Σελίδες

Τετάρτη 21 Αυγούστου 2013

ΤΙΣ Ο ΕΝΟΧΟΣ;




ΤΙΣ Ο ΕΝΟΧΟΣ;

«Ἐκεῖ ἐσταύρωσαν αὐτόν» (Λουκ. 23,33)

ΟΣΑ τροπάρια κι ἂν ψάλουν οἱ ψάλτες, ὅ σους λόγους κι ἂν ἐκφωνήσουν οἱ ἱεροκή ρυκες, ὅσα ποιήματα κι ἂν συνθέσουν οἱ ποι ηταί, ὅσες εἰκόνες κι ἂν ζωγραφίσουν οἱ ζωγράφοι, δὲν θὰ μπορέσουν ὅλοι αὐτοὶ μαζὶ νὰ φθάσουν τὸ ὕψος τῆς σημερινῆς ἡμέρας.

Θὰ προσπαθήσω, γονυκλινὴς ἐνώπιον τοῦ Ἐσταυρωμένου, νὰ ὑπενθυμίσω ὡρισμένες ἀ λήθειες, ποὺ πρέπει νὰ ἐνθυμούμεθα.

Ἡ γῆ ἦταν κάποτε, ἀγαπητοί μου, καθα ρὴ ἀ πὸ κάθε μολυσμὸ ἁμαρτίας, καθαρὴ ἀπὸ αἷμα. Ἀλλ᾽ ἀπ᾽ τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ Κάϊν ἐφόνευσε τὸν Ἄβελ, τὸ πρῶτο ἀθῷο αἷμα χύθηκε πάνω της. Ἔκτοτε στὸ αἷμα ἐκεῖνο προσ ε τέ θη τὸ αἷ μα πολλῶν ἄλλων ἀθῴων θυμάτων. Καὶ τὸ αἷμα αὐτὸ «βοᾷ» πρὸς Κύριον καὶ κάνει τοὺς ἐνόχους νὰ τρέμουν ὅπως ὁ Κάϊν (Γέν. 4,10-11). Σήμερα ἰ δί ως ἡ γῆ μας ἔχει ποτισθῆ μὲ αἷμα περισσό τερο ἀπὸ κάθε ἄλλη γε νεά. Ἑκατομμύρια Ἄβελ ἔχουν φονευθῆ. Ἡ γῆ ἀναστενάζει…

Ἀλλὰ τώρα ἀφήνω ὅλα τ᾽ ἄλλα ἐγκλήματα γιὰ νὰ προσέξουμε ἕνα μόνο, τὸ πιὸ φρικι αστικὸ καὶ βδελυκτό. Εἶνε θανάτωσις τοῦ Χριστοῦ, ποὺ ἔγινε ἔξω ἀπὸ τὴν Ἰερουσαλήμ, «ἵ να μὴ μι ανθῶσιν» (Ἰωάν.18,28) οἱ γραμματεῖς καὶ φαρισαῖοι. Ἐπάνω στὸ μικρὸ λόφο τοῦ Γολγο θᾶ, «ἐκεῖ ἐ σταύρωσαν αὐτόν» (Λουκ. 23,33).
Ἕνας ξένος, ποὺ θὰ βρισκόταν στὰ Ἰεροσό λυμα τὴν ἡμέρα ἐκείνη καὶ θὰ ἔβλεπε νὰ σέρνουν τὸν Ἰησοῦ στὶς στενωποὺς δεμέ νο, νὰ τὸν ὁδηγοῦν στὸν τόπο τῆς ἐκτελέσεως, καὶ μετὰ νὰ τὸν ὑψώνουν ὠχρὸ ἐπὶ τοῦ σταυροῦ, θὰ ρωτοῦσε· Ποιό εἶνε τὸ ἔγκλημά του; «Τί κα κὸν ἐποίησεν;» (πρβλ. Ματθ. 27,23· Μᾶρκ. 15,14).
Ἀπαντοῦν οἱ αἰῶνες· Ὁ Χριστὸς δὲν ἔκανε κανένα κακό. Ὑπῆρξε ἡ εὐγενεστέρα ὕπαρξις. Κι αὐτοὶ ἀκόμα οἱ ἐχθροί του στὰ συγγράμμα τά τους τὸ ὁμολογοῦν. Ἦταν ὁ παρήγορος τῶν θλιμμένων καὶ πονεμένων, ὁ ἰατρὸς τῶν νοσούντων, ὁ μοναδικὸς διδάσκαλος τῆς ἀν θρωπότητος ποὺ παρέδωσε αἰώνια ῥήματα, μιὰ διδασκαλία γιὰ τὴν ὁποία ἕνας ἀπὸ τοὺς φανατικοὺς ἐχθρούς του ἀναγκάστηκε νὰ πῇ· Κι ἂν ἀκόμη στὰ ἄλλα ἄστρα ὑπάρχουν ὄντα, δὲν εἶνε δυνατὸν νὰ ἔχουν θρησκεία ἀνωτέρα ἀπὸ αὐτὴν ποὺ δίδαξε ὁ Ἰησοῦς.

