Σελίδες

Κυριακή 30 Σεπτεμβρίου 2018

Οι λογισμοί καθορίζουν τη ζωή μας.


 


"Κάθε πραγματικός πόλεμος ξεκινά πρώτα με λογισμούς. Οι λογισμοί μας είναι πολύ διεισδυτικοί και διαθέτουν μεγάλη δύναμη. Εμφυτεύονται στον νου μας κάθε ώρα και στιγμή, απ' όλες τις πλευρές και τις κατευθύνσεις...... Αν έχουμε λογισμούς που θέλουν να διορθώσουν τα λάθη των άλλων, είναι σαν να τους χτυπάμε. Ανεξάρτητα πόσο κοντά μας είναι κάποιο πρόσωπο, θα τους νιώσει και θα απομακρυνθεί από εμάς, διότι θα του έχουμε δώσει ένα σκαμπίλι με τους λογισμούς μας. Και αυτό αληθεύει ιδιαίτερα στην περίπτωση των λογισμών των γονέων για τα παιδιά τους και αντίστροφα, με αποτέλεσμα να διαλυθούν οικογένειες από την υποβολή και μόνο κακών λογισμών. Και εμείς νομίζουμε ότι οι λογισμοί δεν είναι τίποτα! Όταν ήμουν νέος δεν ήξερα ότι δεν πρέπει να κάνουμε ούτε κακούς λογισμούς για τους γονείς μας. Δεν πρέπει να τους πληγώνουμε ούτε καν με τους λογισμούς μας.Υπέφερα πολλά εξαιτίας αυτής της άγνοιας μου ....Μην αποδέχεσαι υποβολές. Να λες στον εαυτό σου: δεν πρόκειται να το σκεφθώ, ούτε να το πράξω αυτό. Να μάθουμε όλοι να ελέγχουμε τους λογισμούς μας γιατί ο νους μας είναι μεγάλος πλάνος. Πάντοτε ταξιδεύει και δεν βρίσκει ανάπαυση....Οι λογισμοί μας καθρεφτίζουν ολόκληρη τη ζωή μας.Πρέπει να αγωνιζόμαστε έτσι ώστε να είναι ήσυχοι, ειρηνικοί, γεμάτοι αγάπη, αγαθοσύνη και αγνότητα."


Γέροντας Θαδδαίος της Βιτόβνιτσας.

Τρίτη 25 Σεπτεμβρίου 2018

Κάνοντας το Θεό να χαμογελάει..




Ἀναφέρει ὁ π. Ἐπιφάνιος Θεοδωρόπουλος (†1989):

«Ἐπισκέφθηκα πρό ἐτῶν μεγάλη γυναικεία Μονή. Μεταξύ τῶν μοναζουσῶν, τίς ὁποῖες γνώριζα, ἦταν καί μία σχεδόν αἰωνόβια.Ὕπαρξη ὀλιγογράμματη, ἀλλά ἁγιασμένη.
Λόγῳ τοῦ γήρατος δέν σηκωνόταν πλέον ἀπ’ τό κρεβάτι. Καθόταν μόνο πάνω σ’ αὐτό. Πῆγα στό κελλί της.

Κλαίγοντας μοῦ εἶπε τό… παράπονό της: “Ἄχ, αὐτή ἡ Γερόντισσα! Τήν παρακαλῶ νά μοῦ δίνη δουλειά νά κάνω ἐδῶ πάνω στό κρεβάτι, ἀφοῦ δέν μπορῶ νά σηκωθῶ ἄν δέν μέ κρατοῦν, καί αὐτή δέν μοῦ δίνει. Μπορῶ νά τυλίγω κουβάρια. Δέν μέ ἀφήνει, ὅμως. Μοῦ λέει ὅτι δούλεψα ὀγδόντα χρόνια στό Μοναστήρι. (Εἶχε μεταβῆ ἐκεῖ σέ ἡλίκα 16 ἐτῶν.) Ἀλλά ἔτσι ἐγώ τρώω δωρεάν τό ψωμί μου. Δουλεύουν ἄλλες καί ταΐζουν ἐμένα. Τί νά κάνω, ὅμως; Ἡ Γερόντισσα δέν ὑποχωρεῖ. Στενοχωρήθηκα τόσο πού δέν ἤθελα νά τρώω.

Ἀλλά μετά σκέφθηκα κάτι καί ἀναπαύθηκα. Σκέφθηκα νά κάνω συνέχεια προσευχή γιά ὅλους. Ἔτσι μοῦ φαίνεται σάν νά δουλεύω κι ἐγώ. Βλέπεις αὐτό τό κομποσχοίνι; (Μοῦ ἔδειξε ἕνα κομποσχοίνι πού εἶχε πολύ μεγάλους κόμπους.) Δέν τό ἀφήνω καθόλου ἀπ’ τά χέρια μου μέρα-νύκτα, ἐκτός ἀπό δύο-τρεῖς ὧρες κατά τίς ὁποῖες κοιμᾶμαι. Κάνω συνέχεια προσευχή γιά τή Γερόντισσα καί γιά τίς καλόγριες πού δουλεύουν γιά νά τρώω ἐγώ.
Ἀλλά κάνω καί γιά ἄλλους. Γιά τό Δεσπότη μας καί γιά τούς ἄλλους Ἀρχιερεῖς, γιά τούς Ἱερεῖς, γιά τούς Κήρυκες, γιά τούς Ἄρχοντες, γιά τούς Δικαστές, γιά τό Στρατό, γιά τούς Χωροφύλακες, γιά τούς Δασκάλους, γιά τούς Μαθητές, γιά τίς χῆρες, γιά τά ὀρφανά, γιά ὅλους ὅσους θυμηθῶ. Ἔτσι αἰσθάνομαι λιγότερο βάρος στή ψυχή μου πού τρώω δίχως νά δουλεύω…”.

Δακρύζω ὅσες φορές φέρνω στή μνήμη μου τή σκηνή αὐτή. Ἔκτοτε δέν ξαναεῖδα τήν ὁσία ἐκείνη Μοναχή. Μετά ἀπό λίγους μῆνες ἀπῆλθε σέ ἄλλους κόσμους, γιά νά συνεχίζη ἐκεῖ τίς “ἐκ βαθέων” προσευχές της “γιά ὅλους ὅσους θυμηθῆ” (ἐλπίζω καί γιά μένα…), ἄν καί χωρίς πλέον τό χονδρό κομποσχοίνι της, τό ὁποῖο τάφηκε μαζί μέ τό ἱερό σκῆνος της…».

Η φοβερή αποκάλυψη στον άγιο Σιλουανό




Στην αρχή του εικοστού αιώνος “εγένετο ρήμα Κυρίου” στον μακάριο Γέροντα Σιλουανό: “Κράτα τον νουν σου στον άδη και μην απελπίζεσαι”. Την ακριβή ημερομηνία του γεγονότος αυτού δεν την έμαθα ποτέ. Ίσως να συνέβη το έτος 1906. Ένα περίπου χρόνο πριν, το 1905, έγινε γνωστή στον κόσμο η Εξίσωση του Αϊνστάϊν: E=mc2. Η τελευταία αυτή έθεσε το θεμέλιο στη σύγχρονη επιστήμη και τεχνολογία. Αφενός μεν άνοιξε κολοσσιαίες πηγές ζωτικής ενέργειας, αφετέρου δε ήταν η αφετηρία για την προετοιμασία του “αποκαλυπτικού” πυρός που είναι έτοιμο να καταβροχθίσει κάθε ίχνος ζωής επάνω στη Γη (βλ. Β’ Πέτρ. γ’ 7, Β’ Θεσσ. α’ 8, Εβρ. ι’ 27, Λουκ. κα’ 35). Ο λόγος όμως που δόθηκε στον Σιλουανό, ανυπέρβλητος κατά την αξία του, αποτελεί για πολλούς πιστούς καθοδηγητικό αστέρα προς την ασάλευτη Βασιλεία (βλ. Εβρ. ιβ’ 28). Ως προς το πνεύμα, το περιεχόμενο του λόγου αυτού μοιάζει προς τη διδασκαλία των αρχαίων Πατέρων της Αιγύπτου: Αντωνίου, Μακαρίου, Σισώη, Ποιμένος, των μεγάλων, και πολλών άλλων λιγότερο γνωστών, αλλά ίσως όχι λιγότερο μεγάλων ως προς τα έργα τους. 

Ο λόγος του Χριστού “και μην απελπίζεσαι” δόθηκε δια του Αγίου Σιλουανού στην εποχή μας, που χαρακτηρίζεται από γενική απόγνωση, εξαιρετικά βαρειά. Οι άνθρωποι του αιώνα μας συχνά, παρά τη θέληση τους, γίνονται ηθικοί συνεργοί σε ατέλειωτες τοπικές ή και παγκόσμιες ακόμη αδελφοκτονίες. Ως τέτοιοι, αμετανόητοι ηθικοί συνεργοί, στερούνται, κατά φυσικόν τρόπο, την χάρη του Αγίου Πνεύματος και δεν μπορούν πλέον να πιστέψουν στην αθανασία τους δια της αναστάσεως. Αληθινά, και ούτε την επιθυμούν. Ακριβώς σε αυτή την αυτοκαταδίκη σε πλήρη μετά θάνατον εκμηδένιση έγκειται η πνευματική ουσία της απογνώσεως. 

Όταν ο Σιλουανός έλαβε τον λόγο από τον Κύριο, τον εφάρμοσε ολοκληρωτικά στη ζωή του. Να πώς γράφει ο ίδιος γι’ αυτό: “Άρχισα να πράττω όπως διδάχθηκα από τον Κύριο, και ο νους μου καθαρίσθηκε και το Πνεύμα μαρτυρούσε τη σωτηρία”. “Αμήν αμήν λέγω υμίν ότι ο τον λόγον Μου ακούων και πιστεύων τω πέμψαντί Με έχει ζωήν αιώνιον, και εις κρίσιν ουκ έρχεται, αλλά μεταβέβηκεν (ήδη) εκ του θανάτου εις την ζωήν” (Ιωάν. ε’ 24)»
“Έλεγε ο Γέροντας ότι οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που εγγίζουν τα όρια αυτά λιγοψυχούν, φρίττουν και δεν αντέχουν. Να γιατί ο Μέγας Σισώης διατύπωνε, σχετικά με αυτό, το ερώτημα: «Τις δύναται βαστάσαι τον λογισμόν Αντωνίου; Πλην οίδα άνθρωπον (πρόκειται για τον ίδιο) ότι μετά καμάτου δύναται βαστάσαι τον λογισμόν αυτού». Διευκρίνιζε ο Γέροντας Σιλουανός ότι ο Σισώης είχε υπ’ όψιν του τον λογισμό εκείνο που διδάχθηκε ο Μέγας Αντώνιος από τον τσαγκάρη της Αλεξάνδρειας: «... ως ανίσταμαι το πρωί καθίσαι εις το εργόχειρον μου, λέγω εις εαυτόν ότι πάσα η πόλις αύτη, από μικρού έως μεγάλου αυτών, εισέρχονται εις την Βασιλείαν δια τας δικαιοσύνας αυτών, εγώ δε μόνος κληρονομώ την κόλασιν δια τας αμαρτίας μου· και πάλιν οψέ, πριν κοιμηθώ, λέγω τον αυτόν λόγον· οι πάντες σώζονται, εγώ δε μόνος απόλλυμαι». Στον Μέγα Αντώνιο, τον θεμελιωτή του ανατολικού μοναχισμού και καθηγητή της ερήμου, δόθηκε μαζί με τη νόηση και η δύναμη να βαστάζει αυτό τον λογισμό. Και δίδαξε την εργασία αυτή σε ασκητές ικανούς να λάβουν όχι γάλα αλλά στερεά τροφή. 

Από αυτόν παρέλαβαν την επιστήμη αυτή και οι άλλοι μεγάλοι Πατέρες της ερήμου και την έδωσαν ως ανεκτίμητο θησαυρό, κληρονομιά στις επερχόμενες γενεές. Η εργασία αυτή παίρνει στην πρακτική κάθε ασκητή ιδιαίτερη λεκτική διατύπωση, ενώ ουσιαστικά παραμένει η ίδια. Έτσι, ο Ποιμήν ο Μέγας έλεγε στους μαθητές του: «Πιστεύσατε τέκνα! Εις τον τόπον όπου βάλλεται ο σατανάς, εκεί βάλλομαι». Έλεγε ο μακάριος Γέροντας Σιλουανός ότι πολλοί ασκητές, όταν πλησιάσουν αυτή την κατάσταση –απαραίτητη για την κάθαρση από τα πάθη– απελπίζονται, και γι’ αυτό δεν μπορούν να προχωρήσουν. Όποιος όμως γνωρίζει ότι «ο Κύριος απείρως μας αγαπά», αποδιώκει την καταλυτική ενέργεια της τέλειας απογνώσεως και γνωρίζει με σοφία να ίσταται επί του χείλους της [απογνώσεως] και με τη δύναμη των φλογών του άδη να κατακαίει μέσα του κάθε πάθος, και δεν γίνεται θύμα της απογνώσεως: «Και μην απελπίζεσαι»”.



Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2018

Πότε αγαπούμε πραγματικά τον συνάνθρωπο; Άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς



Τὸ χειρότερο πρᾶγμα γιὰ τοὺς ἀνθρώπους εἶναι ὁ θάνατος: τὸ νὰ γίνω λάσπη, νὰ μεταβληθῶ σὲ σκουλήκια, σὲ πηλό! Ἀξίζει τάχα νὰ εἶναι κανεὶς ἄνθρωπος; Γιατὶ νὰ σὲ ἀγαπήσω, Θεέ μου, ἀφοῦ αὔριο θὰ μεταβληθῶ σὲ σκουλήκια καὶ πηλό;
Νά, ὅμως, ποὺ ὁ Κύριος Ἰησοὺς Χριστὸς σὲ σώζει ἀπὸ τὸν θάνατο διὰ τῆς Ἀναστάσεώς Του, ἐξασφαλίζει τὴν αἰώνιο ζωὴ γιὰ τὴν ψυχή σου καὶ τὸ σῶμα, ὅταν ἐκεῖνο θὰ ἀναστηθεῖ λαμπερό καὶ θά ἐνωθεῖ μὲ τὴν ψυχή.

Γι’ αὐτὸ καὶ ὁ Κύριος Ἰησοὺς ἔχει τὸ δικαίωμα νὰ ἀποκαλεῖται ὁ Μόνος Φιλάνθρωπος, ὁ μόνος ἀπὸ κατασκευῆς κόσμου μέχρι τῆς Φοβερᾶς Κρίσεως.
Μονάχα ἐκεῖνος ποὺ νίκησε τὸν θάνατο εἶναι ὁ Μόνος Φιλάνθρωπος καὶ ὅλα τὰ ἄλλα εἶναι ἁπλὲς φλυαρίες.
Καὶ οἱ κουλτούρες, οἱ πολιτισμοί, οἱ ἐπιστῆμες καὶ οἱ τέχνες; – Τὶ ἀστεῖα πράγματα! Μὰ τὶ νὰ τὴν κάνω τὴν τεχνολογία καὶ τὴν ἐπιστήμη ὅταν μὲ μεταβάλουν σὲ σκουλήκια καὶ λάσπη;

Ἐκεῖνος εἶναι ὁ μόνος φιλάνθρωπος, αὐτὸς ποὺ μὲ ἐλευθερώνει ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, τὸν θάνατο καὶ τὸν διάβολο. Γιατὶ ὁ διάβολος εἶναι ὁ ἐφευρέτης τῆς ἁμαρτίας καὶ μαζὶ μ’ αὐτὴν καὶ τοῦ κακοῦ.
Αὐτὸ εἶναι ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπο: ἡ λύτρωση ἀπὸ τὸν θάνατο. Λέει ἡ δεύτερη μεγάλη ἐντολή: «Ἀγαπήσεις τὸν πλησίον σου ὡς σεαυτόν» (Ματ. 22, 39).
Πότε ἁγαποῦμε λοιπόν πραγματικὰ τὸν ἄνθρωπο; Ὅταν τὸν λυτρώνουμε ἀπὸ τὴν ἁμαρτία του, ἀπὸ τὴν κόλαση… αὐτὴ εἶναι ἡ γνήσια ἀγάπη πρὸς τὸν ἄνθρωπο.

Ἀπατᾶ ἑαυτόν ὁποῖος νομίζει πῶς ἀγαπᾶ τὸν ἄνθρωπο ἐνῶ ἐγκρίνει τὶς ἁμαρτίες του καὶ ἀναπαύει τὰ πάθη του. Τότε ἀγαπᾶ τὸν θάνατό του καὶ ὄχι τὸν ἴδιο.
Μονάχα ὅταν ἀγαπᾶ κανεὶς τὸν ἄνθρωπο διὰ τοῦ Χριστοῦ -μέ ὅλη τὴν ψυχή καὶ τὴν δύναμή του- τότε τὸν ἀγαπᾶ ἀληθινά.
Θὰ ρωτήσει κάποιος: καὶ ἡ ἀγάπη τῶν γονέων πρὸς τὰ τέκνα; Καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ συζύγου πρὸς τὴν σύζυγο; Καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὴν πατρίδα; Δὲν εἶναι καὶ αὐτά ἀγάπη; Τὰ ἀνομάζουμε βέβαια ὅλα αὐτά ἀγάπη ἀλλὰ εἶναι ἄραγε ἔτσι;

Ὅλα αὐτά δὲν ἔχουν ἴχνος ἀγάπης ἐάν δὲν εἶναι ὁ Χριστὸς ἡ δύναμη ἐκείνη μέσα ἀπὸ τὴν ὁποία ἀγαπᾶμε. Ἄν ὁ πατέρας δὲν ἀγαπᾶ τὰ τέκνα του μὲ τήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ἄν δὲν τὰ παιδαγωγεῖ στὸ ἀγαθό, ἄν δὲν τὰ ὁδηγεῖ στὸν ἴσιο δρόμο, ἄν δὲν τὰ διδάσκει νὰ σωθοῦν ἀπὸ τὴν ἁμαρτία, παρὰ μονάχα τὰ χαϊδεύει καὶ τὰ κολακεύει, τότε τὰ μισεῖ καὶ τὰ φονεύει.
Ἄν πάλι, ὁ σύζυγος ἀγαπᾶ τὴν σύζυγο μονάχα σαρκικά, γίνεται ὁ φονιάς της. Ἔτσι συμβαίνει μὲ κάθε γήινη, σαρκικὴ ἀγάπη.


Παρασκευή 14 Σεπτεμβρίου 2018

«Λόγος εἰς τὸν Τίμιον καὶ Ζωοποιὸν Σταυρόν» - Ἁγίου Γρηγορίου Παλαμᾶ (νεοελληνικὴ ἀπόδοση)



Ὁ Σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ προαναγγελλόταν καὶ προτυπωνόταν μυστικῶς ἀπὸ παλαιὲς γενεὲς καὶ κανεὶς ποτὲ δὲν συμφιλιώθηκε μὲ τὸ Θεὸ χωρὶς τὴ δύναμη τοῦ Σταυροῦ. Πραγματικὰ μετὰ τὴ προγονικὴ ἐκείνη παράβαση στὸ παράδεισο τοῦ Θεοῦ διὰ τοῦ δένδρου, ἡ μὲν ἁμαρτία ἀναπτύχθηκε, ἐμεῖς δὲ πεθάναμε, ἔχοντας ὑποστεῖ τὸ θάνατο τῆς ψυχῆς καὶ πρὶν ἀπὸ τὸ σωματικὸ θάνατο, ποὺ εἶναι ὁ ἀπὸ τὸ Θεὸ χωρισμός της.

Ὁ Θεὸς εἶναι πνεῦμα καὶ αὐταγαθότης καὶ ἀρετὴ καὶ αὐτοῦ κατ᾿ εἰκόνα καὶ ὁμοίωση εἶναι τὸ δικό μας πνεῦμα. Γιὰ νὰ ἀνανεωθεῖ καὶ φιλιωθεῖ ὁποιοσδήποτε μὲ τὸ Θεὸ κατὰ τὸ πνεῦμα, πρέπει νὰ καταργηθεῖ ἡ ἁμαρτία. Τοῦτο εἶναι ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου.

Πολλοὶ φίλοι τοῦ Θεοῦ μαρτυρήθηκαν ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸ Θεὸ καὶ πρὶν ἀπὸ τὸ νόμο, χωρὶς νὰ ἔχει φανεῖ ἀκόμα ὁ Σταυρός. Ὁ Δαβὶδ λέγει: ἀπὸ ἐμένα τιμήθηκαν ὑπερβολικὰ οἱ φίλοι σου, Θεέ» (Ψαλμ. 138,16). Πῶς λοιπὸν ὑπάρχουν ἄνθρωποι ποὺ ἦταν φίλοι τοῦ Θεοῦ πρὶν ἀπὸ τὸ Σταυρὸ; Διότι ἐνεργεῖτο σὲ αὐτοὺς τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ.

Ἂς ἀρχίσουμε πρῶτα ἀπὸ τὸν Ἀβραάμ. Ὁ Θεὸς τοῦ εἶπε: Ἔβγα ἀπὸ τὴ γῆ σου καὶ τὴ συγγένειά σου καὶ ἔλα στὴ γῆ ποὺ θὰ σοῦ δείξω». Δὲν εἶπε ποὺ θὰ σοῦ δώσω, ἀλλὰ ποὺ θὰ σοῦ δείξω. Αὐτὸς ὁ λόγος φέρει μέσα του τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ.

Πρὸς τὸν Μωυσῆ δέ, ὅταν ἔφυγε ἀπὸ τὴν Αἴγυπτο καὶ ἀνέβηκε στὸ ὄρος τοῦ εἶπε ὁ Θεός: «λύσε τὸ ὑπόδημα ἀπὸ τὰ πόδια σου». Τοῦτο εἶναι ἄλλο μυστήριο τοῦ Θεοῦ. Νὰ λύσει τὸ ὑπόδημα ἀπὸ τὰ πόδια, νὰ ἀποθέσει τοὺς δερμάτινους χιτῶνες μέσα στοὺς ὁποίους ἐνεργεῖ ἡ ἁμαρτία καὶ ἀποσπᾶ ἀπὸ τὴν ἁγία γῆ. Νὰ μὴ ζεῖ πλέον κατὰ σάρκα καὶ στὴν ἁμαρτία, ἀλλὰ νὰ καταργηθεῖ καὶ νὰ νεκρωθεῖ ἡ ἀντικειμένη στὸ Θεὸ ζωή. Ὅπως λέγει ὁ θεῖος Παῦλος νὰ σταυρώσει κανεὶς τὴ σάρκα μαζὶ μὲ τὰ παθήματα καὶ τὶς ἐπιθυμίες.

Ἐπειδὴ δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ φύγουν τελείως ἀπὸ μᾶς τὰ πονηρὰ πάθη καὶ ὁ κόσμος τῆς ἁμαρτίας καὶ νὰ μὴ ἐνεργοῦν σέ μας συλλογιστικά, ἐὰν δὲν φθάσουμε στὴ θεωρία τοῦ Θεοῦ, γι᾿ αὐτὸ μυστήριο τοῦ Θεοῦ εἶναι καὶ ἡ θεωρία τοῦ εἴδους αὐτοῦ ποὺ σταυρώνει γιὰ τὸ κόσμο ἐκείνους ποὺ τὴν ἀξιώθηκαν. Ἔτσι καὶ ἡ στὴ περίπτωση τοῦ Μωυσῆ ἐκείνη θεωρία τῆς καιομένης καὶ μὴ κατακαιομένης βάτου ἦταν μυστήριο τοῦ Σταυροῦ, μεγαλύτερο καὶ τελειότερο ἀπὸ τὸ μυστήριο ἐκεῖνο τὸ καιρὸ τοῦ Ἀβραάμ. Ἄραγε λοιπὸν ὁ μὲν Μωυσῆς ἐμυήθηκε τὸ τελειότερο μυστήριο τοῦ Σταυροῦ, ὁ δὲ Ἀβραὰμ ὄχι;

Στὸν Ἀβραὰμ ποὺ ἀξιώθηκε τὴ θαυμασιωτέρα θεοπτία, ὅταν εἶδε τὸν ἕνα τρισυπόστατο Θεὸ στὴ Βαλανιδιὰ τοῦ Μαβρῆ (Γεν. 18,1), ἐνεργήθηκε τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ ὅταν θυσίαζε τὸ γιό του Ἰσαάκ. Ὁ Ἰσαὰκ ἦταν ὁ ἴδιος τύπος ἐκείνου ποὺ προσηλώθηκε σ᾿ αὐτόν, ἀφοῦ ἔγινε ὑπήκοος στὸ πατέρα του μέχρι θανάτου, ὅπως ὁ Χριστός. Καὶ τὸ κριάρι ποὺ τοῦ δόθηκε σὲ σφαγὴ ὑπὲρ ἡμῶν, καὶ τὸ φυτό, στὸ ὁποῖο ἦταν τὸ κριάρι δεμένο, εἶχε τὸ μυστήριο τοῦ τύπου τοῦ Σταυροῦ, γι᾿ αὐτὸ καὶ λεγόταν Σαβέκ, φυτὸ ἀφέσεως, ὅπως καὶ ὁ Σταυρὸς λεγόταν ξύλο σωτηρίας.

Ἐνεργοῦσε δὲ τὸ μυστήριο καὶ ὁ τύπος τοῦ Σταυροῦ καὶ στὸν Ἰακώβ, τὸ γιὸ τοῦ Ἰσαάκ, διότι αὔξησε τὰ ποίμνιά του μὲ ξύλα καὶ ὕδωρ. Τὸ ξύλο λοιπὸν προετύπωνε τὸ σταυρικὸ ξύλο, τὸ δὲ ὕδωρ τὸ θεῖο βάπτισμα ποὺ περικλείει μέσα του τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ. Ὁ Ἰακὼβ καὶ ὅταν προσκυνοῦσε ἕως τὸ ἄκρο τῆς ράβδου του καὶ ὅταν εὐλογοῦσε τοὺς ἐγγονούς του (Γεν. 48,9-20), ὑπεδήλωνε ἀκόμη καθαρότερα τὸν τύπο τοῦ Σταυροῦ.

