Σελίδες

Δευτέρα 31 Οκτωβρίου 2016

31 Οκτωβρίου Άγιοι Απόστολοι εκ των εβδομήκοντα,





Άγιοι Απόστολοι εκ των εβδομήκοντα

Πάμε, τώρα, 31η του Οκτωβρίου, και τελειώνει το επταήμερο αυτό του Φθινοπωρινού Συναξαρίου εδώ γιορτάζουν Άγιοι Απόστολοι εκ των εβδομήκοντα οι Άγιοι Απόστολοι όλοι, οι δώδεκα και οι εβδομήκοντα και οι λοιποί, είναι οι μεγαλύτεροι ευεργέται της ανθρωπότητος και του κόσμου είναι οι αναμορφωταί και ανακαινισταί της οικουμένης είναι εκείνοι, οι όποίοι επήγαν εις πάσαν την γήν και ως εσχάτου αυτής και εκήρυξαν το ευαγγέλιο και ενώ ήσαν ανθρωπίνως και κατά κόσμον αδύνατοι, μπόρεσαν και ανέτρεψαν τα είδωλα και ενίκησαν τη Θεοκτόνο Ιερουσαλήμ, την πάνσοφη Αθήνα και σιδηρόφρακτη Ρώμη και έφεραν το ευαγγέλιο του Χριστού σ’ όλα τα μέρη γι αυτό, ας τους ευγνωμονούμε κι ας τους ευχαριστούμε κι ας τους επικαλούμεθα είναι δε συνάμα, το ‘χομε πει και αλλοτε, και μεγάλοι θαυματουργοί.

Άγιος Στάχυς

Γιορτάζουν, λοιπόν, εκ των εβδομήκοντα, οι έξης Απόστολοι: Ο Άγιος Στάχυς ελληνικότατη λέξη. Το στάχυ του σιταριού, και όχι μόνο μαθητής του Αγίου Ανδρέου του πρωτοκλήτου, ο οποίος Άγιος Ανδρέας ίδρυσε την εκκλησία του Βυζαντίου την εκκλησία της μετά ταύτα Κωνσταντίνου Πόλεως. Κι χειροτόνησε εκεί επίσκοπο τον μαθητή του Στάχυ. Τον απόστολο Στάχυ. Κι εκείνος, εκεί κοντά στο Βυζάντιο και στην Αργυρούπολη, που ναι εκεί στην περιοχή που βρίσκεται σημέρα , στην Κωνσταντινούπολη, έφτιαξε Εκκλησία και επί δεκαέξι έτη εποίμαινε τον λαό του Θεού με λογισμό και μ’ όνειρο με τον καλύτερο τρόπο εφώτισε αμέτρητους, εφρόντισε πολλούς, και έγινε η Εκκλησία εκεί του Βυζαντίου, της μετά ταύτα Κωνσταντινουπόλεως, τόπος Θεού και μια ζωγραφιά του Παραδείσου. Κι όταν ανεπαύθη ο Άγιος Στάχυς, τον εθρήνησαν, τον έβαλαν στο μνήμα, και σε λίγο έβγαιναν μύρα και εγίνοντο θαύματα ο Άγιος Στάχυς, λοιπόν, ο πρώτος επίσκοπος της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, μετά τον Άγιο Ανδρέα, τον ιδρυτή της, εορτάζει 31 του μηνός Οκτωβρίου.

Άγιος Απελλής

και στη συνέχεια γιορτάζει κι ο Άγιος απόστολος Απελλής ο Απελλής του Απελλού ο Απελλής ονόματα ειδωλολατρικά, αλλά μπαίνοντας στην εκκλησία άγιασαν. Άγιασαν ο Άγιος, λοιπόν, Απελλής ήταν επίσκοπος στην Ηράκλεια της Θράκης μια μεγάλη πόλη, σπουδαία και σημαντική, που ήκμασε περισσότερο στα Βυζαντινά χρόνια. Ήταν κέντρο της ορθοδοξίας και στόχος των βαρβάρων αλλά ο Κύριος την εσκέπαζε με την Ηράκλεια δύναμη Του με την χάρη και την ευλογία Του έγινε, λοιπόν, ο Απελλής εις εκ των εβδομήκοντα αποστόλων, επίσκοπος της Ηράκλειας και εφώτισε κι αυτός το στερέωμα το πνευματικούς πόλεως εκείνης και της περιοχής και πρόσφερε τόσα πολλά και τόσα καλά και ο Κύριος , όταν ήλθε η ώρα του να φύγει, τον εκκάλεσε κοντά Του το ποίμνιο τον έκλαυσε και τον εθρήνησε και τον εθαψε και τον είχε μεγάλη παρηγοριά και μεγάλη δύναμη.

Άγιος Αμπλίας

Τρίτος απόστολος εκ των εβδομήκοντα, που γιορτάζει 31 Οκτωβρίου, είναι ο Άγιος Αμπλίας. Σπουδαίος κι εκείνος, και έγινε επίσκοπος Οδυσσουπόλεως της Θράκης, πάλι. Πόσες πόλεις ήταν εκεί, ένδοξες και υπέροχες! και πόσες Εκκλησίες δεν υπήρξαν εκεί και δεν πρόσφεραν τόσα καλά! Κι εκείνος έκαμε τον καλό του αγώνα κι έδωσε στην εκκλησία της Οδυσσουπόλεως τον καλύτερο εαυτό του και εμαρτύρησε για την πίστη του Χριστού και ανέβηκε στον Παράδεισο.

Άγιος Ουρβανός

Ο Άγιος Ουρβανός, κι αυτός εκ των εβδομήκοντα, έγινε επίσκοπος Μακεδονίας της Ελληνικότατης Μακεδονίας μας και πρόσφερε μέγα έργο. Σημαντικό έργο, αλλά εκεί ήσαν πολλοί Ιουδαίοι και ειδωλολάτραι και δεν άντεχαν την έξοχη δράση του Αγίου αυτού του Ουρβανού του Αγίου αποστόλου γι αυτό και όρμησαν επάνω του, τον έφεραν στον διοικητή και τον υπέβαλαν σε τόσο φρικτά βασανιστήρια, που στο τέλος εκείνος δεν άντεξε και παρεδωκε την ψυχή του στον φιλάνθρωπο Χριστό. —Αν θέλετε, μη μιλάτε, παιδιά. Ακούγεται. Τι τράβηξαν, λοιπόν, οι Άγιοι! Πόσοι πόνοι, πόσα Μαρτύρια και πως άντεξαν; με τη χάρη του Χριστού, αφενός, κι αφετέρου με τη μεγάλη τους αγάπη σ’ Εκείνον με τη μεγάλη τους αγάπη σ’ Εκείνον! γιατί η αγάπη προς τον Χριστό είναι ερωτική αγάπη. Κι η φορά προς αυτόν είναι ερωτική. Κι όποιος είναι ερωτευμένος έχει μεγάλη δύναμη στη ζωή του και μάλιστα ερωτευμένος με τον Χριστό και κάνει θαύματα και τέρατα και σημεία και αντέχει και πόνους και βάσανα και Μαρτύρια και σταυρούς και στερήσεις γιατί η αγάπη είναι η μεγαλύτερη δύναμη στον κόσμο κι είναι κραταιά, δυνατή, δηλαδή, ως ο θάνατος. Υπερβαίνει και τον θάνατο και τα πάντα.

Άγιος Νάρκισσος

Κι έχουμε, ακόμη, αλλους δύο αποστόλους, πέρασε κι η ώρα βλέπω, —ο Ιωαννίκιος εδώ, ο Φιλιππάκος δεν φάνηκε—, λοιπόν έχουμε και δύο αποστόλους, ακόμη, τον Άγιο Νάρκισσο, αρχαίο όνομα, ο μυθολογικός νεανίας που ξέρετε, άλλ αυτός ο Άγιος, μόνο Νάρκισσος δεν ήτο. Αγαπούσε τον Χριστόν και τους χριστιανούς και έπαψε να είναι Νάρκισσος, ως προς την πραγματικότητα. Κράτησε μόνο το όνομα και το έκανε άνθος της Εκκλησίας και που ήταν επίσκοπος; εδώ στην Αθήνα μας, εδώ στην Αθήνα μας ο Άγιος Νάρκισσος, ο εκ των εβδομήκοντα αποστόλων, μαθητής και αυτός του αποστόλου Παύλου, ήταν επίσκοπος εδώ και έλαμψε στην Αθηναϊκή Εκκλησία. Πρόσφερε πολύ μεγάλο έργο είχε σπουδαία δράση και τον χαιρόντουσαν οι χριστιανοί και οι αγαθοί και οι λευκοί. Αλλ οι ειδωλολάτραι, όμως, τον φθόνησαν στο τέλος και όρμησαν επάνω του και τον έκαμαν κομμάτια. Την ψυχή του, όμως, την όριζε ο Κύριος και την επήρε. Το λείψανο του το έθαψαν κι ο τάφος του ήταν κολυμβήθρα του Σιλωάμ και πηγή ιαμάτων ο Άγιος Νάρκισσος.

Άγιος Αριστόβουλος

Και τελευταίος από τους αποστόλους που γιορτάζουν 31 Οκτωβρίου είναι ο Άγιος Αριστόβουλος ο Άγιος Αριστόβουλος ήταν επίσκοπος Βρετανίας εκεί που είναι σημέρα η Αγγλία από κει που ξεκίνησε και ο Μέγας και Άγιος Κωνσταντίνος, από το Ευόρακον η Υόρκη έχουμε και Νέα Υόρκη, αποικία των Άγγλων, στην Αμερική. Υόρκη πρώτη, το Ευόρακον, στην Αγγλία εκεί, λοιπόν, ο Άγιος Αριστόβουλος ήταν επίσκοπος και έφερε πολλούς στην εκκλησία του Χριστού, έζησε αρκετά χρόνια και πρόσφερε τα ελέη του Χριστού και τη χάρη του Κυρίου σε αμέτρητους αγγλοσάξονες και τον αγαπούσαν και τον εθαύμαζαν και τον άκουαν όλοι έφθασε, όμως, σε βαθύ γήρας και δεν μπορούσε άλλο. Κι έλεγε μόνο: Αδελφοί, να αγαπάτε ο ένας τον άλλο και να συγχωράτε και τότε μη φοβάσθε τίποτε. Θα πάτε στον Παράδεισο και λέγοντας αυτά για τελευταία φορά και ευλογώντας τους, ανεπαύθη εν Κυρίω ο Άγιος Αριστόβουλος όλα αυτά ήταν Ελληνικότατα ονόματα επικρατούσε παντού η Ελληνική γλώσσα, που ταν διεθνής. Την έκαμε ο Μέγας Αλέξανδρος, με τις εκστρατείες του και σημέρα τον βρίζουν μερικοί. Το ευαγγέλιο είναι γραμμένο στην Ελληνική γλώσσα κι αυτό οφείλεται στον Μέγα Αλέξανδρο. Σημέρα , αν ερχόταν ο Χριστός και μιλούσε, το ευαγγέλιο θα γραφότανε στη διεθνή γλώσσα της εποχής μας, δηλαδή στην αγγλική. Χάριν του Μεγάλου Αλεξάνδρου και καθώς έκαμε την Ελληνική γλώσσα διεθνή, έχομε το ευαγγέλιο εμείς οι Έλληνες στη γλώσσα μας είναι τιμή και καύχηση και χαρά για μας, να διαβάζουμε το ευαγγέλιο στη γλώσσα μας. Αρκεί να το διαβάζομε. Κι εδώ τελείωσε το εφταήμερο Συναξάρι και κάθε φορά που το ετοιμάζω και προσπαθώ με τις φτωχικές μου δυνάμεις και με τα βάσανα μου, αισθάνομαι μεγάλη χαρά και όχι μόνο αυτό. Αλλά και την παρουσία και την συντροφιά των αγίων που μελετάω, για να φέρω στην αφεντιά σας. Αυτό μην το ξεχνάμε οι Άγιοι είναι μέσα στην εκκλησία μας είναι μέσα στην ζωή μας είναι μέσα στα σπίτια μας είναι κοντά μας είναι παντού είναι στην ερημιά είναι στη φυλακή είναι στο νοσοκομείο είναι στον πόνο είναι στο κρεβάτι είναι παντού, παντού, παντού μας περιβάλλουν. Περίκεινται είμαστε εν ταις λαμπρότησι των αγίων και σε εποχή δύσκολη που ζούμε, χρειαζόμεθα την παρουσία και την αγάπη τους, καθώς και την παρουσία και την αγάπη της Παναγίας μας και απόλυτα του Χριστού μας και αυτά τα Έχουμε αμέριστα. Θα ήθελα, στα δύο τρία λεπτά που έχομε ακόμα, να σας ευχαριστήσω για κάτι, που ίσως έχετε ξεχάσει. Προ ετών δέκα, όσοι είσαστε τότε, σας παρακαλούσα, πολλές φορές, να προσεύχεστε στον Χριστό μας και στον Άγιο Θεοφάνη τον Χρονογράφο να βοηθήσει την ευτέλεια μου, να μεταφέρω την υπέροχη Χρονογραφία του, από τη Βυζαντινή γλώσσα στη σημερινή λαλιά και αφού πέρασαν δέκα χρόνια, με βάσανα, με αρρώστιες, με δυσκολίες, με βοήθησε ο Θεός και ο Άγιος Θεοφάνης και οι προσευχές οι δικές σας, το ομολογώ αυτό, και φθάσαμε, πλέον, στο τέλος και από προχθές κυκλοφορεί η Χρονογραφία του Θεοφάνους, που ναι η πιο αληθινή Ιστορία που γράφτηκε στη γη οχι μόνο στα Βυζαντινά χρόνια ούτε στα νεώτερα αλλά στη γη γιατί είναι Ιστορία αντικειμενική και θέτει τα γεγονότα ως έχουν οπως το ευαγγέλιο γιατί σημέρα την ιστορία, όπως ξέρετε, την αλλάζομε, την κάνομε φούρνο του Χότζα. Τα γράφει όλα ο Άγιος και τα δυσάρεστα και τα ευχάριστα, όπως το ευαγγέλιο, γράφει και την προδοσία του Ιούδα το ευαγγέλιο, την άρνηση του Πέτρου, και τα υπόλοιπα γράφει, όμως, και την Ανάσταση του Χριστού και όλα τα καλά. 

Κι είναι αυτή η Ιστορία του Αγίου Θεοφάνους η αληθινότερη Ιστορία επάνω στη γη και μέσα στην εκκλησία γράφτηκε κατά τον καλύτερο τρόπο. Κι είναι μία αποκάλυψη μου έκανε παρέα δέκα χρόνια, αλλά και τώρα, που βάνω και μου διαβάζουν τη μετάφραση και το κείμενο, άμα λάχει, αισθανόμεθα όλοι την παρουσία και την αγάπη του και μας αξίωσε, λοιπόν, και φτάσαμε σ’ αυτό το αίσιον τέλος, και σας ευχαριστώ, πρώτα και κύρια, εσας με τις προσευχές σας, ευχαριστώ και τον έκδοτη του Αρμού, τον Κύριο Χατζηιακώβου, ευχαριστώ τους πολύτιμους συνεργάτες μου όλους, τους γνωστούς και τους άγνωστους και τους αφανείς, και εύχομαι ο Άγιος Θεοφάνης να μπει σ’ όλων τα σπίτια και να μπορέσομε να τον διαβάζομε και να ωφελούμεθα γιατί στις δύσκολες ήμερες μας είναι άριστος οδηγός και μας δείχνει ο Άγιος Θεοφάνης, πως πάνω απ’ όλα και μέσα σ’ όλα είναι η πρόνοια του Θεού και η αγάπη, που δεν εγκαταλείπει ποτέ τη γη και ποτέ την εκκλησία. Σώζει τον λαό Του και ευλογεί την κληρονομιά Του και υψώνει το κέρας των ορθοδόξων χριστιανών. 

Υπήρξε δε μεγάλος ασκητής και μεγάλος Άγιος κι είναι μεγάλη η προσφορά του και σημέρα , λοιπόν, μας επισκέπτεται και με θαύματα, αλλά και με την Χρονογραφία του, η οποία εκυκλοφόρησε από προχθές. Σημέρα το πρωί, στο Ραδιόφωνο της Εκκλησίας, έγινε η πρώτη παρουσίαση, 10 με 11 το πρωί, στην εκπομπή του κυρίου Κοσμόπουλου, και τον ευχαριστούμε. Το βράδυ, 11 με 12, θα έχει επανάληψη αυτής της εκπομπής. Απόψε. Αν θέλετε, μπορείτε ν ακούσετε την παρουσίαση και επανάληψη, πάλι της επαναλήψεως, θα έχει 5 με ο το πρωί. Κι όσοι θέλετε να πάρετε το βιβλίο, μπορείτε να πάτε στον Αρμό, μαυροκορδάτου 11, να το πάρετε εκ μέρους μου, για να σας κάνει την έκπτωση που έχομε συνεννοηθεί γιατί, μη παίρνοντας χρήματα για τα δικαιώματα μου, τ αφιερώνω σε σας έτσι, να εύχεσθε κι εσείς για την υγεία μου και εγώ αυτά που παίρνω με φτάνουν

γιατί ανάβουμε το καντήλι?





( ΕΠΙΚΟΠΟΥ ΑΧΡΙΔΟΣ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΒΕΛΙΜΙΡΟΒΙΤΣ ) 

Πρώτον: Γιατί η πίστη μας 
είναι φως. Ο Χριστός είπε: «Εγώ ειμί το φως του κόσμου». Το φως της κανδήλας μας θυμίζει το φως, με το οποίο ο Χριστός καταυγάζει τις ψυχές μας.

Δεύτερον: Για να μας θυμίζει, ότι και η ζωή μας πρέπει να είναι φωτεινή
σαν των αγίων, δηλαδή των ανθρώπων, που ο Απόστολος Παύλος τους ονομάζει
«τέκνα φωτός».

Τρίτον: Για να είναι έλεγχος στα σκοτεινά μας έργα και στις κακές μας
ενθυμήσεις και επιθυμίες. Και έτσι να τα επαναφέρει όλα στο δρόμο του φωτός
του αγίου Ευαγγελίου. Για να λάμψει «το φως ημών έμπροσθεν των ανθρώπων,
όπως είδωσιν ημών τα καλά έργα και δοξάσωσι τον Πατέρα ημών τον εν τοις
ουρανοίς».

Τέταρτον: Είναι μια μικρή δική μας θυσία, σημείο και δείγμα της
ευγνωμοσύνης και της αγάπης, που οφείλουμε στο Θεό για τη μεγάλη θυσία που
έκαμε για μας. Με αυτήν και με την προσευχή μας, τον ευχαριστούμε για τη
ζωή, για τη σωτηρία και για όλα όσα μας χαρίζει η θεϊκή και άπειρη αγάπη
του.


Πέμπτον: Για να είναι φόβητρο στις δυνάμεις του σκότους, που μας
επιτίθενται με ιδιαίτερη πονηρία πριν και κατά την ώρα της προσευχής και
θέλουν να απομακρύνουν τη σκέψη μας από το Θεό. Οι δαίμονες αγαπούν το
σκοτάδι και τρέμουν το φως: Και του Χριστού κι εκείνων που αγαπούν τον
Χριστό.

Έκτον: Για να μας παρακινεί σε αυτοθυσία. Όπως δηλαδή με το λάδι καίγεται
στο καντήλι το φυτίλι, έτσι και το δικό μας θέλημα να καίγεται με τη φλόγα
της αγάπης για τον Χριστό και να υποτάσσεται πάντοτε στο θέλημα του Θεού.

Έβδομον: Για να μάθωμε ότι: Όπως δεν ανάβει το καντήλι χωρίς τα δικά μας
χέρια, έτσι και το εσωτερικό καντήλι της καρδιάς μας δεν ανάβει χωρίς τα
χέρια του Θεού. Οι κόποι των αρετών μας είναι η καύσιμη ύλη (το φυτίλι και
το λάδι), που για να ανάψουν και να φωτίσουν χρειάζονται το «πυρ» του Αγίου
Πνεύματος.

Πηγή: http://www.ixthis.gr

30 Οκτωβρίου- Άγιος Ζηνόβιος, Αγία Ζηνοβία

-->



Άγιος Ζηνόβιος αγία Ζηνοβία

Πάμε, τώρα, στις 30 του μηνός Οκτωβρίου γιορτάζουν δύο Άγιοι του 3ου κι εκείνοι αιώνος, οι αυτάδελφοι ιερομάρτυς Ζηνόβιος και μάρτυς Ζηνοβία. Δηλαδή, ήσαν αδέλφια. Ζούσαν στην Κιλικία της Μικρασίας ο Ζηνόβιος ήταν γιατρός, που θεράπευε χωρίς αμοιβή. Ήταν ανάργυρος γιατρός. Χωρίς λεφτά εθεράπευε. Κι η αδελφή του τον βοηθούσε. Κι είχαν και μεγάλη πίστη και πρόσφεραν στην εκκλησία του Χριστού και στην κοινωνία τα βέλτιστα και τα κάλλιστα. Κι ήσαν το καμάρι της Κιλικίας κι όχι μόνο ο άρχοντας, όμως, του τόπου, ειδωλολάτρης ων, δεν μπορούσε ν αντέξει άλλο την αγαθοποιό δράση των αυταδέλφων Ζηνοβίου και Ζηνοβίας, ο οποίος Ζηνόβιος έγινε και επίσκοπος στην Κιλικία. Κι ήταν , λοιπόν, και παπάς, δεσπότης και γιατρός. Κι εθεράπευε πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν.

 Κι ήταν ιατρός των ψυχών και των σωμάτων. Τον εκκάλεσε, λοιπόν, ή μάλλον έτρεξε και τον έφεραν δεμένο στο διοικητήριο ο διοικητής και τότε του είπε ν αλλάξει την πίστη του αλλά εκείνος: Τι λες του λέει, άνθρωπε μου; εγώ ν αλλάξω η εσύ ν αλλάξεις; δεν τα μετράς καλά και δεν τα βλέπεις σωστά και τότε εκείνος διέταξε να τον μαστιγώσουν άγρια και τα υπόλοιπα και πάνω στην ώρα φτάνει και η Ζηνοβία, η αδελφή του, που έμαθε που ευρίσκετο ο αδελφός της και δεν εγύρισε στο σπίτι και αργούσε. Κάτι συνέβη και βγήκε και τον έψαχνε. Κι έμαθε πως ήταν στο δεσμωτήριο, στο διοικητήριο, και Μαρτυρούσε για την πίστη του Χριστού. Τρέχει κι εκείνη και φωνάζει: Κι εγώ μαζί σου, Ζηνόβιε. Κι εγώ να μαρτυρήσω. Κι εγώ να μαρτυρήσω, για την άγια πίστη του Χριστού μην πας μόνος σου στον παράδεισο και στην άνω ζωή! Θέλω να πάρεις κι εμένα. Περίμενε με και ευχήσου ν αντέξω .

Τι ωραίο ήταν κι αυτό! και αμέσως ήλθε κοντά και οι δήμιοι παρέλαβαν κι εκείνη και άρχισαν, λοιπόν, να τους μαστιγώνουν, να τους κτυπούν με ρόπαλα και να τους κάνουν τόσα. Τους βάλανε, μετά, μέσα σε καζάνια με πίσσα βραστή και υπόλοιπα υγρά φοβερά, κι εκείνοι, με τη χάρη του Ιησού Χριστού, έκαμαν τα καζάνια, αντί να καίνε, να δροσίζουν όπως οι τρεις παίδες οι εν Καμίνω στη Βαβυλώνα, στην Παλαιά Διαθήκη και εποχή και τότε ο τύραννος και οι δήμιοι και οι υπόλοιποι εκεί, θαύμασαν. Τι έχουν αυτοί επάνω τους! πως μπορούν και νικάνε τη φωτιά! πως μπορούν και τ αλλάζουν όλα! πως μπορούν και τα διαφοροποιούν! πως μπορούν και αντέχουν! και οι Άγιοι τους απάντησαν. Η δύναμη του Χριστού, η ακαταμάχητη, τα κάνει όλα εμείς είμαστε αμαρτωλοί και ελάχιστοι, αλλά με τη δύναμη Του και με τη χάρη Του κατορθώνουμε πολλά και μεγάλα . Πολλοί εξεκλειδώθηκαν και φώναζαν: Μέγας ο Θεός των χριστιανών μέγας ο Κύριος του Ζηνοβίου και της Ζηνοβίας τα είδωλα είναι δαιμόνια και πλάνη εδώ είναι το φως και ποιος ξέρει, οι καλοπροαίρετοι αυτοί, τι έβλεπαν και τι θωρούσαν και τότε ο τύραννος, για να μη ξεκλειδωθούν και άλλοι, διέταξε και απέκοψαν τις Ιερές κεφαλές του ιερομάρτυρος Ζηνοβίου και της μάρτυρος Ζηνοβίας, της αδελφής αυτού.

Κι όπως λέει πάλι το Συναξάριο, τι έκαμαν αυτοί οι Άγιοι; Έλαβαν τον στέφανο της Θείας δόξης και αναχώρησαν για την αιώνια πατρίδα αφού κατέπληξαν πολλούς με τα Μαρτύρια και με τη χάρη τους και αφού, όπως προείπαμε, ξεκλείδωσαν πολλούς και τους έφεραν στη χριστιανοσύνη, στην εκκλησία και στον Παράδεισο.

Η συμπάθεια προς τον πλησίον: Μνήμη Αγίου Αβραμίου (29 Οκτωβρίου), [Γέροντας Ιωσήφ Βατοπαιδινός]





Το θέμα της μετανοίας είναι εκείνο πού πραγματικά μάς συγκλονίζει στον βίο του Αγίου Αβραμίου, ο οποίος ήτο πολύ μεγάλος ασκητής. Αυτός είχε κληρονομήσει από τον αδελφό του ένα μικρό κοριτσάκι δυο ετών. Το επήρε και το εμεγάλωσε. Το είχε σε ένα κελλάκι, έξω από αυτό πού έμενε ο ίδιος και το υπηρετούσε. Κάποτε αυτό έφυγε. Κάποιος επιτήδειος το παρέσυρε και το έρριξε στην αμαρτία. Αυτό έχασε το θάρρος του και δεν ημπόρεσε να γυρίση πίσω. Και όταν ο Άγιος επληροφορήθηκε στην προσευχή του να το επιστρέψη, μετεχειρίσθη ένα πολύ παράδοξο τρόπο.

Αυτός ο ασκητής, πού τόσα χρόνια δεν εχόρτασε ψωμί και νερό, προσεποιήθη τον στρατιώτη, εφόρεσε στρατιωτική στολή, ενοικίασε ένα άλογο περίφημο και έφυγε στην πόλι δήθεν για να γλεντήση. Εκεί ερευνούσε τους οίκους των ελευθέρων ηθών για να εύρη το θήραμά του, γιατί σε αυτούς τους τόπους είχε καταντήσει. Αφού την ευρήκε κατώρθωσε να την φέρη πάλι πίσω και να την κρατήση στην μετάνοια, να της αναπτερώση το θάρρος, να μην χάση το ηθικό της και να τελειώση οσιακά.

Επισημαίνει κανείς το μέγεθος της Θείας φιλανθρωπίας, της Θείας ευσπλαχνίας, αλλά και την τέχνη των Πατέρων στο πώς να αρπάξουν πίσω μια ψυχή πεπλανημένη και να την οδηγήσουν στην σωτηρία. Αυτό είναι πάρα πολύ σημαντικό. Όταν το σχολιάση κανείς στην ζωή του, βγάζει πολύ βαθειά νοήματα.

Πρώτο μέν, η ευσπλαχνία του Θεού πόσο απέραντη είναι κοντά στην ανθρώπινη αδυναμία και δεύτερο, ότι ο άνθρωπος ποτέ δεν πρέπει να υποχωρή, ούτε να ενδίδη, αλλά με οποιονδήποτε τρόπο ημπορεί, να εξαντλή όλη την δύναμι της αγάπης και της στοργής, στο να ανακαλέση το θάρρος του πλανεμένου ανθρώπου και να τον επαναφέρη στην εν Χριστώ ζωή. Αυτό είναι πραγματικά και το νόημα της κενώσεως του Θεού Λόγου και γενικά ολοκλήρου του μυστηρίου της Εκκλησίας μας στην ζωή αυτή· στο πώς δηλ. να επιστρέψη κανείς το πεπλανημένο, το απολωλός, να βοηθήση τον άνθρωπο να εύρη τη γνώσι, να εντοπίση τα πάθη του και να σωθή. Γι αυτό πόσο χρειάζεται μακροθυμία, πόσο χρειάζεται ανοχή, ιδιαιτέρως στο να μην κρίνωμε ποτέ κανένα άνθρωπο.

Και ιδού η απόδειξι:
Φεύγει αυτό το κοριτσάκι, πού από δυο ετών ήταν μοναχή, και ζεί τώρα μέσα στον κόσμο αμαρτάνοντας, πουλώντας το σώμα της, όπως οι κοινές γυναίκες. Δυο ετών το επήραν το παιδάκι, επειδή ήταν ορφανό και δεν είχε κανένα άλλο στην ζωή- και εκείνοι πού ήξεραν ότι ζεί ο θειός της και ήταν μοναχός, του το παρέδωσαν να το αναθρέψη. Και σκεφθήτε από τέτοιο ύψος αρετής, πού δεν εγνώρισε ποτέ κακό, πού κατήντησε. Δεν είναι δύσκολο να κατατρακυλήση κανείς. Και όμως κοιτάξετε την μακροθυμία του Θεού, αλλά και την σύνεσι του γέροντος. Δεν απελπίστηκε και να πή, όπως εμείς καμιά φορά: «Αφησέ τον αφού είναι δύσκολος και αφού δεν ακούει, άσε να φύγη». Η «αφού είναι σκληρός και ανυπάκουος, καλλίτερα να φεύγη να τελειώνωμε». Και αυτά έγιναν πολλές φορές στους Πατέρες μας και η σκληρή αυτή θέσι δυστυχώς εφαρμόστηκε.

Είναι γεγονός ότι είναι οδυνηρά αυτά, όμως εκείνο το οποίο πραγματικά επρόδωσε την φύσι του και εξέπεσε και εθεωρήθη το απολωλός και το πεπλανημένο, κατά την παραβολή του Ιησού μας, είναι ολόκληρος η ανθρώπινη φύσι. Και ο Ιησούς μας δεν την απέρριψε, αλλά προτίμησε να συγκαταβή, να κενώση τον εαυτό Του, να «συμμορφωθή» Αυτός με την ιδική μας ασθένεια και ταλαιπωρία και να μάς επιστρέψει πίσω, όπως και μάς επέστρεψε. Αυτή λοιπόν η εικόνα είναι τόσο συγκλονιστική, πού δεν είναι δυνατό να περιγραφή από κτιστά όντα η έντασι της Θείας αγαθότητας.

Έχοντας υπ όψι αυτά όλα, πρέπει να είμεθα συμπαθείς και επιεικείς στην αδυναμία του άλλου· και όσο και αν φαίνεται η αδυναμία του άλλου προδοτική, εμείς δεν πρέπει να λυγίζωμε, να εξαντλούμε την μακροθυμία μας. Αλλά να επιμένωμε κινούμενοι από τους όρους της συμπαθείας, περιμένοντας την σύμπραξι της αγαθότητος του Θεού, ώστε ο καθένας μας, ο κάθε αμαρτωλός να επανεύρη τον εαυτό του· και αυτό είναι το κατ ευδοκία Θείο θέλημα. Και τις δυο φορές πού εξέφρασε ο Ιησούς μας την ευαρέσκειά Του προς το αποτέλεσμα του τελειότερου Του θελήματος, ιδίως στον Απ. Πέτρο, είπε: «Σύ δε επιστρέψας στήριξον τους αδελφούς σου» (Λούκ, 22,32)· και «Ει φιλείς με, Πέτρε, ποίμαινε τα πρόβατά μου, βόσκε τα αρνία μου» (Ιωάν. 21,16).

Και έδωσε την απεριόριστη μορφή της μετανοίας, ούτος ώστε και «εβδομηκοντάκις επτά» εάν πταίη ο άνθρωπος να μην απορρίπτεται ποτέ από την θύρα της μετανοίας, και φυσικά και από τα όργανα της μετανοίας πού είμεθα εμείς οι ρασοφόροι. Από εμάς εκφράζεται το νόημα της Εκκλησίας, η οποία εκπροσωπεί την Θεία αγαθότητα και ευσπλαχνία, διότι όπως λέει και ο Ιησούς μας: Δεν είναι ευδοκία έμπροσθεν του Πατρός μου να απολεσθή κανείς από τους μικρούς τούτους.

Το κατ ευδοκία θέλημα του Θεού είναι, κάθε άνθρωπος όχι απλώς μόνο να σωθή, αλλά να μπή μέσα στην τελειότητα της γνώσεως, δηλαδή της Θεώσεως, πού είναι το απόλυτο θέλημα του Θεού, για το οποίο και επεδήμησε ο Θεός Λόγος. «Πάντας ανθρώπους σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (Τιμ. Α´ 2,4). Εάν λοιπόν αυτό είναι το Θείο θέλημα, σκεφθείτε πόση πρέπει να είναι η προσπάθειά μας μέσα στους όρους της συμπαθείας, και η επιμονή μας στο να επιτύχωμε αυτό τον σκοπό, χάριτι Θεού, και για τον εαυτό μας, αλλά και να τον μεταδώσωμε και στον συνάνθρωπό μας σε οποιεσδήποτε συνθήκες και περιστάσεις και αν ευρίσκεται. Πραγματικά η βιογραφία αυτού του μεγάλου Πατρός είναι τόσο συγκλονιστική· και να μην πή κανείς ότι η κόρη αυτή, η Μαρία, ήταν ανεψιά του και γι αυτό το έκανε ο Άγιος. 

Γιατί αν αποδώσωμε τέτοια μομφή στους Αγίους, ότι δηλαδή έχουν συγγενικές διακρίσεις, φυσικά μειώνομε την μορφή του αγιασμού, της τελειότητας. Διότι η πραγματική αγάπη «πάντα στέγει πάντα υπομένει, ου λογίζεται το κακόν, ου ζητεί τα εαυτής». Οι Άγιοι δεν αγαπούν τους συγγενείς τους, διότι δεν υπάρχουν συγγενείς γι αυτούς· αγαπούν τον συνάνθρωπό τους. Αρα την Μαρία ο Αβράμιος δεν την συμπάθησε γιατί ήταν συγγενής του, αλλά την συμπάθησε ως πνευματικός άνθρωπος, ως λειτουργικό μέλος της Εκκλησίας, πού διέκρινε ότι έπρεπε αυτή η ψυχή να σωθή, και η σωτηρία της δεν θα εγίνετο κατά άλλο τρόπο παρά μόνο με την τόσο μεγάλη θυσία του πατρός. Έτσι αναγκάστηκε στα βαθειά του γηρατειά, αυτός πού δεν εχόρτασε ποτέ ψωμί, να φάη κρέας, να πιή κρασί, να προσποιηθή τον μεθυσμένο, να προσποιηθή τον ερωτύλο, να ταξιδεύη με άλογα, να ευπρεπισθή, να θεωρηθή ως νέος, μέχρι του σημείου πού τον εβδελύχθησαν στο χαμαιτυπείο και εδέχθηκε τόσες ειρωνείες, γιατί έπρεπε να σωθή μία ψυχή, και εσώθη με την θυσία του αυτή.

Αύτη είναι η απόλυτος συμπάθεια, η οποία πρέπει να ευρίσκεται στην ψυχή μας, παρ όλο πού πολλές φορές αγανακτούμε με την στάσι των συνανθρώπων μας απέναντί μας. Εν τούτοις πρέπει τουλάχιστον, αν γίνεται αυτό, να είναι παροδικό, στιγμιαίο, να εκφράζεται μόνο με τα χείλη, διότι ο συνάνθρωπός μας, πού έχει αυτή την στάσι, αυτή την στιγμή πλανάται. Τί περιμένεις δε από ένα πεπλανημένο άνθρωπο; Ο σκοπός είναι πώς αυτός ο πεπλανημένος να επανέλθη στην βάσι του και να γίνη πάλι πρόβατο Χριστού. Αυτό δε θα γίνη εάν ο άνθρωπος βάλη σαν βάσι την συμπάθεια και την αυτοθυσία υπέρ του αδελφού του. Τότε ο Θεός βλέποντας την πρόθεσι αυτή, συνεργεί και στον αδύνατο.

Μήπως δεν έχωμε τέτοια παραδείγματα πού με την συγκατάβασι και την οικονομία των δυνατών εσώθησαν οι αδύνατοι; Ευρίσκομε στην διήγησι του Οσίου Πατρός ημών Ιωαννικίου του μεγάλου, ότι μία πνευματική μητέρα είχε πνευματική θυγατέρα, πού επολεμήθη ισχυρά και δεν ημπορούσε να νικήση τον σαρκικό πόλεμο. Ήτο αδύνατη. Δεν την απώθησε όμως η πνευματική της μητέρα, να της πή «όπου θέλεις πήγαινε, άφησέ με ήσυχη», αλλά συγκατέβη να πάη μαζί της. Την συνώδευσε. Έφυγε από το μοναστήρι και επήγαινε μαζί της στον κόσμο να βρή ένα όργανο να κάνη την επιθυμία της. Και για την συγκατάβασί της αυτή, χάριν της αγάπης πού δεν την εγκατέλειψε και την ακολούθησε μέχρι του σημείου εκείνου πού υπετίθετο ότι θα ήτο η πτώσι, οικονόμησε ο Θεός και εθεραπεύθηκε η ασθενής. Εφωτίσθηκε ο Άγιος Ιωαννίκιος γι αυτό το πράγμα, κατέβηκε στον δρόμο, την συνάντησε και εθεράπευσε την μικρή.

Αλλοτε πάλι ευρίσκομε σε αδελφούς μοναχούς πού κατοικούσαν μαζί, ότι ο ένας ο νεώτερος, επολεμήθηκε και δεν ημπορούσε να νικήση το πάθος. Έφυγε λοιπόν για να ικανοποίηση το πάθος του αυτό, όπως τον οιστρηλατούσε η επιθυμία. Και ο αδελφός του ο πνευματικός πού ήταν μαζί, δεν τον εγκατέλειψε. «Θα πάω και εγώ μαζί σου» είπε, και πράγματι, τον συνόδευσε μέχρι την πόρτα και όταν εισήλθε εκεί, τότε για την θυσία του αλλού αδελφού, ο Θεός επήρε τον πόλεμο από τον πάσχοντα.

Δεν πρέπει να ζητά κανείς πολλά από αυτόν πού είναι ασθενής, διότι την ώρα πού ευρίσκεται υπό την επίδρασι του πάθους του, δεν είναι ολοκληρωμένη προσωπικότης και έτσι ό,τι κάνει δεν είναι καλά, είναι εσφαλμένα. Αλλά δεν μπορεί να κάνει αλλοιώς. Επομένως είναι άξιος συμπαθείας και επιεικίας. Αυτή την ώρα χρειάζεται η πρακτική επιείκια του άλλου πού είναι υγιής και τότε πραγματικά εφαρμόζεται το «αλλήλων τα βάρη βαστάζετε» (Γαλ. 6,2). Και έτσι αναπληρώνεται ο νόμος του Χριστού.

Αυτό τον όρο της επιεικίας, της συμπαθείας, ήθελα να σάς ενθυμίσω με βάσι την βιογραφία του μεγάλου πατρός Αβραμίου και να επικαλεσθούμε όλοι τις ευχές του, για να έλθη και σε μάς αυτό το νόημα της συμπαθείας και της αγάπης του Χριστού μας, πού είναι η ολοκλήρωσι του προορισμού μας. Αμήν.

πηγή: Γέροντος Ιωσήφ Βατοπαιδινού, Διδαχές από τον Άθωνα, Έκδοσις Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου

 http://www.diakonima.gr

29 Οκτωβρίου - Αγία Αναστασία η Ρωμαία , Άγιος Αβραάμιος



Αγία Αναστασία η Ρωμαία

Και πάμε, τώρα, στις 29 του μηνός Οκτωβρίου, γιορτάζει η οσιομάρτης Αναστασία η Ρωμαία του 3ου αιώνος κι αυτή, απ’ τη μεγαλόπολη της Ρώμης, ευγενούς καταγωγής κι από κοριτσάκι, ακόμη, λάτρεψε στ αλήθεια τον Χριστό μας κι αφιέρωσε το είναι της ολόκληρο στη χάρη και στην αγάπη Του και πήγε εκεί κοντά στη Ρώμη, ήταν μια μονή, και έγινε μοναχή και έκαμε τον αγώνα της με νηστεία, αγρυπνία και προσευχή και άγιαζε και ανέβαινε και βοήθαγε και αλλους πολλούς, με τον υπέροχο τρόπο της μια μέρα, όμως, οι ειδωλολάτραι, καθώς είχαν μάθει την έξοχη δράση της, όρμησαν στη μονή, παραβίασαν το άσυλο, άρπαξαν την Αναστασία και την έφεραν στον Πρόβο, τον άρχοντα της Ρώμης. Κι εκείνος τη διέταξε, αφού πρώτα την κολάκευσε και την παρακάλεσε, τη διέταξε να αρνηθεί τον Χριστό. Κι εκείνη του λέει: Αυτό δεν γίνεται ποτέ με τη χάρη Του θα μείνω πιστή γι αυτό προχώρα παρακάτω και κάνε οτι θέλεις . Γυναίκα ανδρεία τις ευρήσει; , λέει ο σοφός Σολομών και την υπέβαλε την νεαρά καλογραία Αναστασία τη Ρωμαία σε φρικτότατα βάσανα. Διαβάζοντας τα αυτές τις ήμερες, σηκωνόταν η τρίχα μου γι αυτό και δεν θα σας τα πω μόνο να προσθέσω ότι της έκοψαν χέρια, πόδια και τα πάντα και ύστερα, που δεν λύγιζε με τίποτα εκείνη, με τη χάρη του Θεού, παρ ότι αφόρητα πονούσε, της πήραν το κεφάλι, για να μην τους εξευτελίσει. Κι η καλλιπάρθενος και οσία Αναστασία πέταξε κι αυτή στον ουρανό. Κι εκεί που είναι δεν ησυχάζει μιλάει στον Χριστό για μας, φροντίζει εμάς, δοξολογεί τον Κύριο, και περιμένει όλους μας να φθάσομε κάποια μέρα εκεί κοντά γιατί οι Άγιοι, είπαμε, γνήσια μας αγαπούν και γνήσια και στοργικά μας φροντίζουν.

Άγιος Αβραάμιος

Την ίδια την ημέρα , 29 Οκτωβρίου πάντα, γιορτάζει και ο όσιος Αβραάμιος, ο ασκητής ο μεγάλος, και η Μαρία, η ανεψιά αυτού. Ήταν από την Έδεσσα εκεί της ανατολής, της Μεσοποταμίας, εκεί που είναι το Ιράκ σημέρα και γίνονται τόσα βάσανα, έχει χυθεί Μαρτυρικόν αίμα, έχουν αγιάσει ασκηταί, και είν κι εκείνος τόπος Άγιος, παρ ότι σημέρα , κρίμασιν οις οίδε Κύριος, υπάρχει εκεί η αθεΐα και η πλάνη. Υπάρχουν, βέβαια, κι εκεί, χριστιανοί, αλλά είναι λίγοι. Αρκούν, όμως, να αλατίζουν και το υπόλοιπο σώμα της κοινωνίας και της πλάσεως. Τον Άγιο τον πάντρεψαν οι δικοί του για να μην τους στενοχωρήσει, δέχτηκε. Ήταν ευγενική ψυχή και υπέροχη αλλά δεν μπόραγε ν αντέξει οχι ότι δεν άντεχε και δεν είχε τη δύναμη αλλά, άλλα πράγματα ήθελε. Ήταν πλασμένος για άλλο δρόμο ο Θεός τα ορίζει αυτά γι αυτό και κάποια μέρα έφυγε κρυφά από το σπίτι του και πήγε σε μια ερημιά και έφτιαξε ένα κελλάκι και έμενε και ασκήτευε. Κι έφτασε σε ύψη μεγάλα και σε ομορφιά και χάρη. Κι είχε και την ευχή του Αβραάμ του πατριάρχου, που είχε το όνομά του είχε ένα αδελφό ο όσιος Αβραάμιος, που πέθανε και άφησε την κορούλα του Μαρία ορφανή εννιά χρονών. Πήγε ο γέροντας, τότε, και την επήρε έπρεπε να την προστατεύσει έτσι είναι η Εκκλησούλα και οι Άγιοι ορφανών προστάτες τε και χηρών την έβαλε εκεί κοντά του, της έφτιαξε ένα καλυβάκι, και την φρόντιζε, να μην της λείπει το ψωμάκι κι ο,τι άλλο, και η παρέα του και η στοργή του. Σαν έφτασε είκοσι χρόνων, πλανέθηκε από τον σατανά και κατέληξε σε οίκον διαφθοράς. Αυτό τον πόνεσε πάρα πολύ τον όσιο. 

Στενοχωριότανε, προσευχότανε, έκλαιγε και παρακαλούσε και μια φορά τον φώτισε ο Χριστός να βρει τρόπον να την ξαναφέρει. Ντύθηκε στρατιωτικά, πήρε κι ένα άλογο, καβάλησε πάνω, και καθώς ήταν λεβέντης έσχιζε και είπε πως θέλει να πάει στο πορνείο κλπ. Πάει μέσα, λοιπόν, και βλέπει την ανεψιά του να είναι η ψυχή της στενοχωρημένη και η όψη της λυπημένη και τότε έπεσε στα πόδια της και την παρεκάλεσε, κλαίγοντας: Έλα, παιδάκι μου έλα, κόρη μου. Φύγε από δω έλα, κοντά μου . Κι εκείνη τον κοίταζε, τα χε χάσει, και τι κάνει; την αρπάζει. Θα μου πεις χρειάζεται αυτό; Καμιά φορά χρειάζεται. Άμα είναι να βγάλεις τον άλλο απ τον γκρεμό και από το αυτό... Πως δεν χρειάζεται. Αφού ο άλλος δεν ξέρει τι να κάνει; Κάνομε κι εμείς, μέχρις ενός σημείου και την έφερε πάλι στο μοναστηράκι του, το ερημητήριό του, την έβαλε στο κελλάκι της, και αυτή πρόκοψε τόσο πολύ, το κοριτσάκι, μετάνιωσε τόσο πολύ και αγάπησε τον Χριστό, που σε λίγο τι έκανε; Άγιασε και επιτελούσε, όπως λέει το Συναξάρι, και τι; και μεγάλα θαύματα. Αυτή είναι η Εκκλησία. 

Αυτή είναι η Εκκλησία. Αυτή είναι η αναπλαστική και μυστική δύναμη της γι αυτό ποτέ να μην απελπιζόμεθα για κανέναν και να μην απελπίζομε κανέναν. Δεν ξέρομε τι επιφυλάσσει ο Θεός για την κάθε ψυχούλα, όπου κι αν είναι, όποια κι αν είναι και όπως κι αν είναι γι αυτό λέει ο Χριστός: Μη κρίνετε, ίνα μη κριθείτε. Πέρασε ο καιρός, λοιπόν, κι ο γέροντας ο θείος της, ο Αβραάμιος, έφυγε για τον ουρανό, για τον πατριάρχη Αβραάμ για τους κόλπους αυτού. Κι έμεινε πίσω αυτή μόνη της πέντε χρόνια εκεί στην ερημιά με παρέα, όμως, τον Χριστό, την Παναγιά και τους Αγίους και τους αγγέλους και αφού ασκήθηκε ακόμη και έλαμψε, ανεχώρησε κι εκείνη για τον θείο της και για τον παράδεισο. Τι κάνει, λοιπόν, η μετάνοια κι η διόρθωση του βίου! Η μετάνοια, λέει το ευαγγέλιο, δίνει χαρά στον ουρανό και αγαλλίαμα στη γη και αποτέλεσμα τη σωτηρία των ψυχών μας.


Παρασκευή 28 Οκτωβρίου 2016

28 Οκτώβρη , Αγία Σκέπη





Αγία Σκέπη

Και πάμε 28 Οκτωβρίου, τώρα, έχομε την Αγία σκέπη της Θεοτόκου και την εθνική μας εορτή, την 28η Οκτωβρίου 1940. Την επέτειο, δηλαδή. Αρχικά, η Αγία σκέπη εορτάζετο την 1η του μηνός Οκτωβρίου. Απ το 1952 η Ιερά σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος τη μετέθεσε στις 28 Οκτωβρίου, για να έχει και η εθνική μας εορτή θρησκευτικό υπόβαθρο. Άλλωστε η Παναγία, και στο Βυζάντιο έσκεπε με την Αγία σκέπη της τη Βυζαντινή αυτοκρατορία, αλλά και στην τουρκοκρατία και στη συνέχεια και στο μεγάλο 40 αλλά και σημέρα και μέχρι το τέλος του κόσμου θα σκέπει τον κόσμο, αλλά ιδιαίτερα την αγαπημένη μας πατρίδα, την ορθόδοξη και τρισένδοξη Ελλάδα μας. 

Τον 10ο αιώνα μ.Χ. Στο Βυζάντιο έκανε ένα βράδυ αγρυπνία στην Παναγία των Βλαχερνών, που προαναφέραμε είχε πάει εκεί κι ένας ασκητής, ο Άγιος Ανδρέας, ο δια Χριστόν σαλός, με τον μαθητή του Επιφάνιο και συνέχιζε η αγρυπνία και, κατά τις τέσσερεις το πρωί, είδε ο Άγιος Ανδρέας, καθώς αγρυπνούσε, ο δια Χριστόν σαλός, να μπαίνει από τις βασιλικές πύλες του ναού των Βλαχερνών, ποιος αλλος; Η Κυρία Θεοτόκος. Υποβαστάζετο από τους δυο μεγάλους Αγίους της Εκκλησίας μας. Τον Τίμιο Πρόδρομο και τον Άγιο Ιωάννη τον Θεολόγο. Δυνατοί Άγιοι οι ιδιαίτεροι της Κυρίας Θεοτόκου και ακολουθούσαν και προπορευόντουσαν και λευχειμονούντες Άγιοι αμέτρητοι. 

Το είδε ο Άγιος Ανδρέας κι έπαθε εξεπλάγη. Κατενύγη. Συγκινήθηκε και σκουντάει τον μαθητή του, τον Επιφάνιο, και του λέει, Βλέπεις; ναι , λέει. Τι βλέπεις; την Κυρία μας με αμέτρητο οψίκι. Συνοδεία. Ήλθε η Κυρία στη μέση του ναού, που είναι ο άμβων, κι εκεί γονάτισε και προσευχήθηκε για ώρα πολλή για τον λαό και την οικουμένη και δάκρυα πολλά κυλούσαν από τα μάτια της. Απ αυτήν στεκόμαστε απ’ αυτήν στεκόμαστε στους αιώνες. Αυτή μας διαφεντεύει, η Κυρία μας, αυτή μας προστατεύει, αυτή μας αγαπάει, αυτή κλαίει και παρακαλεί για μας, αυτή κάνει τα πάντα πάντοτε γι αυτό, μην την αφήνομε, μην την ξεχνάμε την Κυρία μας Θεοτόκο. Κι αφού προσευχήθηκε ώρα πολλή, καθώς σημειώνει το Συναξάριο, ανέβηκε προς το Ιερό Βήμα, μπροστά στην Αγία Πύλη, εκεί στον σολέα, στο πλάτωμα, και προσευχήθηκε και πάλι, υψώνοντας τα χέρια της στον ουρανό, και σε κάποια στιγμή βγάζει το μαντήλι της, το μαφόριο, την Αγία σκέπη της, και την απλώνει, με τα πανάχραντα χέρια της, επάνω απ’ τον λαό. 

Κι έβγαζε η Αγία σκέπη κι ένα υπέροχο και ουράνιο και παραδεισένιο φως και την κράτησε ώρα πολλή, εκεί, την μαντήλα της, την Αγία σκέπη, και οι Άγιοι, καθώς το έβλεπαν, οι αλλοι δεν βλέπαν τίποτε, ευφραινόντουσαν κι έκλαιγαν κι ευχαριστούσαν την Κυρία μας. Κι αφού έμεινε ώρα πολλή με την Αγία της σκέπη, ύστερα τη μάζεψε και έφυγε και πήγε στον ουρανό. Κι από τότε η Εκκλησία μας γιορτάζει, κάθε χρόνο, την Αγία σκέπη της Θεοτόκου. Στο μεγάλο Σαράντα, καθώς η πατρίδα μας σύρθηκε αθέλητα σε πόλεμο, εκεί στη Βόρειο Ήπειρο και στην Αλβανία, η Παναγία μας ήταν η Υπέρμαχος στρατηγός εσκέπαζε τον υπέροχο στρατό μας και σκέπαζε όλους. Κι έβλεπαν οι Ιταλοί και τα χαν χάσει μια γυναίκα να τρέχει παντού και να σκεπάζει, όπως είπαμε, τον στρατό και το μέτωπο και λέγανε οι καημένοι: μα, καλά, ποιά είν αυτή η γυναίκα; Τη βλέπουμε εδώ, τη βλέπουμε παρέκει, τη βλέπουμε παραπάνω, τη βλέπουμε παντού. Ποιά είν αυτή η γυναίκα; και τους απήντησαν: είναι η Παναγία. 

Παρουσιαζόταν και σε αξιωματικούς και σε στρατιώτες και στους λοιπούς και σε γυναίκες που πολεμούσαν στην Πίνδο και όχι μόνο και τους έδινε θάρρος και δύναμη μεγάλη και σημέρα η πατρίδα μας ευρίσκεται σε δυσκολία, αλλά έχει την Αγία της σκέπη και προστασία και στοργή. Κι είπε στον γέροντα Παΐσιο, όταν ζούσε, του πε: Εσύ, γέροντα, να φροντίζεις τους πονεμένους κι εγώ θα φροντίζω τα σύνορα της πατρίδος σου. και μας φροντίζει η Κυρία Θεοτόκος. Η Υπέρμαχος στρατηγός μας φροντίζει. Κι εμείς ολόψυχα κι ολόθερμα την ευχαριστούμε και να προσπαθούμε να κάνομε το θέλημα του Υιού και Θεού της, για να μας πάει στον Παράδεισο, όταν έλθει η ώρα μας.

Άγιος Τερέντιος αγία Νεονίλλα

Την ίδια μέρα, 28η Οκτωβρίου, γιορτάζουν και οι μάρτυρες της αρχαίας Εκκλησίας μας Τερέντιος και Νεονίλλα μαρτύρησαν με τα εφτά παιδιά τους ολόκληρος σύλλογος ολόκληρη χορεία. Τους κάλεσε ο τύραννος, ν αρνηθούν την πίστη τους όλοι μαζί. Κι εκείνοι, όχι μόνο δεν δέχτηκαν —τι κάναν;— αλλά περιγελούσαν και τον τύραννο για τις ειδωλολατρικές του καταβολές και την πίστη του στο ψέμα και τότε εκείνος μάνιασε, διέταξε τους δημίους ν αρχίσουν τα βάσανα. Τους κρέμασαν σε ξύλο, τους μαχαίρωσαν οικτρά, έριξαν επάνω ξύλα, άναψαν κάτω φωτιά, κι αυτοί όλοι, καθώς ήσαν κρεμασμένοι και μετέωροι, μεταξύ ουρανού και γης, παρακαλούσαν τον Χριστό να τους δώσει δύναμη και εμψύχωναν ο ένας τον άλλο και σε κάποια στιγμή, ήλθε απ ουρανού άγγελος Κυρίου, τους κατέβασε από τα ξύλα, την κρεμάλα, και τους εθεράπευσε παντελώς όμως οι ειδωλολάτραι δεν θέλησαν να καταλάβουν τίποτα. Ήταν τόσο πωρωμένοι και περισσότερο ο διοικητής ο Ρωμαίος. 

Τους έβαλαν στη φυλακή, τους ξανάβγαλαν, τους υπέβαλαν σε Μαρτύρια, αλλά εκείνοι, οι εννέα μάρτυρες, η φαμελιά αυτή του Χριστού, έμειναν ακλόνητοι και ηρωικοί μέχρι το τέλος και ύστερα τους πήραν τα κεφάλια δια ξίφους και έφθασαν στον ουρανό, στον πρωτομάρτυρα και μεγαλομάρτυρα του γολγοθά, τον Κύριο μας Ιησού Χριστό. Κι όπως λέει λιτότατα το Συναξάρι, έλαβαν του Μαρτυρίου τους αμαράντινους στεφάνους.


Πέμπτη 27 Οκτωβρίου 2016

Άγιος Νέστωρ



Άγιος Νέστωρ

Πάμε, τώρα, στις 27 του μηνός Οκτωβρίου, πάντοτε, γιορτάζει ο μάρτυς Νέστωρ ο μαθητής που προλαλήσαμε του Αγίου Δημητρίου. Νέος και ωραίος και γενναίος. Πιστός στον Χριστό και ακόλουθος του Αγίου Δημητρίου. Πήρε την ευχή του και ενίκησε τον Λυαίο. Κι αμέσως ο Μαξιμιανός Γαλέριος διέταξε και τον κατέσφαξαν για την πίστη του Χριστού και πήγε κι εκείνος στο στερέωμα του ουρανού, στην άνω Σιών, στην εκκλησία των πρωτοτόκων όμορφος και γενναίος μάρτυς και προστάτης και της νεολαίας κάθε εποχής. Ας τον μνημονεύομε κι ας τον αναφέρομε κι ας τον παρακαλούμε.


Άγιος Δημήτριος



 


Άγιος Δημήτριος

Πάμε, τώρα στις 26 του μηνός Οκτωβρίου γιορτάζει ένας από τους πιο λαοφιλείς Αγίους της Εκκλησίας μας ο Άγιος μεγαλομάρτυς Δημήτριος, ο μυροβλύτης. Προστάτης της πατρίδος μας και ιδιαίτερα της Θεσσαλονίκης, της ιδιαίτερης πατρίδος του, αλλά και της οικουμένης όλης. Αρχαία μορφή κι εκείνος, τέλος 3ου αιώνος, αρχές 4ου, επί Διοκλητιανού και Μαξιμιανού Γαλερίου, χριστιανός εκ προγόνων, διδάσκαλος της πίστεως, όπως λέει το λιτό Συναξάριο της ημέρας. Διέπρεπε με την αρετή του και με την πίστη και τα θαύματα του, έτι ζων ο Μαξιμιανός, όταν τα έμαθε αυτά, έστειλε και τον συνέλαβαν και τον έκλεισαν στη φυλακή, για την πίστη και την αρετή του. 

Κι εκεί που ήτο στη φυλακή, και καθώς ο Μαξιμιανός είχε γυρίσει από μια νίκη κι έφερε ένα γιγαντόσωμο εκεί παλαιστή, τον Λυαίο, και στον ιππόδρομο τον είχε καλέσει να έλθει, και πήγε κι ο βασιλιάς, και προκαλούσε ο Λυαίος, όποιος αισθάνεται δυνατός να παλέψει μαζί του ένας χριστιανός, μαθητής του Αγίου Δημητρίου, ο Νέστωρ, πήγε στη φυλακή και του λέει: Άγιε, δώσ μου την ευλογία του Χριστού και τη δύναμη Του και την ευχή σου, να νικήσω τον Λυαίο και του έδωσε και του είπε: και τον Λυαίο θα νικήσεις και τον Χριστό θα Μαρτυρήσεις. και πήγε, λοιπόν, ο Άγιος Νέστωρ και ενίκησε τον Λυαίο στο στάδιο έμαθε, όμως, ο Μαξιμιανός, γιατί είχε πει ο Νέστωρ, Θεέ του Δημητρίου, βοήθει μοι , ποιος ήταν ο ηθικός αυτουργός έστειλε, λοιπόν, στρατιώτες με λόγχες στη φυλακή κι εκεί εφόνευσαν Μαρτυρικά τον μεγαλομάρτυρα Δημήτριο και άφησαν το ιερό του λείψανο κατάχαμα στη φυλακή. Πήγαν, λοιπόν, οι χριστιανοί, τον έθαψαν εκεί, κι ένας υπηρέτης του, ο Λούπος, πήρε από το αίμα του Αγίου και το δαχτυλίδι του και μ’ αυτά τι; θαυματουργούσε. 

Το ‘μαθε ο Μαξιμιανός και κάλεσε τον Λούπο και τον εξετέλεσε και πήγε κι αυτός κοντά στον Άγιο Δημήτριο ο Άγιος Δημήτριος, λοιπόν, είναι μεγάλη υπόθεση για την πατρίδα μας και για την οικουμένη. Προστατεύει και θα προστατεύει πάντοτε. Ας του μιλάμε, ας τον παρακαλούμε, ας εμπνεόμεθα κι απ’ αυτόν, κι ας είναι σκέπη και βοήθεια και στα βόρεια σύνορα μας, που τόσοι επιβουλεύονται την Ελληνικότατη Μακεδονία και τόσα αλλά κακά τεκταίνονται. Πάμε, τώρα, και την ίδια μέρα έχομε στα 740 μ.Χ., στην Κωνσταντινούπολη, ένα φοβερό σεισμό, που έριξε τα καλύτερα σπίτια και τα υψηλότερα κι εφόνευσε αμέτρητους και τότε οι χριστιανοί, ήταν ημέρα του Αγίου Δημητρίου, η μνήμη και η χάρη του, κι από τότε, την ημέρα αυτή, πήγαιναν στην Παναγία των Βλαχερνών, έκαναν λιτανεία και αγρυπνία, και παρακαλούσαν την Κυρία Θεοτόκο, την έφορο της Βασιλευούσης και όχι μόνο, να τους φυλάει από κάθε φοβερή απειλή του σεισμού και τι γράφει εκεί το ωραίο δίστιχο του Χριστόφορου Μυτιληναίου; 

Οτι η απειλή και οργή του Θεού είναι το περίσσευμα της ευσπλαχνίας Του. Πολλές φορές, με τα παιδαγωγικά μέσα, ο Κύριος μας δείχνει την απόλυτη χάρη και ευσπλαχνία Του και αγάπη Του γιατί μας φέρνει σε συναίσθηση, σε συντριβή και μετάνοια και διόρθωση βίου, και μας οδηγεί στον Παράδεισο.

25 Οκτωβρίου, Άγιος Μαρκιανός, Άγιος Μαρτύριος





Άγιος Μαρκιανός,  Άγιος Μαρτύριος

Αύριο, 25 Οκτωβρίου, γιορτάζουν οι μεγάλοι μάρτυρες της Εκκλησίας Μαρκιανός και Μαρτύριος. Ήσαν στην Κωνσταντινούπολη, τον 4ο αιώνα γραμματικοί. Νοτάριοι. Ταχυγράφοι και ο,τι άλλο συναφές. Ήταν αυτοκράτορας τότε στο Βυζάντιο ο Κωνστάντιος ο γιος του Μεγάλου Κωνσταντίνου ο όποιος έρεπε, δυστυχώς, προς τον αρειανισμό και έδιωξε, με την υποκίνηση των Αρειανών, τον μεγάλο πατριάρχη, αρχιεπίσκοπο τότε Κωνσταντινουπόλεως, Παύλο τον Α ο οποίος ήταν μεγάλη μορφή και πρόσφερε πάρα πολλά στην Αγία Εκκλησία. Τον ανάγκασαν οι αρειανοί να τον εξορίσει δυο και τρεις φορές. 

Την τελευταία φορά έφθασε εξόριστος στην Αρμενία κι εκεί οι φοβεροί αρειανοί τον έπνιξαν έπνεαν μένεα κατά της Εκκλησίας και της ορθοδοξίας και τότε δυο μαθηταί του στην Κωνσταντινούπολη, ο Μαρκιανός και Μαρτύριος, οι γραμματικοί, ήλεγξαν τους αρειανούς γι αυτό το ανοσιούργημα και διακήρυξαν και διακήρυτταν παντού ότι ο Χριστός είναι ο Υιός του Θεού και ομοούσιος με τον Πατέρα. Τότε εκείνοι εφρύαξαν, τους συνέλαβαν και τους κατέσφαξαν αγρίως. 

Λίγο αργότερα, ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, όταν έγινε αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, στο μέρος που τους έσφαξαν και τους έθαψαν, τους ανήγειρε περικαλλή ναό και ξέρετε; οι Άγιοι χαίρονται όλοι οι Άγιοι χαίρονται, όταν τους μνημονεύομε όταν τους αναφέρομε όταν διαβάζομε τον βίο τους και τα Μαρτύρια τους όταν τους επικαλούμεθα. Κι όταν τους βάζομε πρέσβεις στον Κύριο γιατί; γιατί είναι γεμάτοι αγάπη. 

Πήραν την αγάπη του Χριστού και την έχουν αιώνια. Κι είναι μαζί του και χαίρονται ν αγαπούν, να προστατεύουν, να πρεσβεύουν και να σκεπάζουν και να μας εμπνέουν στη ζωή μας, τα καλύτερα και τα υπεροχότερα ο Άγιος, λοιπόν, Μαρκιανός και Μαρτύριος, οι Άγιοι νοτάριοι, έχουν μεγάλη παρρησία στον υπέροχο Χριστό μας.


24 Οκτωβρίου Άγιος Αρέθας



Και τέλος, τρέχει ο χρόνος αδυσώπητα, μακάρι να χαμε χρόνο, σας τα λέω συνοπτικά, κάποιοι λένε καλύτερα να βγάνεις άλλο λόγο, παρά να λες τους Αγίους ε, τώρα λέμε αυτό. Κι ο καθένας παίρνει ο,τι θέλει κι ας παρακαλεί και τους Αγίους να τον βοηθάνε στις πραγματικές και ουσιαστικές του ανάγκες. Πάμε στις 24 Οκτωβρίου και τελειώνει η επταήμερος αυτή αναφορά στο Φθινοπωρινό Συναξάρι, γιορτάζει 24 Οκτωβρίου ο Άγιος μεγαλομάρτυς Αρέθας. Ήταν απ’ την Αιθιοπία έζησε και έλαμψε τον 6ο αιώνα, στα χρόνια του αυτοκράτορος Ιουστίνου του Α, του γέροντος, του θείου του Ιουστινιανού, 518-527. 

Ήταν ο πρώτος στην Αιθιοπία και στην αρετή και στα πλούτη και στην αγάπη και στην ορθοδοξία και στα πάντα. —Καλώς τον Φιλιππάκο, ο Ιωαννίκιος ήλθε πριν, να στε καλά. Κι ευχαριστώ που έρχεστε όλοι.— Τότε, στην Αιθιοπία, που ταν χριστιανική, ήταν ένας βασιλεύς, ο Ελεσβάν, πολύ σπουδαίος και εκεί κοντά είναι και η Ευδαίμων Αραβία την έλεγαν τότε Σάββα η χώρα των Ομητιτών, που ο βασιλιάς της ήταν εβραίος, καθώς και οι υπήκοοί του. Κι από μίσος κίνησε τον πόλεμο κατά της αιθιοπίας. Της χριστιανικής αιθιοπίας. 

Ή μάλλον, όχι ο βασιλιάς της αιθιοπίας εκίνησε τον πόλεμο κατά των εβραίων, γιατί εκείνοι τον απειλούσαν και τους ενίκησε. Κυρίευσε και την πρωτεύουσα τους, έβαλε φρουρά, αλλά οι Εβραίοι επαναστάτησαν, εδιωξαν τη φρουρά, επετεθησαν κατά της αιθιοπίας, την εκυρίευσαν, και άρχισαν κι έσφαζαν τους χριστιανούς. Τότε ο Αρέθας, ο πλούσιος αυτός και υπέροχος χριστιανός και γενναίος, έκαμε αντίσταση και οι εχθροί τον έπιασαν και τον εβασάνισαν αμέτρητα κι εκείνος, στο τέλος, προέβαλε την κεφαλή του και τους εκκάλεσε να την αποκόψουν δια το όνομα του Χριστού και όντως εμαρτύρησε, καθώς και η συνοδεία του γι αυτό και εορτάζομε, 24 του μηνός Οκτωβρίου, κάθε χρόνο, τον Άγιο μεγαλομάρτυρα Αρέθα και τη συνοδεία αυτού. 

Κι έτσι, με το Μαρτύριο, ανέβηκαν στον Παράδεισο και προστατεύουν κι εμάς στη γη και ιδιαίτερα την πολύπαθη εκεί πατρίδα τους εδώ, όμως, θα σταματήσω και θα κλείσω, γιατί πέρασε η ώρα.

Ξύπνα απ’ την ερημιά σου!




Σκέψεις στο ευαγγελικό ανάγνωσμα Κυριακής 23 Οκτωβρίου 2016 (Θεραπεία του δαιμονιζομένου των Γαδαρηνών, Λουκ. η’, 26-39)

Ο δαιμονισμένος του Ευαγγελίου: μόνος, στην ερημιά κι αλυσοδεμένος φρίττει μπροστά στον Χριστό, τον οποίο Υιό του Υψίστου Θεού ονομάζει. Φρίκη και μόνο φρίκη μας προκαλεί: σφιχτά με το κακό δεμένος, μόνος κι απ’ τους ανθρώπους απομακρυσμένος…

Ας μη κάνουμε όμως τους ανήξερους κι ας μη φρίττουμε, γιατί ο δαιμονισμένος είμαι εγώ κι εσύ. Ζούμε στον κόσμο και κατέχουμε, από δαιμόνια στ’ αλήθεια. Ζούμε άλλωστε στον κόσμο που πάντοτε συναινεί με το κακό. Κι εμείς ερχόμαστε απ’ τον κόσμο κι αγωνιζόμαστε να γίνουμε Λαός του Θεού. Ξέρουμε πολύ καλά τι θα πει μοναξιά, τι θα πει κλείσιμο στον εαυτό, τι μας στερεί τους άλλους, τι θα πει Διάβολος. Εμείς είμαστε που τα βρήκαμε μαζί του… Εμείς πήγαμε προς αυτόν. Αντίθετα, όταν είμαστε στην Εκκλησία δεν πηγαίνουμε απλώς προς τον Χριστό αλλά ντυνόμαστε τον Χριστό για να βαδίσουμε στην Βασιλεία Του. Χωρίς Εκκλησία, χωρίς δηλαδή Αγάπη Χριστού, επιλέγουμε τον δρόμο της μοναξιάς, της ερήμωσης, του Διαβόλου. Εκεί που υπάρχει Αγάπη και Ομολογία κοινή, δηλαδή στην Εκκλησία, υπάρχει ο Χριστός κι η Αγάπη Του διώχνει μακριά τον φόβο. Αν φρικάρουμε στη θέα του δαιμονισμένου είναι γιατί βλέπουμε σ’ αυτόν τον εαυτό μας, διαλέγοντας την μέσα μας ερημιά, την πιο θανατηφόρα.

Ξέρουμε πολύ καλά, ότι δε πλαστήκαμε για μοναξιά. Ακόμα και μέσα σ’ αυτήν, δαιμονισμένοι και μόνοι, γνωρίζουμε ποιος είναι ο Ιησούς, Τον ομολογούμε: αυτή είναι η φύση μας! Πόσες φορές καταλάβαμε ότι φεύγουμε απ’ Αυτόν; Αποστατούμε, μα επίμονα επιμένουμε.. Τότε, πέφτουμε σε μιαν άλλη παγίδα: “Δε βαριέσαι; Έχω χρόνο να μετανοήσω…”

Έχουμε την άποψη ότι ακολουθούμε τον Χριστό για να κερδίσουμε κάτι. Μπορεί βέβαια ν’ αποδεχόμαστε ότι θα μας χαρίσει την μετά θάνατον αιώνια ζωή αλλά επιμένουμε να μένουμε στην αμαρτία, να είμαστε δηλαδή μακριά Του, σκεπτόμενοι ότι έχουμε χρόνο μπροστά μας για να “τα βρούμε μαζί Του”. Το σχήμα είναι απλό: θα πιστέψω και θ’ ακολουθήσω το Χριστό επειδή φοβάμαι τον θάνατο. Φτιάχνουμε λοιπόν μια σχέση ξεκάθαρα εμπορική: θα πιστέψω -όποτε ευκαιρίσω- για να λυτρωθώ απ’ τον θάνατο. Δούναι, λαβείν… Μάλλον είμαστε σε τεράστια σύγχυση. Τα πράγματα είναι πιο απλά: πιστεύω στον Χριστό κι θέλω μαζί Του να ζω όχι γιατί φοβάμαι κάτι, αλλά γιατί δεν μπορώ να ζήσω διαφορετικά. Δεν μπορώ να ζω στη μοναξιά, γιατί εκεί αισθάνομαι μόνος. Κι επειδή είμαι μόνος, συνεργάζομαι με τον Διάβολο, που ονομάζεται “βδέλυγμα ερημώσεως”. Δεν είναι ο Διάβολος που με βρίσκει “αδύναμο κι αθώο” και με παρασύρει. Εγώ βαδίζω προς την μοναξιά κι άμεσα τον συναντώ στον τόπο της φυσικής του κατοικίας.

Δουλιά αυτουνού είναι να με αλυσοδέσει, πράγμα που διάλεξα με την θέλησή μου. Εγώ επέλεξα την μοναξιά μου. Εγώ επιλέγω να κλείνομαι στον εαυτό μου, δε με αναγκάζει κανένας. Τα προβλήματα εμφανίζονται και μέρα με τη μέρα γιγαντώνονται, εφόσον διαλέγουμε το μονόδρομο του φόβου, της απελπισίας, της απόρριψης του Θεού. Αυτό θα πει βλασφημία! Ζήτα αδελφέ μου τη βοήθεια του Θεού! Κι Αυτός πρώτα απ’ όλα θα εμφανιστεί στα πρόσωπα των αδελφών σου. Με τους αδελφούς μας, δε μας συνδέει κάποια ιδεολογία, όπως τους οπαδούς ενός κόμματος. Μας ενώνει Αυτός που ξύπνησε τον καθένα απ’ τον ύπνο της μοναξιάς του. Μας θεράπευσε, μας ανέστησε, μας έσωσε και μας έκανε Εκκλησία. Έγινε πέτρα ο ίδιος για να ενωθούμε εμείς, πέτρα που αναβλύζει το νερό που μας κάνει να ζούμε αληθινά, ο ένας δίπλα στον άλλον κι όλοι μαζί να γινόμαστε Χριστός,. Ίδιο Σώμα, ίδιο Αίμα. Ίδια Αγάπη κι Ομολογία κοινή.

Καμιά θλίψη, καμιά στεναχώρια, καμιά μοναξιά δεν μπορεί απ’ την Αγάπη αυτή να μας χωρίσει.

Ιάσων Ιερομ.

 http://www.nif.gr

23 Οκτωβρίου, Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος





Άγιος Ιάκωβος ο Αδελφόθεος

Πάμε, τώρα, γιατί πέρασε η ώρα, στις 23 του μηνός Οκτωβρίου γιορτάζει ο Άγιος Ιάκωβος ο αδελφόθεος. Αρχαία φωνή μεγάλη ψυχή και πρώτος ιεράρχης των Ιεροσολύμων και γιος του Ιωσήφ του μνήστορος, που είχε από τον γάμο του, προτού μνηστευθεί την κυρία Θεοτόκο, της οποίας υπήρξε προστάτης. Καθώς και του βρέφους Ιησού. 

Τυχερός που ήταν εκείνος! Κι όταν κάποια φορά ο Ιωσήφ ο μνήστωρ ηθέλησε να μοιράσει την περιουσία στα παιδιά του, αποφάσισε να δώσει μερίδιο και στον Χριστό, που ταν ο Υιός της Παρθένου και ο Υιός του Θεού. Τόσο δίκαιος ήταν ο Ιωσήφ και τόσο σπουδαίος και τα κληρονομικά, ξέρετε, τι αγκάθι και τι βάσανο είναι; και τι κάναν τ αλλά παιδιά; Ο Σίμων , ο Ιωσής και ο Ιούδας δεν θέλαν να δώσει μερίδιο στον Ιησού. Καλοί ήταν κι αυτοί! και ο Ιάκωβος, τότε, του λέει του Ιησού: Έλα δώ, καλέ μου. Αυτό που θα πάρω εγώ θα ναι δικό σου. Αν δεν θες έτσι, και δικό σου και δικό μου. Θα το ‘χουμε μαζί. Θα μαστε συγκληρονόμοι. Κι ο Ιησούς έσκυψε και τον εφίλησε και του λέει: Σ’ ευχαριστώ, αδελφέ . 

Κι από τότε ο Άγιος Ιάκωβος ονομάζεται και αδελφόθεος. Αδελφός του Θεού έδωσε στον Κύριο το κομματάκι της περιουσίας του. Δεν το ήθελε ο Κύριος , βέβαια αλλά εκείνος έδειξε την αγάπη και τη στοργή του ο Άγιος Ιάκωβος έγραψε και την πρώτη Θεία Λειτουργία εχειροτονήθη απ τον ίδιο τον Χριστό μας πρώτος επίσκοπος Ιεροσολύμων, λέει το Συναξάριο του Μηναίου από κει μόνο αντλώ τις πληροφορίες που σας λέω, γιατί τα συναξάρια αυτά, αιώνες τώρα, τα διαβάζουμε στις συνάξεις τις λειτουργικές και εκκλησιαστικές και έχουν αγιασθεί είναι τόσο λιτά, τόσο δωρικά και τόσο μεστά, που μας συγκινούν. Υπάρχουν αυτά και κυκλοφορούν και στην Αποστολική Διακονία, με τους Αγίους μας, που ναι ακριβώς οι μεταφράσεις αυτών των συναξαριών είναι όμορφα και απλά. 

Τον χειροτόνησε ο ίδιος ο Χριστός και έγραψε εκείνος πρώτος την Θεία Λειτουργία και αργότερα, όπως λέει το ίδιο Συναξάριο, δια την των ανθρώπων ασθένειαν, ο Μέγας Βασίλειος την εσυντόμευσε και λίγο αργότερα, πάλι για την αδυναμία και ανυπομονησία των ανθρώπων, ο Ιερός Χρυσόστομος την έκαμε πιο μικρή γιατί ο άνθρωπος, αν πάει στην εκκλησία και στη λατρεία και αρχίζει να κουράζεται και κοιτάζει το ρολόι και σηκώνει το ένα πόδι και κατεβάζει το άλλο, ο,τι να κάνεις μετά δεν τον πιάνει. Δεν το ακούει. Ας το ‘χομε υπόψη μας αυτό, όσοι έχομε την διαποίμανση των ανθρώπων και των χριστιανών και λέει ένα ωραίο η Παλαιά Διαθήκη ότι, "καλύτερα να κάνει κανείς λίγο με χαρά παρά να κάνει πολύ με γογγυσμό". 

Κι έγραψε ο Άγιος Ιάκωβος και την Καθολική Επιστολή του, που είναι ένα κοινωνικό ευαγγέλιο μιλάει για όλους και για όλα, με τον καλύτερο και στοργικότερο τρόπο και περισσότερο για την αγάπη, την ευσπλαχνία, την προσευχή και την ισότητα, μάλλον την ισοτιμία των ανθρώπων μεταξύ των γιατί όλοι προερχόμεθα από ένα χώμα, τη γη, το σώμα μας, και από την ίδια πνοή, την ανάσα του Θεού είμεθα κατ εικόνα Κυρίου και έτσι έχομε ισοτιμία. Ισότης δεν υπάρχει, γιατί είναι ισοπεδωση. Ισοτιμία, όμως, υπάρχει και αυτό είναι η ομορφιά μέσα στην ποικιλία και μέσα στην ανισότητα και στη χαρά του Θεού.

Σάββατο 22 Οκτωβρίου 2016

Λόγια Μακαριστού Γέροντος Ιακώβου Τσαλίκη



Είπε ο Γέροντας. Ένας άνθρωπος ρώτησε. Εφ` όσο ο πατήρ Ιάκωβος αγαπά το Θεό και τους Αγίους και τον Όσιο Δαβίδ και πιστεύει στα Ιερά Λείψανα και στις Εικόνες και στο Θεό, γιατί ο Θεός επέτρεψε και πήγε στο Νοσοκομείο και του έκαναν σοβαρές εγχειρήσεις;
Επέτρεψε ο Θεός για να ταπεινωθώ.

Τον Άγιο Ιωάννη τον Pώσσο, ο Γέροντας τακτικά τον επισκεπτόταν, κυρίως
πηγαίνοντας για την Αθήνα για τους γιατρούς που τον παρακολουθούσαν.
Κάποτε πήγα έλεγε Ο γέροντα και βλέπω τον άγιο ζωντανό μέσα στη λάρνακά του.
Του λέω. – Άγιε μου πως περνούσες στη Μικρά Ασία, τι αρετές είχες και αγίασες;
Ο Άγιος μου απάντησε.
Μέσα στη σπηλιά που ήταν στάβλος κοιμόμουνα και με τα άχυρα σκεπαζόμουνα τον χειμώνα για να μην κρυώνω.
Είχα και την ταπείνωση και την πίστη.

Σε λίγο μου λέει.
Περίμενε, πάτερ Ιάκωβε, γιατί ήρθαν τώρα δυο άνθρωποι και με παρακαλούν για ένα παιδί άρρωστο.
Περίμενε να πάω να βοηθήσω.
Ξαφνικά άδειασε η λάρνακα γιατι ο Άγιος έφυγε. Σε λίγη ώρα ξαναγύρισε, δεν τον είδα πως γύρισε,
αλλά τον είδα να τακτοποιείται μέσα στη λάρνακα του σαν ένας άνθρωπος.

Στις 15 Ιουλίου 1990, ημέρα Κυριακή, το πρωί, μόλις ο π. Ιάκωβος κατέβηκε από το κελλάκι του στο Ναό για την Θεία Λειτουργία περιέγραφε μέσα στο ιερό με πρόσωπο εκστατικό σε Πατέρες της Μονής του όσα ο Θείος Ιωάννης ο Ρώσος «πνευματικό τω τρόπω» του είχε πει την νύχτα που πέρασε – «ο Θεός οίδε» - εμπρός στην Ιερά Λάρνακα με το αδιαλώβητο σκήνος Του στο Ναό Του στο Προκόπι.
Νομίζουν πως κοιμάμαι, πεθαμένος, είμαι νεκρός και δεν υπολογίζουν οι Χριστιανοί. Εγώ όμως είμαι ζωντανός.
Τους πάντες βλέπω. Το σώμα μου είναι μέσα, αλλά εγώ εξέρχομαι πολλές φορές από την λάρνακα μου.
Τρέχω ανάμεσα στους ανθρώπους για να τους βοηθήσω.
Πολύς ο πόνος. Αυτοί δε με βλέπουν.
Εγώ τους βλέπω και τους ακούω τι λένε.
Και πάλι μπαίνω στη λάρνακα μου. Αλλά άκουσε Πάτερ μου να σου πω. Πολλή η αμαρτία στο κόσμο, πολλή η ασέβεια και πολλή η απιστία.
Γιατί τα λες αυτά Άγιε μου; Του απάντησα. Δε βλέπεις πόσος κόσμος έρχεται στη χάρη σου και σε προσκυνά;
Πολλή έρχονται, Πάτερ Ιάκωβε, αλλά λίγα είναι τα τέκνα μου, πρόσθεσε ο Όσιος και συνέχισε.
Για αυτό πρέπει να γίνει πόλεμος. Γιατί πολλή η αμαρτία στο κόσμο.
Όχι, Άγιε μου του είπα ταραγμένος.
Από μικρό παιδί όλο σε πολέμους και ταλαιπωρίες βρέθηκα. Στην Μικρά Ασία που γεννήθηκα αλλά και όταν ήλθαμε στην Ελλάδα. Ύστερα Άγιε μου αν γίνει έξαφνα ο πόλεμος θα χαθούν και ψυχές πριν προφτάσουν να μετανοήσουν.
Πρέπει να γίνει πόλεμος, πρέπει να γίνει πόλεμος, πρέπει να γίνει πόλεμος,
απάντησε λυπημένα με μια σταθερή φωνή ο Όσιος και συνέχισε ότι θα γίνουν ορισμένες πλημμύρες, πυρκαγιές και άλλες καταστροφές στην περιοχή της Εύβοιας κα κάπου άλλα δεινά.
Όλα όσα είπε ο Όσιος στον Γέροντα εκείνο το βράδυ πράγματι συνέβησαν και συμβαίνουν.
Την πρώτη Αυγούστου 1990 κηρύχτηκε πόλεμος στον περσικό κόλπο., ενώ λίγο αργότερα στην Εύβοια έγιναν πλημμύρες από καταρρακτώδης βροχές, χάθηκαν ανθρώπινες ζωές και προξενήθηκαν μεγάλες υλικές καταστροφές και φωτιές κατέκαψαν δάση και άλλες εκτάσεις.

Διηγείται ο Γέροντας. Κάποτε διάβαζα το βίο του Άγιου Σεραφείμ του Σαρώφ και στο σημείο που έλεγε ο Άγιος ότι είδε τα σκηνώματα του Παραδείσου, «εν τη οικία του Πατρός μου πολλαί μοναί εισί», τότε λέω πώς να είναι άραγε Θεέ μου, αυτές οι Μονές;
Ξαφνικά μου έπεσε το βιβλίο από τα χέρια και βρέθηκα σ` ένα ωραίο μέρος.
Μπροστά μου ήταν ένας δρόμος κατάφυτος με βιολέτες, όλες το ίδιο ύψος και πυκνοφυτεμένες, ευωδιαστές και δίπλα μου στεκόταν ένας Γέροντας, ο Άγιος Δαβίδ ήταν.
Ήθελα να προχωρήσω και δίσταζα να μην σπάσω τα λουλούδια.


Έλεγε μάλιστα ποιος τα φύτεψε τόσο πυκνά.
Αν ήταν λίγο αραιότερα θα έβαζα το πόδι μου ανάμεσα και δε θα τα έσπαζα και δίσταζα να προχωρήσω.
Τότε μου λέει ο Γέροντας.
Προχώρα, προχώρα, προχώρα, πάτερ Ιάκωβε, μη φοβάσαι τα λουλούδια αυτά δεν είναι σαν και εκείνα που ξέρεις , δεν σπάζουν.
Καθώς προχωρούσα λοιπόν πατούσα και δεν σπάζανε. Βλέπω δεξιά μου, ένα απότομο κατήφορο, χωματόδρομο πολύ επικίνδυνο και λέω.
Τι δρόμος κατηφορικός είναι αυτός; Αν περάσει κανένα αυτοκίνητο θα κινδυνεύσει.
Μου λέει τότε ο γέροντας.
Εδώ πάτερ Ιάκωβε δεν υπάρχουν αυτοκίνητα, ας` τον αυτόν τον δρόμο μην τον κοιτάζεις καθόλου, εσύ βάδιζε το δρόμο που βαδίσεις.

Βαδίζαμε λοιπόν στο ανθισμένο αυτό δρόμο και λέω. «ας κοιτάξω τι υπάρχει γύρω».
Βλέπω κάτι ωραιότητα σπιτάκια, αραιοκατοικημένα, σαν παλατάκια, με τις περιφράξεις τους με τις εξώπορτες τους, γεμάτα λουλούδια και ομορφιά και φως, αλλά ήταν εντελώς άδεια, δεν υπήρχε κανένας άνθρωπος μέσα.
Λέω τότε στον Γέροντα που με συνόδευε.
Γέροντα, τι ησυχία και τι ομορφιά είναι αυτή;
Ας είχα και εγώ ένα τέτοιο σπιτάκι να κάθομαι στην ησυχία, να κάνω την προσευχή μου, γιατι εγώ είμαι άνθρωπος της ησυχίας.
Τότε σήκωσε ο Γέροντας το χέρι του και μου έδειξε το σπιτάκι του που ήταν για μένα.
Αμέσως όμως βρέθηκα στο κελί μου και είπα.
Γιατί ξαναγύρισα σ` αυτό το κόσμο; Αχ να μην ξαναγύριζα, αλλά να έμενα για πάντα εκει!!!

Όταν προσκομίζω , έλεγε ο Γέροντας, βλέπω τις ψυχές που περνούν από μπροστά μου και με παρακαλούν να τις μνημονεύσω, και να θέλω να τις ξεχάσω δεν μπορώ.

Έλεγε ο Γέροντας πολύ να προσέχουμε στην προσευχή μας τι ζητάμε από τον Θεό, γιατι παραδείγματος χάρη δεν ξέρουμε, όταν του ζητήσουμε δοκιμασία και μας τη δώσει,αν θα την αντέξουμε.

Έλεγε επισης ο Γέροντας.
Όταν ο Ιερέας βγάζει μερίδες και μνημονεύει τα ονόματα των πιστών στην Ιερά Πρόθεση κατεβαίνει Άγγελος Κυρίου και παίρνει την μνημόνευση αυτή και την πηγαίνει και την εναποθέτει στο Θρόνο του Δεσπότου Χριστού ως προσευχή γι` αυτούς που μνημονεύθηκαν.
Σκεφθείτε λοιπόν τι αξία έχει να σας μνημονεύσουν στην Αγία Πρόθεση.
Κάποια φορά είχα ξεχάσει να μνημονεύσω στους κεκοιμημένους τη μητέρα μου, που ήταν Αγία γυναίκα.

Όταν τελείωσα την Θεία Λειτουργία, και πήγα στο κελλάκι μου, Εκεί που καθόμουν, ήλθε η ψυχή το πνεύμα της μητέρα μου και μου είπε με παράπονο.
Πάτερ Ιάκωβε δε με μνημόνευσες σήμερα.
Πως μητέρα δεν σε μνημόνευσα.
Κάθε μέρα σας μνημονεύω και μάλιστα την καλύτερη μερίδα σας βγάζω τις είπα.
Όχι παιδί μου, σήμερα με ξέχασες και η ψυχή μου δεν αναπαύεται τόσο όσο τις άλλες μέρες που με μνημονεύεις, μου απάντησε.
Σκεφθείτε τι μεγάλος κέρδος και ωφέλεια δέχεται η ψυχή όταν τη μνημονεύει ο ιερέας.

Είδα και την ψυχή του πατέρα μου, έλεγε ο Γέροντας, να κάθεται έξω από ένα απλό σπιτάκι σαν κελλάκι και του λέω.
Πατέρα μου, εσύ που ήσουν και χτίστης, δεν έχτιζες ένα μεγαλύτερο σπίτι να μένεις άνετα, αλλά κάθεσαι σε ένα τέτοιο σπιτάκι;
Τότε τι μου λέει.
Παιδί μου, εσύ με τις προσευχές σου και τις ελεημοσύνες σου μου έκτισες το σπιτάκι αυτό και το έχω και μένω.

Ένα πνευματικό του παιδί λέει στον Γέροντα. Πήγαμε στο μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου του εν Ολύμπω.
Κι ο γέροντας εντελώς φυσικά του λέει.
Παιδί μου, ο Άγιος Διονύσιος ήταν εδώ πριν λίγες ημέρες και συλλειτουργήσαμε!!
Πήγε κάποιος στον γέροντα και του λέει.
Κάνω 3000 μετάνοιες το εικοσιτετράωρο.
Του λέει ο γέροντας.
Καλά κανείς παιδί μου, αλλά από τώρα κι ύστερα να κανείς 100 μετάνοιες, γιατί αργότερα θα κουραστείς και δεν θα κανείς καμία.

Για το θέμα της τηλεόρασης έλεγε. Η τηλεόραση - το κουτί του διαβόλου – κάνει μεγάλη ζημία, ιδιαίτερα στα παιδιά, γι αυτό και πρέπει να βγει από το σπίτι.
στους γονείς που ρωτούσαν τι να κάνουμε τα παιδιά μας όταν δεν ακούνε τους έλεγε.
Προσευχή θα κάνετε με πίστη, θα τα νουθετήσετε κι όσο μπορείτε με την αγάπη και με τον καλό το τρόπο. Γιατί με συγχωρείτε, με το αυστηρό δεν πάει.
Γιατί σου λέω σηκώνουμε και φεύγω και πάει.

Κι είναι σήμερα Σόδομα και Γόμορρα και κάτι χειρότερο.
Είπε ο γέροντας. Όταν είχε κοιμηθεί ο Γέροντας μου ο πατήρ Νικόδημος,
είπα στην προσευχή μου, που να πήγε άραγε η ψυχή του;
Τότε είδα, όχι σε όνειρο, αλλά πνευματικό τω τρόπω ότι με φώναξε ο Γέροντας μου να του πάω τα κλειδιά της Μονής γιατί ήρθε ο Μέγας Αρχιερέας.
Πήγα λοιπόν έξω από την πόρτα του κελιού που είναι πάνω από την είσοδο της μονής κι όταν έφτασα κοντά, ακούω ομιλίες, ερώτηση, απάντηση.
Μέσα γινόταν ανάκριση, εξέταση.


Χτύπησα την πόρτα και μπήκα μέσα στο δωμάτιο και τι να δω!!!....... ο Γέροντας μου στεκόταν όρθιος, ξεσκούφωτος με το κεφάλι κατεβασμένο και τα χέρια σταυρωμένα με πολύ φόβο και ευλάβεια.
Απέναντι του ήταν ο Μέγας Αρχιερέας καθήμενος επί θρόνου.
Ο θρόνος ήταν μετέωρος ένα μέτρο πάνω από το δάπεδο.
Το πρόσωπο του έλαμπε.

Χρυσό σαν καθαρό κερί, δεν μπορώ να το περιγράψω παιδί μου.
Στα γόνατα του ήταν ανοιχτό ένα βιβλίο και μέσα ήταν γραμμένη η ζωή του Γέροντά μου.
Ρωτούσε ο Μέγας Αρχιερέας και απαντούσε ο Γέροντας μου.
Μόλις μπήκα μέσα σταμάτησε η ανάκριση, πήγα στον Γέροντα μου, του έβαλα μετάνοια και του έδωσα τα κλειδιά της Μονής.
Γέροντα έφερα και τα κλειδιά της Λειψανοθήκης μην τυχόν θελήσει ο Αρχιερέας να προσκυνήσει τα Άγια Λείψανα, του είπα.
Ο γέροντας μου τα πήρε.

Ήθελα να βάλω μετάνοια και στον Μέγα Αρχιερέα, αλλά δεν μου είπε τίποτε ο Γέροντας μου και επειδή ήμουν υποτακτικός, δεν μπορούσα να κάνω κάτι χωρίς ευλογία.
Έτσι βάζοντας μετάνοια στον Γέροντα μου και υποκλινόμενος από μακριά στον Μέγα Αρχιερέα, βαδίζοντας προς τα πίσω, χωρίς να γυρίσω την πλάτη μου, βγήκα από το δωμάτιο.
Αμέσως Μόλις βγήκα άρχισε πάλι η ανάκριση.
Είδα, παιδί μου, ότι όλη μας η ζωή, έργα, λόγια, σκέψεις είναι γραμμένα, θα δώσουμε για όλα λόγο.
Όσο για τον Γέροντά μου πληροφορήθηκα ότι η ψυχή του πήγε πολύ καλά.

http://www.pigizois.net

Πατέρας Ηρωδίων ο Ρουμάνος ο δια Χριστόν σαλός..(1904-1990)


Εδώ και πολύ καιρό είχα ακούσει δια τον πατέρα Ήρωδίωνα. Τον θαυματουργό, τον διά Χριστόν σαλό της αγιορείτικης ερήμου της Καψάλας.

Από σκόρπιες πηγές περισυνέλεξα ολίγα πτωχά στοιχεία της ζωής του τα όποια προσφέρω εις τους ευσεβείς χριστιανούς διά να γνωρίζουν οτι και εις τους έσχατους αυτούς καιρούς, ο Θεός δεν μας εγκατέλειπε, αλλά μας έδωκεν ισχυρά στηρίγματα εις την γη και διαπύρους πρεσβευτάς εις τους ουρανούς.

Γεννήθηκε τo 1904 εις την Ρουμανία εις την επαρχία Ορντάσεστ. Ό πατέρας του, λεγόταν Πέτρος Μαντούφ, η μητέρα του Ελένη, Ήταν πτωχοί αλλά τίμιοι άνθρωποι. Ο Πέτρος δούλευε στα χωράφια, έβοσκε τα λιγοστά του πρόβατα, έτρωγε δηλαδή το ψωμί του εν ίδρώτι του προσώπου του. Ο Θεός του χάρισε ένα γυιό, τόν Ιωάννη. Ηταν ένα αθώο και φιλότιμο παλληκάρι. Ψηλός, γεροδεμένος, με γαλανά φωτεινά μάτια. Βοηθούσε τον πατέρα του στα πρόβατα και καλλιεργούσαν μαζί τα χωράφια. Ο Ιωάννης είχε μια έντονη θρησκευτική φύσι. Ήταν φιλέρημος χαρακτήρας. Του άρεσε να άκούη ιστορίες για μεγάλους ερημίτες, που άσκήτευαν στα σπήλαια και σε μικρές καλύβες που έφτιαχναν από κορμούς δένδρων στα Καρπάθια όρη και η καρδιά του καιγόταν να τους μιμηθή. Του έλεγαν οι γεροντότεροι ότι εις την Ελλάδα υπάρχει ένα όρος, ωσάν ένας νομός εις τον όποιο υπάρχουν μόνο μοναστήρια, σκήτες και φτωχικές καλύβες πού έδω και χίλια χρόνια περίπου ζούν μόνο ασκητάδες. Ο πρώτος ερημίτης του αγίου Όρους, λεγόταν Πέτρος. Ήταν στρατηγός και φίλος του αυτοκράτορα του Βυζαντίου Νικηφόρου Φωκα.Ο ερημίτης Πέτρος ζούσε ασκητικά σε μια σπηλιά και πολύ βασάνιζε το σώμα του. Πολύ τον ταλαιπωρούσαν οι δαίμονες.

Η Μητέρα του Θεού, του παρουσιάστηκε σ’ ένα όραμα γεμάτο φως και του είπε. Έχε υπομονή στις παγίδες και τα βέλη του εχθρού εκλεκτέ μου. Το όρος αυτό είναι δικό μου. Το έζήτησα από τον Υιό μου, και αυτός μου το έδωσε. Εδώ θα έρχονται να κατοικούν όσοι θέλουν να αφιερωθούν εις τον Θεό. Όσο ζουν θα έχουν την προστασία μου. Θα τους τρέφω και θα τους συντηρώ. Δεν θα τους λείψη τίποτε. Και όταν φύγουν από τον κόσμο αυτό, θα τους δωρήσω την βασιλεία του Θεού. Θα το κάμω γνωστό και ένδοξο σ’ όλον τον κόσμο. Βασιλιάδες και άρχοντες θα έρχονται εδώ να προσκυνούν. Γυναίκα δεν θα πατήση το πόδι της έδώ. Μόνον εγώ θα βασιλεύω, κανένας βασιλιάς ή άρχοντας θα βασίλευσει έδώ.

Η καρδιά του Ιωάννη σκίρτησε. Άραγε πώς εγώ θα τα καταφέρω να πάω στο Άγιον Όρος; Με τί μέσον; Με τί τρόπο; Δεν θα με αναζητήσουν οι γονείς μου; Δεν θα με εύρουν; Όμως ο Ιωάννης το αποφάσισε. Φεύγει λοιπόν από το σπίτι του, έρχεται στη Μαύρη Θάλασσα, ευρίσκει ένα πλοίο, και με την βοήθεια του Θεού, έρχεται εις το Άγιον Όρος. Όμως θέλει να ιδή, να μελετήση, να κατανόηση την ζωή εδώ. Έτσι γίνεται εργάτης στη Μονή Καρακάλου. Δουλεύει στους λαχανόκηπους, στις εληές. Σε κάθε εργασία. Πάντα πρόθυμος, πάντα γελαστός, πάντα χαρούμενος. Αυτή ή χαρά είναι το χαρακτηριστικό του και τον συνοδεύει σ’ όλη του τη ζωή. Έπειτα αποφασίζει να συναριθμηθή σε μια μοναχική συνοδεία, Πρώτα άσκητεύει στο μοναστήρι του Αγίου Διονυσίου. Τι τον είλκυσε εδώ; Το αυστηρό τυπικό, οί ζηλωτές άσκητάδες και τα λείψανα των Αγίων. Εδώ σώζεται, πολύτιμος θησαυρός, το δεξιό χέρι του Ιωάννου του Προδρόμου. Το χέρι με το όποιο εβάπτισε τον Κύριο μας Ιησού Χριστό. Όμως ο Ιωάννης θέλει να γνωρίση καί να ζήση και σε άλλες μοναχικές παλαίστρες. Έτσι αφήνει το αγιασμένο αυτό μοναστήρι, κι έρχεται στο μοναστήρι του Φιλόθεου.


Εδώ μένει αρκετό καιρό. Γυμνάζεται στους πνευματικούς πολέμους. Δέχεται τα βέλη του εχθρού και απαντάει ωσάν γενναίος στρατιώτης. Η καρδιά του γίνεται ένα πεδίο βολής. Ένα αναπεπταμένο πεδίο μάχης. Από τη μια μεριά οί δαίμονες. Τον πολεμούν με όλη τους την δύναμι, με όλο τους το μίσος. Και από την άλλη ό ηρωικός αγωνιστής. Δεν πολεμάει τον εχθρό με ορατά όπλα. Ο πόλεμος δεν είναι ορατός. Είναι αόρατος. Τον πολεμάει με πνευματικά όπλα. Νηστεία, υπομονή, σιωπή, ταπείνωσι, αγρυπνία, μελέτη του λόγου του Θεού. Αλλά ιδιαίτερα τον πολεμάει με την προσευχή. Διά τον μοναχό ή προσευχή είναι το πρώτο του θέμα. Έάν έπιτύχη είς την προσευχή επέτυχεν είς τους στόχους τους. Έάν από τύχη είς την προσευχή, έχει κάμει μεγάλα ρήγματα ό εχθρός είς το κάστρο της ψυχής του, και πρέπει να βιασθή για να κερδίση το χαμένο έδαφος. Εδώ είς το Άγιον Όρος οι μοναχοί προσεύχονται με μια άπλή προσευχή, πού έγινε αληθινή επιστήμη. Προσεύχονται με την προσευχή «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον ημάς».Ο Μακάριος ο Αιγύπτιος ρώτησε τον άγγελο. «Πώς πρέπει εμείς οι μοναχοί να προσευχώμεθα;». Και ο άγγελος του απάντησε: «Εάν ό μοναχός είναι γραμματοφόρος, να διαβάζη το ψαλτήριον. Εάν είναι αγράμματος, να λέγη την απλή προσευχή, Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον ήμας». Όμως πολλοί γραμματοφόροι προτιμούν να προσεύχωνται με την απλή αυτή προσευχή, παρά με το Ψαλτήριον.

Ο μοναχός όλο τον χρόνο της ζωής του, λέγει αυτή την ευχή. Αυτή η προσευχή ομοιάζει με την ήσυχη απαλή βροχή. Η ήσυχη βροχή ποτίζει σιγά σιγά την γη και η γη καρποφορεί. Η καταρρακτώδης βροχή δεν βοηθάει την γη να καρποφορήση. Παρασύρει το χώμα, την λίπανσι, τους σπόρους.

Άλλο παράδειγμα. Όταν το ζεστό νερό κυκλοφορεί είς τα σώματα του καλοριφέρ πάντοτε, όλο το δωμάτιο θερμαίνεται. Εάν το ζεστό νερό σταματήση να κυκλοφορή είς το καλοριφέρ, όλο το δωμάτιο ψύχεται. Όταν εις την καρδία κυκλοφορεί πάντοτε το γλυκύτατο όνομα του Ιησού Χριστού, η καρδία θερμαίνεται με θεία θέρμη, και διά της καρδίας, κάθε κύτταρο, κάθε μέλος του σώματος θερμαίνεται, εξαγνίζεται από κάθε ρυπαρό λογισμό, από λογισμούς μίσους, μνησικακίας, εκδικήσεως, φθόνου, ζηλοφθονίας, υπερηφάνειας, οιήσεως, αλαζονείας, φιλοδοξίας, φιλοπρωτείας, κοιλιοδουλείας, πολυφαγίας, καλοφαγίας, φιλυπνίας, ραθυμίας, ακηδίας, οκνηρίας, περιέργειας, πολυπραγμοσύνης, θλίψεως, μελαγχολίας, ταραχής, νευρικότητος, ανυπομονησίας και κάθε πάθους μικρού ή μεγάλου. Όμως εσκέφθη ο ασκητής μας ότι εδώ είς το μοναστήρι με τους τόσους θορύβους, δεν μπορεί η ψυχή να καλλιεργήση την καρδιακή προσευχή, διά τούτο δε ανεχώρησε άπό το μοναστήρι και ήλθεν εις την έρημον της Καψάλας, είς την οποία πολλοί μοναχοί και πολλοί Ρουμάνοι ζούσαν ήσυχαστικόν βίον, με απόλυτη σιωπή, απομόνωση, νηστεία, είχον δε και πρόσφορους περιστάσεις διά την νοερά ή καρδιακή προσευχή. Με πολύ προσοχή κατεσκόπευσε τα καλύβια, τις σκήτες, τις μικρές συνοδείες και η ψυχή του αναπαύτηκε σε ένα κελλί πολύ απομονωμένο, του Αγίου Δημητρίου, απέχει σαράντα λεπτά από το δρόμο. Ήταν δε παντελώς έρημο, ακατοίκητο, μισοερειπωμένο. Τα παράθυρα κατεστραμμένα, οι πόρτες επίσης, οι λαμαρίνες επίσης. Όταν φυσούσε άνεμος, σφύριζε μέσα στο κελλί, όταν χιόνιζε, το κελλί ήταν πάντα χιονισμένο μέσα. Ό π. Παΐσιος γνωρίζοντας την κατάσταση του κελλιού του, του έστειλε τρεις υποτακτικούς του, να του τό διορθώσουν.



Εκεί έζησε σαράντα ολόκληρα χρόνια. Μόνος. Μονώτατος. Έρημος. Απλησίαστος ερημίτης. Δεν περιποιόταν καθόλου τον εαυτό του. Ποτέ του δεν πλύθηκε, Ποτέ του δεν φρόντισε να εύρη ένα καλό ρούχο. Δεν έπαιρνε καμιά μέριμνα διά τροφή. Πατέρες από τα γειτονικά κελλιά, Έλληνες και Ρουμάνοι, του άφηναν ευλογίες, και με αυτές συνετηρείτο.

Σαράντα χρόνια μελέτης του Θεού.

Σαράντα χρόνια καρδιακής προσευχής.

Σαράντα χρόνια πάλευε με τα στοιχεία της φύσεως και με τους δαίμονας.

Από έγκλειστος και ήσυχαστής έγινεν κατά Θεόν σαλός. Κατά Θεόν τρελλός. Παλαβός, θεοπάλαβος. Έλεγε του κόσμου τις τρέλλες, ασυναρτησίες, έκαμε τρελλές χειρονομίες. Δεν ήταν ευγενής. Στους περίεργους πολύ απότομος. Όταν τους έδιωχνε και δεν φεύγανε,τους περιποιόταν με βρισίδι.

Τα τελευταία χρόνια της ζωής του, κατάλαβαν τί θησαυρός ήταν. Τί θησαυρό έκρυβε. Τί διορατικά και προφητικά χαρίσματα έκρυβε και πολλοί τον έπεσκέπτοντο και αυτός έκαμε συγκατάβασι και τους δεχόταν.

Αναφέρει ένας. Αγοράσαμε μακαρόνια, μπισκότα, αχλάδια, ροδάκινα, ντομάτες και πήγαμε να τον δούμε.

Μας δέχτηκε. «Ω, ευχαριστώ καλοί πατέρες. Ευχαριστώ πολύ». Του δώσαμε τα δώρα μας. Κόβει τα μπισκότα μικρά μικρά κομματάκια καί τα πετάει εις τον αέρα. «Να φάνε τα πουλάκια». Έπειτα, κομματιάζει τα μακαρόνια και τα πετάει σ’ όλες τις κατευθύνσεις.Έπειτα, παίρνει τα αχλάδια, τα ροδάκινα, τις ντομάτες και τις πετούσε στους τοίχους του κελλιού του. «Τα χρειαστήκαμε», έλεγαν.

 ο Άγιος Γέροντας Ηρωδίων νέος όταν προσήλθε στο Αγιον Ορος.


Μέσα, δε το κελλί του, μή χειρότερα. Στους τοίχους χυμένοι καφέδες, πορτοκαλάδες. Στο δάπεδο σε ύφος τριάντα εκατοστών, πεταμένα κουτιά κονσέρβας όλων των ειδών, φυάλες από πορτοκαλάδες, πόματα, και σκουπίδια πολλών ειδών.

Και οι σύντροφοι του να ζουν ειρηνικά και να κυκλοφορούν ελεύθερα, άφοβα. Σαύρες, σαμιαμίθια, κατσαρίδες, μύγες, ποντίκια. Όλων των ειδών και όλων των μεγεθών.

Και ο καλός μας Ηρωδίων να κινήται και να ζη μ’αυτά ο μονασμένος και συμφιλιωμένος.

Είχε το διορατικό χάρισμα. «Εσύ, είσαι από την Κέρκυρα», λέγει σε έναν.

«Εσύ να πας στη Συκιά», λέγει σε άλλον. Σε ποια συκιά, διερωτώταν. Συκιά λέγανε το χωριό του.

Σαν τον Αδάμ, προτού αμαρτήσει είχε εξουσία είς τα στοιχεία της φύσεως, τα διέτασε και αυτά πειθαρχούσαν. Τον επεσκέφθη κάποτε ένας ευσεβής και συνομίλησαν πολύ ώρα στο κελλί. Όταν τελείωσε η συζήτηση και βγήκαν έξω, να τον κατευοδώση, τον βλέπει μελαγχολικό. Αιτία, ο συννεφιασμένος ουρανός. Το παρατηρεί αυτό ο πατέρας μας και του λέγει. «Σε βλέπω μελαγχολικό. Θέλεις να σκορπίσω τα σύννεφα;». Υψώνει τα μάτια του εις τους ουρανούς και δίδει διαταγή εις τα σύννεφα: «σκορπισθείτε». Τα σύννεφα σκορπίσθηκαν και φάνηκε ζεστός ό ήλιος. Ρωτάει πάλι. «Θέλεις να πω στη γη να φυτρώσουν λουλούδια;». «Όχι, όχι», λέγει τρομοκρατημένος.

Ένα απόγευμα, είχε βγει στον υποτυπώδη του κήπο δια να φύτευση κουκιά. Όμως ψιλόβρεχε. Υψώνει τα βλέμματα εις τον ουρανό και λέγει: «Σταμάτα». Και η βροχή σταμάτησε. Όταν φύτεψε τα κουκιά, υψώνει τα μάτια εις τον ουρανό και λέγε: «Τώρα βρέξε». Και άρχισε να βρέχη.

Δεν τον είδαν ποτέ να μεταλάβη. Το συμβαίνει;

Ή άγγελος εξ ουρανού τού μετέδιδε την αγία κοινωνία, όπως συνέβαινε εις τους ερημίτες που κατοικούσαν εις τα βάθη της Αιγυπτιακής ερήμου, ή είχε δεχθεί την θεία Χάρι τόσο έντονα ώστε να μην έχη ανάγκη από την Χάρι που παρέχουν τα Μυστήρια.

Εις την σωματική διάπλασι ήταν εύσωμος, ευθυτενής, με ολίγα γένεια, τήδε κακείσε φυτρωμένα.

Είχε απαλά, φυσιολογικά και συμπαθητικά χαρακτηριστικά. Πάντοτε χαμογελαστός. Οι οφθαλμοί του ήσαν γαλανοί, μεγάλοι, λαμπεροί. Ολόκληρος έλαμπε. Πολλές φορές το πρόσωπο του φωτιζόταν από το θειο φως, και τότε δεν μπορούσες να τον ιδής κατά πρόσωπον.

Όταν παραγέρασε, τον πήρε ο πατήρ Μελέτιος, Ρουμανός κατά την φυλή, τον γηροκόμησε. Όταν δε εκοιμήθηκε ενΚυρίω την 12η Δεκεμβρίου 1990 τον έθαψε.

Ο πατήρ Μελέτιος τον έκαμε μεγαλόσχημο και του έδωκε το όνομα Ηρωδίων.

Ο άγιος Ηρωδίων, ήταν μαθητής του Παύλου. Πιστός μαθητής. Εχειροτονήθη πρεσβύτερος και επίσκοπος και διορίσθη επίσκοπος Νέων Πατρών. Ήταν ζηλωτής, δια τούτο και οι ειδωλολάτρες με τους Ιουδαίους αφού τον κατατυράνησαν, του απέκοψαν την κεφαλή.

Η ανακομιδή του λειψάνου του γέροντα Ηρωδίωνα έγινε επτά χρόνια αργότερα, η δε αγία του κάρα φυλάσσεται εις το κελλίον του πατρός Μελετίου.

Ο πατήρ Μελέτιος είναι σήμερον υπερογδοηκοντούτης, μιμητής του γέροντα Ηρωδίονα. Μιμείται και την σαλότητά του.

Ο Θεός δια πρεσβειών του Οσίου πατρός ημών Ηρωδίωνος, είθε να ελεήση και την αμαρτωλή μας ψυχή και να μας αξιώση της επουρανίου του βασιλείας και των επουρανίων του αγαθών. ΑΜΗΝ.

Ένα νέο στοιχείο από τη ζωή του.

Τον επεσκέφθη ένας θεοσεβής και του έδωσε δύο εικονίδια. «Πάρτα για τα παιδιά σου». «Μα δεν έχω δύο παιδιά, ένα έχω», «Πάρτα, πάρτα»…. Μετά ένα έτος, απέκτησε και δεύτερο παιδί

http://gerontes.wordpress.com
http://ahdoni.blogspot.com (foto)