Σελίδες

Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2012

ΑΠΟ ΤΟ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΓΝΑΤΙΟΥ ΜΠΡΙΑΝΤΣΑΝΙΝΩΦ.





Το 1833 κλήθηκα στη Μονή τού Αγίου Σεργίου και έγινα ηγούμενος της. Αφιλόξενα με δέχτηκε ή μονή: Την πρώτη χρονιά με χτύπησε μια πολύ σοβαρή αρρώστια, την επόμενη χρονιά μια άλλη και την τρίτη χρονιά μια τρίτη. Μου στέρησαν ότι είχε απομείνει από τη φτωχική μου υγεία και δύναμη. Καταβλήθηκα. Υπέφερα διαρκώς. Και σαν να μην έφταναν αυτά ό φθόνος, ή κακολογία και ή διαβολή ξεσηκώθηκαν εναντίον μου και κόχλαζαν. Δέχτηκα σκληρές, αλλεπάλληλες και εξευτελιστικές τιμωρίες, δίχως δίκη, δίχως καμιά ανάκριση, σαν άλογο ζώο, σαν αναίσθητο άγαλμα. Έβλεπα τούς εχθρούς να αφρίζουν από αδυσώπητη μοχθηρότητα, διψώντας την καταστροφή μου. Έδώ, ωστόσο, ό σπλαχνικός Κύριος με αξίωσε να γευθώ χαρά και ψυχική ειρήνη πού δεν μπορούν να εκφραστούν με λόγια.

Εδώ με αξίωσε να γευθώ πνευματική αγάπη και γλυκύτητα, όταν δεχόμουνα την επίθεση εχθρού πού ζητούσε το κεφάλι μου, και μ' έκανε να βλέπω το πρόσωπο εκείνου τού εχθρού σαν πρόσωπο φωτεινού αγγέλου. Εδώ έμαθα εμπειρικά το μυστικό νόημα της σιωπής τού Χριστού μπροστά στον Πιλάτο και τούς αρχιερείς των Ιουδαίων Τί ευτυχία να γίνεσαι θυσία όπως ό Ιησούς! Η μάλλον, τί ευτυχία να σταυρώνεσαι κι εσύ δίπλα στον Σωτήρα όπως ό μακάριος ληστής, και μαζί μ' αυτόν να ομολογείς εγκάρδια: «Δίκαια τιμωρούμαι για όσα έκανα... Θυμήσου με, Κύριε, όταν έρθεις στη βασιλεία σου».

Βρίσκομαι στην ηλικία των σαράντα χρόνων και είμαι ήδη εξουθενωμένος από τις αρρώστιες και ταλαιπωρημένος από πολλές θλίψεις. Νιώθω ανίκανος για οποιαδήποτε δραστηριότητα καθώς οι σωματικές μου δυνάμεις με έχουν εγκαταλείψει. Τί θ' απογίνω; Δεν βλέπω μπροστά μου άνθρωπο, τού οποίου τη θέση θα επιθυμούσα και θα ζήλευα. Είμαι αμαρτωλός. Μου αξίζουν τιμωρίες πρόσκαιρες και αιώνιες. Αλλά δεν ζηλεύω κανέναν άνθρωπο. Αναλογίζομαι τις αμαρτίες μου και νιώθω φρίκη. Αλλά και για τους πιο μεγάλους αμαρτωλούς υπάρχει ό Λυτρωτής!

Άρχοντες της γής, ποιμένες της Εκκλησίας, πατέρες και αδελφοί! Είμαι πια ανίκανος να σας υπηρετήσω! Ποιάν υπηρεσία μπορεί να προσφέρει ένας άνθρωπος αλυσοδεμένος με αρρώστιες, καθηλωμένος στο κρεβάτι, κλεισμένος στο κελί του; Πετάξτε με, πετάξτε με έξω σαν άχρηστο δούλο, πού δεν αποτελεί για σάς παρά μόνο ένα βάρος! Δεν θα σάς ενοχλήσω με καμιάν απαίτηση, δεν θα σάς ζητήσω καμιά φροντίδα. Δεν μου χρειάζεται κήπος με πλούσια σκιά κι ευωδιαστά λουλούδια Δεν μου χρειάζονται υπηρέτες. Για την αγάπη του Χριστού θα με διακονήσει ένας ταπεινός μοναχός. Κάποιος φιλόχριστος άνθρωπος θα μου παρέχει τροφή και ενδύματα. Δεν μου χρειάζονται άνετα καταλύματα.

 Δεν μου χρειάζονται απολαύσεις και διασκεδάσεις εγκόσμιες. Αφήστε με να φύγω, αφήστε με να φύγω! Είμαι άρρωστος, ανίκανος για οτιδήποτε. Θα βρω ένα κατάλυμα άγνωστο, ερημικό και ήσυχο, μακριά από τον θόρυβο της πρωτεύουσας, μακριά από πόλεις και χωριά. Εκεί, στη μόνωση, θα κλαίω τις υπόλοιπες μέρες μου, ώσπου να τοποθετηθώ στον τάφο. Ή ασθενική φύση μου κάνει την ησυχία της έρημου απαραίτητη για μένα. Μήπως θέλετε να μάθετε αν στην ψυχή μου υπάρχει καμιά κρυφή επιθυμία; Θα Ικανοποιήσω την περιέργεια σας: Είμαι αμαρτωλός. Διψώ για μετάνοια.

Αφήνω τούς ανθρώπους. Είναι τυφλά όργανα στο παντοδύναμο χέρι της πρόνοιας του Θεού. Δεν εκτελούν παρά μόνο ότι Εκείνος προστάζει ή επιτρέπει. Φεύγοντας, θα ήθελα να εκπληρώσω το χρέος της αγάπης και του σεβασμού προς τον πλησίον, χρέος πού τόσο ευχαριστεί και γλυκαίνει την καρδιά οποίου το ξεπληρώνει. Ό κόσμος, παραδομένος καθώς είναι στη ματαιότητα του, στις μέριμνες του, στις απολαύσεις του και στις επιτυχίες του, δεν θα δώσει σημασία στα λόγια μου.

Για τον κόσμο είναι παράξενη και ακατανόητη ή φωνή μιας ψυχής πού νιώθει την ανάγκη για μετάνοια και ησυχία.
Ακατάληπτε, παντοδύναμε, πανάγαθε, πάνσοφε Θεέ και Κύριε μου, Πλάστη και Σωτήρα μου! Με δάκρυα στέκομαι μπροστά Σου. Δεν είμαι παρά σκόνη τιποτένια. Με κάλεσες Εσύ στην ύπαρξη και την αυτοσυνειδησία Αξιώθηκα να σκέφτομαι και να επιθυμώ. Βλέπεις την καρδιά μου, βλέπεις τα κρυμμένα στα βάθη της λόγια, πού σκοπεύω να εκφράσω με τον νου και τα χείλη μου. Γνωρίζεις τί επιθυμώ πριν Σου το ζητήσω. Έχεις ήδη αποφασίσει αν θα εκπληρώσεις ή θα απορρίψεις το αίτημα μου. Άλλα μου έχεις χαρίσει το αυτεξούσιο. Γι' αυτό τολμώ να φέρω μπροστά Σου, να διατυπώσω μπροστά Σου την επιθυμία της άθλιας, της τσακισμένης, της ανοιχτής καρδιάς μου. Βέβαια, ούτε στην καρδιά μου να δώσεις προσοχή, ούτε τα λόγια της προσευχής μου να λογαριάσεις, ούτε το θέλημα μου να κάνεις. Κάνε εκείνο πού είναι ευάρεστο σ' Εσένα, κάνε εκείνο πού το πανάγιο και πάνσοφο θέλημα Σου επιλέγει και ορίζει για μένα. Θα εκφράσω, ωστόσο, την επιθυμία της καρδιάς μου.

Θα εκφράσω με λόγια την επιδίωξη του αυτεξουσίου μου: Άνοιξε μου την πύλη της μετάνοιας, Φιλάνθρωπε! Άσωτα πέρασα τη ζωή μου. Έφτασα στην ενδέκατη ώρα. Όλες μου οι δυνάμεις εξαντλήθηκαν. Δεν μπορώ να εκτελώ τις εντολές του εξασθενημένου σώματος μου, δεν μπορώ πια να το διακονώ. Αξίωσε με να Σου προσφέρω έστω τη μετάνοια, για να μη φύγω από το ξενοδοχείο του κόσμου τούτου δίχως ελπίδα σωτηρίας. Βλέπεις την αδυναμία μου, την αδυναμία τόσο της ψυχής όσο και του σώματος μου. Δεν μπορώ ν' αντιμετωπίσω τα πάθη και τούς πειρασμούς. Οδήγησε με μακριά, στη μόνωση και την ησυχία Εκεί θα μπορέσω να βυθιστώ ολόκληρος, και με τον νου και με την καρδιά και με το σώμα, στη μετάνοια...
Διψώ για μετάνοια!... Σπλαχνικέ Κύριε, σβήσε την άσβεστη δίψα πού με κατακαίει! Χάρισε μου μετάνοια! Αναρίθμητες είναι οι ευεργεσίες πού μου έχεις κάνει-ολοκλήρωσε τες και συμπλήρωσε τες με το χάρισμα της μετάνοιας! Πανάγιε Κύριε, μη μου στερήσεις αυτό το δώρο, για το όποιο, μέσα στην άλογία μου, τόσα χρόνια Σε ικετεύω δίχως επίγνωση, δίχως να ξέρω τί ζητώ, δίχως να ξέρω αν είμαι Ικανός να το δεχθώ, δίχως να ξέρω αν, αφού το πάρω, θα μπορέσω να το φυλάξω.


Ένας δούλος Σου, αγιασμένος και φωτισμένος από το Άγιο Πνεύμα, είπε: «Μακριά από την ησυχία δεν μπορεί να πραγματωθεί τέλεια μετάνοια». Αυτός ό λόγος συντάραξε την αμαρτωλή ψυχή μου, χαράχτηκε στη μνήμη μου και, κάθε φορά πού τον φέρνω στον νου μου, με τρυπά σαν ξίφος. Μη βλέποντας μέσα μου μετάνοια, πέφτω σε αμηχανία. Πιέζω τον εαυτό μου να μετανοήσει, αλλά βρίσκω αθέλητα μπροστά μου μέριμνες και φροντίδες. Αυτές μου αρπάζουν τη μετάνοια. Δεν μπορώ να τη συγκρατήσω μέσα στους πειρασμούς και τη σύγχυση. Έτσι φεύγει, γλιστρά μακριά μου, μ' αφήνει στο κενό, δίχως ελπίδα.
Πολυέλεε Κύριε! Χάρισε μου τη μετάνοια πού ασφαλίζεται με την ησυχία. Χάρισε μου μετάνοια διαρκή, μετάνοια εξαγνιστική της ψυχής και του σώματος. Χάρισε μου μετάνοια σαν κι εκείνη πού είχαν όλοι όσοι κλήθηκαν κοντά Σου, όλοι όσων τα ονόματα είναι γραμμένα στο βιβλίο της ζωής, όλοι όσοι αξιώθηκαν αιώνια να βλέπουν τη δόξα Σου και αιώνια να δοξολογούν το έλεος Σου. Το χάρισμα της μετάνοιας είναι για μένα πιο πολύτιμο και πιο ποθητό από τούς θησαυρούς όλου του κόσμου. Αφού καθαριστώ με τη μετάνοια, θα διακρίνω το Άγιο θέλημα Σου, θα βρω τον αλάθευτο δρόμο πού οδηγεί σ' Εσένα Κι αυτό θα το διακηρύξω τότε στους αδελφούς μου!
Φίλοι μου πιστοί, φίλοι πού δεθήκατε μαζί μου με τα δεσμά της χριστιανικής αγάπης, μη θρηνήσετε για μένα, μη λυπηθείτε για την αναχώρηση μου. Αναχωρώ σωματικά, για να σας πλησιάσω περισσότερο πνευματικά. Φαινομενικά με χάνετε, στην πραγματικότητα όμως με κερδίζετε.

Εμπιστευθείτε με στη μετάνοια Αυτή θα με ξαναφέρει κοντά σας εξαγνισμένο και φωτισμένο. Και τότε θα σας μεταδώσω λόγο σωτηρίας, λόγο Θεού.
Άνοιξε μου την πύλη της μετάνοιας, φιλάνθρωπε Κύριε! Χάρισε σωτηρία αιώνια σ' έμενα και σ' όλους τούς φίλους μου, πού με αγάπησαν στο όνομα Σου.
Είθε όλοι μας με χαρά και ευφροσύνη ανέκφραστη να δοξάζουμε στην ατελεύτητη μακαριότητα τον Πατέρα και τον Υιό και το Άγιο Πνεύμα, τον ένα και τρισυπόστατο Θεό, πού έδειξε στους ανθρώπους την αγάπη Του, την ευσπλαχνία Του, την υπέρτατη δόξα Του, την υπέρτατη σοφία Του! Αμήν.