Εἶνε πάντως φυσικό, ὅταν ἀκούγεται κάπου ἔγκλημα, ὅλοι νὰ ζητοῦν νὰ μάθουν ποιός τὸ ἔ κανε καὶ οἱ ἀρχὲς νὰ θέλουν νὰ συλλάβουν τοὺς αὐ τουργούς. Κ᾽ ἐμεῖς, ποὺ βρισκόμα στε τώρα ἐμπρὸς στὸ φρικτὸ ἔγκλημα νὰ σταυ­ρώνεται ὁ Ἀθῷος τῶν ἀθῴων, ἐρωτοῦ με· Ποιοί λοιπὸν εἶνε οἱ ἔνοχοι τῆς σταυρώσε ώς του; Ὅ σοι συνετέλεσαν στὸ ἔγκλημα αὐτό, θὰ ἔρ θῃ μέρα ποὺ θὰ τρέμουν. Ἂν ὁ Ἀδὰμ καὶ ἡ Εὔα ταράχθηκαν τὸ δειλινὸ ἀκούγοντας τὸ βημα τισμὸ τοῦ Θεοῦ στὸν παράδεισο, πόσῳ μᾶλ λον αὐτοὶ ἐνώπιον τοῦ παγκοσμίου Κριτοῦ;

Νοερῶς βλέπω στὸ ἑδώλιο τοῦ κατηγορημένου τοὺς συντελεστὰς τῆς σταυρώσεως.

-       Βλέπω τοὺς στρατιῶτες, οἱ ὁποῖοι στρατολογημένοι ἀπὸ μακρινὲς χῶρες, βρέθησαν τὴν ἡμέρα ἐκείνη νὰ εἶνε ἐκτελεσταὶ τοῦ ἀ παισίου ἐγκλήματος. Τί θ᾽ ἀπολογηθοῦν; Θὰ προσπαθήσουν νὰ δικαιολογηθοῦν στὸν Κριτή· Κύριε, δὲ σὲ γνωρίζαμε. Ἄξεστοι ἐμεῖς, δὲν καταλα βαίναμε τὴ γλῶσσα τῶν Ἑβραίων. Ἁπλοῖ στρα τιῶτες ἤμασταν, διαταγὲς ἐκτελούσαμε. Ἂν ὑ πάρχῃ ἕνας ὑπεύθυνος γιὰ τὸ ἔγκλημα, αὐτὸς εἶνε ὁ Πιλᾶτος, ποὺ ὑπέγραψε τὴν καταδίκη…

-       Μετὰ ὁ Πιλᾶτος. Ἔλα, Πιλᾶτε, ποὺ ὡς ἡγε μὼν εἶχες στὴν ἐξουσία σου τὴ ζωὴ καὶ τὸ θάνατο τῶν ἀνθρώπων, ἀπολογήσου. Ἡ σύζυγός σου Πρόκλα, σοῦ διεμήνυσε· «Μηδὲν σοὶ καὶ τῷ δικαίῳ ἐκείνῳ· πολλὰ γὰρ ἔπαθον σήμερον κατ᾽ ὄναρ δι᾽ αὐτόν» (Ματθ. 27,19). Καὶ αὐτὸς τρέμον τας θὰ προσπαθήσῃ νὰ ἐπιῤῥίψῃ τὴ εὐθύνη στὸ λαό· Μὲ πίεσαν, φώναζαν συνεχῶς, δὲν μποροῦσα νὰ ὑποφέρω τὴν ὀχλοβοή…

-       Τρίτον ὁ λαός. Ἔλα, λαέ, ποὺ εὐεργετήθηκες περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο λαό, ἀπολογήσου, γιατί ἐφόνευσες τὸν εὐεργέτη σου; Καὶ ὁ ἁπλὸς λαὸς τί θὰ πῇ; Ἐμεῖς δὲ φταῖμε. Σὰν λαὸς παρασυρόμεθα ἀπὸ τοὺς ἡγέτες. Ὑπεύθυνοι γιὰ τὸ ἔγκλημα αὐτὸ εἶνε οἱ ἀρχι ερεῖς, οἱ γραμματεῖς, οἱ φαρισαῖοι…

-       Τέταρτον οἱ ἀρχιερεῖς καὶ φαρισαῖοι. Ἐ λᾶτε λοιπὸν ἐσεῖς, ποὺ κρατούσατε στὰ χέρια μέρα – νύχτα τὸ θεῖο νόμο· ἀπολογηθῆτε γιὰ τὸ ἔγκλημα. Κι αὐτοὶ πῶς νὰ δικαιολογήσουν τὸ φθόνο τους, ποὺ ἦταν τὸ ταπεινὸ ἐλατήριο τοῦ μίσους των; Θὰ δείξουν μὲ τὸ δάχτυλο τὸν Ἰούδα καὶ θὰ ποῦν· Αὐτὸς εἶνε ὁ ἔνοχος· ἐὰν αὐτὸς δὲν χτυποῦσε τὴν πόρτα μας, δὲν μπορούσαμε ἐμεῖς νὰ κάνουμε τὴν σύλληψι…

-       Πέμπτον ὁ Ἰούδας. Τί ν᾽ ἀπολο γηθῇ αὐτὸς τώρα; Θὰ στέκῃ ὠχρός, κίτρινος σὰν τὰ νομίσματα, ἀμίλητος, καὶ μὴ ἔχοντας ἄλλη δικαι ο λο γία θὰ δείχνῃ ἐκεῖνον ποὺ εἶνε ὁ ὑποβολεὺς ὅλων τῶν ἐγκλημάτων, τὸν διάβολο. Δι ότι ὁ δι­άβολος εἶχε εἰσέλθει «εἰς τὴν καρδίαν Ἰούδα» (Ἰωάν. 13,2).

Αὐτοὶ εἶνε οἱ φυσικοὶ καὶ ἠθικοὶ αὐτουργοὶ τοῦ ἐγκλήματος. Ἀλλ᾽ ὄχι αὐτοί, καὶ διπλάσιοι καὶ τριπλάσιοι ἂν ἦταν, δὲν θὰ μποροῦσαν νὰ κάνουν κάτι ἐναντίον τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ. Λεγεῶνες ἀγγέλων ἦταν ἕτοιμες νὰ διασκορπίσουν ὅλον ἐκεῖνο τὸ συρφετό. Ὁ Ἰησοῦς δὲν σταυρώθηκε ἀπὸ ἀδυναμία, ἐπειδὴ δὲν μποροῦ σε νὰ κάνῃ ἀλλιῶς. Παραδόθηκε μόνος του. Βαθυτέρα αἰτία τῆς σταυρώσεώς του δὲν εἶ νε αὐτοί. Ἐὰν ἐμβαθύνουμε στὸ μυστή ριο, θὰ δοῦ­με ὅτι βαθυτέρα αἰτία τοῦ δράματος τοῦ σταυ ροῦ, εἶνε – ποιός; Εἴμεθα ἐμεῖς, ἀδελφοί μου. Ὁ προφήτης Ἠσαΐας εἶπε· «Οὗ τος τὰς ἁ μαρτίας ἡμῶν φέρει καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶται» καὶ «τῷ μώλωπι αὐτοῦ ἡμεῖς ἰάθημεν» (Ἠσ. 53,4-5).

Θὰ ἤθελα νὰ εἶχα τὴν ἱκανότη τα νὰ φυτεύσω στὴν καρδιὰ ὅλων, καὶ τοῦ πλέον ἀδιαφόρου, τὴ μεγάλη αὐτὴ ἀλήθεια· «τῷ μώλωπι αὐ τοῦ ἡμεῖς ἰάθημεν». Κάθε σταλαγματιὰ τοῦ αἵ ματός του φτάνει νὰ κάψῃ τὰ ἀγκάθια ὅλου τοῦ κόσμου, νὰ γί νῃ πλυντήριο καὶ Ἰορδάνης ποταμὸς ποὺ πλένει τὰ ἁμαρτήματα τοῦ κόσμου ὅλων τῶν αἰώνων. Τὸ αἷμα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ «καθαρίζει ἡ μᾶς ἀπὸ πάσης ἁμαρτί ας» (Α΄ Ἰωάν. 1,7). Φτάνει μόνο μιὰ σταλαγματιὰ τοῦ τιμίου αἵματός του, ὅπου πέσῃ, νὰ κάνῃ νὰ φυτρώσουν τὰ ὡραιό τερα ἄνθη τῶν ἀρε τῶν, νὰ δημιουργήσῃ στὴν καρδιὰ τοῦ ἀν θρώ που τὸν θεῖο ἔρωτα.

Κάποιος ἱεραπόστολος πῆγε στὴν Οὐγκάν τα τῆς Ἀφρικῆς καὶ μίλησε στοὺς ἀγρίους γιὰ τὸ μαρτύριο τοῦ Χριστοῦ. Ὅλοι ἔκλαψαν. Με τὰ τὴν ὁμιλία ὁ ἀρχηγὸς τῆς φυλῆς πλησί ασε καὶ τὸν ρώτησε· Ὑπάρχουν Χριστιανοὶ στὴν Εὐ­ρώπη ποὺ ἁμαρτάνουν μετὰ τὴ σταύρωσι τοῦ Χριστοῦ;… Μεγάλος λόγος. Εἶνε σὲ συμφωνία μ᾽ ἐκεῖνο ποὺ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στὴν πρὸς Ἑβραίους ἐπιστολή, ὅτι σταυρὸς σημαί νει· ἁμαρτία τέλος! Διαφορετικὰ θὰ κριθοῦν οἱ ἁμαρτίες πρὸ τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς καὶ διαφορετικὰ μετὰ τὴ Μεγάλη Παρασκευή. Αὐτὸς ποὺ ἁμαρτάνει μετὰ τὴ θυσία τοῦ Χριστοῦ, εἶνε σὰν νὰ περιφρονῇ τὸ αἷμα του, σὰν νὰ τὸν ξανασταυρώνῃ (βλ. Ἑβρ. 10,29· 6,6).

«Ἐκεῖ ἐσταύρωσαν αὐτόν». Ποιοί τὸν σταύ ρωσαν; Δὲν εἶνε μόνο ἐκεῖνοι οἱ παλαιοὶ σταυ ρωταί· εἶνε καὶ οἱ ἄλλοι, οἱ σύγχρονοι σταυρωταί. Τοὺς βλέπετε; Ὁ ἕνας κρατεῖ καρφιά, ὁ ἄλλος σπόγγο μὲ ὄξος, ὁ τρίτος λόγχη, ὁ ἄλ λος ἀγκάθινο στεφάνι, καὶ προχωροῦν. Ποῦ πᾶνε; Πᾶνε νὰ σταυρώσουν τὸ Χριστό. Ὁ ἕ νας παίρνει στὰ χέρια μαχαίρι καὶ φονεύει τὸν ἀδελφό του. Ὁ ἄλλος ὁ μικρὸς σηκώνει τὸ χέρι καὶ χτυπάει τὴ μάνα καὶ τὸν πατέρα. Ὁ ἄλλος μέσα στὰ δικαστήρια παλαμίζει χω ρὶς φόβο τὸ Εὐαγγέλιο καὶ παίρνει ψεύτικο ὅρκο. Ὁ ἄλλος ὁ νέος τρέχει στοὺς τόπους τῆς ἀ κολασίας καὶ τῆς διαφθορᾶς. Ἄλλος ἀνοίγει τὸ στόμα καὶ βλαστημάει τὰ θεῖα. Ὁ ἄλλος κρατάει μέσα στὴν καρδιά του τὴ χολὴ τοῦ μίσους. Καὶ ὁ ἄλλος τέλος ὑπερηφανεύεται γιὰ μάταια πράγματα…

«Ἐκεῖ ἐσταύρωσαν αὐτόν». Ποῦ; Μέσα στὸ ἐμπορικὸ κατάστημα, ποὺ ὁ ἔμπορος μὲ τὰ ψεύδη του ἀπατᾷ τοὺς ἀφελεῖς. Στὸ δικαστή ριο, ὅπου δικαστὴς καὶ ψευδομάρτυρες καὶ δικηγόροι καταδικάζουν τὸν ἀθῷο. Στὸ σχολεῖο, ὅπου ἕνας ἄθεος δάσκαλος καὶ καθηγη τὴς ξεῤῥιζώνει μέσα ἀπὸ τὶς καρδιὲς τῶν παιδιῶν τὴν ἀγάπη πρὸς τὸν Ἐσταυρωμένο. Μέσα στὸ σπίτι, ὅπου ὁ πατέρας καὶ ἡ μάνα μπρο στὰ στὰ παιδιά τους αἰσχρολογοῦν καὶ αἰσχρο­πράττουν… Τὸ παράπονο τοῦ Ἰησοῦ δὲν εἶνε ὅτι τὸν σταύρωσαν τότε οἱ Ἑ βραῖ οι· τὸ παράπονό του εἶνε ὅτι ἡ σταύρωσί του ἐξ ακολουθεῖ. Χριστιανοί, τὸ καταλάβαμε; μικροὶ καὶ μεγάλοι, ἐμεῖς εἴμεθα οἱ νέοι σταυρωταί του.

Ὦ Χριστέ, συντετριμμένοι ἐμπρὸς στὸ σταυ ρό σου, πέφτουμε καὶ παρακαλοῦμε· δῶσε μας κατάνυξι, δῶσε μας μετάνοια, δῶσε μας συγχώρησι γιὰ τὶς ἀναρίθμητες φορὲς ποὺ σὲ σταυρώσαμε. «Μνήσθητι ἡμῶν, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου» (Λουκ. 23,42)· ἀμήν.

† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος

(ἱ. ναὸς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος Μοσχάτου – Ἀθηνῶν 7-4-1961 πρωί)

http://www.augoustinos-kantiotis.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου