Σελίδες

Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2011

Γέρων Γελάσιος



Στίς Φώκιες της Μικρασίας πρωτοείδε τον ήλιο ό γέρων Γελάσιος. Γεννήθηκε το 1902, καί μέχρι τον φρικτό διωγμό του 1922 γαλουχήθηκε με τα νάματα καί τίς παραδόσεις της μικρασιατικής ευσέβειας.

Μικρός πήγαινε στα εξωκλήσια των νησιών πού ήταν μπροστά στο λιμάνι, κι όταν γύριζε ρωτούσε τη μητέρα του:

— Μάνα, ποια είναι ή γυναίκα πού κρατάει το παιδί στην αγκαλιά της μέσα στην εκκλησία;

— Ή κυρά Παναγιά, απαντούσε εκείνη γλυκά, με τον αφέντη τον Χριστό.

Από μικρός ό γέροντας έβλεπε χειροπιαστή στη ζωή του την προστασία της Παναγίας καί την καθοδήγηση της. Σέ ηλικία 15 χρονών κατατάσσεται εθελοντής στον συμμαχικό στρατό, φλεγόμενος από ζήλο για τη Μεγάλη Ελλάδα. Τότε σ' ένα ναυάγιο στη Μεσόγειο σώθηκε θαυματουργικά από την Παναγία καί τον "Άγιο Νικόλαο, αφού πάλεψε τρία μερόνυχτα στο ανοιχτό πέλαγος.

Στή Μυτιλήνη, όπου εγκαταστάθηκε μετά τη μικρασιατική καταστροφή, είχε παρηγοριά του την Παναγία της Αγιάσου. Τα τάματα πού της είχε κάνει σαν ψαράς καί ναυτικός, τα ξεπλήρωσε αργότερα σαν μοναχός, εκδηλώνοντας έτσι την ευχαριστία καί ευγνωμοσύνη του για τη βοήθεια της.

«Το 1928, διηγείται ό ίδιος, ταξίδευα με το καΐκι μας έξω από την Τήνο. Ό καιρός ήταν καλός καί το καΐκι έτρεχε με 8 μίλια.

- Βρε Αντώνη, είπα στον αδελφό μου, επιθυμώ να προσκυνήσουμε την Παναγία.

Εκείνος όμως αρνήθηκε:

— Τέτοιον καιρό δεν θα τον ξαναβρούμε. Εμείς το πρωί θα είμαστε στον Πειραιά.

Τί να έλεγα; Ό Αντώνης ήταν μεγαλύτερος. Έκανα λοιπόν βόλτες στο κατάστρωμα, μέχρι πού πλησιάσαμε 300-400 μέτρα στο λιμάνι. Τότε ξαφνικά κόπηκε ό αέρας. Ή θάλασσα έγινε λάδι γύρω άπ' το καΐκι. Κρέμασαν τα πανιά. Τί παράξενο όμως! Ή μπουνάτσα έγινε μόνο νια μας. Πιο πέρα ό αέρας βούιζε. Ήταν, φαίνεται, επέμβαση της Παναγίας, για να ικανοποιήσει την επιθυμία μου.

- "Άντε, να γίνει το χούι σου, είπε ό Αντώνης.

Ήταν Πάσχα. Βγήκαμε καί προσκυνήσαμε. Εκεί άκουσα νια πρώτη φορά το «Ό άγγελος έβόα».

Αργότερα ή Παναγία κάλεσε με θαυμαστό τρόπο τον π. Γελάσιο από το καΐκι του στο περιβόλι της.

«Μια νύχτα στον ύπνο μου, διηγείται ό γέροντας, μου φάνηκε πώς ήταν πολύς λαός συγκεντρωμένος νια να υποδεχθεί τη βασίλισσα. Από μακριά φάνηκαν «τ' άλόγατα» πού τρέχανε σέρνοντας πίσω χρυσή άμαξα. Πάνω της καθόταν ή βασίλισσα με πλήθος δορυφό¬ρων καί αξιωματικών. Ξαφνικά κάποιος με άρπαξε καί με ανέβασε στην άμαξα, στο πίσω μέρος. Σέ λίγο φθάσαμε σ' ένα κάστρο με πύργους καί λαμπρό παλάτι. Εκεί ή βασίλισσα κατέβηκε. Δεν πρόλαβα όμως να τη δω καθαρά. Πρόσεξα μόνο το ένα μέρος του προσώπου της, καθώς ανέβαινε τίς σκάλες του παλατιού.

Ξύπνησα! Βγήκα έξω καί πήγα στο καφενείο, όπου ήταν καί άλλοι ναυτικοί. Βρισκόμουν στο Πασαλιμάνι με το καΐκι μου φορτωμένο. Ό νους μου όμως είχε γεμίσει από την ομορφιά της Βασίλισσας. Αργότερα συνάντησα κάποιον άγιαννανίτη μοναχό. Του διηγήθηκα τ' όνειρο μου κι εκείνος μου εξήγησε πώς με καλεί ή Παναγία στο "Ανιόν Όρος να γίνω πιστός της ακόλουθος.

Ή καρδιά μου νια λίγο διχάστηκε. Νίκησε όμως ή αγάπη της βασίλισσας. Την ίδια μέρα εγκατέλειψα κι εγώ, σαν τους Αποστόλους, πλοίο φορτωμένο, αδελφό, γονείς, καί ξεκίνησα για τον "Αθωνα. Το τέρμα του ταξιδιού μου ήταν ή μονή Γρηγορίου. Μπήκα στο κα¬θολικό να προσκυνήσω. Την ώρα εκείνη ψαλλόταν ή θεία λειτουργία. Στή θεομητορική εικόνα του τέμπλου αναγνώρισα τη βασίλισσα του ονείρου μου! Έσπευσα να την ασπασθώ, οπότε ό διακο-θεόδωρος, πού στεκόταν εκεί, μου είπε:

- Χάθηκαν οι εικόνες της Παναγίας, παιδί μου, καί ήρθες στο τέμπλο να προσκυνήσεις;

Άλλα, βέβαια, που να ήξερε τη δική μου καρδιά...».


http://agioritikovima.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου