Σελίδες

Τρίτη 24 Απριλίου 2012

Ιστορία για τον φόβο του Θεού


Ήταν κάποτε ένας άνθρωπος που είχε την πολύ κακή συνήθεια να κλέβει. Άλλα μη σκεφτεί κάνεις πώς ήταν φτωχός. το αντίθετο συνέβαινε! Και τότε, θα μου πείτε, πώς έγινε κλέφτης; Ο άνθρωπος αυτός κατά τα άλλα ήταν καλός οικογενειάρχης και νοικοκύρης. Είχε μια καλή και πιστή γυναίκα και πολύ καλά παιδιά. Είχε επίσης αγελάδες, πρόβατα, άλογα, γουρούνια, μο¬σχάρια, πουλερικά, χωράφια, λιβάδια, αμπέλια... όλα τα καλά του Θεού, δηλαδή.

 Μέσα του όμως, εξαιτίας της κακής ανατροφής και των άσχημων βιωμάτων του, είχε αναπτυχθεί η μανία της κλοπής. Σε σημείο μάλιστα, να μη μπορεί να χορτάσει, αν δεν έτρωγε κάτι κλεμμένο. - Άνθρωπέ μου, του έλεγε συχνά η γυναίκα του, η στάμνα δεν πάει μόνη της στο νερό. Θα είναι λοιπόν μεγάλη ντροπή για όλη την οικογένεια μας - όχι μόνο για εσένα - εάν σε τσακώσουν οι συγχωριανοί μας να κλέβεις.

Άσε που όλοι Θα σε καταδικάσουν για τις κλοπές σου. Αφού ο άνθρωπος αυτός έχει στο σπίτι του όλα τα καλά του Θεού, γιατί κλέβει;. Έτσι Θα πουν όλοι. Ούτε ένας δεν θα σε δικαιολογήσει. - Γυναίκα, αφού το ξέρεις ότι δεν μπορώ να την κόψω αύτη τη συνήθεια. Τόσα χρόνια, και δεν με έμαθες πια; Δεν γίνεται να σταματήσω να κλέβω. Μια μέρα να περάσει χωρίς να πάρω κάτι από τον ένα ή από τον άλλον, αρρωσταίνω. Η καημένη η γυναίκα κουνούσε το κεφάλι της, μη ξέροντας πια τι άλλο να του πει. Κάποιο βράδυ του Ιουλίου, λοιπόν, με ξάστερο ουρανό και πανσέληνο, που ο άνθρωπος αυτός επέστρεφε στο σπίτι του, είδε σε ένα ξένο χωράφι κάτι δεμάτια με σιτάρι.

Οι άνθρωποι τα είχαν μαζέψει σε θημωνιές, ώστε να είναι έτοιμα για τη μεταφορά τους στο αλώνι. τι ήταν να τα δει; Αμέσως σκέφτηκε να πάει το βράδυ με την καρότσα του, για να τα πάρει. Μόλις έφτασε, λοιπόν, στο σπίτι του, ετοίμασε το κάρο με τα άλογα, έβαλε επάνω το σκοινί που Θα χρειαζόταν για να δέσει τα δεμάτια, φόρτωσε κι ένα χειρόβολο σανό μαζί με φρέσκο χορ¬ταράκι για τα άλογα και κατά τα μεσάνυχτα, την ώρα που κοιμούνται και τα πετεινά, όπως λένε οι χωρικοί, ετοιμάστηκε να φύγει.

Όταν όμως η κόρη του, που ήταν τότε τριών τεσσάρων ετών, τον είδε να ετοιμάζεται, του είπε με λαχτάρα: - Μπαμπά, να έρθω κι εγώ μαζί σου; - Έ, αφού το θέλεις, έλα! - Καλύτερα να μείνεις στο σπίτι, παιδί μου! της είπε η μητέρα της. Είναι πολύ αργά για βόλτες. - Σε παρακαλώ, μαννούλα! άρχισε να την εκλιπαρεί το παιδί. Άφησε με να πάω με τον μπαμπά. - Άφησε τη, βρε γυναίκα, να έρθει! είπε κι ο πατέρας. Το μικρό παιδί δεν έχανε ευκαιρία να πηγαίνει μαζί με τον μπαμπά στις διάφορες δουλειές. Της άρεσε να είναι πάνω στο κάρο και να ακούει το ποδοβολητό των άλογων που κάλπαζαν. Το γεγονός όμως ότι και αύτη τη φορά πήγε μαζί του, παρά τις αντιρρήσεις της μητέρας, ήταν σίγουρα έργο της πρόνοιας του Θεού, όπως θα δούμε παρακάτω.

 Μόλις λοιπόν έφτασαν στον προορισμό τους, ο πατέρας σταμά¬τησε στην άκρη του χωραφιού και γύρισε το κάρο προς τη μεριά από την οποία θα έφευγαν, ώστε να είναι έτοιμο για κάθε ενδεχόμενο... Έβγαλε κατόπιν τα χαλινάρια από τα άλογα, τούς έδωσε λίγο σανό να τρώνε και πήγε να αρπάξει τα δεμάτια με το ξένο σιτάρι. Το παιδί έμεινε στη θέση του και παρακολουθούσε τον πατέρα που απομακρυνόταν με αργές κινήσεις· το φεγγάρι έλουζε το το¬πίο κι έτσι μπορούσε να διακρίνει την κάθε λεπτομέρεια. Μαθημένος εκείνος στην τακτική του κλέφτη, άρχισε να κοιτάζει καλά-καλά γύρω του, δεξιά και αριστερά, εμπρός και πίσω, φοβόταν μήπως υπήρχε κανένας νυχτοφύλακας και τον έπιανε επ αυτοφόρω. Αν υπάρχει φύλακας, θα κοιμάται σε κάποια θημωνιά, σκεφτόταν.

Ας εξετάσω καλά-καλά το μέρος, για να είμαι σίγουρος ότι δεν θα συναντήσω δυσάρεστες εκπλήξεις. Το μικρό παιδί έβλεπε τον πατέρα του να κοιτάζει προς όλες τις κατευθύνσεις και με το άδολο μυαλό του απορούσε: Γιατί άραγε ο μπαμπάς μου το κάνει αυτό;. Αφού λοιπόν εκείνος σιγουρεύτηκε ότι δεν υπήρχε κανείς εκεί γύρω, πήρε μερικά δεμάτια, τα φόρτωσε γρήγορα-γρήγορα στο κάρο και γύρισε για να πάρει κι άλλα. Εκείνη τη στιγμή όμως η κορούλα του, που χωρίς να το ξέρει έγινε όργανο του Αγίου Πνεύματος, του φώναξε: - Πατερούλη, κάτι ξέχασες! - Τι ξέχασα, καλή μου; - Κοίταξες προς όλες τις μεριές, άλλα ξέχασες όμως να κοιτάξεις και προς τον ουρανό! - Πώς είπες; - Γιατί δεν κοίταξες και προς τον ουρανό, πατερούλη; (το κοριτσάκι δεν το είπε αυτό για να τον ελέγξει. Το είπε, διότι σκέφτηκε ότι έτσι θα έπρεπε να κάνει. Αφού δηλαδή κοίταξε προς όλες τις κατευθύνσεις - αριστερά, δεξιά, εμπρός και πίσω, Θα έπρεπε να κοιτάξει και προς τα επάνω, προς τον ουρανό). Τα λόγια του παιδιού τον ταρακούνησαν για τα καλά. - Πώς; Πώς είπες; - Μπαμπάκα μου, γιατί δεν κοίταξες πρώτα προς τα επάνω, προς τον Θεούλη; 


Ο άνθρωπος συγκλονίστηκε. Φόβος Θεού τον κατέλαβε! Πήρε τα δεμάτια από την καρότσα, τα πήγε πίσω στο χωράφι και ξαναέφτειαξε τη θημωνιά. Επέστρεψε στην καρότσα, γύρισε τα άλογα, τους έβαλε τα χαλινάρια στο στόμα και πήρε τον δρόμο της επιστροφής με άδεια τα χέρια. Όταν έφτασαν στο σπίτι, η γυναίκα του, που γνώριζε ότι ποτέ δεν επέστρεφε από αυτές τις αποστολές άπρακτος, παραξενεύ¬τηκε. Είτε έκλεβε κολοκύθια, είτε καλαμπόκι, είτε σιτάρι, είτε κάτι άλλο, ερχόταν πάντα φορτωμένος. - Έε, άνθρωπε μου, τι έπαθες; τι σου συνέβη; - Άσε με, γυναίκα, και δεν Θα ξανακλέψω ποτέ στη ζωή μου! - Τι έγινε; Σε τσάκωσαν να κλέβεις, ε; Καλά να πάθεις! του είπε, πιστεύοντας ότι τον είχαν δει την ώρα που έκλεβε το σιτάρι. Εγώ σου το έλεγα. Τέτοιος νοικοκύρης και να κλέβεις; Ντροπή! Τι θα λένε τώρα οι άνθρωποι για μας... Και για έμενα και για τα παιδιά. Βρε, τα παιδιά σου, που σε τίποτε δεν φταίνε, τι όνομα θα βγάλουν τώρα εξαιτίας σου; - Μη φωνάζεις, βρε γυναίκα, και κανείς δεν με είδε. - Δεν σε πιστεύω! Σε τσάκωσαν να κλέβεις, και δεν το παρα¬δέχεσαι. - Σταμάτα, χριστιανή μου, σου λέω... Ησύχασε. Κανένας δεν μ έπιασε. - Και τότε, γιατί γύρισες με άδειο το κάρο; - Ένα θα σου πω μονάχα. Ποτέ μου δεν θα ξανακλέψω! - Μα τι έπαθες; - Ο πατέρας δεν απάντησε. Σήκωσε το χέρι του και έδειξε με το δάχτυλο την κορούλα τους. - Τι σου έκανε το παιδί; - Εξαιτίας της δεν θα κλέψω πλέον στον αιώνα τον άπαντα. Το Άγιο Πνεύμα μου μίλησε με το στόμα της. - Δηλαδή τι σου είπε το παιδί; Μίλα, άνθρωπε μου, και θα με φάει η αγωνία...

 - Πήγαμε στο χωράφι με τα σπαρτά και, πριν πάω να πάρω τα χειρόβολα, κοιτούσα δεξιά κι αριστερά, εδώ κι εκεί, μήπως ήταν κανείς. Το παιδί καθόταν επάνω στο κάρο και με παρακολου¬θούσε. Κι όταν φόρτωσα τα πρώτα δεμάτια, μου είπε: Πατερούλη μου, κάτι ξέχασες· ξέχασες να κοιτάξεις και προς τα επάνω, προς τον ουρανό. Εκείνη τη στιγμή πάγωσα. Τότε κατάλαβα πόσο τρελός είμαι! Ο Θεός μου είπε με το στόμα του παιδιού ότι προς τα επάνω έπρεπε να κοιτάξω και όχι δεξιά και αριστερά. Ότι δηλαδή κι αν ακόμη δεν ήταν εκεί κανείς για να με δει, θα με έβλεπε Εκείνος, που το ακοίμητο μάτι Του βλέπει τα πάντα. Τα μάτια του Θεού, όπως λέει ο Σολομών, είναι εκατομμύρια φορές φωτεινότερα από τον Ήλιο και δεν υπάρχει τόπος, που να μη μπορεί να φτάσει και να ερευνήσει η παγγνωσία Του.

Ο Θεός έλεγξε τον άνθρωπο εκείνο, του ενέπνευσε τον φόβο του Θεού και τον έκανε να πει: «από τώρα και στο έξης δεν θα κλέψω πάλι στον αιώνα, όσο Θα ζω. Ναι, τώρα αμέσως θα πάω να εξομολογηθώ και να δεχθώ τον κανόνα για ο,τι έχω κάνει στη ζωή μου. Κι ακόμη, από τώρα και στο έξης πριν κάνω οτιδήποτε, θα πρέπει πρώτα να κοιτάζω προς τον ουρανό, γιατί από το ακοίμητο μάτι του Θεού κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει». Και πάλι σας λέω ότι η αρχή της σοφίας είναι ο φόβος του Κυρίου, όπως λέει και ο Ψαλμωδός. Αυτός ο φόβος είναι το θεμέλιο για όλα τα καλά έργα. Η σοφία έχει δύο κεφάλαια: το πρώτο είναι ο φόβος του Θεού και το άλλο, που είναι πολύ ανώτερο, είναι η αγάπη του Θεού.

Όλα τα καλά έργα αρχίζουν από τον φόβο του Θεού και φθάνουν να γίνονται για την αγάπη του Θεού, που είναι ένδειξη τελειότητας. Ο φόβος του Θεού δεν σε αφήνει να φας πολύ φαγητό, δεν σε αφήνει να καταλύσεις τις ήμερες της νηστείας, δεν σε αφήνει να κάνεις κάποια αμαρτία. Ο θείος φόβος σου επιβάλλει να έχεις εγκράτεια. Ο φόβος του Θεού δεν σε αφήνει να βρίσεις, δεν σε αφήνει να εκδικηθείς τον πλησίον σου, δεν σε αφήνει να περιφρονήσεις κάποιον φτωχό και να μη τον βοηθήσεις. Ο θείος φόβος σου υπεν¬θυμίζει την ώρα του θανάτου και της κρίσεως, της γεέννης και της κολάσεως, του παραδείσου και της Βασιλείας των Ουρανών και της δόξας των δικαίων.

Ο φόβος του Θεού δεν σε αφήνει να κακολογήσεις η να συκοφαντήσεις, δεν σε αφήνει να πεις ψέματα. Δεν σε αφήνει να υπερηφανευτείς και να προβάλεις τον εαυτό σου στους άλλους. Ο φόβος του Θεού δεν σε αφήνει να ζηλέψεις τον άλλον, να τον μισήσεις, να αποκτήσεις πείσμα, αντιζηλία ή εκδικητικό πνεύμα εναντίον του και να θελήσεις να τον καταστρέψεις. Δεν σε αφήνει να πεις αστεία εις βάρος του άλλου, να γελάσεις ή να τον ειρωνευτείς. Ο φόβος του Θεού δεν σε αφήνει να αγαπάς την προβολή, να έχεις την επιθυμία να αρέσεις στους άλλους ανθρώπους, να υπε¬ρηφανεύεσαι, να υποκρίνεσαι και να σκέφτεσαι πονηρά για τους άλλους. Δεν σε αφήνει ο θείος φόβος να αγαπάς εγωιστικά τον εαυτό σου, να ζεις με αναισθησία. Δεν σε αφήνει να αμαρτάνεις ούτε με τα μάτια ούτε με την ακοή ούτε με την όσφρηση ούτε με την γεύση ούτε με την αφή ούτε και με τη φαντασία.

Ο φόβος του Θεού σε φυλάει από τη λησμονιά, από την άγνοια, από την τεμπελιά και από κάθε σκοτεινό έργο. Ο φόβος του Θεού σε βοηθά να αγιάζεσαι στην ψυχή και το σώμα. Και αυτό δεν είναι έργο των μοναχών μόνο. Ο φόβος του Θεού εργάζεται και στους χριστιανούς που ζουν στον κόσμο και σ εκείνους που αφιερώθηκαν στον Θεό, στο μοναχικό βίο. Επίσης, ο θείος φόβος κάνει τον ιερέα μέσα στο Ιερό Βήμα να είναι όπως τα Σεραφείμ, να υπηρετεί με φόβο Θεού και να προσέχει να μην κάνει κάποιο λάθος κατά τη διάρκεια των Ιερών Μυστηρίων ή της Ιεράς Προσκομιδής και, κυρίως, να μην έχει κάποιο κακό λογισμό κατά την ώρα της Θείας Λειτουργίας.

 Όταν έχεις φόβο Θεού και βλέπεις κάποιον άνθρωπο στενοχωρημένο, τρέχεις να τον παρηγορήσεις και να τον βοηθήσεις. Ο θείος φόβος είναι πάντοτε ο καλύτερος σύμβουλος. Γι αυτό και όλοι οι άγιοι Πατέρες τιμούν και δοξάζουν τον φόβο του Θεού. Και να ξέρετε ότι ο σοφότερος άνθρωπος του κόσμου είναι εκείνος που φοβάται τον Θεό. Άκουσες τι λέει ο Ψαλμωδός; Μακάριος είναι ο άνθρωπος εκείνος που φοβάται τον Θεό και θέλει να τηρεί τις εντολές Του.


 Απόσπασμα από το βιβλίο: ΙΣΤΟΡΙΕΣ Γέροντος Κλεόπα τόμος Β΄ Σελίδες 77-85 Εκδόσεις Άθως ΠΑΙΔΙΚΑ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου