Μπαίνω στο σπίτι, πετάω τα κλειδιά με δύναμη στο τραπεζάκι... ρίχνω τα ρούχα , τα παλτά και ό,τι άλλο με ενοχλεί στον τακτοποιημένο καναπέ, στα στρωμένα κρεβάτια και χαλάω την αρμονία κάθε ήρεμου σπιτιού... Φωνάζω, βρίζω για τα όσα συμβαίνουν αυτό το καιρό και οι φλέβες μου στο πρόσωπο, στο λαιμό και στα χέρια έχουν πεταχτεί σαν σπάγκοι που προεξέχουν από αμπαλαρισμένο κουτί. Χτυπάει το κινητό και μου τη δίνει στα νεύρα. Πατάω αθόρυβο να μην ακούω την κλίση. Να μην ακούω τον χτύπο. Δεν θέλω να ακούσω , δεν θέλω να μιλήσω με κανέναν. Να με παρατήσουν όλοι, μου χαλούν τη ζωή, να βγουν έξω από αυτή, να φύγουν όπως λέει η διαφήμιση να πάνε αλλού.
Αναθεματίζω την ώρα και τη στιγμή που γνώρισα τον πρώην μου γιατί μου φταίει συνέχεια. "Γαϊδούρι" σκέφτομαι...δεν φέρονται έτσι όταν σέβονται και αγαπούν. Μπαίνω στο άλλο δωμάτιο και βλέπω την ηλικιωμένη γιαγιά μου να με κοιτάει με πανικό και να με ρωτά: "Ποια είσαι;" Δευτερόλεπτα αργότερα βάζει τα κλάματα γιατί "τα έχασε" λέει και γερνάει κάθε μέρα. "Κι εγώ γερνάω", σκέφτομαι.
Απλήρωτη πέντε μήνες και παραπάνω. Δεν έχω χρήματα για τα απλά, για τα πολύπλοκα, για τα καθημερινά, για τα όσα θέλω και χρειάζομαι. Νεύρα και γι αυτό... "Άθλιοι που πατούν στις πλάτες εργατών" σιγομουρμουρίζω μαζί με βρισιές και φωνή που τρέμει από οργή.
Τέλειωσαν οι μπαταρίες από το τηλεκοντρόλ της τηλεόρασης και θέλω να τα σπάσω όλα γιατί δεν μπορώ να αλλάζω εύκολα κανάλι. Χάνω κιλά ενώ σταμάτησα την διατροφή από τη στεναχώρια μου. Δεν έχω όρεξη να απαντήσω σε μηνύματα στο κινητό ή στον υπολογιστή. Ψάχνω να βρω το ρούχο , ναι εκείνο που δεν ήθελα κάποτε να φορέσω αλλά που τώρα κάπου έχει χωθεί και με εξοργίζει και αυτό και η απώλειά του.
Θέλω να βγω το βράδυ να πάω με όποια παρέα μου κάτσε καλύτερα στο κεφάλι να διασκεδάσω αλλά σκέφτομαι το πάρκινγκ, το ποιος θα με πάει ή ποιος θα με φέρει, το ποιος θα είναι που θα μου σπάσει τα νεύρα ή δεν θα έχω όρεξη να συναντήσω. "Να πάω στους άλλους μετά..." παραλογίζεται εαυτός μου που θέλει να βρίσκεται παντού. Ξαφνικά πεινάω και δεν βρίσκω τίποτα να μου αρέσει. Ανοίγω και κλείνω με δύναμη το ψυγείο. Βαράω τις πόρτες και εκνευρίζομαι ακόμα και με το χτύπο που κάνουν καθώς βγάζω στο άψυχο αντικείμενο την μανία μου να καταστρέψω ακόμα κάτι στο πέρασμά μου.
Κι έρχεται εκείνη, κουρασμένη, προβληματισμένη, αγχωμένη και απογοητευμένη για τα όσα συμβαίνουν γύρω και με ρωτάει... "Έγινε κάτι καινούριο στη δουλειά; Τι σας είπαν; Είσαι καλά;"
Κι όσα έχω μαζεμένα με όλους τα ξεσπάω πάνω της και της λέω με μίσος... "ΟΧΙ ΚΑΙ ΠΑΡΑΤΑ ΜΕ! ΠΟΣΕΣ ΦΟΡΕΣ ΑΚΟΜΑ ΘΑ ΜΕ ΡΩΤΗΣΕΙΣ:" και ύστερα φεύγει από το δωμάτιο να με αφήσει να ηρεμήσω. ΕΜένα την ταλαιπωρημένη που είμαι έτοιμη να παίξω στην Επίδαυρο σε Τραγωδία του Αισχύλου. ΚΙ εκείνη συνεχίζει να φροντίζει το σπίτι, τη δουλειά της, τον αδερφό σου, την μητέρα της, τον σύζυγό της, να μείνουν όλοι ξεκούραστοι και ευχαριστημένοι. Να μην πάθει κανείς τίποτα...
Ψάχνω στο μυαλό μου λόγους και αφορμές να τσακωθώ. Για τα 30 που τα κοντεύω ηλικιακά αλλά που δεν τα νιώθω καν στο πετσί μου, για τις λάθος επιλογές που τώρα τις πληρώνω, για όσα έδωσα σε όσους αγάπησα, σε όσους πίστεψα, σε όσους επένδυσα και δεν πήρα τίποτα πίσω. Κι επιλέγω να τσακωθώ με εκείνη. Κι αρχίζω πάλι να της φωνάζω για τα ρούχα που δεν βρίσκω, για το φαγητό που δεν μου μαγείρεψε γιατί έλειπε στη δουλειά της, για την ηλικιωμένη που τα έχει χάσει, για την αναδουλειά και την απληρωσιά που με βολοδέρνει. Κι εκείνη κάθεται δίπλα μου απλά στον καναπέ και μου ζητάει να την συγχωρέσω που τραβάω όλα αυτά για εκείνη.
Και τα μάτια της βουρκώνουν και η φωνή της πλέον έχει σπάσει. Δεν την έχω ακούσει να κλαίει πολλές φορές, στέκεται πάντα δυνατή σε όσα της έρθουν. Και τώρα δίπλα μου σαν μικρό παιδί χάνει το χρώμα της γιατί βλέπει εμένα να καταρρέω στην απελπισία και στη στεναχώρια μου. Για τα χρήματα, για τα 30 , για την εξεταστική στα ισπανικά, για το παραπέρα της ζωής.
Δίχως λόγο σοβαρό δηλαδή άμα το ξανασκεφτείς..
Κι θυμάμαι τότε τη φίλη μου τη κολλητή την Λένα να μου λέει: "Εσύ μπαίνεις μέσα στο σπίτι σου και την βρίσκεις εκεί πέρα για να τσακωθείς μαζί της. Εγώ δεν μπορώ να την δω πουθενά. Εμένα έφυγε και δεν έχω τρόπο να της πω όλα όσα θέλω. Να της πω ότι την αγαπάω και ό,τι μου λείπει και ό,τι δεν μπορώ χωρίς εκείνη...Εμένα η μαμά μου έφυγε και δεν γυρίζει πίσω και δεν έχω κανέναν άλλο πια! "
Και έρχεται μέσα μου το κενό και σβήνουν όλα. Και βάζω στο απόσπασμα εμένα και τον τραγικό εαυτό μου. Ντροπή μου. Δεν με έχει αγαπήσει κανείς όπως εκείνη. Δίχως να ζητάει, δίχως να παίρνει τίποτα πίσω, δίχως να περιμένει. Με ανέχεται, μου δίνει, με στηρίζει, με λατρεύει όσο κακός άνθρωπος κι αν καταντάω κάποιες φορές και έτσι απλά με αγαπάει....
"Συγνώμη μαμά! Συγνώμη για όλα! Συγνώμη σε αγαπάω! Συγνώμη για αυτά που δεν σου αξίζουν! Έτσι απλά συγνώμη μέσα από την ψυχή μου...."
http://www.agioritikovima.gr
ΑΗΔΟΝΑΚΙ ΜΟΥ
ΑπάντησηΔιαγραφήΠΟΙΟ ΚΑΛΟ ΚΟΡΙΤΣΙ ΕΓΡΑΨΕ ΑΥΤΟ ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΝΑ ΤΟΥ ΣΤΕΙΛΩ ΓΛΥΚΑΚΙΑ;
ΠΟΛΥ ΜΟΥ ΑΡΕΣΕ!
ΕΙΝΑΙ ΕΤΣΙ ΟΠΩΣ ΤΑ ΛΕΕΙ...
Φιλιάααααααααααααααααα!