Σελίδες

Παρασκευή 18 Μαρτίου 2011

ΙΗΣΟΥΣ ΧΡΙΣΤΟΣ - Η ΖΩΗ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ .(2) ...Ιωάννης Σ. Ρωμανίδης



Μετάφρασις εκ του Αγγλικού πρωτοτύπου
JESUS CHRIST - THE LIFE OF THE WORLD
υπό Δεσποίνης Δ. Κοντοστεργίου Δρ. Θ.

Ομιλία η οποία εξεφωνήθη κατά την διάρκειαν του Π.Σ.Ε. Ορθόδοξον Συμβούλιον εις την Δαμασκόν, 5-9 Φεβρουαρίου 1982 και εδημοσιεύθη εις το Xenia Ecumenica, αρ. 39, σελ. 232-275, Helsinki, 1983. Η μετάφρασις δημοσιεύθη εις το "Γρηγόριος ο Παλαμάς", αφιέρωμα εις τον Παναγιώτατον Μητροπολίτην Θεσσαλονίκης κ.κ. Παντελεήμονα Β'.

http://www.romanity.org

2) Μύησις εις την Ζωήν και εις "πάσαν την Αλήθειαν" δηλαδή τον Χριστόν δια του Αγίου Πνεύματος κατά την Πεντηκοστήν.


Όλαι αι διακρίσεις, αι οποίοι ανεπτύχθησαν και διευκρινίσθησαν κατά την διάρκειαν των συζητήσεων, των αναφερομένων εις τας Α' και Β' Οικουμενικάς Συνόδους, μετεφέρθησαν μέσω όλων των μεταγενεστέρων Οικουμενικών Συνόδων, αι οποίαι εις την πραγματικότητα ήσαν προεκτάσεις της Α'. Τα ρήματα και νοήματα των Πατέρων όμως, δεν ημπορούν να χωρισθούν από τας προϋποθέσεις των. Ημπορεί να υπάρχη ποικιλία εις τα ρήματα και νοήματα αλλά όχι εις τας προϋποθέσεις αυτών.

Αι προϋποθέσεις των περί Θεού ρημάτων και νοημάτων των Πατέρων ευρίσκονται εις τα πνευματικά στάδια: 1) της καθάρσεως της καρδίας 2) του φωτισμού της καρδίας και 3) του δοξασμού ή της θεώσως της καρδίας και της όλης υπάρξεως του καθενός, εις τον οποίον ο Λόγος εμφανίζεται εν τω Πνεύματί του και εν Εαυτώ αποκαλύπτει τον Πατέρα. Αυτός, ο οποίος δια του Πνεύματος ορά τον Χριστό ορά τον Πατέρα. Αυτή η εμπειρία είναι ο ακρογωνιαίος λίθος των δογματικών διατυπώσεων εις την πατερικήν παράδοσιν.

Έχομεν ήδη παραθέσει μερικά Πατερικά κείμενα, τα οποία δείχνουν σαφώς ότι οι Πατέρες των Α' και Β' Οικουμενικών Συνόδων έλαβον την κληρονομηθείσαν παράδοσιν ως δεδομένην, ότι εις τας εμπειρίας των του δοξασμού, αυτοί, οι Προφήται, Απόστολοι και Άγιοι είχαν μίαν πραγματικήν όρασιν του Θεού εν τω ακτίστω Του Αγγέλω - Λόγω προ και μετά της Ενσαρκώσεώς Του. Ο Χριστός αποκαλύπτων την άκτιστον δόξαν ή βασιλείαν του Πατρός, ως ιδικήν Του φυσικήν δόξαν κατά την Μεταμόρφωσίν Του, τουτέστιν ενώπιον των τριών μαθητών με την παρουσίαν του Μωϋσέως και του Ηλία, είναι επανάληψις των ιδίων εμφανίσεων του Χριστού, ως Κυρίου της Δόξης, εις την Παλαιάν Διαθήκην, αλλά τώρα μέσω της ανθρωπίνης φύσεώς Του. Το σοβαρόν λάθος του Αγίου αποστόλου Πέτρου εις την πρότασιν να παραγγείλουν σκηνάς δια το γεγονός (μίαν δια τον Χριστόν, μίαν δια τον Ηλίαν και μίαν δια τον Μωυσήν) εις μίμησιν της σκηνής του μαρτυρίου, εις την οποίαν ο Μωϋσής εκοινώνησεν της δόξης του Θεού, ωφείλετο εις το γεγονός ότι η ανθρωπίνη φύσις του Χριστού είχεν η ιδία αντικαταστήσει την σκηνήν του μαρτυρίου του Μωϋσέως και τον ναόν του Σολομώντος και έκαμεν ταύτα πλεονάζοντα και ότι ο Ίδιος ο Χριστός είναι Εκείνος, ο Οποίος αποκαλύπτει την δόξαν Του, την οποίαν έχει κατά φύσιν από τον Πατέρα.


Συμφώνως προς τους Πατέρας της Εκκλησίας, η ομιλία και η προσευχή του Χριστού αναφερόμεναι εις το Ιω. 13, 31-17, 26, περιλαμβάνουσαι την υπόσχεσιν ότι, όταν έλθη το Πνεύμα της Αληθείας "Ούτος... θα οδηγήση υμάς εις πάσαν την Αλήθειαν"[19] εξεπληρώθησαν κατά την Πεντηκοστήν, η οποία έγινεν η διαρκής εμπειρία εκείνων, οι οποίοι έκτοτε ηνώθησαν με την κοινωνίαν των δοξασμένων.

Αυτό δεν σημαίνει ότι οι Προφήται δεν είχαν οδηγηθή εις την Αλήθειαν, ή ότι οι Απόστολοι δεν είχαν οδηγηθή εις την Αλήθειαν, μερικοί δια του φωτισμού, άλλοι δια του δοξασμού επίσης. Αλλά ότι οι Απόστολοι επρόκειτο να οδηγηθούν εις πάσαν την Αλήθειαν κατά την αποκάλυψιν της Πεντηκοστής. Κατ' ουδένα τρόπον αυτό δεν σημαίνει ότι η Εκκλησία θα ωδηγήτο σταδιακώς ή εις πληρεστέραν κατανόησιν πάσης της αληθείας, ή εις την αποκατάστασιν ή δημιουργίαν της ενότητος μεταξύ των διηρημένων εκκλησιών. Η ομιλία του Χριστού και η προσευχή δια ενότητα είναι δια την ενότητα των Αποστόλων και των πιστών εις την εμπειρίαν του δοξασμού, δηλαδή όρασιν (θέαν) της ακτίστου δόξης της Αγίας Τριάδος εν τη ανθρωπίνη φύσει του Χριστού, [ 20 ] χαρισμένη εν τη πληρότητί της δια της μεθέξεως εν τη εμπειρία της Πεντηκοστής.

Ο δοξασμός της Πεντηκοστής ηκολούθησε τα στάδια της καθάρσεως και του φωτισμού των μαθητών του Χριστού, ως σαφώς αντανακλάται εν τη ευαγγελική παραδόσει. Τα Ευαγγέλια Ματθαίου, Μάρκου και Λουκά ανταποκρίνοναι εις το στάδιον της καθάρσεως της καρδίας των κατηχουμένων και το Ευαγγέλιον του Ιωάννου εις το στάδιον του φωτισμού και του δοξασμού. Εις το στάδιον του φωτισμού, η ιδιοτελής αγάπη μετατρέπεται εις ανιδιοτελή αγάπην και ετοιμάζει τους μαθητάς να ίδουν εις τον Χριστόν την θεότητα της Αγίας Τριάδος, ως δόξαν και όχι ως πυρ καταναλίσκον. Η ανιδιοτελής αγάπη, είναι η προϋπόθεσις δια να οδηγηθή ο πιστός εις "πάσαν την αλήθειαν", δια του Πνεύματος του Χριστού. Αυτό σημαίνει ότι τα δόγματα και η πνευματικότης είναι αδιαχωρίστως ηνωμένα εις τα στάδια της καθάρσεως και του φωτισμού. Αλλά εις την κατάστασιν του δοξασμού, το δόγμα ή η γνώσις περί Θεού αντικαθίσταται δια της ακτίστου πραγματικότητος, την οποίαν αυτό (δόγμα) θέλει να δείξη αλλά δεν ημπορεί να εκφράση.

Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος, ο οποίος επικαλείται την ιδικήν του εμπειρίαν του δοξασμού εις την αναίρεσιν των ισχυρισμών των Ευνομιανών ότι ο άνθρωπος ημπορεί να γνωρίση την ουσίαν του Θεού [ 21 ] τονίζει το σημείον αυτό σαφώς. Αναφέρει ότι κάποιος φιλόσοφος (ο Πλάτων) ισχυρίζεται ότι "φράσαι Θεόν αδύνατον, νοήσαι χαλεπόν". Ο Άγιος Γρηγόριος διαφωνεί τονίζων ότι "Θεόν φράσαι μεν αδύνατον, νοήσαι δε αδυνατώτερον, το μεν γαρ νοηθέν, τάχα αν λόγος δηλώσειεν, ει και μη μετρίως, αλλ' αμυδρώς γε..." [ 22 ] Αυτό σημαίνει ότι να εννοήση τις και να εκφράση τον Θεόν δεν είναι μόνον αδύνατον εις τους απίστους, αλλά ακόμη και εις τους φίλους του Θεού, οι οποίοι έχουν φθάσει είτε εις τον φωτισμόν είτε εις τον δοξασμόν. Ο Θεός παραμένει μυστήριον ακόμη και όταν οράται.


Εν τούτοις, εκείνοι οι οποίοι φθάνουν εις τον φωτισμόν και τον δοξασμόν, χρησιμοποιούν νοήματα και ρήματα εις την ομιλίαν περί Θεού. Βεβαίως, αυτά τα νοήματα και ρήματα είναι εμπνευσμένα από την εμπειρίαν του δοξασμού. Οι πνευματικοί πατέρες χρησιμοποιούν ρήματα και νοήματα να οδηγήσουν τους άλλους μέσω της καθάρσεως εις τον φωτισμόν, ως έκαναν οι προφήται, οι απόστολοι και ο Ίδιος ο Χριστός. Επομένως, να χρησιμοποιή τις τα νοήματα αυτά και τα ρήματα ως μέσον φιλοσοφικής θεωρίας περί Θεού, είναι εις κακήν χρήσιν αμφοτέρων, δηλαδή και αυτομάτως οδηγεί τινα εις πλάνην, η οποία τον αποκόπτει από την δυνατότητα να είναι κεκαθαρμένος εις την καρδίαν και από το να φθάση εις τον φωτισμόν. Αυτή η κακή χρήσις των περί Θεού νοημάτων και ρημάτων είναι η πηγή όλων των αιρέσεων.

Ο ευσεβιστικός και φιλοσοφικός στοχασμός περί της Βίβλου και η βιβλική κριτική μέσα εις αυτά τα πλαίσια της σχέσεως, είναι αδιέξοδοι δρόμοι, οι οποίοι δεν οδηγούν εις την πραγματικότητα, την οποίαν δεικνύει ο Χριστός και εις την Παλαιάν και την Καινήν Διαθήκην. Η Βίβλος δεν είναι αποκάλυψις ή Λόγος του Θεού, αλλά σχετική προς αυτά. Η αποκάλυψις και ο Λόγος του Θεού κοινωνούνται εις τους ανθρώπους μόνον μέσω της καθάρσεως εις τα στάδια του φωτισμού και ειδικώς του δοξασμού ή της θεώσεως, εις τα οποία η Πεντηκοστή μεταδίδεται από γενεάς εις γενεάν ως η βάσις και το κεντρικόν σημείον της αποστολικής παραδόσεως και διαδοχής.

Εις την Παλαιάν Διαθήκην έχομεν τας εμφανίσεις του Θεού εις τους προφήτας δια του Αγγέλου - Λόγου, ο Οποίος συνεχίζει εις την Ενσάρκωσίν Του να εμφανίζηται εν δόξη είς τινας των Αποστόλων, π.χ. κατά την Μεταμόρφωσίν Του. Ούτος εξηγεί εις τους μαθητάς Του ότι εντός ολίγου δεν θα τον ίδουν πλέον, διότι πρέπει να πάη προς τον Πατέρα Του, αλλά πάλιν εντός ολίγου αυτοί θα τον ίδουν. [ 23 ] Τούτο επραγματώθη προκαταρκτικώς εις τας μετά την Ανάστασιν εμφανίσεις του Χριστού εις τους μαθητάς Του, εμφανίσεις, εις τας οποίας ο κόσμος δεν ημπορούσε ελευθέρως να συμμετάσχη. Εν συνεχεία έχομεν την τελικήν εξαφάνισίν Του από τα μάτια του κόσμου εις την Ανάληψίν Του και την επανεμφάνισίν Του κατά την Πεντηκοστήν εν Αγίω Πνεύματι, το Οποίον έκτοτε μορφώνει ολόκληρον τον Χριστόν εις ένα έκαστον των μαθητών και πιστών, οι οποίοι κατηλλαγμένοι με τον Χριστόν και φίλοι του Θεού [ 24 ] ξεπέρασαν το στάδιον του δούλου. [ 25 ] Ο όρος του Παύλου δια την Εκκλησίαν, ως το Σώμα του Χριστού, είναι το αποτέλεσμα του νέου τρόπου, κατά τον οποίον η ανθρωπίνη φύσις του Χριστού μετέχει εις το μυστήριον της παρουσίας του Θεού δια του Αγγέλου - Λόγου εις τους φωτισμένους και δοξασμένους, μερίζων Εαυτόν αμερίστως εν τη δόξη Του. Ούτως από την Πεντηκοστήν η ανθρωπίνη φύσις του Χριστού μερίζεται επίσης αμερίστως, ούτως ώστε είναι ολόκληρος παρούσα εις ένα εκαστον των καταλλαγέντων φίλων του Θεού. Αυτό ακριβώς είναι εκείνο, το οποίον ο Χριστός εξήγησεν ότι θα συνέβαινεν εις το Ιω. 14, 23.


Ούτως κάθε φίλος του Θεού γίνεται ο φορεύς ολοκλήρου του Σώματος του Χριστού και ταυτοχρόνως όλοι οι φίλοι του Θεού είναι έν Σώμα του Χριστού συγκεντρωμένοι εις τον ίδιον τόπον (επί το αυτό) μετέχοντες εις τον Ένα Άρτον και εις το Έν Ποτήριον. Αυτό είναι το Μυστήριον της Εκκλησίας ιδρυμένον κατά την Πεντηκοστήν και "πάσα η αλήθεια", εις την οποίαν υπεσχέθη ο Χριστός ότι ο παράκλητος θα οδηγήση τους φίλους Του. Ούτως το Σώμα του Χριστού είναι οικοδομημένον με την προσθήκην των φωτισμένων και δοξασμένων από κάθε γενεάν μέχρι της συντελείας.

Πρό του θανάτου και της Αναστάσεως του Χριστού ακόμη και οι δοξασμένοι, ως οι Πατριάρχαι και οι Προφήται, απέθανον φυσικόν και πνευματικόν θάνατον και ανέμενον την πνευματικήν των και σωματικήν ανάστασιν, την οποίαν οι Πατέρες ονομάζουν πρώτην και δευτέραν Ανάστασιν. Ο πνευματικός θάνατος είναι ή να μη βλέπουν την δόξαν του Θεού, ή να βλέπουν αυτήν την ίδιαν δόξαν ως "πύρ καταναλίσκον" και "σκότος εξώτερον" της κολάσεως. Η πρώτη ανάστασις είναι διαρκής και αδιάκοπος θέα της δημιουργίας εν τη δόξη του Θεού εν Χριστώ, καθώς εις την περίπτωσιν και εις την κοινωνίαν των Αγίων, πέραν του τάφου από του θανάτου και της αναστάσεως του Χριστού. Αυτοί ετελειοποίησαν τον γάμον των με τον Χριστόν, ο οποίος θα ολοκληρωθή με την τελικήν ανάστασιν και αποκατάστασιν των πάντων. Εντεύθεν του τάφου, οι πιστοί έχουν τον "αρραβώνα του Πνεύματος" εν ταις καρδίαις αυτών δηλαδή την νοεράν προσευχήν. [ 26 ]

Δεν υπάρχει καταλλαγή άνευ του Μυστηρίου του Σταυρού, το οποίον ταυτίζεται με τον δοξασμόν. Κανείς δεν ημπορεί να γίνη φίλος του Θεού, εκτός, εάν εκουσίως σηκώση τον ιδικόν Του σταυρόν και ακολουθήση τον Χριστόν. Να δοξασθής σημαίνει να σταυρωθής, το οποίον με την σειρά του σημαίνει να έχης την δύναμιν του Θεού να μετατρέψης την ιδιοτελή και εγωκεντρικήν αγάπην εις θεοειδή δηλαδή εις αγάπην "ήτις ου ζητεί τα εαυτής". Αυτή η καταλλαγή του ανθρώπου με τον Θεόν ήτο ενεργός εις τους Πατριάρχας, Προφήτας και Αποστόλους προ της Σταυρώσεως, διότι αυτοί συμμετείχον είς το Μυστήριον του Σταυρού. Δια τούτο, αυτοί έγιναν φίλοι του Θεού και έλαβον την δωρεάν της παρρησίας να μαλώνουν με τον Θεόν χάριν της σωτηρίας των άλλων.

Το Μυστήριον του Σταυρού είναι η άκτιστος καταλλάσσουσα δύναμις του Θεού, η οποία θεραπεύει τας ασθενείας εκείνων, οι οποίοι θέλουν να δεχθούν θεραπείαν υπακούοντας μέχρι θανάτου εις το θέλημα του Θεού Λόγου, ο Οποίος έδωκε τον νόμον εις τον Μωϋσήν και τους μακαρισμούς εις τους Αποστόλους. Η εκουσία Σταύρωσις του Κυρίου της Δόξης είναι η πλήρης, αλλ' όχι η μόνη φανέρωσις εις την ιστορίαν της δυνάμεως του Μυστηρίου του Σταυρού. Κάθε δοξασμός ενός φίλου του Θεού και προ και μετά της Σταυρώσεως του Χριστού είναι επίσης φανέρωσις της δυνάμεως του Μυστηρίου τούτου. [ 27 ]

συνεχίζεται .....

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[ 19 ] Ιω. 16, 13.

[ 20 ] Ιω. 17, 24.

[ 21 ] Θεολογικός Λόγος, 2, 3.

[ 22 ] Θεολογικός Λόγος, 2, 4.

[ 23 ] Ιω. 16, 11, 16-33.

[ 24 ] Ιω. 16, 27.

[ 25 ] Ιω. 15, 14-15.

[ 26 ] Β' Κορ. 1, 22, 5, 5, Εφ. 1, 14.

[ 27 ] Δια το Μυστήριον του Σταυρού, την δικαίωσιν και την καταλλαγήν, βλέπε το Προπατορικόν Αμάρτημα, Αθήνα, 1957, σελ. 60-91, ειδικώς υποσ. 82.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου