Σελίδες

Δευτέρα 30 Απριλίου 2012

Αηδόνι, «Χρόνια Πολλά ευλογημένα!Να ζήσεις να υμνείς το Θεό με τη φωνή σου.




 
 Σήμερα γιορτάζουν τα αηδόνια,αδέρφια και φίλοι!

 Ποιός δεν ξέρει το μοναχικό καληκέλαδο αηδόνι που σκορπίζει-δοξολογία στον Δημιουργό,όπως έλεγε ο γέρων Πορφύριος-το γλυκύτατο τραγούδι του μονάχα όταν όλα σιωπούν;

 Κι όμως.Στα άγρια-δυσπρόσιτα βουνά της Ηπείρου υπάρχει ένα χωριό,το ξακουσμένο Σούλι,γεμάτο -σωστή φωλιά-από... αηδόνια.Κι αυτά τα αηδόνια σήμερα,30 Απριλίου,ημέρα της μνήμης του Αγίου Δονάτου,γιορτάζουν.

 Δίπλα στο Σούλι ,δυτικά,πάνω σε μια φυσικά οχυρή θέση,έναν απόκρημνο βράχο,υπάρχει ένας έρημος πλέον οικισμός-φρούριο ,ο Άγιος Δονάτος.Και στην κορυφή του λόφου το ΄ξωκκλήσι του Αγίου,που τ΄ όνομά του τιμούν οι Σουλιώτες :Άγιος Δονάτος, Αι Δονάτος,Αι Δόνης, εξ΄ου και οι φέροντες το όνομα του τοπικού Αγίου, Αηδόνια,όπως αυτοαποκαλούνται,εκτός σπανίων εξαιρέσεων που έγιναν...Αντώνηδες.

 Στη χάρη του Αγίου προσφεύγοντες οι Σουλιώτες ,όπως σήμερα θυμούνται οι νέοι,όταν κάποιο παιδί αρρώσταινε,το πήγαιναν και το άφηναν(συνήθως μαζί με άλλα άρρωστα παιδιά)στο εκκλησάκι του για τρία μερόνυχτα και το έπαιρναν πάντα θεραπευμένο!
 Άγιος Δονάτος,ο Άγιος επίσκοπος της Παραμυθιάς
|Ο Άγιος Δονάτος είναι ο Πολιούχος της Πόλης της Παραμυθιάς. Έζησε την εποχή της βασιλείας του Αυτοκράτορα Θεοδοσίου του Μεγάλου και υπήρξε επίσκοπος της πόλης Ευροίας που ήταν μια από τις 12 πόλεις της Ηπείρου και ήταν χτισμένη στην θέση όπου σήμερα βρίσκεται το χωριό Χόικα. Γεννήθηκε γύρω στο 310 και απεβίωσε το 387. Τις πρώτες 3 τετραετίες της ζωής του τις έζησε στο Βουθρωτό της Ηπείρου, όπου και δίδασκε.


Λίγα χρόνια αργότερα, χειροτονείται Επίσκοπος Ευροίας. Δένεται με τον κόσμο και σύντομα γίνεται πολύ αγαπητός, καθώς ανέπτυξε πολυσχιδή δραστηριότητα υπέρ του ποιμνίου του. Παροιμιώδης παρέμεινε η μέριμνά του για τούς πτωχούς και αδυνάτους της επαρχίας του. Για όλες αυτές τις αρετές ο Θεός του έδωσε το χάρισμα να θαυματουργεί. Έκτισε με βασιλικά χρήματα ναό, τον οποίο και διακόσμησε μεγαλόπρεπα. Οι κινήσεις του και τα έργα του ήταν πάντα προς το καλό των κατοίκων της περιοχής, οι οποίοι τον εμπιστεύονταν. Ο Άγιος Δονάτος εκτός από την Ευροία, δραστηριοποιείται στην πόλη Ισορεία, η οποία βρισκόταν στην θέση της σημερινής Γλυκύας στις πήγες του Αχέροντα, και στην πόλη Ομφάλιον, για την οποία η μυθολογία αναφέρει πως βρισκόταν στο σημείο όπου ήταν η πύλη του Άδη.

 Το σημείο όπου από την Αχερουσία λίμνη, οι ψυχές των νεκρών ανθρώπων μεταφερόταν από τον Χάροντα στο Νεκρομαντείο. Στα αξιοθαύμαστα, ύστερα από δικές του παρακλήσεις στον θεό, είναι η διακοπή μιας παρατεταμένης ξηρασίας που απειλούσε με μεγάλη καταστροφή. Γύρω στο 360 η κόρη του του Θεοδοσίου είχε αρρωστήσει βαριά από σεληνιασμό και ο Άγιος Δονάτος την θεράπευσε απλά με την παρουσία του και με τις επικλήσεις του στον Θεό. Σε μια πηγή στον ποταμό Αχέροντα στην Γλυκή, όπου η ιστορία μας λέει πως ήταν καταραμένη και το νερό δεν πινόταν, ο Άγιος Δονάτος, σκότωσε ένα τερατώδες φίδι, και εξόρκισε το κακό με αποτέλεσμα η πηγή να ξαναβγάλει καθαρό νερό.

 Ο Άγιος Δονάτος ανάστησε κάποιο νεκρό, για να πιστοποιήσει την αποπληρωμή ενός δανείου σε έναν τοκογλύφο, που προσπάθησε να εξαπατήσει την γυναίκα του μετά τον θάνατο του. Σήμερα, η χάρη του εορτάζεται στις 30 Απριλίου και στην Παραμυθιά, στην οποία η μέρα αυτή είναι αργία, γίνεται λιτανεία της εικόνας του καθώς και ορισμένων οστών που σώζονται στον ομώνυμο Ιερό Ναό στο κέντρο της πόλης.
 Σ’όλα τα Αηδόνια Χρόνια Πολλά Ευλογημένα!...

Ν.Π

Σ΄ΕΥΧΑΡΙΣΤΟΥΜΕ ΑΠΟ ΚΑΡΔΙΑΣ  Ν.Π

"Άλλο το κόμπλεξ, άλλο η ταπείνωση, άλλο η μελαγχολία"


"Άλλο το κόμπλεξ, άλλο η ταπείνωση, άλλο η μελαγχολία"

Μου έλεγε ο Γέροντας Πορφύριος μια μέρα: «Ο χριστιανός πρέπει να αποφεύγει την αρρωστημένη θρησκευτικότητα: τόσο το αίσθημα ανωτερότητος για την αρετή του, όσο και το αίσθημα κατωτερότητος για την αμαρτωλότητά του.

Άλλο πράγμα είναι το κόμπλεξ και άλλο η ταπείνωση∙ άλλο η μελαγχολία και άλλο η μετάνοια... Με επισκέφθηκε κάποτε ένας κοσμικός ψυχίατρος και μου κατηγόρησε τον Χριστιανισμό, διότι, όπως είπε, δημιουργεί ενοχές και μελαγχολία. Του απάντησα: Παραδέχομαι ,ότι μερικοί χριστιανοί ,από σφάλματα δικά τους ή άλλων, παγιδεύονται στην αρρώστια των ενοχών, αλλά κι εσύ πρέπει να παραδεχθείς, ότι οι κοσμικοί παγιδεύονται σε μια χειρότερη αρρώστια, την υπερηφάνεια.

Και οι μεν θρησκευτικές ενοχές, κοντά στον Χριστό, φεύγουν με την μετάνοια και την εξομολόγηση, η υπερηφάνεια όμως των κοσμικών, που ζουν μακριά από τον Χριστό, δεν φεύγει. Με τις τοποθετήσεις αυτές του Γέροντα, ξεκαθάριζαν μέσα μου μερικές απορίες που είχα, αναφορικά με ψυχολογικά προβλήματα της χριστιανικής ζωής. Αντιλαμβανόμουν ότι ο Γέροντας ήθελε να αποφεύγουμε την υπερηφάνεια, την μεταμφιεσμένη σε αυτοδικαίωση «χριστιανικού» φαρισαϊσμού ή σε αυτοκαταδίκη «χριστιανικής» περιδεούς συνειδήσεως.

Έβλεπα, ότι η θρασύτητα των αισθανομένων ως «καθαρών» και η δειλία των αισθανομένων ως «ενόχων» δε διαφέρουν ουσιαστικά, ότι είναι δύο όψεις του αυτού νομίσματος ,της υπερηφάνειας. Διότι ο αληθινά πιστός χριστιανός ελευθερώνεται από την ενοχή με την εξομολόγηση και την άφεση και χαίρει στην ελευθερία αυτή που του χάρισε ο Χριστός ∙ γνωρίζοντας δε ότι αυτό είναι δώρο Θεού ευγνωμονεί και δεν περιφρονεί. Είναι καθαρός δια του αίματος του Χριστού και όχι από δικό του κατόρθωμα. Έτσι, χαίρει και ευχαριστεί και δεν υπερηφανεύεται και επί πλέον βλέπει και όλους τους άλλους δυνάμει καλούς δια του αίματος του Χριστού.

Ο Γέροντας μας δείχνει το δρόμο, που παράκαμπτε το κακό (αμαρτία) και το χειρότερο (υπερηφάνεια αρετής) και οδηγούσε στο καλύτερο, στην ταπείνωση. Γι’ αυτό προσπαθούσε να προστατεύσει τη γνησιότητα της ταπείνωσης από τους κινδύνους νόθευσής της. Μου έλεγε: «Να είμαστε ταπεινοί, αλλά να μην ταπεινολογούμε. Η ταπεινολογία είναι παγίδα του διαβόλου, που φέρνει την απελπισία και την αδράνεια, ενώ η αληθινή ταπείνωση φέρνει την ελπίδα και την εργασία των εντολών του Χριστού».

 Ο Γέροντας ,με τη διδασκαλία του και περισσότερο με τα βιώματά του, εποίμανε τα πρόβατά του και τα οδηγούσε σε λειμώνες αγάπης και ταπείνωσης. Ζούσε ο ίδιος την ταπείνωση, πιστεύοντας ότι, εκείνος είναι το τίποτε, γιατί ο Θεός είναι , όπως έλεγε, το παν, κι ότι, ό,τι εμείς βλέπαμε πως είχε, δεν ήταν δικό του, αλλά δώρο του Θεού.

 Απόσπασμα από το Βιβλίο “Ανθολόγιο Συμβουλών” του Γέροντος Πορφυρίου Ιερομονάχου 

 http://stratisandriotis.blogspot.com

ΛΑΟΘΑΛΑΣΣΑ ΚΑΙ ΦΕΤΟΣ ΣΤΗ ΓΙΟΡΤΗ ΤΟΥ ΤΑΞΙΑΡΧΗ ΣΤΟ ΜΑΝΤΑΜΑΔΟ!!!!

ΛΑΟΘΑΛΑΣΣΑ ΚΑΙ ΦΕΤΟΣ ΣΤΟ ΜΟΝΑΣΤΗΡΙ ΤΟΥ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΣΤΟ ΜΑΝΤΑΜΑΔΟ....ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΠΕΡΙΜΕΝΑΝ ΓΙΑ ΠΟΛΛΕΣ ΩΡΕΣ ΣΤΗΝ ΟΥΡΑ ΓΙΑ ΝΑ ΠΡΟΣΚΥΝΗΣΟΥΝ ΣΤΗΝ ΠΟΛΥΘΑΥΜΑΣΤΗ ΕΙΚΟΝΑ ΤΟΥ ΤΑΞΙΑΡΧΗ......
ΠΟΛΛΕΣ ΕΚΑΤΟΝΤΑΔΕΣ ΜΕ ΤΑ ΠΟΔΙΑ ΑΠΟ ΤΗ ΜΥΤΙΛΗΝΗ 45 ΧΙΛΙΟΜΕΤΡΑ ΚΑΙ ΤΑ ΧΩΡΙΑ ΤΗΣ ΛΕΣΒΟΥ ΑΛΛΑ ΚΑΙ ΑΠΟ ΑΛΛΑ ΜΕΡΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ  ΠΗΓΑΝ ΕΚΠΛΗΡΩΝΟΝΤΑΣ ΤΟ ΤΑΜΑ ΣΤΟΝ ΤΑΞΙΑΡΧΗ.....
Η ΧΑΡΙΣ ΤΟΥ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ ΜΙΧΑΗΛ ΝΑ ΜΑΣ ΣΚΕΠΑΖΕΙ ΚΑΙ ΝΑ ΜΑΣ ΚΑΘΟΔΗΓΕΙ ΣΤΑ ΔΥΣΚΟΛΑ ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΥ ΠΕΡΝΑΜΕ!!!











Καλημέρα αδελφοί και φίλοι!



Καλημέρα αδελφοί και φίλοι!

Πίστη και ελπίδα και ο Θεός βοηθός μας.


Κυριακή 29 Απριλίου 2012

Γέροντα, πως θα αποκτήσω αρχοντιά; Γέροντας Παίσιος




Γέροντα, πως θα αποκτήσω αρχοντιά;

- Να κινήσαι ταπεινά με καθαρό φιλότιμο και πάντα να θυσιάζεσαι.

 Να καλλιεργήσεις την πνευματική ευαισθησία.

Να δέχεσαι ήρεμα την ενόχληση του άλλου και να χαίρεσαι που ενοχλείσαι και δεν ενοχλείς.

 Γιατί είναι που δεν τους απασχολεί αν ενοχλούν∙ τους απασχολεί μόνο να μην τους ενοχλούν.

Άλλοι δεν θέλουν ούτε αυτοί να ενοχλούν, αλλά ούτε και να τους ενοχλούν.

 Άλλοι πάλι λένε: «Είμαι ευαίσθητος, δεν μπορώ ούτε μια κουβέντα να σηκώσω», αυτοί όμως στους άλλους λένε κουβέντες.

 Τι ευαισθησία είναι αυτή; Η λαμπικαρισμένη ευαισθησία έχει αρχοντιά.

 - Αν κάποιος, Γέροντα, έχει ελαττώματα, αλλά αγωνίζεται να αποκτήσει την αρχοντιά, θα βοηθηθεί;

- Η αρχοντιά θα διώξει τα ελαττώματα.

Σάββατο 28 Απριλίου 2012



Στο κοιμητήριο της Ι.Μ Πέτρου Βόντα αναπαύεται η μοναχή Χερουβείμiα-κατά κόσμον Σβετλάνα Μιχαέλα Τανάσα.

Η αδελφή Χερουβειμία σπούδασε αρχαία ελληνικά και λατινικά στα πανεπιστήμιο Ιασίου Ρουμανιάς και έλαβε μια υποτροφία από το ίδρυμα Σόρος,για ένα μάστερ στο CEU(Central European University) της Βουδαπέστης.Η εργασία που της ανέθεσαν ήταν να ερευνήσει ένα χειρόγραφο της Ερμηνείας στη Γένεση του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου και εκεί απέδειξε ότι το κειμενο που είχαν τυπώσει οι Ιησουίτες και έπειτα εισήγαγε ο J.P.Migne στην Ελληνική Πατρολογία είχε πολλές παρεμβάσεις και αλλοιώσεις σε σχέση με το ερευνόμενο χρυσοστομικό κείμενο...

 Το συμπέρασμα της ήταν ότι μια κριτική έκδοση της Ερμηνείας της Γένεσης θα αποδείκνυε τις αυθαίρετες προσθήκες των Ιησουιτών. Οι καθηγητές εκτίμησαν τη δουλειά της και της πρότειναν να κάνει και διδακτορικό. Η διδακτορική της διατριβή θα είχε ως κεντρικό άξονα την ερμηνεία της Γενεσeως.Επρεπε να αποδείξει ότι οι Αγιοι Πατέρες στην ερμηνεία της Γένεσεως στηρήχθηκαν στον Ωριγένη.Η Σβετλάνα άρχισε να μελετά χωρίς να έχει καταλαβεί αρχικά τι σκοπό είχαν.Όσο όμως διάβαζε τους Αγιους Πατέρες καταλάβαινε τι βλασφημία της ζητούσαν να αποδείξει.Μου είχε αφήσει η ίδια και τα έχω εδώ ,την ερμηνεία του Αγίου Αυγουστίνου (στα λατινικά),του Ωριγένη(στα ελληνικά) του Θεοδωρήτου(στα ελληνικά),του Αγίου Εφραιμ του Σύρου(στα Αγγλικά),ακόμα και ένα σχόλιο του Φίλωνος του Αλεξανδρινού (στα ελληνικά).έργα τα οποία είχε διαβάσει στο πρωτότυπο στη Βουδαπεστη .


’Οσο διαβαζε τόσο καταλάβαινε ότι οι Αγιοι Πατερες όχι μόνο δεν ακολουθησαν τις θέσεις του Ωριγένη, αλλά ένας από τους λόγους που τα έγραψαν ήταν για να καταπολεμήσουν τις αιρετικές θέσεις του Ωριγένη. Κάποια στιγμή παιρνοντας πληροφορίες για τους καθηγητές της έμαθε ότι οι πιο πολλοί από αυτούς ήταν Έβραιοι,ενώ σιγά-σιγά διαπιστωσε το πόσο περιφρονούσαν την Ορθοδοξία ‘Όταν ανακοίνωσε το πόρισμα της έρευνας της είπαν:’’Οχι,διάβασέ το άλλη μία φορά,δεν είναι έτσι,ξανασκέψου το.

Εμείς σε πληρώνουμε για να αποδείξεις κάτι και εσύ πρέπει να το κάνεις’Ακολούθησαν πολλές αντεγκλήσεις και επιχειρηματολογίες. Μετά από κάποιο διάστημα γύρισε στην πατρίδα της τη Ρουμανία για να πάρει κάποια πράγματα.Επειδή δεν αισθανόνταν καλά επισκέφθηκε έναν γιατρό για εξετάσεις.Εκει διαπίστωσε ότι είχε καρκίνο του δέρματος με γρήγορη εξάπλωση,στην αριστερη ωμοπλάτη.Την είχαν ακτινοβολήσει.(σημ. π.Γεωρ.. Είχαν τοποθετήσει δηλαδή έναν μηχανισμό που εκπέμπει δέσμη ακτινοβολίας σε κάποιο μερος που σύχναζε και περνουσε πολλές ώρες.π.χ το γραφείο της και η ακτινοβολία έπεφτε πάνω της,στην προκειμένη περίπτωση στην αριστερή ομωπλάτη.Μ΄αυτόν τον τρόπο και οι κομμουνιστες του Τσαουσέσκου είχαν «φάει» πολλούς.


Είναι χαρακτηριστικο ότι ο Τσαουσέσκου είχε πάντα μαζί του ανιχνευτη ακτινοβολίας). Ο γιατρός της είπε ότι έχει λίγους μήνες ζωής.Γύρισε στη Βουδαπέστη να πάρει τα πράγματα της.της.΄΄Μη φεύγεις έχουμε λύσεις για την αρρώστια σου.Ακου μας και θα γλυτώσεις΄΄.Πήρε όσα πράγματα μπορούσε(τα πιο πολλά βιβλία της εμειναν εκεί)και γύρισε στη χώρα της στον πατέρα Ιουστίνο Πίρβου(σημ.π.Γεωρ.ηγουμενος της μονής Πετρου Βόντα και μέγας ομολογητή της πίστεώς μας)και του τα διηγήθηκε όλα.Αυτός της είπε να μείνει στο μοναστήρι.Αυτό έγινε τον Αυγουστο του 1997.

 Περασε ενάμιση χρόνο γεμάτο πόνους.Γρήγορα έκανε μετασταση.’Έλιωνε μέρα με τη μέρα.Δέχτηκε να ρασοφορεθεί και λίγο πριν πεθάνει έγινε μοναχή.Δεν ήθελε να πάρει μορφίνη,θέλοντας με τον πόνο να σβήσει τις αμαρτίες της. Τα ουρλιαχτά πόνου προαγγέλουν ακόμη και σήμερα σε όσους την άκουσαν τα βάσανα της κολάσεως.Ο Θεός εισάκουσε την τελευταία της επιθυμία να μην πεθάνει πριν την πανηγυρη της μονής(Σύναξις των Αγίων Αρχαγγέλων).Μετά την αγρυπνία την νύχτα της 7ης προς 8η Νοεμβρίου 1998 στις 03.00 η Αγία μάρτυς Χερουβειμία εκοιμηθη,έτοιμη να ομολογήσει μπρος στον Τριαδικό Θεό των αγώνα των Ορθοδόξων ενάντια στον άρχοντα του αιώνα τουτου.


 Η αδελφή Χερουβειμία μας διηγούνταν ότι είχαν φύγει από το CEU για τον ίδιο λόγο,καρκίνο του δέρματος,ενας φοιτητής από τη Βουλγαρία,ένας από τη Γεωργία και ένας από της Η.Π.Α.Λυπαμαι που δε μπορώ να πώ τα ονόματά τους, ίσως κάποιος κάποτε τα μάθει.Η ορθοδοξία είναι ζωντανή και καρποφορεί εν αληθεία.,ενώ ο σπόρος της πίστεως είναι το αίμα των μαρτύρων.

 Κείμενο του Μοναχού Φιλοθέου

http://agioritikovima.gr/

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ:΄΄Ο ΘΕΟΣ ΦΡΟΝΤΙΖΕΙ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΙΣ ΠΙΟ ΜΙΚΡΕΣ ΛΕΠΤΟΜΕΡΕΙΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΑΣ΄΄...



-Να παρακαλάς το Θεό να συγχωρήσει τις αμαρτίες σου.

Κι ο Θεός, επειδή θα τον παρακαλάς πονεμένος και ταπεινωμένος, θα σου συγχωρήσει τις αμαρτίες σου και θα σε κάνει καλά και στο σώμα. -

Όταν προσεύχεσαι,να ξεχνάς την σωματική σου αρρώστια, να την αποδέχεσαι σαν κανόνα, σαν επιτίμιο, για την άφεση των αμαρτιών σου. Για τα παραπέρα µην ανησυχείς, άφησέ τα στο Θεό κι ο Θεός ξέρει τη δουλειά Του. -

Οι ασθένειες µας βγάζουν σε καλό, όταν τις υπομένουμε αγόγγυστα, παρακαλώντας το Θεό να µας συγχωρήσει τις αμαρτίες και δοξάζοντας το όνομά Του. -

Να γεμίσεις την ψυχή σου με Χριστό, με θείο έρωτα, µε χαρά. Η χαρά του Χριστού θα σε γιατρέψει.-

Ο Θεός φροντίζει ακόμη και για τις πιο μικρές λεπτομέρειες της ζωής µας. Δεν αδιαφορεί για µας, δεν είμαστε µόνοι στον κόσµο. Ο Θεός µας αγαπάει πολύ, µας έχει στο νου Του κάθε στιγμή και µας προστατεύει.

Πρέπει να το καταλάβουμε αυτό και να µή φοβούμαστε τίποτε.

 ΠΗΓΗ:βιβλίο του Κων. Γιαννιτσιώτη: ΄΄Κοντά στο γέροντα Πορφύριο΄΄


http://agioritikovima.gr/

ο Μητροπολίτης της Τριπόλεως του Λιβάνου Εφραίμ μιλά για τον Αγ. Κασσιανό



Η Γιορτή του Αγίου Κασσιανό την Τετάρτη 29 Φλεβάρη 2012.

 Αγαπημένοι, σε αυτό το ευλογημένο βράδυ γιορτάζουμε την επέτειο ενός μεγάλου δίκαιου άγιου, του Αγίου Κασσιανού , και έτσι θα πρέπει να αναφέρω κάτι σχετικά με αυτό το άγιο που είναι τελείως άγνωστος στην χώρα μας, ακόμα κι αν είναι και θεωρείται ένας από τους μεγάλους αγίους που χάραξαν μια νέα παράδοση της Εκκλησίας, ακολουθώντας την παράδοση της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.

 Για το λόγο αυτό, θεωρείται μια σημαντική πηγή, που μελετήθηκε με τους ασκητικούς πατέρες του τετάρτου αιώνα, ο οποίος προηγήθηκε , ιδίως εκείνων που ακολούθησαν την παράδοση του Αγίου Μακαρίου του Μέγα, ο οποίος έζησε στην Αίγυπτο. Ξεκίνησε μοναχικη ζωή στην Παλαιστίνη, στη Βηθλεέμ, όπου άρχισε να πηγαίνει μεταξύ Παλαιστίνης και της Αιγύπτου, μετά την παράδοση των αρχαίων πατέρων της ερήμου. Μετά από αυτό, γνωρίζουμε ότι, λόγω των ιστορικών συγκυριών πήγε στην Κωνσταντινούπολη, και από την Κωνσταντινούπολη, και λόγω των ιστορικών συνθηκών, πήγε στη Ρώμη.

 Στην Κωνσταντινούπολη, έγινε ο μαθητής του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, από τον οποίο έλαβε την ορθόδοξη παράδοση της Αντιόχειας. Μετά τη δίωξη του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, πήγε στη Ρώμη για να συμμετάσχει στην υπεράσπισή του, αφού όπως γνωρίζετε ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος διώχθηκε και εξορίστηκε ξανά και ξανά. Είχε την ευκαιρία να περάσει πολλά χρόνια στη Ρώμη και να μεταδώσει αυτή την παράδοση, τη παράδοση της ανατολικής ασκητικής των πατέρες μας, καθώς και απο την Εκκλησία της Αντιοχείας μας και ότι από τους Καππαδόκες πατέρες.

Από τη Ρώμη, πήγε στη Γαλλία, η οποία την εποχή εκείνη ονομαζόταν Γαλατία, και εγκαταστάθηκε εκεί με την πόλη της Μασσαλίας και καθιέρωσε ένα μεγάλο μοναστήρι για μοναχές και ήταν ο πρώτος που θα μεταδώσει την ανατολική παράδοση μοναστική ζωής προς τα δυτικά. Ο Αγιος Κασσιανός έγραψε έργα στα οποία εξέφρασε την αρχή του παραδοσιακού μοναχισμού. Ανάμεσα στις διάσημες ρήσεις του είναι ότι μοναχός είναι εκείνος ο οποίος, όπως γνωρίζετε, προσπαθεί να εφαρμόσει το Ευαγγέλιο στο σύνολό του. Είπε ότι ο μοναχός πρέπει πρώτα απ 'όλα τον εαυτό του να κρατά μακρυα τις απολαύσεις αυτού του κόσμου. Δηλαδή, θα πρέπει να ξεκινήσει σε αυτό το πνεύμα, το πνεύμα της αποχής.

Μετά την αποχή από τους πειρασμούς αυτού του κόσμου, ο ίδιος να ζησει σε ένα μοναστήρι ή σε σκήτη, προκειμένου να αγωνιστεί εκεί με προσευχή, για την καταπολέμηση των προσωπικών παθών του. Δηλαδή, υπάρχει ένα στάδιο της αποστασιοποίησης από τον κόσμο και ενα βαθύτερο στάδιο που αποστασιοποιείται από την προσωπική ιδιοτέλεια, από πάθη και επιθυμίες. Στη συνέχεια, μπορεί κανείς να καταπολεμήσει αυτά τα κακά πνεύματα, μπορεί κανείς να ελέγξει τα πάθη του, μπορεί κανείς να προσεγγίσει αυτό που ονομάζεται απάθεια.

 Είθε η Χάρις του Θεού είναι ενεργή μέσα σας και να γίνετε άγιοι, δοξάζοντας τον Θεό στη ζωή σας. Αυτή είναι μια γρήγορη ματιά στον Άγιο Κασσιανό ο οποίος έγραψε πολλά έργα. Ελπίζουμε να δημοσιευτούν τα έργα αυτά στην αραβική γλώσσα μας. Μεταξύ των πιο διάσημων έργων του, ειναι αυτο το οποίο καθορίζει τους κανόνες για τους μοναχούς να ζουν σε κοινοβια.

 Σε αυτη την ευλογημένη γιορτή, η οποία είναι επίσης ημέρα του όνοματος του ηγουμένου της Μονής, Αρχιμανδρίτης Κασσιανού , προσευχόμαστε για την μεσολάβηση του μεγάλου αυτού αγίου, ωστε να ευλογηθεί αυτό το μοναστήρι και οι μοναχοί του, έτσι ώστε να μπορεί να συνεχίσει και να αναπτυχθεί και να γίνει και να παραμείνει ένας φάρος σε αυτό το περιβάλλον και σε αυτή τη χώρα. Προσευχόμαστε για τη συνέχιση και την ανάπτυξη του μοναχισμού, διότι,, αν οι Χριστιανοί στον κόσμο σήμερα, ή αν στον κόσμο γενικά δεν έχουμε αυτό το ασκητικό πνεύμα, αυτη τη κένωση του εγώ και την παραίτηση από όλες τις απολαύσεις αυτού του κόσμου, ο κόσμος δεν μπορεί να συνεχισει να υπαρχει εν Χριστω και να αναπτυχθεί η αλήθεια, και μεσα απο την ανθρωποτητα δεν θα μπορεσουν να αναδειχθουν νεοι Αγιοι.

 Ζητάμε από το Θεό να μας δώσει αυτή τη δύναμη, έτσι ώστε να μπορέσουμε να συνεχίσουμε σε αυτήν την αποστολή, προς δόξα του άγιο όνομά Του. Αμήν.

Met. Ephrem's Easter Sermon, 2012 , given at the Church of St. George, Zahriyeh.



 Christ is risen from the dead, trampling down death by death and upon those in the tombs bestowing life. Beloved, on this great day that returns to us every year, in the hope that it will return to us every day and every moment, what must we do and what must we be, we Christians who bear the name of the risen Christ, in order for this resurrection, the resurrection of Christ within us, to remain continually?

Is it merely a celebration at a given time, once a year? Is it an external celebration that we once again enjoy with tasty foods and drinks? This is blessed by God, but we must read the Gospel, ponder it, and imitate it-- imitate Christ first of all and second His disciples. We are also disciples of Christ, since we have been baptized in His name and have clothed ourselves in Him. The Gospel that you heard at matins-- the service of the procession-- talks about those women who came very early-- as you also have come very early-- to anoint Jesus.

On their way, they wondered, "who will move the stone for us?" because it was very large. This stone is applicable to our hearts. Who can move this stone? What stone? It is the stone of this laziness, this weakness in faith-- the faith of Christians today-- and the stone of these hardships, the stone of this widespread evil. Who will move this stone for us? Who will take this fear out of our heart, this anxiety? This is the great question that they were asking each other, just as we ask ourselves very often today.

 They came and saw that the stone had been miraculously moved aside! How was this stone moved aside? The angel of the Lord came down from heaven-- power from heaven and not from humans came to remove this stone from us. Thinking and intellect are not enough. Faith in God perfects all things and even more. What was in the heart of these women? Who is the one who gave them this courage, while the disciples had fled scared? The myrrh-bearing women came very early because their heart was filled with the love of God that we lack. It was filled with their faith and their longing, which compelled God's power to come down and remove this stone.

 And so what next? The angel got up and said to them, "Go and tell the good news to the disciples." This is why, beloved, one who has this love, one who still has this longing for the Lord and not for this passing world or for worldly politics, one who has this divine love, this kind of longing in the heart, is able today-- just like the women-- to go and spread the good news of the Resurrection, to give hope to this despairing world and to say to all, "Christ is risen! Indeed He is risen!"


http://araborthodoxy.blogspot.com/

Πέμπτη 26 Απριλίου 2012

Γέροντας Φιλόθεος Ζερβάκος, «Σήμερα βλέπω πολλούς εγγράμματους θεολόγους αλλά ένα Θεολόγο Γρηγόριο δεν βλέπω»




 Είπε ο Γέροντας Φιλόθεος (Ζερβάκος): «Σήμερα βλέπω πολλούς εγγράμματους, θεολόγους και επιστήμονες, αλλά ένα Μέγα Βασίλειο, ένα Θεολόγο Γρηγόριο, ένα θείο Χρυσόστομο, ένα Μέγα Αθανάσιο δεν βλέπω.

Εκείνοι οι αοίδιμοι και πανσέβαστοι πατέρες δεν δοξάστηκαν τόσο για την πολυμάθειά τους, όσο για τις αρετές τους. Μήπως σήμερα αποκλείεται το δικαίωμα να γίνει κανείς μεγάλος και θαυμαστός και ενάρετος; Ή μήπως ο Θεός δεν δίνει και σήμερα τη χάρη του όπως στους παλαιούς χρόνους; Όχι. Ιησούς Χριστός χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας. Δίνει τη χάρη του στους κοπιώντες και αγωνιζομένους».

 Ο Γέροντας Φιλόθεος μελετώντας τους βίους των αγίων αισθανόταν ανέκφραστη πνευματική γλυκύτητα και αγαλλίαση... Κάποτε μάλιστα αισθάνθηκε σαν να εισήλθε ακτίνα θείου φωτός στη διάνοια και την καρδιά του και για πολλές ημέρες αρπαζόταν ο νους του στα ουράνια κι έβλεπε νοερώς τη λαμπρότητα των αγίων και τα κάλλη του Παραδείσου.

Και το μεν σώμα του βρισκόταν στη γη, το δε πνεύμα του στους ουρανούς κι αισθανόταν άρρητη ευφροσύνη και αγαλλίαση.

 Από το βιβλίο του Πρεσβ. Διονυσίου Τάτση, ΝΕΟΝ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ, Ήτοι θαυμαστά γεγονότα και αποφθέγματα συγχρόνων Γερόντων, σελ. 128 και 145.



ΓΕΡΩΝ ΠΑΝΑΡΕΤΟΣ ΦΙΛΟΘΕΪΤΗΣ – ΔΙΗΓΗΣΙΣ ΠΕΡΙ ΚΑΤΑΚΡΙΣΕΩΣ




Ὁ μακαρίτης πνευματικὸς ἀπὸ τὴ σκήτη τῶν Καυσοκαλυβίων, παπα-Νικόδημος, μοῦ διηγήθηκε τὴν ἀκόλουθη ἱστορία, παρμένη ἀπὸ πατερικὰ Ἁγιορείτικα χειρόγραφα.

 Ἕνας πιστὸς χριστιανός, πήγαινε ἐπὶ δεκαπέντε χρόνια στὸν πνευματικό του καὶ ἐξομολογοῦνταν τὶς ἀνθρώπινες ἀδυναμίες του. Μιὰ μέρα ὅμως, ὅπως συνήθιζε, πῆγε στὸν πνευματικό του νὰ ἐξομολογηθεῖ καὶ ἀνοίγοντας τὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ του βρῆκε τὸν πνευματικὸ νὰ πορνεύει μὲ μία γυναῖκα. Ἀμέσως βγῆκε ἔξω καὶ φεύγοντας εἶπε στὸν ἑαυτό του: «ἄχ, τί ἔπαθα ἀλοίμονο σὲ μένα, ἐγὼ ἔχω τόσα χρόνια ποὺ ἐξομολογοῦμαι σ᾿ αὐτόν, καὶ τώρα τί θὰ κάνω; Θὰ κολασθῶ; διότι ὅσα ἁμαρτήματα καὶ ἂν μοῦ συγχώρησε, ἐφόσον εἶναι τόσον ἁμαρτωλὸς ἄνθρωπος, εἶναι, τί εἶναι; εἶναι ὅλα ἀσυγχώρητα», ἔλεγε καὶ χτυπιόταν ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὸ κακὸ ποὺ τὸν βρῆκε καὶ δὲν ἤξερε τί πρέπει νὰ κάνει. Στὸ δρόμο ποὺ ἔφευγε, δίψασε. Προχώρησε λίγο καὶ μπροστά του βρέθηκε ἕνα μικρὸ ῥεματάκι, στὸ ὁποῖο ἔτρεχε γάργαρο καὶ πεντακάθαρο νερό.

Ἔσκυψε καὶ ἤπιε. Ἤπιε τόσο ποὺ χόρτασε καὶ δὲν τοῦ ῾κανε καρδιὰ νὰ φύγει, ἀλλὰ ἤθελε νὰ πιεῖ καὶ ἄλλο ἀπὸ κεῖνο τὸ νεράκι. Σὲ μία στιγμὴ σκέφτηκε μὲ τὸ λογισμό του καὶ εἶπε: «ἂν ἐδῶ χαμηλὰ στὸ ῥέμα εἶναι τόσο καλό, τότε ὅσο πιὸ κοντὰ στὴν πηγή του, ἀπὸ ῾κεῖ ποὺ βγαίνει, τόσο καλύτερο θὰ εἶναι» καὶ μὲ τὴ σκέψη αὐτὴ ξεκίνησε νὰ βρεῖ τὴ πηγὴ τοῦ νεροῦ. Ὅταν ἔφτασε ὅμως ἐκεῖ, τί νὰ δεῖ;! βλέπει, τί βλέπει;! βλέπει τὸ νερὸ νὰ βγαίνει ἀπὸ ἕνα ψόφιο καὶ βρώμικο κουφάρι σκύλου, μέσα ἀπὸ τὸ στόμα τοῦ σκυλιοῦ νὰ βγαίνει τὸ νερό!

 Τότε βαθιὰ ἀναστέναξε καὶ εἶπε: «Ἀλλοίμονο σὲ μένα τὸν ἄθλιο, μαγαρίστηκα ὁ ταλαίπωρος καὶ ἤπια ἀπὸ τὸ μολυσμένο αὐτὸ νερό, φαίνεται ὅτι εἶμαι πολὺ ἁμαρτωλὸς καὶ ἀκάθαρτος γιὰ νὰ μοῦ συμβοῦν αὐτὰ τὰ πράγματα». Στὴν μεγάλη αὐτὴ στενοχώρια ποὺ βρισκόταν, τοῦ παρουσιάστηκε ἄγγελος Κυρίου καὶ τοῦ εἶπε: «Γιατί ἄνθρωπέ μου στενοχωριέσαι καὶ λυπῆσαι γιὰ τὰ πράγματα ποῦ σοῦ συμβαίνουν; Ὅταν ἤπιες τὸ νερὸ ἀπὸ τὸ ρεματάκι δὲν εὐχαριστήθηκες ποὺ βρῆκες πολὺ καθαρὸ καὶ δὲν τὸ χόρταινες νὰ πίνεις καὶ τώρα, ποὺ εἶδες τοῦτο ὅτι βγαίνει ἀπὸ τὸ ἀκάθαρτο στόμα τοῦ σκυλιοῦ, λὲς ὅτι μολύνθηκες; Ἂν ἀγαπητέ μου, ὁ σκύλος εἶναι ψόφιος καὶ ἀκάθαρτος, μὴ λυπῆσαι γι᾿ αὐτὸ ἐσύ, διότι τὸ νερὸ ποὺ ἤπιες ἐσὺ κι ὁ κόσμος ὅλος ποὺ πίνει, μπορεῖ νὰ βγαίνει ἀπὸ τὸ ἀκάθαρτο στόμα τοῦ σκύλου, ἀλλὰ τὸ νερὸ ποὺ βγαίνει δὲν εἶναι δικό του, εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, εἶναι τοῦ Θεοῦ τὸ νερό.

 Ἔτσι καὶ ὁ πνευματικός σου ποὺ σὲ ἐξομολογοῦσε, ἡ συγχώρηση ποὺ σοῦ ἔδινε δὲν ἦταν δική του, ἀλλὰ ἡ συγχώρηση εἶναι δωρεὰ τοῦ Θεοῦ. Ἐκεῖνος τὴν δίνει, τὸ Πανάγιο Πνεῦμα τὴν χορηγεῖ σ᾿ αὐτὸν ποὺ καθαρὰ καὶ εἰλικρινὰ ἐξομολογεῖται τὶς ἁμαρτίες του καὶ τὶς ἀδυναμίες του. Μὲ τὴ διαφορὰ ὅτι, οἱ δωρεὲς καὶ τὰ χαρίσματα τοῦ Θεοῦ στοὺς ἀνθρώπους δίδονται μέσῳ τῆς ἱεροσύνης ἀπὸ τοὺς κανονικὰ χειροτονημένους καὶ ἔχοντας τὴν ἄδεια τῆς ἐξομολογήσεως καὶ τῆς ἀφέσεως τῶν ἁμαρτιῶν, ὅπως εἶπε ὁ Ἴδιος ὁ Δεσπότης Χριστὸς στοὺς ἁγίους Ἀποστόλους καὶ μαθητάς Του: «Λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον. Ἄν τινων ἀφίεντε τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν, ἀφίενται αὐτοῖς. Ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται».

 Ἔτσι λοιπὸν οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι ἔδωκαν τὴν ἐξουσίαν αὐτὴν στοὺς ἐπισκόπους καὶ διαδόχους αὐτῶν καὶ ἐκεῖνοι στοὺς κανονικὰ χειροτονηθέντας ἱερεῖς καὶ πνευματικούς. Ἐκ τοῦ λόγου τούτου καὶ διότι τελοῦν τὰ ἅγια Μυστήρια τοῦ Θεοῦ οἱ ἱερεῖς εἶναι ἀνώτεροι κατὰ τὸ ἀξίωμα καὶ ἀπὸ αὐτὸν τὸν βασιλέα καὶ ἀνώτατον ἄρχοντα τοῦ λαοῦ. Ἀνώτεροι εἶναι οἱ ἱερεῖς ἀπὸ ὅλους, διότι ὁτιδήποτε κι ἂν εἶναι οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ στὸν κόσμο, τὰ κοσμικὰ ἀξιώματα, ἀπὸ τὸν ἱερέα καὶ τὸν πνευματικὸ θὰ λάβει τὴ συγχώρηση τῶν ἁμαρτιῶν του, διότι δὲν ὑπάρχει ἄλλος δρόμος· αὐτὴ εἶναι ἡ Ἱερὰ Παράδοσις τῆς Ἁγίας Ἐκκλησίας μας». Καὶ τώρα, λέγει ὁ ἄγγελος: «Πήγαινε νὰ βάλεις μετάνοια καὶ νὰ ζητήσεις συγχώρηση ἀπὸ τὸν πνευματικό σου ποὺ τὸν εἶδες νὰ ἁμαρτάνει καὶ παρακάλεσέ τον νὰ σὲ συγχωρήσει γιὰ τὴν κατάκριση ποὺ σὲ βάρος του ἔκαμες.

Ὅσο δὲ γιὰ τὴν ἁμαρτία ποὺ ἐκεῖνος ἔκανε, ὁ Θεὸς θὰ τὸν ἐξετάσει καὶ αὐτὸς μόνο θὰ τὸν κρίνει, διότι ἐσὺ εἶδες αὐτὸν νὰ κάνει τὴν ἁμαρτία, δὲν μπορεῖς ὅμως νὰ γνωρίζεις ἂν αὐτὸς μετανόησε, ἢ τὸν τρόπο τῆς μετανοίας του. Ἔτσι ἐσὺ δὲν ἔχεις, ἐσὺ μὲν ἔχεις τὴν ἁμαρτία τῆς κατακρίσεως, ἐκεῖνος δέ, ἂν μετανοήσει θὰ τρυγήσει τοὺς καρποὺς τῆς μετανοίας καὶ τῆς διορθώσεώς του. Δὲν μποροῦμε λοιπὸν νὰ κρίνουμε κανέναν ἄνθρωπο». Ὅταν ὁ ἄγγελος λοιπὸν τὰ εἶπε αὐτά, στὸν πιστὸ ἐκεῖνο χριστιανό, ἔγινε ἄφαντος. Ὁ δὲ χριστιανὸς σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ ἀγγέλου, γύρισε πίσω· πῆγε στὸν πνευματικό του, στὸν ὁποῖο διηγήθηκε ὅλα ὅσα εἶδε καὶ ἄκουσε ἀπὸ τὸν ἄγγελο Κυρίου καὶ ἔβαλε μετάνοια καὶ ὅταν εἶπε τὰ διατρέξαντα στὸν πνευματικό, ὅπως τοῦ εἶπε ὁ ἄγγελος, ὁ πνευματικὸς μὲ δάκρυα στὰ ματιὰ μετανόησε, ἔκλαψε πικρὰ καὶ ζήτησε συγχώρηση ἀπὸ τὸν Πολυέλεο, Πολυεύσπλαχνο καὶ Πανάγαθο Θεὸ καὶ διόρθωσε τὰ κακῶς διαπραττόμενα πρὸς δόξα Θεοῦ καὶ ψυχῆς σωτηρία αὐτοῦ.

 Ὅταν μοῦ διηγήθηκε αὐτὰ ὁ πνευματικός μου, παπα-Νικόδημος, συνέχισε τὸν λόγο του καὶ μὲ ἀγάπη μου εἶπε: «γι᾿ αὐτὸ ἀδελφέ μου, Χαράλαμπε, (αὐτὸ ἔλαβε χώρα τὸ 1934, ποὺ δὲν ἤμουνα ἀκόμη μοναχός, καὶ μ᾿ ἔλεγε μὲ τὸ κατὰ κόσμον ὄνομά μου), δὲν ἔχουμε δικαίωμα ἐμεῖς οἱ ἄνθρωποι νὰ ἐξετάζουμε τὴ ζωὴ τῶν ἄλλων ἀνθρώπων. Ὅπως λέει καὶ ὁ Ἀπόστολος Παῦλος: «Σὺ τίς εἶ ὁ κρίνων, ἀλλότριον ἱκέτην;» (πρὸς Ρωμαίους ἀναφέρεται αὐτό). Πολὺ δὲ περισσότερο νὰ κρίνουμε τοὺς κληρικούς, τοὺς ἱερωμένους, τοὺς πνευματικούς, καὶ γενικὰ τοὺς ῥασοφόρους, τοὺς ὁποίους σκληρότατα δοκιμάζει ὁ Θεὸς καὶ μὲ μεγάλη πονηρία καὶ μαεστρία πολεμεῖ ὁ διάβολος, ὅπως λέει ὁ ἴδιος ὁ Θεός, μὴ κρίνετε ἵνα μὴ κριθῆτε, καὶ ἐν ᾧ κρίματι κρίνετε κριθήσετε, καὶ ἐν ᾧ μέτρω μετρεῖτε μετρηθήσετε ὑμῖν!

Ἐμεῖς ὀφείλομε νὰ συγχωροῦμε τὰ σφάλματα τῶν ἄλλων καὶ νὰ μετανοοῦμε, νὰ κρίνουμε καὶ νὰ τιμωροῦμε τὸν ἑαυτό μας καὶ μόνον. Ἂν θέλουμε νὰ σωθοῦμε νὰ συγχωροῦμε τοὺς ἄλλους καὶ σύμφωνα μὲ τὴν ἐντολὴ τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου, ποὺ λέει: ἐὰν ἀφήνετε τοῖς ἀνθρώποις τὰ παραπτώματα αὐτῶν, ἀφήσει καὶ ὑμῖν ὁ Θεὸς τὰ παραπτώματα ὑμῶν, κατὰ τὸ ἄφετε καὶ ἀφεθήσεται ὑμῖν. Ναί, ἀδελφοί μου, ἡ κατάκρισις εἶναι μεγάλη ἁμαρτία καὶ δὲν πρέπει ποτὲ νὰ ἀσχολούμεθα μὲ τὰ ἐλαττώματα καὶ μὲ τὶς παραβάσεις τῶν ἄλλων ἀνθρώπων! Δὲν ἔχουμε καμιὰ δουλειὰ ἐμεῖς. Ὁ καθένας ὅ,τι κάνει τὸ κάνει γιὰ τὸν ἑαυτό του. Ἐμεῖς ὀφείλομε μόνο ὅ,τι βλέπουμε, ὅ,τι ἀκοῦμε νὰ συγχωροῦμε καὶ νὰ ἀγαποῦμε καὶ νὰ προσπαθοῦμε νὰ τοὺς βοηθοῦμε ὅσο εἶναι δυνατόν, ἀπὸ τὴ δική μας τὴν πλευρά.


ΠΗΓΗ

Τετάρτη 25 Απριλίου 2012

The Saints by Metropolitan George (Khodr) of Mount Lebanon



The Saints

by Metropolitan George (Khodr) of Mount Lebanon



If I may quote an old statement by Pascal, in order to clarify it, I will distinguish that humans belong to three categories: the people of the world, the intellectual people [intelligentsia], and the people of love.
I understand that the people of the world savour their worldliness, this world's attractive belongings, and delicious goodies are tempting, and its pride is enjoyable. This world is their focal attraction and charm, but in the end, it becomes a mere distraction. This world reshapes a material face and substitutes the humane identity with mere belongings—through imbalance between what one really is and what he possesses—and forgetting, that the days may turn around, and we may loose what we possessed. Then we will simply disappear, after the disappearance of the joys we owned. The loss of belongings may seem to us an 'extinction', since our 'inward' soul was formed and shaped through the material 'outward'.
Money, in its abundance, is the rampart of power—in which case, if it led to arrogance—will consequently, lead to the destruction of others. Destruction begins through physical and ideological cancellation. The people of the world do not need 'others' to acknowledge their existence. Their own existence is the sole consequence of their own power, in a way that—the loss of their money—will trigger their own destruction. This fear [of loosing power] explains their greediness, their tyranny, and their suicide in some cases, for he who knows that his existence springs from a different fountain [other than his power] will never kill himself.

On the other hand, the intellectual people are no better, than those who proudly boast with their money, are. They felt [intellectual people] that the knowledge is an extensive existence—because they have put the world in their brain! Then, on a second stage, they possessed the world. They became the world. The pleasure of the book and art, through all its varieties, makes them feel they are constantly invading the unknown and realising themselves: This is why they believed they could change the world. Especially poets, dream about this change [of the world]. Who reads the poems? The educated—and the duties of the educated are a meaningless task—in my opinion. The intellectual people have the same nature of the people of the world. Yes, the intellectual people may have keenness, enthusiasm and openness — and all this may look like a footstep for a possible vision — but the vision, if not descended from above, will become a passion.

The people of love are the highest, unchallenged, beyond any measure. They have [the people of love] not only separated themselves from the world—but also despise much of what this world has to offer—without boasting against others. The people of love yield away education, for they have attained that which is inexplicable. But this does not mean that some of those loving people are not the most educated in their surrounding, and that they may be rich and intellectual—but the money, power and education is not their depth—because they have attained another depth: an irreproachable depth.

These are three ranks, the highest of which you will never reach through your own means. You can never ascend from money and power to erudition. The power, will never become knowledge, and the power-of-intellect will never become sanctity.

He, who yearns for the purity of heart, does not recall his family's genealogy —all this is dead for him—he doesn't pay any importance to his belonging to a noble house, even if he truly was. These 'houses' are all clay for him. He does not see his existence in those who became his relatives, and does not boast by those who he befriends. He doesn't even count himself a part of his family — because he did not emerge from this reality — in his eyes he is but nothing.

He, who felt himself weak, will need help. But he, who did not see himself existing, will not need any support. I am not setting up individuality against the lineage [in the tribal context], because individualism preaches that the individual is the whole and cancels the community. But he, who loves, does not see himself a separate member: he sees himself solely existing in his beloved. He only sets forth him who he loves. He comes. He is always in a state of 'coming'. And if he receives love back, he feels the grace: he, who grace descends upon, is never an 'owner'. The blessings transparently pass through him. The Grace returns back to its Donor, and the inspirer remains bare-naked. He fears his nakedness on Judgement Day. He does not understand how his God will reward him—since he never been anything: God only receives the poor.

But him, who will stand in front of his Creator with his hands-full, what shall he receive? And him, who stood in the Divine presence and felt his great intellect, what shall he understand up there? Maybe, poverty is our last resort up to Him.

This pretty, who will beautify her in front of the Creator? Who will bestow upon her the garment of splendour if she attained the doorstep, aware of her beauty? If all our righteousness were like the "filthy rags" as Isaiah said [Isa 64:6], what would then our beauty look like—except ugliness— in God's eyes?
Knowing that the Baal—the god of power—has died after the manifestation of the God of Righteousness, and that Ashtarout—the goddess of beauty—died among the Bedouins of Merriam. Every power had vanished and every sensation was evaporated: all idols fell down.

I knew that the goddess Artmiss was transformed to a wooden-stick when confronted by Apollon, and I thought that this goddess remained with a perpetual beauty. Until I learned at last, through a tableau by Tiepolo, that this same goddess of beauty did itself extinct, and that we are the victims of illusions. Illusions of our world, of pleasures, of what we've read, and of what we've inspired from the culture of today and also perhaps, of what we have inspired from all the cultures—until we may be freed—by putting-on the nakedness of Christ.

I don't think, if you were rich and illiterate, that you need to be educated in order to escape the foolishness of this world. Education is a power but is not a salvation. I fear upon you, from the power of education, and from your boasting against the simple [poor in spirit]. I do not despise the books, and I want both the ignorant and educated to study it, because the books may be used as a tool for service. Also, I do not despise the money, because you can transform it to a mean for consolation. The power itself may be handed to the saints and may become their way of benevolence. My call to you, is to realise that money and power are mere nothing if measured against the humble and righteous knowledge; my plea to you is to realise that all the heritage of this world is mere nothing in comparison with the residing love in the hearts.

I am not calling the beautiful to shave her hair and to extract her teeth to become ugly, as did a beautiful French girl when she felt that the great writer Leon Bloy started been attracted to her! As well, I am not calling the inhabitants of the palaces to desert their homes. For repentance is not from the beauty, but from the admiration of beauty, and repentance is not from the possession of money, but from the worship of money. And the fruits that consequently follow this repentance, are chastity, respect, benevolence, and meekness of charity.

I said that the sanctity is a grace. This is faith. Those who were sanctified told us, that it is a decision, a great effort following a life-long awareness and perseverance.

What is striking in our days, is that what was before the persistence: People no more believe in the Word of God; they do not believe that He is just in what He forbade us to do, and in what He called us to. They say, without being ashamed, that what the believers call a sin—is not really a sin! The 'feeble' believer—if such can be called—more and less, adores his sin. In the past he [the believer] use to fall in sin, and damn the devil for his slept… Today he commits a sin and boasts with it! He, no longer asks forgiveness — and if he had a bit of timidity not to justify his disobedience — he will then try to explain it by, what he calls, a 'need in the flesh', or his poor financial situation, or the riches of the table—in general, he speaks of an irresistible seduction. Sin died to become a psychological incident. This should explain this epidemic indifference towards sexual immorality, bribery, and fraud. The great fall is not in the sins—these [sins] always existed and will remain—but the greater plunge is in the denial of the concept of sin. What really threaten sanctity in our days, is not corruption, but the mixing [confusion] between good and evil—between black and white.

I am certain that, what attracts me the most in Christianity is not the theology, but the sanctity. All the books of theology, which were written by the great theologians, were only written because these theologians believed that the orthodoxy of faith is an unsubstantial part of the purity of heart. Similarly, the entire heritage of worship has the sole target of supporting our journey to righteousness. I know that all the Christian effort throughout the generations, through pondering, praying, counselling, and organising—had no other reason than to deify us. The 'obsession' of Christianity is to prove to its members and to the world that God can inhabit—despite all the difficulties—a human heart and transform him to shine with splendour. All the 'charisma' of Christianity, which cannot be expressed by words or tunes, is its ability to transform some faces to Icons. The miracle is that Christianity was able—among a number of people, which I don't know its percentage—was able to extinguish the passions in the character. Was able to restore the sweetness of living, the meekness, the transparency, the self-sacrificing for the others. Was able to initiate the total abolishment of the 'I', the abolishment of the tribal loyalty, and the abolishment of the worldly glory of the rite.

He Who came, and can come everyday and in every part of the world, can prove to you all the glories of your world to be meaningless, can reveal that all the books and arts of the world are dim if compared to the joy of the pure ones.

I do not deny anything of the beauty of this universe, and am strongly attracted to the magnificence of the knowledge. But those who are baptised by tears and who love Jesus the Nazarene in His nakedness, and who have attained His crucifixion through their sincerity and daily meekness. In my eyes they are greater than the light of the sun is, than the tenderness of flowers, than all the sensuality of the mind, and greater than the greatest poems are.

Those whom God, himself carved them by His finger, and planted them in this world of our misery witnesses to Him—are my proof to Him.
Because of them, I have closed all the books.

Published January 09, 1999 in the © An-Nahar, Lebanese news paper (http://www.annahar.com.lb/htd/pdfed2.html)—Translated from Arabic.

Source: http://www.orthodoxresearchinstitute.org/resources/saints/george_saints.htm


http://saintslives.blogspot.com

Ένας αφανής άγιος ιερέας......



Γράμματα πολλά δεν έμαθε, με δυσκολίες τελείωσε το σχολαρχείο της εποχής εκείνης, βαδίζοντας καθημερινώς δύο και πλέον ώρες -για την πλησιέστερη κωμόπολη, ο Ευθύμιος. "Από μικρός αγαπούσε την Εκκλησία βοηθώντας σαν παπαδάκι τον ευλαβή πάππου του στην ψαλτική. Έτσι έμαθε την τάξη της Εκκλησίας και συγχρόνως να ψάλλει. Κι όταν έφυγε για την άλλη ζωή ο παππούς, έμεινε μοναδικός ψάλτης της Εκκλησίας ό Ευθύμιος.

Έτσι τον συνάντησε σε μία περιοδεία του ό Επίσκοπος της περιοχής. "Πρίμος τπλεον ό Ευθύμιος, καλός οικογενειάρχης με τρία παιδιά έως τότε, και επειδή ό ιερεύς του χωρίου λόγω γήρατος και ασθένειας άπεχώρησε, οι χωρικοί ζητούν ιερέα από τον Επίσκοπο. Καί -ποιόν προτείνετε για παπά εσείς: Ρωτά ό Δεσπότης και όλοι σχεδόν με ένα στόμα λέγουν: «τον ψάλτη μας». Έτσι με τις πιέσεις των χωρικών και την εμμονή του Έπισκόπου και παρά τις διαμαρτυρίες του Ευθυμίου, ότι θεωρεί τον εαυτό του ανάξιο και ακατάλληλο για ένα τόσο μεγάλο Ύπούργημα. χειροτονήθηκε Ιερεύς του χωρίου προς χαράν όλου του χωρίου. Τώρα, πλέον εκτελούσε τα ιερατικά του καθήκοντα. Κάθε πρωϊ και βράδυ, με φόβο Θεού κτυπούσε την καμπάνα κάνοντας τον Όρθρο και τον Εσπερινό.

Πράος, καλοσυνάτος, αγαπητός προς όλους, άφιλοχρήματος άρκεϊτο στον μικρό μισθό του και στα λίγα έσοδα πού άπεκόμιζε, όταν καλλιεργούσε τα χωράφια του. Ως και για μεροκάματο πήγαινε,για να θρέψει την πολυμελή οικογένεια του,έξι παιδιά τώρα. Ό Επίσκοπος, εκτιμώντας την σύνεση του και την καλή του φήμη.τον έκανε και πνευματικό. Ένα πλήθος κόσμου από το χωριό και τα γύρω χωριά πήγαιναν για εξομολόγηση στον πατέρα Ευθύμιο. Και το κήρυγμα δεν παρέλειπε κάθε Κυριακή διαβάζοντας από κάποιο ορθόδοξο περιοδικό μια σύντομη ομιλία. Άλλα και τα παιδιά, για να τα συγκεντρώνει στο κατηχητικό, είχε ένα δικό του τρόπο, με τραγούδια και ψαλμωδίες, με καραμέλες και λουκούμια και είκονίτσες.

Να και ένα γεγονός, οπού φάνηκε το μεγαλείο της ψυχής του. Γείτονα στο χωράφι του είχε έναν πλεονέκτη και καταπατητή, τον κυρ Γιάννη, ό όποιος δεν δίστασε να μεταθέσει τον πρόχειρο φράχτη πού χώριζε τα σύνορα και να του πάρει μια λωρίδα από το χωράφι του, το ίδιο έκανε και τον δεύτερο χρόνο. Τι να κάνει τώρα, σκέφτηκε ό πατήρ Ευθύμιος. Αν του πεί κάτι, θα αρχίσει τις βλαστήμιες και τις βρισιές, δεν έπαιρνε από λόγια, όπως το έκανε και με άλλους γείτονες. Τα αφήνω στα χέρια του Θεού,είπε στην πρεσβυτέρα του και στον μεγάλο γιο του πού διαμαρτύρονταν. Και να, ένα πρωΐ λέγει στον μεγαλύτερο γιο του: Πάμε στο χωράφι μας να τακτοποιήσουμε το φράκτη στο σύνορο.

 Άφού έφτασαν στο χωράφι, λέγει στον γιο του: Πάρε τον συρμάτινο φράχτη και να τον μεταθέσείς ακόμη ένα περίπου μέτρο, αφήνοντας στον γείτονα μια λωρίδα από το χέρσο χωράφι του. "Εκπληκτος ό γιος του άρχισε να διαμαρτύρεται: Πατέρα, εσύ θα χαρίσεις. όπως πάς.όλο το χωράφι στον γείτονα. Κάνε όπως σου είπα, παιδί μου.έχω τον λόγο μου εγώ, μην στεναχωρείσαι. Καί επέστρεψαν πάλι στο σπίτι τους.

Την άλλη μέρα το πρωί να σου ό κυρ Γιάννης στο σπίτι του παπά. - Καλημέρα παπαδιά. Έτσι ανήσυχος και ταραγμένος ρωτά την πρεσβυτέρα: Πούναι ό παπα-Θύμιος; τον θέλω. - Καθίστε κυρ Γιάννη, να σας κάνω καφέ.ως να έρθει ό παπα-Θύμιος, πού τον ζήτησαν σε ένα σπίτι, δεν θ'αργήσει να επιστρέψει. Εν τω μεταξύ ή παπαδιά ετοίμασε και του πρόσφερε τον καφέ.

Αυτός πήρε μια ρουφηξιά, σαν να έκάθετο στα κάρβουνα. Νάσου και προβάλλει ό παπάς χαρούμενος και λέει: Δόξα τω Θεώ. ελευθερώθηκε ή κυρία Ελένη πού υπέφερε στον τοκετό, με τις ευχές της Εκκλησίας και μάλιστα απέκτησε αγοράκι. - Καλώς τον κυρ Γιάννη, καλημέρα. Η οικογένεια είναι καλά: Τα ζωντανά επίσης; Χωρίς άλλη απάντηση: Τί είναι αυτό πού μου έκανες παπα-Θύμιο; Ρωτά πικραμένος ό κυρ Γιάννης. - Τί αγαπητέ μου Γιάννη; Να το διορθώσουμε. Εγώ παπα-Θύμιο, δύο χρόνια τώρα σου κλέβω το χωράφι κι εσύ ούτε να διαμαρτυρηθείς, ούτε να φωνάξεις, αλλά μου αφήνεις μία λωρίδα. Πάμε τώρα γρήγορα να διορθώσω αυτή την αδικία, δεν την αντέχω. - Καλά κυρ Γιάννη μου. κάνε μόνος σου ό.τι νομίζεις σωστό. "Αλλωστε χώμα είναι ή γη. και όλα εδώ μένουν. Μόνον, αγαπητέ μου, μια χάρη σου ζητώ, να σε βλέπω πιο τακτικά κι εσένα και την οικογένεια σου στην Εκκλησία.

Ασπάστηκαν έτσι αδελφικά στο μέτωπο, δεν τον άφησε να ασπαστεί το χέρι του ό παπά-Ευθύμιος. Του είπε: Έχε την ευλογία του Θεού Καί τον κατευύδωσε ό καλός ιερέας. Καί όλα άλλαξαν από την ώρα εκείνη. Ό κυρ Γιάννης έβαλε μόνος του τον φράκτη στα παλαιά του σύνορα, άλλα και είναι τακτικός στην εκκλησία με την οικογένεια του. Καί διαλαλεί παντού, σε γνωστούς και άγνωστους: Στό χωριό μας έχουμε έναν άνθρωπο του Θεού, έναν "Αγιο, τον παπα-Θύμιο!

Δ.Γ.Α.


http://proskynitis.blogspot.com/

Τρίτη 24 Απριλίου 2012

Τα Φουντούκια....


Όταν ήμουν μικρός, διηγείτε ένας πιστός άνθρωπος, ήξερα ‘ότι του πατέρα μου του άρεσαν πολύ τα φουντούκια. Δεν τα έβρισκες εύκολα τότε κι έτσι μια μέρα, που βρήκα μερικά, ήμουν πολύ χαρούμενος. Η πρώτη μου σκέψη ήταν να ζητήσω από τη μητέρα μου να μου τα σπάσει να τα φάω, αλλά μετά υπερίσχυσε η αγάπη μου για τον πατέρα μου. Αποφάσισα να τα φυλάξω για εκείνον.

 Όταν το βραδάκι γύρισε από τη δουλειά, έτρεξα και του είπα:

Πατέρα, φύλαξα τα φουντούκια για σένα!>>. Τα πήρε με πολλή χαρά, αλλά μου φάνηκε παράξενο το ότι δεν έσπασε ούτε ένα για να φάει. Μετά από τριάντα χρόνια, και αφού είχε πια πεθάνει ο πατέρας μου, έμαθα τι έχει γίνει. Είχε τόσο πολύ συγκινηθεί από την αγάπη μου, που είχε κρατήσει τα φουντούκια εκείνα σ’ένα κουτί μέσα στο γραφείο του!.

Οι άλλοι εκτιμούν τις μικρές πράξεις αγάπης πολύ περισσότερο από ότι εμείς νομίζουμε. Συχνά αυτές οι μικρές πράξεις κάνουν τη μεγάλη διαφορά.
Μια μικρή παραχώρηση της θέσης στη σειρά στο ταμείο, μια μικρή υποχώρηση στην οδήγηση σε κάποιο άλλο αυτοκίνητο, που δείχνει να βιάζεται, μια καλημέρα, ένα χαμόγελο,ένα φιλικό νεύμα, ένα ελαφρό άγγιγμα στη πλάτη, όλα αυτά τα μικρά και ασήμαντα είναι που χρωματίζουν χαρούμενα τη μέρα μας.

Ας μη διστάζουμε να εκδηλώσουμε την αγάπη μας στον διπλανό μας, στο παιδί μας, στον ή στην σύζυγο,στον πατέρα και τη μητέρα μας. Ας μη διστάσουμε να εκδηλώσουμε την αγάπη που ο Χριστός βάζει στην καρδιά μας, στους συναδέλφους , στος γείτονες, στους συγγενείς μας.

Ας μην ξεχνάμε ότι Ο ΘΕΟΣ ΕΙΝΑΙ ΑΓΑΠΗ. Αγάπη που μας έδωσε ότι πολύτιμο είχε:ΤΟ ΓΙΟ ΤΟΥ! Κύριε μου, βάλε τη δική Σου αγάπη στην καρδιάμου και δίδαξέ με με το Πνεύμα Σου το Αγιο πώς να την εκδηλώνω στους γύρω μου, με μικρές, ασήμαντες πράξεις, που μπορεί όμως να είναι τόσα σημαντικές.

ΟΤΑΝ ΑΠΑΛΥΝΕΙΣ ΤΟΝ ΠΟΝΟ ΚΑΠΟΙΟΥ ΞΕΧΝΑΣ ΚΑΙ ΤΟΝ ΔΙΚΟ ΣΟΥ


ΠΗΓΗ

Ιστορία για τον φόβο του Θεού


Ήταν κάποτε ένας άνθρωπος που είχε την πολύ κακή συνήθεια να κλέβει. Άλλα μη σκεφτεί κάνεις πώς ήταν φτωχός. το αντίθετο συνέβαινε! Και τότε, θα μου πείτε, πώς έγινε κλέφτης; Ο άνθρωπος αυτός κατά τα άλλα ήταν καλός οικογενειάρχης και νοικοκύρης. Είχε μια καλή και πιστή γυναίκα και πολύ καλά παιδιά. Είχε επίσης αγελάδες, πρόβατα, άλογα, γουρούνια, μο¬σχάρια, πουλερικά, χωράφια, λιβάδια, αμπέλια... όλα τα καλά του Θεού, δηλαδή.

 Μέσα του όμως, εξαιτίας της κακής ανατροφής και των άσχημων βιωμάτων του, είχε αναπτυχθεί η μανία της κλοπής. Σε σημείο μάλιστα, να μη μπορεί να χορτάσει, αν δεν έτρωγε κάτι κλεμμένο. - Άνθρωπέ μου, του έλεγε συχνά η γυναίκα του, η στάμνα δεν πάει μόνη της στο νερό. Θα είναι λοιπόν μεγάλη ντροπή για όλη την οικογένεια μας - όχι μόνο για εσένα - εάν σε τσακώσουν οι συγχωριανοί μας να κλέβεις.

Άσε που όλοι Θα σε καταδικάσουν για τις κλοπές σου. Αφού ο άνθρωπος αυτός έχει στο σπίτι του όλα τα καλά του Θεού, γιατί κλέβει;. Έτσι Θα πουν όλοι. Ούτε ένας δεν θα σε δικαιολογήσει. - Γυναίκα, αφού το ξέρεις ότι δεν μπορώ να την κόψω αύτη τη συνήθεια. Τόσα χρόνια, και δεν με έμαθες πια; Δεν γίνεται να σταματήσω να κλέβω. Μια μέρα να περάσει χωρίς να πάρω κάτι από τον ένα ή από τον άλλον, αρρωσταίνω. Η καημένη η γυναίκα κουνούσε το κεφάλι της, μη ξέροντας πια τι άλλο να του πει. Κάποιο βράδυ του Ιουλίου, λοιπόν, με ξάστερο ουρανό και πανσέληνο, που ο άνθρωπος αυτός επέστρεφε στο σπίτι του, είδε σε ένα ξένο χωράφι κάτι δεμάτια με σιτάρι.

Οι άνθρωποι τα είχαν μαζέψει σε θημωνιές, ώστε να είναι έτοιμα για τη μεταφορά τους στο αλώνι. τι ήταν να τα δει; Αμέσως σκέφτηκε να πάει το βράδυ με την καρότσα του, για να τα πάρει. Μόλις έφτασε, λοιπόν, στο σπίτι του, ετοίμασε το κάρο με τα άλογα, έβαλε επάνω το σκοινί που Θα χρειαζόταν για να δέσει τα δεμάτια, φόρτωσε κι ένα χειρόβολο σανό μαζί με φρέσκο χορ¬ταράκι για τα άλογα και κατά τα μεσάνυχτα, την ώρα που κοιμούνται και τα πετεινά, όπως λένε οι χωρικοί, ετοιμάστηκε να φύγει.

Όταν όμως η κόρη του, που ήταν τότε τριών τεσσάρων ετών, τον είδε να ετοιμάζεται, του είπε με λαχτάρα: - Μπαμπά, να έρθω κι εγώ μαζί σου; - Έ, αφού το θέλεις, έλα! - Καλύτερα να μείνεις στο σπίτι, παιδί μου! της είπε η μητέρα της. Είναι πολύ αργά για βόλτες. - Σε παρακαλώ, μαννούλα! άρχισε να την εκλιπαρεί το παιδί. Άφησε με να πάω με τον μπαμπά. - Άφησε τη, βρε γυναίκα, να έρθει! είπε κι ο πατέρας. Το μικρό παιδί δεν έχανε ευκαιρία να πηγαίνει μαζί με τον μπαμπά στις διάφορες δουλειές. Της άρεσε να είναι πάνω στο κάρο και να ακούει το ποδοβολητό των άλογων που κάλπαζαν. Το γεγονός όμως ότι και αύτη τη φορά πήγε μαζί του, παρά τις αντιρρήσεις της μητέρας, ήταν σίγουρα έργο της πρόνοιας του Θεού, όπως θα δούμε παρακάτω.

 Μόλις λοιπόν έφτασαν στον προορισμό τους, ο πατέρας σταμά¬τησε στην άκρη του χωραφιού και γύρισε το κάρο προς τη μεριά από την οποία θα έφευγαν, ώστε να είναι έτοιμο για κάθε ενδεχόμενο... Έβγαλε κατόπιν τα χαλινάρια από τα άλογα, τούς έδωσε λίγο σανό να τρώνε και πήγε να αρπάξει τα δεμάτια με το ξένο σιτάρι. Το παιδί έμεινε στη θέση του και παρακολουθούσε τον πατέρα που απομακρυνόταν με αργές κινήσεις· το φεγγάρι έλουζε το το¬πίο κι έτσι μπορούσε να διακρίνει την κάθε λεπτομέρεια. Μαθημένος εκείνος στην τακτική του κλέφτη, άρχισε να κοιτάζει καλά-καλά γύρω του, δεξιά και αριστερά, εμπρός και πίσω, φοβόταν μήπως υπήρχε κανένας νυχτοφύλακας και τον έπιανε επ αυτοφόρω. Αν υπάρχει φύλακας, θα κοιμάται σε κάποια θημωνιά, σκεφτόταν.

Ας εξετάσω καλά-καλά το μέρος, για να είμαι σίγουρος ότι δεν θα συναντήσω δυσάρεστες εκπλήξεις. Το μικρό παιδί έβλεπε τον πατέρα του να κοιτάζει προς όλες τις κατευθύνσεις και με το άδολο μυαλό του απορούσε: Γιατί άραγε ο μπαμπάς μου το κάνει αυτό;. Αφού λοιπόν εκείνος σιγουρεύτηκε ότι δεν υπήρχε κανείς εκεί γύρω, πήρε μερικά δεμάτια, τα φόρτωσε γρήγορα-γρήγορα στο κάρο και γύρισε για να πάρει κι άλλα. Εκείνη τη στιγμή όμως η κορούλα του, που χωρίς να το ξέρει έγινε όργανο του Αγίου Πνεύματος, του φώναξε: - Πατερούλη, κάτι ξέχασες! - Τι ξέχασα, καλή μου; - Κοίταξες προς όλες τις μεριές, άλλα ξέχασες όμως να κοιτάξεις και προς τον ουρανό! - Πώς είπες; - Γιατί δεν κοίταξες και προς τον ουρανό, πατερούλη; (το κοριτσάκι δεν το είπε αυτό για να τον ελέγξει. Το είπε, διότι σκέφτηκε ότι έτσι θα έπρεπε να κάνει. Αφού δηλαδή κοίταξε προς όλες τις κατευθύνσεις - αριστερά, δεξιά, εμπρός και πίσω, Θα έπρεπε να κοιτάξει και προς τα επάνω, προς τον ουρανό). Τα λόγια του παιδιού τον ταρακούνησαν για τα καλά. - Πώς; Πώς είπες; - Μπαμπάκα μου, γιατί δεν κοίταξες πρώτα προς τα επάνω, προς τον Θεούλη; 


Ο άνθρωπος συγκλονίστηκε. Φόβος Θεού τον κατέλαβε! Πήρε τα δεμάτια από την καρότσα, τα πήγε πίσω στο χωράφι και ξαναέφτειαξε τη θημωνιά. Επέστρεψε στην καρότσα, γύρισε τα άλογα, τους έβαλε τα χαλινάρια στο στόμα και πήρε τον δρόμο της επιστροφής με άδεια τα χέρια. Όταν έφτασαν στο σπίτι, η γυναίκα του, που γνώριζε ότι ποτέ δεν επέστρεφε από αυτές τις αποστολές άπρακτος, παραξενεύ¬τηκε. Είτε έκλεβε κολοκύθια, είτε καλαμπόκι, είτε σιτάρι, είτε κάτι άλλο, ερχόταν πάντα φορτωμένος. - Έε, άνθρωπε μου, τι έπαθες; τι σου συνέβη; - Άσε με, γυναίκα, και δεν Θα ξανακλέψω ποτέ στη ζωή μου! - Τι έγινε; Σε τσάκωσαν να κλέβεις, ε; Καλά να πάθεις! του είπε, πιστεύοντας ότι τον είχαν δει την ώρα που έκλεβε το σιτάρι. Εγώ σου το έλεγα. Τέτοιος νοικοκύρης και να κλέβεις; Ντροπή! Τι θα λένε τώρα οι άνθρωποι για μας... Και για έμενα και για τα παιδιά. Βρε, τα παιδιά σου, που σε τίποτε δεν φταίνε, τι όνομα θα βγάλουν τώρα εξαιτίας σου; - Μη φωνάζεις, βρε γυναίκα, και κανείς δεν με είδε. - Δεν σε πιστεύω! Σε τσάκωσαν να κλέβεις, και δεν το παρα¬δέχεσαι. - Σταμάτα, χριστιανή μου, σου λέω... Ησύχασε. Κανένας δεν μ έπιασε. - Και τότε, γιατί γύρισες με άδειο το κάρο; - Ένα θα σου πω μονάχα. Ποτέ μου δεν θα ξανακλέψω! - Μα τι έπαθες; - Ο πατέρας δεν απάντησε. Σήκωσε το χέρι του και έδειξε με το δάχτυλο την κορούλα τους. - Τι σου έκανε το παιδί; - Εξαιτίας της δεν θα κλέψω πλέον στον αιώνα τον άπαντα. Το Άγιο Πνεύμα μου μίλησε με το στόμα της. - Δηλαδή τι σου είπε το παιδί; Μίλα, άνθρωπε μου, και θα με φάει η αγωνία...

 - Πήγαμε στο χωράφι με τα σπαρτά και, πριν πάω να πάρω τα χειρόβολα, κοιτούσα δεξιά κι αριστερά, εδώ κι εκεί, μήπως ήταν κανείς. Το παιδί καθόταν επάνω στο κάρο και με παρακολου¬θούσε. Κι όταν φόρτωσα τα πρώτα δεμάτια, μου είπε: Πατερούλη μου, κάτι ξέχασες· ξέχασες να κοιτάξεις και προς τα επάνω, προς τον ουρανό. Εκείνη τη στιγμή πάγωσα. Τότε κατάλαβα πόσο τρελός είμαι! Ο Θεός μου είπε με το στόμα του παιδιού ότι προς τα επάνω έπρεπε να κοιτάξω και όχι δεξιά και αριστερά. Ότι δηλαδή κι αν ακόμη δεν ήταν εκεί κανείς για να με δει, θα με έβλεπε Εκείνος, που το ακοίμητο μάτι Του βλέπει τα πάντα. Τα μάτια του Θεού, όπως λέει ο Σολομών, είναι εκατομμύρια φορές φωτεινότερα από τον Ήλιο και δεν υπάρχει τόπος, που να μη μπορεί να φτάσει και να ερευνήσει η παγγνωσία Του.

Ο Θεός έλεγξε τον άνθρωπο εκείνο, του ενέπνευσε τον φόβο του Θεού και τον έκανε να πει: «από τώρα και στο έξης δεν θα κλέψω πάλι στον αιώνα, όσο Θα ζω. Ναι, τώρα αμέσως θα πάω να εξομολογηθώ και να δεχθώ τον κανόνα για ο,τι έχω κάνει στη ζωή μου. Κι ακόμη, από τώρα και στο έξης πριν κάνω οτιδήποτε, θα πρέπει πρώτα να κοιτάζω προς τον ουρανό, γιατί από το ακοίμητο μάτι του Θεού κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει». Και πάλι σας λέω ότι η αρχή της σοφίας είναι ο φόβος του Κυρίου, όπως λέει και ο Ψαλμωδός. Αυτός ο φόβος είναι το θεμέλιο για όλα τα καλά έργα. Η σοφία έχει δύο κεφάλαια: το πρώτο είναι ο φόβος του Θεού και το άλλο, που είναι πολύ ανώτερο, είναι η αγάπη του Θεού.

Όλα τα καλά έργα αρχίζουν από τον φόβο του Θεού και φθάνουν να γίνονται για την αγάπη του Θεού, που είναι ένδειξη τελειότητας. Ο φόβος του Θεού δεν σε αφήνει να φας πολύ φαγητό, δεν σε αφήνει να καταλύσεις τις ήμερες της νηστείας, δεν σε αφήνει να κάνεις κάποια αμαρτία. Ο θείος φόβος σου επιβάλλει να έχεις εγκράτεια. Ο φόβος του Θεού δεν σε αφήνει να βρίσεις, δεν σε αφήνει να εκδικηθείς τον πλησίον σου, δεν σε αφήνει να περιφρονήσεις κάποιον φτωχό και να μη τον βοηθήσεις. Ο θείος φόβος σου υπεν¬θυμίζει την ώρα του θανάτου και της κρίσεως, της γεέννης και της κολάσεως, του παραδείσου και της Βασιλείας των Ουρανών και της δόξας των δικαίων.

Ο φόβος του Θεού δεν σε αφήνει να κακολογήσεις η να συκοφαντήσεις, δεν σε αφήνει να πεις ψέματα. Δεν σε αφήνει να υπερηφανευτείς και να προβάλεις τον εαυτό σου στους άλλους. Ο φόβος του Θεού δεν σε αφήνει να ζηλέψεις τον άλλον, να τον μισήσεις, να αποκτήσεις πείσμα, αντιζηλία ή εκδικητικό πνεύμα εναντίον του και να θελήσεις να τον καταστρέψεις. Δεν σε αφήνει να πεις αστεία εις βάρος του άλλου, να γελάσεις ή να τον ειρωνευτείς. Ο φόβος του Θεού δεν σε αφήνει να αγαπάς την προβολή, να έχεις την επιθυμία να αρέσεις στους άλλους ανθρώπους, να υπε¬ρηφανεύεσαι, να υποκρίνεσαι και να σκέφτεσαι πονηρά για τους άλλους. Δεν σε αφήνει ο θείος φόβος να αγαπάς εγωιστικά τον εαυτό σου, να ζεις με αναισθησία. Δεν σε αφήνει να αμαρτάνεις ούτε με τα μάτια ούτε με την ακοή ούτε με την όσφρηση ούτε με την γεύση ούτε με την αφή ούτε και με τη φαντασία.

Ο φόβος του Θεού σε φυλάει από τη λησμονιά, από την άγνοια, από την τεμπελιά και από κάθε σκοτεινό έργο. Ο φόβος του Θεού σε βοηθά να αγιάζεσαι στην ψυχή και το σώμα. Και αυτό δεν είναι έργο των μοναχών μόνο. Ο φόβος του Θεού εργάζεται και στους χριστιανούς που ζουν στον κόσμο και σ εκείνους που αφιερώθηκαν στον Θεό, στο μοναχικό βίο. Επίσης, ο θείος φόβος κάνει τον ιερέα μέσα στο Ιερό Βήμα να είναι όπως τα Σεραφείμ, να υπηρετεί με φόβο Θεού και να προσέχει να μην κάνει κάποιο λάθος κατά τη διάρκεια των Ιερών Μυστηρίων ή της Ιεράς Προσκομιδής και, κυρίως, να μην έχει κάποιο κακό λογισμό κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας.

 Όταν έχεις φόβο Θεού και βλέπεις κάποιον άνθρωπο στενοχωρημένο, τρέχεις να τον παρηγορήσεις και να τον βοηθήσεις. Ο θείος φόβος είναι πάντοτε ο καλύτερος σύμβουλος. Γι αυτό και όλοι οι άγιοι Πατέρες τιμούν και δοξάζουν τον φόβο του Θεού. Και να ξέρετε ότι ο σοφότερος άνθρωπος του κόσμου είναι εκείνος που φοβάται τον Θεό. Άκουσες τι λέει ο Ψαλμωδός; Μακάριος είναι ο άνθρωπος εκείνος που φοβάται τον Θεό και θέλει να τηρεί τις εντολές Του.


 Απόσπασμα από το βιβλίο: ΙΣΤΟΡΙΕΣ Γέροντος Κλεόπα τόμος Β΄ Σελίδες 77-85 Εκδόσεις Άθως ΠΑΙΔΙΚΑ

ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΠΑΪΣΙΟΣ: «ΠΩΣ ΝΑ ΠΛΗΣΙΑΣΕΙ ΚΑΝΕΙΣ ΤΟΥΣ ΝΕΟΥΣ ΠΟΥ ΕΧΟΥΝ ΠΑΡΑΣΤΡΑΤΗΣΕΙ...»



 - Πως μπορεί, Γέροντα, να πλησιάσει κανείς τους νέους που έχουν παραστρατήσει; -

Με την Αγάπη. Αν υπάρχη αληθινή, αρχοντική αγάπη, αμέσως οι νέοι το πληροφορούνται και αφοπλίζονται. Έρχονται στο Καλύβι παιδιά, από χίλιες καρυδιές καρύδια, με διάφορα προβλήματα. Τους καλωσορίζω, τους κερνώ, τους μιλώ και σε λίγο γινόμαστε φίλοι.

Ανοίγουν την καρδιά τους και δέχονται και την δική μου αγάπη. Μερικά, τα κακόμοιρα, είναι τόσο στερημένα! Διψούν για αγάπη. Φαίνεται αμέσως που δεν ένιωσαν αγάπη ούτε από μάνα ούτε από πατέρα δεν χορταίνουν. Έτσι άμα τα πονέσεις, άμα τα αγαπήσεις, ξεχνούν και τα προβλήματα και τα ναρκωτικά ακόμη, φεύγουν και οι αρρώστιες, αφήνουν και τις αταξίες και έρχονται ευλαβικοί προσκυνητές μετά στο Άγιον Όρος.

 Γιατί πληροφορούνται κατά κάποιον τρόπο την Αγάπη του Θεού. Και βλέπω έχουν μια αρχοντιά που σου ραγίζει την καρδιά. Να μη δέχωνται μια οικονομική βοήθεια, ενώ έχουν ανάγκη, αλλά να πιάνουν δουλειά, για να τα βγάλουν πέρα και να πάνε την νύχτα στο σχολείο. Αυτά τα παιδιά αξίζει να τα βοηθήσει κανείς.


Το ξέφρενο κυνηγητό των απολαύσεων αποτελεί το χαρακτηριστικό γνώρισμα των σημερινών ανθρώπων


«Όλοι», θυμόταν ο ιεράρχης, «σταυροκοπιούνται ευλαβικά, μόλις με βλέπουν. Πολλοί κλαίνε από χαρά. Ζητούν με απλότητα προσευχή και συμβουλή. Μου ανοίγουν τις καρδιές τους αδίσταχτα. Με ικετεύουν να δεχθώ τα δώρα τους -άλλος μια πετσέτα, άλλος χρήματα, άλλος μια μικρή εικόνα η κάποιο ιερό αντικείμενο… ΄Ολα αυτά μου προκαλούν βαθιά συγκίνηση, αλλά και ευλάβεια και ενθουσιασμό, καθώς μου αποκαλύπτουν την ευλογημένη βασιλεία του Θεού, που είναι κρυμμένη στα βάθη της απλής και ταπεινής ψυχής του ρωσικού λαού, λαού φαινομενικά αγροίκου αλλά στην πραγματικότητα λεπτού και ευαίσθητου…».

Πολλοί, ωστόσο, πάρα πολλοί ήταν εκείνοι, που μήτε πήγαιναν στους ναούς μήτε σέβονταν την Εκκλησία, από την οποία είχαν ουσιαστικά αποκοπεί στην πράξη. Ο ιεράρχης έβλεπε με οδύνη και μεγάλη ανησυχία ότι μεγάλο τμήμα του ρωσικού λαού είχε χάσει τη χάρη του Αγίου Πνεύματος, καθώς είχε κυριευθεί από άγρια πάθη η είχε βυθιστεί στην άβυσσο της αθεΐας.

«Τα σημάδια της ασέβειας», σημείωνε, «είναι φανερά στη ζωή του λαού μας. ΄Ολοι βλέπουμε με θλίψη τα μεθύσια, τους ξυλοδαρμούς μέχρι θανάτου, την κραιπάλη και την ακολασία, ιδιαίτερα των νέων, την κατάπτωση των οικογενειακών ηθών, προπάντων την ανυποταξία των παιδιών στους γονείς, το εξεζητημένο η και έξαλλο ντύσιμο, την αισχρή και αντικοινωνική συμπεριφορά, τη σκληρότητα και την εκδικητικότητα, το ψεύδος και την απάτη. ΄Ολα αυτά δείχνουν την απομάκρυνση μας από τον Θεό. Τα παιδιά και οι νέοι μεγαλώνουν χωρίς κανέναν ελπιδοφόρο και αυστηρό κανόνα διαγωγής. Στα πρόσωπα τους είναι ζωγραφισμένη η σκληρότητα. Τι θα γίνει, λοιπόν, αργότερα, όταν η σκληρότητα της ίδιας της ζωής, της ανελέητης ζωής, θα βάλει πάνω τους και τη δική της σφραγίδα, καθώς αυτοί θα κυνηγούν τις υλικές η μάλλον τις κτηνώδεις απολαύσεις; Γιατί το ξέφρενο κυνηγητό των απολαύσεων αποτελεί το χαρακτηριστικό ιδεοληπτικό γνώρισμα των σημερινών ανθρώπων, που έχουν απαρνηθεί τις υψηλές, τις πνευματικές αξίες… ΄Ολα αυτά είναι περισσότερο από θλιβερά, είναι απογοητευτικά και δυσοίωνα. Αγωνιώ για το μέλλον του λαού μας…».


Πηγή: Ηγουμένου Δαμασκηνού (Ορλόφσκι), «Ιερομάρτυς Ανδρόνικος, αρχιεπίσκοπος Πέρμ (1870-1918) – Ένας ασυμβίβαστος Ιεράρχης», Ιερά Μονή Παρακλείτου, Ωρωπός Αττικής 2011.



http://vatopaidi.wordpress.com/

Προσευχή Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ.


« Δέσποτα , Κύριε του ουρανού και της γης , Βασιλεύ των αιώνων ,ευδόκησε να ανοιχθή και για μένα η θύρα της μετανοίας , ώστε με πόνοκαρδίας να προσεύχωμαι σ’ Εσένα τον μόνο αληθινό Θεό , τον Πατέρατου Κυρίου ημών Ιησού Χριστού , το Φως του κόσμου .

Δέξου ,Πολυεύσπλαγχνε , τη δέησί μου . Μη την απορρίψης .Συγχώρησε κάθε κακό που έκανα νικημένος από την προαίρεσί μου .Ζητώ ανάπαυσι και δεν τη βρίσκω , γιατί η συνείδησις με ελέγχει .Προσδοκώ ειρήνη , αλλά ειρήνη δεν έχω εξ αιτίας του πλήθους τωνανομιών μου .Άκουσε , Κύριε , μια καρδιά που Σε επικαλείται . Μη βλέπης τα κακά μου έργα .

Επίβλεψε στην ασθένεια της ψυχής μου και σπεύσε να μεθεραπεύσης από τα βαριά μου τραύματα .Δώσε μου καιρό μετανοίας με το έλεος της φιλανθρωπίας Σου .Ελευθέρωσέ με από τα πάθη . Μη με κρίνης σύμφωνα με τη δικαιοσύνηΣου . Μη μου ανταποδώσης κατά τα έργα μου , για να μη χαθώ εντελώς .Εισάκουσέ με Κύριε , γιατί βρίσκομαι σε απόγνωσι . Αφού έχασα κάθεελπίδα και σκέψι για τη διόρθωσί μου , προσπίπτω στους οικτιρμούς Σου.Ελέησέ με τον ξεπεσμένο και κατάκριτο για τις αμαρτίες μου .

Λυπήσουμε , Δέσποτα , γιατί συνέχομαι από πλήθος ανομιών και μοιάζω αλυσοδεμένος μ΄ αυτές . Εσύ μόνο γνωρίζεις ναελευθερώνης και να θεραπεύης .Γι’ αυτό σε όλες τις φοβερές μου αρρώστιες επικαλούμαι μόνο Εσένα , τον ιατρό των ασθενούντων , τον οδηγό τωνπλανωμένων , το φως των εσκοτισμένων , τον ελευθερωτή των αιχμαλώτων . Επικαλούμαι Εσένα , πού πάντοτεμακροθυμείς και συγκρατείς την οργή Σου και δίνεις στους αμαρτωλούς καιρό μετανοίας .Καταύγασε , Δέσποτα , με το Φως του προσώπου Σου εμένα τον αμαρτωλό , διότι είσαι ταχύς στο να ελεής καιβραδύς στο να τιμωρής . Εσύ ο εύσπλαγχνος άπλωσε το χέρι Σου και ανόρθωσέ με από την τάφρο των ανομιώνμου.

Εσύ δεν ευχαριστείσαι στην απώλεια του αμαρτωλού ούτε αποστρέφεις το πρόσωπό Σουαπό τον προσευχόμενο σ’ Εσένα με δάκρυα .Άκουσε , Κύριε , τη φωνή του δούλου Σου που Σέ επικαλείται και φανέρωσε το Φως Σου σ’ εμένα τον στερημένο τοφως . Δώρισέ μου τη χάρι Σου , γιατί εγώ δεν έχω άλλη ελπίδα και ελπίζω πάντοτε μόνο στη δική Σου βοήθεια καιδύναμι .‘’Στρέψον , Κύριε , τον κοπετόν μου εις χαράν εμοί , διάρρηξον τον σάκκον μου και περίζωσόν με ευφροσύνην’’΄(πρβλ. Ψαλμ. κθ’ 12 ). Ευδόκησε , ώστε να καταπαύσω από τα εσπερινά μου έργα και να βρω ορθρινή ανάπαυσιόπως οι εκλεκτοί Σου , Κύριε , από τούς οποίους ‘’απέδρα οδύνη , λύπη και στεναγμός’’. Κάνε να ανοιχθή για μένα ηθύρα της Βασιλείας Σου , ώστε να εισέλθω και να συγκαταριθμηθώ με τους ευφραινομένους από το Φως τουπροσώπου Σου και να κληρονομήσω την αιώνια ζωή».

ΠΗΓΗ

ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ- ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ



 ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ- ΑΛΗΘΩΣ ΑΝΕΣΤΗ....!!!!

ΚΑΛΗΜΕΡΑ ΑΔΕΡΦΟΙ ΚΑΙ ΦΙΛΟΙ.....!!!!


ΜΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΤΗΣ ΣΥΝΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΡΙΑΣ ΤΟΥ BLOG ΜΕ ΠΟΛΛΕΣ ΕΥΧΕΣ....!!!

Παρασκευή 20 Απριλίου 2012

15/4/2010-15/4/2012 δύο χρόνια ύπαρξης του Ahdoni στη μπλογκόσφαιρα



Στης 15 Απριλίου 2012 το blog  Ahdoni έκλεισε 2 χρόνια ύπαρξης. 


Δεν αναφέραμε κάτι λόγω οτι γιορτάζαμε την μεγαλύτερη γιορτή της Ορθοδοξίας την Ανάσταση του Κυρίου μας.


Η δημιουργία του ήταν μια προσπάθεια στιγμής όταν θελήσαμε να δημοσιοποιήσουμε κάποια κείμενα καποιες σκέψεις μας και δεν παύει να είναι ένας προσωπικός χώρος που απλά εκφράζουν τα πιστεύω μας.


αυτό που βγαίνει μέσα από τη καρδιά μας είναι να αποτελέσει μια γωνιά παρηγοριάς ....μιας παρηγοριάς όμως όχι συναισθηματικής, αλλά πηγαίας παρηγοριάς από τη πηγή ...τον Κύριο μας και από αυτούς που έχουν αξιωθεί να τον βιώσουν οι Άγιοι Του που μας παρηγορούν με τα γραπτά τους!!!


αν αυτό το έχουμε πετύχει δόξα τω Θεώ...αν όχι τότε παρακαλούμε να  εύχεσθε να γίνει.


σας ευχαριστούμε όλους και από τι βλέπουμε είστε πολλοί, ( αυτό μας υποχρεώνει  να θέλουμε να είμαστε πιο υπεύθυνοι ), για το κόπο που κάνετε να μοιράζεστε μαζί μας αυτό το χώρο...και ο καλός Θεός με την αρχοντική του Αγάπη να μας σκεπάζει...να μας παρηγορεί και να μας προστατεύει από το κακό που στην εποχή μας έχει αλλοτριώσει τα πάντα!!! 


Αλλά ζεί Κύριος ο Θεός!!!


ΥΓ.  η φωτογραφία που επιλέξαμε να βάλουμε ως κεντρική στο blog είναι μια σκηνή από την άριστη ρωσική ταινία Ostrof που άφησε εποχή......και συμβολίζει κατά την άποψη μας τη ζωή του μοναχού και κατ΄ επέκταση κάθε συνειδητοποιημένου Χριστιανού που ακροβατεί πάνω σε ένα ελάχιστο χώρο !!!! 

Σύντομο βιογραφικό - Συνέντευξη της συγγραφέως Βασιλικής Ράλλη



Η κ. Βασιλική Ράλλη γεννήθηκε στη Θερμή της Λέσβου λίγους μήνες μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή.

Κατάγεται από τα Μοσχονήσια της Μικράς Ασίας. Ο πατέρας της, Νικόλαος Μαραγκός, έμεινε αιχμάλωτος στους Τούρκους, ενώ η μητέρα της ήλθε προσφυγοπούλα στη Λέσβο, διαφεύγοντας ως εκ θαύματος τη σφαγή τον τραγικό Σεπτέμβρη του 1922.

Η κ. Βασιλική Ράλλη απεφοίτησε από το Ανώτερο Παρθεναγωγείο και τη Γαλλική Σχολή της Μυτιλήνης.

Αν και από νωρίς ασχολήθηκε με την ποίηση, ωστόσο τα τελευταία χρόνια μάς έδωσε υπέροχα δείγματα πεζογραφίας, στα οποία είναι διάχυτη η αγάπη της, η νοσταλγία κι ο βαθύς πόνος για την αξέχαστη πατρίδα της, αλλά και η βαθιά της πίστη και ευλάβεια στο Θεό και τους Αγίους.

Το συγγραφικό της έργο περιλαμβάνει τα εξής βιβλία: «Καρυές, ο λόφος των Αγίων», «Πατρίδα αξέχαστη Μικρά Ασία», «Πηνελόπη», «Το Προσφυγόπουλο» και την ποιητική συλλογή «Ψυχής αντίλαλοι».

Η Βασιλική Ράλλη είναι η πρώτη που δέχθηκε σε ενύπνιο τις υποδείξεις του Αγίου Ραφαήλ σχετικά με την αποκάλυψη των λειψάνων μέσα στο κτήμα της και μέχρι σήμερα αποτελεί την κύρια και πιο αξιόπιστη πηγή πληροφοριών γύρω από το «Θαύμα της Θερμής».

ΕΡ.: Παρατηρείται στις μέρες μας μία προσπάθεια ελληνοτουρκικής προσέγγισης. Ως Μικρασιάτισσα, πώς κρίνετε αυτήν την κίνηση;

ΑΠ.: Η ζωή μου ολόκληρη είναι μια συνεχής μαρτυρία της μικρασιάτικης καταγωγής μου.

Σε κάθε μικρή ή μεγάλη ευκαιρία που μου παρουσιάζεται δεν παύω να διακηρύττω και να ομιλώ για τη μικρασιατική γη των πατέρων μας.

Λες και φοβάμαι μη την ξεχάσει κανείς ή αμφισβητήσει την ελληνικότητά της. Τι κι αν γεννήθηκα στη Θερμή της Λέσβου? είμαι Μικρασιάτισσα.

Είμαι ο σπόρος που κυοφορήθηκε μες στ’ αγιασμένα χώματα της γης αυτής της Επαγγελίας, της ποτισμένης με ιδρώτα και αίμα ελληνικό, της σπαρμένης από τα ιερά κόκκαλα χιλιάδων μαρτύρων και ηρώων.

Είμαι από τη γη που έκρυψε στα έγκατά της τόσα κορμιά αδικοσκοτωμένων Ελλήνων.

Έζησα το δράμα της προσφυγιάς και του ξεριζωμού, ακούω τώρα στα υστερνά μου χρόνια να γίνεται λόγος για τη λεγόμενη ελληνοτουρκική φιλία.

Αρχικά κρίνω την κίνηση αυτή θετική. Διότι, τους γειτονικούς λαούς γενικότερα, και τους Έλληνες με τους Τούρκους ειδικότερα, δεν πρέπει να τους χωρίζει το μίσος, αλλά να συμβιώνουν ειρηνικά.

Είναι ευχάριστο να συνυπάρχουν αυτοί οι δυο λαοί, γιατί έχουν συμβίωσει ειρηνικά και στο παρελθόν κι έχουν δεχθεί τα ίδια δεινά και τις ίδιες λαχτάρες.

Παρ’ όλα αυτά, θεωρώ πως οι Έλληνες πολιτικοί θα πρέπει να είναι προσεκτικοί, για να μη δημιουργηθούν προβλήματα στα εδαφικά δικαιώματα και στα συμφέροντα της Ελλάδας για να μην προδοθεί η ιστορία του τόπου μας.


ΕΡ.: Ποια θεωρείτε πως ήταν η προσφορά των Μικρασιατών στην ελλαδική κοινωνία;

ΑΠ: Η Μικρασία την περίοδο εκείνη, πριν την Καταστροφή, είχε μία σπουδαία άνθιση σε πολλούς και διάφορους τομείς.

Θα έλεγα πως έδινε την εικόνα μιας ευρωπαϊκής χώρας, πολύ πριν η Ευρώπη αποκτήσει την αίγλη που απέκτησε.

Οι Μικρασιάτες, διωγμένοι σαν διαβατάρικα πουλιά, μπορεί τα υπάρχοντά τους να τα εγκατέλειψαν, καθώς βίαια εκδιώχθηκαν, μπορεί να άφησαν στα βάθη της Ανατολής γονείς και παιδιά, όμως μαζί τους κουβάλησαν μια ιστορία, έναν πολιτισμό, μια κουλτούρα, μια αρχοντιά κι αυτούς τους σπόρους τους φύτεψαν στη γη της μητέρας Ελλάδας, με αποτέλεσμα να συμβάλουν σε μια ιστορική αναγέννηση της χώρας μας, της οποίας τα πλήρη ευεργετικά αποτελέσματα δεν έχουμε ίσως δει ακόμη.

Η προσφορά των Μικρασιατών στην ελλαδική κοινωνία ήταν ιδιαίτερα σημαντική.

Είναι και ιστορικά αποδεδειγμένο ότι οι Μικρασιατές ανέπτυξαν οικονομικές, εμπορικές, επιστημονικές και πολιτισμικές δραστηριότητες, οι οποίες βοήθησαν στην πρόοδο του ελληνικού κράτους τον 20ο αιώνα.

Ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας, έστω κι αν λύγισε προσωρινά κάτω από το βάρος του σταυρού που σήκωσε, διωγμένος βίαια από τη γη των πατέρων του, δεν έσκυψε το κεφάλι στην καταφρόνια.

Αλλά με την εξυπνάδα, τη δραστηριότητα και την εργατικότητα που τον χαρακτήριζε κατόρθωσε γρήγορα να ορθοποδήσει και να συμβάλει σημαντικά στην πρόοδο του ελληνικού κράτους.


ΕΡ.: Τον τελευταίο καιρό όλοι έκθαμβοι παρατηρήσαμε πως η Ελληνική Kυβέρνηση δε χαρακτήρησε με Προεδρικό Διάταγμα τη Μικρασιατική Καταστροφή ως γενοκτονία. Mονολεκτικά ποια είναι η γνώμη σας;

ΑΠ.: Θεωρώ ότι αυτό ήταν μεγάλο λάθος των πολιτικών μας, δεδομένου ότι υπήρξε γεγονός αποδεδειγμένο και πανθομολογούμενο η γενοκτονία των Ελλήνων Μικρασιατών, κι όχι μονάχα των Αρμενίων.


ΕΡ.: Πριν από τη δεκαετία του ’70 η Λέσβος ήταν γνωστή ως το νησί δίπλα στην Τουρκία, ενώ στις τελευταίες δεκαετίες είναι πλέον γνωστό ως το νησί των Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης. Πώς αισθάνεστε γι’ αυτήν την εξέλιξη, εσείς που είστε ένας από τους πρωτεργάτες της υπόθεσης των Καρυών της Θερμής;

ΑΠ.: Αισθάνομαι ξεχωριστή συγκίνηση, ως το πρόσωπο που έχω ζήσει από την αρχή αυτήν την ιερή υπόθεση και πίστεψα ακράδαντα στην αγιότητα αυτών των μαρτύρων? αλλά, και ιδιαίτερα, ως ιδιοκτήτρια του ελαιοκτήματος μέσα στο οποίο έλαβαν χώρα όλες οι ιερές ευρέσεις.

Δοξάζω το Θεό και ευχαριστώ τους αγίους που επέλεξαν κι εμένα, ώστε να συμβάλω κι εγώ ταπεινά στην αποκάλυψή τους

http://www.agiosrafael.org/

Διάφορες διηγήσεις που μας ενθαρρύνουν για υπομονή και ανδρεία(Μέγα Γεροντικόν)



Πήγαν κάποιοι στον αββά Αντώνιο και του είπαν:
"Πες μας κάποιο λόγο πώς να σωθούμε".
Και ο Γέροντας τους λέει:
"Ακούσατε τι λέει η Γραφή; Σας αρκεί αυτή".
Αλλά αυτοί είπαν:
"Θέλουμε και από σένα, πάτερ, να ακούσουμε".
Και ο Γέροντας τους είπε:
"Το Ευαγγέλιο λέει: Αν κάποιος σε χτυπήσει στο δεξί μάγουλο, γύρισέ του και το άλλο".
"Δεν μπορούμε -του λένε- να το κάνουμε αυτό".
"Εάν δεν μπορείτε να στρέψετε και το άλλο -λέει ο Γέροντας- υπομείνετε τουλάχιστον το ράπισμα στο ένα".
"Ούτε αυτό μπορούμε", του απαντούν.
Ξαναμιλάει ο Γέροντας:
"Εάν ούτε αυτό μπορείτε, μην ανταποδίδετε τα ίσα".
Λένε πάλι:
"Ούτε αυτό μπορούμε".
Τότε ο Γέροντας γυρνάει και λέει στον μαθητή του:
"Κάνε τους λίγο κουρκούτι, γιατί είναι άρρωστοι. Εάν το ένα δεν μπορείτε και το άλλο δεν θέλετε, τι να σας κάνω;"

4. Είπε ο αββάς Ποιμήν:
"Τα σημάδια της προκοπής του μοναχού στους πειρασμούς φαίνονται".
6. Ο αββάς Βησσαρίων είπε:
"Σαράντα χρόνια δεν έπεσα στο πλευρό μου, αλλά κοιμόμουν καθιστός ή όρθιος".
15. Είπε ο αββάς Ησαϊας:
"Τίποτε δεν ωφελεί τόσο τον αρχάριο όσο οι προσβολές και οι περιφρονήσεις.
Όπως δηλαδή προκόβει το δένδρο που ποτίζεται καθημερινά, το ίδιο και ο αρχάριος που περιφρονείται και υπομένει".

Είπε πάλι ότι κάποιος Γέροντας έμεινε σε κάποιο ιερό ειδωλολατρικό.
Πήγαν λοιπόν οι δαίμονες και του λένε: "Φύγε από τον τόπο μας".
Και ο Γέροντας τους είπε: "Εσείς δεν έχετε τόπο".
Άρχισαν τότε να του σκορπίζουν εντελώς τα βάϊα του κι ο Γέροντας επέμενε να τα μαζεύει.
Κατόπιν τον έπιασε ο δαίμονας από το χέρι και τον έσυρε έξω.
Μόλις έφτασε στην πόρτα ο Γέροντας, με το άλλο του το χέρι έπιασε την πόρτα κράζοντας:
"Ιησού, βοήθησέ με" και ευθύς ο δαίμονας εξαφανίστηκε και ο Γέροντας αναλύθηκε στα δάκρυα.
Τον ρώτησε τότε ο Κύριος: "Γιατί κλαίς;"
"Γιατί τολμούν -είπε ο Γέροντας- να πιάσουν τον άνθρωπο και να τον μεταχειρίζονται έτσι".
"Εσύ αμέλησες -του παρατήρησε ο Κύριος- γιατί μόλις με ζήτησες, να πώς σου βρέθηκα".
Και αυτά που λέω σημαίνουν ότι χρειάζεται πολύς κόπος. Εάν δεν κοπιάσει κανείς, δεν μπορεί να έχει τον Θεό μαζί του. Γιατί Αυτός για χάρη μας σταυρώθηκε.
24. Είπε η αμμάς Θεοδώρα ότι κάποτε ένας ευλαβής δεχόταν βρισιές από κάποιον και του λέει:
"Μπορούσα κι εγώ με τον ίδιο τρόπο να σου μιλήσω, αλλά η εντολή του Θεού μου κλείνει το στόμα".

30. Είπε ο αββάς Ισίδωρος:
"Η σοφία των αγίων αυτή είναι, να έχουν επίγνωση του θελήματος του Θεού. Γιατί όλα τα νικά ο άνθρωπος υπακούοντας στην αλήθεια, καθώς είναι πλασμένος κατ΄ εικόνα και ομοίωση του Θεού. Και απ΄ όλα τα πνεύματα το φοβερότερο είναι το να ακολουθεί κανείς τη δική του καρδιά, δηλαδή τι του υπαγορεύει ο λογισμός του και όχι ο νόμος του Θεού. Και αυτό ύστερα του προκαλεί θλίψη, γιατί παραμένει γι αυτόν άγνωστο το μυστήριο του Θεού και δεν βρίσκει την οδό των αγίων για να βαδίζει σ΄ αυτήν. Τώρα λοιπόν είναι καιρός να κάνουμε το θέλημα του Θεού, γιατί η σωτηρία κερδίζεται σε καιρό θλίψεως καθώς λέει η Γραφή:
"Με την υπομονή σας, θα σώσετε την ψυχή σας".
35. Έλεγε ο αββάς Ματόης:
"Προτιμώ εργασία ελαφριά και συνεχή παρά εξουθενωτική εξαρχής που γρήγορα όμως σταματάει".
58. Είπε ο αββάς Φορτάς:
"Εάν ο Θεός θέλει να ζω, γνωρίζει πώς θα με εξοικονομήσει. Εάν όμως δεν θέλει, τι σκοπό έχει για μένα η ζωή;"
Δεν δεχόταν τίποτε από κανένα, αν και ήταν κρεβατωμένος. Και έλεγε:
"Εάν προσφέρει κανείς κάποια φορά κάτι σε μένα και δεν το κάνει για τον Θεό, ούτε εγώ έχω κάτι να του δώσω ούτε θα ΄χει μισθό από τον Θεό, εφόσον δεν το πρόσφερε για τον Θεό, και έτσι αδικείται αυτός που πρόσφερε.
Όσοι έχουν αφιερωθεί στον Θεό και σ΄ Αυτόν αποβλέπουν μόνο, πρέπει να έχουν τέτοια ευλάβεια, ώστε τίποτε να μην εκλαμβάνουν ως καταφρόνια, έστω κι αν συμβεί άπειρες φορές να αδικούνται".

63. Επισκέφθηκαν κάποιοι αδελφοί στην έρημο ένα φημισμένο Γέροντα και του είπαν:
"Πώς μένεις καρτερικά εδώ, αββά, σηκώνοντας την κακοπάθεια αυτή;"
Και ο Γέροντας αποκρίθηκε:
"Όλη η κακοπάθειά μου όσον χρόνο βρίσκομαι εδώ, δεν συγκρίνεται ούτε με μια μέρα της κόλασης".
68. Ένας Γέροντας μόναζε στην έρημο και το διάστημα που περπατούσε για να προμηθεύεται το νερό ήταν δώδεκα μίλια.
Κάποια φορά λοιπόν που πήγε να πάρει νερό, βαρέθηκε και είπε:
"Τι χρειάζεται αυτός ο κόπος; Θα ΄ρθω να μείνω κοντά στο νερό".
Μόλις το ΄πε αυτό, στρέφει το κεφάλι και βλέπει κάποιον να τον ακολουθεί και να μετράει τα βήματά του.
Τον ρωτάει ευθύς: "Ποιος είσαι εσύ;"
"Άγγελος Κυρίου -του απαντά- σταλμένος να μετρήσω τα βήματά σου για να σου δώσω τον μισθό σου".
Μόλις τ΄ άκουσε αυτό ο Γέροντας, ενθαρρύνθηκε, έγινε προθυμότερος και πήγε άλλα πέντε μίλια πιο βαθιά στην έρημο.

80. Ήταν ένας Γέροντας στη Θηβαϊδα που έμενε σ΄ ένα σπήλαιο και είχε έναν υποτακτικό μαθητευόμενο. Συνήθιζε ο Γέροντας κάθε βράδυ να του δίνει ωφέλιμες συμβουλές και μετά από τη νουθεσία, έκανε προσευχή και τον έστελνε να κοιμηθεί. Κάποτε συνέβη μερικοί ευλαβείς λαϊκοί, επειδή γνώριζαν τη μεγάλη άσκηση του Γέροντα, να τους επισκεφθούν και να προσφέρουν σ΄ αυτούς κάποιο φαγητό να φάνε. Αφού έφυγαν αυτοί, κάθισε πάλι ο Γέροντας το βραδάκι, όπως το συνήθιζε, και νουθετούσε τον αδελφό. Την ώρα όμως που του μιλούσε, τον πήρε ο ύπνος. Και ο αδελφός έμεινε κοντά του, έως ότου ξυπνήσει και του κάνει την ευχή. Καθώς λοιπόν καθόταν πολλή ώρα και ο Γέροντας δεν ξυπνούσε, ενοχλήθηκε από τους λογισμούς του να πάει να κοιμηθεί χωρίς να του κάνει την απόλυση. Αλλά βίασε τον εαυτό του και αντιστάθηκε στον λογισμό και παρέμεινε. Πάλι όμως ενοχλήθηκε και δεν έφυγε. Κατά τον ίδιο τρόπο ενοχλήθηκε επτά φορές και αντιστάθηκε στον λογισμό. Αργότερα, αφού είχε προχωρήσει η νύκτα, ξύπνησε ο Γέροντας και τον βρήκε να κάθεται δίπλα του και του λέει:
"Δεν έφυγες μέχρι αυτή την ώρα;"
Κι εκείνος είπε:
"Όχι, αββά, γιατί δεν μου ΄κανες απόλυση".
"Και γιατί -τον ρωτάει ο Γέροντας- δεν με ξύπνησες;"
"Δεν τόλμησα -απαντά ο μαθητής- να σε σκουντήσω για να μη σου διακόψω τον
ύπνο".
Σηκώθηκαν ευθύς, άρχισαν τον όρθρο και όταν τελείωσε η ακολουθία, απέλυσε τον αδελφό ο Γέροντας. Και την ώρα που καθόταν μόνος, ήρθε σε έκσταση και βλέπει κάποιον να του δείχνει έναν τόπο λαμπρό στον οποίο υπήρχε ένας θρόνος και επάνω στον θρόνο ήταν τοποθετημένα επτά στεφάνια.
Και ρώτησε αυτόν που του τα έδειχνε:
"Τίνος είναι αυτά;"
Κι εκείνος είπε:
"Του μαθητή σου. Τον τόπο και τον θρόνο του τα χάρισε ο Θεός για την υπακοή του. Και τα επτά στεφάνια τα κέρδισε αυτή τη νύκτα".
Απόρησε ο Γέροντας γι αυτό που άκουσε και γεμάτος από δέος καλεί τον αδελφό και του λέει:
"Πες μου, τι έκανες τη νύκτα αυτή;"
"Συγχώρα με, αββά -απάντησε εκείνος- δεν έκανα τίποτε".
Ο Γέροντας νομίζοντας ότι από ταπεινοφροσύνη δεν ομολογεί, του είπε:
"Δεν θα σ΄ αφήσω να φύγεις, εάν δεν μου πεις τι έκανες ή τι σκέφτηκες τη νύκτα αυτή".
Αλλά ο αδελφός επειδή γνώριζε καλά ότι τίποτε δεν έχει κάνει, δεν είχε τι να πει.
Και λέει στον πατέρα:
"Αββά, δεν έκανα τίποτε, παρά μόνο ότι ενοχλήθηκα από λογισμούς επτά φορές να φύγω χωρίς να μου κάνεις την απόλυση, αλλά δεν έφυγα".
Όταν τ΄ άκουσε αυτό ο Γέροντας, κατάλαβε ότι κάθε φορά που πάλευε και νικούσε τον λογισμό του, κέρδιζε ένα στεφάνι από τον Θεό. Στον αδελφό βέβαια δεν είπε τίποτε, αλλά τα διηγήθηκε αυτά σε ανθρώπους πνευματικούς χάριν ωφελείας, για να γνωρίζουμε ότι και για λογισμούς πού δεν έχουν ιδιαίτερη σπουδαιότητα ο Θεός μας στεφανώνει.
Καλό λοιπόν είναι να βιάζουμε πάντοτε τον εαυτό μας από αγάπη για τον Θεό.
Γιατί η Βασιλεία των Ουρανών βιάζεται και την αρπάζουν αυτοί που αγωνίζονται.

81. Κάποτε ένας Γέροντας που έμενε στα Κελλία μόνος, αρρώστησε. Και επειδή δεν είχε κανέναν να τον εξυπηρετεί, σηκωνόταν και ό,τι έβρισκε στο κελί του το έτρωγε με διάκριση. Έμεινε άρρωστος πολλές μέρες και κανείς δεν ήρθε να τον επισκεφθεί. Όταν πέρασαν τριάντα μέρες και κανείς δεν είχε έρθει, έστειλε ο Θεός έναν άγγελο να τον υπηρετεί.
Έμεινε εκεί ο άγγελος επτά ημέρες και τότε θυμήθηκαν οι Πατέρες τον Γέροντα και είπαν μεταξύ τους:
"Μήπως πέθανε ο τάδε Γέροντας;"
Πήγαν πράγματι και μόλις χτύπησαν την πόρτα, έφυγε ο άγγελος.
Ο Γέροντας φώναζε δυνατά από μέσα:
"Φύγετε απ΄ εδώ, αδελφοί".
Αλλά παραβίασαν την πόρτα και μπήκαν και τον ρώτησαν γιατί φώναζε.
Κι εκείνος τους είπε:
"Τριάντα ημέρες ήμουν άρρωστος και κανείς δεν ήρθε να με δει.
Και να, εδώ και επτά ημέρες έστειλε ο Θεός τον άγγελό του να με υπηρετεί.
Και μόλις ήλθατε, έφυγε από κοντά μου".
Μετά το λόγο αυτό, εκοιμήθη. Και οι αδελφοί θαύμασαν και δόξασαν τον Θεό, που δεν εγκαταλείπει αυτούς που ελπίζουν σ΄ Αυτόν.

82. Είπε ένας Γέροντας:
"Εάν σε βρει αρρώστια σωματική, μη χάνεις το θάρρος σου.
Γιατί αν θέλησε ο Κύριός σου να υποφέρεις στο σώμα, ποιος είσαι σύ πού θα δυσφορήσεις;
Αυτός δεν σε φροντίζει για όλα;
Μήπως ζεις εν τη απουσία του;
Να είσαι καρτερικός λοιπόν και να Τον παρακαλείς να σου δίνει αυτά που σου συμφέρουν, δηλαδή να γίνεται το θέλημά Του.
Να ζεις με καρτερία και να τρέφεσαι από ελεημοσύνη (όσο είσαι άρρωστος)".
87. Έλεγε κάποιος από τους Γέροντες για τον φτωχό Λάζαρο:
"Δεν βρίσκουμε να ΄χει κάνει αυτός καμιά αρετή, μόνο πού δεν γόγγυσε ποτέ κατά του Θεού ότι δεν τον σπλαχνίστηκε, αντίθετα, σήκωσε τον πόνο του με ευγνωμοσύνη και δεν κατέκρινε τον πλούσιο. Γι αυτό ο Θεός τον δέχθηκε ως δικό του".

89. Είπε άλλος Γέροντας:
"Ο λόγος για τον οποίο δεν προκόβουμε είναι ότι δεν γνωρίζουμε τα μέτρα μας, ούτε έχουμε υπομονή στο έργο που αρχίζουμε αλλά θέλουμε άκοπα να αποκτούμε αρετή.
Επιπλέον πηγαίνουμε από τόπο σε τόπο νομίζοντας ότι θα βρούμε κάποιον τόπο πού δεν υπάρχει διάβολος".
97. Ένας από τους Πατέρες κατοικούσε σε κάποιον τόπο και έκανε ζωή υποδειγματική.
Αυτός είχε έναν αδελφό που ήταν ηγούμενος μιας Λαύρας. Σκέφθηκε λοιπόν κάποια μέρα:
"Γιατί να κάθομαι εδώ και να κοπιάζω; Θα πάω στον αδελφό μου και αυτός θα μου δίνει τα χρειαζούμενα".
Σηκώθηκε και πήγε στον αδελφό του, ο οποίος μόλις τον είδε χάρηκε. Λέγει λοιπόν του αδελφού του:
"Θέλω να μείνω εδώ αλλά δώσ΄ μου ένα κελί για να μένω μόνος".
Του έδωσε, αλλά από την ώρα εκείνη και ύστερα λησμόνησε ότι ο αδελφός του ήλθε εκεί.
Οι αδελφοί της Λαύρας βλέποντας ότι είναι αδελφός του ηγουμένου, νόμιζαν ότι ο αδελφός του, του προσφέρει ό,τι χρειάζεται και δεν του πήγαν τίποτε, ούτε τον κάλεσαν σε κελί να πάρει τουλάχιστον ψωμί.
Και αυτός καθώς ήταν διστακτικός από σεβασμό, δεν ενοχλούσε κανέναν.
Σκέφθηκε τότε και είπε:
"Ίσως δεν είναι θέλημα Θεού να μείνω εδώ".
Παίρνει λοιπόν το κλειδί του κελιού, το επιστρέφει στον αδελφό του και του λέει:
"Συγχώρα με, δεν μπορώ να μένω εδώ".
Εκείνος εξεπλάγη και του λέει:
"Πότε ήλθες εδώ;"
"Εσύ δεν μου ΄δωσες το κλειδί του κελιού;" τον ρωτάει.
"Πίστεψέ με -του λέει ο αδελφός του- δεν θυμόμουν ότι ήλθες εδώ. Αλλά για τ΄ όνομα του Κυρίου, πες μου ποιος λογισμός σε έκανε και ήλθες εδώ;"
Κι εκείνος του είπε:
"Ακριβώς με τέτοια ελπίδα, να βρω δηλαδή ανάπαυση κοντά σου".
Τότε του λέει ο αδελφός του:
"Δίκαια λοιπόν μ΄ έκανε ο Θεός να σε λησμονήσω, γιατί δεν στήριξες την ελπίδα σου σ΄ Εκείνον, αλλά σε μένα".
Έτσι σηκώθηκε και επέστρεψε στο τόπο που κατοικούσε πρώτα.

http://agioritis.pblogs.gr/