Ενδέκατη Κυριακή του Ματθαίου σήμερα, αγαπητοί. Ο Χριστός μιλάει στους μαθητές και αποστόλους Του για τη συγγνώμη. Τη συγγνώμη που δίνει ο Θεός στους ανθρώπους και οι άνθρωποι στους συνανθρώπους τους. Κι αυτό μας το δίνει καλύτερα με την ακόλουθη παραβολή.
Ηταν ένας βασιλιάς που θέλησε να λογαριαστεί με τους φοροεισπράκτορές του. Και ενώ του έδιναν λογαριασμό, του έφεραν έναν φοροεισπράκτορα που όφειλε μύρια τάλαντα - μεγάλο ποσό και υπερβολικό. Εκείνος όμως έπεσε στα πόδια του και τον παρακάλεσε να τον περιμένει, γιατί ο βασιλιάς έδωσε διαταγή εν τω μεταξύ να τον κλείσουν στη φυλακή και να πουλήσουν τα παιδιά του, τη γυναίκα του και τα υποστατικά του για να ξεπληρωθεί το χρέος. Οταν όμως είδε τον δούλο του να πέφτει στα πόδια και να τον παρακαλεί, εκείνος, αφού τον είχε καταφοβίσει, όχι μόνο δεν τον έβαλε στη φυλακή, όχι μόνο δεν του έδωσε περιθώρια χρόνου, αλλά του χάρισε και το χρέος.
Αυτός είναι ο Θεός μας, στον οποίο χρωστάμε τα πάντα, και αμαρτάνομε συνεχώς και Τον προσβάλλουμε και Τον στενοχωρούμε. Κι Εκείνος, αντί να μας κλείσει στην κόλαση και στη φυλακή, αντί να μας τιμωρήσει -το κάνει κάποιες φορές, παιδαγωγικά, βέβαια-, τι κάνει; Μας συγχωράει, μας αγκαλιάζει, αγκαλιάζει τον ένοχο, αγκαλιάζει τον αμαρτωλό, συγχωράει τον φταίχτη και δείχνει άμεσα καλοσύνη και στοργή στον κάθε ανθρωπάκο, εις τρόπον ώστε να αφήνει άφωνα τα σύμπαντα και κατάπληκτο τον μέγα εχθρό της ανθρωπότητας και εναντιούμενο στον Θεό Σατανά.
Εμείς, όμως, δεν καταλαβαίνομε αυτή τη φιλανθρωπία και την αγάπη και την καλοσύνη και τη συγγνώμη του Θεού, και γι' αυτό δεν μπορούμε να συγχωρήσουμε τον συνάνθρωπό μας. Το λέει στη συνέχεια η παραβολή.
Ο φοροεισπράκτορας εκείνος, ο οικονομικός υπουργός -θα λέγαμε- του βασιλέως, βγήκε γεμάτος χαρά που του χάρισε ο αφέντης την οφειλή. Και αντί να είναι φιλεύσπλαχνος και καλοσυνάτος, τρέχει ευθύς αμέσως και βρίσκει έναν συνάδελφό του, έναν σύνδουλό του, όπως λέει το Ευαγγέλιο, τον σταματάει, τον πιάνει από τον λαιμό και του λέει - αυτός του όφειλε 100 δηνάρια, ένα ασήμαντο ποσό: «Να μου δώσεις αμέσως αυτό που μου οφείλεις», χωρίς να ξέρει και πόσο είναι, «γιατί αλλιώς θα σε βάλω στη φυλακή».
Το ίδιο δεν κάνομε και μεις; Μας συγχωράει ο Θεός τα πάντα και δεν συγχωράμε το παραμικρό στον άλλον, γιατί, όπως είπαμε και πριν, δεν έχουμε αισθανθεί τη συγγνώμη του Θεού. Αμα την αισθανθούμε, γινόμαστε τόσο απαλοί και τόσο συγχωρητικοί, που συγχωρούμε τα πάντα εβδομηκοντάκις επτά, δηλαδή απεριορίστως, στους αδελφούς μας.
Το είδανε αυτό οι άλλοι σύνδουλοι και στενοχωρήθηκαν πολύ. Και πήγαν στον βασιλιά και διηγήθηκαν το συμβάν. Εκείνος τον κάλεσε, τον μάλωσε τώρα και του είπε μιλώντας λογικά: «Εγώ σου χάρισα την οφειλή. Δεν όφειλες και συ, σύμφωνα με τον λόγο της ισότητας, τουλάχιστον, και της λογικής να χαρίσεις στον σύνδουλό σου αυτό που σου όφειλε; Τώρα θα πληρώσεις». Και διέταξε τους υπηρέτες να τον βάλουν στη φυλακή μέχρις ότου πληρώσει την οφειλή, πράγμα αδύνατον.
Ετσι θα φερθεί και σε μας ο Θεός εάν δεν συγχωρούμε αυτούς που μας φταίνε, δηλαδή τους εν Χριστώ αδελφούς μας. Για τον αδελφό μιλάει εδώ. Για τον εθνικό και τον τελώνη, για τους ανθρώπους που είναι πιο πέρα από μας και έξω από την Εκκλησία υπάρχει άλλος νόμος.
Και βγάζει το συμπέρασμα ο Χριστός ότι θα πάθουμε κι εμείς, όπως είπαμε πιο πάνω, το ίδιο εάν από την καρδιά μας και όχι με το στόμα μας δεν συγχωρήσουμε τον αδελφό μας.
Βλέπουμε, λοιπόν, και για να τελειώσουμε, πως είναι εύκολο να συγχωρεθούμε και να πάμε στον Παράδεισο, αρκεί να συγχωρούμε με την καρδιά μας τους αδελφούς μας, και τότε, ανάλαφροι όντες, διότι η κακία και η αμετανοησία είναι που μας βυθίζουν στην κόλαση, θα πετάξουμε για τη χαρά του Παραδείσου και τη βασιλεία του Θεού μας.
(Του αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, Το κήρυγμα της Κυριακής,
H εικόνα της παραβολής της πτωχής χήρας από ρωσική εκκλησία)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου