτόν το Μεγάλο Μακάριο πού ανέφερα, έκαμε κάτι ακόμη πιο σπουδαίο. Αυτός ό αββάς ήταν ό πιο έμπειρος στα πνευματικά από όλους τους μοναχούς του καιρού του και τιμούσε τη σιωπή και την ησυχία περισσότερο απ' όλους. Αυτός λοιπόν ό θαυμαστός άνθρωπος, όταν είχε πανηγύρι στην πόλη, πήγε να πουλήσει το εργόχειρο του οπότε βρήκε στην αγορά έναν ξένο άρρωστο και παραπεταμένο σε μιαν άκρη. Τι έκανε τότε; Νοίκιασε ένα σπιτάκι και έμενε κοντά του ασκώντας χειρωνακτική εργασία. Ό,τι έβγαζε το ξόδευε για τον άρρωστο και τον υπηρετούσε συνέχεια έξι μήνες, μέχρι πού ό άρρωστος έγινε καλά."
Η αγάπη είναι το δείπνο της βασιλείας τον Θεού
1. Ή αγάπη είναι ή βασιλεία, πού μυστικά υποσχέθηκε ό Κύριος στους Αποστόλους ότι θα φάνε στη βασιλεία του. Διότι το «να τρώτε και να πίνετε στο δικό μου τραπέζι στη βασιλεία μου» (Λουκ. 22, 30) τι άλλο είναι παρά ή αγάπη; Γιατί ή αγάπη του Θεού μπορεί να θρέψει τον άνθρωπο, χωρίς αυτός να τρώγει και να πίνει. Ή αγάπη, ακόμη, είναι το κρασί πού ευφραίνει την καρδιά του ανθρώπου (Ψ. 93, 16). Μακάριος είναι αυτός πού ήπιε από τούτο το κρασί. Από αυτό ήπιαν οι ακόλαστοι και ένιωσαν ντροπή οι αμαρτωλοί και λησμόνησαν τους δρόμους της αμαρτίας και οι μέθυσοι και έγιναν νηστευτές και οι πλούσιοι και πεθύμησαν τη φτώχεια και οι φτωχοί και πλούτισαν με την ελπίδα και οί άρρωστοι και έγιναν υγιείς και οι αγράμματοι και έγιναν σοφοί.
Η πρακτική αγάπη
1. Όπως το λάδι συντηρεί το φως του λυχναριού, έτσι και ή ελεημοσύνη τρέφει στην ψυχή την αληθινή γνώση του Θεού. Το κλειδί της καρδιάς για την απόκτηση των θείων χαρισμάτων δίνεται μέσω της αγάπης προς τον πλησίον. τι ωραία και αξιέπαινη πού είναι ή αγάπη προς τον πλησίον, εάν βέβαια ή μέριμνα γι' αυτή δεν μας αποσπά από την αγάπη του Θεού! Πόσο γλυκιά είναι ή συντροφιά των πνευματικών μας αδελφών, εάν μπορέσουμε να φυλάξουμε μαζί μ' αυτήν και την κοινωνία με το Θεό!
2. Ένας άνθρωπος πού ασχολείται με τα βιοτικά και ασκεί χειρωνακτική εργασία και λαμβάνει από άλλους βοήθεια, αυτός έχει χρέος να δώσει ελεημοσύνη. Αν αμελήσει γι' αυτήν, ή ασπλαχνία του είναι ενάντια στην εντολή του Κυρίου.
3. Ένας μοναχός έχει, ας πούμε, κανόνα να ησυχάζει στο κελί του επτά εβδομάδες ή μία εβδομάδα και, αφού εκπληρώσει τον κανόνα του, συναντιέται και συναναστρέφεται με τους ανθρώπους και παρηγορείται μαζί τους. Αυτός λοιπόν, αν αδιαφορεί για τους πονεμένους αδελφούς του, στοχαζόμενος ότι αρκεί ό εβδομαδιαίος κανόνας του, είναι ανελεήμων και σκληρός γιατί με το να μην έχει ελεημοσύνη στην καρδιά του και με το να υψηλοφρονεί και να συλλογίζεται το ψευδός, δε συγκαταβαίνει να συμμετάσχει στον πόνο των αδελφών του. Όποιος καταφρονεί τον ασθενή αδελφό του δεν πρόκειται να δει το φως του Θεού. Και οποίος αποστρέφει το πρόσωπο του από τον ευρισκόμενο σε στενοχώρια, ή ημέρα του θα είναι σκοτεινή.

http://www.dailygreece.com

π. Αλεξάνδρου Σμέμαν, Προσεγγίσεις στην εορτή της Υπαπαντής του Κυρίου




Σαράντα μέρες μετά τα Χριστούγεννα, οι ενορίες της Ορθόδοξης Εκκλησίας γιορτάζουν την Υπαπαντή του Κυρίου. Όμως επειδή συνήθως η γιορτή πέφτει σε εργάσιμη μέρα, έχει σχεδόν μισοξεχαστεί. Παρ’ όλα αυτά έρχεται όταν η Εκκλησία ολοκληρώνει «το χρόνο των Χριστουγέννων», αποκαλύπτοντας και συγκεφαλαιώνοντας το νόημα των Χριστουγέννων σ’ ένα ρεύμα καθαρής και βαθιάς χαράς. Η εορτή αναφέρεται σ’ ένα γεγονός που καταγράφεται στο ευαγγέλιο του αποστόλου Λουκά. Σαράντα μέρες μετά τη γέννηση του Ιησού Χριστού στη Βηθλεέμ, ο Ιωσήφ και η Μαρία, ακολουθώντας τη θρησκευτική συνήθεια της εποχής, «ἀνήγαγον αὐτὸν εἰς Ἱεροσόλυμα παραστῆσαι τῷ Κυρίῳ, καθὼς γέγραπται ἐν νόμῳ Κυρίου…» (Λουκ. Β΄ 22-23).

Πόσο εκπληκτική και όμορφη είναι η εικόνα, ο πρεσβύτερος να κρατά στην αγκαλιά του το βρέφος, και πόσο παράξενα τα λόγια του: «ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου…». Συλλογισμένοι αυτά τα λόγια, αρχίζουμε να εκτιμούμε το βάθος αυτού του γεγονότος και τη σχέση που έχει με μας, με μένα, με την πίστη μας. Υπάρχει στον κόσμο κάτι πιο χαρούμενο από μια συνάντηση, μια «υπαπαντή» με κάποιον που αγαπάς; Είναι αλήθεια πως το να ζεις σημαίνει να περιμένεις, να αποβλέπεις σε μια συνάντηση. Δεν είναι άραγε η υπερβολική και όμορφη προσδοκία του Συμεών το σύμβολό της; Δεν είναι η πολύχρονη ζωή του σύμβολο της προσδοκίας, αυτός ο «πρεσβύτης» που περνά ολόκληρη τη ζωή του περιμένοντας το φως που φωτίζει τους πάντες και τη χαρά που πληρώνει τα πάντα; Πόσο δε απροσδόκητο, πόσο άρρητα όμορφο είναι το ότι το πολυαναμενόμενο φως και η χαρά έρχεται στον πρεσβύτη Συμεών με ένα παιδί! Φανταστείτε τα τρεμάμενα χέρια του γέροντα Συμεών καθώς παίρνει στην αγκαλιά του το σαρανταήμερο βρέφος τόσο τρυφερά και προσεκτικά, ατενίζοντας το μικρό πλάσμα, και πλημμυρίζοντας από δοξολογία: «νῦν ἀπολύεις τὸν δοῦλον σου, δέσποτα, κατὰ τὸ ρῆμα σου ἐν εἰρήνῃ∙ ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν σου».
Ο Συμεών περίμενε. Περίμενε σε ολόκληρη τη ζωή του, και είναι βέβαιο πως στοχαζόταν, προσευχόταν και βάθαινε καθώς περίμενε έτσι, ώστε στο τέλος ολόκληρη η ζωή του να είναι μια συνεχής «παραμονή» της χαρούμενης συνάντησης.
Δεν είναι καιρός να αναρωτηθούμε τι περιμένουμε; Τι επιμένει η καρδιά μας να μας υπενθυμίζει συνεχώς; Μεταμορφώνεται βαθμιαία η ζωή μας σε μια αναμονή, καθώς περιμένουμε να συναντηθούμε με τα ουσιώδη; Αυτά είναι τα ερωτήματα που θέτει η Υπαπαντή. Εδώ, σ’ αυτή τη γιορτή η ζωή του ανθρώπου αποκαλύπτεται ως ανυπέρβλητη ομορφιά μιας ώριμης ψυχής, που έχει απελευθερωθεί, βαθύνει και καθαριστεί από καθετί το μικρόψυχο, το ανόητο και τυχαίο. Ακόμη και τα γηρατειά και ο θάνατος, η γήινη μοίρα που όλοι μας μοιραζόμαστε, παρουσιάζονται εδώ τόσο απλά και πειστικά ως ανάπτυξη και άνοδος προς εκείνη τη στιγμή, όταν με όλη μου την καρδιά, στην πληρότητα της ευχαριστίας, θα πω: «νυν απολύεις».
Είδα το φως να διαπερνά τον κόσμο. Είδα το «Παιδίον», που φέρνει στον κόσμο τόση θεϊκή αγάπη, και που παραδίδεται σε μένα. Τίποτε δεν προκαλεί φόβο, τίποτε δεν είναι άγνωστο, όλα τώρα είναι ειρήνη, ευχαριστία, αγάπη.
Αυτά φέρνει η Υπαπαντή του Κυρίου. Εορτάζει τη συνάντηση της ψυχής με την Αγάπη, τη συνάντηση μ’ Αυτόν που μας έδωσε τη ζωή, και που μου έδωσε το κουράγιο να τη μεταμορφώσω σε αναμονή.

(π. Αλεξάνδρου Σμέμαν,«Εορτολόγιο» σελ. 85-88)




iereasanatolikisekklisias.blogspot.com

Μοναξιά...............


Όταν αγαπάς κάποιον, τον νοιώθεις ζωντανό μπροστά σου. Μοναξιά νοιώθει αυτός που δεν αγαπά, και η μοναξιά γίνεται μεγαλύτερη, όταν θέλω να με αγαπούν. Οιοσδήποτε άνθρωπος, είτε βασιλιάς, είτε ζητιάνος είναι, μόλις θελήσει να τον αγαπούν, θα δείτε ότι αμέσως θα νοιώσει μοναξιά. Μόλις αρχίσει να αγαπά, όχι με αγάπη ανθρώπινη αλλά εν τη Εκκλησία, αρχίζει να φεύγει η μοναξιά και ανακαλύπτει πως όλη η Εκκλησία, οι πάντες, είναι μαζί του».


Αρχιμανδρίτης Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης

http://anastasiosk.blogspot.com/

Άνοιξε τα παράθυρα, βρωμάει μοναξιά…..........


Αφιερώνεται σε όλους εκείνους που νιώθουν πως δεν έχουν κανένα λόγο να είναι χαρούμενοι τα φετινά Χριστούγεννα. Την αγάπη μου!!!!!

Η βροχή δεν τον άφησε να κοιμηθεί το βράδυ. Δεν είχε όμως κουραστεί. Τα γηρατειά δεν του επέτρεπαν να κοιμηθεί περισσότερο. Άλλωστε δεν το επιθυμούσε. Βιαζόταν ν’ έρθει το πρωί. Να ξημερώσει η σημερινή μέρα. Παραμονή των Χριστουγέννων. Όλα τα είχα κανονίσει εδώ και μέρες. Είχε βγάλει το σχέδιο στο μυαλό του, απλά έπρεπε όλα να γίνουν όπως τα είχε φανταστεί.

Μια βαλίτσα με ελάχιστα ρούχα. Τα άκρως απαραίτητα για μία ή δυο μέρες. Τι χρειάζεται ένας γέρος άνθρωπος για δυο μέρες. Είχε βάλει και την μεταξωτή πιτζάμα που του είχε πάρει δώρο η κόρη του από την Πόλη, την Κωνσταντινούπολη, σε ένα ταξίδι της. Τότε τις καλές μέρες που τον λάτρευε και τον αγαπούσε καθώς έλεγε. Γιατί τώρα εδώ και 2 χρόνια τον έχει εγκαταλείψει. Δεν μπόρεσε βλέπεις να βρει λεφτά ώστε να της αγοράσει αμάξι. Δεν μπορούσε. Προσπάθησε. Πίστεψε ότι θα έβρισκε τα λεφτά που του ζητούσε, αλλά δεν τα μάταια. Της εξήγησε. Μια σύνταξη έπαιρνε και αυτή ελάχιστη, που να φτάσει. Σύνταξη απλά επιβίωσης. Δεν του επέτρεπε να βάλει τίποτε στην άκρη. Από τον καιρό δε που κοιμήθηκε και η γυναίκα του, τα πράγματα δυσκόλεψαν σε όλα τα επίπεδα. Οικονομικά και κυρίως ψυχολογικά. Παρά ταύτα η κόρη του δεν έλεγε να καταλάβει. Θεώρησε ότι δεν την νοιάζεται και ότι δεν την αγαπάει. Ότι δεν θυσιάζετε γι αυτή. Τον εγκατέλειψε. Η μοναξιά του ήταν αβάσταχτη. Μπορούσε πλέον να καταλάβει, να νοιώσει ως βίωμα, ως εμπειρία, ότι εάν υπάρχει κόλαση, τότε ήταν σίγουρος ότι αυτή θα ήταν η αιώνια μοναξιά. Να μην μπορείς να μιλήσεις με έναν άνθρωπο. Να πεις δυο κουβέντες. Να αισθανθείς ότι σε αγαπάνε, ότι κάποιος σε νοιάζεται, ενδιαφέρεται για σένα. Να αισθανθείς ένα χάδι, ένα ακούμπημα, μια ανθρώπινη παρουσία και θαλπωρή. Για αυτόν πλέον το μεγαλύτερο θαύμα στην ζωή του, η μεγαλύτερη Θεοφάνεια, ήταν ένας άνθρωπος. Θυμόταν και τα λόγια από τον Γεροντικό που συχνά διάβαζε «είδες Γέροντα ποτέ κάποιο θαύμα, ρώτησαν ένα ασκητή, Ναι απάντησε εκείνος, έναν άνθρωπο…..»


Έναν άνθρωπο ήθελε δίπλα του, να ακούει μια μιλιά, να ‘ χει ένα χέρι να κρατά. Αν υπήρχε Θεός αυτός, θα είχε μάτια, κορμί, μιλιά. Γι αυτό έλεγε και ξανάλεγε στο καφενείο τις λίγες φορές που τα κατάφερνε και πήγαινε, ιδιαίτερα τις καλοκαιρινές μέρες.

-Είναι μεγάλη υπόθεση η πίστη μας. Ένας Θεός έγινε άνθρωπος, όπως εμάς σαν και εμάς, ένας από εμάς. Δικός μας άνθρωπος. Της ιστορία μας, του κόσμου μας. Καταλαβαίνεται ο Θεός άνθρωπος.

Για αυτό είχε πάρει την απόφαση φέτος τα Χριστούγεννα να τα περάσει μαζί με άλλους ανθρώπους. Όχι μόνος. Όχι άλλες γιορτές στην μοναξιά. Βρωμάει η μοναξιά. Μυρίζει θάνατο.

Θα δημιουργούσε ένα ατύχημα, και θα πήγαινε στο νοσοκομείο. Εκεί δεν θα ήταν μόνος. Θα ήταν σε ένα θάλαμο γεμάτο ανθρώπους. Γιορτινά και χαρούμενα έστω και σε νοσοκομείο. Πολύ καλύτερα από την μοναξιά, την βουβαμάρα του σπιτιού, την άσχημη μυρωδιά της μοναξιά που είχε πλέον ποτίσει όλους τους χώρους του. Στο νοσοκομείο λοιπόν μαζί με ανθρώπους. Όχι μόνος. Αυτό ήταν ότι καλύτερο ποθούσε η καρδιά του γι΄ αυτές τις μέρες.

Έτοιμη λοιπόν η βαλίτσα του. Έσπασε και μερικά πιάτα να φαίνεται ότι ζαλίστηκε και έπεσε από το τραπέζι, και του έμενε πλέον μόνο η πιο γενναία και επώδυνη πράξη του έργου, να χτυπήσει με ένα αντικείμενο το κεφάλι του. Να φανεί ως ατύχημα και έπειτα να βάλει τις βάλει τις φωνές. Κάποιος από τους αδιάφορους γείτονες θα το άκουγε και για να γλυτώσουν την ευθύνη θα φώναζαν το ασθενοφόρο, έτσι όλα θα τον οδηγούσαν για Χριστούγεννα στο νοσοκομείο.

Δεν είχε όμως τελειώσει τις τελευταίες σκέψεις για το φιλόδοξο σχέδιο του, και άκουσε κλειδιά και τσαχαλίσματα στην πόρτα του. Ποιος να ήταν άραγε? Δεν περίμενα κανένα. Αυτή την πόρτα τουλάχιστον τα τελευταία 2 χρόνια εκτός από αυτόν και τα βαριαναστενάγματα του δεν είχε διαβεί κανείς άλλος. Φοβήθηκε και γεμάτος απορία κινήθηκε να ανοίξει. Να δει τι συμβαίνει.


Δεν πρόλαβα όμως, λίγο πριν πιάσει το πόμολο, η πόρτα άνοιξε βίαια κάνοντας ένα δυνατό θόρυβο, σαν κάποιος να ήθελε να την παραβιάσει.

Ένας νεαρός άντρας είχε εισβάλει μέσα στο σπίτι.

- Μη κουνιέσαι γέρο και μην μιλάς.

- Ποιος είσαι, τι θες; Βοήθειααα…

- Σταμάτα σου λέω να φωνάζεις δεν θα σε πειράξω. Σου δίνω τον λόγο μου.

- Τι θέλεις παιδί μου. Λεφτά; Δεν έχω.

- Τίποτα δεν θέλω, μπήκα να κλέψω και θέλω να πάρεις τηλέφωνο την αστυνομία.

- Κάτσε μισό λεπτό. Μπήκες να κλέψεις και θέλεις να πάρω την αστυνομία;

- Τα λες ρε παιδί μου. Πιωμένος είσαι; Δηλαδή στα αλήθεια θες να πάρω την αστυνομία, παραδίδεσαι; Τι σόι κλέφτης είσαι εσύ. Μπαίνεις μέσα να κλέψεις, βλέπεις ένα γέρο άνθρωπο ανήμπορο και χωρίς να κάνεις τίποτα, καμία κίνηση μου λες, ήρθα να κλέψω πάρε τηλέφωνο την αστυνομία. Τι σόι κλεψιά είναι αυτή; Τι κλέφτης είσαι εσύ; Άλλο πάλι και τούτο χρονιάρες μέρες.

- Κοίτα παππού άσε τα λόγια και πάρε την αστυνομία να πεις ότι κρατάς έναν νέο άνθρωπο, ένα ληστή που αποπειράθηκε να σε κλέψει. Πες και ότι άλλο θέλεις, αρκεί να με καταγγείλεις. Σε παρακαλώ, Χάρι θα μου κάνεις, υποχρέωση θα σου έχω. Σε παρακαλώ.

- Με παρακαλείς; Υποχρέωση; Χάρι θα σου κάνω; τι είναι όλα αυτά ρε λεβέντη, θα με τρελάνεις. Τι συμβαίνει θα μου πεις;

- Σε παρακαλώ παππού άσε τα λόγια και πάρε την αστυνομία, στα πόδια σου πέφτω, και με μιας ο μικρός μάγκας έπεσε καταγής παρακαλώντας τον παππούλη να πάρει τηλέφωνο.

- Καλά ρε παιδί μου θα πάρω, άμα είναι να με παρακαλείς και μάλιστα γονατιστός, θα πάρω. Αλλά θέλω να μου πεις το γιατί, αλλιώς πίστεψε με δεν θα το κάνω.

- Παππού είμαι μόνος!!! Δεν έχω οικογένεια. Ο πατέρας μου μας έχει εγκαταλείψει εδώ και χρόνια. Φτώχεια, χρέη, τράπεζες, ανεργία, έφεραν γρίνια και μεγάλα προβλήματα. Μαλώματα με τη μάνα μου. Ξύλο, ποτό κ.α. Έτσι χώρισαν. Αυτός εξαφανίστηκε. Πήγε λένε σε άλλη χώρα. Τον χάσαμε. Η μάνα δεν άντεξε. Δεν μπορούσε να με μεγαλώσει. Κύλησε στην πορνεία. Ξέρεις, βίζιτες και τέτοια. Κάθε μέρα το μικρό σπίτι μας γινόταν μπ……λο. Δε το άντεξα και έφυγα. Από τότε ζω μόνος. Πάνε μερικά χρόνια. Πότε εδώ και πότε εκεί. Αλλά πάντα στους δρόμους ή σε τίποτα καταλήψεις. Αλλά δε μπορώ άλλο παππού. Η μοναξιά με γέρασε. Δεν μπορώ άλλο. Ειδικά κάθε χρόνο αυτές τις μέρες, τις γιορτινές που λένε, ζω στην κόλαση.


Έτσι σκέφτηκα φέτος να μην μείνω μόνος. Είπα να κάνω μια κλοπή - γιατί για κάτι άλλο δεν το λέει η καρδιά μου- και έτσι να μπω στη φυλακή. Εκεί θα έχω παρέα. Έχω ξανακάνει φυλακή. Κόλαση και εκεί. Φρίκη. Αλλά τουλάχιστον έχεις έναν άνθρωπο να πεις μια κουβέντα. Ακούς μια μιλιά. Εδώ, έξω, δεν έχω τίποτα. Δεν με περιμένει κανείς. Είμαι μόνος. Για αυτό σου λέω παππού, πάρε τηλέφωνο, χάρι θα μου κάνεις. Καλό θα κάνεις γέρο.

Ο παππούς είχε βουρκώσει. Τα γέρικα ποδάρια του είχαν αρχίσει να μην το βαστούν. Έτρεμε ολόκληρος.

- Σε καταλαβαίνω παιδί μου είπε, και τον άρπαξε στην αγκαλιά του, που τόσο είχε λείψει από την ζωή και των δυο.

- Κοίτα επειδή ξέρω από μοναξιά θα σου κάνω το χατίρι. Αλλά θέλω και εσύ με την σειρά σου, να μου κάνεις ένα θέλημα.

- Τι ρε γέρο, ότι θέλεις, αρκεί να πάρεις τηλέφωνο.

- Ναι θα πάρω, το είπαμε αυτό, αλλά θέλω και εσύ να με χτυπήσεις στο κεφάλι ίσα ίσα για να ξεματώσει. Θα το κάνεις;

- Μα τι λές τώρα, γιατί ;

- Για τους ίδιους λόγους παλληκάρι μου που και εσύ θέλεις να πάρω τηλέφωνο την αστυνομία και να πας στην φυλακή. Η μοναξιά αγόρι μου. Αυτή η απίστευτη οδύνη της μοναξιάς. Να πας εσύ στη φυλακή αφού το θες, αλλά να πάω και εγώ στο νοσοκομείο. Να κάνουμε και οι δυο Χριστούγεννα με ανθρώπους.

Σε λίγο κάτω από το σπίτι είχε φτάσει ένα περιπολικό και ένα ασθενοφόρο. Και στα δυο θα επιβιβαζόταν η μοναξιά. Λίγο πριν κλείσουν οι πόρτες των αυτοκινήτων και οι δυο τους κοιτάχτηκαν, έκλεισε ο ένας το μάτι στον άλλο και φώναξαν δυνατά, Καλά Χριστούγεννα.

π. Λίβυος

Υ.Γ α΄ Μελέτες έχουν αποδείξει ότι κατά τις εορταστικές ημέρες τόσο στα νοσοκομεία όσο και στις φυλακές αυξάνεται ο αριθμός εισακτέων.


Υ.Γ β’ Άσκηση για Χριστιανούς: πάρτε αυτές τις ημέρες κάποιος ανθρώπους σπίτια σας ή κάντε τους παρέα.