Υπέρ της ειρήνης του σύμπαντος κόσμου ευσταθείας των αγίων του Θεού Εκκλησιών και της των πάντων ενώσεως του Κυρίου δεηθώμεν...........Κύριε ελέησον.... المسيح قام ..... حقا قام ХРИСТОС ВОСКРЕСЕ .... ВОИСТИНУ ВОСКРЕСЕ
Σελίδες
▼
Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2018
Πέμπτη 29 Νοεμβρίου 2018
Τετάρτη 28 Νοεμβρίου 2018
Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2018
Κυριακή 25 Νοεμβρίου 2018
Δευτέρα 19 Νοεμβρίου 2018
Κυριακή 18 Νοεμβρίου 2018
Πέμπτη 15 Νοεμβρίου 2018
Τετάρτη 14 Νοεμβρίου 2018
Υπάρχει ένας κίνδυνος κρυμένος. ......
Υπάρχει ένας κίνδυνος κρυμένος. Ποιος είναι αυτός; Το στόμα
του άλλου ή ο τρόπος του σπέρνει μέσα μου τους λογισμούς.
Οι λογισμοί στη συνέχεια γίνονται φαντασία, γίνονται μορφές,
και η κάθε μορφή είναι μία διαρκής ανάμνηση, θρονιάζεται δηλαδή μέσα μου.
Και όπως η υγρασία, που μπαίνει σιγά σιγά, σαπίζει τα σωθικά
μου, έτσι ακριβώς συμβαίνει και με αυτά τα πράγματα.
Γι’ αυτό χρειάζεται πνευματική σοφία, να ξέρουμε πώς
μπορούμε να σωθούμε και να περάσουμε την ζωή μας «ἀβρόχοις ποσί», χωρίς να
πάθουμε κακό.
Ας είμαστε βέβαιοι πως όταν επιτρέπουμε στους αδελφούς μας
να μας συμπεριφέρονται όπως θέλουν και να μας λένε ό,τι θέλουν, δεν αγαπούμε
τον Θεό.
Είναι αναγκαίο δηλαδή να είμαστε αξιοσέβαστοι, να μας
νοιώθουν έντιμους, ανώτερους.
Ακόμα και αμαρτωλός και κακός και πόρνος να είμαι, πρέπει
για τον άλλον να είμαι τίμιος, να μην του δίνω το δικαίωμα να μου
συμπεριφέρεται κατά υποτιμητικό τρόπο, που σκάβει τα θεμέλια της πνευματικής
μου ζωής.
Γέροντας Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης
Κυριακή 11 Νοεμβρίου 2018
Παρασκευή 9 Νοεμβρίου 2018
Η οσία Θεοκτίστη, ο ροβινσώνας της ορθοδοξίας
"...«Πρὶν ἀπὸ λίγα χρόνια, εἶπε, ἤρθανε στὴν Πάρο
κάποιοι κυνηγοὶ ἀπὸ τὸν Εὔριπο (Εὔβοια) γιὰ νὰ κυνηγήσουνε ἐλάφια κι᾿ ἄλλα ἀγρίμια,
κ᾿ ἕνας ἀπ᾿ αὐτούς μου εἶπε τούτη τὴ γλυκύτατη ἱστορία: Μιὰ μέρα, μοῦ εἶπε, ἦρθα
σ᾿ αὐτὸ τὸ νησὶ μὲ κάποιους συντρόφους γιὰ νὰ κυνηγήσουμε, ὅπως τώρα. Ἐγὼ
χώρισα ἀπὸ τοὺς ἄλλους καὶ πῆγα νὰ προσκυνήσω στὴν ἐκκλησιὰ τῆς Παναγίας.
Μπαίνοντας μέσα, εἶδα μέσα σ᾿ ἕνα λάκκο λίγα λουμπινάρια, δηλαδὴ λούπινα, ποὺ
κάνει πολλὰ τοῦτος ὁ τόπος. Εἶπα μέσα μου μήπως βρίσκεται στὸ νησὶ κανένας ἅγιος
ἀσκητής, καὶ κοίταξα στὅνα καὶ στἄλλο μέρος τῆς ἐκκλησιᾶς.
Ἐκεῖ ποὺ κοίταζα, βλέπω στὸ δεξιὸ μέρος τῆς Ἁγίας Τράπεζας ἕνα
κομμάτι ψιλὸ πανὶ σὰν τὴν τσίπα τῆς ἀράχνης, ποὺ τὸ σάλευε ὁ ἀγέρας, καὶ θέλησα
νὰ πάγω κοντύτερα γιὰ νὰ δῶ καλὰ τί ἤτανε. Μὰ ἄκουσα μία φωνὴ ποὺ μοὖλεγε:
«Στάσου, ἄνθρωπε, μὴν πλησιάσης, γιατὶ εἶμαι μία γυναίκα γυμνή, καὶ
ντρέπουμαι». Ἐγὼ ἀπὸ τὸ φόβο μου θέλησα νὰ φύγω, γιατὶ τὰ μαλλιὰ τῆς κεφαλῆς
μου σηκωθήκανε σὰν τ᾿ ἀγκάθια, κ᾿ ἔτρεμα ἀπὸ τὸ φόβο μου.
Μὰ στάθηκα, καὶ σὰν ἦρθα λίγο στὰ συγκαλά μου, τὴ ρώτησα ποιὰ
ἤτανε κι᾿ ἀπὸ ποῦ; Κ᾿ ἐκείνη μοῦ εἶπε: «Ρίξε μου, σὲ παρακαλῶ, κανένα ροῦχο νὰ
σκεπαστῶ, κ᾿ ἔπειτα θὰ σοῦ πῶ ὅ,τι εἶναι θέλημα Θεοῦ νὰ μάθης». Τότε τῆς ἔριξα
τὸ πανωφόρι μου, κι᾿ ἀφοῦ τὸ φόρεσε, πρῶτα ἔκανε τὸ σταυρό της καὶ τὴν προσευχή
της, γιὰ νὰ μὴ νομίσω πὼς εἶναι κανένα φάντασμα, κ᾿ ὕστερα ἦρθε κοντά μου. Ἐγὼ
σὰν εἶδα ἕνα τέτοιο θέαμα, ἔφριξα. Γιατὶ ἔβλεπα μὲν πὼς ἤτανε γυναίκα, ἀλλὰ δὲν
ἔμοιαζε μὲ ἄνθρωπο, ἐπειδὴ δὲν εἶχε ἀπάνω της σάρκα ὁλότελα, παρὰ μοναχὰ τὸ
πετσὶ μὲ τὰ κόκκαλα, κι᾿ αὐτὸ μαῦρο κι᾿ ἄσκημο. Οἱ τρίχες τῶν μαλλιῶν της ἤτανε
κάτασπρες, καὶ τὸ πρόσωπό της ἀλλαγμένο, δίχως ὕλη ὁλότελα, σὰν ἴσκιος ἀπὸ ἄνθρωπο.
Κι᾿ ἀπὸ τὸν πολὺ τὸ φόβο μου ἔπεσα χάμω προύμυτος, καὶ τὴν παρακαλοῦσα νὰ μὲ
βλογήση. Καὶ κείνη σήκωσε τὰ χέρια της καὶ τὰ μάτια της κ᾿ ἔκανε προσευχὴ
μυστικά, κ᾿ ὕστερα μοῦ εἶπε: «Ὁ Θεὸς νὰ σὲ ἐλεήση, ἄνθρωπε τοῦ Θεοῦ, ποὺ Ἐκεῖνος
σὲ ὡδήγησε σὲ μένα τὴν τιποτένια, γιὰ νὰ σοῦ ἱστορήσω τὴ ζωή μου.
Μάθε λοιπὸν πὼς εἶμαι ἀπὸ ἕνα χωριὸ τῆς Μυτιλήνης λεγόμενο
Μήθυμνα, καλογραῖα τὴν τάξη, Θεοκτίστη τὸ ὄνομα. Καὶ τὸν καιρὸ ποὺ ἤμουνα
μικρή, τελευτήσανε οἱ γονιοί μου. Τότε ἐγὼ ἐπῆγα σ᾿ ἕνα γυναικεῖο μοναστήρι καὶ
κουρεύθηκα μοναχή. Καὶ σὰν ἤμουνα δεκαοχτὼ χρονῶν, εἶχα πάει τὸ Πάσχα στὸ χωριό
μου γιὰ νὰ δῶ μία ἀδελφὴ ποὺ εἶχα παντρεμένη. Καὶ τὴν ἴδια νύχτα ἤρθανε οἱ Ἄραβες
ἀπὸ τὴν Κρήτη καὶ σκλαβώσανε ὅλους τους χωριανούς μου, καὶ μαζί τους κ᾿ ἐμένα.
Καὶ βάζοντάς μας στὰ καράβια τους, φύγαμε ἀπὸ κεῖ καὶ φτάξαμε σὲ τοῦτο τὸ νησί.
Σὰν ἀράξαμε, ὁ ἀρχηγὸς τοὺς ὁ Νίσσυρης πρόσταξε νὰ μᾶς βγάλουνε ἔξω, γιὰ νὰ
λογαριάση πόσα ἀξίζαμε. Ἐγὼ τότε ἔκανα πὼς δίψασα καὶ πὼς πῆγα νὰ πιῶ, κι᾿ ἀφοῦ
ξεμάκρυνα ἀπὸ τοὺς ἄλλους, ἐμπῆκα στὸ δάσος καὶ περπάτησα μὲ τόση βία, ποὺ
καταξέσκισα τὰ πόδια μου ἀπὸ τὶς πέτρες κι᾿ ἀπὸ τὰ ξύλα. Στὸ τέλος, ἔπεσα χάμω
σὰν πεθαμένη, μὴν μπορώντας νὰ σταθῶ ὄρθια ἀπὸ τοὺς πόνους. Τὸ πρωί, εἶδα τοὺς
Σαρακηνοὺς νὰ φεύγουν, κι᾿ ἀπὸ τὴ χαρά μου ξέχασα τοὺς πόνους.
Εἶναι τώρα τριανταπέντε χρόνια καὶ περισσότερο ποὺ κατοικῶ ἐδῶ,
κι᾿ ἡ τροφή μου κατὰ πρῶτο ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ κ᾿ ἡ βοήθεια τῆς Παναγίας Θεοτόκου,
καὶ κατὰ δεύτερο τὰ λουμπινάρια καὶ τὰ χόρτα. Κ᾿ ἐπειδὴ ξεσκισθήκανε τὰ ροῦχα
μου καὶ λιώσανε, μὲ ντύνει καὶ μὲ σκεπάζει ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ, ποὺ κυβερνᾶ καὶ
κρατᾶ τὰ πάντα».
Ἀφοῦ εἶπε αὐτὰ τὰ λόγια ἡ ἁγία, εὐχαρίστησε τὸ Θεὸ καὶ ἡσύχασε
λίγο. Ὕστερα, μοῦ εἶπε πάλι: «Ὅσα ἔπαθα ὡς τὰ σήμερα, σοῦ τὰ διηγήθηκα μὲ
βραχυλογία, ἄνθρωπε. Ἀλλὰ σὲ παρακαλῶ νὰ μοῦ κάνης τούτη τὴ χάρη, γιὰ τὸν
Κύριο. Ξεύρω πὼς θἄρθης κι᾿ ἄλλη φορὰ μὲ τοὺς συντρόφους σου γιὰ νὰ κυνηγήσετε.
Λοιπόν, σὰν ξανἄρθετε, πὲς σὲ κανέναν ἱερέα νὰ μοῦ φέρη μία μερίδα ἀπὸ τὸ
δεσποτικὸ Σῶμα γιὰ νὰ κοινωνήσω, καὶ μὴν πῆς σὲ κανέναν ἄλλον τίποτα γιὰ μένα».
Ἀφοῦ εἶπε αὐτὰ τὰ λόγια, μοῦ ἔδωσε τὴν εὐχή της, κ᾿ ἐγὼ τῆς ἔδωσα
ὑπόσχεση νὰ κάνω ὅσα μου παράγγειλε. Ὕστερα, τῆς ἔκανα μετάνοια, κ᾿ ἔφυγα.
Σὲ λίγον καιρό, ἤρθαμε πάλι ἐδῶ, ὅπως εἶχε πῆ ἡ ἁγία, καὶ τῆς
ἐφέραμε τὰ ἅγια Μυστήρια. Ἀλλὰ δὲν τὴ βρήκαμε, ἢ γιατὶ εἶχε πάει σὲ κανένα ἄλλο
μέρος τοῦ νησιοῦ, ἢ γιατὶ κρύφθηκε ἐπειδὴ ἤτανε κι᾿ ἄλλοι μαζί μου, καὶ δὲν ἤθελε
νὰ τὴ δοῦνε. Σὰν φύγανε ὅμως οἱ ἄλλοι συντρόφοι μου γιὰ νὰ κυνηγήσουνε, βλέπω τὴν
ἁγία μπροστά μου, φορεμένη τὸ ροῦχο ποὺ τῆς εἶχα δώσει. Σὰν εἶδε τὰ ἅγια
Μυστήρια ποὺ βαστοῦσα, ἔπιασε κ᾿ ἔκλαιγε ἀπὸ τὴ χαρά της. Καὶ σὰν κοινώνησε, εἶπε:
«Νῦν ἀπολύεις τὴν δούλην Σου, Δέσποτα, ὅτι εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τὸ σωτήριόν
Σου. Τώρα ποὺ ἔλαβα τὴν ἄφεση τῶν ἁμαρτιῶν μου, ἂς πάγω ὅπου προστάξει ἡ
παντοδυναμία Σου».
Αὐτὰ εἶπε, κι ἀφοῦ σήκωσε τὰ χέρια της καὶ τὰ κράτησε ὑψωμένα
πολλὴ ὥρα, ἔκανε τὴν προσευχὴ τῆς νοερά. Κ᾿ ἐγὼ ἀφοῦ ἐπῆρα τὴν εὐχή της, ἔφυγα.
Καθίσαμε στὸ νησὶ λίγες μέρες καὶ κάναμε καλὸ κυνήγι. Καὶ πρὶν
νὰ φύγουμε, γύρισα πάλι στὴν ἐκκλησία, γιὰ νὰ πάρω τὴν εὐλογία τῆς ἁγίας
Θεοκτίστης, γιὰ βοήθειά μου στὸ ταξίδι μας. Ἀλλά, μπαίνοντας μέσα στὴ
ρεπιασμένη ἐκκλησιά, τὴν εἶδα νὰ κείτεται νεκρή, στὸν τόπο ποὺ τὴν εἶχα βρῆ
πρωτύτερα, μὲ σταυρωμένα τὰ χέρια, καὶ τυλιγμένη μὲ τὸ φόρεμα ποὺ τῆς εἶχα
δώσει.
Τότε ἔπεσα καταγῆς, κλαίγοντας καὶ καταφιλώντας ἐκεῖνο τ᾿ ἁγιασμένο
καὶ παρθενικὸ καὶ ἄσπιλο λείψανο. Ἔπειτα βγῆκα ἔξω καὶ φώναξα τοὺς συντρόφους μου,
κι᾿ ἀφοῦ ἀνάψαμε κεριὰ καὶ λιβάνια καὶ ψάλλαμε τὴ νεκρώσιμη ἀκολουθία, τὴ
θάψαμε στὸν ἴδιο τόπο ποὺ τὴ βρήκαμε»."
ο βίος της Aγίας από τον Φώτη Κόντογλου.
Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2018
Ο Θεός δεν εισέρχεται βίαια στις ψυχές μας χωρίς τη συγκατάθεσή μας.
« Ο Θεός δεν εισέρχεται βίαια στις ψυχές μας χωρίς τη
συγκατάθεσή μας. Ο Θεός σέβεται και δεν ασκεί πίεση πάνω στον άνθρωπο. Είναι
καταπληκτικό πόσο ο Θεός ταπεινώνεται μπροστά μας. Μας αγαπά με μια τρυφερή
αγάπη, όχι υπεροπτικά, όχι χωρίς τη συγκατάθεσή μας. Όταν του ανοίγουμε τις
καρδιές μας, κυριαρχεί μέσα μας η πεποίθηση, ότι αυτός είναι πράγματι ο Πατέρας
μας».
“Γέροντας Σωφρόνιος”
Δευτέρα 5 Νοεμβρίου 2018
Μια νέα κοπέλα πήγε να χειρουργηθεί σε νοσοκομείο της Συμφερούπολης
Μια νέα κοπέλα πήγε να χειρουργηθεί σε νοσοκομείο της
Συμφερούπολης. Η κατάστασή της ήταν πολύ σοβαρή και η εγχείρηση δύσκολη κι
επικίνδυνη. Η γιατρός που θα τη χειρουργούσε κάλεσε τη μητέρα της ασθενούς και
της είπε:
– Η εγχείρηση είναι πολύ δύσκολη κι επικίνδυνη. Δεν μπορώ να
σας εγγυηθώ τίποτα. Δεν ξέρω αν η κόρη σας βγει ζωντανή.
Δεν υπήρχε άλλη επιλογή. Η νέα οδηγήθηκε στο χειρουργείο. Σ’
όλη τη διάρκεια της εγχείρησης η μητέρα καθόταν στην αυλή του νοσοκομείου και
με δάκρυα στα μάτια προσευχόταν στον Άγιο Λουκά [τον Ιατρό, Αρχιεπίσκοπο
Συμφερουπόλεως] και στον Άγιο Παντελεήμονα να βοηθήσουν.
Σε κάποια στιγμή μπροστά στα μάτια της μητέρας εκτυλίχθηκε
ένα καταπληκτικό γεγονός: ο τοίχος του νοσοκομείου έγινε διάφανος σαν τζάμι.
Φάνηκε η αίθουσα του χειρουργείου.
Στο χειρουργικό κρεβάτι ήταν η κόρη της και γύρω η γιατρός
που τη χειρουργούσε με τους συναδέλφούς της. Δίπλα της στεκόταν η νοσοκόμα
εργαλειοδότρια που κρατούσε τα χειρουργικά εργαλεία.
Και το ακόμα θαυμαστότερο: Δίπλα στη γιατρό είδε και τους
δύο Άγίους γιατρούς στους οποίους η ίδια προσευχόταν. Αριστερά στεκόταν ο Άγιος
Παντελεήμονας με μια λαμπάδα αναμμένη. Δεξιά στεκόταν ο Άγιος Λουκάς, ο οποίος
έπαιρνε κάθε τόσο τα εργαλεία από τη νοσοκόμα και τα έδινε στη γιατρό!
Η μητέρα έπεφτε από έκπληξη σε έκπληξη. Ένιωσε ότι η
προσευχή της εισακούστηκε. Όταν τελείωσε η εγχείρηση, η γιατρός βγήκε χαρούμενη
και ενθουσιασμένη. Φώναξε τη μητέρα και της είπε:
– Πήγαμε πολύ καλά, ανέλπιστα καλά!
Τότε η μητέρα της διηγήθηκε το θαυμαστό γεγονός που έζησε. Η
γιατρός έμεινε αποσβολωμένη. Έκανε το σταυρό της και ομολόγησε:
– Τώρα κατάλαβα. Όση ώρα χειρουργούσα και ήθελα κάποιο
χειρουργικό εργαλείο, δεν προλάβαινα να το πω στη νοσοκόμα. Με το που
σκεφτόμουν ποιο εργαλείο θέλω, το είχα στα χέρια μου.
Συμφερούπολη Κριμαίας
Από το βιβλίο του Αρχιμ. Νεκταρίου Αντωνοπούλου [νυν Μητροπολίτη
Αργολίδας], “Ταχύς εις βοήθειαν… Τα θαύματα του Αγίου Λουκά σήμερα”, των
εκδόσεων Ακρίτας.
Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2018
Διδαχές αγίου Γεωργίου Καρσλίδη
Μια μέρα καθόταν ο Γέροντας έξω από το σπίτι μου. Ήρθε μια
γυναίκα και συζήτησε αρκετή ώρα μαζί του. Ο Γέροντας επαίνεσε κάποια γνωστή
της. Τότε η γυναίκα του λέει:
-Γιατί, πάτερ, την επαινείς τόσο;
-Αυτή, μάνα μου, και τι δεν έκανε. Πεθαμένους ξημέρωσε
(δηλαδή ξενυχτούσε στα σπίτια που είχαν νεκρό), ορφανά βοήθησε, γεφύρια έχτισε,
ελεημοσύνες έκανε.
-Πάτερ, γι’ αυτήν δεν άκουσα καλά λόγια.
-Τα κακά λόγια άκουσες και τα καλά δεν άκουσες; Αυτής τα
στραβά άκουσες, τα δικά σου δεν τα ξέρεις;
-Πάτερ, τι έκανα η κακομοίρα;
- Όταν ζυγίζεις τη μισή οκά για μια κι έκλεβες στη ζυγαριά,
δεν το σκεφτόσουν; Δούλεψες για τον διάβολο. Εκείνα λογάριασες και τα δικά σου
δε λογάριασες;
Η γυναίκα σιώπησε και κατέβασε το κεφάλι της.
***
Την ημέρα της Κοιμήσεως της Θεοτόκου ήλθαν να τον δουν 4-5
γυναίκες επιστρέφοντας από μία βάπτιση, που είχε γίνει στο χωριό. Μόλις τις
είδε, είπε: «Πήγατε στη βάπτιση και φεύγοντας κουτσομπολεύατε το φαγητό που σας
παρέθεσαν, αν ήταν καλό ή όχι…». Εκείνες τον κοιτούσαν και χαμογελούσαν. Ο
Γέροντας τότε είπε αυστηρά: «Μη γελάτε… Είναι πολύ κακό να σε ταϊζει ο άλλος
και συ να τον κατηγορείς για ό,τι σου προσφέρει».
***
«Ο Θεός φροντίζει για όλους. Η απελπισία είναι σχεδόν
απιστία».
***
«Να μην κάθεσθε την ώρα της θ. Λειτουργίας. Ο νους σας να
μην πετάει εδώ κι εκεί. Όσο θα είσθε στην εκκλησία να το πάρετε απόφαση, να
διαθέσετε όλο τον χρόνο στην προσευχή».
***
Σε μια γυναίκα που άφησε αβοήθητη μια μητέρα που γεννούσε
και πέθανε το παιδί της στάθηκε πολύ αυστηρός στην ασπλαχνία της. Μετά την
εξομολόγηση της είπε: «Για να συγχωρεθείς, θα πας στο σπίτι σου, και θα
παρακαλέσεις πολύ την Παναγία να σε βοηθήσει να κάνεις τον κανόνα σου. Θα πας
να ζητιανέψεις σε εφτά χωριά. Από το πρωί ως το βράδυ θα ζητιανεύεις στο ένα
χωριό και ότι μαζεύεις θα το μοιράζεις σε φτωχούς και ορφανά. Αυτό θα το κάνεις
επί μία εβδομάδα». Η γυναίκα ρώτησε αν μπορεί να μοιράσει χρήματα δικά της, για
μην εκθέσει την οικογένειά της. Ο Γέροντας όμως επέμενε: «Το αμάρτημα αυτό δεν
συγχωρείται με χρήματα, αλλά με ζητιάνεμα, για να ταπεινωθείς, για να φύγει ο
εγωισμός, για να πέσει η μύτη ως το χώμα».
***
Σε κάποιον που αποφάσισε να διαλύσει τον γάμο του επειδή η
πεθερά του επενέβαινε αδιακρίτως στα του οίκου του, τον συμβούλευσε ο Γέροντας:
«Την γυναίκα δεν την χωρίζουν εύκολα. Αυτή σου την έδωσε εσένα ο Θεός, να
υποφέρεις μαζί της».
***
Είπε σε κάποιον προσκυνητή για την αντιδικία: «Σου έκανε
εκείνο, του έκανες εσύ, σου έκανε εκείνος, πάλι του έκανες εσύ… Αυτά δεν
τελειώνουν. Εσύ δεν έπρεπε να συνεχίσεις την ανταπόδοση του κακού».
***
«Οι υποσχέσεις στον Θεό δεν πρέπει να αθετούνται».
***
«Να μη σκέπτεσθε μόνο τι θα φάτε, τι θα φορέσετε, τι μεγάλο
σπίτι θα χτίσετε. Να κτυπάτε τις πόρτες των φτωχών, των αρρώστων, των ορφανών.
Περισσότερο να προτιμάτε τα σπίτια των θλιμμένων παρά των χαρούμενων. Εάν
κάνετε καλά έργα, θα έχετε μεγάλο μισθό από τον Θεό. Θ’ αξιωθείτε να δείτε
θαύματα, και στην άλλη ζωή θα έχετε απέραντη αγαλλίαση».
***
«Πάντα να ζείτε σεμνά και ταπεινά, δίχως εγωισμό… Πάντα να
φροντίζετε ν’ αγαπάτε τους γέρους, τα ορφανά, τους αρρώστους. Να
συναναστρέφεστε με φτωχούς και με ανθρώπους που οι άλλοι τους ταπεινώνουν».
***
Είπε ο Γέροντας σε προσκυνήτρια της μονής: «Στον φτωχό που
σου ζήτησε να του δώσεις ψωμί δεν του έδωσες και τώρα ήρθες να κάνεις
σαρανταλείτουργο για να επιδειχθείς;»
***
«Η Παναγία δεν θέλει μεγάλες λαμπάδες, ελεημοσύνη στους
φτωχούς θέλει».
***
Είπε σε μια γυναίκα που τον συνάντησε στο μοναστήρι: «Τι;
πηγαίνεις κάθε ημέρα στην Εκκλησία και δεν έχεις συγχωρεθεί με τα παιδιά σου;».
***
Σε μια νέα γυναίκα είπε: «Εσύ για την αγάπη που έδειξες στην
κατάκοιτη μητέρα σου έκανες πολύ καλά. Ο Θεός σου τα συγχώρεσε όλα».
***
«Ο γεωργός όταν αρχίσει να οργώνει για να σπείρει, βλέπει
πάντα εμπρός και προχωρεί, δεν γυρίζει να δει πίσω του και ο Θεός τον
προστατεύει».
***
Έλεγε ο Γέροντας ότι αυτά που σώζουν τον άνθρωπο είναι «τα
έργα τα καλά του Θεού, η ταπείνωση, η υπακοή, η αγάπη, η ελεημοσύνη».
***
Ο Γέροντας παρ’ ότι περιστοιχιζόταν από τόσο πολύ κόσμο, που
τον εκτιμούσε και τον υπεραγαπούσε, αισθανόταν μόνος του. Δεν είχε ανθρώπους να
τον καταλάβουν καλά, να τον μιμηθούν, να τον διαδεχθούν. Αναπαυόταν στο θέλημα
του Κυρίου. Σε στιγμές ειλικρίνειας και πόνου αναφωνούσε: «Πολλά τα πρόβατα,
αλλά πολύ λίγο το γάλα».
από ιστοσελίδα Ι.Μ. Δράμας