Eβδομη Κυριακή του Ματθαίου (Κεφ.θ΄, 27-35), αγαπητοί. Ο Χριστός μας έχει πάει στο σπίτι του αρχισυναγώγου Ιάειρου και έχει αναστήσει τη δωδεκάχρονη θυγατέρα του. Και καθώς βγήκε από κει Τον ακολούθησαν δύο τυφλοί. Είχαν ακούσει για τα θαύματα, για την αγάπη και την καλοσύνη Του και έτρεξαν κοντά Του και Του φώναζαν: «Ιησού, υιέ του Δαβίδ, ελέησόν μας». Εκείνος δεν στάθηκε. Δεν ήθελε να κάνει το θαύμα μπροστά στον κόσμο. Δεν ήταν φιλόδοξος, ματαιόδοξος και κενόδοξος ο Χριστός.
Εφτασε στο σπίτι όπου έμενε. Φυσικά δεν ήταν δικό Του, αφού Εκείνος «δεν είχε πού την κεφαλήν κλίνη». Λέει πολλά αυτό. Ακολούθησαν κι αυτοί από κοντά, δεν Τον άφησαν. Είχαν πίστη, διαισθάνθηκαν τη θεότητά Του και την αγάπη Του. Κι όταν ήρθαν πια στο σπίτι κι αυτοί, ο Κύριος τους ρώτησε: «Πιστεύετε πως μπορώ να κάνω αυτό που μου ζητάτε;». Κι εκείνοι Του είπαν δύο λέξεις: «Ναι, Κύριε». Κι ο ταπεινός Ιησούς μας τους λέει: «Σύμφωνα με την πίστη σας, ας γίνει». Εριχνε το βάρος στην πίστη των ανθρώπων και όχι στη δική Του δύναμη. Αυτή είναι η ταπείνωση, αυτό είναι το μεγαλείο, γιατί η ταπείνωση και η αγάπη ελκύουν τους ανθρώπους κοντά. Γι' αυτό και ο Ιησούς φέρεται κατά τέλειο τρόπο, για να ελεήσει και σώσει όλους.
Στη συνέχεια, πάραυτα, άνοιξαν οι οφθαλμοί τους, είδαν το φως τους, είδαν τον Ευεργέτη τους, είδαν τον κόσμο και χάρηκαν. Πετούσαν από ευφροσύνη και αγαλλίαση. Κι ο Ιησούς τους διέταξε με αυστηρότητα να μην πουν πουθενά αυτό που έγινε. Το 'κανε πάλι από ταπείνωση ο Ιησούς αλλά και από σύνεση, για να μη μάθει ο κόσμος και τρέξει και Τον κάνει βασιλιά και δημιουργήσει πρόβλημα, πολιτικό, κοινωνικό ...; όποιο άλλο. Ο Ιησούς τα πρόσεχε αυτά. Εκείνοι βγήκαν, όμως, και διαφήμισαν τον Ιησού ως θαυματουργό και ως Μεσσία σε όλη εκείνη την περιοχή. Δεν άντεχαν. Η ευγνωμοσύνη τούς έσπρωχνε να παρακούσουν τον Ευεργέτη τους. Κι έκαναν άγια παρακοή.
Τον διαφήμισαν τον Ιησού Χριστό.
Και καθώς έβγαιναν οι τυφλοί, άλλοι συνάνθρωποι έφεραν έναν δαιμονισμένο, έναν άνθρωπο που 'χε δαιμόνιο και ήταν άλαλος και κωφός. Ο Ιησούς εδώ δεν ζήτησε πίστη, τον εθεράπευσε αμέσως. Βγήκε το δαιμόνιο και άνοιξαν οι δρόμοι της ακοής και της λαλιάς. Κι ο κοσμάκης που έβλεπε, θαύμαζε και δόξαζε τον Θεό κι έλεγε πως «τέτοια πράγματα δεν ξαναείδαμε στο Ισραήλ». Παραδίπλα οι οχιές: οι Γραμματείς και οι Φαρισαίοι οι οποίοι έλεγαν πως «με τη δύναμη του δαίμονα έκαμε τα θαύματα». Μεγαλύτερη πώρωση δεν υπάρχει. Ο Ιησούς τους άφησε να βράζουν στο ζουμί τους. Τους είχε εγκαταλείψει, αφού εκείνοι Τον αρνήθηκαν.
Στη συνέχεια, και τελειώνοντας το Ευαγγέλιο, λέει: «Ο Ιησούς περιέτρεχε όλες τις κωμοπόλεις, τις πόλεις και τα χώρια και κήρυσσε το Ευαγγέλιο της Βασιλείας του Θεού στις συναγωγές των Ιουδαίων και εθεράπευε κάθε αρρώστεια». Αυτός είναι ο Ιησούς: θεραπευτής των ψυχών και των σωμάτων ημών. Τι ζητάει από μας; Την πίστη, την αγάπη, την υπακοή και την ταπείνωση. Εμάς συμφέρει να Τον ακολουθούμε κι Αυτός χαίρεται που είναι μαζί μας και βρισκόμαστε κι εμείς κοντά Του.
(Του αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, Το κήρυγμα της Κυριακής,
η εικόνα από την Μονή του Ντέτσανι στο κατεχόμενο από τους ισλαμοφασίστες Κόσοβο)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου