Μια στέρεα βάση για την Ορθόδοξη αντιμετώπιση του πένθους (1) είναι η προτροπή του αποστόλου Παύλου προς τους Θεσσαλονικείς: «Ου θέλομεν δε υμάς αγνοείν, αδελφοί, περί των κεκοιμημένων, ίνα μη λυπήσθε καθώς και οι λοιποί οι μη έχοντες ελπίδα» (Θεσ. 4:13).
Τα παρηγορητικά και ελπιδοφόρα αυτά λόγια του Παύλου οι Ορθόδοξοι τ' ακούνε κάθε φορά που συμμετέχουν σε Εξόδιο Ακολουθία, για να τους προφυλάξουν αφ' ενός μεν από την σκοτεινή απελπισία που θολώνει την διάνοια του ανθρώπου, αφ' ετέρου δε από απρεπείς και υπερβολικές εκδηλώσεις εκφράσεως της λύπης τους που δεν αρμόζουν σε Χριστιανούς, οι οποίοι πιστεύουν στην Ανάσταση του Χριστού και κατ' επέκταση προσδοκούν την δική τους ανάσταση.
Στην Ορθόδοξη θεολογία και ζωή το πένθος βιώνεται ως «χαροποιόν πένθος» και η λύπη ως «χαρμολύπη». Οι όροι αυτοί ενώ κατ' αρχήν φαίνεται να εμπεριέχουν μια λογική αντίφαση ή σαν να είναι ένα οξύμωρο σχήμα, εντούτοις στο βάθος εκφράζουν ένα λογικό νόημα. «Όποιος περνά την ζωή του συνεχώς με το κατά Θεόν πένθος δεν παύει από του να εορτάζη καθημερινά» (2), διδάσκει ο νηπτικός θεολόγος άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης. Πολύ χαρακτηριστικό είναι και το επόμενο απόσπασμα από τον έβδομο λόγο του περί του χαροποιού πένθους: «Εγώ, καθώς σκέπτομαι την ποιότητα της κατανύξεως, μένω έκθαμβος. Πως αυτό που ονομάζεται πένθος και λύπη είναι συμπεπλεγμένο με την χαρά και την ευφροσύνη, όπως το μέλι με το κερί!» (3).
Η Ορθόδοξη Εκκλησία διδάσκει τους πιστούς μεδιάφορους τρόπους το ήθος και την θεολογία της περί του χαροποιού πένθους. Θα επισημάνουμε μερικούς για να δούμε εν συνεχεία κάποιες προεκτάσεις του θέματος στην ιεραποστολή:
1. Η Εξόδιος Ακολουθία.
Με τα βιβλικά αναγνώσματα, αλλά και με τους υπέροχους ύμνους που ψάλλονται κατά την Εξόδιο Ακολουθία, οι οποίοι είναι έργο κυρίως του μεγάλου μελωδού και υμνογράφου Ιωάννου Δαμασκηνού, η Εκκλησία με ρεαλιστικότητα, δωρικότητα αλλά και ακράδαντη πεποίθηση στην ανάσταση των κεκοιμημένων (όχι νεκρών αλλά κεκοιμημένων, όχι νεκροταφεία αλλά κοιμητήρια (4)), τονίζει την ματαιότητα των εγκοσμίων (5) και την μακαριότητα του Παραδείσου (6), παράλληλα δε παρηγορεί (7) και διδάσκει στα ζώντα μέλη της τον δρόμο της μετανοίας (8), επαναλαμβάνοντας στην ουσία υμνογραφικά το τελευταίο άρθρο του Συμβόλου της Πίστεως: «Προσδοκώ ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος» (9). Το πένθος, ο πόνος και τα δάκρυα που προέρχονται απ' τον σωματικό θάνατο ενός συνανθρώπου μας, και που ως ένα σημείο είναι φυσικά και δικαιολογημένα, αφού και ο Κύριος «λυπήθηκε βαθιά, ταράχτηκε και εδάκρυσε» για την κοίμηση του φίλου Του Λαζάρου (Ιω. 11:33,35) (10), διασκορπίζονται και απομακρύνονται από τις ψυχές εκείνων που αποχωρίστηκαν κάποιο προσφιλές τους πρόσωπο, αφού ο σωματικός θάνατος είναι πρόσκαιρος ύπνος (11) απ' τον οποίο θα ξυπνήση ο κεκοιμημένος στην κοινή ανάσταση.
Ο πνευματικός θάνατος, δηλαδή η αποστασία από τον Θεό και η ζωή της αμαρτίας, ο «δεύτερος θάνατος» όπως τον χαρακτηρίζει ο ευαγγελιστής Ιωάννης στην Αποκάλυψη (Απ. 20:14), είναι μόνον άξιος πένθους, θρήνων και οδυρμών, γιατί είναι αθάνατος και οδηγεί στην αιώνια κόλαση. Ο σωματικός θάνατος δεν είναι αθάνατος, αλλά «θνητός» και μας οδηγεί «εκ του θανάτου εις την ζωήν» (Ιω. 5:24). Ο σωματικός θάνατος είναι δώρο, «φιλανθρωπία» του Θεού, «ίνα μη αθάνατον η το κακόν» (12). Ο θάνατος ως αφανισμός της υπάρξεως δεν υπάρχει. Τον θανάτωσε «ο τον θάνατον καταπατήσας» Αναστάς Κύριος (13). Η πίστη στον θάνατο του θανάτου και στην ανάσταση των κεκοιμημένων εκφράζεται, συν τοις άλλοις, κι απ' τις αναμμένες λαμπάδες που κρατούν οι πιστοί όπως και την νύχτα της Αναστάσεως, αλλά και από το λευκό χρώμα (όχι μαύρο ή μοβ) των αμφίων που, σύμφωνα με την παράδοση, πρέπει να έχουν τα άμφια των κληρικών που τελούν την Ακολουθία. Επίσης η ακολουθία εις κεκοιμημένους κατά τη διακαινήσιμη εβδομάδα, στην οποία όλα είναι συνυφασμένα με το φως και την χαρά της Αναστάσεως, είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα της αντιλήψεως περί πένθους στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι στην Εξόδιο Ακολουθία μπορεί κανείς να βιώσει άριστα το χαροποιό πένθος της Ορθοδοξίας, το όποιο τελικά μεταγγίζει στον άνθρωπο ουράνια χαρά, ελπίδα και αισιοδοξία για την ζωή.
2. Η Βυζαντινή Αγιογραφία.
Στην βυζαντινή αγιογραφία δεν υπάρχουν σκηνές πένθους με την κοσμική έννοια του όρου. Και στα πιο «πένθιμα» γεγονότα επικρατεί η χαρμολύπη και η ελπίδα της Αναστάσεως. Στη Σταύρωση π.χ. το πρόσωπο του Εσταυρωμένου Νυμφίου της Εκκλησίας δεν εκφράζει επιθανάτια αγωνία και πόνο, αλλά ιλαρότητα, και το πανάχραντο Σώμα Του, απαλλαγμένο επίτηδες από τον νόμο της βαρύτητας, παραπέμπει στην Ανάσταση. Κάτω απ' τον Σταυρό η Θεοτόκος και ο ηγαπημένος Μαθητής του Κυρίου δεν θρηνούν ούτε οδύρονται τραβώντας τα μαλλιά τους ή κάνοντας άλλες χειρονομίες απελπισίας, ούτε επίσης το χρώμα των ενδυμάτων των εικονιζόμενων προσώπων είναι μαύρο εις ένδειξη πένθους, όπως βλέπουμε συχνά σε παραστάσεις της Σταυρώσεως δυτικου τύπου (14). Την ίδια στάση εκφράσεως της χαρμολύπης σε μια εσχατολογική προοπτική συναντούμε και στις παραστάσεις της Αποκαθηλώσεως, του Επιταφίου, της Άκρας Ταπεινώσεως, της Αναστάσεως του Λαζάρου, της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, του Αγίου Εφραίμ του Σύρου κ.λπ. Δεν υπάρχουν πουθενά πρόσωπα «πενθούντα και κλαίοντα» (πρβλ. 16:10), όπως π.χ. βρήκε η Μαρία η Μαγδαληνή τους Μαθητές όταν πήγε να τους αναγγείλη την Ανάσταση του Χριστού, γιατί δεν είχε έλθει ακόμη ο Παράκλητος, το Πνεύμα το Άγιον, για να επίδραση στις ψυχές τους και αλλάξη τον χαρακτήρα τους, να ενεργήση την «καλήν αλλοίωσιν», όπως έγινε την ημέρα της Πεντηκοστής.
Η λύπη των συμμετεχόντων στα γεγονότα των εικονογραφουμένων παραστάσεων είναι απόλυτα συγκρατημένη· έτσι επαληθεύεται ο λόγος του Κυρίου: «η λύπη υμών εις χαράν γενήσεται» (Ιω. 15:20) αφού είναι βασισμένη στην Ανάσταση. Αλλά και η χαρά επίσης είναι συγκρατημένη και δεν έχει καμμιά σχέση με την κοσμική χαρά. Η χριστιανική χαρά είναι «καρπός του Πνεύματος» (Γαλ. 5:22), «πεπληρωμένη» (Ιω. 15:24), «αναφαίρετη» (πρβλ. Ιω. 15:22), εσωτερική, χωρίς ξεφαντώματα και υπερβολικές εξωτερικές εκδηλώσεις. Αυτή την χαρά έχουν τα πρόσωπα στην εικόνα της Αναστάσεως του Χριστού ή σε παραστάσεις με αναστάσιμη θεματολογία, στις οποίες επικρατεί το στοιχείο της ηρεμίας και της ψυχικής γαλήνης.
3. Η Μ. Τεσσαρακοστή.
Με την έναρξη της Μ. Τεσσαρακοστής, που είναι κατ' εξοχήν περίοδος μετανοίας, ασκήσεως, μνήμης θανάτου και πένθους, η Εκκλησία με τους ύμνους, τα αγιογραφικά αναγνώσματα, αλλά και με την όλη λειτουργική ατμόσφαιρα μας βοηθάει να βιώσουμε την διαφορά ανάμεσα στο κοσμικό πένθος και το χριστιανικό χαροποιό πένθος. Αρχίζει η νηστεία κι όμως η Εκκλησία καλεί σε πανηγύρι: «Φαιδρώς εισδεξώμεθα της Νηστείας την είσοδον πιστοί· και μη σκυθρωπάσωμεν, αλλά νίψωμεν τα πρόσωπα ημών, απάθειας τω ύδατι, ευλογούντες και υπερυψούντες Χριστόν εις τους αιώνας» (15). Η προτροπή του υμνογράφου να υποδεχθούμε με χαρά την νηστεία δεν έχει μόνον ως σκοπό της την αποφυγή της υποκρισίας, όπως αποσκοπεί και το σχετικό αγιογραφικό απ' το οποίο είναι επηρεασμένος ο υμνογράφος (Μτ. 6:17), αλλά και την αποφυγή του μελαγχολικού πένθους, που δεν ταιριάζει με την Ορθόδοξη πνευματικότητα. Στον Εσπερινό της Συγχωρήσεως τα καλύμματα του ιερού Βήματος (Αγίας Τραπέζης, Προθέσεως κ.λπ.) και τα άμφια των λειτουργών αλλάζουν μετά το Μ. Προκείμενον για να μας βοηθήσουν να καταλάβουμε την είσοδό μας στην κατανυκτική περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής. Επισημαίνουμε εδώ ότι το παραδοσιακό πένθιμο χρώμα δεν είναι το μαύρο ή το μοβ, αλλά το βαθύ βυσσινί, το βαθυκόκκινο χρώμα της πορφύρας (χωρίς, εννοείται, στολίδια), με το οποίο εκφράζεται το χαροποιόν πένθος της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Την Μ. Τεσσαρακοστή η Εκκλησία μας καλεί αφ' ενός μεν να κλάψουμε και να θρηνήσουμε για τις αμαρτίες μας, ζητώντας το έλεος του φιλευσπλάγχνου και πανοικτίρμονος Θεού, αφ' ετέρου δε να χαρούμε για την σωτηρία μας και την συμμετοχή μας στο γεγονός της Αναστάσεως. Έτσι το πένθος, η λύπη και τα δάκρυα της μετανοίας δεν έχουν καταθλιπτικό χαρακτήρα, αλλά μετατρέπονται τελικώς σε πνευματική χαρά, σε «πένθος χαρμόσυνον» (16). Το πένθος της αυτογνωσίας, λουσμένο μέσα στο φως της Αναστάσεως, γίνεται ανέκφραστη χαρά, αγαλλίαση και προσμονή του μέλλοντος αιώνος. Είναι λίαν χαρακτηριστικό ότι ενώ ευρισκώμεθα ακόμη στα πρόθυρα της Μ. Τεσσαρακοστής η Εκκλησία προβάλλει την αναστάσιμη προοπτική της πνευματικής αθλήσεως (17). Μας προτρέπει δηλαδή να ξεκινήσουμε με νηστεία, άσκηση, δάκρυα το πνευματικό ταξίδι που θα έχη τελικό προορισμό του το λιμάνι της Αναστάσεως, στο οποίο θα απολαύσουμε το φως και τη χαρά που αναβλύζουν από το κενό μνημείο του Αναστάντος Χριστού. Αυτός είναι ο τελικός προορισμός μας: Το αγκυροβόλημά μας στην Βασιλεία του Θεού.
4. Η Μ. Εβδομάδα.