7 Ιανουαρίου 1847

http://apantaortodoxias.blogspot.gr/

Ας θυσιάσουμε το φθαρτό για το Πνεύμα. Αφοσιώσου απόλυτα στον Θεό



του Οσίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ

Τώρα που διέρχεσαι τη σκοτεινή και βαθιά άβυσσο των θλίψεων που ξαφνικά άνοιξε μπροστά σου, πρέπει να στηριχθείς στον σταθερό βράχο της πίστης. Μην αντιμετωπίζεις τα κύματα με βήματα διστακτικά, μη σε καταβάλει η ανθρώπινη αδυναμία και λιποψυχία.

Προχώρα κατά πάνω τους με θάρρος, με βήματα σταθερά, με πίστη.

Και τότε τα κύματα του νερού θα γίνουν κάτω από τα πόδια σου σταθερά σαν γρανίτης.

Η δειλία κι η αμφιβολία στη θέα της θάλασσας των συμφορών, στη θέα του ισχυρού ανέμου, δεν σου ταιριάζουν. Αυτό είναι πέρα για πέρα αλήθεια.

Εκείνος που σε κάλεσε να περπατήσεις στη θάλασσα αυτή των συμφορών, που σ’έχει ξεχωρίσει από τους άλλους αδελφούς για να βαδίσεις τον δρόμο αυτό, είναι ο ίδιος ο Κύριος. Η κλήση αυτή είναι ταυτόχρονα και μια ευλογημένη επιλογή. Τους δικούς Του ο Χριστός τους σφραγίζει με τη σφραγίδα των θλίψεων. Βρήκε την ψυχή σου κατάλληλη και γι’ αυτό την σημάδεψε με την σφραγίδα Του. Το μικρό ποίμνιο, η μερίδα του Χριστού, ξεχωρίζει από το πλήθος των άλλων ανθρώπων. Εκείνοι που είναι του Χριστού φέρουν στα χέρια τους το χάραγμα της εκλογής τους από τον Χριστό – το «ποτήριο» του Χριστού. Στους ώμους τους φέρουν το λάβαρο – τον Σταυρό του Χριστού.

(…)

Τώρα την σκοτεινή και βαθειά θάλασσα των θλίψεων την βλέπεις από την ακτή. Βλέπεις μακριά, εκεί που το χρώμα της θάλασσας μπερδεύεται με το χρώμα του ουρανού. Σε φοβίζει η αβυσσαλέα απόσταση που σε χωρίζει από την πίστη. Ακούς τον άγριο παφλασμό των κυμάτων και τον μονότονο πάταγο που κάνουν. Μην απελπίζεσαι. Μην επιτρέπεις να μπει στην ψυχή σου η θάλασσα των λογισμών της θλίψης. Εδώ ελλοχεύουν περισσότεροι κίνδυνοι. Είναι πολύ πιο εύκολο να πνιγείς μέσα σ’αυτή τη θάλασσα παρά στην άλλη, την αισθητή.

Χαίρε! Και πάλιν ερώ, χαίρε! Ο λόγος που βρίσκεσαι στην ακτή της θάλασσας των θλίψεων, είναι μόνο για να την διαβείς και να περάσεις στην γη της χαράς. Η απέραντη θάλασσα έχει και μιαν άλλην ακτή, μ’ όλο που τα μάτια της ανθρώπινης λογικής δεν την βλέπουν. Η ακτή αυτή είναι ο Παράδεισος, που ‘ναι γεμάτος πνευματική αγαλλίαση. Εκείνοι που έφτασαν στην ευλογημένη αυτή ακτή ξεχνούν όλες τις θλίψεις που είχαν στην γη, γιατί μπροστά τους βλέπουν την πνευματική χαρά. Βάδισε με σταθερό βήμα προς το ελαφρύ πλοίο της πίστης και σάλπαρε με τα φτερά της κατεπάνω στα μεγάλα κύματα. Πολύ πιο σύντομα απ’ότι μπορείς να υποπτευθείς, πολύ πιο γρήγορα απ’όσο μπορείς να φανταστείς, θα διαβείς την θάλασσα αυτή και θα φθάσεις στον Παράδεισο. Ανάμεσα όμως στον πνευματικό παράδεισο και τη σαρκική και συνηθισμένη ζωή που βιώνουν όλοι οι άνθρωποι, έχει τεθεί μια οροθεσία, μια μεγάλη θάλασσα ας πούμε. Είναι ο Σταυρός και η Σταύρωση. Δεν υπάρχει άλλος δρόμος για τον Παράδεισο. Εκείνον που ο Θεός θέλει να τον οδηγήσει στον Παράδεισο, πρώτα τον περνάει από τον δρόμο που οδηγεί εκεί. Από τον Σταυρό. Όπως είπε ένας άγιος ασκητικός πατέρας, «όταν στον άνθρωπο στέλνονται θλίψεις ατέλειωτες, αυτό είναι σημείο της εκλογής του Θεού».

Ας νεκρωθούμε για τον κόσμο με τις θλίψεις. Έτσι θα μπορέσουμε να δεχθούμε μέσα μας ένα ξύπνημα και μια επιτάχυνση της πορείας μας προς τον Θεό μέσα από την φανερή και πεντακάθαρη ενέργεια του Πνεύματος.

Ας θυσιάσουμε το φθαρτό για το Πνεύμα. Αφοσιώσου απόλυτα στον Θεό. Ρίξε τον εαυτό σου στη σωστική άβυσσο της πίστης, όπως πέφτει κανείς από τον βράχο στη θάλασσα

ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΑΔΕΡΦΟΙ ΚΑΙ ΦΙΛΟΙ




"Μην αγωνιάς για τίποτε αφού ο Κύριος σου είναι παρών στη ζωή σου.

Η αγκάλη του σε περιβάλλει από παντού. Βρίσκεται, όχι μονάχα γύρω σου, αλλά μέσα σου,

γνωρίζοντας όλους τους λογισμούς τις ανάγκες και τους πόθους σου".

('Αγιος Ιωάννης της Κροστάνδης)

Σάββατο 29 Σεπτεμβρίου 2012

Εξομολογήθηκε για τη νύφη της!




Κάποια γυναίκα πήγε να εξομολογηθεί και άρχισε να κατηγορεί την νύφη της, Ο γέροντας τη σταματούσε και με αυστηρό ύφος της έλεγε:

-Άφησε τη νύφη σου! Τα δικά σου αμαρτήματα πες μου!

Εκείνη λες και δεν άκουγε , συνέχιζε ακάθεκτη το κατηγορητήριο. Κάποτε τελέιωσε. Σηκώνεται τότε ο γέροντας και της λέει:

- Να πεις στη νύφη σου να έλθει να της διαβάσω την ευχή!

Οπότε εκείνη με απορία ρωτά:

- Κι εμένα;

- Σε εσένα θα διαβάσω, όταν εξομολογηθείς τα δικά σου αμαρτήματα!


( Από το βιβλίο ''Υποθήκες ζωής'' απο την ζωή και διδασκαλία του πατρός Επιφανίου Ι. Θεοδωρόπουλου)

http://agiosmgefiras.blogspot.gr

http://katanixis.blogspot.gr/

π. Δημήτριος Στανιλοάε. Η ανάγκη της συγχώρησης και η ανακαίνιση της Εκκλησίας



Ο Κύριος μας συνέδεσε άρρηκτα τη συγχώρηση που παρέχει ο Θεός με αυτή που οφείλουμε να παρέχουμε σ’ όσους μας έχουν προκαλέσει κακό. Στην πραγματικότητα, τα αμαρτήματα για τα οποία ζητάμε συγχώρηση από τον Θεό αφορούν, τις περισσότερες φορές, κακά πουέχουμε προξενήσει, στους ανθρώπους. Συνεπώς, οφείλουμε να ζητάμε συγχώρηση γι’ αυτά όχι μόνο από τον Θεό άλλα και από όσους έχουμε βλάψει, με τις αμαρτίες μας. Σε διαφορετική περίπτωση ο Θεός δεν μας συγχωρεί.

Πίσω από τους ανθρώπους που έχουμε βλάψει συναντάμε πάντοτε τον Θεό, και πίσω από τις αμαρτίες που διαπράττουμε έναντι του Θεού βρίσκουμε πάντοτε τους ανθρώπους. Παραβαίνοντας το θέλημα του Θεού, κάμπτουμε τις ηθικές αντιστάσεις των ανθρώπων δίνοντάς τους ένα κακό παράδειγμα. Ο άνθρωπος που συμπεριφέρεται ανάρμοστα στον Θεό, κάνει το ίδιο και στις σχέσεις του με τους ανθρώπους, ενώ συμβάλλει στην αύξηση της αδιαφορίας τους προς τον Θεό.

Έτσι, προκειμένου να μας συγχωρήσει για τα αμαρτήματα που έχουμε διαπράξει ενώπιον του, ο Θεός μας ζητά να αιτούμαστε πρώτα τη συγχώρηση από τους συνανθρώπους μας. Αν όμως προκειμένου να λάβουμε τη Θεία συγχώρηση έχουμε ανάγκη την ανθρώπινη, τότε και οι άλλοι άνθρωποι έχουν ανάγκη τη δική μας προκειμένου να λάβουν τη συγχώρηση από τον Θεό.

Για να λάβουμε τη συγχώρηση από τον Θεό πρέπει συγχρόνως να συγχωρέσουμε τις αμαρτίες των συνανθρώπων μας και να ζητήσουμε συγγνώμη από αυτούς που έχουμε βλάψει. Δεν αρκεί να συγχωρούμε, χρειάζεται επιπλέον να ζητάμε τη συγχώρηση από τους άλλους. Τόσο η μία όσο και η άλλη πράξη μας είναι πολύ δύσκολες. Είναι πολύ πιο εύκολο να ζητάμε συγχώρηση από τον Θεό, διότι Εκείνος μας «επιβάλλεται» , κατά κάποιον τρόπο, λόγω της μεγαλοπρέπειάς Του και επειδή εύκολα αναγνωρίζουμε την εξάρτηση μας από Εκείνον, σε θεωρητικό επίπεδο -δεν μιλώ για όσους δεν πιστεύουν αλλά για τους πιστούς.

Αντιθέτως είναι πολύ δύσκολο ακόμα και για εμάς τους πιστούς να αποφύγουμε την περιφρόνηση προς τους ανθρώπους, οι οποίοι δεν μας επιβάλλονται προβάλλοντας το μεγαλείο τους με τρόπο εμφανή. Ακόμα, ανάμεσα στις δύο πράξεις, τη συγχώρηση που οφείλουμε να δίνουμε στους άλλους ανθρώπους και την ανάγκη να ζητάμε τη δική τους συγχώρηση, η δεύτερη είναι η δυσκολότερη. Όταν οι άλλοι μ μας ζητούν τη συγχώρηση, μοιάζουν να βρίσκονται σε μειονεκτική θέση και αυτό αγγίζει την καρδιά μας καθώς τονώνει την έπαρσή μας. Όμως το να ζητάμε οι ίδιοι συγχώρηση μας υποχρεώνει να κατέλθουμε από το βάθρο της φαινομενικής ανωτερότητάς μας και να αναγνωρίσουμε την εξάρτησή μας από τους άλλους.

Η ίδια έπαρση κρύβεται τόσο πίσω από την άρνησή μας να συγχωρήσουμε όσο και από τη δυσκολία να ζητήσουμε συγχώρηση. Όμως δίνοντας άφεση δεν σημαίνει απαραιτήτως ότι παραιτούμαστε από την έπαρσή μας· ενώ αν κάνουμε ένα βήμα παραπάνω φτάνοντας να ζητήσουμε εμείς συγχώρηση τότε έχουμε εξαλείψει κάθε ίχνος της έπαρσης μας. Σε αυτή μονάχα την περίπτωση η καρδιά μας συγκινείται ειλικρινά και ολοκληρωτικά χωρίς κανένα αμφιταλαντευόμενο κίνητρο.

Αρνούμενοι να δώσουμε ή να ζητήσουμε άφεση αμαρτιών κάνουμε την ψυχή ολοένα και πιο σκληρή. Το κακό που μας έχει προξενήσει ο πλησίον και παραμένει στη μνήμη μας, αποτελεί μία ακαθαρσία που βρίσκεται μέσα μας και μας δηλητηριάζει συνεχώς, εξαπλώνοντας τη δυσοσμία της στην ύπαρξή μας. Η εκτυφλωτική λάμψη ή το σκότος που προέρχεται από αυτό το δηλητήριο, μας τυφλώνει εμποδίζοντάς μας να αντικρίσουμε τον άλλο καθαρά. Έτσι δεν μπορούμε να αγαπήσουμε τον Θεό ούτε να αγαπηθούμε από τους άλλους.

Μόνο η ειλικρινής συγχώρηση διαλύει αυτό το ξένο σώμα στην ψυχή μας και απομακρύνει το δοκάρι από τα μάτια μας. Επομένως μόνο η αγάπη του Θεού μπορεί να μας δώσει την άφεση. Ο άββάς Ησαΐας λέει: «Να μην έχεις μοχθηρότητα για τον άνθρωπο για να μην είναι μάταιοι οι κόποι σου. Κράτησε την καρδιά σου καθαρή προς όλους τους ανθρώπους για να δεις μέσα σου την ειρήνη του Θεού. Διότι, όπως ακριβώς το δηλητήριο διαχέεται σε όλο του το σώμα και φτάνει στην καρδιά, αν τύχει και τσιμπηθεί κάποιος από σκορπιό, έτσι και το δηλητήριο της μοχθηρίας πληγώνει την ψυχή του ανθρώπου και απειλεί να την καταστρέψει εξαιτίας του κακού που έχει υποστεί. Έτσι αυτός που δεν θέλει να ματαιοπονεί τινάζει αμέσως από πάνω του αυτό το σκορπιό , δηλαδή τη μοχθηρία και την κακοβουλία».

Το κακό που έχουμε κάνει στον άλλο αναστατώνει και αυτό ακόμα την ψυχή μας. Μας κάνει ανήσυχους. Μας εμποδίζει να κοιτάξουμε τον άλλο καθαρά στα μάτια. Κάθε φορά που τον συναντάμε νιώθουμε αμήχανα καθώς υποψιαζόμαστε ότι κρατάει μέσα του τη θύμηση από το κακό που του έχουμε κάνει. Η έπαρσή μου είναι και πάλι αυτή που με εμποδίζει να έχω καθαρές σχέσεις μαζί του. Αρκεί όμως να του ζητήσω συγχώρηση και αυτό θα οδηγήσει και τους δυο μας σε σχέσεις ανοικτές, άμεσες και ελεύθερες. Αν επιμείνω στην έπαρσή μου χωρίς να ζητήσω συγχώρηση , δεν μπορώ να σταθώ ενώπιον του Θεού και να τον αντικρίσω με το πρόσωπο και την καρδιά καθαρή.

Πίσω από το αίτημα για συγχώρηση πρέπει να βρίσκεται ένα ειλικρινές αίσθημα μετανοίας. Η μετάνοια φέρνει θλίψη στα μάτια, μια θλίψη μετάνοιας, που όταν εκδηλώνεται, τα μάτια μας αποκτούν ένα βλέμμα άμεσο και διαυγές. Με αυτή την ευθύτητα της ειλικρινούς μετανοίας πρέπει να στέκομαι ενώπιον του Θεού ζητώντας την άφεση, που έχω προηγουμένως ζητήσει από τον πλησίον. Οι αμαρτίες μου προς τον Θεό είναι αναρίθμητες και συνεχείς. Όλα όσα έχω προέρχονται από τον Θεό και θα όφειλα να τα προσφέρω σε Εκείνον και στους ανθρώπους. Θα όφειλα να Τον δοξάζω συνεχώς για τις ευεργεσίες Του μέσω των λόγων και των έργων μου· όμως δεν το κάνω. Γι’ αυτό λοιπόν η μετάνοιά μου πρέπει να είναι αδιάκοπη όπως και η παράκληση για τη συγχώρηση και το έλεος Του.

Να γιατί ο μοναχός της Ανατολής επικαλείται το έλεος του Θεού προσευχόμενος αδιαλείπτως. Έτσι, βλέπουμε τον Μεγάλο Αντώνιο τη στιγμή που πεθαίνει να ζητά λίγο χρόνο ακόμα για να μετανοήσει. Καθώς λοιπόν τα αμαρτήματα προς τον Θεό αποτελούν ταυτοχρόνως αμαρτήματα προς τους ανθρώπους και αντιστρόφως, τα αμαρτήματα προς τους ανθρώπους είναι και αυτά συνεχή και πρέπει να ζητάμε διαρκώς συγχώρηση για αυτά.

Εν τέλει μου είναι δύσκολο, σε οποιαδήποτε στιγμή της σχέσης μου με τον πλησίον, να πω ότι έχω συμπεριφερθεί κατά τρόπο άψογο ή ότι έχω κάνει κάθε καλό που όφειλα ή μπορούσα να κάνω για τους ανθρώπους με τους οποίους συναναστράφηκα. Όταν λοιπόν κάποιος μου καταλογίζει μία συμπεριφορά, την οποία δεν είχα συνειδητοποιήσει ότι ήταν κακή, δεν θα πρέπει να την αρνηθώ αλλά να αναγνωρίσω την ενοχή μου. Α ν μη τί άλλο, το λάθος μου είναι ότι έδωσα (άθελα μου έστω) την εντύπωση αυτής της κακής συμπεριφοράς. Ο αββάς Ησαΐας λέει:«Αν από επιπολαιότητα ο αδερφός σου αποδώσει μία κατηγορία, δέξου τη με χαρά· και αν εξετάσεις τον συλλογισμό του σύμφωνα με την κρίση του Θεού θα διαπιστώσεις ότι έχεις αμαρτήσει».

Είναι δύσκολο να διαβεβαιώσω ότι δεν έχω καμία ευθύνη για τη δημιουργία των αναπόφευκτων όσο και συνεχών κακών που αναφύονται μέσα στους ανθρώπους και πληγώνουν και εμένα τον ίδιο. Μου είναι δύσκολο να ομολογήσω ότι η συμπεριφορά μου, οι σκέψεις και τα λόγια μου προς τους άλλους είναι όλα άψογα· ακόμα, ότι έχω δώσει στους άλλους τη δέουσα προσοχή, ώστε να μην τους δημιουργηθεί η εντύπωση ότι αδιαφορώ για αυτούς. Όλοι αμαρτάνουμε προς όλους. Γι’ αυτό τον λόγο πρέπει να μετανοούμε για τη συμπεριφορά μας προς τους άλλους. Αυτός είναι και ο λόγος που ζητάμε πάντοτε από τους ιερείς να μας μνημονεύουν κατά την προσκομιδή της Θείας Λειτουργίας, και από όλους τους ανθρώπους που γνωρίζουμε να προσεύχονται για εμάς· όπως ακριβώς οφείλουμε και εμείς να θυμόμαστε , όσο μπορούμε, στις προσευχές μας όσους γνωρίζουμε και γενικότερα όλους τους ανθρώπους. Η προσευχή μας για τους άλλους συνεπάγεται τη συγχώρηση προς εκείνους, και η παράκλησή μας να προσεύχονται για εμάς συνεπάγεται τη δική τους συγχώρηση προς εμάς.

Προσευχόμαστε για όσους γνωρίσαμε κι έχουν πεθάνει και διαμέσου της προσευχής μας τους συγχωρούμε, προσδοκώντας παράλληλα να εξασφαλίσουμε από όσους θα βρίσκονται στο μέλλον εν ζωή και ευρύτερα από ολόκληρη την Εκκλησία τη μετά θάνατον προσευχή για εμάς. Τους ζητάμε με αυτόν τον τρόπο να μας δίνουν συγχώρηση μετά τον θάνατό μας όχι στιγμιαία αλλά καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Προσευχόμαστε επίσης για τους προγόνους μας, για κάθε ψυχή εν πίστει κεκοιμημένου, επιθυμώντας να προσεύχονται μελλοντικά και για εμάς κάποιοι άλλοι, όσο θα διαρκεί το ανθρώπινο γένος. Η αδιαφορία προς τους νεκρούς αποτελεί και αυτή μια αμαρτία που μας βασανίζει.
Οι έμμεσες και οι άμεσες ανθρώπινες σχέσεις εμπεριέχουν τις αδυναμίες που έχουν όλοι οι άνθρωποι· αυτό που επιζητούμε, στον χώρο της Εκκλησίας τουλάχιστον, είναι να περικλείουν αυτές οι σχέσεις , οι οποίες δεν διακόπτονται με τον θάνατο, την αμοιβαία συγχώρηση, την προσευχή δηλαδή όλων προς όλους, έτσι ώστε ο Θεός να μας δώσει πλήρη άφεση αμαρτιών.

Αυτό ακριβώς αποτελεί μία σημαντική πτυχή της καθολικότητας της Εκκλησίας. Η Εκκλησία εξαγνίζεται διαρκώς μέσα από αυτή την προσευχή όλων προς όλους, μέσα από τη συνεχή και αμοιβαία μετάνοια όλων. Η καθαρότητα ή η αγιότητα της Εκκλησίας αποτελούν δυναμικά στοιχεία της ζωής της. Οι αμαρτωλοί δεν απομακρύνονται από το σώμα της Εκκλησίας, αφού δεν υπάρχουν άλλωστε μέλη της που να μην αμαρτάνουν όλοι συμμετέχουν σε αυτήν την προσπάθεια εξαγνισμού μέσω της μετανοίας, της αμοιβαίας συγχώρησης και της προσευχής όλων προς όλους, την οποία απευθύνουμε στον Θεό για να μας δώσει άφεση αμαρτιών. Η Εκκλησία δεν είναι μία κοινωνία άκαμπτη και ακίνητη αλλά μία κοινότητα σε κίνηση, που αποτελείται από ανθρώπους που αμαρτάνουν και ταυτόχρονα εξαγνίζονται μέσω της αμοιβαίας προσευχής -όχι για κάποιες αόριστες αμαρτίες αλλά για τα αμαρτήματα , τις ατελείς πράξεις και την αδιαφορία που εκδηλώνουν προς συγκεκριμένα πρόσωπα.

Μέσα σε αυτή τη ζώσα οικογένεια, εμφανίζονται συνεχώς δυσχέρειες, οι οποίες όμως ξεπερνώνται καθώς εμβαπτίζονται μέσα στη θάλασσα της αγάπης καθενός από εμάς, μέσα στην αμοιβαία αγάπη των μελών της. Όλοι αμαρτάνουν και όλοι όμως συμβάλλουν στον εξαγνισμό: μέσω του αιτήματος της συγχώρησης, μέσω της απόδοσης της συγχώρησης, μέσω της κοινής και αμφίδρομης προσευχής υπέρ της δικής τους συγχώρησης. Η αμαρτία δεν είναι μία κατάσταση που παγιώνεται. Όσοι αμαρτάνουν δεν μπορούν να αφεθούν στην αδιαφορία αλλά ωθούνται να ζητήσουν συγχώρηση. Η συνείδηση τους, που κινητοποιείται από το Άγιο Πνεύμα, τους οδηγεί σε αυτό το αίτημα. Έτσι χάρη στη μετάνοια, η αμαρτία ήδη από την εμφάνισή της αρχίζει να διαλύεται. Διαλύεται από τα αλλεπάλληλα κύματα συγχώρησης, προσευχής και αγάπης τα οποία καθοδηγούνται από το Άγιο Πνεύμα.

Κατ’ αυτό τον τρόπο όλοι παρακινούνται από το Άγιο Πνεύμα, που τους ενώνει. Το Άγιο Πνεύμα είναι ο παράγοντας αυτής της διαπροσωπικής ζωής που κατευθύνεται προς την αγνότητα και δεν μπορεί ποτέ να συμφιλιωθεί με την αδιαλλαξία ή την ακαμψία των σχέσεων εντός της Εκκλησίας. Είναι Πνεύμα ελευθερίας, διαπροσωπικής σχέσης, που αναπτύσσεται μέσα στην ελευθερία της αγάπης και δεν συμβιβάζεται με την αδιαλλαξία και τις άκαμπτες συμπεριφορές της δυσπιστίας και της αποστασιοποίησης. Τέτοιες συμπεριφορές δυσπιστίας και αποστασιοποίησης δημιουργούνται και συντηρούνται από την έπαρση, η οποία ούτε ζητά ούτε δίνει συγχώρηση.

Εκεί που βασιλεύουν τα πάθη (παρότι τα πάθη μοιάζουν πολύ ευέλικτα) κυριαρχεί μια δυσκαμψία και μια έλλειψη ελευθερίας, που μόνο το Άγιο Πνεύμα μπορεί να κάμψει, καθώς Εκείνο δίνει στους ανθρώπους το χάρισμα να παραχωρούν και να ζητούν συγχώρηση, υπερπηδώντας την έπαρσή τους και τα υπόλοιπα εγωιστικά πάθη τους.

Η αμφίδρομη συγχώρηση και η προσευχή από όλους προς όλους δεν ακυρώνουν μόνο την αμαρτία· αντιπροσωπεύουν επίσης και την πνοή της αγάπης, που ανοίγει την ψυχή του ενός προς τον άλλο. Μιλώντας για την πνοή του Αγίου Πνεύματος εννοούμε ότι αυτό φέρνει την αγάπη, τη ζωή και την ελευθερία. Η πραγματική ελευθερία είναι συνδεδεμένη με την αγάπη και εκεί που υπάρχει αγάπη βρίσκεται κατεξοχήν το αγαθό, η πηγή κάθε καλού λογισμού, λόγου και πράξης. Εκεί βρίσκεται η ζωή, που είναι πλήρης δυναμισμού, διαθέσιμη σε όλους, απελευθερωμένη από κάθε έπαρση και εγωιστικό πάθος.

Με αυτόν τον τρόπο, η Εκκλησία ανανεώνεται χάρη στο Άγιο Πνεύμα, μέσω της αμφίδρομης συγχώρησης και προσευχής. Ανανεώνεται διαρκώς και επανασυνδέει τους εσωτερικούς δεσμούς της αγάπης μεταξύ των μελών της. Με άλλα λόγια ανασυγκροτεί την εσωτερική της ενότητα, αρμονία και καθολικότητα.

Η αδυναμία της χριστιανικής ψυχής να αντέξει την αμαρτία και το κακό που προκαλεί στους άλλους, και η ανάγκη της να ζητήσει και να δώσει συγχώρηση, φανερώνουν την εγγενή ικανότητα της Εκκλησίας να εξαγνίζεται, να ανανεώνεται και να ανασυγκροτεί συνεχώς την ενότητα και τους εσωτερικούς δεσμούς της, προκειμένου να αποτελεί συνεχώς μια εν Χριστώ αρμονία. Με αυτό τον τρόπο εκδηλώνεται το μυστήριο της αντοχής της μέσα στον χρόνο και της αέναης ανανέωσής της.

Πηγή: π. Δημήτριος Στανιλοάε, «Προσευχή και ελευθερία», εκδ. Εν πλω.

http://www.pemptousia.gr/


Το απλό είναι και το πιο πολύτιμο.... του Γέροντα Πορφύριου




Τέλεια βαθειά φιλοσοφημένη είναι η θρησκεία μας. Το απλό είναι και το πιο πολύτιμο. Έτσι να αγωνίζεσθε στην πνευματική ζωή, απλά, απαλά, χωρίς βία. Η ψυχή αγιάζεται και καθαίρεται με τη μελέτη των λόγων των πατέρων, με την αποστήθιση ψαλμών, αγιογραφικών χωρίων, με την ψαλτική, με την ευχή. Δοθείτε λοιπόν σε αυτά τα πνευματικά και αφήστε όλα τα άλλα

Στη λατρεία του Θεού μπορούμε να φθάσουμε εύκολα αναίμακτα. Είναι δύο δρόμοι που μας οδηγούν στο Θεό, ο σκληρός και ο κουραστικός με τις άγριες επιθέσεις κατά του κακού και ο εύκολος με την αγάπη. Υπάρχουν πολλοί που διάλεξαν το σκληρό δρόμο και <<έχυσαν αίμα για να λάβουν Πνεύμα.>> ,ώσπου έφθασαν σε μεγάλη αρετή. Εγώ βρίσκω ότι ο πιο σύντομος δρόμος είναι αυτός με την αγάπη. Αυτόν να ακολουθείτε και εσείς.

Μπορείτε, δηλαδή, να κάνετε άλλη προσπάθεια. Να μελετάτε να προσεύχεσθε και να έχετε ως στόχο να προχωρήσετε στην αγάπη του Θεού και της Εκκλησίας. Μην πολεμάτε να διώξετε το σκοτάδι από το δωμάτιο της ψυχής σας. Ανοίξτε μια τρυπίτσα για να έλθει το φως και το σκοτάδι θα φύγει.

Το ίδιο ισχύει και για τα πάθη και τις αδυναμίες. Να μην τα πολεμάτε αλλά να τα μεταμορφώνετε σε δυνάμεις περιφρονώντας το κακό. Να καταγίνεσθε με τα τροπάρια ,τους κανόνες, τη λατρεία του Θεού, το θείο έρωτα. Όλα τα άγια βιβλία της Εκκλησίας μας ,η Παρακλητική, το Ωρολόγιο, το Ψαλτήρι, τα Μηναία, περιέχουν λόγια άγια, ερωτικά προς τον Χριστό μας.

Όταν δοθείτε σε αυτήν την προσπάθεια με λαχτάρα η ψυχή σας θα αγιάζεται με τρόπο απαλό, μυστικό, χωρίς να το καταλαβαίνετε. Οι βίοι των αγίων και πιο πολύ ο βίος του Αγίου Ιωάννου του Καλυβίτου, μου έκαναν εντύπωση. Οι άγιοι είναι φίλοι του Θεού. Όλη την ημέρα μπορείτε να εντρυφάτε και να απολαμβάνετε τα κατορθώματα τους και να μιμείστε των βίο τους. Οι άγιοι είχαν δοθεί εξ ολοκλήρου στον Χριστό.

Με αυτήν την μελέτη σιγά-σιγά θα αποκτήσετε την πραότητα, την ταπείνωση, την αγάπη και η ψυχή σας θα αγαθύνεται. Να μην διαλέγετε αρνητικούς τρόπους για την διόρθωση σας. Δεν χρειάζεται ούτε τον διάβολο να φοβάσθε, ούτε την κόλαση, ούτε τίποτα. Δημιουργούν αντίδραση.

Έχω και εγώ μια μικρή πείρα σε αυτά. Ο σκοπός δεν είναι να κάθεσθε, να πλήττετε, και να σφίγγεσθε, για να βελτιωθείτε. Ο σκοπός είναι να ζείτε, να μελετάτε, να προσεύχεσθε, να προχωράτε στην αγάπη, στην αγάπη του Χριστού, στην αγάπη της Εκκλησίας. Αυτό είναι το άγιο και το ωραίο που ευφραίνει και απαλλάσσει την ψυχή από κάθε τι κακό, η προσπάθεια να ενωθεί κανείς με τον Χριστό.

Να αγαπήσει τον Χριστό ,να λαχταρήσει τον Χριστό, να ζει εν τω Χριστώ, σαν το Απόστολο Παύλο που έλεγε <<ζω δε ουκέτι ε γω, ζη δε εν εμοί Χριστός>>. Αυτό να είναι ο στόχος σας. Οι άλλες προσπάθειες να είναι μυστικές ,κρυμμένες. Εκείνο που θα πρέπει να κυριαρχεί είναι η αγάπη στον Χριστό.

Αυτό να υπάρχει μες στο μυαλό ,στη σκέψη, στη φαντασία, στη καρδιά, στη βούληση. Αυτή η προσπάθεια να είναι και πιο έντονή ,πως θα συναντήσετε τον Χριστό, πως θα ενωθείτε μαζί Του, πως θα τον ενστερνισθείτε μέσα σας.


Τια αδυναμίες αφήστέ τις όλες, για να μην παίρνει είδηση το αντίθετο πνεύμα και σας βουτάει και σας καθηλώνει και σας βάζει στην στεναχώρια. Να μην κάνετε καμία προσπάθεια να απαλλαγείτε από αυτές. Να αγωνίζεσθε με απαλότητα και απλότητα χωρίς σφίξιμο και άγχος. Μη λέτε <<Τώρα θα σφιχτώ, θα κάνω προσευχή να αποκτήσω αγάπη, να γίνω καλός κ.τ.λ>>. Δεν είναι καλό να σφίγγεσαι να πλήττεις για να γίνεις καλός.

Έτσι θα αντιδράσετε χειρότερα. Όλα να γίνονται με απαλό τρόπο αβίαστα και ελεύθερα. Ούτε να λέτε <<Θεέ μου απάλλαξε με από αυτό>> π.χ το θυμό την λύπη. Δεν είναι καλό να προσευχόμαστε η να σκεπτόμαστε το συγκεκριμένο πάθος, κάτι γίνεται στην ψυχή μας και μπλεκόμαστε ακόμα περισσότερο.

Ρίξου με ορμή για να νικήσεις το πάθος και θα δεις τότε πως θα σε αγκαλιάσει, θα σε σφίξει και δεν θα μπορέσεις τίποτα να κάνεις. Μην πολεμάτε απευθείας τον πειρασμό να φύγει, μη λέτε <<Πάρ τόν Θεέ μου>> Τότε του δίνεται σημασία και ο πειρασμός σφίγγει. Γιατί παρόλο που λέτε <<παρ τόν Θεέ μου>> βασικά τον θυμάστε και υποθάλπετε περισσότερο.

Η διάθεση για απαλλαγή βέβαια θα υπάρχει αλλά θα είναι παρά πολύ μυστική και λεπτή χωρίς να φαίνεται. Θα γίνεται μυστικά. Θυμηθείτε εκείνο που λέγει η Αγία Γραφή <<μη γνώτω η αριστερά σου τι ποιεί η δεξιά σου>>. Όλη η δύναμη σας να στρέφεται στην αγάπη του Θεού, στην λατρεία Του, στην προσκόλληση σε Αυτόν.

Έτσι η απαλλαγή από το κακό και τις αδυναμίες θα γίνεται μυστικά χωρίς να παίρνετε είδηση χωρίς κόπο. Αυτήν την προσπάθεια κάνω και εγώ. Βρήκα ότι είναι ο καλύτερος τρόπος αγιασμού, αναίμακτος.

Καλύτερα δηλ, να ρίχνομαι στην αγάπη, μελετώντας τους κανόνες, τα τροπάρια, τους ψαλμούς. Αυτή η μελέτη και εντρύφηση χωρίς να καταλάβω πηγαίνει το νου μου προς το Χριστό και γλυκαίνει την καρδιά μου. Συγχρόνως εύχομαι ανοίγοντας τα χέρια με λαχτάρα με αγάπη με χαρά και ο Κύριος με ανεβάζει στην αγάπη Του. Αυτός είναι ο σκοπός μας να φθάσομε εκεί.

Τι λέτε αυτός ο δρόμος δεν είναι αναίμακτος;. Υπάρχουν και πολλοί άλλοι τρόποι όπως για παράδειγμα να θυμάστε την κόλαση τον διάβολο και τον θάνατο. Έτσι από φόβο και υπολογισμό αποφεύγεις το κακό.


Εγώ ελάχιστος δεν εφάρμοσα στη ζωή μου αυτούς τους τρόπους που κουράζουν, γενούν αντίδραση και πολλές φορές αντίθετο αποτέλεσμα. Η ψυχή και όταν μάλιστα είναι ευαίσθητη, ευφραίνεται στην αγάπη και ενθουσιάζεται, ενδυναμώνεται και μετασχηματίζει και μεταποιεί και μεταστοιχειώνει όλα τα αρνητικά και τα άσχημα.

Για αυτό εγώ προτιμώ τον εύκολο δρόμο δηλ, αυτό τον τρόπο που τον πετυχαίνομε με τη μελέτη των κανόνων των Αγίων. Στους κανόνες θα βρούμε τρόπους που μεταχειρίσθηκαν οι Άγιοι ,οι όσιοι, οι ασκητές, και οι μάρτυρες.

Καλό είναι να κάνουμε αυτήν την <<κλοπή>>. Να κάνουμε και εμείς ότι έκαναν εκείνη. Αυτοί ρίχθηκαν στην αγάπη του Χριστού. Έδωσαν όλη την καρδιά τους. Να κλέψουμε τον τρόπο τους.

ΠΗΓΗ : ΛΟΓΟΙ ΠΕΡΙ ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗΣ ΖΩΗΣ
ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΥ ΚΑΥΣΟΚΑΛΥΒΙΤΟΥ

http://1myblog.pblogs.gr/

ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΑΔΕΡΦΟΙ ΚΑΙ ΦΙΛΟΙ




"Είναι μεγάλο κατόρθωμα να θυσιάσει ή να εγκαταλείψει

 κανείς το δικαίωμά του,

το οποίο ο ίδιος θεωρεί ότι είναι κατά θεόν

και να εφαρμόσει τη συμβουλή εκείνου που τον διδάσκει κατά θεόν"

Παρασκευή 28 Σεπτεμβρίου 2012

«ΖΗΛΕΙΑ ΚΑΙ ΦΘΟΝΟΣ». Ἁγίου Δημητρίου τοῦ Ροστώφ




Ἀπό τό βιβλίο «ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟ ΑΛΦΑΒΗΤΟ»

Ὁ ὕπνος τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ ζήλεια, ὁ φθόνος, πού γεννιέται ἀπό τήν ὑπερηφάνεια.
Μή ζηλεύεις, ἀδελφέ μου, κανέναν ἄνθρωπο γιά τήν εὐτυχία του ἐδῶ στή γῆ. Μή ζηλεύεις τόν πλούσιο καί τόν ἔνδοξο. Μή ζητᾶς «θησαυρούς ἐπί τῆς γῆς, ὅπου σής καί βρῶσις ἀφανίζει, καί ὅπου κλέπτουσι διορύσσουσι καί κλέπτουσι» (Ματθ. 6. 19). Νά ζηλεύεις καί νά μιμεῖσαι τόν ἐργάτη τῆς ἀρετῆς, τόν ἄνθρωπο τοῦ Θεοῦ τόν χαριτωμένο ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα, τόν πιό ἔνδοξο ἀπό τούς ἐνδόξους καί τόν πιό πλούσιο ἀπό τούς πλουσίους, πού ἀποταμιεύει «θησαυρούς ἐν οὐρανῷ, ὅπου οὔτε σής οὔτε βρῶσις ἀφανίζει, καί ὅπου κλέπται οὐ διορύσσουσιν οὐδέ κλέπτουσιν» (Ματθ. 6. 20).

Μή ζηλεύεις αὐτόν πού ἐπαινοῦν καί κολακεύουν οἱ ἄνθρωποι. Οἱ ἀνθρώπινοι ἔπαινοι εἶναι ἀσταθεῖς καί εὐμετάβλητοι. Συχνά μάλιστα εἶναι ἰδιοτελεῖς καί ὑστερόβουλοι. Σήμερα τά λόγια τους «γλυκύτερα ὑπέρ μέλι καί κηρίον» (Ψαλμ. 18. 11). Αὔριο τό στόμα τους «ἀρᾶς καί πικρίας γέμει»(Ρωμ. 3. 14). Ζήλεψε λοιπόν τό μεγαλεῖο τοῦ ἀφανοῦς καί ἀδόξου κατά κόσμον ἀνθρώπου τῆς ἀρετῆς, «οὗ ὁ ἔπαινος οὐκ ἐξ ἀνθρώπων, ἀλλ᾿ ἐκ τοῦ Θεοῦ» (Ρωμ. 2. 29).
Μή λιώνεις ἀπό τόν φθόνο βλέποντας ἄλλους νά ἔχουν ὅσα ἐσύ δέν ἔχεις. Ὁ δικαιοκρίτης Κύριος γνωρίζει καλύτερα ἀπό σένα σέ ποιόν θά δώσει κι ἀπό ποιόν θά στερήσει, πότε θά χαρίσει καί πότε θά ζητήσει, τί θά δώσει καί τί θά ἀφαιρέσει. «… Ἤ οὐκ ἔξεστί μοι ποιῆσαι ὅ θέλω ἐν τοῖς ἐμοῖς;», λέει ὁ ἴδιος στούς ἐργάτες τοῦ ἀμπελῶνος πού διαμαρτυρήθηκαν γιά τήν «ἄδικη» μεταχείρισί τους (Ματθ. 20. 1 -16).

Ἡ ζήλεια καί ὁ φθόνος εἶναι αἰτία κάθε κακοῦ καί ἐχθρός κάθε καλοῦ. Ἀπ᾿ αὐτή τήν αἰτία ὁ Κάϊν φόνευσε τόν Ἄβελ, ὁ Ἡσαῦ θέλησε νά ἐξοντώσει τόν Ἰακώβ, ὁ Σαούλ καταδίωξε τόν Δαβίδ.

Ἡ ζήλεια καί ὁ φθόνος τυφλώνουν τόν νοῦ, ἀμαυρώνουν τήν ψυχή, σκοτίζουν τή συνείδησι, θλίβουν τόν Θεό, χαροποιοῦν τούς δαίμονες, κλείνουν τόν οὐρανό, ἀνοίγουν τήν κόλασι. «Ὁ μισῶν τόν ἀδελφόν αὐτοῦ ἐν τῇ σκοτίᾳ ἐστί καί ἐν τῇ σκοτίᾳ περιπατεῖ, καί οὐκ οἶδε ποῦ ὑπάγει, ὅτι ἡ σκοτία ἐτύφλωσε τούς ὀφθαλμούς αὐτοῦ» (Α΄ Ἰω. 2. 11).

ΤΕΛΟΣ ΚΑΙ ΤΩ ΘΕΩ ΔΟΞΑ!

ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ
ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗ.

+ΜΗΤΡΟΠ. ANTHONY BLOOM:«ΣΠΑΖΟΝΤΑΣ ΤΑ ΔΕΣΜΑ ΤΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ»



Σε μία από τις Επιστολές του, ο απόστολος Παύλος λέει ότι, αν ο Χριστός δεν έχει αναστηθεί, τότε εμείς είμαστε οι πλέον αξιοθρήνητοι των ανθρώπων. Πράγματι, αν δεν έχει αναστηθεί, θα ήμαστε αξιολύπητοι, διότι όλη μας η πίστη, όλο αυτό που ονομάζουμε πνευμ...ατική εμπειρία μας και όλη η ζωή που οικοδομούμε πάνω σ’ αυτήν δεν θα ήταν τίποτε άλλο παρά μια αυταπάτη, ένα ψέμα, μια ψευδαίσθηση.

Εμείς όμως είμαστε οι ευτυχέστεροι των ανθρώπων, επειδή όντως ο Χριστός Ανέστη. Και αυτό όχι απλώς εκατοντάδες και χιλιάδες αλλά εκατομμύρια ανθρώπων το γνωρίζουν από προσωπική και άμεση εμπειρία. Είναι πάρα πολλοί αυτοί που θα έλεγαν: Ο Θεός υπάρχει διότι τον έχω συναντήσει. «Χριστός Ανέστη» διότι Τον έχω συναντήσει Αναστημένο.

Και όχι μόνο κατά τρόπο πνευματικό, αλλά και σωματικό -έχουμε τη μαρτυρία των Αποστόλων, των ανθρώπων απλών που έφυγαν μακριά από τον Γολγοθά, γνωρίζοντας (νομίζοντας ότι γνωρίζουν)  ότι από τη στιγμή που ο Κύριός τους αποκαθηλώθηκε από τον Σταυρό και ετάφη, είχε νικηθεί οριστικά, και κάθε ελπίδα τους είχε για πάντα χαθεί. Και όμως, αυτοί οι ίδιοι γίνονται μάρτυρες της Αναστάσεως -απροετοίμαστοι, διστακτικοί και κατόπιν περιχαρείς. Περιχαρείς, διότι οι γυναίκες ήρθαν το πρωί να αλείψουν με μύρα τον Χριστό, και διαπίστωσαν ότι το σώμα Του δεν ήταν πια εκεί.

Ο Ιωάννης και ο Πέτρος έτρεξαν εκεί αργότερα, και ο τάφος ήταν άδειος. Και όταν πήγαν στους άλλους μαθητές, ρωτώντας, αμφιβάλλοντας, διστάζοντας, ο Χριστός τους παρουσιάστηκε και τους είπε: «Μη φοβάστε. Δεν είμαι φάντασμα, δεν είμαι μία ασώματη φιγούρα· το φάντασμα δεν έχει σάρκα και οστά, καθώς εμέ θεωρείτε έχοντα»!

Συνέφαγε μαζί τους, τους μίλησε, τον άγγιξαν! Και πράγματι, όπως λέει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης στην Επιστολή του, οι Απόστολοι μαρτυρούν αυτό που είδαν με τα μάτια τους, αυτό που άκουσαν με τ’ αυτιά τους κι αυτό που με τα ίδια τους τα χέρια ψηλάφησαν: την αλήθεια! Ναι, Χριστός Ανέστη! Ανέστη όχι ως φάντασμα, όχι ως μια πνευματική παρουσία, αλλά ως ο ζωντανός Θεός με το σώμα Του, το σώμα με το οποίο ενσαρκώθηκε. Και πράγματι, αν πιστεύουμε ότι ο Κύριος Ιησούς Χριστός ήταν ο ίδιος ο Θεός που έγινε άνθρωπος για τη σωτηρία του κόσμου, τότε, αυτό που ξεπερνάει τη φαντασία μας είναι πως Αυτός που είναι η ίδια η Ζωή, μπόρεσε να πεθάνει· και αντίθετα το πιό απλό και προφανές είναι ότι, αυτή η Αιώνια Ζωή εννοείται ότι θα έσπαζε τα δεσμά του θανάτου, θα πατούσε τον θάνατο και θα ανίστατο σωματικά, με τη σάρκα Του, δίνοντας έτσι, και σ’ εμάς υπόσχεση αναστάσεως.

Διότι, αναλαμβάνοντας Εκείνος την ανθρώπινη σάρκα, μας έδειξε ότι ο άνθρωπος είναι κάτι τόσο πελώριο και βαθύ, ώστε μπορεί να γίνει ένα με τον Θεό. να ενωθεί μαζί Του· μας έδειξε ότι όντως, ένα ανθρώπινο πλάσμα τότε μόνο είναι πλήρες, όταν είναι σε ταύτιση με τον Θεό, όταν γίνεται κοινωνός θείας φύσεως, για να χρησιμοποιήσουμε τα λόγια του αποστόλου Πέτρου. Η ανάσταση είναι μία αποκάλυψη του ελέους, της δυνάμεως, της αγάπης του Θεού… αλλά και της μεγαλοσύνης του άνθρωπου. Ο θάνατος δεν μάς φοβίζει πια· έχει γίνει η θύρα μας προς την αιωνιότητα, και ξέρουμε ότι θα έρθει μία μέρα που η φωνή Αυτού που έφερε στην ύπαρξη όλα τα όντα, η φωνή του Σωτήρα μας, θα ηχήσει και πάλι· θα σταθούμε τότε όλοι ενώπιον του Θεού, περιβεβλημένοι την αιωνιότητα, με μια σάρκα που θα είναι μέρος αυτής της αιωνιότητας. Ας εμπιστευθούμε τον λόγο του Θεού, ας ξεπεράσουμε τις αμφιβολίες και τους δισταγμούς μας, ας Τον ακούσουμε να μάς μιλά και ας ανταποκριθούμε στο Λόγο Του και στο γεγονός της Αναστάσεως Του με πίστη και ευγνωμοσύνη! Χριστός Ανέστη! Αληθώς Ανέστη!

(+Μητροπ. Anthony Bloom, «Στο φως της Κρίσης του Θεού», εκδ. Εν πλω) 

leimwnas.blogspot.gr

Ο Θεός θα δώσει τη λύση.... Γέροντας Παίσιος





Ό Καλός Θεός όλα θα τα οικονομήσει με τον καλύ­τερο τρόπο, αλλά χρειάζεται πολλή υπομονή και προ­σοχή, γιατί πολλές φορές, με το να βιάζωνται οι άνθρω­ποι να ξεμπλέξουν τα κουβάρια, τα μπλέκουν περισσό­τερο. Ό Θεός με υπομονή τα ξεμπλέκει. Δεν θα πάει πολύ αυτή ή κατάσταση. Θα πάρει σκούπα ό Θεός! Κατά το 1830, επειδή υπήρχε στο Άγιον Όρος πολύς τουρκικός στρατός, για ένα διάστημα δεν είχε μείνει στην Μονή Ιβή­ρων κανένας μοναχός. Είχαν φύγει οι Πατέρες, άλλοι με τα άγια Λείψανα, άλλοι για να βοηθήσουν στην Επανά­σταση. Ερχόταν στο μοναστήρι μόνον ένας μοναχός από μακριά πού άναβε τα κανδήλια και σκούπιζε. Μέσα και έξω από το μοναστήρι ήταν τουρκικός στρατός, και αυτός ό καημένος σκούπιζε και έλεγε: «Παναγία μου, τι θα γίνει μ’ αυτήν την κατάσταση;». Μία φορά πού προσευχόταν με πόνο στην Παναγία, βλέπει να τον πλησιάζει μία γυ­ναίκα – ήταν ή Παναγία – πού έλαμπε και το πρόσωπο της ακτινοβολούσε. Τού παίρνει την σκούπα από το χέρι και τού λέει: «Εσύ δεν ξέρεις να σκουπίζεις καλά· εγώ θα σκουπίσω». Και άρχισε να σκουπίζει. Υστέρα εξαφανί­σθηκε μέσα στο Ιερό. Σε τρεις μέρες έφυγαν όλοι οι Τούρκοι! Τους έδιωξε ή Παναγία.

Ό Θεός άτι δεν είναι σωστό θα το πετάξει πέρα, όπως το μάτι πετάει το σκουπιδάκι. Δουλεύει ό διάβολος, άλλα δουλεύει και ό Θεός και αξιοποιεί το κακό, ώστε να πρό­κυψη από αυτό καλό. Σπάζουν λ.χ. τα πλακάκια και ό Θεός τα παίρνει και φτιάχνει ωραίο μωσαϊκό. Γι’ αυτό μή στενοχωρήσθε καθόλου, διότι πάνω από όλα και από όλους είναι ό Θεός, πού κυβερνά τα πάντα και θα καθίσει τον καθέναν στο σκαμνί, για να απολογηθεί για το τι έπραξε, οπότε και θα τον ανταμείψει ανάλογα. Θα αμει­φθούν αυτοί πού θα βοηθήσουν μία κατάσταση και θα τιμωρηθεί αυτός πού κάνει το κακό. Τελικά ό Θεός θα βάλει τα πράγματα στην θέση τους, αλλά ό καθένας μας θα δώσει λόγο για το τι έκανε σ’ αυτά τα δύσκολα χρόνια με την προσευχή, με την καλωσύνη.

Σήμερα προσπαθούν να γκρεμίσουν την πίστη, γι’ αυτό αφαιρούν σιγά-σιγά από καμμιά πέτρα, για να σωριασθεί το οικοδόμημα της πίστεως. Όλοι όμως ευθυνό­μαστε για το γκρέμισμα αυτό· όχι μόνον αυτοί πού αφαι­ρούν τις πέτρες και το γκρεμίζουν, άλλα και όσοι βλέ­πουμε να γκρεμίζεται και δεν προσπαθούμε να το υπο­στυλώσουμε. Οποίος σπρώχνει στο κακό τον άλλον θα δώσει λόγο στον Θεό γι’ αυτό. Και ό διπλανός όμως θα δώσει λόγο, γιατί έβλεπε εκείνον να κάνη κακό στον συ­νάνθρωπο του και δεν αντιδρούσε. Ό κόσμος εύκολα πιστεύει έναν άνθρωπο πού έχει τον τρόπο να πείθει.

- Ό λαός, Γέροντα, είναι σαν θηρίο.

- Εγώ από τα θηρία δεν έχω παράπονο.  Βλέπεις, τα ζώα δεν μπορούν να κάνουν μεγάλο κακό, γιατί δεν έχουν μυα­λό, ενώ ό άνθρωπος πού φεύγει μακριά από τον Θεό γί­νεται χειρότερος από το μεγαλύτερο θηρίο! Κάνει μεγά­λο κακό. Το δυνατό ξίδι γίνεται από το χαλασμένο κρα­σί. Τα άλλα Τα τεχνητά ξίδια δεν είναι τόσο δυνατά… Πιο φοβερό είναι, όταν ό διάβολος συμμαχήσει με έναν άνθρω­πο διεστραμμένο· τότε κάνει διπλό κακό στους άλλους, όπως ό σαρκικός λογισμός, όταν συμμαχήσει με την σάρ­κα, τότε κάνει μεγαλύτερο κακό στην σάρκα. Για να συνεργασθεί ό διάβολος με έναν τέτοιο άνθρωπο, πρέπει αυτός να είναι υπολογίσιμος, να έχει κακή προαίρεση, κακία.

Στην συνέχεια, Θεός φυλάξοι, αυτοί θα φέρουν δυ­σκολίες, θα στριμώξουν ανθρώπους, μοναστήρια. Ή Εκκλησία, ό Μοναχισμός, θα τους κάνη κακό, γιατί θα τους εμπόδιση στα σχέδια τους. Μόνον πνευματικά μπο­ρεί να αντιμετωπισθεί ή σημερινή κατάσταση, όχι κοσμι­κά. Θα σηκωθεί ακόμη λίγη φουρτούνα, θα πετάξει έξω κονσερβοκούτια, σκουπίδια, όλα Τα άχρηστα, και μετά θα ξεκαθαρίσουν Τα πράγματα. Σ’ αυτήν την κατάσταση θα δείτε, άλλοι θα έχουν καθαρό μισθό και άλλοι θα ξο­φλούν χρέη. Θα γίνουν έτσι Τα πράγματα, πού δεν θα στε­νοχωριέται κανείς για την ταλαιπωρία πού θα περνάνε – δεν θα λέει φυσικά «δόξα σοι ό Θεός».

Πόσο ό Θεός μας αγαπά! Αυτά πού γίνονται σήμε­ρα και αυτά πού σκέφτονται να κάνουν, αν γίνονταν πριν από είκοσι χρόνια πού είχε περισσότερη πνευμα­τική άγνοια ό κόσμος, θα ήταν πολύ δύσκολα. Τώρα ξέ­ρει ό κόσμος· ή Εκκλησία δυνάμωσε. Ό Θεός αγαπάει τον άνθρωπο, το πλάσμα Του, και θα φροντίσει γι’ αυτά πού τού χρειάζονται, φθάνει ό άνθρωπος να πιστεύει και να τηρεί τις εντολές Του.

(ΓΕΡΟΝΤΟΣ ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ – ΛΟΓΟΙ B΄ – ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΗ ΑΦΥΠΝΙΣΗ)



ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΑΔΕΡΦΟΙ ΚΑΙ ΦΙΛΟΙ



"Η ψυχή μας είναι ένας κόσμος που μέσα του οι πιο στενές συγγένειες

είναι της χαράς με την λύπη, της ζωής με τον θάνατο, του Θεού με τον άνθρωπο"

(Γέρων Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης).  



Πέμπτη 27 Σεπτεμβρίου 2012

Ράινερ Μαρία Ρίλκε - Γράμματα σ' ένα νέο ποιητή (Μέρος πρώτο)




Εκεί κατά τα τέλη τού φθινοπώρου τού 1902, ο Franz Xaver Kappus, σπουδαστής τής Στρατιωτικής Ακαδημίας τής Wiener Neustadt, καθόταν στο πάρκο τής σχολής και διάβαζε κάτω από τις γέρικες καστανιές. Απορροφημένος καθώς ήταν, δεν αντιλήφθηκε τον καθηγητή και ιερέα τής σχολής, Horaček, που τον πλησίασε, του πήρε το βιβλίο απ' τα χέρια, κοίταξε το εξώφυλλο, το ξεφύλλισε, διάβασε μερικούς στίχους και τελικά είπε: «Έτσι λοιπόν, ο εύελπις René Rilke έγινε ποιητής;»

Άρχισε τότε να αφηγείται στον Franz πως γνώριζε τον Rilke εδώ και δεκαπέντε χρόνια, από τότε που οι γονείς τού τελευταίου τον είχαν στείλει στο Στρατιωτικό Προπαιδευτήριο τού Sankt Pölten, προορίζοντάς τον για αξιωματικό. Ο Horaček ήταν τότε ιερέας εκείνου του σχολείου κι ακόμα θυμόταν τον παλιό μαθητή του. Ένα σιωπηλό, σοβαρό, χαρισματικό αγόρι που του άρεσε να μένει αποτραβηγμένο κι υπέμενε καρτερικά τον ζυγό τού οικοτροφείου. Μετά από τέσσερα χρόνια προβιβάστηκε στην Ανώτερη Σχολή τού Mährisch-Weisskirchen αλλά την εγκατέλειψε για λόγους υγείας κι επέστρεψε στην Πράγα.

Μετά απ' αυτό ο Franz Kappus, εικοσάχρονος εύελπις που κι ο ίδιος είχε βρεθεί ν' ακολουθεί μια καριέρα αντίθετη απ' τους πόθους και τα όνειρά του, αποφάσισε να στείλει τα ποιήματά του στον Rilke που ένιωθε πως ήταν σε θέση να τον καταλάβει περισσότερο απ' οποιονδήποτε άλλον. Τα ποιήματα τα συνόδεψε κι ένα γράμμα στο οποίο ο νεαρός Franz άνοιγε την καρδιά του όσο ποτέ πριν και ποτέ άλλοτε σε κανέναν άλλον.

Αυτό ήταν το ξεκίνημα μιας αλληλογραφίας των δυο τους, που κράτησε ως τα 1908. Στη διάρκειά της δέκα γράμματα έστειλε ο Rilke στον άγνωστό του νέο, που κι αυτός σύντομα παράτησε το στρατιωτικό κι αφοσιώθηκε στη λογοτεχνία. Τα δέκα αυτά γράμματα εκδόθηκαν για πρώτη φορά στα 1929 με τον τίτλο Briefe an einen jungen Dichter και σ' αυτά ξεδιπλώνεται «μια σύντομη, αλλά ουσιαστική, εικόνα τής "Ποιητικής" τού Ρίλκε και, προπάντων, της καλλιτεχνικής "Ηθικής" του», όπως γράφει στο εισαγωγικό του σημείωμα τής ελληνικής έκδοσης ο Μάριος Πλωρίτης, που μετέφρασε το βιβλίο στη γλώσσα μας.

Από αυτό, λοιπόν, το βιβλίο, το κιτρινισμένο από την πολυκαιρία και την πολυχρησία, (Rainer Maria Rilke, Γράμματα σ' ένα νέο ποιητή, μτφρ. Μάριος Πλωρίτης, εκδ. ΙΚΑΡΟΣ) παραθέτω σ' αυτήν και την επόμενη ανάρτησή μου για να μοιραστώ μαζί σας, εκείνα τα γράμματα που με άγγιξαν πιο πολύ και πιο καθοριστικά όταν τα πρωτοδιάβασα εκεί γύρω στα είκοσί μου χρόνια.



I
Παρίσι, 17 του Φλεβάρη 1903

Φίλε Κύριε,

Εδώ και λίγες μέρες πήρα το γράμμα σας. Θέλω να σας ευχαριστήσω για τη μεγάλη και πολύτιμη, για μένα, εμπιστοσύνη που μου δείχνετε. Δε μπορώ όμως να κάνω τίποτα περισσότερο. Δε μπορώ να μπω στην τεχνική των στίχων σας: κάθε είδους κριτική βλέψη είναι κάτι τόσο ξένο από μένα... Η κριτική είναι το χειρότερο μέσο για ν' αγγίξεις ένα έργο τέχνης: καταντάει πάντα σε πετυχημένες, λίγο ή πολύ, παρανοήσεις. Δε μπορούμε 
όλα να τα συλλάβουμε και να τα εκφράσουμε —όσο κι αν θέλουν πολλοί να μας πείσουν για το αντίθετο. Τα περισσότερα απ' όσα μάς συμβαίνουν δε μπορούμε να τα εκφράσουμε, ξετυλίγονται μέσα σε μια σφαίρα, που ποτέ καμιά λέξη δεν την καταπάτησε. Και απ' όλα πιο αδύνατο είναι να εκφράσουμε τα έργα τής τέχνης, τις μυστηριακές αυτές υπάρξεις που η ζωή τους δε γνωρίζει τέλος, καθώς πορεύεται πλάι στη δική μας την περαστική, την πρόσκαιρη ζωή.

Πρέπει, έπειτ' από τούτη την παρατήρηση, να προσθέσω ακόμα πως οι στίχοι σας δεν έχουν δική τους ατομική έκφραση, κι ωστόσο βρίσκω μέσα κει, δειλό κι αβλάστητο ακόμα, το έμβρυο μιας προσωπικότητας. Το 'νιωσα αυτό εντονότερα στο τελευταίο σας ποίημα: "Η ψυχή μου". Εκεί, κάτι Δικό σας γυρεύει να βρει έκφραση και μορφή. Και μέσ' απ' τ' όμορφο ποίημά σας "Στο Leopardi" αναδίνεται μια κάποια συγγένεια μ' εκείνο τον Μεγάλο Ερημίτη. Ωστόσο, τα ποιήματά σας δεν έχουν δική τους υπόσταση, δεν έχουν αυθυπαρξία —ούτε καν το ποίημα για το Leopardi. Το γράμμα σας, που τα συντρόφευε, δεν παρέλειψε να μου εξηγήσει μια κάποιαν ατέλειά τους, που την ένιωσα διαβάζοντάς τα, χωρίς όμως και να μπορώ να της δώσω ένα όνομα.

Ρωτάτε αν είναι καλοί οι στίχοι σας. Ρωτάτε εμέναν. Ρωτήσατε, βέβαια, κι άλλους πριν. Τους στέλνετε στα περιοδικά. Τους συγκρίνετε μ' άλλα ποιήματα, αναστατωνόσαστε όταν κάποιοι αρχισυντάχτες σάς γυρνάνε πίσω τα ποιητικά σας δοκίμια. Από δω κι εμπρός (μια και μου επιτρέψατε να σας δίνω συμβουλές) σας παρακαλώ να τ' απαρνηθείτε όλ' αυτά. Η ματιά σας είναι γυρισμένη προς τα έξω˙ 
αυτό, προπάντων, δεν πρέπει να κάνετε τώρα πια. Κανένας δε μπορεί να σας συμβουλέψει ή να σας βοηθήσει, κανένας. Ένας μονάχα δρόμος υπάρχει: βυθιστείτε μέσα στον εαυτό σας, αναζητήστε την αιτία που σας αναγκάζει να γράφετε, δοκιμάστε αν οι ρίζες της φυτρώνουν απ' τις πιο βαθιές γωνιές τής καρδιάς σας. Εξομολογηθείτε στον εαυτό σας: θα πεθαίνατε τάχα, αν σας απαγόρευαν να γράφετε; Τούτο, πρώτ' απ' όλα: αναρωτηθείτε, την πιο σιγηλή ώρα τής νύχτας σας: Πρέπει να γράφω; Σκαλίστε βαθιά μέσα σας, να βρείτε την απόκριση. Κι αν η απόκριση τούτη αντηχήσει καταφατικά, αν απέναντι στο βαθυσήμαντο τούτο ρώτημα μπορείτε να υψώσετε ένα στέρεο κι απλό Πρέπει, τότε πλάσετε τη ζωή σας σύμφωνα μ' αυτή την ανάγκη. Η ζωή σας, ακόμα και στην πιο αδιάφορη, την πιο άδειαν ώρα της, πρέπει να γίνει σημάδι και μάρτυρας αυτής της ορμής. Ζυγώστε, τότε, τη φύση. Πασχίστε, τότε, να πείτε, σα να 'σαστε ο πρώτος άνθρωπος πάνω στη γη, τι βλέπετε, τι ζείτε, τι αγαπάτε, τι χάνετε. Μη γράφετε ερωτικά τραγούδια. Αποφύγετε, πρώτ' απ' όλα, τούτα τα πολύ τρεχούμενα και συνηθισμένα θέματα: είναι τα πιο δύσκολα, κι ο ποιητής πρέπει να φτάσει σ' όλη την τρανή ωριμότητα τής δύναμής του για να μπορέσει να δώσει κάτι δικό του, εκεί όπου, σίγουρη και λαμπερή —κάποιες φορές— η παράδοση παρουσίασε τόσην αφθονία. Μακριά απ' τα μεγάλα γενικά θέματα, σκύψετε σ' εκείνα που σας προσφέρει η καθημερινότητα. Ιστορήστε τις θλίψεις και τους πόνους σας, τους φευγαλέους στοχασμούς σας, την πίστη σας σε κάποιαν ομορφιά —ιστορήστε τα όλα τούτα με βαθιά, γαλήνια, ταπεινή ειλικρίνεια, και μεταχειριστείτε, για να εκφραστείτε, τα πράματα που σας περιτριγυρίζουν, τις εικόνες των ονείρων σας και τις πηγές των αναμνήσεών σας. Αν ίσως η καθημερινότητά σας σάς φαινεται φτωχή, μην την καταφρονήσετε. Καταφρονήστε τον ίδιο τον εαυτό σας, που δεν είναι αρκετά ποιητής και δε μπορεί να καλέσει κοντά του τα πλούτη της. Για το δημιουργό δεν υπάρχει φτώχεια, ούτε φτωχοί κι αδιάφοροι τόποι. Και μέσα σε φυλακή ακόμα αν ήσαστε κλεισμένος, κι οι τοίχοι της δεν αφήνανε τους ήχους τού κόσμου να φτάσουν ως εσάς —δε θα σας έμεναν, ωστόσο, αμόλευτα μέσα σας, τα παιδικά σας χρόνια, ο ακριβός, βασιλικός τούτος πλούτος, ο θησαυρός αυτός των αναμνήσεων; Γυρίστε κατά κει το νου σας. Πασχίστε ν' ανασύρετε, απ' το βυθό αυτών των περασμένων, τις βουλιαγμένες εντυπώσεις. Η προσωπικότητά σας θα δυναμωθεί, η μοναξιά σας δε θα 'ναι πια άδεια και θα σας γίνει ένα καταφύγιο ονείρου, όπου κανένας θόρυβος απ' έξω δε θα φτάνει. Κι αν από τούτη την επιστροφή στον εαυτό σας, από τούτη την καταβύθιση στον δικό σας κόσμο, στίχοι ξεπηδήσουν, δε θα σκεφτείτε να ρωτήσετε τους άλλους αν είναι καλοί στίχοι. Κι ούτε θ' αποζητήσετε να ενδιαφερθούν τα περιοδικά γι' αυτούς: οι στίχοι σας δε θα 'ναι, για σας, παρά ένα αγαπημένο φυσικό σας χάρισμα, ένα κομμάτι κι ένας φθόγγος απ' τη ζωή σας. Ένα έργο τέχνης είναι άξιο μόνο σαν ξεπηδάει από μιαν ανάγκη. Για να το κρίνεις, πρέπει να δεις ποια είν' η πηγή του. Γι' αυτό, φίλε Κύριε, δε μπορώ να σας δώσω παρά τούτη μόνο τη συμβουλή: βυθιστείτε στον εαυτό σας, ψάξτε στα βάθη, απ' όπου πηγάζει η ζωή σας. Εκεί θα βρείτε την απόκριση στο ρώτημα: πρέπει να δημιουργείτε; Δεχτείτε την, όπως θ' αντηχήσει, χωρίς να γυρέψετε το νόημά της. Ίσως βγει πως η Τέχνη σάς καλεί. Τότε, αγκαλιάστε αυτή τη μοίρα, κρατήστε την για πάντα απάνω σας, μ' όλο το βάρος και το μεγαλείο της, χωρίς ποτέ ν' αποζητήσετε καμιάν αμοιβή απ' έξω. Γιατί ο δημιουργός πρέπει να 'ναι ολόκληρος ένας κόσμος για τον εαυτό του, να βρίσκει τα πάντα στον εαυτό του και στη Φύση, που μαζί της είναι δεμένος.

Μπορεί όμως, έπειτ' απ' αυτή την "κάθοδο" μέσα στον εαυτό σας και στον εντός σας "ερημίτη", να πρέπει ν' απαρνηθείτε τη μοίρα τού ποιητή. (Φτάνει, όπως σας είπα, να νιώσει κανένας πως μπορεί να ζήσει και χωρίς να γράφει —κι ευθύς το γράψιμο του είναι απαγορευμένο.) Μα και τότε ακόμα, αυτή η αυτοσυγκέντρωση, που σας ζητώ, δε θα 'χει σταθεί μάταιη. Η ζωή σας θα βρει, δίχως άλλο, μέσ' από κει, τους δικούς της δρόμους˙ κι εύχομαι, περισσότερο απ' όσο δύνονται τα λόγια μου να σας πουν, οι δρόμοι σας τούτοι να 'ναι άξιοι, πλατιοί κι ευτυχισμένοι.

Τι άλλο μπορώ να πω; Νομίζω πως τόνισα ό,τι έπρεπε. Κι ακόμα μια φορά, ένα θέλω να σας συμβουλέψω: ν' αναπτυχθείτε, γαλήνια και σοβαρά, σύμφωνα με το δικό σας νόμο. Θα συνταράζατε, όσο γίνεται πιο βίαια κι ολέθρια, την εξέλιξή σας, αν στρέφατε τη ματιά σας προς τα έξω κι αν προσμένατε απ' έξω απόκριση σε ρωτήματα, όπου μόνο το πιο βαθύ αίσθημά σας, στην πιο χαμηλόφωνη ώρα σας, μπορεί ίσως ν' αποκριθεί.

Με χαρά μου βρήκα το όνομα τού καθηγητή Horaček στο γράμμα σας. Διατηρώ πάντα, από τα χρόνια κείνα, βαθύ σεβασμό κι ευγνωμοσύνη για τον αγαπητόν αυτό σοφό. Θα είχατε την καλοσύνη να του το πείτε; Είναι τόσο καλός που με θυμάται ακόμα, και του χρωστώ χάρη γι' αυτό.

Σας στέλνω πίσω τους στίχους, που φιλικά μού εμπιστευτήκατε. Και σας ευχαριστώ, άλλη μια φορά, για τη μεγάλη κι εγκάρδια εμπιστοσύνη σας. Προσπάθησα, στην ανυπόκριτη τούτη απάντησή μου, γραμμένη όσο δυνόμουν καλύτερα, να φανώ της εμπιστοσύνης αυτής κάπως περισσότερο άξιος απ' ό,τι πραγματικά είμαι, ο ξένος εγώ.
Μ' αφοσίωση και συμπάθειαRAINER MARIA RILKE



http://littlenautilus.blogspot.com

Το «Μέγα Όνομα» (Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς)




Σύντομη λέξη, με ευρύ νόημα! Μικρή λέξη, με θαυμαστή δύναμη!!!

Εμείς, οι Χριστιανοί, όταν βλέπουμε την καρποφορία της δουλεμένης γης, την ομορφιά της φύσης, την ώρα που ντύνεται με την πράσινη φορεσιά της, τα αστέρια ψηλά στον ουρανό τη νύχτα, τον ήλιο, το πρωί, την ομορφιά του ανθρώπινου σώματος, κοιτάζουμε ο ένας τον άλλο και με αγάπη προφέρουμε τη λέξη: Θεός.

Γνωρίζω πως υπάρχουν και πολλοί που δεν το μνημονεύουν. Γνωρίζω πως πολλοί δεν χαίρονται, όταν αναφέρεται αυτό το όνομα. Γνωρίζω, πως πολλοί ασχημονούν και το βεβηλώνουν. Αυτό δεν με εκπλήσσει. Όσο σημαντικότερος είναι ένας άνθρωπος, τόσο περισσότερους εχθρούς έχει. Ο Θεός έχει περισσότερους εχθρούς, από οποιοδήποτε σημαντικό άνθρωπο στη γη, επειδή η μεγαλοσύνη του Θεού ξεπερνά τη μεγαλοσύνη του κάθε ανθρώπου.

Το όνομα όμως του Θεού, εάν οι άνθρωποι δεν το μνημονεύουν, χάνει τη σημασία του και τη μεγαλοσύνη του;
Σίγουρα όχι. Το όνομα του Θεού θα είναι «μέγα», είτε το μνημονεύουν οι άνθρωποι, είτε όχι. Ακόμη και εάν οι άνθρωποι δεν επικαλούνταν το όνομα του Θεού, θα Τον επικαλούνταν τα αμέτρητα αστέρια και οι μυστικές λεγεώνες του πνευματικού κόσμου, που Αυτός δημιούργησε.

Ο Θεός έχει θεμελιώσει τη δόξα Του σε μια βάση πιό στερεή απ’ ότι είναι η ανθρώπινη γενιά. Το να χτίζει κανείς τη δόξα του στους ανθρώπους, είναι σαν να τη χτίζει πάνω στην άμμο. Το να χτίζει κανείς τη δόξα του στο ανθρώπινο γένος, είναι σαν να τη χτίζει σε μία φευγαλέα σκιά.

Όχι, η δόξα του Θεού δεν εξαρτάται από εμάς, αντίθετα η δική μας δόξα εξαρτάται από το Θεό και η δόξα μας και η ευτυχία μας. Αναλογιστήκατε όμως πόσο λιγότερη ευτυχία θα υπήρχε ανάμεσα στους ανθρώπους, εάν το όνομα του Θεού λησμονιόταν στη γη ξαφνικά; Αν ο άνθρωπος δεν επικαλούνταν κάποιον πιό ισχυρό, πιό ανώτερο από τον εαυτό του; Εκατομμύρια άνθρωποι, που συνέδεσαν τη ζωή τους μόνον με το όνομα του Θεού, θα αισθάνονταν όπως νιώθει εκείνος, ο οποίος κρατιέται πάνω από τον γκρεμό από ένα κλαδί και ξαφνικά γλιστρά το χέρι του από το κλαδί.

Ακόμη και εάν αποσιωπάται το όνομα του Θεού, εάν μισιέται ή και εάν δυσφημείται, αυτό το όνομα δεν είναι δυνατό να εξαλειφτεί και να σβηστεί.

Εμείς ερχόμαστε και φεύγουμε, αλλά το όνομα του Θεού μένει γραμμένο με φλογερά γράμματα στον ουρανό.

Το όνομα του Θεού πλουτίζει τη ζωή του ανθρώπου. Όποιος το αρνηθεί, αρνιέται ένα μεγάλο αγαθό. Όταν το σβήσει από την καρδιά του και από το νου του, στερεύει γι’ αυτόν μια ηθική και πνευματική πηγή.

Όταν προτρέπει άλλον άνθρωπο να το αρνηθεί, λεηλατεί από τον πλησίον του, μεγαλύτερο πλούτο από το ασήμι και τον χρυσό, επειδή ο Θεός είναι ο «θησαυρός» του ανθρώπου.

Επιθυμία μου είναι, αγαπητοί αδελφοί, όλοι εσείς, να διαφυλάξετε αυτόν τον θησαυρό μέσα σας, που είναι πολυτέλεια για τα ζώα, αλλά ανάγκη για τον άνθρωπο.

Αν ο άνθρωπος ζούσε μόνο με το ψωμί, ο Θεός θα ήταν για αυτόν πολυτέλεια. Αλλά ο άνθρωπος δεν ζει μόνον με το ψωμί. Αν ο άνθρωπος είχε μόνο το στομάχι, ο Θεός θα ήταν το λιγότερο απαραίτητο πράγμα. Αλλά ο άνθρωπος έχει και νου και καρδιά, τα οποία απαιτούν και αυτά το ίδιο τροφή όπως το στομάχι. Για το νου και την καρδιά του ανθρώπου, δεν υπάρχει πιο υγιής τροφή από το Θεό. Όποιος κρύβει στο νου και στην καρδιά του το Θεό, αυτός βαδίζει σε σίγουρη νίκη.

Εάν οι πιό σοφοί άνθρωποι στην ιστορία, είχαν αδιαλείπτως το Θεό στο νου και στην καρδιά, πώς εμείς, που είμαστε λιγότερο σοφοί, θα αρνηθούμε να εισέλθει ο Θεός στο νου και στην καρδιά μας;

Εάν οι πιο ισχυροί άνθρωποι στην ιστορία, πίστευαν πως ο Θεός είναι ο μέγας πλούτος, πώς εμείς, οι λιγότερο δυνατοί μπορούμε να απορρίψουμε αυτόν τον θησαυρό; Εάν οι πιό μορφωμένοι λαοί του κόσμου διαφυλάσσουν το όνομα του Θεού σαν κάτι ιερό, πώς εμείς που είμαστε λιγότερο μορφωμένοι ντρεπόμαστε για το όνομα αυτό;

Όποιος επιθυμεί να δημιουργεί μεγάλα έργα, αυτός πρέπει να έχει και υψηλούς στοχασμούς. Η πιό σημαντική σκέψη, ο πιό υψηλός στοχασμός που χώρεσε ποτέ σ’ ένα ανθρώπινο μυαλό, είναι η σκέψη για τον Θεό.

(Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς, «Ομιλίες, για την αισιοδοξία, την απαισιοδοξία, το “Μέγα Όνομα” και την ανάσταση των νεκρών»,-αποσπάσματα-, εκδ. Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσ/νίκη 2012)

http://fdathanasiou.wordpress.com/

«Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε…!»




Ήδη στο μυστήριο του Βαπτίσματος, όπως λειτουργεί μετά τους αφορκισμούς του σατανά, γίνεται φανερό ότι η Εκκλησία στη δαιμονική παρουσία και δράση αυτό που έχει να αντιπαρατάξει είναι ο Χριστός! Ίσως το γενικό λυτρωτικό νόημα του μυστηρίου αυτού να συμπυκνώνεται στη θριαμβευτική βαπτιστήριο ιαχή• «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, Χριστόν ενεδύσασθε» (Αλληλούια)!

Ο λαός ο καθήμενος εν σκότει είδε φως μέγα

Τί σημαίνει άραγε αυτή η λέξη- «ενεδύσασθε»;

Είναι ασφαλώς δύσκολο να αναπτύξει κανείς το νόημά της σ’ όλο το υπαρξιακό πλάτος και βάθος της χριστιανικής ζωής. Κι επειδή εδώ πρόθεσή μας δεν είναι να προχωρήσουμε σε δογματικές αναλύσεις και θεωρήσεις, θα περιορισθούμε σε μια μόνο βασική έννοια που δηλώνει αυτό το γεγονός, ότι δηλ. «Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε, ενεδύσασθε την αυτοσυνειδησία του Χριστού»!

Είναι, βέβαια, αλήθεια ότι ο βαπτισθείς έλαβε ένα όνομα και η αυτοσυνειδησία του «ενεδύθη» συγκεκριμένη «ατομικότητα». Έγινε πλέον ο Παναγιώτης, η Μαρία, ο Χαράλαμπος, η Ελένη. Στο έξης θα έχει συγκεκριμένη ταυτότητα από κάθε άποψη. Αλλά αυτή η ταυτότητα είναι ταυτότητα εγκόσμιας κυκλοφορίας! Είναι η άδεια οδηγήσεως του οχήματος της υπάρξεως! Χωρίς όνομα σε … κλείνουν μέσα! Χωρίς άδεια σου παίρνουν την … πινακίδα!

Η ένδυση όμως της αυτοσυνειδησίας του Χριστού είναι η εσωτερική και γνήσια ταυτότητα του ανθρώπου, η αποκατάσταση του «κατ’ εικόνα». Η ένδυση του Χριστού από τον βαπτισθέντα είναι η «έν δυνάμει» χριστοποίησή του.

«Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε Χριστόν ενεδύσασθε»! Αυτό σημαίνει ότι η ζωή του Χριστού προσφέρεται διά του Αγίου Πνεύματος στη ψυχή που αναγεννήθηκε «εν Χριστώ Ιησού». Τώρα το «κατ’ εικόνα», ανανεωμένο με τις χαρισματικές δυνάμεις του Χριστού, είναι «προορισμένο» να αναπτυχθεί· «κατά το μέτρον της πνευματικής ηλικίας του Χριστού». Αν και έλαβε ο βαπτισθείς δικό του, προσωπικό, όνομα, η καινούργια ζωή του πρέπει τώρα να συνεχισθεί σαν ενσάρκωση και έκφραση της ζωής του Χριστού. Πρέπει να γίνει Χριστός! Να αποκτήσει την υπαρκτική διαφάνεια της παρουσίας και της ζωής του Χριστού!

Με το ιερό Βάπτισμα λοιπόν ο νέος χριστιανός δέχεται και φιλοξενεί μέσα του το Χριστό. Το γεγονός αυτό είναι μια πραγματικότητα αναμφισβήτητη. Αλλ’ ακριβώς αυτή η πραγματικότητα οδηγεί σε άλλα ερωτήματα, όταν τα πράγματα δεν εξελίσσονται ομαλά και σύμφωνα με τις προδιαγραφές του ιερού μυστηρίου. Εφ’ όσον δηλ. στις πιο πολλές περιπτώσεις «ο νεόλεκτος στρατιώτης του Χριστού» δραπετεύει σε ξένα προς τη χάρη του Θεού στρατόπεδα, ποιά είναι η σχέση του Χριστού, που ενθρονίστηκε με το ιερό Βάπτισμα στο ψυχικό χώρο του στρατιώτη αυτού, με την καθολική του ύπαρξη;

Με τις αμαρτίες μας φεύγει ο Χριστός από μέσα μας; Μπορούμε να υποστηρίξουμε ανεπιφύλακτα ότι· «Όσοι βαπτισμένοι αμαρτήσατε Χριστόν εξεδύθητε;».

Ασφαλώς θανάσιμες αμαρτίες, ενσυνείδητα εγκλήματα και πολλές άλλες καταστάσεις ηθικής πωρώσεως και αναλγησίας προτρέπουν το πνεύμα μας να αποφανθεί ότι κι ο Χριστός «δραπετεύει»! Αλλά μια οριστική απάντηση, προκειμένου για την περίπτωση των «καλών» χριστιανών, φαίνεται πως είναι ένα δύσκολο εγχείρημα! Αντίθετα, επειδή ο Θεός «πάντας ανθρώπους θέλει σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν (Α’ Τιμ. 2,4), ενθαρρυνόμεθα να μείνουμε προσκολλημένοι στην αποκαλυπτική εικόνα που παρουσιάζει τον Κύριο αναμένοντα υπομονετικά έξω από την πόρτα της ψυχής του αμαρτωλού ανθρώπου και κρούοντα την πόρτα αυτή· «ιδού έστηκα επί την θύραν και κρούω• εάν τις ακούση της φωνής μου και άνοιξη την θύραν και είσελεύσομαι προς αυτόν και δειπνήσω μετ’ αυτού και αυτός μετ’ εμού» (Αποκ. 3, 20).

Ο Χριστός παραμένει υπομονετικά έξω από τη θύρα της «πρώτης αγάπης» μας! Έξω από τη θύρα του χώρου που έχουμε συγκεντρωμένο και προστατεύουμε άγρυπνα το «θησαυρό της καρδίας μας». Εκεί θέλει να εισέλθει! Σαν «μανικός εραστής», θέλει να αναπαυθεί στη συναισθηματική τρυφερότητα της «πρώτης αγάπης»! Δεν τον κουράζει να περιμένει στο περιθώριο των ενδιαφερόντων μας! Ότι τον σκεπτόμεθα σε «δεύτερο πλάνο»!

Περιμένει …! Και κρούει…!

Η «κεκρυμμένη» αυτή παραμονή του Ιησού στην εξώπορτα του καρδιακού μας θησαυρού οφείλεται στην παρακαταθήκη του ιερού Βαπτίσματος·

-«Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε Χριστόν ενεδύσασθε»!

Ο Χριστός περιμένει να τον προσέξουμε, να ακούσουμε τα θυροκτυπήματά Του. Ωστόσο εμείς έχουμε την ψευδαίσθηση ότι είμαστε χριστιανοί, επειδή ακριβώς ακούμε τα κτυπήματα αυτά! Αλλά τα κτυπήματα δεν είναι ο Χριστός. Είναι οι προκλήσεις για την υπαρξιακή βίωση της αυτοσυνειδησίας Του στην καθημερινή πραγματικότητα!

-«Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε Χριστόν ενεδύσασθε»! Αυτή η βαπτιστήρια μνήμη είναι υπόμνηση της αυθεντικής μας αυτοσυνειδησίας. Έχουμε ενδυθεί το Χριστό! Αλλά εμείς, ιδίως οι «καλοί» χριστιανοί, τον υποχρεώνουμε να περιμένει και να κρούει αδιάκοπα…! Φροντίζοντας «πρωτίστως» να πλουτίζουμε με τα αγαθά αυτού του κόσμου, αναβάλλουμε για κάποια άλλη φορά το διάπλατο άνοιγμα της θύρας όπου ο θησαυρός της καρδίας μας! Αυτός ο χώρος είναι προωρισμένος για το Χριστό, δυνάμει της χαρισματικής ενέργειας του ιερού Βαπτίσματος. Είναι ο χώρος της «πρώτης αγάπης»! Αλλά αυτή την αγάπη την έχουμε δώσει στον …. εαυτό μας, στο «άτομό» μας! Κι ο Χριστός περιμένει και κρούει…!

Η υπομονετική αυτή αναμονή του Χριστού θυμίζει, αλήθεια, το φτωχό Λάζαρο!. Αν είναι εύστοχη η παρατήρηση του Συμεών του Νέου Θεολόγου, ότι ο Χριστός πεινά και πρέπει να τον χορτάσουμε, τότε Εκείνος πρέπει να χορταίνει την πείνα αυτή «από των ψιχίων των πιπτόντων» από την τράπεζα του πλούσιου εγωκεντρισμού μας. Κάποια ψίχουλα (όσο νάναι) έχουμε και για το Χριστό! Κάποια προσευχή με αρκετό… συναίσθημα, κάποια μνήμη Θεού με πλούσια λογική πίστη, κάποια ιεραποστολική δουλειά (να σώσουμε και τους άλλους), κάποιο δάκρυ συμπάθειας τη Μ. Παρασκευή στο αιμόφυρτο πρόσωπο του Χριστού …!

Παρ’ όλα αυτά ο Χριστός περιμένει! Περιμένει και κρούει…! Γιατί, εξάλλου, είναι συνεπής στη βαπτιστήρια άγιοπνευματική διαβεβαίωση•

-«Όσοι, εις Χριστόν εβαπτίσθητε Χριστόν ενεδύσασθε»!

Βέβαια ο παραλληλισμός του Χριστού με το Λάζαρο μπορεί να μας φαίνεται υπερβολικός, όμως δεν πρέπει να σπεύδουμε …! Ο Λάζαρος, σαν ένα πρόσωπο «πάθους», είναι μια ευαγγελική διαφάνεια του πάθους του Χριστου στο περιθώριο της καθημερινής πραγματικότητας που βιώνουμε! Αυτή ακριβώς η περιθωριακή θέση του Χριστού είναι ένα από τα πάθη Του που βιώνει υπομονετικά πιστός στην διαβεβαίωση του Αγίου Πνεύματος ότι·

-«Όσοι εις Χριστόν εβαπτίσθητε Χριστόν ένεδύσασθε»!

Αλλά την έννοια του σταυρικού πάθους του Χριστού, μέσα στον ψυχικό χώρο του βαπτισθέντος, ας αφήσουμε να μας αναπτύξει κάπως περισσότερο ο Απόστολος των Εθνών. Εκείνος θα μας δώσει το βαθύτερο νόημα του «ενεδύσασθε» και θα μας διευκολύνει στην κατανόηση της βαθύτερης σχέσεως μας με το Χριστό …!

(Ι. Κορναράκη, «Η Θεία Λειτουργία της υπάρξεως», εκδ. Αφών Κυριακίδη – Θεσ/νίκη, σ. 68-73-απόσπασμα.)

 http://www.pemptousia.gr/