Σελίδες

Κυριακή 30 Νοεμβρίου 2014

Ο πόνος μας βγάζει από τα ανθρώπινα μέτρα.....



Τελικά αυτά τα «γιατί» δεν έχουν τις απαντήσεις που η φτώχεια και η αδυναμία μας περιμένει. Στη λογική αυτή συνήθως παραμένουν αναπάντητα.

Γι' αυτό και ο Χριστός για το θάνατο δεν είπε παρά ελάχιστα. Απλά ο Ίδιος τον επέλεξε και πόνεσε όσο κανένας άλλος. Και όταν αναστήθηκε ,το στόμα Του έβγαλε περισσότερη πνοή και λιγότερα λόγια.

Δεν είπε τίποτε για τη ζωή και θάνατο- μόνο προφήτευσε το μαρτύριο του Πέτρου. Ο πόνος δεν απαντιέται με επιχειρήματα . Ούτε η αδικία και ο θάνατος αντιμετωπίζονται με τη λογική.

Τα προβλήματα αυτά λύνονται με το εμφύσημα και την πνοή που μόνο ο Θεός δίνει. Λύνονται με το Άγιο Πνεύμα .

Ξεπερνιούνται με την ταπεινή αποδοχή του θελήματος του Θεού, που είναι τόσο αληθινό αλλά συνήθως και τόσο ακατανόητο. 

Στο διάβα της, η δοκιμασία συνοδεύεται από το σφυροκόπημα των αναπάντητων ερωτημάτων.

Κι εμείς, γαντζωμένοι στα «μήπως», στα «γιατί», στα «αν», συντηρούμε τις ελπίδες και αντέχουμε την επιβίωση σε αυτό τον κόσμο , προσδοκώντας κάτι σίγουρο ή κάτι σταθερό. 

Αυτό όμως συνήθως δεν εντοπίζεται στην προτεινόμενη από μας λύση, αλλά επικεντρώνεται στην απροσδόκητη, υπέρλογη θεϊκή παρηγοριά.

Κάθε προσπάθεια αντικατάστασής της με ανθρώπινα υποκατάστατα αδικεί εμάς τους ίδιους. Κάθε περιορισμός στην ασφυκτική θηλιά των ορθολογιστικών απαντήσεων μας παγιδεύει βαθύτερα στο δράμα μας.

Στο διάλογο με τον πόνο, την αδικία και το θάνατο είμαστε υποχρεωμένοι να βγούμε από τα ανθρώπινα μέτρα.

Αυτή είναι όχι μόνο η έξοδος από τη δοκιμασία αλλά και η ευεργεσία της.


ΝΙΚΟΛΑΟΥ
 
ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ
ΚΑΙ ΛΑΥΡΕΩΤΙΚΗΣ


http://1myblog.pblogs.gr/

ΛΟΓΟΣ ΠΕΡΙ ΟΙΚΟΓΕΝΕΙΑΣ



Έλεγε ο γέρων Παίσιος.
Η γυναίκα όταν είναι έγκυος πρέπει να είναι ήρεμη, να διαβάζει το Ευαγγέλιο, να προσεύχεται, να λέει την ευχή.
Έτσι αγιάζεται και το παιδί. Από τώρα αρχίζει η ανατροφή του παιδιού.
Να προσέχεις να μην στεναχωρείς την έγκυο για κανένα λόγο.

Ο Διάβολος προσπαθεί να τα καταστρέψει όλα για να μη βρει η νέα γένια καλή «μαγιά» για να «ζυμωθεί».

Πρέπει να απλοποιήσουμε την ζωή μας. Η πολυτέλεια κουράζει. Είναι μερικοί που συνεχεία θέλουν να αλλάζουν έπιπλα κλπ. Τρέχουν μετά να βγάλουν περισσότερα χρήματα και έτσι γεμίζουν άγχος.

Είπε πάλι. Καλό είναι η οικογένεια να έχει τον ίδιο πνευματικό. Ο άντρας, η γυναίκα, τα παιδία, αυτό βοηθά πολύ.

Ένας πιστός τον ρώτησε. Γέροντα, σήμερα πήραν βαθμούς τα παιδία και είναι στεναχωρημένα.
Κοίτα να δεις, σήμερα οι μεγάλοι θέλουν να παίρνουν πολλά λεφτά με λίγη δουλειά, και οι μικροί να παίρνουν μεγάλους βαθμούς, χωρίς διάβασμα.
Και αν είναι δυνατόν να μην φεύγουν από την καφετέρια ή την ξυλοτέξ – πως το λένε – να παίρνουν ένα τηλέφωνο να ρωτούν τι βαθμούς τους έβαλαν. (γέλια).

Είπε πάλι. Ακόμη και μέσα στο γάμο πρέπει να συγκρατεί κανείς τον εαυτό του από την ηδονή. Να βάζεις φρένο στην φιληδονία του!

Ρώτησε κάποιος τον γέροντα Παϊσιο.
Γέροντα σήμερα πολλοί νέοι άνθρωποι δεν θέλουν να κάνουν παιδιά γιατί σκέφτονται σε τι είδος κόσμο θα φέρουν το παιδί τους.
Μόλυνση από τα χημικά, από τα πυρηνικά, ζωή γεμάτη άγχος, άγρια κοινωνία, πόλεμοι, πεινά, σκοτωμοί, βιασμοί, αρπαγές, απαγωγές………
Αν είμαστε κιόλας στον καιρό του Αντίχριστου σκέφτομαι και εγώ μήπως δεν αξίζει κανείς να παντρεύεται και να κάνει παιδία.
Όχι, Θανάση δεν είναι έτσι!........
Οι χριστιανοί στο καιρό των διωγμών δεν παντρεύονταν;
Και παντρεύονταν και παιδιά έκαναν!!
Είχαν την ελπίδα τους στηριγμένη στο Χριστό…..όχι στους ανθρώπους.
Είναι ολιγοπιστία αυτός ο λογισμός. Ο Θεός σε μια στιγμή μπορεί να τα διορθώσει όλα. Να σβήσει όλα τα στραβά. Κάνουν οι άνθρωποι σχέδια….έχει και Θεός τα δικά Του.
Να ήξερες πόσες φορές τύλιξε ο διάβολος τη γη με την ουρά του για να την καταστρέψει….
Δεν τον άφησε ο Θεός….του χαλάει τα σχέδια. Και το κακό που πάει να κάνει ο διάβολος, ο Θεός το αξιοποιεί και βγάζει μεγάλο καλό. Μην ανησυχείς!

Κάποια φορά ο π. Παϊσιος μου διηγήθηκε πως του παρουσιάστηκε η Παναγία μας, μέρα μεσημέρι, και τον βοήθησε σε μια ανάγκη που είχε. Συνομίλησαν μαζί για λίγα λεπτά.
Πως αισθανθήκατε γέροντα; Ρώτησα.
Μεγάλη χαρά….όμως αισθανόμουν και ντροπή…..δυσκολεύομαι…Μητέρα του Θεού είναι….με τον άγιο Ιωακείμ και την αγία Άννα κινούμε πιο άνετα!

Ρώτησε κάποιος. Γέροντα είναι μερικά ζευγάρια που ενώ θέλουν, δεν μπορούν να κάνουν παιδιά. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Για να βολεύεται και κανένα ορφανό…τους έδωσε και ο Θεός ένα δικό τους μετά!

Είπε πάλι. Όταν γυρίζει κανείς από την δουλειά του και είναι νευριασμένος ή αγχωμένος καλύτερα είναι να πάει μια βόλτα στο πάρκο για είκοσι λεπτά και να γυρίσει στο σπίτι του ήρεμος και με χαμόγελο, και ας πάει καθυστερημένος.

Είπε πάλι. Σήμερα τον ζαλίζουν τον άνθρωπο. Τα χτυπάνε τα καημένα τα παιδιά από δω και από κει με διάφορες θεωρίες, τα πιάνει μετά φόβος, άγχος και ξεσπάνε στα ναρκωτικά και την διασκέδαση. Αλλά αυτή η κοσμική διασκέδαση προσθέτει άγχος.
Βλέπεται από αυτή την ζωή κανείς γεύεται σε κάποιο βαθμό την κόλαση ή τον παράδεισο αν ζει σύμφωνα με το θέλημα του θεού με την Εκκλησία.

Χάρισε γέροντας ένα βιβλίο στα μεγάλα παιδιά της Γ` Λυκείου, που έλεγε για την ελληνικότητα της Μακεδονίας.

Oι γονείς να προσέχουν στο σπίτι τι βιβλία, έχουν γιατί μπορεί να πέσουν στα χέρια των παιδιών και να πάθουν ζημιά. Στο σπίτι να έχεις μόνο χριστιανικά βιβλία.

Είπε πάλι. Όταν το παιδί από μικρό γεμίσει με Χριστό πηγαίνει στην εκκλησία με τους γονείς, κοινωνεί, ψάλλει, προσεύχεται, αργότερα όταν μεγαλώσει και φύγει μακριά από τους γονείς και βρεθεί ακόμη και σε άσχημο περιβάλλον δεν έχει ανάγκη. Είναι σαν το ξύλο που όταν έχει ποτιστεί καλά με λινέλαιο μετα δεν έχει ανάγκη από την βροχή, επειδή είναι ποτισμένο με το λαδί, δεν δέχεται τα νερά, τα πετάει έξω.

Έλεγε πάλι. Στα παιδία πρέπει να προσέχουμε πολύ τι τους λέμε. Γιατί έχουν μια απλότητα και τα πιστεύουν. Είναι και πολλά που έχουν μεγάλο φιλότιμο και παίρνουν τα λόγια των γονιών τους κατά γράμμα.

Ρώτησαν τον γέροντα.
Σε αυτά τα παιδία που έχουν μπλέξει με την γιόγκα και με την μαγεία, πρέπει να τους το λέει κανείς ξεκάθαρα, από την αρχή ότι είναι διαβολικά αυτά η να τους το λέει σιγά - σιγά΄;
Και ο γέρων απάντησε.
Να τους το λέει κανείς, αλλά με καλοσύνη.

Είπε πάλι.
Αν ο άνθρωπος αγαπήσει τον Θεό, αγαπάει και τον πλησίον και μετά παθαίνει υπερχείλιση η καρδιά και αγαπάει τα ζώα, την κτίση όλη.

http://www.pigizois.net/

Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2014

Άγιος νεομάρτυρας Ζαχαρίας






Άγιος νεομάρτυρας Ζαχαρίας
(πηγή:Τρελογιάννης)

Μαρτύρησε στην Πάτρα στις 20 Ιανουαρίου το 1782 (πάτριο εορτολόγιο)


Ο άγιος καταγόταν από την περιοχή της Άρτας και ήταν στο επάγγελμα γουναράς.
Για κάποιο λόγο, τον οποίο δεν γνωρίζομε ,αρνήθηκε τον Χριστό και έγινε μουσουλμάνος. Έφυγε δε και εγκαταστάθηκε στην Πάτρα., όπου είχε εργαστήριο και συνέχιζε το επάγγελμά του.

Παρά την άρνησή του είχε ένα βιβλίο « Αμαρτωλών σωτηρία» και το διάβαζε κρυφά. Το αποτέλεσμα ήταν να έλθει σε άκρα μετάνοια και να κλαίει πικρά για το μεγάλο κακό που έπαθε. Παρακαλούσε δε θερμά τον Κύριο να τον αξιώσει να τύχει της σωτηρίας του.

Ρώτησε ένα φίλο του Χριστιανό εάν γνωρίζει κάποιο καλό πνευματικό .
Ο φίλος του του υπέδειξε ένα ενάρετο και έμπειρο πνευματικό, τον οποίο επισκέφτηκε νύχτα και εξωμολογήθηκε την αμαρτία του και τον σκοπό που είχε να ομολογήσει φανερά τον Χριστό.
Ο πνευματικός άρχισε να τον νουθετεί λέγοντάς του ότι : καλός είναι μεν ο λογισμός σου αλλά δεν πρέπει να τον κάνουμε πράξη ευθύς αμέσως διότι πολλές φορές ο διάβολος πλανά τους ανθρώπους εκ δεξιών με καλούς λογισμούς. Ας δοκιμάσουμε λοιπόν τον λογισμό σου αν είναι εκ Θεού.
Θα πας στο εργαστήριό σου και θα κλειστείς μέσα για σαράντα ημέρες νηστεύοντας, προσευχόμενος και διαβάζοντας το βιβλίο που έχεις.
Θα κάνω κι εγώ στο κελί μου τα ίδια για την αγάπη σου και ύστερα έλα να τα ξαναπούμε πάλι.

Με πολλή χαρά ο Ζαχαρίας δέχτηκε τη συμβουλή του πνευματικού, κλείστηκε στο εργαστήριό του και έκανε όπως του είπε. Δεν πέρασαν είκοσι ημέρες και άναψε μια φλόγα στην καρδιά του , που του δημιούργησε τελεία αγάπη στον Χριστό και ακράτητη προθυμία να δώσει όχι μια ζωή αλλά και δέκα αν είχε για χάρη Του.

Μη μπορώντας να αντέξει αυτή την κατάσταση , πηγαίνει στον πνευματικό και, πέφτοντας στα πόδια του με δάκρυα , του λέει : ευλόγησέ με , πάτερ, να πάω στο μαρτύριο γιατί δεν μπορώ να υποφέρω τη φλόγα που άναψε στην καρδιά μου. Ο πνευματικός προσπαθούσε να τον αποτρέψει αλλά εκείνος επέμενε. Οπότε ο πνευματικός του ζήτησε να εξωμολογηθεί λεπτομερώς όλες του τις αμαρτίες. Στάθηκε τότε με σταυρωμένα τα χέρια και εξωμολογήθηκε με κατάνυξη όλες του τις πράξεις. Βρέθηκε τόσο καθαρός , εκτός από την άρνηση, που ήταν άξιος και για την ιερωσύνη.

Ο πνευματικός , σαν έμπειρος που ήταν , τον υποβάλλει σε άλλη μια δοκιμασία. Αφού τον έβαλε να καθίσει του λέει :

Σκέψου, παιδί μου, τι πας να κάνεις. Γιατί από τον καιρό του πολέμου που ήρθαν οι Αλβανοί στον Μωριά ( εννοεί την κατάπνιξη των Ορλωφικών το 1770) έμαθαν τους ντόπιους Τούρκους τέτοια βασανιστήρια για να παιδεύουν τους Χριστιανούς, που τα μαρτύρια των πρώτων Χριστιανών δεν είναι τίποτε μπροστά σε αυτά.
Μη νομίσεις πως ,αν παρουσιαστείς και ομολογήσεις ,αμέσως θα διατάξουν να σου κόψουν το κεφάλι, το αντίθετο.
 Γι’ αυτό σου λέω, παιδί μου, να ξεχάσεις αυτόν τον λογισμό που έχεις, για να μη βάλεις τον εαυτό σου σε μεγαλύτερη ταλαιπωρία και εμάς σε πειρασμούς και κινδύνους.
 Σου υπόσχομαι να κανονίσουμε τη σωτηρία σου με σιγουρότερο τρόπο, ώστε πράγματι να σωθείς γιατί δεν υπάρχει αμαρτία που να νικά την ευσπλαχνία του Θεού.

Ο άγιος στεκόταν και χαμογελούσε ενόσω έλεγε αυτά ο πνευματικός, κατόπιν σκυθρώπιασε για λίγο και αφού αναστέναξε από τα βάθη της καρδιάς, του αποκρίθηκε:

Θαυμάζω, πνευματικέ, με την τόση φρόνηση που έχεις ,να κάθεσαι και να μου λες λόγια ανόητων παιδιών. Εγώ έχω αφιερωμένο ολόκληρο τον εαυτό μου στον Χριστό, έχω τόση δίψα να βασανιστώ για τον Χριστό μου, που επιθυμώ να υπομείνω περισσότερα από εκείνα που μου λες των Αλβανών.

Τότε ο πνευματικός, δοξάζοντας τον Θεό για την τόση χάρη που στάλαξε στην καρδιά του, του διάβασε την σχετική ευχή της Εκκλησίας, τον μύρωσε με το Άγιο Μύρο, τον κοινώνησε τα Άχραντα Μυστήρια και αφού έψαλαν μαζί την Παράκληση στην Υπεραγία Θεοτόκο, τον σταύρωσε και τον άφησε να φύγει λέγοντάς του να μην προσβάλει την θρησκεία των Τούρκων αλλά με σύντομα λόγια να αρνηθεί το Ισλάμ και να ομολογήσει τον Χριστό.

Ο άγιος τότε φίλησε το χέρι του πνευματικού και γύρισε στο εργαστήριό του.
Πούλησε όλα του τα υπάρχοντα και μοίρασε τα χρήματα στους φτωχούςκρατώντας μόνο ελάχιστα.
Κατόπιν πήγε και παρέδωσε το κλειδί του εργαστηρίου μαζί με το ενοίκιο στον ιδιοκτήτη.
Στη συνέχεια κατευθύνθηκε στον δικαστή.
Στο δρόμο ζητούσε συγχώρεση από τους Χριστιανούς που εύρισκε.
Συνάντησε κι ένα φτωχό παιδί που δεν είχε ζωνάρι και του χάρισε το δικό του το μεταξωτό κι ένα παρά κι εκείνος ζώστηκε με λίγο σκοινί.
Μπαίνοντας στο δικαστήριο χαιρέτησε τον δικαστή.
Εκείνος μόλις τον είδε ( τον γνώριζε γιατί του έραβε τις γούνες ) του λέει :

Πού είναι το ζωνάρι σου, κακόμοιρε Μεεμέτη, έλα πάνω κάθισε , πες μου τι έπαθες ;

Ο άγιος τότε με πολύ θάρρος, χωρίς φόβο, του απάντησε :

Εγώ δεν είμαι Μεεμέτης αλλά Ζαχαρίας .

Αλλά επειδή γελάστηκα και αρνήθηκα τον Χριστό, τον αληθινό Θεό, τον οποίο πίστευα από τη γέννησή μου και δέχτηκα τη δική σας πίστη, τώρα ,που συναισθάνθηκα τι έκανα, ήρθα στο δικαστήριό σας να αρνηθώ την πίστη σας και να ενδυθώ τον Χριστό μου που αρνήθηκα. 

Γι’ αυτό λοιπόν , σε παρακαλώ, πάρε αυτά τα χρήματα για το χαράτσι και στείλτα με τον υπηρέτη σου στον φοροεισπράκτορα να μου φέρει ένα χαρατζοχάρτι για να είμαι κι εγώ ένας ραγιάς, όπως οι υπόλοιποι αδελφοί μου, οι Χριστιανοί.

Παιδί μου, Μεεμέτ πασά, άρχισε ο δικαστής , αν σου συνέβη κάτι κι έχασες τα λογικά σου, είμαι έτοιμος να συνάξω τους αγάδες να σε βοηθήσω, μόνο άνοιξέ μου την καρδιά σου.

Εγώ , αφέντη μου, πούλησα όλα μου τα υπάρχοντα και τα έδωσα ελεημοσύνη, δεν έχω ανάγκη από χρήματα.

Δίχως άλλο θάσαι μεθυσμένος, λέει ο δικαστής.

Πίστεψέ με , του απάντησε ο άγιος , έχω τρεις ημέρες που δεν έβαλα στο στόμα μου ούτε ψωμί ούτε νερό ούτε και καφέ. Άλλη αιτία δεν είναι απ’ αυτή που σου είπα , γι’ αυτό πάρε τα χρήματα και στείλε να μου φέρουν ένα χαρατζοχάρτι.

Βλέποντας ο δικαστής την επιμονή του, τον έστειλε στον πασά της πόλης, γράφοντάς του την υπόθεση.

Μπροστά στον πασά ο άγιος ομολόγησε και πάλι τον Χριστό. Ο πασάς τότε συγκέντρωσε τους αγάδες και τους ανακοίνωσε την υπόθεση.
Αποφάσισαν να τον κλείσουν στη φυλακή, να τον βγάζουν τρεις φορές την ημέρα και να τον ραβδίζουν τόσο σκληρά ώστε ή να επιστρέψει στο Ισλάμ ή να ξεψυχήσει.
Είπαν μάλιστα να μη χυθεί αίμα για να μην ορμήσουν οι Χριστιανοί να παίρνουν ματωμένα χώματα και γίνεται φασαρία.

Τον ράβδιζαν αλύπητα, τον χτυπούσαν με πέτρες στο στήθος και την κοιλιά ,εκείνος στεκόταν ασάλευτος στην πίστη του Χριστού προσευχόμενος ακαταπαύστως μυστικά , Κύριε Ιησού Χριστέ Υιέ του Θεού ελέησόν με τον αρνητή σου και βοήθησόν μοι.

Μετά από μερικές ημέρες ο επικεφαλής των στρατιωτών που τον βασάνιζαν διέταξε τον δεσμοφύλακα να τον βασανίσει τη νύχτα τόσο πολύ ώστε να πεθάνει για να μη παιδεύονται κάθε μέρα να τον ραβδίζουν. Ο δεσμοφύλακας τότε τον έβαλε στο τιμωρητικό ξύλο, του τέντωσε πολύ τα πόδια και ανέβηκε για να δειπνήσει. Ο άγιος είπε σε κάποια στιγμή ωχ , επειδή πόνεσε πολύ .
Τον άκουσε ο δεσμοφύλακας και του λέει : τώρα ,άπιστε, να πιω όλο το κρασί και να κατέβω, να σε κόψω κομμάτια.

Και ο μάρτυρας τον προκάλεσε λέγοντάς του : αν είσαι παλικάρι μη λες μόνο λόγια αλλά να το κάνεις, να σου χρωστάω και χάρη.

Κατέβηκε τότε ο δεσμοφύλακας και τέντωσε υπερβολικά τα πόδια του μάρτυρος και ανέβηκε να αποδειπνήσει . Κι όπως έκανε να σαλέψει ο άγιος σκίστηκαν τα σκέλη του. Ο άγιος τότε ,κάνοντας το σημείο του σταυρού σε όλο το σώμα του και λέγοντας Κύριε , εις χείρας Σου παρατίθημι το πνεύμα μου, ξεψύχησε.

Αμέσως τότε η φυλακή γέμισε από μια απερίγραπτη ευωδία, τόση πολλή που ο φύλακας έφυγε κατησχυμένος και κοιμήθηκε αλλού.

Το πρωί οι Χριστιανοί έμαθαν ότι ο άγιος τελείωσε το μαρτύριο και με μεγάλη χαρά δόξασαν τον Θεό.
Ο Μητροπολίτης ζήτησε από τον πασά το άγιο λείψανο για να το ενταφιάσει.
Εκείνος του απάντησε ότι αυτός δεν είναι ούτε από μας ούτε από σας, επειδή και τις δύο θρησκείες κορόιδεψε, γι’ αυτό δεν είναι άξιος ταφής.
Διέταξε δυο στρατιώτες να δέσουν το άγιο λείψανο από τα πόδια και να το ρίξουν σ’ ένα ξεροπήγαδο.
 Ρίχνοντάς το μέσα ο άγιος έμεινε γονατιστός και το σώμα του όρθιο.

Τη νύχτα φως ουράνιο έλαμπε πάνω στο ξεροπήγαδο και οι Χριστιανοί με φωνές έτρεχαν και προσκυνούσαν τον άγιο.

Την άλλη μέρα οι Τούρκοι πήγαν και έριξαν χόρτα και χώματα κι έτσι ο άγιος έμεινε εκεί σφαλισμένος μέσα στο πηγάδι.

http://salograia.blogspot.com

Δεν δικαιολογείς τους άλλους και δικαιολογείς τον εαυτό σου;




-Γέροντα, όταν δεν δικαιολογώ τους άλλους για μια πράξη τους, αυτό σημαίνει ότι έχω σκληρή καρδιά;

-Δεν δικαιολογείς τους άλλους και δικαιολογείς τον εαυτό σου; Μεθαύριο και ο Χριστός δεν θα σε δικαιολογήσει. Μπορεί σε μια στιγμή η καρδιά του ανθρώπου να γίνει σκληρή σαν πέτρα, αν φερθεί με κακία, και σε μια στιγμή να γίνει πολύ τρυφερή, αν φερθεί με αγάπη. Να αποκτήσεις μητρική καρδιά. Βλέπεις, η μάνα όλα τα συγχωρεί και καμμιά φορά κάνει πως δεν βλέπει.

Όποιος κάνει σωστή πνευματική εργασία, για όλους βρίσκει ελαφρυντικά, όλους τους δικαιολογεί, ενώ τον εαυτό του ποτέ δεν τον δικαιολογεί, ακόμη και όταν έχει δίκαιο. Πάντοτε λέει ότι φταίει, γιατί σκέφτεται ότι δεν αξιοποιεί τις ευκαιρίες που του δίνονται. Βλέπει λ.χ. έναν να κλέβει και σκέφτεται ότι και ο ίδιος, αν δεν είχε βοηθηθεί, θα έκλεβε περισσότερο από αυτόν και λέει: «Ο Θεός εμένα με βοήθησε, αλλά εγώ οικειοποιήθηκα τα δώρα του Θεού.
Αυτό είναι μεγαλύτερη κλεψιά. Η διαφορά είναι ότι του άλλου η κλεψιά φαίνεται, ενώ η δική μου δεν φαίνεται». Έτσι καταδικάζει τον εαυτό του και κρίνει με επιείκεια τον συνάνθρωπό του. Ή, αν δει στον άλλον ένα ελάττωμα, είτε μικρό είτε μεγάλο, τον δικαιολογεί, βάζοντας καλούς λογισμούς. Σκέφτεται ότι και αυτός έχει πολλά ελαττώματα, τα οποία βλέπουν οι άλλοι. Γιατί, αν ψάξει κανείς, βρίσκει πολλά στραβά στον εαυτό του, ώστε μπορεί εύκολα να δικαιολογεί τον άλλον. Πόσα και πόσα δεν έχουμε κάνει! «Αμαρτίας νεότητος μου και αγνοίας μου μη μνησθής. Κύριε».

- Όταν, Γέροντα, μου ζητήσουν μια εξυπηρέτηση και την κάνω πρόθυμα, αλλά πάνω στην βιασύνη κάνω μια μικρή ζημιά και μου κάνουν παρατήρηση, δικαιολογώ τον εαυτό μου.

-Πήγες να κάνεις ένα καλό, έκανες και μια μικρή ζημιά. Δέξου την παρατήρηση για την μικρή ζημιά, για να λάβεις ολόκληρη την αμοιβή. Ο διάβολος είναι πολύ πονηρός. Την τέχνη του την ξέρει άριστα. Την πείρα τόσων χρόνων να μην την αξιοποιήσει! Σε βάζει να δικαιολογηθείς, για να χάσεις την ωφέλεια από το καλό που έκανες. Όταν δεις έναν άνθρωπο καταϊδρωμένο να σηκώνει στον ώμο του ένα φορτίο κι εσύ πας να του το πάρεις, για να τον ελαφρώσεις, ε, αυτό είναι κάπως φυσικό. Είδες το βάρος που κουβαλούσε, κινήθηκες από φιλότιμο και έτρεξες να τον βοηθήσεις. Το να σηκώσεις όμως μια κουβέντα που θα σου πει ο άλλος άδικα, αυτό έχει ψωμί Αν, όταν μας κάνουν μια παρατήρηση, αμέσως δικαιολογούμαστε, αυτό φανερώνει ότι έχουμε ακόμη μέσα μας ολοζώντανο το κοσμικό φρόνημα.

-Γέροντα, πού οφείλεται η δικαιολογία;

-Στον εγωισμό. Η δικαιολογία είναι πτώση και διώχνει την Χάρη του Θεού. Πρέπει όχι μόνο να μη δικαιολογείται κανείς, αλλά και να αγαπήσει την αδικία που γίνεται εις βάρος του. Αυτή η δικαιολογία μας έβγαλε από τον Παράδεισο. Έτσι δεν το έπαθε ο Αδάμ; Όταν τον ρώτησε ο Θεός: «μήπως έφαγες από το δένδρο που σου είπα να μη φας;», εκείνος δεν είπε: «ήμαρτον, Θεέ μου, ναι, έσφαλα», αλλά δικαιολογήθηκε. «Η γυναίκα που μου έδωσες, είπε, αυτή μου έδωσε και έφαγα». Σαν να έλεγε: «Εσύ φταις που έπλασες την Εύα»! Μήπως ήταν υποχρεωμένος ο Αδάμ σ' αυτό το θέμα να ακούσει την Εύα; Ρωτάει ο Θεός και την Εύα κι εκείνη απαντάει: «Το φίδι με απάτησε». Αν έλεγε ο Αδάμ: «ήμαρτον, Θεέ μου, έσφαλα» και αν έλεγε και η Εύα: «εγώ έσφαλα», όλα θα τακτο­ποιούνταν. Αλλά αμέσως δικαιολογία-δικαιολογία.

-Γέροντα, τί φταίει, όταν κάποιος δεν καταλαβαίνει πόσο κακό είναι η δικαιολογία;
-Τί φταίει; Ότι φταίει! Όταν κανείς δικαιολογεί συνεχώς τον εαυτό του και νομίζει ότι οι άλλοι δεν τον καταλαβαίνουν, ότι όλοι είναι άδικοι και αυτός είναι που πάσχει, είναι το θύμα, από 'κει και πέρα είναι ανεξέλεγκτος. Και το παράξενο μερικές φορές ποιό είναι; Ενώ ο ίδιος έχει αδικήσει και φταίει, λέει: «Εγώ θα την δεχόμουν την αδικία, αλλά δεν θέλω να κολασθεί ο άλλος». Πάει δηλαδή να δικαιολογηθεί, δήθεν από ... αγάπη, για να έρθει σε συναίσθηση ο άλλος, από τον οποίο νομίζει ότι αδικήθηκε, και να μην κολασθεί! Ή αρχίζει να δίνει ένα σωρό εξηγήσεις, μην τυχόν καταλάβει ο άλλος κάτι λάθος και ... κολασθεί! Βλέπετε ο διάβολος τί λεπτή εργασία κάνει;

(Γ. Παϊσίου Αγιορείτου, «Πνευματικός αγώνας. Λόγοι»,


http://1myblog.pblogs.gr/

Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2014

Ο ΑΓΙΟΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ Ο ΧΙΟΠΟΛΙΤΗΣ (1785 -1807) Ένας νεαρός αθλητής της πίστεως από τη Χίο αγιάζει με το αίμα του την ένδοξη μικρασιατική γη





Ανάμεσα στους πολυάριθμους αγίους, που ανέδειξε η Πρόνοια του Θεού στο μυροβόλο και ευλογημένο νησί της Χίου συναριθμείται και ο Άγιος ένδοξος νεομάρτυς Γεώργιος ο Χιοπολίτης, που μαρτύρησε στις 26 Νοεμβρίου 1807 στις Κυδωνιές (Αϊβαλί) της αγιοτόκου και μαρτυρικής μικρασιατικής γης. Επ’ ευκαιρία της ιεράς μνήμης του θα επιχειρήσουμε να σκιαγραφήσουμε την αγωνιστική μορφή του νεαρού αθλητή της πίστεως μας, που μαρτύρησε για τον Χριστό στα δύσκολα και σκοτεινά χρόνια της Τουρκοκρατίας και προσφέρει στον σημερινό άνθρωπο της πνευματικά αποβιταμινωμένης και θρησκευτικά αδιάφορης εποχής μας ένα φωτεινό παράδειγμα φλογερής πίστεως και ακμαίου φρονήματος.

Ο Άγιος Γεώργιος ο Χιοπολίτης γεννήθηκε το 1785 στο χωριό Πιτυός της βόρειας Χίου. Οι γονείς του ονομάζονταν Παρασκευάς και Αγγερώ, αλλά σε ηλικία μόλις εννέα μηνών πεθαίνει η μητέρα του. Ο πατέρας του ξαναπαντρεύτηκε και παρέδωσε τον μικρό Γεώργιο σε ένα ξυλογλύπτη για να μάθει κοντά του την ξυλογλυπτική τέχνη. Ο τεχνίτης τον πήρε μαζί του στα Ψαρά και εκεί ανέλαβαν από κοινού την κατασκευή του τέμπλου του ναού του Αγίου Νικολάου. Από τα Ψαρά έφυγε όμως κρυφά ο Γεώργιος μαζί με άλλους και έφτασε στην Καβάλα. Εκεί συνελήφθη να κόβει καρπούζια σε έναν κήπο και οδηγήθηκε στον κριτή, όπου από φόβο αρνήθηκε τη χριστιανική του πίστη. Έτσι ο Γεώργιος από χριστιανός έγινε μωαμεθανός και άρχισε να εργάζεται κοντά σε Τούρκους. Στο μεταξύ ο πατέρας του και οι συγγενείς του δεν γνώριζαν τίποτα από αυτά και ούτε ήξεραν, πού βρίσκεται. Κάποια ημέρα έφτασε ο Γεώργιος στη Χίο με ένα καΐκι φορτωμένο καρπούζια. Κάποιος συγγενής του τον αναγνώρισε και έτρεξε για να τον χαιρετίσει. Φτάνοντας όμως κοντά του, άκουσε κάποιον από το πλήρωμα να τον φωνάζει με το τουρκικό όνομα Αχμέτ. Ο συγγενής ξαφνιάστηκε και ρώτησε το παιδί, γιατί τον φώναζαν Αχμέτ και όχι Γεώργιο. Ο μικρός έτρεξε στο καΐκι και μέχρι να ειδοποιηθεί ο πατέρας του, το πλοίο έφυγε από τη Χίο. Δεν πέρασε πολύς καιρός και ο Γεώργιος ξανάρθε στη Χίο για να επισκεφθεί τον πατέρα του, ο οποίος όμως απουσίαζε σε ταξίδι. Έφυγε απογοητευμένος, αλλά αποφασισμένος να συναντήσει τον πατέρα του και να του εκμυστηρευτεί το παράπτωμά του. Γι’ αυτό ήρθε και πάλι στη Χίο και μάλιστα αυτή τη φορά φορώντας χριστιανικά ενδύματα. Με δάκρυα ζήτησε από τον πατέρα του να τον συγχωρέσει και να τον βοηθήσει να επανορθώσει. Ο πατέρας του τον οδήγησε στον πνευματικό της ενορίας του για να τον καθοδηγήσει πνευματικά και να τον ενισχύσει στην πίστη του. Όμως ο κίνδυνος για τον νεαρό Γεώργιο ήταν μεγάλος, αφού οι Τούρκοι θα προσπαθούσαν να τον επαναφέρουν στον μωαμεθανισμό. Γι’ αυτό και ο πατέρας του τον έστειλε στις Κυδωνιές, το σημερινό Αϊβαλί της Μικράς Ασίας, όπου τον παρέδωσε σε έναν καλό χριστιανό και στον οποίο αποκάλυψε, τί είχε συμβεί στο παιδί του. Ο χριστιανός αυτός τον έστειλε έξω από την πόλη για να είναι περισσότερο ασφαλής. Εκεί έμεινε δέκα χρόνια διάγοντας χριστιανικό βίο και δουλεύοντας τίμια και αποδοτικά.

Όταν ο Γεώργιος έγινε είκοσι ετών, ξεθάρρεψε και αποφάσισε να πάει στην πόλη των Κυδωνιών για να μείνει και να εργασθεί. Έχοντας μάλιστα αποκτήσει πολλούς φίλους, νοίκιασε ένα δωμάτιο στο σπίτι μίας γερόντισσας στις Κυδωνιές, που τον φρόντιζε σαν παιδί της και γνώριζε το παράπτωμά του. Ο πατέρας του όμως ανησυχούσε για την τύχη του παιδιού του και πρότεινε στον Γεώργιο να γίνει ναυτικός και να τον βάλει σε ρώσικο πλοίο.

Ο Γεώργιος όμως ήταν ευχαριστημένος με τη ζωή του και αρνήθηκε την πρόταση του πατέρα του. Γνώρισε μάλιστα και μία κοπέλα και σε ηλικία είκοσι δύο ετών αρραβωνιάσθηκε. Προτού γίνουν οι αρραβώνες, οι συγγενείς της κοπέλας ζήτησαν τη γνώμη της γερόντισσας, που φρόντιζε τον Γεώργιο. Εκείνη είπε τη γνώμη της, αλλά μεταξύ των άλλων αποκάλυψε το μυστικό του παιδιού, ότι δηλαδή στα παιδικά του χρόνια είχε γίνει μωαμεθανός. Το γεγονός αυτό δεν επηρέασε καθόλου τον αρραβώνα, αφού ο Γεώργιος ήταν ιδιαίτερα αγαπητός σε όλους. Μετά τους αρραβώνες άρχισε να ετοιμάζεται για γάμο. Του χρειαζόταν όμως χρήματα και γι’ αυτό ζήτησε από τον αδελφό της κοπέλας του τα δανεικά χρήματα, που του είχε δώσει. Ο αδελφός αρνήθηκε να τα δώσει και για να τον εκδικηθεί, τον κατήγγειλε στις τουρκικές αρχές, ότι είναι εξωμότης. Οι φίλοι του Γεωργίου έμαθαν το θλιβερό αυτό γεγονός και άρχισαν να τον παρακινούν να φύγει από τις Κυδωνιές για να σωθεί. Ο Γεώργιος όμως έμεινε εκεί, αποφασισμένος να μαρτυρήσει για τη χριστιανική του πίστη. Διατάχθηκε η σύλληψή του, αλλά ο Γεώργιος παραδόθηκε μόνος του και οδηγήθηκε στον Τούρκο διοικητή, όπου επέδειξε με γενναιότητα τη σθεναρή και αμετακίνητη πίστη του στον ένα και αληθινό Θεό.

Στις 8 Νοεμβρίου 1807 τον οδήγησαν και τον έκλεισαν στη φυλακή, όπου έμεινε δεκαεπτά ημέρες, υπομένοντας πολλά βασανιστήρια. Οι Τούρκοι επιχείρησαν πολλές φορές με υποσχέσεις, πιέσεις και απειλές να του αλλάξουν το χριστιανικό του φρόνημα, αλλά ο Γεώργιος ομολογούσε πάντοτε με παρρησία την πίστη του στον Χριστό. Ο ευσεβής λαός των Κυδωνιών, που τόσο αγαπούσε τον νεαρό Γεώργιο, προσευχόταν στον Θεό για να τον ενισχύσει στον αγώνα του, ώστε να μείνει σταθερός και ακλόνητος στην πίστη του, ενώ μέσα στη φυλακή ένας καλός χριστιανός τον παρηγορούσε και τον στήριζε πνευματικά.


Στις 24 Νοεμβρίου βγήκε η απόφαση να θανατωθεί με αποκεφαλισμό. Οι χριστιανοί τον ειδοποίησαν και μάλιστα αποφάσισαν να στείλουν στη φυλακή ιερέα για να τον εξομολογήσει και να τον κοινωνήσει. Για να επιτευχθεί αυτό, ένας ιερέας προφασίσθηκε, ότι μάλωσε με έναν χριστιανό και έτσι φυλακίσθηκε από τους Τούρκους. Ο Γεώργιος εξομολογήθηκε και κοινώνησε μέσα στη φυλακή και ανέμενε πλέον με χαρά και ηρεμία να αξιωθεί του μαρτυρίου. Το βράδυ της 25ης Νοεμβρίου συγκεντρώθηκε πλήθος χριστιανών στον ναό, όπου τελέσθηκε ολονύκτια αγρυπνία για την πνευματική ενίσχυση του νεαρού αθλητή της πίστεως. Αλλά ο κόσμος έχοντας πληροφορηθεί τη θανατική καταδίκη του Γεωργίου, άρχισε να συγκεντρώνεται στην αγορά, ενώ άλλοι βρίσκονταν έξω από τη φυλακή. Οι Τούρκοι ανησύχησαν από το πλήθος των συγκεντρωμένων χριστιανών στα διάφορα σημεία της πόλης και γι’ αυτό έστειλαν δύο χωροφύλακες για να τους διασκορπίσει. Ο Τούρκος αγάς διέταξε να βγάλουν τον Γεώργιο από τη φυλακή και να τον οδηγήσουν στον τόπο της εκτελέσεως. Στην πορεία του προς τον τόπο αυτό ο Γεώργιος ζητούσε από τους χριστιανούς, που συναντούσε, να τον συγχωρέσουν και τους παρακαλούσε να προσευχηθούν γι’ αυτόν. Μόλις έφτασε στον τόπο της εκτελέσεως γονάτισε πάνω στην πλάκα και έσκυψε το κεφάλι. Ο δήμιος τον ρώτησε , αν έχει μετανιώσει, αλλά ο θαρραλέος Γεώργιος απάντησε, ότι είναι χριστιανός και θα πεθάνει για τον Χριστό. Τότε του έριξε μια τουφεκιά στην πλάτη και αμέσως πήρε φωτιά το ένδυμα του μάρτυρα. Άφθονο αίμα άρχισε να τρέχει, αλλά ο Γεώργιος έμεινε σταθερός και ακλόνητος στην πίστη του. Στη συνέχεια ο δήμιος του χάραξε τον λαιμό με ένα μαχαίρι και ακολούθως με ορμή τον κτύπησε τόσο δυνατά, ώστε το μαχαίρι σφηνώθηκε στον τράχηλο. Με υπομονή και καρτερία υπέμεινε ο Γεώργιος το επίγειο μαρτυρικό του τέλος μέχρι που τον αποκεφάλισαν. Ο αποκεφαλισμός του Αγίου έλαβε χώρα στις 26 Νοεμβρίου 1807 και η αγία ψυχή του εικοσιδιάχρονου γενναίου αθλητή της πίστεως μετέβη στον Πανάγαθο Θεό, που τόσο αγάπησε.

Μετά το μαρτυρικό τέλος του Αγίου ο συγκεντρωμένος κόσμος ξεχύθηκε με πόνο πάνω στο ζεστό κορμί του. Γράφει χαρακτηριστικά ο Αϊβαλιώτης λογοτέχνης Φώτης Κόντογλου: «Τότε ούλος κείνος ο κόσμος χύθηκε έξω φρενών απάνου στο ζεστό κορμί. Και άλλος σφούγγιζε το αίμα, άλλος ασπαζόταν τ’ άγιο λείψανο ή την πλάκα, άλλος ξέσκιζε ένα κομμάτι απ’ το ρούχο του, άλλος δόξαζε τον Θεό. Μάταια τα τουρκιά τους χτυπούσανε με τα ραβδιά και τους κλωτσούσανε. Ο αγάς πρόσταξε να τους βαρέσουνε στα καλά, κι οι τούρκοι βάνανε τις φωνές και πέσανε με γυμνά σπαθιά απάνου στους χριστιανούς. Οι κακόμοιροι οι χριστιανοί σκορπίσανε φωνάζοντας «Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον» κι άλλος έχασε το φανάρι του, άλλος το ραβδί του, άλλος τα παπούτσια του, άλλος το καλπάκι του…».

Το λείψανο του Αγίου πετάχθηκε σε ρεματιά έξω από την πόλη σύμφωνα με μια εκδοχή ή ρίχθηκε στη θάλασσα σύμφωνα με άλλη. Οι χριστιανοί το περισυνέλεξαν και το πήγαν στο ερημονήσι Νησοπούλα, που βρίσκεται έξω από το Αϊβαλί, όπου και το ενταφίασαν. Μετά από χρόνια έγινε η ανακομιδή του ιερού λειψάνου και το τοποθέτησαν σε ναό, που ανεγέρθηκε προς τιμήν του Αγίου, στον τόπο του μαρτυρίου του. Μέχρι τη Μικρασιατική καταστροφή του 1922 τελούνταν στις Κυδωνιές μεγάλη πανήγυρις προς τιμήν του Αγίου, που είναι ο πολιούχος και προστάτης άγιος των απανταχού της Γης Κυδωνιατών.

Σήμερα ο Άγιος Γεώργιος ο Χιοπολίτης εορτάζεται από τους μικρασιάτες πρόσφυγες των Κυδωνιών στους ιερούς ναούς του Αγίου Γεωργίου και του Αγίου Νικολάου στην πόλη της Μυτιλήνης, αλλά και στο χωριό Νέες Κυδωνιές της Λέσβου, όπου ο ενοριακός ναός τιμάται επ’ ονόματι του Αγίου. Στη Χίο ο Άγιος τιμάται στον ομώνυμο ιερό ναό του στο χωριό Πιτυός, που εγκαινιάσθηκε στις 11 Αυγούστου 2001, ενώ ναοί προς τιμήν του Αγίου έχουν επίσης ανεγερθεί στο Άκτιο Πρεβέζης και στον Διόνυσο Αττικής. Ιερά λείψανα του Αγίου φυλάσσονται στην Παναγιούδα της Λέσβου και στην Ιερά Μονή του Προφήτου Ηλιού στη Σαντορίνη, ενώ παλαιά εικόνα του νεομάρτυρος, φιλοτεχνημένη το 1847, φυλάσσεται στον ιερό μητροπολιτικό ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος στην Ερμούπολη της Σύρου, όπου ο Άγιος τιμάται ως προστάτης της συντεχνίας των αρτοποιών. Επίσης το ασημένιο περικάλυμμα της κάρας του Αγίου πουλήθηκε από τους Τούρκους σε κάποιο Γερμανό, ο οποίος το μεταπούλησε σε χριστιανό και εκείνος το δώρισε στο Μουσείο Μπενάκη των Αθηνών, όπου βρίσκεται μέχρι σήμερα.

Στις 26 Νοεμβρίου η Ορθόδοξη Εκκλησία μας τιμά μαζί με τον λαοφιλή προστάτη των παιδιών Άγιο Στυλιανό και τον πολιούχο της ιστορικής πόλεως της Σπάρτης Όσιο Νίκωνα τον Μετανοείτε και έναν νεαρό αθλητή της πίστεως, τον Άγιο ένδοξο νεομάρτυρα Γεώργιο τον Χιοπολίτη, ο οποίος μας καλεί να αφυπνιστούμε πνευματικά και να επαναπροσδιορίσουμε την κατά Χριστόν πνευματική μας πορεία.
Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος
Εκπαιδευτικός

 Βιβλιογραφία
1. Κόντογλου Φωτίου, Μαρτύριον του Αγίου Γεωργίου του Χιοπολίτου, «Κιβωτός», Αθήναι 1953
2. Σωτηρίου Γ.Π., Ο Νεομάρτυς Άγιος Γεώργιος ο Χιοπολίτης, πολιούχος Κυδωνιών, Μυτιλήνη 1955
3. Χαλκιά –Στεφάνου Πόπης, Οι Άγιοι της Χίου, Εκδόσεις Επτάλοφος, Β΄ Έκδοσις, Αθήναι 2008

 http://www.imchiou.gr

Δευτέρα 24 Νοεμβρίου 2014

«πτωχός και αλγών είμί εγώ....»- γέροντες Πορφύριος και Επιφάνιος....



«Δεν πέρασαν πολλά χρόνια και η ασθένεια του πνευματικού υποτροπίασε.Χρειάσθηκε νέα εγχείρηση αλλά η κατασταση της υγείας του διαρκώς χειροτέρευε.Ο ασθενής πονούσε αφόρητα , δεν έτρωγε τίποτα , τον διατηρούσαν με ορούς και μέρα με τη μέρα έλιωνε σαν το κερί. Σε μια από τις επισκέψεις μου στο σπίτι όπου έμενε ο πνευματικός μου εκείνος μου είπε με σβησμένη φωνή.: Να πεις στον π. Πορφύριο ότι πονούσε πάρα πολύ και τον παρακαλώ γονυπετώς να προσευχηθεί για μένα.Αν είναι θέλημα Θεού να ζήσω ας με κάνει δώρο στα πνευματικά μου παιδιά, αν πάλι το θέλημα Του είναι να με πάρει ας με πάρει. Ευλογημένο να είναι το όνομα Του.

Όταν μετέφερα αυτό το μήνυμα στον π.Πορφύριο συγκινήθηκε ακούγοντας του και μού ζητησε να σχηματίσω αμέσως τον αριθμό του τηλεφώνου του.Και τότε ακολούθησε ένας συγκλονιστικός διάλογος μεταξύ του πνευματικού μου, που βρισκόταν στο χείλος τού τάφου,και τού π.Πορφυρίου που έφθασε στο παρελθόν τρείς φορές μέχρι το σημείο αυτό.


Ο π. Πορφύριος τον ενεθάρρυνε αναφέροντας περιστατικά από δικές του ανάλογες εμπειρίες και ο πνευματικός μου μόλις που μπορούσε να απαντά μονολεκτικά κάτω από τους φοβερούς πόνους του.Ο καθηγητής της πνευματικής ζωής που σταυρώθηκε πολλές φορές , στήριζε το δάσκαλο στις πιο δύσκολες ώρες τού σταυρού του.


Ο π. Πορφύριος άφησε ανοιχτή την τηλεφωνική συσκευή και άκουσα όλη τη συνομιλία γονατιστός και δακρυσμένος.


Όταν τελείωσε ο π.Πορφύριος στράφηκε σε μένα και είπε «Τι θαύμα ήταν αυτό; Ο πνευματικός σου ήταν δίπλα μου .Τον είδες;»

«Όχι γέροντα» απάντησα, «δεν τον είδα».

Κι ο π.Πορφύριος συνέχισε «Είναι μεγάλο θαύμα.Τα σώματα μακριά , οι ψυχές μαζί.Του τηλεφωνώ τακτικά και τη μερα και τη νύκτα ιδιαίτερα όταν βλέπω ότι πονά πολύ.Συμφωνήσαμε να προσευχόμαστε μαζί τις ίδιες ώρες.Θέλω να του μιλώ όταν πονά πολύ.Αυτό κανει πολύ καλό.Αλλά τον κουράζουν πολύ οι επισκέπτες και αυτόν και εμένα.Τον καταλαβαίνω πολύ, τα έχω περάσει κι εγώ.Καλά κάνανε και δεν τον ανοίξανε.Έτσι να τον αφήσουν, όσο τον κρατήσει ο Θεός.»


Με απεγνωσμένη ελπίδα τον ρώτησα:

«Γέροντα, αν θέλει ο θεός έστω και τώρα δε μπορεί να γίνει θαύμα και να ζήσει; »

Ο Γέροντας απάντησε «Αν θέλει ο θεός όλα γίνονται.»

Αλλά ο Θεός δεν θέλησε ή μάλλον θέλησε διαφορετικά, κατά την πανσοφία τής αγάπης Του.Σε λίγες μέρες τον πήρε στον ουρανό.


Σημ. Μisha: o συγγραφέας του περιστατικού ήταν δικαστικός, πνευματικοπαίδι του π.Πορφυρίου αλλά και του π.Επιφανίου.Υπέγραψε την πρώτη βιογραφία του γέροντος Πορφυρίου ως Κωνσταντίνος Γιαννιτσιώτης (το Γιαννιτσιώτης ήταν ψευδώνυμο) , και είναι ήδη κοντά στους δύο γεροντάδες.Ο καρκινοπαθής πνευματικός του περιστατικού είναι ο μακαριστός όσιος γέρων π.Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος. (+1989)


http://misha.pblogs.gr/

Σάββατο 22 Νοεμβρίου 2014

Γέροντας Πορφύριος: "Ο χριστιανός πρέπει να γίνει ποιητής"!




Όποιος θέλει να γίνει χριστιανός, πρέπει πρώτα να γίνει ποιητής

Η ψυχή του χριστιανού πρέπει να είναι λεπτή, να είναι ευαίσθητη, να είναι αισθηματική, να πετάει, όλο να πετάει, να ζει μες στα όνειρα. Να πετάει μες στ’ άπειρο, μες στ’ άστρα, μες στα μεγαλεία του Θεού, μες στη σιωπή.

Όποιος θέλει να γίνει χριστιανός, πρέπει πρώτα να γίνει ποιητής. Αυτό είναι! Πρέπει να πονάς. Ν’ αγαπάς και να πονάς. Να πονάς γι’ αυτόν που αγαπάς. Η αγάπη κάνει κόπο για τον αγαπημένο. Όλη νύχτα τρέχει, αγρυπνεί, ματώνει τα πόδια, για να συναντηθεί με τον αγαπημένο. Κάνει θυσίες, δε λογαριάζει τίποτα, ούτε απειλές, ούτε δυσκολίες, εξαιτίας της αγάπης. Η αγάπη προς το Χριστό είναι άλλο πράγμα, απείρως ανώτερο.

Και όταν λέμε αγάπη, δεν είναι οι αρετές που θ’ αποκτήσουμε αλλά η αγαπώσα καρδιά προς το Χριστό και τους άλλους. Το καθετί εκεί να το στρέφουμε. Βλέπουμε μια μητέρα να έχει το παιδάκι της στην αγκαλιά, να το φιλάει και να λαχταράει η ψυχούλα της; Βλέπουμε να λάμπει το πρόσωπό της, που κρατάει το αγγελούδι της; Όλ’ αυτά ο άνθρωπος του Θεού τα βλέπει, του κάνουν εντύπωση και με δίψα λέει: “Να είχα κι εγώ αυτή τη λαχτάρα στο Θεό μου, στο Χριστό μου, στην Παναγίτσα μου, στους αγίους μας!”. Να, έτσι πρέπει ν’ αγαπήσουμε τον Χριστό, τον Θεό. Το επιθυμείς, το θέλεις και το αποκτάς με την χάρι του Θεού.

Εμείς, όμως, έχουμε φλόγα για το Χριστό; Τρέχουμε, όταν είμαστε κατάκοποι, να ξεκουρασθούμε στην προσευχή, στον Αγαπημένο ή το κάνουμε αγγάρια και λέμε: “Ω, τώρα έχω να κάνω προσευχή και κανόνα…”; Τι λείπει και νιώθουμε έτσι; Λείπει ο θείος έρως. Δεν έχει αξία να γίνεται μια τέτοια προσευχή. Ίσως μάλιστα κάνει και κακό.

Αν στραπατσαρισθεί η ψυχή και γίνει ανάξια της αγάπης του Χριστού, διακόπτει ο Χριστός τις σχέσεις, διότι ο Χριστός “χοντρές” ψυχές δε θέλει κοντά Του. Η ψυχή πρέπει να συνέλθει πάλι, για να γίνει άξια του Χριστού, να μετανοήσει “έως εβδομηκοντάκις επτά”. Η μετάνοια η αληθινή θα φέρει τον αγιασμό. Όχι να λες, “πάνε τα χρόνια μου χαμένα, δεν είμαι άξιος” κ.λπ., αλλά μπορείς να λες, “θυμάμαι κι εγώ τις μέρες τις αργές, που δε ζούσα κοντά στο Θεό…”. Και στη δική μου τη ζωή κάπου θα υπάρχουν άδειες μέρες. Ήμουνα δώδεκα χρονών, που έφυγα για το Άγιον Όρος. Δεν ήταν αυτά χρόνια; Μπορεί βέβαια να ήμουν μικρό παιδί, αλλά έζησα δώδεκα χρόνια μακράν του Θεού. Τόσα πολλά χρόνια!…

 “Γέροντος Πορφυρίου Καυσοκαλυβίτου Βίος και Λόγοι”
της Ιεράς Μονής Χυσοπηγής Χανίων.


http://imverias.blogspot.gr/

Ο Γέροντας Πορφύριος τι σου είπε;




Μεσημέρι, δύο η ώρα, βρίσκομαι στην Πλατεία Αγίων Αναργύρων Αθηνών.
Είμαι σταματημένη στο φανάρι προς Αθήνα. Με πλησιάζει ένας κύριος. -Μενίδι, σας παρακαλώ, πάμε; -Όχι! του απάντησα, δεν προλαβαίνω. Όντως δεν προλάβαινα, γιατί τρεις η ώρα έπρεπε να παραδώσω το ταξί στον Πειραιά.

Ο κύριος στεκόταν μπροστά μου περιμένοντας να περάσει άλλο ταξί. Κάτι μέσα μου μου έλεγε να τον εξυπη¬ρετήσω. Του έκανα νόημα να έρθει. Μόλις μπήκε στο ταξί αναφώνησε: «-Δεν είναι δυνατόν!» Και παίρνει τη φωτο¬γραφία του Γέροντα Πορφυρίου στα χέρια του και τη φι¬λάει. Την στιγμή εκείνη έχει ανάψει το φανάρι και έστριβα το τιμόνι προς Μενίδι. Ήθελα να του πάρω από τα χέρια τη φωτογραφία, μα όταν τον είδα με τι λαχτάρα τον κοι¬τούσε, ντράπηκα για τη σκέψη μου.

-Τον γνωρίσατε, με ρώτησε.
-Όχι, από τα βιβλία του τον γνώρισα και τον αγαπώ πάρα πολύ.
-Θέλεις, κοπέλα μου, να σου πω πώς τον γνώρισα εγώ;
-Και βέβαια θέλω, του είπα με χαρά.
-Άκου» η γυναίκα μου ήταν άρρωστη βαριά, είχε καρκίνο- οι γιατροί μας έδωσαν τρεις μήνες το πολύ ζωή. Εκείνη τη χρονιά ο γυιος μου ο μεγάλος τελείωνε το Λύκειο. Και μας ανακοίνωσε πως έχει κανονίσει με άλλα δέκα παιδιά, συμμαθητές του, να πάνε στο Άγιο Όρος για μια εβδομάδα. Είπαμε εντάξει. Τα παιδιά έφυγαν.

Στο μεταξύ η γυναίκα μου χειροτέρεψε. Ο γιατρός που την παρακολουθούσε μας είπε πως το τέλος ήταν κοντά. Τον ρωτήσαμε με αγωνία: «-Γιατρέ, τι μπορούμε να κάνουμε, να της δώσουμε λίγη ζωή ακόμη;» «-Θα κάνουμε ένα χειρουργείο ακόμη και ο Θεός βοηθός!» μας απάντησε. Εγώ συμφώνησα, η γυναίκα μου όμως αντέδρασε, γιατί ήθελε να περιμένουμε να γυρίσει το παιδί.

Ο γυιος μου γύρισε τόσο ευτυχισμένος, τόσο χαρούμενος, που έτσι δεν τον είχαμε δει ποτέ. Μας διηγιόταν πόσο όμορφα ήταν εκεί, πόσο εγκάρδια τους υποδέχθηκαν οι μοναχοί, πόση γαλήνη ένιωσαν μεσ’ στην ψυχή τους. Τόσο πολύ ένιωσε την παρουσία του Θεού, που είχε ξεχάσει πως η μητέρα του ήταν άρρωστη. Τη θυμήθηκε, όταν παρουσιάστηκε μπροστά τους ο Γέρων Πορφύριος. Μας είπε για τον Γέροντα Πορφύριο θαυμαστά πράγματα, που μας φαίνονταν απίστευτα.
-Συγγνώμη, αυτά που λέτε πότε γίνανε; τον διέκοψα.
-Πριν δυο χρόνια.
-Α, πρόσφατα! Λοιπόν, για πέστε μου.
-Όλα τα παιδιά καθόντουσαν κάτω από ένα δένδρο, μιλούσανε και γελούσανε, όταν ξαφνικά είδανε έναν καλό¬γερο να τα πλησιάζει. Σηκώθηκαν, του φίλησαν το χέρι και ο Γέροντας άρχισε να τους μιλάει προσφωνώντας κάθε παιδί με το όνομα του. Όπως καταλαβαίνεις, τα παιδιά απόρησαν, πού ήξερε τα ονόματα τους και τα οικογενειακά τους. Στο γυιο μου είπε: «-Πες της μαμμάς σου να μην κάνει χειρουργείο, είναι καλά!» «-Την ξέρετε;» «-Την ξέρω, όλους σας ξέρω!» «-Ποιος είστε;» τον ρώτησε. «-Είμαι ο Γέροντας Πορφύριος», είπε και έφυγε.
Στο γυρισμό από το Άγιο Όρος, σταμάτησαν στην Ουρανούπολη, σε ένα φαρμακείο να πάρουν ασπιρίνες, γιατί τους πείραξε η θάλασσα και ζαλίστηκαν. Μπαίνοντας στο φαρμακείο είδαν την εικόνα του Γέροντα Πορφυρίου και είπαν: «-Να ο Γέροντας Πορφύριος που είδαμε στο Άγιο Όρος!» Μόλις το άκουσε η φαρμακοποιός, σάστισε. «-Συγγνώμη, παιδιά, είδατε αυτόν τον Γέροντα στο Άγιο Όρος;» «-Ναι, τώρα από εκεί ερχόμαστε.» «-Είστε σίγουροι;» «-Βέβαια είμαστε σίγουροι, αφού μιλήσαμε μαζί του.

Και μάλιστα απορήσαμε πού ήξερε τα ονόματα μας και τα οικογενειακά μας. Όταν τον ρωτήσαμε ποιος είναι, μας είπε πως ήταν ο Γέροντας Πορφύριος». «-Παιδιά, είμαι σίγουρη ότι τον είδατε, όμως… Μην τρομάξετε μ’ αυτό που θα σας πω… Ο Γέροντας πέθανε πριν πέντε χρόνια!» Τα παιδιά έπαθαν σοκ! «-Αδύνατον!» της είπαν, «αφού μιλήσαμε!»
Και εγώ και η γυναίκα μου πιστέψαμε πως κάποιον άλλον είδαν, που τον έλεγαν κι αυτόν Πορφύριο και του έμοιαζε. Άλλωστε όλοι οι καλόγεροι μοιάζουν μεταξύ τους. «-Δεν με πιστεύετε, ε; Τέλος πάντων, εμένα μου είπε να μη πας για χειρουργείο, είσαι καλά», είπε το παιδί στη μητέρα του.

Σε δύο μέρες μπήκαμε στο νοσοκομείο. Την επομένη το πρωί θα γινόταν το χειρουργείο. Η ώρα του χει¬ρουργείου έφτασε και, ενώ εγώ περίμενα απ’ έξω με αγωνία, ξαφνικά, βλέπω τη γυναίκα μου να βγαίνει. Έτρεξα κοντά της: «-Τι έγινε;» «-Δεν κάνω χειρουργείο, είμαι καλά!» Από πίσω της βγήκε και ο γιατρός. «-Τι έγινε, γιατρέ;» «-Δεν ξέρω, δεν θέλει να χειρουργηθεί!» «-Σας είπα, είμαι καλά!» «-Κορίτσι μου, τρελάθηκες;» Την πήρα αγκαλιά και προσπαθούσα να την πείσω, πως πρέπει να γίνει η εγχείρηση. «-Σου είπα νιώθω καλά, κάντε μου εξετάσεις και θα δείτε ότι είμαι καλά, το νιώθω!» «-Ωραία!» είπε ο γιατρός, «ας μην την πιέσουμε, αφού νοιώθει καλά.» «-Δεν με πιστεύετε; Ωραία! Κάντε μου εξετάσεις για να πειστείτε.»

Πράγματι έγιναν οι εξετάσεις. Την επομένη μέρα μας ήρθαν και οι απαντήσεις.
Εδώ ο κύριος πήρε μια βαθιά ανάσα. -Τι έδειξαν οι απαντήσεις;
-Πως ποτέ δεν την άγγιξε η αρρώστια! Οι γιατροί να βλέπουν τις παλιές εξετάσεις και τις καινούργιες και να έχουν τρελαθεί! Δεν μπορεί, θα πρέπει να μπερδεύτηκαν με άλλες, θα ξανακάνουμε αύριο, έλεγαν απορημένοι.
Ωστόσο ήρθε ο γυιος μου, που βλέποντας τους για¬τρούς μπερδεμένους με τις εξετάσεις, μου λέει.

-Γιατί δεν πιστεύεις αυτά που μου είπε ο Γέροντας Πορφύριος στο Άγιο Όρος;
Τότε πετιέται ένας γιατρός:
-Τι είπες; Ο Γέροντας Πορφύριος τι σου είπε;
-Πως η μαμμά μου είναι καλά και να μην κάνει χει¬ρουργείο!
Ο γιατρός έβγαλε από την τσέπη του τη φωτογραφία του Γέροντα Πορφυρίου.
-Αυτόν είδες, αγώρι μου, στο Άγιο Όρος; -Ναι, Αυτόν!
-Οι εξετάσεις είναι σωστές! Η γυναίκα σας είναι κα¬λά, μπορείτε να φύγετε και τώρα μάλιστα! Ετοιμαστείτε!
Στη γυναίκα μου οι γιατροί είχαν δώσει τρεις μήνες το πολύ ζωή. Έχουν περάσει δυο χρόνια και είναι μια χα¬ρά, πιο καλά από ό,τι ήταν πριν την αρρώστια. Γι’ αυτό αγαπούμε πάρα πολύ τον Γέροντα Πορφύριο. Έχουμε πάει και στο Μοναστήρι του πολλές φορές. Και όποτε έχουμε δυσκολίες, εκείνος μας στηρίζει.

Η αφήγηση του κυρίου για ένα ακόμη θαύμα του Γε¬ροντάκου μου, μου έδωσε μεγάλη χαρά. Το μόνο που ψέλλισα, καθώς κατέβαινε ο κύριος, ήταν «ευχαριστώ!»

Από το βιβλίο: «Ταξιδεύοντας στα τείχη της πόλης», της μοναχής Πορφυρίας.
ΑΘΗΝΑ 2010
Κεντρική διάθεση Νεκτάριος Δ. Παναγόπουλος.


http://www.orp.gr/
http://skouliki-skoulikia.blogspot.com/

Ο γέροντας Πορφύριος ως αγιορείτης......................(αρχιμ.Βασιλείου Γοντικάκη)



Δεν ευχόμαστε να υπήρχε κάποιος που να μας έδιδε μια ζωντανή μαρτυρια της πίστεως Ούτε σχολιάζομε κάποιον ασκητή που βρίσκεται εν ζωή,αγωνίζεται.Καί δεν ξερουμε πώς θα τελειώσει.Τώρα ειναι διαφορετικά. Μιλούμε για καποιον πού άρχισε καί τελειωσε τον αγώνα της ζωής με ένα άγιο καί θαυμαστό τρόπο. Μπορεί να πη αφώνως στον Κύριο που τον έστειλε μεταξύ μας: «Το έργο ετελείωσα ο δέδωκάς μοι ίνα ποιήσω(Ιωαν.17,5) .Αλλά πάλι δεν είναι εύκολα τα πράγματα στην περίπτωση του γέροντος Πορφυρίου είναι κάτι το τελείως ιδιαίτερο από την αρχή μέχρι τέλους. Είναι μία θεοφάνεια κάτι τόσο άγιο καί καθαρό,για το οποίο ταιριάζει ή φράση: «Ψαυετω μηδαμώς χείρ αμύητων». Γι' αυτό δίσταζα και δεν ήθελα να μιλήσω. Καί τώρα διστάζω, γιατί μας ξεφεύγει το ασύλληπτο μεγαλείο του. "Εχομε ένα έκτακτο φαινόμενο προφητικής κλήσεως καί ζωής. Τον καλεί ό Θεός δωδεκάχρονο στα άγια των αγίων της έρημου του Αγίου "Ορους.Ενας θείος ερωτάς τον έλκει. Αστήρ μυστικός τον όδηγεί στον συγκεκριμενο γεροντα Παντελεήμονα, στην Καλΰβη του Αγίου Γεωργίου της Σκήτης των Καυσοκαλυβίων. Το Κυριάκο βρίσκεται κοντά, λίγο παρακάτω. Το ξεροκάλυβσ του γερο-Δημα βρίσκεται λίγο παραπάνω.


Το κελί του γέροντος Πορφυρίου

Έκεί ζή. Ανοίγει τα μάτια του στον νεο κόσρο της ασκήσεως. Αναπνεει τον καθαρό αέρα της ερήμου. Όσφραίνεται τα μυρίπνοα άνθη του Παραδείσου. Μπαίνει μεσα στο κάλλος της λειτουργικής θεολογίας.Την ίδια εποχή πολλοί έπισκέπτονται τό'Αγιον Όρος. Ό Σικελιανός καί ό Καζαντζάκης έρχονται ως έπισκέπτες στα Καυσοκαλύβια. Καθένας όμως, ανάλογα με το περιεχόμενο της ζωής του, έπισκεπτεται καί ανακαλύπτει ένα άλλο Άγιον Όρος.

Το βαθύ μυστήριο της Ορθοδοξίας. Ας το διαφυλάξουμε! Φώτης Κόντογλου

-->


Μεγάλο, πολύ μεγάλο και σπουδαίο είναι ένα ζήτημα που δεν του δώσανε σχεδόν καθόλου προσοχή οι περισσότεροι Έλληνες. Κι αυτό είναι το ότι από καιρό αρχίσανε κάποιοι δικοί μας κληρικοί να θέλουν και να επιδιώκουν να δέσουν στενές σχέσεις με τους παπικούς, που επί τόσους αιώνες μας ρημάξανε. Γιατί, στα αληθινά, δεν υπάρχει πιο μεγάλος αντίμαχος της φυλής μας, κι επίμονος αντίμαχος, που, σώνει και καλά, θέλει να σβήσει την Ορθοδοξία.

Οι δεσποτάδες που είπα πως τους έπιασε, άξαφνα κι αναπάντεχα, ο έρωτας με τους Λατίνους, λένε πως το κάνουνε από «αγάπη». Μα αυτό είναι χονδροειδέστατη δικαιολογία και καλά θα κάνουνε να παρατήσουνε αυτά τα ροσόλια της «αγάπης», που την κάνανε ρεζίλι. Ο διάβολος, άμα θελήσει να κάνει το πιο πονηρό παιγνίδι του, μιλά, ο αλιτήριος για αγάπη. Ο,τι είπε ο Χριστός, το λέγει κι αυτός κάλπικα, για να ξεγελάσει. Τώρα, στα καλά καθούμενα, τους ρασοφόρους μας στην Πόλη, τους έπιασε παροξυσμός της αγάπης για τους Ιταλιάνους, που στέκουνται, όπως πάντα, κρύοι και περήφανοι και δεν γυρίζουνε να τους δούνε αυτούς τους «εν Χριστώ αδελφούς», που όσα τους κάνανε από τον καιρό των Σταυροφόρων ίσαμε τώρα, δεν τους τάκανε μήτε Τούρκος, μήτε Τάταρος, μήτε Μωχαμετάνος. Ίσως και οι δικοί μας να κάνουν από παρεξηγημένη καλωσύνη.

Όπως είπα, οι περισσότεροι δικοί μας δεν δώσανε καμμιά σημασία σ  αυτές τις φιλοπαπικές κινήσεις, που είναι θάνατος για το γένος μας και που τις κινήσανε οι καταχθόνιες δυνάμεις που πολεμάνε τον Χριστό και που με τα λεπτά τους αγοράζουνε όλους, δεν δώσανε λοιπόν καμμιά σημασία, γιατί τα θεωρούνε τιποτένια πράγματα, αν δεν είναι κι οι ίδιοι αγορασμένοι, άξια μοναχά για κάποιους στενοκέφαλους παλιοημερολογίτες και φανατικούς αποπετρωμένους χριστιανούς. Τώρα τα μυαλά γινήκανε φαρδειά, και καταγίνονται με άλλα κοσμοϊστορικά προβλήματα! «Θα καθόμαστε να κυττάζουμε τώρα παπάδες κι Ορθοδοξίες»; Μα αυτούς δεν τους μέλει κι αν εξαφανισθεί από τον κόσμο κάθε ελληνικό πράγμα. Και θα εξαφανισθεί όχι τόσο εύκολα με τον αμερικανισμό που πάθαμε, όσο αν γίνουμε στη θρησκεία παπικοί. Γιατί γι  αυτού πάμε. Παπική Ελλάδα θα πει εξαφάνιση της Ελλάδας. Να γιατί είπα πως είναι πολύ σπουδαίο ζήτημα αυτές οι ερωτοτροπίες που αρχίσανε κάποιοι κληρικοί δικοί μας με τους παπικούς, κι η αιτία είναι το ότι δεν νοιώσανε τι είναι Ορθοδοξία ολότελα, μ  όλο που είναι δεσποτάδες.

Το κακό είναι πως ο λαός δεν πήρε, καλά-καλά, είδηση για τη συνωμοσία. Ποιός να τον πληροφορήσει, αφού οι γραμματισμένοι τα θεωρούνε αυτά τα πράγματα ανάξια για τη μοντέρνα σοφία τους, και τρέχουν σημαιοφόροι σε κάθε νεωτερισμό;

Από τότε που αρχίσανε οι λυκοφιλίες ανάμεσα στους δικούς μας και στους παπικούς (και σημείωσε πως οι δικοί μας φαγωθήκανε πρώτοι να πιάσουνε σχέση με τους Λατίνους σαν να πήρανε από κάπου διαταγή, κι ολοένα μιλάνε για «τον διάλογον» μαζί τους, δίχως να ξέρουνε καλά-καλά τι λένε), από τότε λοιπόν, ακούμε, κάθε τόσο, κάτι πράγματα θεατρικά, άνοστα, ανόητα, δίχως καμμιά σοβαρότητα, όπως είναι η λεγόμενη «Διάσκεψις της Ρόδου», τα νέα παρεκκλήσια του Βατικανού, κ.τ.λ. Στη Ρόδο πήγανε οι δικοί μας με σκοπό να πουλήσουν την Ορθοδοξία, γιατί γι  αυτούς είναι καθυστερημένη μορφή του Χριστιανισμού, δηλαδή ένας βλάχικος χριστιανισμός, και ν  αρχίσουν τον «διάλογον», που να τον πάρει η ευχή αυτόν τον «διάλογον». Και τι κάνανε; Τίποτα! Λόγια πολλά και χαμένα, που να ντρέπεται κι ο τελευταίος Έλληνας Ορθόδοξος.

Προχθές πάλι μάθαμε πως ο Πάπας εγκαινίασε ένα νέο περεκκλήσιο στο Βατικανό και έβαλε για εικόνες (μη χειρότερα!) τις φωτογραφίες του Πάπα και του Αθηναγόρα, «ο οποίος ίσταται όπισθεν του Ποντίφηκος»! Φαντασθείτε παρεκκλήσιο με φωτογραφίες (τι ακαλαίσθητα πράγματα!). Ο Πάπας λοιπόν θα προσεύχεται μπροστά στις δικές του φωτογραφίες! Δηλαδή τρελλάθηκαν οι άνθρωποι! Αυτά δεν τα κάνανε μήτε οι αραπάδες της Αφρικής. Συλλογίζομαι πόση σοβαρότητα έχουν οι Μουσουλμάνοι στη θρησκεία τους, και που καταντήσανε τη θρησκεία του Χριστού αυτοί οι αθεόφοβοι Ιταλιάνοι, που προσκυνάνε αγάλματα της Παναγιάς με κοκκινάδια, με σκουλαρίκια και με δαχτυλίδια. Κι εμείς οι Ορθόδοξοι, που φυλάξαμε το βαθύ μυστήριο της ευσέβειας, τώρα, στα καλά καθούμενα, πάμε να γίνουμε ένα μ  αυτούς που γελοιοποιήσανε τον Χριστό όσο κανένας άθεος.

Αλλά, από που να πιάσει κανένας και που να τελειώσει; Όσοι ήτανε έως τώρα αδιάφοροι για τη θρησκεία και για την Εκκλησία, και που πολλοί απ  αυτούς τις περιπαίζανε μάλιστα, όλοι αυτοί γινήκανε έξαφνα παπόφιλοι, και μασάνε σαν μαστίχι την ψεύτικη λέξη «αγάπη». Μεγαλύτερο ρεζιλίκι δεν έγινε. Εμείς οι άλλοι που είμαστε κολλημένοι από νεότητος στην Εκκλησία μας, είμαστε στενοκέφαλοι, μοχθηροί, γυμνοί από αγάπη κι από αληθινή ευσέβεια. Η μόδα είναι τώρα να φαίνεσαι άνθρωπος της εποχής μας, που ένοιωσε τα «αιτήματά» της. [Στο σημείο αυτό μπορεί να παρεμβάλλεται το παρακάτω κείμενο «Κατά Ενωτικών»].

Πίστη ασάλευτη στην Ορθοδοξία, που εμείς οι προκομμένοι την πήραμε κληρονομιά και την πουλάμε «αντί πινακίου φακής» και ασπασμού της παντόφλας του Πάπα! Μα σε τέτοιο σημείο εκφυλισθήκαμε; Αιτία είναι η έμφυτη ματαιοδοξία μας, που μας κάνει να θέλουμε να φαινόμαστε έξυπνοι, συγχρονισμένοι, προοδευτικοί, κι όχι καθυστερημένοι. Με τη συναίσθηση της κατωτερότητας που αποχτήσαμε, φοβόμαστε σαν τον διάβολο μήπως μας πούνε «παλιά μυαλά, παλιοημερολογίτες, καθυστερημένους». Και τρέχουμε να πάμε πρώτοι σε κάθε κίνηση που περνά για «μοντέρνα», θέλεις μίμηση της «αφηρημένης ζωγραφικής», θέλεις ακαταλαβίστικες «λογοτεχνίες» (καημένη λογοτεχνία, που κατάντησες!), θες φιλοπαπισμός, θες αμερικανισμός, στα πάντα, στα ντυσίματά μας (προ πάντων της νεολαίας), στον τρόπο που μιλάμε και σκεπτόμαστε, ακόμα και στις χειρονομίες. Δηλαδή, καταντήσαμε μαϊμούδες του ανθρωπίνου γένους «εν ονόματι της προόδου και της θαυμάσιας εποχής μας».


Φώτης Κόντογλου



Συλλογή: Μυστικά Άνθη

 http://1myblog.pblogs.gr

Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2014

Η θεολογία της... Γκρίνιας......... τoυ Οσιολογ. Μοναχού Μωυσέως Αγιορείτου






Φεύγε, σιώπα, ησύχαζε. Περιμάζεψε τον εαυτό σου από κάθε μάταιο περισπασμό.

Από καιρό ήθελα να γράψω για το φαινόμενο αυτό. Δίσταζα. Τελικά, όπως βλέπετε, το αποφάσισα. Ίσως με τα παρακάτω να κρίνω και τον εαυτό μου. Μάλλον. Από ετών παρατηρείται το φαινόμενο μιας συνεχούς γκρίνιας για τα εκκλησιαστικά δρώμενα από διάφορους κληρικούς, λαϊκούς και μοναχούς, θεολόγους και μη, γνωστούς, ειδικούς, ονομαστούς (δεν θα ήθελα ν’ αναφέρω ονόματα εδώ), με βιβλία κι άρθρα, σε περιοδικά κι εφημερίδες, για τα κακώς κείμενα, για τους κακούς χριστιανούς, τους λαθεμένους κληρικούς, τους αβαθείς αρχιερείς, τις ανοημάτιστες εορτές, τις αντιπαραδοσιακές εθιμοτυπίες, τις λατρευτικές απροσεξίες, τα αήθη ήθη, τ’ αθεολόγητα κηρύγματα, τη νοσηρή λαϊκή ευσέβεια και λοιπά πολλά γνωστά. Θα προσπαθήσω να ’μαι σύντομος.

Οι ασχολούμενοι αρκετά με αυτή τη μονότονη γκρινιάρικη και παραπονιάρικη κριτική δεν λέγω ότι σε πολλά δεν έχουν και δίκιο, όμως τελικά κουράζονται και κουράζουν και φοβάμαι πως ζητούν πολλά από τους άλλους με περισσή αυστηρότητα, παραβλέποντας τον εαυτός τους, ή βλέποντάς τον με μπόλικη επιείκεια, εύκολα δικαιολογούμενοι και κινούμενοι κάποτε από προσωπικές τους δυσκολίες, ελλείψεις, αστοχίες, λάθη, προβλήματα, προβληματισμούς και κενά. Μακάρι να λαθεύω.

Δεν λέγω πως μόνο οι άγιοι μπορούν να κρίνουν, ούτε πως αντικειμενικά δεν υπάρχουν θέματα προς κρίση και διόρθωση. Μιλώ για μια τυπική τακτική μόνιμης σφοδρής κριτικής των πάντων απ' ορισμένους, που ξαφνικά ανακάλυψαν την ορθότητα, ωσάν η Εκκλησία επί αιώνες να ήταν σε νάρκη, κι εκείνοι να υπήρξαν οι θεόσταλτοι διορθωτές των κακώς κειμένων της Εκκλησίας, όψιμοι σωτήρες της, θεολόγοι της γκρίνιας, σχολαστικοί, ορθολογιστές, ανελεήμονες, ακριβοδίκαιοι και άτεγκτοι.

Μάλιστα αυτή η θεολογική γκρίνια, ταπεινόλογη και ταπεινόσχημη ενίοτε κι άλλοτε φαρισαϊκή κι επηρμένη, μένει μόνο σε παρατηρήσεις, δίχως να προσφέρει ουσιαστικές λύσεις και να δίνει κουράγιο κι ελπίδα στον σύγχρονο κουρασμένο άνθρωπο, που, τουλάχιστον στην αρχή, έχει μεγάλη την ανάγκη της παραμυθίας, του κουράγιου και της ελπίδος. Παρουσιάζοντας συνεχώς σκάνδαλα, ξεσκεπάζοντας σκανδαλοποιούς, βάζοντας τον καθένα στη θέση του, σαν μυστικοί σκανδαλοθήρες, μήπως γινόμαστε πρόξενοι σκανδαλισμού; Γνωρίζετε ότι τα πιο αυστηρά λόγια ο Χριστός τα είπε για τους υποκριτές και τους σκανδαλίζοντες…

Οι θεολόγοι της γκρίνιας είναι ορισμένοι. Είναι βέβαια συμπαθείς κι όμως κιόλας είπα λέγουν κι αρκετά ορθά, όμως λέγοντας πάντα πολλά και συνέχεια διορθωτικά κι επιτιμητικά νομίζω χάνουν. Ευτυχώς που δεν λαμβάνουν και καίριες αποφάσεις, γιατί όλοι θα ήμασταν από καιρό απωλεσμένοι. Λίγη συγκατάβαση, επιείκεια, ανεκτικότητα, συγχωρητικότητα και φιλαδελφία δεν βλάπτει.

Δηλαδή θα καλύπτουμε τα λάθη και δεν θα διορθώνουμε τα σφάλματα; κανείς ποτέ δεν είπε αυτό. Όμως κι αυτό το συνεχές κυνηγητό και κατηγορητήριο, η υψωμένη βέργα, η ασίγαστη παρατηρητικότητα, η αξεκούραστη αυστηρή κριτική, η διόγκωση των ελλείψεων, μήπως προέρχεται από εσωτερική ακαταστασία, απουσία αυτογνωσίας, προσευχής κι εμπιστοσύνης στον Θεό;

Οι νηπτικοί θεολόγοι για το υπάρχον κακό οίκτειραν τον εαυτό τους κι όλα τα ’βλεπαν καλά λίαν κι ο αδελφός τους ήταν ο Θεός τους και για τις πτώσεις του έκλαιγαν οι ίδιοι ως κύριοι αίτιοι. Μήπως αυτή η θεολογία της γκρίνιας ταυτίζεται μ’ ένα λανθάνοντα φαρισαϊσμό αφιλαδελφείας, αφιλοτεκνίας, αφιλανθρωπίας και τελικά αφιλοθείας; Ας μελετηθεί ξανά η παραβολή των ζιζανίων.

Ένας γέροντας έλεγε: «Συνέχεια περί ηθικής συνήθως ομιλούν οι ανήθικοι». Και: «Το μεγαλύτερο θαύμα της Ορθοδοξίας είναι ότι διαφυλάχθηκε αλώβητη, παρά τους τόσους ανάξιους εκφραστές της». Λέγοντας αυτά ουδόλως μιλούμε περί ψευδοεφησυχασμού, ανόητης οφθαλμαπάτης, δαιμονοκίνητης αγγελολογίας και χαζοχαρούμενης ωραιολογίας, αλλά περί ανδρείας και θεοχαρίτωτης αυτογνωσίας, προς θεοαγάπητη αδελφογνωσία, μετά αγιοπατερικής αλληλοπεριχωρήσεως, αλληλοσεβασμού και αλληλοκατανοήσεως προς θεογνωσία και θεοληψία. Η θεολογία της γκρίνιας ας αφεθεί στους θεολόγους της «χαράς», του «έρωτος» και της «δικαιοσύνης»…

Πηγή: Αναδημοσίευση από το περιοδικό «Σύναξη», Ιανουάριος - Μάρτιος 2003.
 http://sophia-siglitiki.blogspot.gr

Βαλαάμ: ένα πλωτό άγιο όρος πολύ κοντά στον αρκτικό κύκλο…



Τα νερά της λίμνης Λάτογκα μας υποδέχονται με πλήρη ακινησία, για να μπορεί να καθρεφτίζεται πάνω τους και να έρχεται στα μάτια μας διπλή η ομορφιά αυτής της γης· η παραμονή μας συνοδεύεται από ψύχρα και λιακάδα, που σπανίζει σ’ αυτά τα μέρη, λίγες μέρες μόνο όλο το χρόνο



Μετά την περιήγηση στα μεγαλόπρεπα παλάτια και τις εκκλησίες της Αγίας Πετρούπολης, τους κήπους με τα άπειρα σιντριβάνια και τους επίχρυσους διάκοσμους, βρίσκεσαι σ’ έναν τόπο που πάει να σου θυμίσει κάτι κι όμως είναι διαφορετικός πολύ.


Ο καλογερικός δρόμος είναι ο δρόμος της ταπεινώσεως...Γερόντισσα Ακυλίνα της Σίψας.



Αν ο μοναχός συνέχεια ταπεινώνεται τότε βαδίζει την σωστή μοναχική οδό. Αν όμως αντιδράει με τά γιατί και τα διότι, τότε δεν πάει καλά. Το αίσθημα της δικαίωσης δεν αφήνει το μοναχό να αποκτήσει ταπείνωση. Αυτό το αίσθημα, της δικαίωσης μας εμποδίζει από την αυτομεμψία, την ηρεμία, την ειρήνη, την προσευχή , από όλες τις αρετές.

Ο Θεός να μας δίνει καθαρό νου, ταπεινό πνεύμα, και αγάπη. Όταν υπάρχει ταπεινό πνεύμα δεν υπάρχουν παρεξηγήσεις. Τις παρεξηγήσεις τις εκμεταλλεύεται ο διάβολος για να προβάλλει το μίσος. Για αυτό να είστε ενωμένοι, μονιασμένοι, αγαπημένοι με ταπεινό πνεύμα.

Θέλω να σας πω ένα παράδειγμα. Ή σουπιά περνάει κι αφήνει στο πέρασμα της το μελάνι της. Αλλο ψαράκι περνάει και δεν αφήνει κάτι τέτοιο. Η ζωή μας πρέπει να περνάει και να αφήνει αγάπη, υπάκοη, ταπείνωση και σιγά σιγά να σβήνει η ζωή μας. Τι να αφήσουμε πίσω; όχι σαν τη σουπιά, όχι μελάνι, αλλά να αφήσουμε μία ευωδία αγάπης στη ζωή μας. Μία ευωδία στη ζωή να αφήσουμε.

 Να γίνουμε ένα φωτεινό παράδειγμα ταπεινώσεως για τους άλλους. Θυμάμαι την Γερόντισσα Θεοκλητη πού έκλαιγε συνέχεια στην προσευχή της. Αυτή την εικόνα έχω από το πέρασμα της. Ταπεινά ταπεινά ζητούσε το έλεός του θεού.

http://ahdoni.blogspot.gr/

Λόγοι της Μακαριστής Γερόντισσας Ακυλίνας της Ιερας Μονής Αναλήψεως Σίψας στη Δράμα.




Σήμερα τελέστηκε στο Ιερά Μονή Αναλήψεως Σίψας στη Δράμα το ετήσιο μνημόσυνο της Μακαριστής Γερόντισσας Ακυλίνας. Μία Αγία Μορφή, η Γερόντισσα των Γεροντισσών όπως έλεγε ένας μεγάλος Άγιος της εποχής μας ο Παπούλης Παίσιος. 

Όλοι όσοι την γνώρισαν έχουν να πούν για την μεγάλη ευλογία που έδινε απλόχειρα σε όλους. Την αμέριστη πνευματική αγάπη της, την ανάπαυση στο πονεμένο συνάνθρωπο, την διακριτικότητα των λόγων της αλλά με μεγάλα πνευματικά χαρίσματα.
  
Ως μνημόσυνο ας καταγράψουμε λίγα σοφά, άγια λόγια της Αγίας Γερόντισσας Ακυλίας.
Να είμαστε παιδιά τις ευλογίες του Θεού και όχι της ανοχής του.

Να αναπαύεται ο Θεός σε αυτή την ψυχή και όχι ο Θεός να ανέχεται την ψυχή αυτή. 

Να ξεκουράζεται με την ειρήνη μεταξύ μας, με την αγάπη μεταξύ μας. 

Ωραίο πράμα να υπάρχει η ενότης, η ησυχία, η ηρεμία, η αγάπη.

Ο λόγος του καθενός να επιδρά θετικά στον άλλον.

Ο ένας να οφελεί τον άλλον με τη συμπεριφορά του, με τη στάση του.

http://ahdoni.blogspot.gr/

Η Αγία Γερόντισσα Ακυλίνα της Σίψας ομιλεί περί αγάπης…...




Κάνεις δεν μπορεί να καυχηθεί ότι ασκεί την αγάπη ούτε ο πιο μεγάλος ευεργέτης. Μπροστά στην αγάπη του Θεού, η αγάπη των ανθρώπων είναι μηδαμινή, όση κι αν είναι. Η αγάπη είναι πολυμήχανος, ο Θεός να μας φωτίζει να εξασκούμε την αγάπη που Εκείνος θέλει.

Ο κάθε άνθρωπος μπορεί να εξασκεί την αγάπη όπου ο Θεός τον τοποθέτησε. Αν ήθελε να με έχει στο κόσμο και να τρέχω στα νοσοκομεία θα με είχε στον κόσμο. Με έφερε ο Θεός στο μοναστήρι άρα ένα άλλο είδος αγάπης θα εξασκήσω.

Βρίσκει τον άλλο κατάλληλο να μείνει στον κόσμο και του δίνει την δύναμη να τρέχει και να υποφέρει και να υπηρετεί τον άρρωστο τον ανήμπορο.


η Γερόντισσα Ακυλίνα με το σταυρό του Αγίου Γεωργίου Καρσλίδη που βρέθηκε άθικτος όπως φαίνεται μετά την εκταφή του

Έχει τον άλλον που κοιτάζει και διαθέτει τα κτήματα του για να βοηθά τους έχοντας ανάγκη και κανείς δεν παίρνει είδηση. Για όλους (υπάρχει) είναι δυνατή η εξάσκησης της αρετής, της αγάπης. Δεν είναι μονοπώλιο, για ορισμένους ανθρώπους. Όλοι μπορούν να την εξασκήσουν. Και ο πιο φτωχός και ο πιο αμαρτωλός και ο πιο Άγιος, όλοι. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να πη: εγώ δεν μπορώ να εξασκήσω την αγάπη, ούτε κάποια μερίδα ανθρώπων να το πουν. Κάθε ένας είναι χρήσιμος εκεί που τον τοποθέτησε ο Θεός. Γι αυτό δεν τοποθετώ κανέναν πάνω από τους άλλους. Τον μοναχό ή την νοσοκόμα ή αυτούς που είναι στα γηροκομεία ή αυτούς που είναι άγνωστοι στην έρημο και προσεύχονται.

Μια από τις ιδιότητες του θεού είναι η αγάπη. « ο Θεός αγάπη εστί». Εξασκώντας εγώ την αγάπη, την ειλικρινή, την καθαρή αγάπη, αυτήν που αντέχει στα μάτια του Θεού (όχι την υποκριτική, όχι αυτή που βλέπει ο κόσμος και με επαινεί) αυτήν που βγαίνει από τα βάθη της ψυχής μου ωφελούμαι γιατί αυτή η αγάπη αναπαύει τον Θεό, μας εξομοιώνει μαζί του. Ότι κάνουμε να είναι πολύ καθαρό, δηλαδή τώρα , αν το μάτι του Θεού έπεφτε επάνω μου, αυτό που κάνω να είναι πραγματικά αυτό που θα το δει ο θεός και θα ευχαριστηθεί.



Εμπόδιο στην αγάπη στέκει μονάχα η φιλαυτία μας, το εγώ μας. Όταν υπάρχει αγάπη, χάνει κανείς τον εαυτό του. Η αγάπη δεν έχει παρέα, δεν έχει συντροφιά αποκλειστική, δεν έχει κύκλο στενό για να βρει την εφαρμογή της. Αγκαλιάζει τους πάντας όταν υπάρχει αληθινή αγάπη χάνει κανείς τον εαυτό του. Η αγάπη προς το Θεό, προς τον πλησίον, απαιτεί θυσία. Σαν πρώτη μεγάλη θυσία είναι το εγώ μας. Δεν υπηρετείται ο Θεός χωρίς θυσία. Η αγάπη δεν έχει φιλία. Αν δηλαδή πάσχει η φίλη μου συμπάσχω, αλλ΄ αν τύχει κάποιος άγνωστος που θα έχει πρόβλημα θα μπορώ να τον συμπαρασταθώ το ίδιο? Πολύ περισσότερο εάν κάποιος σε έχει θίξει προσωπικά, σε έχει ζημιώσει, θα νοιώσεις μετά το ίδιο γι αυτόν? Θα τον συγχωρήσεις ή θα νιώσεις απόσταση μ΄ αυτόν? Ο άνθρωπος που έχει αγάπη πάντα τα δικαιολογεί. Η αγάπη θέλει καλούς λογισμούς. Ο Θεός θα μας δικαιώσει, αν με αδίκησαν. Ας ξεχάσω το κακό, ας ξεχάσω αυτό που μου στέρησαν.



Η αγάπη δεν θέλει να θυμόμαστε το κακό. Αν συλλάβουμε τον εαυτό μας να νοιώθει ικανοποίηση για το κακό που βρήκε αυτόν που μας έχει κάνει κακό, που μας αδίκησε κλπ να ξέρουμε ότι βρισκόμαστε πολύ χαμηλά, πολύ φτωχά σκεπτόμαστε. «νίκα εν τω αγαθώ το κακό». Ο Θεός θέλει να ελεούμε, να συγχωρούμε. Έχει μεγάλη αξία η προσευχή αυτή την ώρα ιδιαίτερα μαλακώνει την ψυχή.

Η ζήλια μειώνει την αγάπη, η φιλαυτία, τα δικαιώματα. Όταν τα βγάλουμε αυτά, γεμίζουμε απ΄ την αγάπη. Συνεχώς να πεθαίνει ο άνθρωπος χάριν της αγάπης. Ότι κάνουμε να είναι πολύ καθαρό. Να λιώνει κάνεις χάριν της αγάπης, δεν υπάρχει ωραιότερο πράγμα. Αν δεν το κάνει, να ζητά συγχώρεση από τον Θεό. Τις λεπτομερές πρέπει να προσέχουμε τις γράφει ο Θεός.

Ό Θεός της αγάπης να μας φωτίζει να την βρίσκουμε όπως την θέλει Εκείνος και να την εξασκούμε εκεί που είμαστε. Να γίνουμε καλοί, να φύγει το παραμικρό που έχει δόση κακότητας να αυξήσουμε σε αρετή αγάπης και εξυπηρετικότατος. Μην υπερτιμούμε τον εαυτόν μας. Όλοι είμαστε αμαρτωλοί. Να λέμε, Θεέ μου τίποτε δεν έκανα στη ζωή μου, ελέησε με εν ημέρα Κρίσεως. Το έλεος σου να το δείξεις τότε για τους γνωστούς και αγνώστους, για τους αγαπητούς και τους εχθρούς.

Ιερά Μονή Αναλήψεως Σωτήρος  Σίψα  Δράμας

Παρασκευή 14 Νοεμβρίου 2014

Ρώτα την καρδιά σου........


Η τούρκικη ταινία "Yuregine Sor" που πραγματεύεται το θέμα των ΚρυπτοΧριστιανών του Πόντου με αφορμή τον έρωτα ενός ΚρυπτοΧριστιανού και μιας Μουσουλμάνας. Η ταινία έκανε πρεμιέρα στις 12 Μαρτίου 2010 στους τουρκικούς κινηματογράφους.
































Πέμπτη 13 Νοεμβρίου 2014

Ο επικήδειος λόγος μιας ψυχής, και η ομολογία της στα 30 χρόνια της αρρώστιας της…


Μια κοπέλα αδελφοί μου, που την έλεγαν Δήμητρα, ήταν για 35 ολόκληρα χρόνια στο κρεβάτι του πόνου, από βαριά μυασθένεια και μορφές καρκίνου, από τα 12 της χρόνια μέχρι και τα 47 που εκοιμήθη, στο Άσυλο Ανιάτων.

Πότε, στο κρεβάτι ανάσκελα οριζοντιωμένη και ακίνητη, και πότε στο αναπηρικό καροτσάκι, γεμάτη από σίδηρα. Οι πόνοι φρικτοί σε όλο το σώμα που εξελίσοντο σχεδόν κάθε μέρα σε ένα ατέλειωτο μαρτύριο.

Κάπου βρέθηκαν κάποιες σημειώσεις της, στη συμπλήρωση των 30 χρόνων, από την βαριά της αρρώστια, από το 1965 μέχρι το 1995. Βέβαια εκοιμήθη 4 χρόνια αργότερα,  το ’99.



Δήμητρα Κόντου – Άσυλο Ανιάτων Πατρών

Θα αρχίσω όμως από κείνο που άφησε ως παρακαταθήκη, για να διαβαστεί την ημέρα της κηδείας της. Και ύστερα θα δούμε τις προσωπικές της σημειώσεις, επί τη συμπληρώσει των 30 ετών της ασθενείας της. Γράφει λοιπόν στον επικήδειο:

” …Θρήνου, ο καιρός πέπαυται.
Μη κλαίετε.
Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν, Άδου την καθαίρεσιν, άλλης βιοτής, και σκιρτώντες υμνούμεν τον αίτιον. (Αυτό είναι από τον αναστάσιμο κανόνα).

Τον αίτιον της βαθειάς χαράς και ευτυχίας μου, της χαρμοσύνου επί γης πορείας μου, και της εν ουρανοίς ακαταπαύστου δοξολογίας μου.
Υμνώ τον αίτιο της επί γης ζωής μου και της εν ουρανοίς ζωής μου.
Σήμερον τον δρόμον τετέλεκα.
Σήμερα ο κοπετός μου μετεστράφη εις χαράν και το δάκρυ μου σε αγαλλίαση.

Σήμερα έπεσαν οι χειροπέδες της αιχμαλωσίας μου και γίνομαι ελεύθερη.
Η ξενιτιά μου τελείωσε, οι αλυσίδες της δουλείας μου έσπασαν και παίρνω το δρόμο για την ουράνια πατρίδα μου.
Ο πατέρας ( Θεός) βγήκε στο σταυροδρόμι και περιμένει τον ερχομό του παιδιού του.
Περιμένει να φθάσει και καυτερό να αδειάσει το πατρικό του φιλί επάνω του.
Παιδί φτασμένο από τα ξένα, θα ξεχυθεί στην αγκαλιά του να πει τα μυστικά του. Σήμερα η άπολις γίνεται πολίτης, δηλαδή ουρανοπολίτης.

Η μάνα γη δίνει τον φιλοξενούμενόν της στην αγκαλιά του ουρανού.
Σήμερα με ευγνωμοσύνη χαιρετώ την ξενοδόχον γη μου, που τόσα χρόνια στοργικά κρατούσε στους κόλπους της το ξενιτεμένο παιδί του πατέρα.
Ω τρανή μου στιγμή και ημέρα, που νοσταλγικά τόσα χρόνια σε καρτερούσα, ήλθες!
Σήμερα έαρ μυρίζει.
Ήλθε αιώνια παντοτινή μου άνοιξη.

Διαλύθηκαν τα μαύρα σύννεφα της βαρυχειμωνιάς.
Σταμάτησαν οι παγωνιές και τα αγριοκαίρια.
Ανέτειλεν ο ήλιος της δικαιοσύνης.

Σήμερα το σκότος μου έγινε φώς!
Η σιωπή μου σάλπιγγα δοξολογίας και η ανημποριά μου δύναμις.
Χαράς τα πάντα πεπλήρωκε.
Έφθασα στο σπίτι μου.
Χαρείτε αδέλφια την τρανή γιορτή.

Ανάσταση είναι. και η ψυχή δεν νοιώθει τώρα μοναχή καθώς χθες και πρώτα.
Ανέστη Χριστός και ζωή πολιτεύεται!
Χαρείτε αδέλφια μου και ελάτε μαζί τη δόξα να γευθούμε και μέσα στην αγκαλιά του Ουράνιου Πατέρα να ξαπλωθούμε και να ξεκουραστούμε.
Αμήν¨”.


Εδώ τελείωσε η νεκρώσιμη εξομολόγησή της. Ένα τέτοιο θάνατο θα ήθελα για τον εαυτό μου αδελφοί μου, σεις που με ακούτε αυτή τη στιγμή, πιστεύω όμως πως και σείς θα τον θέλετε. Με τέτοια δοξολογία, με τέτοια χαρά, με τέτοια ευγνωμοσύνη.

Αλλά ένας τέτοιος γλυκύτατος και Παραδεισένιος θάνατος, έχει πίσω στη ζωή πολλούς πολλούς σταυρούς. Αν τους σηκώσουμε μέχρι το τέλος, μέχρι τον Γολγοθά, μαζί με τον Χριστό, και τηρώντας το Πανάγιό Του θέλημα, συμμετέχοντες στα Άγια Μυστήρια, και καλλιεργώντας την ταπείνωση και την μετάνοια την καθημερινή και την αληθινή, ασφαλώς και για μας θα είναι ανοικτή η αγκαλιά του Θεού Πατέρα.

Ας έλθουμε όμως και στις προσωπικές της σημειώσεις, που και η ίδια τις έγραψε, όπως προηγουμένως και τη νεκρώσιμη, για την συμπλήρωση 30 ετών βαριάς μυασθένειας. Γράφει:

“Ο Θεός μου και ο μαρτυρικός μου Σταυρός είναι το ίδιο πράγμα. Το ένα γλυκύτερον του άλλου. Και γι’ αυτό δε ζήτησα ποτέ να μου τον πάρει…”
Τώρα να ρωτήσω εγώ κάτι: Πόσοι από μας δεν γογγύζουμε και δεν παραπονούμεθα κάθε μέρα για το σταυρό ή για τους σταυρούς που μας έχει δώσει δήθεν ο Θεός, πόσες φορές δε γογγύζουμε για τις αρρώστιες μας, τις στεναχώριες μας, τα βάσανά μας, τις αδικίες και τόσα άλλα που έχουμε μέσα στη ζωή;

Ποιος από μας ευγνωμονεί για το σταυρό που φέρει και σηκώνει κάθε μέρα;
Αλλά συνεχίζουμε όμως…

“….Δεν δοκίμασα τη γεύση της πικρίας του πόνου.
Δε με προβλημάτισε και δεν μου δημιούργησε στεναχώρια και ποτέ δεν αισθάνθηκα άρρωστη μόνο.
Δεν έσυρα το βήμα απλώς υπομονετικά, τούτο καθόλου δεν μου άρεσε.
Την ήθελα χαρούμενη την πορεία μου και έτσι την βάδισα.
Ήταν ένα γλέντι, ένα πανηγύρι, ένα χαρούμενο τρέξιμο μέσα στην ακινησία μου.”

Να κάνω πάλι παρένθεση: Στο σταυρό της το φοβερό, η Δήμητρα δεν έκανε απλώς μόνον υπομονή, αλλά τον θεωρούσε και τον ζούσε σαν γλέντι και πανηγύρι ουράνιο. Άρα γε ποιος από μας νοιώθει το σταυρό της ζωής του γλέντι και πανηγύρι; Δεν ξέρω. Δεν ξέρω αν θα μπορούσε να το πει κανείς, πιστεύω όμως ότι κάτι τέτοιες ψυχές σαν τη Δήμητρα θα κρίνουν πολλούς από μας.Και συνεχίζουμε.

” Δεν ένοιωσα ποτέ το Θεό μακριά μου.
Μου ήταν ο γλυκύτατός μου και ο κατά-δικός μου πατέρας.
Και ποτέ μόνη μου δεν περπάτησα την πονεμένη και τραχιά πορεία μου.
Πάντα στην αγκαλιά Του. Στα γόνατά Του. Στις χούφτες Του τις Πατρικές.
Έτσι ένοιωθα.
Ποτέ δεν είδα το γιατρό, το νοσοκομείο, τα φάρμακα με μάτι εχθρικό.
Ποτέ δεν αντιστάθηκα σε ό,τι μου ζητήθηκε για εξετάσεις, έστω κι αν αυτό μου στοίχιζε πόνους πολλούς.

Με ηδονή και γλυκύτητα αγκάλιαζα και καταφιλούσα τα οδυνηρά μου μηχανήματα, που πάρα πολλές φορές η ιατρική τα χρησιμοποίησε πάνω μου.
Ποτέ δεν βαρέθηκα το κρεβάτι του πόνου μου, μου γλύκανε όλο μου το είναι, γι’ αυτό με σεβασμό, με δέος και ευγνωμοσύνη το αγκάλιαζα και το καταφιλούσα.
Σαν μια ιερή διακονία ανάλαβα να φέρω εις πέρας την ασθένειά μου, ήμουν ο ασθενής και ο διακονών αυτή.
Πάντα είχα μέσα μου τον λόγον του Αποστόλου Παύλου, «την διακονία σου πληροφόρησον».

Η ως τώρα πορεία μου στη γη έχει έντονο το αίσθημα του εξόριστου διαβάτη της ξενιτιάς.
Τα πόδια μου τα ανάπηρα στη γη, αλλά τα μάτια μου, η καρδιά μου, ο νούς μου, ήσαν τραβηγμένα ψηλά στον ουρανό.
Με έλιωνε το αγνάντεμα.
Σαν το απογεγαλακτισμένο πρόβατο κάρφωνα τα μάτια μου στη γλυκιά πατρίδα.
Ποτέ δεν αισθάνθηκα την ημέρα μου να μου είναι βαρετή και ατέλειωτη.
Παρά τους πόνους μου, όλα γύρω μου γιορτινά, όλα αναστάσιμα, όλα καινούργια.

Ποτέ και σε τίποτα δεν βρήκα δυσκολία στα θέματα γιατρός, φάρμακα, βοήθεια, άνθρωπος.
Πριν προλάβω να ζητήσω κάτι το είχα.
Η άπειρη αγάπη του Θεού με φύλαξε από άτοπες επιθυμίες.
Δεν μπήκε μέσα στην ψυχή μου ποτέ καμιά γήινη επιθυμία.
Με ηλέησε, με εσπλαχνίσθη.

Χόρτασε το πετσί μου πόνο, και πολλές φορές έκλαυσα από τους φρικτούς πόνους και σε αθυμία έπεσα.
Αλλά απηλλαγμένα αυτά της πικρίας, εκεί στο βάθος της ψυχής μου στάλαζαν οι γλυκασμοί και ουράνιες δροσοσταλίδες.
Και, -παρένθεση τώρα, άνθρωπος ήταν και η Δήμητρα, και ασφαλώς από τα βασανιστήρια των πόνων της να έκλαυσε, και έκλαψε. Η ψυχή της όμως είχε θεϊκή παρηγοριά και ουράνιες αποκαλύψεις.

Μόνο η καρδιά της γνώριζε το μέγεθος των αποκαλύψεων, που ασφαλώς θα ήσαν ανάλογες με την αγόγγυστη καρτερία που έδειξε, και τη δοξολογία που πρόσφερεστους πόνους και στην αναπηρία της.

Αυτά τα γνωρίζω από κοντά, διότι είχα την ευτυχία να την εξομολογήσω τρείς τέσσερεις φορές.
Και η Δήμητρα συνεχίζει:

– Το σώμα μου δεν το αγάπησα και ούτε του χαρίστηκα εν ονόματι της ανημποριάς του.
Του έδωσα τόσο όσο του έπρεπε για να συντηρηθεί.
Το διακόνησα με σεβασμό σαν άρρωστο, και αυτό που είχε ανάγκη του το έδωσα.
Ακουσίως στερήθηκε και τα στερήθηκε όλα, ακόμα και τα απαραίτητά του.
Πλεόνασε από παντός είδους κακουχία, αλλιώτικη πορεία από τούτη δε γνώρισε.

Γύρισε από ασθενοφόρο σε ασθενοφόρο, και από Νοσοκομείο σε Νοσοκομείο και από κρεβάτι σε κρεβάτι και από χέρια σε χέρια…
Ποτέ δεν εκπληρώθηκε το θέλημά μου.
Και αν ως άνθρωπος ήθελα κάποια στιγμή, αυτό το θέλω μου, μου το κατατεμάχιζε η μυασθένεια.
Είμαι δια παντός κάτω από τη δική της εξουσία, σαν ένα καθεστώς τυραννικό επάνω μου, που μου στέρησε και την παραμικρή ανάπαυση.

Όμως αυτό, με τίποτα δε με δυσκόλεψε να τρέξω προς την χαρά του πνεύματος, και πόσο μου άρεσε να τρέχω!
Δε θέλησα να περιοριστώ μονάχα μέσα στην ανημποριά μου, και αυτή να είμαι μόνο. Μια πορεία τριάντα χρόνων, σαν νάναι τριάντα μονάχα λεπτά.
Έτσι αισθάνομαι, μια πορεία μεστή, γεμάτη χαρμοσύνης και γλυκασμών.

Ευλογητός, ευλογητός ο Θεός για τούτη την ευτυχία,
Αύτη η κλητή και αγία ημέρα του 1965, – μέρα που την χτύπησε η αρρώστια …

http://fdathanasiou.wordpress.com/