Την Μ. Εβδομάδα, η οποία είναι, θα ‘λεγε κανείς, η κατ' εξοχήν «πένθιμη» περίοδος του εκκλησιαστικού έτους, αφού συμμετέχουμε στα άχραντα Πάθη και στον θάνατο του Κυρίου, η όλη ατμόσφαιρα δεν είναι πένθιμη, αλλά σταυροαναστάσιμη, γιατί Πάθος και Ανάσταση είναι οι δύο όψεις του ίδιου κορυφαίου λυτρωτικού γεγονότος. Την σταυροαναστάσιμη Μ. Εβδομάδα ο πιστός λαός του Θεού πανηγυρίζει το πέρασμα του (Πάσχα) από το πένθος του θανάτου στη χαρά και στο φως της όντως ζωής.
Κατ' αρχήν η Μ. Εβδομάδα αρχίζει με την υποδοχή του Νυμφίου της Εκκλησίας προς το εκούσιο πάθος Του. Και Νυμφίος, ασφαλώς, προϋποθέτει γάμο, πανηγύρι, χαρά. Η Εκκλησία προτρέπει τους πιστούς να αγαπήσουν ερωτικά τον Νυμφίο της ψυχής τους για να εισέλθουν μαζί του στον Νυμφώνα ώστε να συμμετάσχουν στο γαμήλιο πανηγύρι της Αναστάσεως. Και στην συνέχεια, όταν ο Νυμφίος της Εκκλησίας προδίδεται από τον Ιούδα, τον αρνείται ο Πέτρος, ραπίζεται, χλευάζεται, μαστιγώνεται και σταυρώνεται από τους Ιουδαίους, τα δάκρυα που κυλούν στα μάτια των πιστών δεν είναι δάκρυα πένθους, αλλά δάκρυα μετανοίας για τις άπειρες φορές που με τις αμαρτίες του ο καθένας μας έχει πληγώσει και προδώσει την αγάπη του Νυμφίου του (18). Και τελικά, όταν την Μ. Παρασκευή ακούγεται από τα ξηραμμένα χείλη του Νυμφίου της Εκκλησίας, του Οποίου το Σώμα «κρεμάται επί ξύλου», το «τετέλεσται» και μαζί με τον Ιωσήφ και τον Νικόδημο ενταφιάζουμε στον επιτάφιο το άχραντο Σώμα Του, παραδόξως όλα αστράφτουν, προαναγγέλλοντας την θριαμβευτική Του ανάσταση. Τα άμφια των λειτουργών, τα καλύμματα του ιερού Βήματος, ο επιτάφιος, όλα αλλάζουν (19). Γίνονται γιορτινά γιατί είναι «η ζωή εν τάφω» (20). Κατά την λιτανεία του επιταφίου, που είναι σαφώς η «κηδεία» του Χριστού, δεν κηδεύουμε κάποιον κοινό θνητό-νεκρό, αλλά τον Θεάνθρωπο, την Αυτοζωή, που ανασταίνεται μέσα απ' τον τάφο για να χαρίση σε όλο τον κόσμο την Ανάσταση. Γι' αυτό και «ο Άδης στένων βοά... εγώ είχον τους νεκρούς απ' αιώνος, αλλά ούτος ιδού πάντας εγείρει» (21).
Τέλος, όταν το βράδυ της Αναστάσεως σημαίνουν χαρμόσυνα οι καμπάνες, σημαίνουν για να διαλαλήσουν τον θάνατο του θανάτου, την κατάργηση του πένθους και της λύπης, να διατρανώσουν την πίστη της Εκκλησίας ότι με τον θάνατο του Χριστού θανατώθηκε ο θάνατος και ότι ο θάνατος δεν είναι η τελευταία λέξη και πράξη, το τελευταίο συμβάν στην ζωή μας. Ο θάνατος πλέον δεν είναι ένα τέλος, αλλά μια «τελείωση». Ο Χριστός δεν αναστήθηκε για τον εαυτό του, αλλά για να καταστούμε «σύμφυτοι... της αναστάσεως» Του (Ρωμ. 6:5). «Νυνί δε Χριστός εγήγερται εκ νεκρών, απαρχή των κεκοιμημένων εγένετο» (1 Κορ. 15:20). Γι' αυτό τον λόγο το τρισμέγιστο θαύμα της Αναστάσεως η Εκκλησία θέλει να το κάνη γνωστό όχι μόνο στους πιστούς αλλά «εις μαρτύριον πάσιν τοις έθνεσιν» (Μτ. 24:14) (22). Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι και λέγεται «Εκκλησία της Αναστάσεως», γι' αυτό η Ανάσταση κι όχι τα Χριστούγεννα, όπως στην Δυτική Εκκλησία, είναι το κέντρο του λειτουργικού χρόνου και της ζωής των πιστών. Η γιορτή της Λαμπρής κρατάει σαράντα μέρες και ο αναστάσιμος παιάνας, το «Χριστός Ανέστη», λέγεται μέσα κι εξω απ' τις εκκλησίες αμέτρητες φορές για να διακηρυχθή το: «Ανέστη Χριστός, και νεκρός ουδείς επί μνήματος» (23), αλλά κι αυτό που δύο Νεοέλληνες ποιητές εξέφρασαν πολύ ωραία με τους ακόλουθους στίχους: «Πλάκες που στέκατε βαριές / στα μνήματα και στις καρδιές / σας έσπασε ο Χριστός μου» (24) και «Θε μου πρωτομάστορα μέσα στις πασχαλιές κι εσύ / Θε μου πρωτομάστορα μύρισες την Ανάσταση» (25).
Το θέμα του πένθους, το οποίο έχει πάμπολλες πνευματικές και υπαρξιακές διαστάσεις, θα πρέπει να προσεχθή ιδιαιτέρως στις λεγόμενες ιεραποστολικές χώρες. Είναι στ' αλήθεια κρίμα να μεταδίδεται από Ορθόδοξους εργάτες του Ευαγγελίου η θεολογία του πένθους κατ' επίδραση της δυτικής θεολογίας, και να βλέπης σε Ορθόδοξους ναούς της Αφρικής, της Ασίας και της Λατινικής Αμερικής μαυροφορεμένες άγιες τράπεζες, επιταφίους και κληρικούς με μαύρα άμφια! Η ένσταση ότι «η παράδοση αυτή έχει επικρατήσει ακόμη και στις παραδοσιακά λεγόμενες Ορθόδοξες χώρες» δεν είναι λόγος για να δικαιολογή την διαιώνιση της. Λαμβάνοντας υπ' όψη τις θεολογικές και ψυχολογικές διαστάσεις του θέματος, νομίζουμε ότι θα πρέπει να μελετηθή προσεκτικά η επιστροφή στην σωστή Ορθόδοξη παράδοση, όπως ακριβώς έγινε πριν κάποιες δεκαετίες με την βυζαντινή αγιογραφία, που αντικατέστησε την δυτικότροπη εικονογραφία, η οποία είχε αλώσει ακόμη και το Άγιον Όρος!