Ὅπως λοιπὸν στὸν μὲν Ἀβραὰμ ἐνεργοῦσε τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ, ὁ δὲ γιός του Ἰσαὰκ ἦταν τύπος τοῦ ὕστερα σταυρωθέντος, ἔτσι πάλι στοῦ Ἰακὼβ τὸ βίο ὁλόκληρο ἐνεργοῦσε τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ, ὁ Ἰωσὴφ δὲ ὁ γιὸς τοῦ Ἰακὼβ ἦταν τύπος καὶ μυστήριο τοῦ Θεανθρώπου Λόγου ποὺ ἀργότερα πρόκειτο νὰ σταυρωθεῖ. Διότι ἀπὸ φθόνο ὁδηγήθηκε καὶ αὐτὸς πρὸς τὴ σφαγὴ καὶ μάλιστα ἀπὸ τοὺς κατὰ σάρκα συγγενεῖς. Ἐὰν δὲ δὲν σφάχθηκε, ἀλλὰ πωλήθηκε ὁ Ἰωσὴφ καὶ οὔτε ὁ Ἰσαὰκ σφάχθηκε δὲν εἶναι περίεργο, γιατὶ αὐτοὶ δὲν ἦσαν ἡ ἀλήθεια, ἀλλὰ τύπος τῆς μελλοντικῆς ἀληθείας. Ἡ σφαγὴ προεφανέρωνε τὸ κατὰ σάρκα πάθος τοῦ Θεανθρώπου, ἡ δὲ ἀποφυγὴ τοῦ πάθους προεφανέρωνε τὸ ἀπαθὲς τῆς Θεότητος.

Ἂς ἐπανέλθουμε στὸ Μωυσῆ ποὺ σώθηκε ὁ ἴδιος μὲ ξύλο καὶ ὕδωρ, ὅταν ἐκτέθηκε μέσα σὲ ἕνα καλάθι στὰ ρεύματα τοῦ Νείλου, ποὺ ὅπως εἴπαμε προεφανέρωνε τὸ Σταυρὸ καὶ τὸ βάπτισμα. Προχωρώντας ὁ Μωυσῆς προανέδειξε σαφέστατα τὸν τύπο ἀκόμη καὶ τὸ σχῆμα τοῦ Σταυροῦ καὶ τὴ σωτηρία δι᾿ αὐτοῦ τοῦ τύπου. Γιατὶ ἀφοῦ ἔστησε ὄρθια τὴ ράβδο, ἅπλωσε πάνω σὲ αὐτὴν τὰ χέρια του καὶ σχηματίζοντας ἔτσι τὸν ἑαυτό του σταυρικῶς πάνω στὴ ράβδο, κατατρόπωσε τοὺς ἐχθρούς. (Ἐξ. 17, 8). Ἐπίσης τοποθετώντας τὸ χάλκινο φίδι πλάγια πάνω σὲ σημαία, ἀναστηλώνοντας τὸ τύπο τοῦ Σταυροῦ, παρήγγειλε στοὺς δαγκαμένους ἀπὸ φίδια Ἰουδαίους νὰ τὸν βλέπουν καὶ ἔτσι νὰ θεραπεύονται ἀπὸ τὰ δαγκώματα τῶν φιδιῶν.

Δὲν θὰ ἐπαρκέσει ὁ χρόνος νὰ διηγοῦμαι σὲ πόσους ἄλλους ἐνεργοῦσε τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ, ὅπως περὶ τοῦ Ἰησοῦ καὶ τῶν ἔπειτα ἀπὸ αὐτῶν κριτῶν καὶ προφητῶν, τοῦ Δαβὶδ καὶ τῶν μετέπειτα, οἱ ὁποῖοι ἀνέκοψαν ποταμούς, σταμάτησαν τὸν ἥλιο, κατεδάφισαν πόλεις ἀσεβῶν, ἔγιναν νικηφόροι στὸ πόλεμο, ἀπέφυγαν θάνατο ἀπὸ μαχαίρι ἢ ἀπὸ φωτιὰ ἢ ἀπὸ λιοντάρια, ἔλεγξαν βασιλεῖς, ἀνέστησαν νεκρούς, ἔφεραν ξηρασία καὶ πάλι ὅταν τὸ ζήτησαν ἔφεραν βροχὴ καὶ ὅλα ὅσα ἀναφέρει ὁ θεῖος Παῦλος γιὰ τὴ πίστη ἰδιαίτερα στὸ Σταυρό, ποὺ εἶναι δύναμις Θεοῦ γιὰ μᾶς τοὺς σωζομένους, ἐνῶ εἶναι μωρία γιὰ τοὺς ἀφανιζομένους.

Ἀλλὰ νὰ ἀφήσουμε ὅλους μὲ τὸ παλαιὸ νόμο, καὶ νὰ πᾶμε στὸν ἴδιο τὸ Κύριο, γιὰ τὸν ὁποῖο καὶ διὰ τοῦ ὁποίου ἔγιναν τὰ πάντα, ὁ ὁποῖος ἔλεγε πρὶν ἀπὸ τὸ Σταυρό: ὅ,ποιος δὲν παίρνει τὸ σταυρό του γιὰ νὰ μὲ ἀκολουθήσει, δὲν εἶναι ἄξιός μου», καὶ ὅποιος θέλει νὰ ἔλθει πίσω μου, ἂς ἀπαρνηθεῖ τὸν ἑαυτό του, ἂς σηκώσει τὸ σταυρό του καὶ ἂς μὲ ἀκολουθήσει».

Ἡ ἐντολὴ διατάσσει νὰ ἀρνεῖται κανεὶς τὸ σῶμα καὶ νὰ σηκώνει τὸ σταυρό του. Τὸ ἔχουν τὸ σῶμα οἱ ζῶντες κατὰ Θεό, ἀλλὰ δὲν εἶναι πολὺ προσδεδεμένοι σὲ αὐτό, τὸ χρησιμοποιοῦν ὡς συνεργὸ στὰ ἀναγκαῖα, ἂν δὲ τὸ καλέσει ὁ καιρὸς εἶναι ἕτοιμοι νὰ τὸ προδώσουν καὶ αὐτό, ὅπως καὶ κτήματα καὶ ὅτι ἄλλα μέσα χρειασθοῦν. Τέτοιος εἶναι ὁ λόγος τοῦ Σταυροῦ, ὡς τέτοιος δέ, ὄχι μόνο στοὺς προφῆτες πρὶν συντελεσθεῖ, ἀλλὰ καὶ τώρα μετὰ τὴ τέλεσή του, εἶναι μυστήριο μέγα καὶ πραγματικὰ θεῖο. Πῶς; Διότι φαινομενικὰ μὲν παρουσιάζεται νὰ προξενεῖ ἀτίμωση στὸν ἑαυτό του αὐτὸς ποὺ ἐξευτελίζει τὸν ἑαυτό του καὶ τὸν ταπεινώνει σὲ ὅλα, καὶ πόνο καὶ ὀδύνη, αὐτὸς ποὺ ἀποφεύγει τὶς σωματικὲς ἡδονές, αὐτὸς ποὺ δίνει τὰ ὑπάρχοντα καθίσταται αἴτιος πτωχείας στὸν ἑαυτό του. Διὰ τῆς δυνάμεως τοῦ Θεοῦ ὅμως αὐτὴ ἡ πτωχεία καὶ ἡ ὀδύνη καὶ ἀτιμία, γεννᾶ δόξα αἰώνια καὶ ἡδονὴ ἀνέκφραστη καὶ ἀνεξάντλητο πλοῦτο, τόσο στὸ παρόντα ὅσο καὶ στὸ μέλλοντα ἐκεῖνο κόσμο.

Τοῦτο λοιπὸν εἶναι ἡ σοφία καὶ δύναμη τοῦ Θεοῦ, τὸ νὰ νικήσει δι᾿ ἀσθενείας, τὸ νὰ ὑψωθεῖ διὰ ταπεινώσεως, τὸ νὰ πλουτίσει διὰ πτωχείας. Ὄχι μόνο δὲ ὁ λόγος καὶ τὸ μυστήριο τοῦ Σταυροῦ, ἀλλὰ καὶ ὁ τύπος εἶναι θεῖος καὶ προσκυνητός, διότι εἶναι σφραγίδα ἱερά, σωστικὴ καὶ σεβαστή, ἁγιαστικὴ καὶ τελεστικὴ τῶν ὑπερφυῶν καὶ ἀπορρήτων ἀγαθῶν ποὺ ἐνεργήθηκαν στὸ γένος τῶν ἀνθρώπων ἀπὸ τὸ Θεό, ἀναιρετικὴ κατάρας καὶ καταδίκης, καθαιρετικὴ φθορᾶς καὶ θανάτου, παρεκτικὴ ἀϊδίου ζωῆς καὶ εὐλογίας, σωτηριῶδες ξύλο, βασιλικὸ σκῆπτρο, θεῖο τρόπαιο κατὰ ὁρατῶν καὶ ἀοράτων ἐχθρῶν, ἔστω καὶ ἂν οἱ ὀπαδοὶ τῶν αἱρετικῶν φρενοβλαβῶς δυσαρεστοῦνται. Ὁ Σταυρὸς τοῦ Κυρίου παριστάνει ὅλη τὴν οἰκονομία τῆς σαρκικῆς παρουσίας καὶ περικλείει ὅλο τὸ κατ᾿ αὐτὴν μυστήριο, ἐκτείνεται πρὸς ὅλα τὰ πέρατα καὶ περιλαμβάνει ὅλα, τὰ ἄνω, τὰ κάτω, τὰ γύρω, τὰ ἐνδιάμεσα καὶ τὸ ὁποῖο ὁ ἴδιος ὁ Κύριος ὀνομάζει φανερῶς ὕψος καὶ δόξα του, ὅταν ἐπρόκειτο νὰ ἀνεβεῖ σὲ αὐτό, κατὰ τὴ μέλλουσα δὲ παρουσία καὶ ἐπιφάνειά του προαναγγέλλει ὅτι θὰ ἔλθει τὸ σημεῖο τούτου τοῦ Υἱοῦ τοῦ ἀνθρώπου μὲ πολλὴ δύναμη καὶ δόξα.

Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γράφει πρὸς τοὺς Κολοσσαεῖς: «ἐνῷ εἴσαστε νεκροὶ ἀπὸ τὰ παραπτώματα καὶ τὴν ἀκροβυστία τῆς σάρκας, σᾶς ἐζωοποίησε μαζί του, χαρίζοντάς σας ὅλα τὰ παραπτώματα, ἐξαλείφοντας τὸ χειρόγραφο ποὺ περιεῖχε τὶς ἐναντίον μας ἀποφάσεις, σηκώνοντάς το ἀπὸ τὴ μέση καὶ καρφώνοντάς το στὸ Σταυρό, ξεγυμνώνοντας δὲ τὶς ἀρχὲς καὶ τὶς ἐξουσίες, τὶς διεπόμπευσε δημόσια θριαμβεύοντάς τες πάνω στὸ Σταυρό». (Κολ. 2,13).

Ἐμεῖς κλίνοντας τὰ γόνατα καὶ τὶς καρδιές, ἂς προσκυνήσουμε μαζὶ μὲ τὸν ψαλμωδὸ καὶ προφήτη Δαβὶδ (Ψαλμ. 131,7) στὸ τόπο ὅπου στάθηκαν τὰ πόδια του καὶ ὅπου ἐξαπλώθηκαν τὰ χέρια ποὺ συνέχουν τὸ σύμπαν καὶ ὅπου ἐτεντώθηκε γιὰ μᾶς τὸ ζωαρχικὸ σῶμα καὶ προσκυνώντας καὶ ἀσπαζόμενοι αὐτὸν μὲ πίστη, ἂς παίρνουμε πλούσιο τὸν ἀπὸ ἐκεῖ ἁγιασμὸ καὶ ἂς τὸν φυλάττουμε. Ἔτσι καὶ κατὰ τὴν ὑπερένδοξη μέλλουσα παρουσία τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, βλέποντας τὸν νὰ προηγεῖται λαμπρῶς, θὰ ἀγαλλιάζωμε καὶ θὰ χοροπηδοῦμε διαπαντός, διότι πετύχαμε τὴν ἀπὸ τὰ δεξιὰ θέση, σὲ δόξα τοῦ σαρκικῶς σταυρωθέντος γιὰ μᾶς Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, στὸν ὁποῖο πρέπει δοξολογία μαζὶ μὲ τὸν ἄναρχο Πατέρα του καὶ τὸ πανάγιο καὶ ἀγαθὸ καὶ ζωοποιὸ Πνεῦμα, τώρα καὶ πάντοτε καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων. Γένοιτο.

Πέμπτη 13 Σεπτεμβρίου 2018

Η προσευχή του π. Τύχων στο Τίμιο Σταυρό




«Δόξα εις τον Γολγοθά του Χρίστου».

Ω Θείε Γολγοθά, αγιασμένε με το αίμα του Χρίστου!

Σε παρακαλούμε, πες μας πόσες χιλιάδες αμαρτωλών με την Χάρη του Χρίστου,
την μετάνοια και τα δάκρυα καθάρισες και γέμισες τον νυμφώνα του Παραδείσου;

Ω! με τηναγάπη σου την άρρητη, Χριστέ Βασιλιά,  με την Χάρη Σου όλα τα ουράνια παλάτια γέμισες από μετανοούντας αμαρτωλούς.

Συ και εδώ κάτω όλους ελεείς και σώζεις.

Και ποιος μπορεί αντάξια να Σε ευχαρίστηση, έστω κι αν είχε Αγγελικό νουν;
Αμαρτωλοί, ελατέ γρήγορα. Ό Άγιος Γολγοθάς είναι ανοικτός και ο Χριστός εύσπλαχνος.

Προσπέσετε προς Αυτόν και φιλήσετε τα άγια Του πόδια.

Μόνον Αυτός σαν εύσπλαχνος μπορεί να γιατρέψη τις πληγές σας!

"Ω, θα είμαστε ευτυχείς, όταν ο πολυεύσπλαχνος Χριστός μας αξίωση με μεγάλη
ταπείνωση και φόβο Θεού και καυτά δάκρυα να πλύνωμε τα πανάχραντα
Του πόδια και με αγάπη να τα φιλήσουμε!

Τότε ο Χριστός εύσπλαχνος θα ευδοκήση να πλύνη τις αμαρτίες μας και θα μας άνοιξη τις πόρτες του Παραδείσου, όπου με μεγάλη χαρά, μαζί με τους Αρχαγγέλους και Αγγέλους, τα Χερουβείμ και τα Σεραφείμ και με όλους τους Αγίους, αιώνια θα δοξάζωμεν τον Σωτήρα του κόσμου, τον γλυκύτατο Ιησού Χριστό, τον Αμνό του Θεού μαζί με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα, την Όμοούσιο και αδιαίρετο Τριάδα.

Ιερομόναχος Τυχών 
Άγιον Όρος 


http://papa-tyxwn.blogspot.gr/

Ο Σταυρός ως μέσον αγιασμού και μεταμόρφωσης του κόσμου. Πρωτ. Δημητρίου Στανιλοάε,




Διά του σταυρού ο Χριστός αγίασε το σώμα του —κρίκο σύνδεσης με τον κόσμο. Απέκρουσε τους πειρασμούς που του έστελνε ο κόσμος, να γευθεί δηλαδή τις ηδονές, ικανοποιώντας υπέρμετρα τις ανάγκες του ή αποφεύγοντας τον πόνο και το θάνατο. Αν, κατά τον ίδιο τρόπο, απωθήσουμε τους πειρασμούς της αμαρτίας και υπομείνουμε καρτερικά τις οδύνες του θανάτου, η αγιότητα μπορεί να απλωθεί από το σώμα Του σε όλα τα σώματα και σε όλο τον κόσμο.

Η ορθόδοξη Εκκλησία δεν λέει πως διά του σταυρού ο Χριστός εξήλθε της δημιουργίας, αλλά πως την αποκατέστησε σε παράδεισο- παράδεισο αρετής γι’ αυτούς που, από αγάπη σ’ Εκείνον, αποδέχονται το σταυρό Του. Συνεπώς ο σταυρός είναι η δύναμη του Χριστού, που, αν την προσλάβουμε, μπορεί να οδηγήσει τον κόσμο στον παράδεισο. Γι’ αυτό το σκοπό ο Χριστός μένει μαζί μας έως της συντέλειας των αιώνων. Χωρίς αμφιβολία, ο πλήρης παράδεισος θα πραγματωθεί μόνο μετά την παγκόσμια ανάσταση.

Η δημιουργία μεταβλήθηκε σε πεδίο μάχης ανάμεσα στους ανθρώπους, εξαιτίας της απληστίας και των εγωιστικών παθών γενικά. Μπορεί όμως να αποκατασταθεί στην παραδεισιακή κατάσταση διά του σταυρού. Η ορθόδοξη Εκκλησία στη γιορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού, στις 14 Σεπτεμβρίου, ψάλλει: «Εν Παραδείσω με το πριν ξύλον εγύμνωσεν, ούπερ τη γεύσει ο εχθρός εισφέρει νέκρωσιν· του Σταυρού δε το ξύλον, της ζωής το ένδυμα ανθρώποις φέρον, επάγη επί της γης και κόσμος όλος επλήσθη πάσης χαράς» (Κάθισμα εορτής). Δι’ αυτού ο παράδεισος ανοίχτηκε ξανά, γιατί η «στρεφόμενη ρομφαία» (Γεν. 3,24), που εμπόδιζε την είσοδο σ’ αυτόν, εξαιτίας της ανθρώπινης απληστίας, δεν μπορούσε πια να τον κρατήσει κλειστό. Γιατί τώρα ο Χριστός εισήλθε στον παράδεισο, αφού τον άνοιξε, φέρνοντας ως ένας άνθρωπος το ξύλο του σταυρού, διά του οποίου κατανίκησε την απληστία και προτίμησε την απάρνηση του εαυτού Του. Και θα εισέλθουν στον Παράδεισο όλοι όσοι θα πράξουν το ίδιο.

Σίγουρα υπάρχει ένας παράδεισος, στον οποίο εισέρχονται οι ψυχές των πιστών μετά θάνατο. Αλλά μπορεί να υπάρχει ένας εν εξελίξει παράδεισος και έδώ στη γη, αποκατάσταση του αρχικού παραδείσου. Μπορεί να εξελιχθεί διά του σταυρού, που υψώνεται στο μέσο της γης και που οι άνθρωποι τον αποδέχονται ως κανόνα της ζωής τους. Ο μετά θάνατον παράδεισος των ψυχών των πιστών, υπάρχει ήδη χάρη στην επίγεια ζωή τους, που ακολουθεί το πνεύμα του σταυρού. Τελικά ο εν εξελίξει επίγειος παράδεισος, θα γίνει μετά την ανάσταση των σωμάτων, ο τέλειος και αιώνιος παράδεισος.

Αλλά χωρίς την προσπάθεια να κάνουμε τη γη, σ’ ένα κάποιο βαθμό, παράδεισο, δεν προχωρούσε προς τον παράδεισο του επέκεινα. Γι’ αυτό το σκοπό ο Χριστός μένει μαζί μας ως το τέλος του κόσμου.

Αποκτούμε ήδη στη γη μια πρόγευση του εσχατολογικού παραδείσου. Η ορθόδοξη Εκκλησία σ’ ένα άλλο ύμνο ψάλλει: «Ω του παραδόξου θαύματος! το ζωηφόρον φυτόν, ο Σταυρός ο πανάγιος εις ύψος αιρόμενος εμφανίζεται σήμερον δοξολογούσι πάντα τα πέρατα εκδειματούνται δαίμονες άπαντες• ω οίον δώρημα τοις βροτοΐς κεχάρισται!» (Αίνοι Υψώσεως Τιμίου Σταυρού).

Από όλους τους ύμνους της ορθόδοξης Εκκλησίας, προκύπτει ο ρόλος του σταυρού στην αγιοποίηση και τη μεταμόρφωση του κόσμου. Όπως το σώμα του Κυρίου αγιάσθηκε διά του σταυρού, έτσι αγιάζονται και τα δικά μας σώματα και οι σχέσεις μας με τον κόσμο και ο ίδιος ο κόσμος. Λαβαίνουμε αγιασμό με τη δύναμη του Χριστού, μέσα στην οποία ο σταυρός διατηρεί την παρουσία του, και αποτελεί προέκταση της συνετής, υπομονετικής, αναμάρτητης στάσης του απέναντι στον κόσμο, και γίνεται δοξολογία του Πατέρα, προσφορά σ’ Αυτόν όλων των σχέσεων με τον κόσμο.

Γι’ αυτό, στην ορθόδοξη Εκκλησία, όλα τα πρόσωπα και όλα τα πράγματα, μέσω του σταυρού, θυσιάζονται και προσφέρονται. Οι χριστιανοί, κάνοντας το σημείο του, σταυρού ζητούν τη δύναμη να φερθούν με καθαρότητα απέναντι στον κόσμο. Ακόμη διαδηλώνουν τη θέλησή τους, να υψωθούν με την προσπάθειά τους, ως τη συνάντηση αυτής της δύναμης· να δοξάσουν το Θεό με όλες τους τις πράξεις και τις οδύνες μέσα στον κόσμο, ακόμη και με το θάνατό τους· να ζήσουν και να πεθάνουν για το Θεό, να εκδηλώσουν με κάθε τρόπο, ότι θυσιάζονται σ’ Εκείνον. Η Εκκλησία διά του σταυρού αγιάζει τα πάντα· το νερό, με το οποίο ραντίζει τους πιστούς, τις τροφές, τα σπίτια, τα περιβόλια και τα χωράφια με τους καρπούς τους, τα δώρα που προσφέρονται στο Θεό. Ο σταυρός όλα τα αγιάζει, τα καθαίρει στο βαθμό πού καθαρίζονται, καθιστώντας το Θεό διάφανο, Κύριο τους. Ο σταυρός τα θέτει, μέσα από όλα τα πράγματα, σε επικοινωνία με το Θεό. Τα πάντα προσφέρονται ως δώρα στο Θεό. Όλες οι λατρευτικές ακολουθίες αρχίζουν και τελειώνουν με το σημείο του σταυρού, Όλες οι κύριες χειρονομίες της λατρείας συνοδεύονται από το σημείο του σταυρού, γιατί η ίδια η δύναμη του Χριστού κατέρχεται διά του σημείου του σταυρού στο βαθμό, που κάνοντάς το, Τον επικαλούμαστε. Μ’ αυτό το σημείο οι πιστοί έρχονται να συναντήσουν τη δύναμη του Χριστού, υποσχόμενοι να προσφερθούν καθαρή θυσία στο Θεό, να φερθούν με καθαρότητα σε κάθε πράξη τους μέσα στον κόσμο. Γι’ αυτό, το σημείο του σταυρού, συνοδεύεται πάντοτε από την επίκληση της Αγίας Τριάδας. Γιατί αυτή ενεργεί την σωτηρία των ανθρώπων και από αυτή κατέρχεται η θεία δύναμη, που ενεργεί μέσα στον κόσμο, για να τον εξαγιάσει και να τον μεταμορφώσει. Αυτή φανερώνεται διά του σταυρού μέσα στον κόσμο.

Η δύναμη του σταυρού καθαίρει όχι μόνο τούς πιστούς και τη σχέση τους με τον κόσμο, αλλά και τον ίδιο τον κόσμο. Διά του σταυρού αποδιώχνονται οι δαίμονες, που προξενούν το κακό και εκτοξεύουν τους πειρασμούς μέσα από το νερό, το κρασί, τους καρπούς, τα ανθρώπινα πρόσωπα.

Οι πιστοί πιστεύουν πως, κάνοντας το σημείο του σταυρού, σε όλες τους τις πράξεις και όλους τους δρόμους της ζωής τους, σε κάθε επαφή τους με την φύση και τους ανθρώπους, έχουν συναντιλήπτορα το Άγιο Πνεύμα. Υπάρχει μια ιδιαίτερη σχέση ανάμεσα στο σταυρό και το Άγιο Πνεύμα, γιατί ο σταυρός είναι η ανθρώπινη προσπάθεια καθαρμού, ενώ το Άγιο Πνεύμα είναι η εξαγιάζουσα θεία δύναμη. Και τα δύο χρειάζεται να συμπορεύονται.

Ο σταυρός είναι η καθαρτήρια δύναμη του σύμπαντος. Κι όταν κάνουμε το σημείο του με πίστη και θέληση, για μια ζωή καθαρή μέσα στον κόσμο, έρχεται η δύναμη του Πνεύματος του Χριστού, που υπήρξε καθαρός μέσα στον κόσμο, κι αγιάζει το σώμα του με τη δύναμη του Αγίου Πνεύματος. Κι εμείς αποφεύγουμε την αμαρτία και υπομένουμε το θάνατο. Ο σταυρός μας δίνει αυτή την δύναμη του Χριστού γιατί, έχοντάς τον στη μνήμη μας, θέλουμε να μιμηθούμε το παράδειγμά του και να φερόμαστε μέσα στον κόσμο χωρίς πάθη εγωιστικά, με πνεύμα σωφροσύνης, ειρήνης και συμφωνίας με τους άλλους.

«Ο σταυρός είναι όπλο εναντίον του διαβόλου», ψάλλει η ορθόδοξη Εκκλησία. Είναι όπλο ενάντια σε όλους τους πειρασμούς και τις μεθόδους του διαβόλου, ενάντια στα πάθη που μας οδηγούν σε φιλονικίες, ενάντια στην απολυτότητα. Ο σταυρός είναι όπλο εναντίον του διαβόλου, στο βαθμό που δυναμώνει μέσα μας το πνεύμα της θυσίας, της κοινωνίας με το Θεό και μεταξύ μας.

Μόνο ο σταυρός, με το να τιθασεύσει τα εγωιστικά πάθη μας, και με το να εξασθενίζει την υπερβολική προσκόλλησή μας στον κόσμο, που θεωρείται ως η μόνη πραγματικότητα, μπορεί να φέρει μια διαρκή ειρήνη ανάμεσα στους ανθρώπους και στους λαούς.

Οι Άγιοι Πατέρες πρεσβεύουν, ότι η θέα του Θεού μέσα στον κόσμο, ή, η διαφάνεια του Θεού στον κόσμο, εξαρτάται από τον καθαρμό μας από τα πάθη. Αυτή η ιδέα αναπτύχθηκε θεωρητικά, με ιδιαίτερο τρόπο, από τον άγιο Μάξιμο τον Ομολογητή. Κατ’ αυτόν, όταν κοιτάζουμε τα πράγματα καθαροί από πάθη, αποκαθιστούμε το αληθινό τους νόημα, δηλαδή την μέσα από αυτά διαφάνεια του Θεού. Λέγει: «Νόημα έστιν εμπα¬θές, λογισμός σύνθετος από πάθους και νοήματος. Χωρίσωμεν το πάθος από του νοήματος και απο¬μένει ο λογισμός ψιλός. Χωρίζομεν δε δι’ αγάπης πνευματικής και εγκράτειας, εάν θέλωμεν». (Μα¬ξίμου Όμολ. 400 Κεφάλαια περί Αγάπης III, 43, Ρ.G. 90, 1029). Αυτό όμως, δεν σημαίνει καταστροφή του κόσμου, αλλά ανακάλυψη (ξανά) των αληθινών του νοημάτων, που δεν έχουν παραμορφωθεί από τα πάθη, και της θεϊκής τους διαφάνειας.

Όταν αναλάβουμε το σταυρό, γινόμαστε με τη δύναμη του σταυρού του Χριστού «καινή κτίσις» (Β’ Κορ. 5,16-17), όπως λέγει ο Απ. Παύλος. Σ’ αύτη την κατάσταση βλέπουμε πως «τα πάντα εκ του Θεού» (Β’ Κορ. 5,18), όπως λέγει ο ίδιος στη συνέχεια Απόστολος. Μ’ αυτό τον τρόπο προετοιμάζουμε την κτίση, για να φτάσει στην κατάσταση της ελευθερίας, στην οποία θα φτάσουμε και μείς ως υιοί Θεού, κι όχι ως δούλοι πια του κόσμου και των παθών. Γιατί ούτε ο κόσμος χαίρεται από την κατάσταση της έκπτωσης, στην οποία, πέφτοντας εμείς, τραβούμε και τον κόσμο και γινόμαστε σκλάβοι του, αντί να είμαστε κύριοι του. Η κατάσταση της ελευθερίας, στην οποία θα φτάσουμε, αντιστοιχεί στην κατάσταση της δόξας, της οποίας μπορούμε να κάνουμε κοινωνό και τον κόσμο (Ρωμ. 8,31).

Η δημιουργία βρίσκεται ακόμη σε ώδινες τοκετού, όσον άφορα αυτή την αληθινή και καινούργια κατάσταση της ύπαρξής της. Είναι οι ωδίνες του σταυρού, το να αντέξεις αναμάρτητα. Ο σταυρός επαληθεύεται ως το μόνο μέσο διά του οποίου ο κόσμος περνά σε μια καινούργια μορφή ύπαρξης, όπου ο Θεός γίνεται ορατός ως ο ων τα πάντα εν πάσι. Είναι η μόνη οδός για να φτάσουμε στο πιο λαμπρό δείπνο, εκεί που αφθονεί η γνώση του Θείου Λόγου, εκεί που η δημιουργία τον καθιστά διάφανο σ’ όλη του την πληρότητα, και ερχόμαστε σε ευθύ και καθαρό διάλογο μαζί Του. Έτσι όλος ο κόσμος θα φανερωθεί μέσα Του, και μέσα μας, ως το κοινό περιεχόμενο του διαλόγου, ως μια ολοφώτεινη διαφάνεια, διά της οποίας θα μας γίνει γνωστός με όλο τον δοσμένο σε μας πλούτο του. (Αγ. Μάξιμος Ομολογητής, Αμφιλεγόμενα, Ρ.G. 91,1373).

Αλλά όλα αυτά θα γίνουν χάρη στο σταυρό του Χριστού αν τον αποδεχτούμε σαν δικό μας. Μόνο μέσα στο φως και μέσα στη δύναμη του σταυρού, που θα φανερωθεί στον ουρανό, σημείο του Υιού του ανθρώπου κατά την ένδοξη παρουσία Εκείνου (Ματθ, 24,30), ο κόσμος θα αναδειχθεί στο τέλος «καινός ουρανός και γη καινή» {Αποκ. 21,1).






Ήταν στην Ιορδανία ένας πολύ απλός παπάς που έκανε θαύματα....




Ήταν στην Ιορδανία ένας πολύ απλός παπάς που έκανε θαύματα. Διάβαζε ανθρώπους και ζώα που είχαν κάποια αρρώστια και γίνονταν καλά. Πήγαιναν και μουσουλμάνοι σ’ αυτόν, όταν έπασχαν από κάτι, και τους θεράπευε. Αυτός, πριν λειτουργήσει, έπαιρνε ένα ρόφημα με λίγο παξιμάδι και μετά όλη την ημέρα δεν έτρωγε τίποτε.

Κάποτε έμαθε ο Πατριάρχης ότι τρώει πριν από την Θεία Λειτουργία και τον κάλεσε στο Πατριαρχείο. Πήγε εκείνος, χωρίς να ξέρει γιατί τον ζητάνε.

Ώσπου να τον φωνάξει ο Πατριάρχης, περίμενε μαζί με άλλους σε μια αίθουσα. Έξω έκανε πολλή ζέστη· είχαν κλειστά τα παντζούρια και από μια τρυπούλα περνούσε μια ακτίνα.

Αυτός νόμισε ότι είναι σχοινί.

Επειδή είχε ιδρώσει, βγάζει το ράσο του και το κρεμάει πάνω στην ακτίνα.

Όταν το είδαν οι άλλοι που κάθονταν εκεί στην αίθουσα, τα έχασαν. Πάνε και λένε στον Πατριάρχη:

«Ο παπάς που κολατσίζει πριν από την Θεία Λειτουργία κρέμασε το ράσο του πάνω σε μια ακτίνα!».
Τον κάλεσε μέσα ο Πατριάρχης και άρχισε να τον ρωτάει: «Τι κάνεις; Πώς πας; Κάθε πότε λειτουργείς; Πώς ετοιμάζεσαι για την Θεία Λειτουργία;».

«Να, λέει, διαβάζω την ακολουθία του όρθρου, κάνω και μερικές μετάνοιες και ύστερα φτιάχνω ένα ρόφημα, κολατσίζω λίγο, και έπειτα λειτουργώ». «Γιατί το κάνεις αυτό;», τον ρωτάει ο Πατριάρχης.

«Άμα φάω λιγάκι πριν από την Θεία Λειτουργία, λέει εκείνος, όταν κάνω κατάλυση , πάει ο Χριστός επάνω! Ενώ, αν φάω μετά την Θεία Λειτουργία, πάει ο Χριστός από κάτω»!
Με καλό λογισμό το έκανε! Του λέει τότε ο Πατριάρχης: «Όχι, δεν είναι σωστό αυτό. Πρώτα να κάνεις κατάλυση, και έπειτα να τρως λίγο».

Έβαλε μετάνοια και το δέχθηκε.

Ενώ, αν πίστευε στον λογισμό του, μπορούσε να πει: «Εγώ διαβάζω ανθρώπους και ζώα άρρωστα και γίνονται καλά, κάνω θαύματα· τι μου λέει αυτός; Έτσι που το σκέφτομαι, είναι πιο καλά, γιατί αλλιώς πάει το φαγητό πάνω από τον Χριστό».

Θέλω να πω, παρόλο που είχε φθάσει σε τέτοια κατάσταση, να κάνει θαύματα, το δέχθηκε απλά· δεν είχε δικό του θέλημα.

Έχω καταλάβει ότι ή υπακοή πολύ βοηθάει. Και λίγο μυαλό να έχει κανείς, αν κάνει υπακοή, γίνεται φιλόσοφος. Είτε έξυπνος είτε κουτός είτε υγιής είτε άρρωστος πνευματικά ή σωματικά είναι κανείς και βασανίζεται από λογισμούς, αν κάνει υπακοή, ελευθερώνεται.

Διήγησις Αγίου  Παϊσίου

Τετάρτη 12 Σεπτεμβρίου 2018

Θαυμάσια οπτασία κάποιου ελεήμονος και ευλαβούς χριστιανού




    Ένας παντρεμένος άνθρωπος που είχε παιδιά και δούλους και άφθονο πλούτο, ήταν πολύ ελεήμων και φιλόξενος. Μία νύκτα, αφού εδείπνησε, κοιμήθηκε και το πρωί τον εβρήκαν ξαπλωμένο στη γη, ψυχρό, αναίσθητο, σαν να ήταν πεθαμένος.

Οι συγγενείς του τον εσήκωσαν, τον έβαλαν στο στρώμα, κάνοντάς του διάφορες γιατρειές και ζεσταίνοντάς τον για να αναζήση, αλλά μάταια εκοπίαζαν. Μετά από πολλές ημέρες ήλθε στον εαυτό του και ερωτήθηκε από τους συγγενείς του να τους ειπεί τί έπαθε και πού βρισκόταν τόσες ημέρες νεκρός. Εκείνος δεν αποκρινόταν, μόνο έκλαιγε απαρηγόρητα και ακατάπαυστα και, μέχρι του θανάτου του, δεν είπε τίποτε σε κανέναν. Όταν πλησίαζε το τέλος, εκάλεσε τον μεγαλύτερο γιο του και του είπε τα εξής μπροστά σε όλους:

«Αγαπητό μου παιδί… αυτή την τελευταία εντολή σου δίνω προστακτικά και σε διατάζω να την τηρής αυστηρά, όσο μπορείς. Να δίνεις ελεημοσύνη στους πτωχούς και να έχεις πολλή συμπάθεια στους ξένους και οδοιπόρους. Να τους περιποιείσαι στο σπίτι σου με πολλή αγάπη, να τους υπηρετής πρόθυμα και να τους δίνεις άφθονα, όσα χρειάζονται, καθώς είδες να κάνω και εγώ μέχρι τώρα. Διότι η φιλοξενία είναι η πιο ευπρόσδεκτη στον Θεό απ’ όλες τις αρετές και όποιος την εκτελεί επιμελώς, για την αγάπη του Θεού, ευρίσκει πολύ μισθό στην ουράνια Βασιλεία Του.

Και για να παρακινηθήτε όλοι οι συγγενείς μου σ’ αυτή την φιλόθεη πράξη της καλωσύνης και συμπαθείας προς τους ξένους και πτωχούς, την τελευταία αυτή ημέρα μου θα σας διηγηθώ την φοβερή οπτασία που είδα, όταν με ευρήκατε ωσάν αποθαμμένον προ ετών, κάτω στο πάτωμα του σπιτιού μας.

Γνωρίζετε ότι από την νεότητά μου είχα πολλή ευλάβεια στην Υπεραγία Θεοτόκο και κάθε ημέρα της εδιάβαζα εγκώμια και ευχές. Γι’ αυτό μου τον πόθο και την αγάπη που είχα με όλη μου την ψυχή και την καρδιά, με αξίωσε ο Δεσπότης, με τις δικές της πρεσβείες, να απολαύσω πολλές δωρεές και χάριτες, μα προπαντός για τη συμπάθεια που είχα για τους πτωχούς και ξένους, καθώς εσείς το ξέρετε, υποδεχόμενος τον καθένα με αγάπη και παρέχοντας άφθονα, όλα τα χρειαζόμενα.

Την νύκτα εκείνη που είδα την οπτασία, άκουσα φωνή που εφώναξε με το όνομά μου λέγοντας: «Σήκω από το κρεβάτι και ακολούθησέ με». «Όταν σηκώθηκα, μ’ έπιασε βίαια εκείνος που με φώναξε από το χέρι και με ωδήγησε σ’ ένα μεγάλο λιβάδι.

Τότε αυτός έγινε άφαντος και εγώ μόνος μου, μη ξέροντας τι να κάνω, άκουσα πίσω μου ξαφνικά φοβερές φωνές και ταραχές. Γυρίζοντας πίσω βλέπω ένα άπειρο πλήθος δαιμόνων και ήρχοντο κατεπάνω μου να με αρπάξουν ως θηρία ανήμερα. Εγώ, καθώς τους είδα, όσο μπορούσα, έτρεχα με ασυγκράτητο φόβο έως ότου έφθασα σε ένα σπίτι και μπαίνοντας μέσα έκλεισα την πόρτα. Αλλά αυτοί την έσπασαν και μπήκαν μέσα να μ’ αρπάσουν. Αλλά για να καταλάβεις καλλίτερα, άκουσε και αυτά. Είναι τώρα τρία χρόνια αφ’ ότου επήρα ένα ξένο εδώ στο σπίτι μου, από το βράδυ της εορτής των Αγίων Πάντων για να τον φιλοξενήσω, κατά την συνήθειά μας.

Φθάνοντας στο σπίτι, ευρήκα και άλλον ξένο, που είχε κρατήσει η μητέρα σου, κατά το πρόσταγμά μου που της είχα δώσει, να υποδέχεται και φιλοξενή τον καθένα ως άγγελο Κυρίου και σε λίγο έφερε άλλον έναν και ο αδελφός σου. Τότε εγώ εδοκίμασα μεγάλη χαρά που αξιώθηκα να υποδεχθώ και να φιλοξενήσω στο σπίτι μου αυτούς τους τρεις ξένους κατά τον τύπο της Αγίας Τριάδος. Τους εφίλευσα πλουσιοπάροχα, όσο μου ήταν δυνατόν, κατά την συνήθειά μου.

Όταν λοιπόν, επανέρχομαι στην οπτασία, μπήκαν μέσα οι δαίμονες, άρχισα να φωνάζω στον Κύριο να μ’ ελεήση με τις πρεσβείες της Παναχράντου Μητρός Του.
Τότε βλέπω τρεις ωραίους άνδρες και μου λέγουν: «Μη φοβάσαι διότι εμείς ήλθαμε να σε βοηθήσουμε». Αφού έδιωξαν τους δαίμονες μ’ ερώτησαν, εάν τους ήξερα. Εγώ τους είπα:

«Όχι, Κύριοί μου, δεν σας γνωρίζω».

Οι δε αποκρίθηκαν:

«Εμείς είμεθα εκείνοι οι τρεις ξένοι που εφίλευσες στο σπίτι σου με πλούσια και αβραμιαία καρδιά και μας έστειλε ο Κύριος προς βοήθειά σου, να σε ανταμείψουμε για την πολλή αγάπη που μας έδειξες, και να οπού σε ελυτρώσαμε από τα χέρια των δαιμόνων». Αφού είπαν αυτά έγιναν άφαντοι.

Εγώ ευχαρίστησα τον Θεό και φοβούμενος να βγω έξω μήπως με πειράξουν πάλι, έμεινα λίγη ώρα μέσα στο σπίτι. Μετά από λίγο έκανα το σημείο του Σταυρού και βγήκα έχοντας την ελπίδα μου στον Κύριο. Αφού εβάδισα λίγο, είδα να τρέχουν πίσω μου οι δαίμονες λέγοντας τα εξής: Ας τρέξουμε τώρα να τον πιάσουμε μήπως και μας φύγη». Εγώ φοβήθηκα και τρέχοντας περισσότερο, εφώναξα στην Θεοτόκο: «Παναγία Θεοτόκε, βοήθησέ με». Έτσι τρέχοντας έφθασα σ’ ένα πύρινο ποτάμι, που ήταν γεμάτο φίδια και άλλα φοβερά θηρία του Άδου.

Το σώμα τους ήταν όλο χωμένο μέσα στις φλόγες και μόνο το στόμα τους είχαν έξω ανοιχτό, ωσάν να πεινούσαν και ήθελαν να με φάγουν. Οι δαίμονες που με κυνηγούσαν, με φώναζαν να πέσω μέσα στο ποτάμι η θα με ρίξουν εκείνοι. Εγώ τότε εκύταζα τριγύρω, εάν υπάρχη κάποια άλλη διέξοδος, οπότε και βλέπω ένα πολύ στενό γεφύρι ως μια σπιθαμή και τόσο ψηλό, ώστε μου φαινόταν πως έφτανε στον ουρανό.

Μη ξέροντας τι να κάνω απ’ αυτά τα τρία, δηλαδή να πέσω στο ποτάμι, όπου φοβόμουν την φωτιά και τους δράκοντες, να μείνω στην εξουσία των δαιμόνων, που ήταν χειρότερο ή να ανέβω το γεφύρι; Προτίμησα το τρίτο. Έτσι ανέβαινα τα σκαλιά ένα-ένα με πολύ φόβο και κίνδυνο να πέσω κάτω στις φλόγες.
Οι πονηροί δαίμονες με ακολουθούσαν με φωνές και απειλές. Όταν ήμουν στην κορυφή του γεφυριού, έφθασαν και οι δαίμονες και εγώ τότε με δάκρυα εβόησα προς την Θεοτόκο:

«Υπεραγία Θεοτόκε βοήθησέ με». Τότε, ευρέθηκε ενώπιόν μου η φιλεύσπλαχνη Μητέρα της ελεημοσύνης και μου έδωσε το δεξί της χέρι λέγοντας: Μη φοβάσαι, αγαπημένε δούλε μου. Επειδή εσύ μου διάβαζες εγκώμια και προσευχές και αγαπούσες τους φτωχούς, τους ελαχίστους αδελφούς του Υιού και Δεσπότου μου, γι’ αυτό ήλθα και εγώ να σε βοηθήσω στην ανάγκη σου». Αφού μου είπε αυτά με εκράτησε από το χέρι και, ώ του θαύματος! σε μια στιγμή μ’ έφερε στο σπίτι μου και μπήκε η ψυχή μου στο σώμα μου, ενώ εσείς με θεωρούσατε ως πεθαμένο.

Λοιπόν παιδί μου, να μη αμελήσης και εσύ την υπηρεσία αυτή προς την Μητέρα του Παντοδυνάμου Θεού, την Πανάχραντη Θεοτόκο, αλλά κάθε ώρα να την υμνολογής, να την δοξάζεις, όπως πρέπει και όπως μέχρι τώρα έκανα και εγώ ο πατέρας σου. Έτσι θα την έχεις βοήθεια σε κάθε σου ανάγκη.

Αυτό είναι το πρώτο πρόσταγμά μου που σου παραγγέλλω. Το δεύτερο είναι, όπως σου προείπα, βίαζε τον εαυτό σου, όσο μπορείς να αγαπάς τους ξένους, τους πτωχούς, τις χήρες, τα ορφανά, να τους δίνεις όλα τα αναγκαία, εάν θέλεις ν’ απολαύσης σ’ αυτόν τον κόσμο κάθε αγαθό και να κληρονομήσης και την αιώνια Βασιλεία του Θεού!».

Αυτά, αφού είπε ο αοίδιμος σ’ όλους τους παρευρισκομένους να ευλαβούνται την Θεομήτορα και να βοηθούν τους πτωχούς, παρέδωσε την αγία ψυχή του στα χέρια του Θεού.
Ο γυιός του, ενθυμούμενος σ’ όλη την ζωή του τις πατρικές συμβουλές, εξήσκησε ενάρετη πολιτεία και μετά το τέλος της επιγείου ζωής του, αξιώθηκε της ουρανίου μακαριότητος.


Εκ του βιβλίου «Ψυχωφελείς οπτασίες και διηγήσεις για την άλλη ζωή «Εκδόσεις «Ορθόδοξος Κυψέλη»



Κυριακή 9 Σεπτεμβρίου 2018

Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΣΜΟΣ ΕΙΝΑΙ ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΚΗ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ



Η Εκκλησία είναι πάνω απ΄’ολα λατρεύουσα κοινότητα. Η λατρεία έρχεται πρώτη, ακολουθεί η διδασκαλία και η πειθαρχία. Στην Ανατολική παράδοση, η ενότητα της διδασκαλίας και της λατρείας τονίζεται πολύ ισχυρά. Η διδασκαλία εδώ είναι όχι τόσο κάτι που διδάσκεται μέσα σε μια αίθουσα παραδόσεων, αλλά πολύ περισσότερο, κάτι που κηρύσσεται μέσα στο ναό. Η Θεολογία μιλάει περισσότερο από τον άμβωνα παρά από την έδρα. Απαιτεί, λοιπόν, περισσότερο υπαρξιακό χαρακτήρα. Η λατρεία, από το άλλο μέρος, είναι απαλλαγμένη από το συναισθηματισμό. Το πρώτο-πρώτο, που απαιτείται, είναι νηφαλιότητα της καρδιάς. Η πληρότητα της θεολογικής σκέψεως της Εκκλησίας κείται ακριβώς στη λατρεία και τούτο είναι, πιθανώτατα, το πιο σημαντικό διακριτικό στοιχείο της Ανατολικής Παραδόσεως.



Η ΘΕΡΑΠΕΙΑ ΤΗΣ ΘΕΛΗΣΗΣ π. Γεώργιος Φλωρόφσκυ



Η θέληση του ανθρώπου για να θεραπευτεί πρέπει να στραφεί από μόνη της στο Θεό. Πρέπει να υπάρχει μια ελεύθερη και αυθόρμητη ανταπόκριση αγάπης και λατρείας, μια ελεύθερη μεταστροφή. Η θέληση του ανθρώπου είναι δυνατό να ιαθεί μόνο μέσα στο μυστήριο της ελευθερίας. Μόνο με την ελεύθερη αυτή προσπάθεια εισέρχεται ο άνθρωπός στην καινή, αιώνια ζωή, που αποκαλύπτεται εν Χριστώ Ιησού. Η πνευματική αναγέννηση μπορεί να συντελεσθεί, μόνο μέσα στην τέλεια ελευθερία, μέσα στην υπακοή της αγάπης, στην αυτό-αφιέρωση στο Θεό, εν Χριστώ. Το κακό όμως, όπως και η αμαρτία οφείλονται στη βούληση. Ο Θεός ουδέποτε πιέζει τον άνθρωπο και η κοινωνία με Αυτόν δεν είναι δυνατό να επιβληθεί στην ισχυρογνωμοσύνη. Κατά τη φράση, μάλιστα, του Αγίου Μάξιμου, «το πνεύμα δεν δημιουργεί ένα ανεπιθύμητο αποτέλεσμα, αλλά μεταμορφώνει ένα σκοπό μέσα στη θέωση».



Σάββατο 8 Σεπτεμβρίου 2018

Ένας ασκητής στη Σιβηρία .....Μία συνάντηση στα δάση.....



Η ζωή των ασκητών και ερημιτών προκαλεί θαυμασμό στον άνθρωπο του 21ου αιώνα, ο οποίος κάθε άλλο παρά την άσκηση και την ολιγάρκεια εφαρμόζει στην ζωή του. Η ασκητική ζωή φαντάζει σε εμάς ένας τρόπος ζωής που ανάγεται στο μακρινό παρελθόν και που ως τέτοιος θεωρούμε ότι έχει εκλείψει από την εποχή μας. Η συνάντηση που περιγράφεται παρακάτω, όμως, αποδεικνύει ότι και σήμερα υπάρχουν άνθρωποι που αγωνίζονται ακολουθώντας τον ερημιτισμό, παλεύοντας με τα πάθη τους αλλά και τις δυσκολίες της Φύσης.

Βρέθηκα για πρώτη φορά στην Ρωσία την περίοδο της περεστρόικα. Έβλεπε παντού κανείς εκκλησίες γκρεμισμένες και ερειπωμένες. Εκκλησίες που κάποτε κτίστηκαν με πολύ μεράκι και αρκετά χρήματα. Ο ιερομόναχος συνοδός μου κούνησε το κεφάλι του και μου είπε: «Τι λαός είμαστε! Εμείς οι ίδιοι που κτίζουμε τους ναούς, οι ίδιοι τους καταστρέφουμε». «Λαός ακροτήτων», του είπα. Συμφώνησε.

Και πράγματι. Η χώρα που πολέμησε με πρωτοφανές μίσος και μένος την Εκκλησία στον 20ο αιώνα, ανέδειξε παράλληλα χιλιάδες νεομάρτυρες. Ο ίδιος λαός που αιώνες τώρα μαστίζεται από τον αλκοολισμό, αυτός και ανέδειξε τους μεγάλους στάρετς. Ο κατάλογος είναι μακρύς. Για να επαληθευθεί και πάλι ο λόγος του αποστόλου Παύλου, «όπου επλεόνασεν η αμαρτία, υπερεπερίσσευσεν η χάρις» (Ρωμ. 5,20).

Διάβαζα από παλιά για τους ασκητές της Ρωσίας που αγίασαν στα δάση της. Η ζωή τους προκαλεί τον θαυμασμό. Δεν είχαν να παλέψουν μόνο με τον εαυτό τους, με τα πάθη τους, με τον διάβολο, αλλά και με την φύση, τις καιρικές συνθήκες που είναι τόσο δύσκολες κι επικίνδυνες. Είχα την εντύπωση πως οι Ρώσοι ασκητές κι ερημίτες εξέλιπαν πλέον. Διαψεύστηκα όμως. Εντελώς απρόσμενα συνάντησα κάποιον σύγχρονό μας ασκητή, εντελώς άγνωστο στους πολλούς, χαμένο κάπου στα απέραντα δάση της Σιβηρίας.


Η πρώτη συνάντηση

Με μία παρέα φοιτητών από το Κέντρο Νεότητας της Ι. Μητροπόλεως Θηβών και Λεβαδείας ταξιδέψαμε στην βορειοδυτική Σιβηρία. Βρεθήκαμε στο Σοβέτσκι, μία νέα πόλη, όπως και όλες οι άλλες στην περιοχή. Στον ξύλινο ναό του Αγίου Νικολάου οι πιστοί προστρέχουν να προσκυνήσουν τον σταυρό με Τίμιο Ξύλο που Ι. Μονής μας. Ο εφημέριος π. Σέργιος γύρισε και μου είπε: «Θα σου γνωρίσω έναν ασκητή, τον Βλαδίμηρο. Είναι ακόμα λαϊκός. Κατάγεται από την Αγία Πετρούπολη και ήταν καθηγητής Δασολογίας. Εδώ και δέκα χρόνια τα άφησε όλα κι εγκαταστάθηκε σε ένα δάσος, περίπου 150 χιλιόμετρα από εδώ. Ζει εντελώς μόνος του σε ένα ξύλινο σπιτάκι που κατασκεύασε ο ίδιος. Βγαίνει μία φορά τον χρόνο στον κόσμο. Έρχεται σ’ εμένα, εξομολογείται, κοινωνεί και επιστρέφει πάλι στο ασκητήριο. Δεν τρώει ποτέ κρέας. Μόνο ψάρια από τα ποτάμια, μανιτάρια και φρούτα του δάσους. Έτυχε αυτές τις μέρες να έλθει και σε λίγο θα έρθει να προσκυνήσει».

Μου κίνησε το ενδιαφέρον, αλλά και την περιέργεια. Σε λίγο διέκρινα κάποιον στην σειρά αρκετά ατημέλητο, με γένια και ακτένιστα μαλλιά. Υπολόγισα πως πρόκειται για τον Βλαδίμηρο. Ρώτησα τον π. Σέργιο και αυτός μου απάντησε: «Όχι δεν είναι αυτός, αλλά ο αμέσως επόμενος». Κοίταξα πίσω και διέκρινα έναν άνθρωπο που δεν έμοιαζε για ασκητής. Ήταν σχετικά καλά ντυμένος, με μικρό περιποιημένο γένι και χοντρά γυαλιά. Ο π. Σέργιος κατάλαβε την απορία μου. «Μην ξεγελιέσαι. Αυτός είναι. Όμως εκτός από μένα και πέντε-έξι ακόμα κανείς δεν τον γνωρίζει. Είναι πολύ απλός και ταπεινός και θέλει να ζει στην αφάνεια. Όταν βγαίνει στον κόσμο, είναι αρκετά περιποιημένος για να μην τον καταλάβει κανείς. Και πράγματι τα έχει καταφέρει. Όλοι αυτοί οι άνθρωποι γύρω του, βλέποντας έναν αξιοπρεπή κύριο, δεν μπορούν να υποψιαστούν τι θησαυρός κρύβεται ανάμεσά τους».


Ο Βλαδίμηρος πλησίασε. Προσκύνησε τον σταυρό με ευλάβεια. Ήλθε να πάρει ευχή. Δεν έχασα την ευκαιρία. Κράτησα το χέρι του. Λίγα δευτερόλεπτα σιωπής.

- Νιώθω ότι οι καρδιές μας έχουν κάτι κοινό, ψέλισα αμήχανα.

Χαμογέλασε. Με κοίταξε στα μάτια.

- Κι εγώ, απάντησε το ίδιο αμήχανα.

- Πως πάει ο αγώνας εκεί στην έρημο;

- Με την χάρη του Θεού αγωνιζόμαστε.

- Έχεις πολύ καιρό εδώ στην Σιβηρία;

- Κοντεύω τα δέκα χρόνια.

- Φαίνεσαι νέος άνθρωπος.

- Είμαι σαράντα χρονών.

- Τι σ’ έκανε να αφήσεις την Πετρούπολη, την καριέρα σου και να βρεθείς στην ερημιά της Σιβηρίας;

- Δεν μπορώ να απαντήσω εύκολα. Μία εσωτερική παρόρμηση, η χάρη του Θεού, η αγάπη για την ερημιτική ζωή. Αγαπώ πολύ την ησυχία.

- Πως περνάς την μέρα σου;

- Με την προσευχή και την μελέτη. Ζωγραφίζω και εικόνες σαν διακόνημα.

- Τι διαβάζεις κυρίως;

- Αγαπώ πολύ τον αββά Ισαάκ τον Σύρο, τον αββά Δωρόθεο και τους άλλους Πατέρες.

- Ποιές είναι οι μεγαλύτερες δυσκολίες ενός ερημίτη;

- Είναι πολλές. Και πρακτικές και πνευματικές. Οι πειρασμοί και οι επιθέσεις του πονηρού είναι πολλές φορές έντονες. Συχνά μου χτυπούν δυνατά την πόρτα, φωνάζουν, απειλούν. Μία μέρα κτυπούσαν την πόρτα και φώναζε μία άγρια γυναικεία φωνή. Άρχισα το «Κύριε ελέησον». Η φωνή αγρίεψε πιο πολύ. «Τι λες το “κύριε ελέησον”; Άνοιξέ μου γρήγορα». Φοβήθηκα πάρα πολύ, απ’ την κορφή ως τα νύχια.

- Πως αντέχεις;

- Κάνω υπομονή, πολλή υπομονή. Ελπίζω στο έλεος του Θεού.

- Τον χειμώνα πως αντέχεις μέσα στο πολικό κρύο;

- Το αντιμετωπίζω. Κόβω ξύλα, έχω φτιάξει μία σόμπα και ζεσταίνομαι.

Του έδωσα μία εικόνα του αγίου Νεκταρίου. Στο κάτω μέρος, σε ειδική θήκη, υπήρχε μικρό λείψανο του αγίου.

- Ευχαριστώ πολύ. Γνωρίζω τον άγιο Νεκτάριο. Είναι πολύ γνωστός σ’ όλη την Ρωσία. Και πολύ θαυματουργός. Κυρίως θεραπεύει τους καρκινοπαθείς!

- Πράγματι, έτσι είναι.

- Ευχαριστώ που μας φέρατε και τον Τίμιο Σταυρό. Όταν τον αντίκρυσα, σπαρτάρισε η καρδιά μου. Ήταν μεγάλη ευλογία για μένα να προσκυνήσω. Ήλθα έπειτα από δύο χρόνια εδώ και μόνο για τρεις μέρες. Και συνέπεσε να βρίσκεται εδώ ο Σταυρός. Ευχαριστώ τον Θεό γι’ αυτή την αγαθή σύμπτωση. Φεύγω πιο δυνατός.

- Με τα πόδια θα γυρίσεις;

- Όχι, είναι πολύ μακριά. Κάνω ωτοστόπ μέχρι ένα σημείο και από εκεί με τα πόδια.

- Χάρηκα πολύ για την γνωριμία. Ο Θεός να σε ενισχύει!

- Ευχαριστώ πολύ! Να με θυμάστε στις άγιες προσευχές σας.

- Και εσύ όλους μας. Εύχομαι να ξανασυναντηθούμε.

Ίσως η ευχή να ήταν τυπική. Πως να ξαναβρεθεί κανείς σε αυτά τα μέρη και μάλιστα στο ασκητήριο; Και όμως, πολύ σύντομα πραγματοποιήθηκε.


Στο ασκητήριο του Βλαδίμηρου

Ένα μήνα αργότερα βρέθηκα στην Μόσχα για δεκαπέντε μέρες με τον Τίμιο Σταυρό, προσκεκλημένος από τον πατριάρχη Ρωσίας κ. Αλέξιο. Οι μέρες ήταν πολλές. Η παραμονή τόσες μέρες στην Μόσχα θα ήταν πληκτική. Το κυκλοφοριακό χάος και όλα τα προβλήματα μιας μεγαλούπολης κάνουν την ζωή αφόρητη. Ευκαιρία για απόδραση. Η απόσταση για το Σοβέτσκι μόνο (!) τρεις ώρες με το αεροπλάνο. Όσο Αθήνα-Μόσχα. Τηλεφωνήσαμε στον π. Σέργιο: «Αν έλθουμε, θα μπορέσουμε να πάμε στον Βλαδίμηρο;». Ο π. Σέργιος δέχτηκε με πολλή χαρά. Με μία μόνο ένσταση. Να βοηθήσει ο καιρός, κυρίως να μην χιονίζει, γιατί η περιοχή είναι δύσβατη κι επικίνδυνη.

Ετοιμαστήκαμε γρήγορα. Ήμασταν τρεις από την Ελλάδα και ο μεταφραστής μας. Το πρώτο πρόβλημα ήταν το αεροπλάνο. Δυστυχώς ήταν κλεισμένες όλες οι θέσεις. Αναγκαστήκαμε να πάμε μέσω Τιουμέν και Χάντι Μανσίνκ. Τρεις πτήσεις, συνολικά έξι ωρών και με αεροσκάφη που θα έπρεπε πολλά χρόνια πριν να έχουν αποσυρθεί.

Ο π. Σέργιος μας φιλοξένησε στο σπίτι του, δίπλα στην εκκλησία. Την άλλη μέρα μας ξύπνησε από τις πέντε το πρωί. Έφερε παλιά ρούχα και μεγάλες ψηλές γαλότσες. Βγήκαμε στον δρόμο. Η μέρα φαινόταν καλή, αλλά το κρύο ήταν τσουχτερό. Δύο μεγάλα τζιπ μας περίμεναν. Μαζί μας ο π. Σέργιος και άλλοι πέντε ενορίτες του, συνηθισμένοι σε περιπέτειες.

Ακολουθήσαμε τον δημόσιο δρόμο ανατολικά με κατεύθυνση την πόλη Ουράμ. Το τοπίο συνηθισμένο σιβηρικό. Δάση απέραντα, συχνά καμένες εκτάσεις, ποτάμια, λίμνες, βάλτοι. Και βέβαια ο ανοιχτός ορίζοντας. Δεν υπάρχουν βουνά, ούτε λόφοι για να εμποδίζουν την θέα. Έπειτα από τρεις ώρες και εκατόν πενήντα χιλιόμετρα πορεία σταματήσαμε σε ένα ποτάμι μέσα στο δάσος. Ο Ντίμα, ένα νέο παιδί που ξεχώριζε για την ευγένεια και την καλοσύνη του, προσφέρθηκε να πάει να βρει το καλύβι του Βλαδίμηρου, γιατί είχαν τέσσερα χρόνια να τον επισκεφθούν και δεν θυμόταν που είναι ακριβώς. Όταν το εύρισκε, θα γύριζε να μας πάρει.

Μείναμε οι υπόλοιποι πίσω. Ο π. Σέργιος μας κάλεσε να μαζέψουμε μανιτάρια. Μας έδειξε ποιά είναι τα δηλητηριώδη. Όσα είναι όμορφα και πολύχρωμα. Πράγματι, ήταν σαν να τα είχε ζωγραφίσει κανείς. Μετά πήγαμε στο ποτάμι. Τρεις ψαράδες μαζεύουν τα δίχτυα, που ήταν γεμάτα ψάρια. Μας χάρισαν μάλιστα μια σακούλα ψάρια. Έπειτα από μία ώρα ο Ντίμα επέστρεψε και μας ανακοίνωσε ότι βρήκε το σπίτι, αλλά ο Βλαδίμηρος έλειπε.

Απογοήτευση! Να φτάσουμε ως εδώ και να μην τον βρούμε; Παρ’ όλα αυτά, αποφασίσαμε να πάμε. Το δάσος δύσβατο, χωρίς μονοπάτι. Συχνά γινόταν τόσο πυκνό, που αναγκαζόμασταν να σπάμε τα κλαδιά. Ο μεγάλος κίνδυνος είναι οι βάλτοι που κρύβονται κάτω από τα χορτάρια. Ο ένας από την παρέα μας, άμαθος όπως όλοι μας, έπεσε σε ένα λάκκο. Βούλιαξε ως το γόνατο. Ευτυχώς οι γαλότσες ήταν ψηλές. Τον βγάλαμε με δυσκολία. Συνεχίσαμε πιο προσεκτικά. Το δάσος έγινε πιο δύσβατο. Ώρα είναι να βγει καμιά αρκούδα!



Νέο πρόβλημα παρουσιάστηκε. Ένα μικρό ποταμάκι. Οι όχθες βουλιάζουν και πρέπει να πάρεις φόρα για άλμα. Οι πιο νέοι τα κατάφεραν. Βρέθηκα σε δίλημμα. Τελικά βρήκα την λύση. Έκοψα ένα χοντρό κλαδί, το έβαλα στο ποτάμι -σχεδόν δύο μέτρα ο βυθός- και επιχείρησα… άλμα επί κοντώ! Σε πεντακόσια μέτρα περίπου, βρεθήκαμε σε ένα γαλήνιο δάσος με πανύψηλα μέτρα. Στο κέντρο του δάσους βρισκόταν το ασκητήριο, η μικρή ίζμπα του Βλαδίμηρου, φτιαγμένο από τον ίδιο με την φυσική τεχνική. Οι κορμοί ενώνονται αριστοτεχνικά και δεν υπάρχει πουθενά καρφί για να δεθούν μεταξύ τους. Πάνω από την μικρή πόρτα η ημερομηνία κατασκευής: 1995. Μέσα, το κελλί ήταν πολύ στενό και χαμηλοτάβανο. Δεξιά ένα τραπέζι και στην γωνία το εικονοστάσι. Στο τραπέζι μπροστά από το παράθυρο απλωμένες ντομάτες. Αυτό μας έδωσε την ελπίδα ότι κάπου κοντά είναι και θα γυρίσει. Αριστερά ένα στενό κρεβάτι και πάνω ένα ράφι με λίγα βιβλία. Πήρα στα χέρια μου το πρώτο βιβλίο. Τι έκπληξη! «Στάρετς Ιάκωβος Τσαλίκης», σε ρωσική έκδοση. Βγήκαμε στην αυλή. Ο π. Σέργιος με την παρέα του άναψαν φωτιά, βρήκαν μια παλιά, καπνισμένη κατσαρόλα και έβαλαν να φτιάξουν ψαρόσουπα. Ο Ντίμα έφυγε για το άλλο καλύβι που έφτιαξε ο Βλαδίμηρος πιο βαθιά στο δάσος μήπως τον βρει εκεί. Πέρασαν δύο ώρες ακόμη. Καθήσαμε να φάμε. Ήταν όλα νόστιμα. Όμως η ώρα περνούσε.

Η δεύτερη συνάντηση

Έπειτα από προτροπή του π. Σεργίου φωνάξαμε το όνομά του όλοι μαζί. Πέρασε άλλη μια ώρα. Και τότε μέσα από τα δέντρα εμφανίστηκε ο Ντίμα με τον Βλαδίμηρο.

- Δεν το πιστεύω. Βλέπουν καλά τα μάτια μου; Είναι δυνατόν; αναφώνησε.

Έχασε τα λόγια του. Στιγμές συγκινητικές.

- Μπήκαμε στο κελλί σου και βρήκαμε φρέσκιες ντομάτες. Υπολογίσαμε ότι θα είσαι κοντά.

- Όχι, δεν είναι έτσι. Μάλλον κάποιος κυνηγός θα πέρασε και τις άφησε. Το καλοκαίρι δεν μένω εδώ, γιατί έχει φασαρία.

- Δηλαδή;

- Να, περνούν που και που κάποιοι κυνηγοί κι εγώ θέλω την ησυχία. Έχω φτιάξει κι ένα άλλο καλύβι πιο πέρα. Για να έρθει κανείς εκεί, πρέπει να έχει βάρκα για να περάσει το ποτάμι που είναι μεγάλο. Έτσι δεν με ενοχλεί κανείς. Τον χειμώνα έρχομαι εδώ.

- Κι εσύ πως ήρθες;

- Έχω μια μικρή βαρκούλα και περνάω. Άκουσα τις φωνές σας κι έτσι ήρθα. Στον δρόμο βρήκα και τον Ντίμα. Δεν τον πίστεψα ότι ήρθες. Που να το φανταστώ, από την Ελλάδα εδώ στην άκρη της γης…

Έβγαλε από το σακίδιό του φρέσκα ψάρια και παστά. Ετοιμάστηκαν κι αυτά σύντομα. Με πήρε παράμερα και μου είπε:

- Θέλω να σε ευχαριστήσω. Όπως σου είχα πει, εδώ η ζωή είναι πολύ δύσκολη. Οι επιθέσεις των δαιμόνων είναι ώρες-ώρες έντονες. Πολλές φορές παραλύω. Δεν έχω κουράγιο για τίποτα. Ούτε έχω διάθεση για προσευχή, για μελέτη. Μία παράλυση, μία ακηδία… Από την αρχή του καλοκαιριού αρρώ­στησα.Ένας λόγος που ήρθα τότε στο Σοβέτσκι ήταν να με δει ένας γιατρός. Μου είπε ότι δεν βρίσκει κάτι, αλλά χρειάζεται να δυναμώσω, να τρώω καλά. Τι να του εξηγήσω όμως; Γύρισα πίσω με το πολύτιμο δώρο σου, την εικόνα του αγίου Νεκταρίου. Μεγάλος άγιος! Με θεράπευσε. Και μου συμπαραστέκεται στους πειρασμούς, τώρα τους αντιμετωπίζω χωρίς φόβο. Κάθε μέρα του διαβάζω τους χαιρετισμούς του.

- Υπάρχουν περίοδοι έντασης και ύφεσης;

- Ναι. Όταν κανείς προσπαθεί και αγωνίζεται περισσότερο, τότε αυξάνει και ο πόλεμος. Όταν ζει πιο απλά, ελαττώνεται.



Τόλμησα μια ερώτηση που από την πρώτη στιγμή τριγυρίζει στο μυαλό μου.

- Δεν είναι επικίνδυνο να ζει κανείς μόνος του, χωρίς πνευματικό οδηγό;

- Είναι πράγματι επικίνδυνο. Ελλοχεύει ο κίνδυνος της πλάνης. Κάποιες φορές οι δαίμονες μου εμφανίστηκαν με την μορφή του Χριστού για να με ξεγελάσουν. Με την χάρη του Θεού το κατάλαβα. Ελπίζω στο έλεος του Θεού να μην με αφήσει. Έχω βέβαια τον πνευματικό μου, αλλά δυστυχώς τον βλέπω πολύ αραιά. Έχω μερικά βιβλία από την διδασκαλία του π. Παϊσίου. Παίρνω δύναμη βλέποντας τους πειρασμούς και τις θλίψεις που πέρασε. Στο δάσος δεν μπορεί να περιμένει κανείς βοήθεια, ούτε από το κράτος, ούτε από τους ανθρώπους, παρά μόνον από τον Θεό. Ειδικά τον χειμώνα όταν είμαι εντελώς αποκλεισμένος. Η καλύβα καλύπτεται από χιόνια για 6-7 μήνες. Η θερμοκρασία κατεβαίνει πολύ χαμηλά. Το -40 είναι συνηθισμένο, αλλά μπορεί να κατέβει και πιο κάτω. Όταν δεν φυσάει, υποφέρεται. Αν όμως φυσάει, είναι ανυπόφορο το κρύο.

- Κυκλοφορούν εδώ άγρια ζώα. Δεν τα φοβάσαι;

- Όχι. Είναι ήρεμα και καλά μαζί μου. Δεν μου επιτίθενται. Τα ταΐζω κιόλας.

- Θα ήθελες να έλθεις κάποτε στην Ελλάδα;

- Πολύ θα το ήθελα, ειδικά στον Άγιον Όρος. Όμως διστάζω. Θεωρώ όχι μόνο το Άγιον Όρος, αλλά όλη την Ελλάδα σαν μία αγία χώρα. Αισθάνομαι ότι σε όποιο κομμάτι της Ελλάδας βρεθώ, θα πατήσω σ’ έναν άγιο τόπο.



Σκέφτηκα: καλύτερα να μας ακούνε παρά να μας βλέπουν. Κοίταξα το πρόσωπό του. Ξεχείλιζε από ευγένεια, αρχοντιά, καλοσύνη, σοβαρότητα. Προχωρήσαμε πιο πέρα. Είχε φτιάξει έναν τεράστιο σταυρό. Δίπλα μου έδειξε την φωλιά ενός τερμίτη, η οποία είχε ύψος ενάμισι μέτρο.

- Τον χειμώνα τι τρως;

- Παστά ψάρια, αποξηραμένα μανιτάρια, φρούτα του δάσους. Πηγαίνω και στο ποτάμι, σπάω τον πάγο και πιάνω φρέσκα ψάρια. Είναι πάρα πολλά. Τα πιάνεις με το χέρι. Νερό πίνω είτε από το χιόνι, είτε από το ποτάμι. Έχω βρει ένα σημείο που βγαίνει λιγότερο θολό.

- Πως δεν έχεις γίνει μοναχός;

- Θεωρώ τον εαυτό μου ανάξιο να ντυθώ το αγγελικό σχήμα. Όμως σιγά-σιγά ωριμάζει μέσα μου. Αλλά δεν βιάζομαι. Περιμένω το θέλημα του Θεού, να δω τι θέλει ο Θεός από μένα.

- Τι κέρδισες όλο αυτό το διάστημα εδώ;

- Μένοντας ο άνθρωπος μόνος μπορεί να καταλάβει, να γνωρίσει τον εαυτό του και τι δυνάμεις υπάρχουν γύρω μας. Αυτό είναι δύσκολο να το καταλάβεις στον κόσμο.

Γυρίσαμε πίσω. Η φωτιά έσβηνε. Η κατσαρόλα κρεμασμένη σ’ ένα κοντάρι, στηριζόταν σε δύο ξύλινες διχάλες. Μία θαυμάσια υπαίθρια και πρωτόγονη κουζίνα έκανε εξαιρτικά την δουλειά της. Ο Βλαδίμηρος χαμογέλασε.

- Πριν από λίγες μέρες είχε χαλάσει και κάθησα να την φτιάξω. Τώρα κατάλαβα γιατί. Θα ερχόσαστε εσείς για να την χρησιμοποιήσετε… Και, ξέρετε, την προηγούμενη νύχτα δεν είχα καθόλου ύπνο. Ίσως επειδή θα έβλεπα πνευματικούς αδελφούς! Πιστέψτε με, θεωρώ την επίσκεψή σας σταθμό στην ζωή μου.


Έβγαλε από το σακίδιό του μία εικόνα της Παναγίας, ζωγραφισμένη από τον ίδιο, αντίγραφο της εικόνας που είχε ο άγιος Σεραφείμ του Σαρώφ.

- Θέλω να σου την προσφέρω, μου είπε, για να με θυμάσαι στις προσευχές σου.

Κινήσαμε για τον δρόμο της επιστροφής. Ο Βλαδίμηρος μας πήγε από άλλο μονοπάτι, για να δούμε την ομορφιά της φύσης. Αναγκαστήκαμε να περάσουμε τρία ποταμάκια με την δοκιμασμένη μέθοδο του… άλματος επί κοντώ. Σε κάποιο σημείο μας έδειξε ίχνη από την πρώτη του καλύβα. Έπειτα από μία ώρα φτάσαμε στα αυτοκίνητα. Οι στιγμές του αποχωρισμού πάντα δύσκολες και φορτισμένες.

- Μάλλον δεν θα ξαναβρεθούμε, αλλά να ευχηθούμε η χάρη του Θεού να μας αξιώσει να βρεθούμε στην βασιλεία Του.

Τα μάτια του βούρκωσαν.

- Αν προσεύχεσαι, μπορεί να μας ελεήσει ο Θεός. Είμαι αμαρτωλός και θα βρεθώ σίγουρα στην κόλαση.

- Κι εγώ για την κόλαση είμαι, Βλαδίμηρε. Λίγο γνωριστήκαμε, αλλά νιώσαμε να μας συνδέει η αγάπη του Θεού. Γι’ αυτό κι αν βρεθούμε μαζί στην κόλαση, με την αγάπη η κόλαση θα γίνει παράδεισος.

Μας ασπάστηκε συγκινημένος. Προχώρησε λίγο και κοντοστάθηκε. Το βλέμμα του, βλέμμα του ουρανού. Κάτι που δεν θα ξεχάσω ποτέ. Πήρε το σακίδιό του και έφυγε για το ασκητήριο. Για να ζήσει «μόνος μόνω Θεώ», παραδομένος στην αγάπη Του.

http://www.pemptousia.com/

Η μορφή του Παπά-Μάρκου ...πάντα ταίριαζε.



Π.Μάρκος Μανώλης /1937-2010
ο Άγιος των φυλακών


Η Θεία Λειτουργία έχει τελειώσει και ο κόσμος περιχαρής εξέρχεται από τον ναό! Χαιρετά ο ένας τον άλλον με τον πασχαλιάτικο γνωστό χαιρετισμό και μόνον ο Θωμάς μένει γονατισμένος και με την ίδια έκσταση προσευχής κοιτώντας με περιπάθεια τον λάμποντα ολόχρυσο Σταυρόν επάνω από την Ωραία Πύλη. Ο ασπρομάλλης ιερεύς στέκεται στην Ωραία Πύλη και κρατά στο δεξί του χέρι την ολόχρυση εικόνα της Αναστάσεως, που πριν από λίγο ασπάσθηκαν οι χριστιανοί για να ευχαριστήσουν τον Λυτρωτή των αμαρτωλών.
Τα μάτια του πέφτουν επάνω στον Θωμά. Αρκετά λεπτά ο ένας κοιτά τον άλλον! Η στιγμή είναι άκρως συγκλονιστική. Είναι αφάνταστα μεγαλειώδης γι' αυτήν την ψυχήν την πληγωμένη και πλανημένη που χρόνια τώρα ήταν κυλισμένη στον βούρκο και την καλούσε τώρα ο Χριστός.
Άλλωστε γιατί ήλθε στον κόσμον; Τον κόσμον αυτόν που είναι γεμάτος πάθη, μίση και κακότητες; Τι άλλο ήλθε να βρει παρά τους «Θωμάδες» αυτούς όλων των εποχών που κύλησαν στην ζωήν και έπεσαν κατάχαμα και λέρωσαν το ένδυμα της ψυχής τους;
Πόσον θερμά και γλυκά φωνάζει ο μεγαλοφωνότατος Ησαΐας σε κάθε αμαρτωλό που γλιστρά και πέφτει: «Λούσασθε και καθαροί γίγνεσθαι, αφέλετε τας πονηρίας από των ψυχών υμών απέναντι των οφθαλμών μου». Αλλά και ο μεγάλος Φλωρεντινός φιλόσοφος Τζιοβάνι Παπίνι δίκαιο έχει όταν γράφει στον «Βίον του Χριστού»:
«Από την σοφία του Σταυρού πηγάζουν οι περγαμηνές και οι ανώτερες σπουδές κάθε ανθρώπου! Ακόμη και οι ακαδημίες και τα ινστιτούτα. Ο Σταυρός του Κυρίου, πάντα παραμένει για κάθε αμαρτωλό πηγή αστείρευτη προς κάθαρση ψυχής, αγιασμού, σοφίας και απολυτρώσεως»...
Ο ιερεύς τώρα με υψωμένο τον Τίμιον Σταυρόν, με αργό αλλά σταθερό βήμα εξέρχεται του ιερού Βήματος και πλησιάζει τον γονατισμένο Θωμά που τώρα συγκλονίζεται ολόκληρος από ένα δυνατό κλάμα με αναφιλητά που αντιλαλούν με αίσθησιν μέσα στον ναό...
Ο ιερεύς που θυμίζει τον μεγαλόπρεπο Μωϋσή πλησιάζει με το ένα χέρι του, τον ώμο του Θωμά και τον κτυπά ανάλαφρα και πατρικά του λέγει:
«Τόμα, Χριστός Βοσκρές» (Θωμά! Χριστός, Ανέστη).
Ο Θωμάς γυρίζει τα βουρκωμένα μάτια του αργά-αργά και φοβισμένα , λές από ντροπή, προς τον λειτουργό του Υψίστου και ενώ τον πνίγουν τα δάκρυα απαντά:
«Πάππα, Βοΐστινο Βοσκρές». (Πάτερ, Αληθώς Ανέστη).
Ο ιερεύς παίρνει θάρρος και βγάζοντας ένα ανακουφιστικό αναστεναγμό λέγει με τρυφεράδα στον Θωμά: «Παιδί μου θέλεις να προσκύνησης τον Τίμιον Σταυρόν και την Ανάστασιν του Σωτήρος μας; Επάνω στον Σταυρόν σταυρώθηκε ο Κύριος μας για να ξεπλύνει με το πανάχραντο Αίμα Του κάθε αμαρτία ανθρώπων».
Ο Θωμάς, στο άκουσμα των λόγων του ιερέως έκαμε μια κίνηση φόβου προς τα πίσω σαν κάτι ήθελε να αποφύγει ενώ από το στόμα του έβγαιναν τρεμουλιαστές λέξεις: «Όχι! Όχι, πάτερ μου! Δεν τολμώ, δεν είμαι άξιος με τα λερωμένα χείλη μου να εγγίζω τον πεντακάθαρο Σταυρόν του Κυρίου μας!»...
Ο ιερεύς δεν κρατήθηκε και πνίγηκε στο κλάμα ενώ με πατρική στοργή φέρνει τον Σταυρόν στα χείλη του Θωμά που κάμει τώρα το σημείον Του επί του στήθους του και τον ασπάζεται λαχταριστά πολλές φορές! «Ο Θεός παιδί μου, λέγει ψιθυριστά, μόλις ακουόμενος ο ιερεύς, ας σου χαρίσει την ίαση της ψυχής σου. Αμήν».

http://sotiriapsixis.blogspot.com