Χτές στις εκκλησιές της ελληνόφωνης ορθοδοξίας δαβάστηκε η ευαγγελική περικοπή για τους Τρείς Ιεράρχες.Στις υπόλοιπες ορθόδοξες Εκκλησίες αναγνώσθηκε το απόσπασμα που αφορά τον αρχιτελώνη και μετέπειτα απόστολο Ζακχαίο.Η εικόνα είναι από το μοναστήρι που υπάρχει στο μέρος της συναντήσεως του Ιησού με τον Ζακχαίο.Η φωτογραφία είναι ρώσων προσκυνητών.




Δέκατη Πέμπτη Κυριακή του Λουκά η Κυριακή του Ζακχαίου σήμερα (κεφ. ιθ΄,1-10), αγαπητοί.


Ο Ιησούς μας πορευόταν για την Ιερουσαλήμ, για το εκούσιον Πάθος. Εφθασε στην Ιεριχώ, που είναι κοντά στη θεία Σιών. Στο έμπα της πόλεως εθεράπευσε έναν τυφλό. Επειτα μπήκε στην πόλη και τη γύριζε.


Στην πόλη εκείνη της Ιεριχούς βρισκόταν ένας άνθρωπος με το όνομα Ζακχαίος, που ήταν και αρχιτελώνης και πλούσιος. Είχε ακούσει για τον Ιησού και για την καλοσύνη και την αγάπη που έδειχνε στους τελώνες και τους αμαρτωλούς και ζητούσε να Τον δει ποιος είναι.
Οταν έμαθε, λοιπόν, πως έφτασε εκεί, τ' άφησε όλα κι έτρεξε. Ηταν όμως κοντός στο σώμα, αλλά μεγάλος στην ψυχή. Δεν μπορούσε να δει τον Ιησού, που ήταν ανάμεσα στον κόσμο.


Ο Ιησούς ήταν ταπεινός και δεν ανέβαινε σε άρματα και στα υπόλοιπα, ήταν η άκρα ταπείνωσις.


Και τι να κάμει τότε; Τρέχει και ανεβαίνει σε μια συκαμινιά, γιατί από κει θα περνούσε, την έστησε και περίμενε. Οντως έφτασε ο Ιησούς. Με τα θεϊκά Του μάτια τον είχε ήδη δει, τώρα όμως σηκώνει και τα ανθρώπινα μάτια Του, τον βλέπει και τον φωνάζει με το όνομά του: «Ζακχαίε, τρέξε και κατέβα. Σήμερα είναι ανάγκη να μείνω στο σπίτι σου, αφού για σένα ήλθα, το απολωλός, για να σε σώσω». 

Εκείνος κατέβηκε αμέσως και Τον υποδέχτηκε με χαρά. Με χαρά, γιατί τον είδε ο Ιησούς, γιατί τον αποκάλεσε με το όνομά του και διάλεξε να μείνει στο σπίτι του. Οι υπόλοιποι, η συνοδεία του Ιησού κι ο λαός, όταν είδαν να κάμει αυτή τη διάκριση, άρχισαν να γογγύζουν και να λένε: «Χάθηκε ένα σπίτι δικό μας; Σ' αυτόν τον παλιάνθρωπο πήγε να μείνει και να ξεκουραστεί;». Εφτασαν στο σπίτι, εν τω μεταξύ, κι ο Ζακχαίος στέκεται μπροστά στον Ιησού και Του λέγει: «Κύριε, έχουν δίκαιο, ήμουν παλιάνθρωπος, αλλά, να, τώρα αλλάζω με τη δική Σου χάρη και βοήθεια και τα μισά απ' τα υπάρχοντά μου τα δίνω στους φτωχούς (σ.σ.: χρησιμοποιεί το ρήμα «δίδωμι» που σημαίνει «τα δίνω τώρα» κι όχι «θα τα δώσω», έχει σημασία αυτό), κι όποιον αδίκησα του το επιστρέφω τέσσερις φορές παραπάνω», όπως όριζε ο Νόμος του Μωυσή, τη μεγαλύτερη αποζημίωση. Και το έκανε με χαρά.



  Ο Ιησούς, τότε, τον υπερασπίστηκε και είπε: «Και αυτός έπρεπε να σωθεί. Σήμερα έγινε σωτηρία σ' αυτό το σπίτι, γιατί κι αυτός είναι υιός Αβραάμ».


 Εγινε την ώρα εκείνη υιός Αβραάμ, διότι ο Αβραάμ είχε πίστη αφενός και αφετέρου ήταν φιλόξενος και ελεήμων. Σε μια στιγμή, πώς αλλάζει ο άνθρωπος! Αυτή είναι η Χάρη του Χριστού η παντοδύναμη. Για να δικαιολογήσει τα πάντα ο Ιησούς είπε: «Ηλθε ο Υιός του ανθρώπου, για να ζητήσει και να σώσει το απολωλός».


Και ποιος δεν είναι απολωλός; Απολωλότα πρόβατα γέμισε η πλάση όλη.
Και σήμερα, μετά 2.000 χρόνια Χριστιανοσύνης, οι περισσότεροι είμεθα απολωλότα. Μακάρι στη ζωή μας να έλθει και να μας βρει ο Ιησούς Χριστός, αρκεί εμείς, όπως κι αν είμαστε, να Τον ζητάμε και να Τον παρακαλούμε.


Αυτό θα είναι μεγάλη για Κείνον χαρά και δική μας σωτηρία. 

 Του αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη (Το κήρυγμα της Κυριακής) 



απο το πολυ καλο http://misha.pblogs.gr/