Ίσως νομίζουν ορισμένοι ότι η δραματοποίηση ή η θεατρικότητα των κοσμοσωτήριων γεγονότων του Πάθους του Κυρίου, όπως γίνεται στην Δυτική Εκκλησία, και η πένθιμη ατμόσφαιρα με τα μαύρα ή μοβ καλύμματα και άμφια βοηθεί στην δημιουργία κατανυκτικού κλίματος. Αλλά, ως γνωστόν, η σημασία της κατανύξεως στην Ανατολική Παράδοση είναι διαφορετική απ' αυτή της Δυτικής. Καλλιεργείται απ' την συναίσθηση της αμαρτωλότητός μας και απ' την ελπίδα της εν Χριστώ σωτηρίας μας. Άρα δεν δημιουργείται εκ των έξω, αλλά εκ των έσω. Ενδεικτικό της Ορθοδόξου λειτουργικής παραδόσεως είναι και το γεγονός ότι μέχρι την ύστερη μεταβυζαντινή εποχή δεν υπήρχε στους ναούς ο Εσταυρωμένος, όπως επικράτησε αργότερα. Γι' αυτό και στις πινακοθήκες παλαιφάτων ιερών Μονών όπως π.χ. του Σινά, του Αγίου Όρους, της Πάτμου, των Μετεώρων κ.λπ. δεν υπάρχουν Εσταυρωμένοι, αλλά μόνον εικόνες της Σταυρώσεως ή με το σώμα του Εσταυρωμένου ζωγραφισμένο επάνω στο ξύλο του Σταυρού. Επίσης και η θέση του Εσταυρωμένου πίσω απ' την Αγία Τράπεζα είναι μεταγενέστερη παράδοση. Συνεπώς η Ακολουθία της Αποκαθηλώσεως δεν γινόταν με την «αναπαράσταση» και την συγκινησιακή φόρτιση που γίνεται σήμερα (26).
Επίσης στα σκευοφυλάκια των παλαιών Μονών δεν βρίσκονται καλύμματα και άμφια μαύρου ή μοβ χρώματος που να χρονολογούνται από παλιά. Η χρησιμοποίηση τους επικράτησε, δυστυχώς, κατ' επίδραση δυτική κατά τους τελευταίους αιώνες. Εξάλλου οι ευλαβείς λαϊκές παραδόσεις του να «ξενυχτούν τον Εσταυρωμένο» την νύχτα της Μ. Πέμπτης κλαίγοντας και μοιρολογώντας τον νεκρό Χριστό με το γνωστό «μοιρολόι της Παναγίας» και άλλα παρεμφερή μοιρολόγια (στα όποια βεβαίως μπορεί κανείς να επισημάνη και θεολογικές διαστάσεις), όσο συμπαθείς και ενδιαφέρουσες κι αν είναι για την λαογραφία μας, δεν εκφράζουν απόλυτα το Ορθόδοξο πνεύμα περί χαροποιού πένθους (27).
Εκτός του ότι η δυτικού τύπου διδασκαλία περί πένθους από Ορθόδοξους ιεραποστόλους απάδει προς το Ορθόδοξο φρόνημα και ήθος, είναι δυνατόν να έρχεται σε αντίθεση και με την πολιτισμική παράδοση, την νοοτροπία ή και την αισθητική ενός λαού, όπως π.χ. αυτό συμβαίνει με τους Ασιάτες, οι οποίοι απ' την αρχαιότητα αντιμετώπιζαν το μυστήριο της ζωής και του θανάτου με μια οξύτατη ευαισθησία και βαθειά μυστικοπάθεια. Στην τελετή της παραδοσιακής κηδείας λ.χ. των Κορεατών (28), που έχει σαμανιστικό υπόβαθρο (προγονολατρία), υπάρχουν πολλά ενδιαφέροντα στοιχεία, στα οποία βρίσκουμε πολλές ομοιότητες με την βίωση του χαροποιού πένθους στην Ορθοδοξία. Πολλά από τα κορεατικά νεκρικά έθιμα έχουν ως σκοπό να βοηθήσουν στην υπέρβαση του πένθους. Το φέρετρο, που είναι μια πολύπλοκη κατασκευή, μεγάλων διαστάσεων, είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα. Στην πραγματικότητα πρόκειται για ένα φορητό δωμάτιο στολισμένο εξωτερικά με πολλά σύμβολα, όπως π.χ. νούφαρα, που συμβολίζουν την ανάσταση της ψυχής του νεκρού, και πολύχρωμα λουλούδια. Το φέρετρο έχει πολύ μεγάλη σημασία, γιατί μεταφέρει τον νεκρό στην άλλη ζωή. Είναι δηλαδή η ενδιάμεση κατοικία του νεκρού μεταξύ της επί γης κατοικίας του και αυτής του Άδη (29). Γύρω απ' το φέρετρο κάνουν διάφορες εκδηλώσεις πριν την τελική πορεία προς τον τάφο με φαγητά, ποτά, χορούς, τραγούδια, αστεία, και παίζουν θέατρο με θέμα την γέννηση ενός παιδιού, γιατί θέλουν να τονίσουν τον κύκλο της ζωής, δηλαδή ότι η γέννηση είναι θάνατος κι ο θάνατος γέννηση. Εάν ο νεκρός είναι ο πατέρας της οικογένειας, τότε στη σατιρική θεατρική παράσταση, που επίσης οργανώνουν, συγχωριανοί υποδύονται τον νεκρό πατέρα, την μητέρα και τον πρωτότοκο γιο της οικογένειας (30).
Κατά την παράσταση λένε αυτοσχέδιους διάλογους σατιρίζοντας την σχέση του ανδρογύνου, προκαλώντας τον γέλωτα των παρισταμένων συγγενών και γνωστών του νεκρού. Υπό την επίδραση του Κομφουκιανισμού (31), η δημιουργία εύθυμης ατμόσφαιρας στην κηδεία σιγά-σιγά ατόνησε, γιατί κατά τον Κομφούκιο ο θάνατος είναι το τέλος της ζωής. Αντιθέτως, κατά τον Σαμανισμό, θάνατος σημαίνει αναγέννηση. Ο θάνατος μπορεί να είναι πένθος γι' αυτούς που μένουν στη γη, αλλά για τον νεκρό στον Άδη σημαίνει αιώνια χαρά. Γι' αυτό η κηδεία δεν είναι θλιβερή τελετή αλλά χαρμόσυνη, και συμμετέχει όλο το χωριό με τραγούδια, χορούς, σατιρικά κ.λπ. Χαρακτηριστικό της προσπάθειας υπερβάσεως του πένθους κατά την κορεατική παραδοσιακή κηδεία είναι ότι εκ των συγγενών του νεκρού, οι μεν γυναίκες φορούν λευκά μακριά φορέματα, οι δε άνδρες μακριά επανωφόρια και καπέλα λινού κιτρινωπού χρώματος (32). Κατά την πορεία προς τον τάφο προπορεύονται δύο άνδρες φορώντας θεατρικές μάσκες και κρατώντας ασπίδες και ξίφη για να διώχνουν τα κακά πνεύματα, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για την έλευση του νεκρού. Ακολουθούν οι τυμπανιστές (χαρακτηριστικό γιορτής), οι γυναίκες τραγουδώντας και χορεύοντας, και πίσω το υπόλοιπο πλήθος. Του φερέτρου προπορεύεται ένα κατά πολύ μικρότερο σε μέγεθος φέρετρο που είναι το κατοικητήριο της ψυχής. Προπορεύεται του σώματος για να δηλώση την μεγαλύτερη αξία της ψυχής. Στην εποχή μας το φέρετρο της ψυχής αντικαταστάθηκε με την φωτογραφία του νεκρού ως σύμβολο και πάλι της ψυχής του (33). Το περιεχόμενο των τραγουδιών κατά την πορεία προς τον τάφο αναφέρεται στην γέννηση, στην ζωή και στο θάνατο του νεκρού, σε συμβουλές και ευχές που είχε δώσει ο νεκρός όταν ήταν εν ζωη κ.λπ. Όταν ο νεκρός τοποθετηθή στον τάφο και τον σκεπάσουν με χώμα, οι παρευρισκόμενοι πατούν το χώμα τραγουδώντας και χορεύοντας ρυθμικά, δημιουργώντας έτσι ένα τυμβίσκο, μπροστά στον οποίο προσφέρουν φαγητά και άλλες νεκρικές σπονδές κατά τις διατεταγμένες τελετές. Τέλος με το φέρετρο της ψυχής ή με την φωτογραφία του νεκρού οι συγγενείς επιστρέφουν στο σπίτι του. Πάνω σε ιδιαίτερο τραπέζι τοποθετούν το σύμβολο της ψυχής και καθημερινώς επί τρία χρόνια προσφέρουν ρύζι βραστό (34) στην ψυχή του νεκρού. Το ίδιο τυπικό της παραδοσιακής κηδείας τηρούν και σήμερα, κυρίως στα κορεατικά χωριά, όσοι ακολουθούν τον Σαμανισμό.
Όμως σε μεγάλο βαθμό έχει εγκαταλειφθή, η δε χαρά για την μετάβαση του νεκρού στην αιωνιότητα αντικαταστάθηκε με το ψυχοφθόρο πένθος. Επίσης σχεδόν έχει γενικευθή στην Κορέα η συνήθεια να φορούν μαύρα κοστούμια με μαύρες γραβάτες οι άνδρες και μαύρα φορέματα οι γυναίκες κατ' επίδραση δυτική, την οποία τους δίδαξαν, κυρίως, οι ρωμαιοκαθολικοί και προτεστάντες ιεραπόστολοι, αλλοτριώνοντας έτσι την ωραία αρχαία παράδοση τους, ενώ θα μπορούσε κάλλιστα να εμβολιασθή με το χριστιανικό πνεύμα, όπως έγινε με πολλά ειδωλολατρικά έθιμα του αρχαίου ελληνορωμαϊκού κόσμου (35). Αυτός νομίζουμε είναι και ο λόγος που ο θάνατος πολλές φορές είναι πιο ελκυστικός απ' την ίδια την ζωή, γι' αυτό και εύκολα ορισμένοι τερματίζουν την ζωή τους για να απαλλαγούν απ' την μιζέρια και τα βάσανα της καθημερινότητας τους, αφού πιστεύουν ότι σε μια μελλοντική μετεμψύχωση μπορεί να έχουν καλύτερη τύχη (36).
Εκατομμύρια συνάνθρωποι μας στον κόσμο ταλαιπωρούνται από δοξασίες και δεισιδαιμονίες περί θανάτου, που είναι «οσμή θανάτου εις θάνατον». Η γνήσια όμως Ορθόδοξη παράδοση έχει να τους κομίση το αναστάσιμο μήνυμα της χαράς, της ελπίδας και του φωτός, που είναι «οσμή ζωής εις ζωήν» (2 Κορ. 2:16). Να νοηματοδοτήση την ζωή τους και να τους ελευθέρωση απ' τον φόβο του θανάτου: «Μηδείς φοβείσθω θάνατον ηλευθέρωσε γαρ ημάς ο του Σωτήρος θάνατος» (37). Η ευθύνη των εργαζομένων στο έργο της Ιεραποστολής είναι να τους την μεταφέρουν ατόφια και γνήσια, ώστε με την βοήθεια του Αναστάντος να νικήσουν τον θάνατο, ψάλλοντας με ρίγη πνευματικής χαράς «θανάτω θάνατον πατήσας», προγευόμενοι την χαρά του Παραδείσου.
Υποσημειώσεις
(1) Στον πολυσέβαστο καθηγητή και διαπρεπή λειτουργιολόγο κ. Ιωάννη Φουντούλη εκφράζομε τις θερμότατες ευχαριστίες μας για την ευγενή καλωσύνη του να μελετήση την παρούσα εργασία μας και να θέση υπόψη μας τις πολύτιμες παρατηρήσεις του.
(2) Κλίμαξ, Λόγος Ζ΄, 38.
(3) Κλίμαξ, Λόγος Ζ΄, 50.
(4) Βλ. Ιω. Χρυσοστόμου, Εις το όνομα του κοιμητηρίου, PG 49,393-394: «Δια τούτο και αυτός ο τόπος κοιμητήριον ωνόμασται, ίνα μάθης ότι οι τετελευτηκότες και ενταύθα κείμενοι ου τεθνήκασιν, αλλά κοιμούνται και καθεύδουσι... ουκέτι θάνατος καλείται λοιπόν ο θάνατος, αλλά ύπνος και κοίμησις».
(5)Βλ. Ευχολόγιον το μέγα, Εξόδιος ακολουθία: «Πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα, όσα ουχ υπάρχει μετά θάνατον? ου παραμένει ο πλούτος, ου συνοδεύει η δόξα...»
(6) Αυτόθι, Κοντάκιον, Ήχος πλ. δ΄: «Μετά των αγίων ανάπαυσον, Χριστέ, την ψυχήν του δούλου σου, ένθα ουκ έστι πόνος, ου λύπη, ου στεναγμός, αλλά ζωή ατελεύτητος» και το Προκείμενον, Ήχος γ΄: «Μακαριά η οδός, η πορεύη σήμερον, ότι ητοιμάσθη σοι τόπος αναπαύσεως».
(7) Αυτόθι: «Ο των ψυχών δεσπόζων και των σωμάτων, ου εν τη χειρί η πνοή ημών, των θλιβομένων παραμυθία, ανάπαυσον εν χώρα δικαίων όν μετέστησας δούλόν σου».
(8) Αυτόθι: «Ληστήν του Παραδείσου Χριστέ πολίτην, επί σταυρού σοι βοήσαντα το Μνήσθητί μου προαπειργάσω· αυτού της μετανοίας, αξίωσον κάμε ως φιλάνθρωπος».
(9) Το πόσο έντονα βίωναν οι πιστοί στην αρχαία Εκκλησία το δόγμα περί της αναστάσεως των νεκρών φαίνεται, μεταξύ άλλων, και από τα επιτύμβια επιγράμματα των κατακομβών, τα όποια έχουν έντονο αναστάσιμο χαρακτήρα και διαπνέονται από την εσχατολογική ελπίδα της αναστάσεως των κεκοιμημένων: βλ. π.χ. «εκοιμήθη ο εν αγίοις», «ώδε εκοιμήθη εν ειρήνη», «ανάπαυσον αυτόν εν τη βασιλεία των ουρανών μετά πάντων των αγίων σου» κ.λπ. Λίαν ενδεικτικό της διαφορετικής νοοτροπίας που επικρατεί σήμερα είναι και οι σύγχρονες επιτύμβιες επιγραφές, οι οποίες, ως επί το πλείστον, δεν διαπνέονται από την πίστη και την ελπίδα στην αιώνια ζωή: βλ. π.χ. «στερνό αντίο σε σένα που χάθηκες για πάντα», «περαστικέ, κλάψε για τον αδικοχαμένο» κ.λπ.
(10) Η λατρεία μας δεν φαίνεται να αποδοκιμάζη τον, πανανθρώπινο άλλως τε και φυσικό, «θρήνο». Η πανάχραντη υμνογραφία μας άλλοτε με θεολογικά ή ψυχολογικά κριτήρια και άλλοτε ποιητική αδεία αναφέρεται αρκετές φορές στον «θρήνο». Πρβλ. το πολύ γνωστό τροπάριο απ' την Εξόδιο ακολουθία: «Θρηνώ και οδύρομαι» κ.τ.ο. ή τον τόσο δημοφιλή «Επιτάφιο Θρήνο» της Μ. Παρασκευής. Ο θρήνος είναι μια εκτόνωση της ασθενούς μας φύσεως μέσω του οποίου ο Θεός έχει οικονομήσει την θεραπεία.
(11) Πρβλ. την λαϊκή σοφή ρήση: «Ο ύπνος είναι θάνατος», σύμφωνα με την οποία κι ένας γλυκύς και παρατεταμένος ύπνος μοιάζει με θάνατο.
(12) Γρ. Θεολόγου, Λόγος 45, Εις το άγιον Πάσχα, 8, PG 36, 633Α και του ιδίου, Εις τα Θεοφάνεια, PG 36, 308. Βλ. επίσης και Ιω. Δαμάσκηνου, Εις την κοίμησιν της αγίας Θεοτόκου, λόγος πρώτος, Β. Kotter , Die Schriften des Johannes von Damaskos , τομ. V , 5,497: «Ω θαύματος όντως υπερφυούς! Ω πραγμάτων γεμόντων εκπλήξεως! Ο πάλαι βδελυκτός και μισούμενος θάνατος νυν ευφημείται και μακαρίζεται. Ο πάλαι πένθους και κατηφείας, δακρύων και σκυθρωπότητος πρόξενος νυν χαράς αναδέδεικται και πανηγύρεως αίτιος».
(13) Παρακλητική, Παρασκευή εσπέρας, απόστιχα, Ήχος πλ. δ': «Ο θάνατος σου, Κύριε, αθανασίας γέγονε πρόξενος· ει μη γαρ εν μνήματι κατετέθης, ουκ αν ο παράδεισος ηνέωκτο...» Βλ. επίσης Πεντηκοστάριον, Κανών όρθρου της Αναστάσεως, Ωδή Α: «...και θανάτω θάνατον και άδην θανατώσαντι».
(14) Στην Ορθόδοξη εικονογραφία ο Εσταυρωμένος δεν παρουσιάζεται ως ο πάσχων Κύριος, αλλ' ως «Ο Βασιλεύς της Δόξης», όπως πολύ σαφώς αναφέρει και η επιγραφή που βρίσκεται αναρτημένη στον Σταυρό αντί της χλευαστικής επιγραφής Ι(ησούς) Ν(αζωραίος) Β(ασιλεύς) των Ι(ουδαίων), που δυστυχώς συναντούμε, κατ' επίδραση δυτική, και σε Ορθόδοξους ναούς. Βλ. και Ιω. Χρυσοστόμου, Εις τον σταυρόν και εις τον ληστήν, και περί της δευτέρας του Χριστού παρουσίας, και περί του συνεχώς εύχεσθαι υπέρ των εχθρών. Ομιλία α΄, PG 49, 403: «Δια τούτο δε αυτόν βασιλέα καλώ, επειδή βλέπω αυτόν σταυρούμενον? βασιλέως γαρ εστι το υπέρ των αρχομένων αποθνήσκειν».
(15) Τριώδιον, Κανών, Ωδή Η΄, Δευτέρα της Α΄ Εβδομάδος εις τον Όρθρον. Βλ. επίσης Κάθισμα, Ήχος β', Δευτέρα Α' Εβδομάδος εις τον Όρθρον: «Την πάνσεπτον εγκράτειαν εναρξώμεθα φαιδρώς... όπως λαμπροφόροι προφθάσωμεν εις την αγίαν και τριήμερον Ανάστασιν, την καταλάμπουσαν αφθαρσίαν τω κόσμω», και Κάθισμα, Ήχος γ', Τρίτη της Γ΄ Εβδομάδος εις τον Όρθρον: «Τη νηστεία ευφραινόμενοι, ταις υμνωδίαις αγαλλόμενοι...».
(16) Βλ. Μηναίον Οκτωβρίου, Θεοτοκίον εσπερινού ΛΑ', ήχος Α'.
(17)Τριώδιον, Κάθισμα, Ήχος Α', Δευτέρα της Τυρινής εις τον Όρθρον: «Ηνέωκται της θείας μετανοίας τα πρόθυρα, προσέλθωμεν προθύμως, αγνισθέντες τα σώματα... όπως και την Ανάστασιν αυτού πόθω κατίδωμεν». Βλ. επίσης Δοξαστικόν, Ήχος πλ. β', Κυριακή της Τυρινής εις τον Όρθρον: «Έφθασε καιρός η των πνευματικών αγώνων αρχή... Κύριε, δι' αυτής αξίωσον και ημάς προσκυνήσαί σου τα Πάθη και την Αγίαν Ανάστασιν, ως φιλάνθρωπος».
(18) Άκρως εκφραστικοί της σωτηριολογικής διαστάσεως των δακρύων είναι οι υπέροχοι ύμνοι της Μ. Τετάρτης, κατά την οποίαν μνείαν ποιούμεθα της «αλειψάσης τον Κύριον μύρω πόρνης γυναικός». Η πόρνη «μετανοούσα» και «μισήσασα τα έργα της αισχράς αμαρτίας», «το πολυτίμητον μύρον έμιξε μετά δακρύων και εξέχεεν εις τους αχράντους πόδας» του Κυρίου, παρακαλούσα τον «Φιλάνθρωπον και Οικτίρμονα Κύριον» να δεχθή «τας πηγάς των δακρύων» της, «ως δακρύων άξια πράξασα» και να την λύτρωση «εκ του βορβόρου των έργων» της.
(19) Τα πένθιμα άμφια και καλύμματα αλλάζουν κατά την αρχαία τάξη, κατά τα αναγνώσματα -τα πολλά- του εσπερινού του Μ. Σαββάτου, του οποίου, ας σημειωθή, η λειτουργία απέλυε την β' ώρα της νυκτός, δηλαδή κάπου στις 9 μ.μ.
(20) Τριώδιον, Εγκώμια Μ. Παρασκευής: «Η ζωή εν τάφω κατετέθης, Χριστέ, και θανάτω σου τον θάνατον ώλεσας και επήγασας τω κόσμω την ζωήν». Πόσο αντίθετο με το πνεύμα των ακολουθιών είναι το να βλέπης πένθιμα καλύμματα στον ναό κατά τον εσπερινό (αποκαθηλώσεως) και τον όρθρο (επιταφίου) του Μ. Σαββάτου και στον εσπερινό (αναστάσεως) μετά της θ. Λειτουργίας του Μ. Βασιλείου το πρωί του Μ. Σαββάτου ή ακόμη και την νύχτα του Μ. Σαββάτου για να αλλαγούν μετά τα μεσάνυχτα και το «Χριστός Ανέστη» που, τάχα, αναστήθηκε ο Χριστός!
(21) Τριώδιον, Στιχηρά Μ. Σαββάτου πρωί.
(22) Η ιεραποστολική διάσταση της Εκκλησίας παρουσιάζεται και στους θαυμάσιους ύμνους του όρθρου της Αναστάσεως. Βλ. π.χ. Υπακοή όρθρου Αναστάσεως, Πεντηκοστάριον: «...δράμετε και τω κόσμω κηρύξατε, ως ηγέρθη ο Κύριος, θανατώσας τον θάνατον...», Αναστάσιμος Κανών Ιω. Δαμασκηνού, Ωδή Η', αυτόθι: «...εκ δυσμών και βορρά και θαλάσσης και εώας τα τέκνα σου», Αίνοι όρθρου της Αναστάσεως, αυτόθι: «Δεύτε από θέας, γυναίκες ευαγγελίστριαι και τη Σιών είπατε· δέχου παρ' ημών χαράς ευαγγέλια της αναστάσεως Χριστού...», «...τι ζητείτε τον ζώντα μετά των νεκρών; τι θρηνείτε τον αφθαρτον ως εν φθορά; απελθούσαι κηρύξατε τοις αυτού μαθηταίς» κ.α.
(23) Πεντηκοστάριον, Ιω. Χρυσοστόμου, Κατηχητικός λόγος.
(24) Γ. Βερίτη, Άπαντα, Δαμασκός, Αθήναι 1982, σ. 50.
(25) Οδυσσέα Ελύτη, Άξιον Εστί, «Ένα το χελιδόνι».
(26) Το αποκορύφωμα της «αναπαραστάσεως» της Αποκαθηλώσεως είναι όταν κάποιοι ιερείς σπογγίζουν με βαμβάκι το «αίμα» απ' τα χέρια και τα πόδια του Εσταυρωμένου, καθώς και από την κεφαλή Του, στην οποία επιμένουν να φορούν και πάλι ακάνθινο στεφάνι, σαν άλλοι ρωμαίοι στρατιώτες.
(27) Φυσικά διαφέρει το πράγμα εάν την νύχτα της Μ. Πέμπτης γίνεται αγρυπνία με σκοπό την προσευχή και την συμμετοχή στο Πάθος του Εσταυρωμένου και παράλληλα συνδυάζεται με το στόλισμα του Επιταφίου και την προετοιμασία των αυτοσχέδιων χορωδιών για το ψάλσιμο των Εγκωμίων στην Ακολουθία του Επιταφίου. Το ίδιο δε συνάδουν με το Ορθόδοξο πνεύμα περί πένθους και πολλές λαϊκές νεκρώσιμες παραδόσεις, οι οποίες έλκουν την καταγωγή τους απ' την αρχαιότητα, όπως π.χ. τα μοιρολόγια προς τον νεκρό, οι κρεμασμένες μαύρες κουρτίνες και τα κλειστά παράθυρα στο σπίτι του νεκρού, οι μαυροφορεμένες γυναίκες και τα παιδιά, καθώς και οι αξύριστοι άνδρες. Εάν δε στ' ανωτέρω προσθέσουμε και παραδόσεις, όπως π.χ. να μην εκκλησιάζωνται οι συγγενείς του νεκρού για σαράντα μέρες ή αλλού ένα χρόνο λόγω πένθους, τότε καταλαβαίνουμε την διαφορά που υπάρχει αρκετές φορές μεταξύ της Ορθόδοξης και της λαϊκής παράδοσης.
(28) Ευελπιστούμε ότι στο μέλλον θα μας δοθή η ευκαιρία να παρουσιάσουμε με περισσότερες λεπτομέρειες την κορεατική παραδοσιακή κηδεία και τα νεκρικά έθιμα πριν και μετά τον ενταφιασμό του νεκρού, γιατί παρουσιάζουν μεγάλο και πολύπλευρο ενδιαφέρον από Ορθοδόξου θεολογικής απόψεως. Κατά την σύνταξη του παρόντος είχαμε υπ' όψη μας τα έξης βοηθήματα: Kim Sou Nam , Tsontong Sangnie , Deowonsa , Seoul 1990, Kim Tzoun Tong , Hankoukamin Souktekoan l - Sangnie , Korea University Press , Seoul 1980 (στα Κορεατικά).
(29) Είναι χαρακτηριστικό ότι στον παραδοσιακό κορεατικό γάμο η νύφη μεταφέρεται επίσης με μια παρόμοια φορητή κατασκευή, ενώ ο γαμπρός προπορεύεται καθισμένος πάνω σε άλογο.
(30) Ο πρωτότοκος γιος έχει την ευθύνη των γονέων μέχρι τον θάνατο τους. Οι γονείς ζουν μαζί του και γι' αυτό θεωρείται μεγάλη ατυχία εάν η οικογένεια δεν έχη γιο για να τους γηροκομήση. Αλλά και κατά τον θάνατο των γονέων ο γιος έχει τον πρώτο λόγο για την τελετή της κηδείας, είναι ο μεσάζων μεταξύ νεκρού και ζώντων και για τρία χρόνια είναι υπεύθυνος για την τέλεση όλων των νεκρικών τελετών και εθίμων. Σε ορισμένες δε περιοχές ο πρωτότοκος γιος μένει για τρία χρόνια σε ένα δωμάτιο κοντά στον τάφο του πατέρα του.
(31) Ο Κομφουκιανισμός γεννήθηκε τον έκτο αιώνα π.Χ. στην Κίνα. Ήταν η ενσάρκωση της πρακτικής σοφίας, ένα σύστημα πολιτικοηθικό, αυστηρό και συμβατικό, με το οποίο συνδυάστηκε, αλλά μόνον αργότερα, μια χαρακτηριστική προσωπολατρία. Ο ιδρυτής του Κομφούκιος (551-479 π.Χ.) δεν ήταν ένας θρησκευτικός ηγέτης ή προφήτης με την κλασική έννοια του όρου, αλλά κυρίως ένας πρακτικός και αρκετά προσγειωμένος φιλόσοφος που έδινε έμφαση στις αρμονικές σχέσεις των ανθρώπων. Ο Κομφούκιος επηρέασε με την διδασκαλία του την ζωή και την σκέψη του κινέζικου λαού αλλά και της ευρύτερης Άπω Ανατολής για είκοσι πέντε περίπου αιώνες. Στην σημερινή Κορέα, παρ' όλο που ο Κομφουκιανισμός αντιπροσωπεύει μόνο το 0,7% του συνολικού πληθυσμού, εν τούτοις οι κοινωνικές και πολιτιστικές δομές έχουν υπόβαθρο κομφουκιανικό. Περισσότερα για την ζωή και την διδασκαλία του Κομφουκίου βλ. Bell , D.A., Chaibong H. (eds.), Confucianism for the Modern World, Cambridge University Press, Cambridge 2003.
(32) Στην αρχαία Ελλάδα γνωρίζουμε (βλ. Ευριπίδου, Άλκηστις, 215-216) ότι το μαύρο χρώμα δεν ήταν παντού σύμβολο πένθους. Π.χ. ένας νόμος από το Γάμβρειο (μια πόλη της Μυσίας στα ΝΔ. της Περγάμου) όριζε ότι το χρώμα των ανδρών και των παιδιών έπρεπε να είναι το άσπρο, ενώ των γυναικών το γκρίζο. Περισσότερα επ' αυτού βλ. Σ. Παπαδόπουλου και Ν. Κουσουλάκου, «Πρόθεση και εκφορά του νεκρού στην αρχαία Ελλάδα», Αρχαιολογία 11 (1984) 45-48.
(33) Το στοιχείο αυτό είναι πολύ θετικό για την Ορθόδοξη ιεραποστολή, σε σχέση με την κατανόηση των εικόνων της Ορθόδοξης Εκκλησίας από τους γηγενείς κατηχουμένους και νεοφώτιστους.
(34) Το βραστό ρύζι (παπ) αποτελεί την καθημερινή βασική τροφή των Ασιατών, όπως το ψωμί για τους μεσογειακούς λαούς.
(35) Για λόγους ακριβείας θα πρέπει να αναφέρουμε εδώ ότι και καθαρώς πρακτικοί λόγοι βοήθησαν στο να ατονήσουν τα παραδοσιακά νεκρικά έθιμα στην Κορέα και να αντικατασταθούν με τα δυτικά. Σε μεγαλουπόλεις των 12 και πλέον εκατομμυρίων ανθρώπων, όπως π.χ. είναι η Σεούλ, και με τον εξουθενωτικό ρυθμό καθημερινής εργασίας των ανθρώπων, είναι δύσκολο να βρεθή ο απαιτούμενος χρόνος αλλά και ο κατάλληλος τόπος για να τηρηθούν τα πολύπλοκα παραδοσιακά νεκρικά έθιμα που κρατούσαν έως και επτά μέρες. Τώρα όλα τελειώνουν με συνοπτικές διαδικασίες πολύ πιο σύντομα και απλά μέσα στο νεκροπομπείο ( Funeral Home ). Σήμερα, ως γνωστόν, σ' Ανατολή και Δύση, δεν ατόνησαν μόνον τα νεκρικά έθιμα, αλλά και τα έθιμα του γάμου, της γεννήσεως κ.λπ., κάνοντας, δυστυχώς, τη ζωή λιγότερο ποιοτική και περισσότερο επίπεδη. Η φιλοκαλία θυσιάζεται στον βωμό της πρακτικότητας και συνήθως λησμονιέται ότι «το κάλλος θα σώσει τον κόσμο» (Φ. Ντοστογιέφσκι, Ο Ηλίθιος, 3,65).
(36) Σύμφωνα με επίσημες στατιστικές π.χ. στην Ιαπωνία καθημερινώς αυτοκτονούν εκατό άνθρωποι και στη Ν. Κορέα σαράντα. Για την Κίνα δεν υπάρχουν επίσημες στατιστικές λόγω υπερπληθυσμού. Υπολογίζεται όμως ότι το ποσοστό αυτοκτονιών είναι περισσότερο.
(37) Ιω. Χρυσοστόμου, Κατηχητικός λόγος, Πεντηκοστάριον.
πηγή:romiosbravehost
http://anestixristos.blogspot.com/
Παρασκευή 25 Ιουνίου 2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Εορτολόγιο
Δημοφιλείς αναρτήσεις
-
--> Την αποβολή των μελετών του μητροπολίτη Περγάμου κ. Ιωάννη για την Αγία Τριάδα, από τις θεολογικές και εκκλησιαστικές...
-
Ήταν ένα ανοιξιάτικο πρωινό στή μακρινή χώρα κάτω, στο Σουδάν. Στό αεροδρόμιο της πρωτεύουσας παρατηρείτο μια ασυνήθιστη κίνηση. Εκτός τ...
-
Συνομιλία με τους πατέρες του Ιερού Γρηγοριατικού Κελιού των Ιωασαφαίων Καρυών -Πόσα χρόνια έχετε, πάτερ Βασίλειε, στο Άγιον Όρος; ...
-
Η οσία Σοφία της Κλεισούρας και η δια Χριστόν σαλότητα στην Ορθόδοξη Εκκλησία [i] Ευχαριστούμε πολύ τον συγγραφέα για το πολύ ό...
-
Κύριε εισάκουσον της προσευχής μου, ενώτισαι την δέησίν μου εν τη αληθεία σου, εισάκουσον μου εν τη δικαιοσύνη σου. Και μη εισέλθεις ε...
-
Πασίγνωστος είναι ο Μανταμάδος για το μεγάλο προσκύνημα του Ταξιάρχη του. Η εκκλησία του Αγίου βρίσκεται σε μικρή απόσταση απ' ...
-
Γέροντας Παΐσιος: «Για τίποτε να μην έχετε άγχος…» Το άγχος είναι του διαβόλου. Όταν βλέπετε άγχος, να ξέρετ...
-
Κατά τον Μυστικό Δείπνο ο Κύριος αφού έπλυνε τα πόδια των μαθητών Του (δίνοντάς τους παράδειγμα ταπείνωσης και ...
-
Το τελευταίο διάστημα γίνεται πολύς λόγος για το νησί της Σπιναλόγκα, με αφορμή το ομώνυμο βιβλίο με τίτλο «Το νησί», της Αγγλίδας Victoria...
Ξεκινάμε μια προσπάθεια παρουσίασης Ορθόδοξων Ιστοχώρων και Ιστολογίων.
Αν δεν υπάρχει ο δικός σας, ζητάμε συγνώμη,
ενημερώστε μας και θα τον συμπεριλάβουμε.
Πέρα από το άτομο
Make your own banner at MyBannerMaker.com!
Αντιγράψτε τον κώδικα στη δική σας σελίδα
για να εμφανιστούν τα banner μας.
Ειδοποιήστε μας για να συμπεριλάβουμε και το δικό σας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου