Από μικρά παιδιά γαλουχηθήκαμε με την ιδέα να θεωρούμε το Κράτος- ότι κι αν σήμαινε αυτό, προστάτη μας. Προασπιστή των κοινωνικών δικαιωμάτων μας, εγγυητή και μεσάζοντα στις σχέσεις μας με το «αιμοσταγές» κεφάλαιο, με τον «αμείλικτο» ιδιώτη που ενδιαφέρεται μόνο για το κέρδος μη διστάζοντας να απειλήσει ή να πλήξει ευθέως την ποιότητα του καθημερινού μας βίου και το μόχθο μας.
Κι όμως, μεσολαβούν κάποιες χρονικές περίοδοι όπου το Κράτος βιώνει ειδών-ειδών κρίσεις, οικονομικές, θεσμικές, πολιτικές, βαθιά ηθικές κοκ και τότε διαπιστώνουμε με πόνο ότι η κρατική προστασία είναι μια έννοια ρευστή και ευμετάβλητη που μπορεί να βαπτιστεί με τέτοια χρίσματα που να τη μετατρέψουν από πρόβατο σε λύκο. Και είναι μέσα από την καθημερινότητα και την απλότητα των κοινωνικών συνδιαλλαγών του πολίτη, που αποκαλύπτεται πόσο απατηλή είναι η παραδοχή ή αλλιώς η κατασκευή της έννοιας ενός Κράτους Δικαίου και Πρόνοιας που η πλειοψηφία ημών εκτιμά ότι είναι δυνατό να έχει αποκλειστικά δημόσιο χαρακτήρα.
Για να γίνω πιο συγκεκριμένος και κατανοητός, σας μεταφέρω συνοπτικά μια πρόσφατη εμπειρία δική μου και της οικογένειάς μου. Προ δεκαημέρου, αποκτήσαμε το έβδομο παιδί μας. Η αλήθεια είναι πως ανήκω αριθμητικά στην μάλλον ολιγοπρόσωπη κοινωνική ομάδα των πολυτέκνων, για να μην πω υπερ-πολυτέκνων Ελλήνων. Την ιδιότητά μου αυτή ουδέποτε τη χρησιμοποίησα προσπαθώντας να κερδίσω κάτι σε επίπεδο επαγγελματικό, οικονομικό ή οποιοδήποτε άλλο. Κι αυτό ήταν επιλογή δική μου και της συζύγου μου. Κι ενώ το κράτος, προβάλλοντας το κοινωνικό του πρόσωπο, διατυμπάνιζε σε όλη τη κοινωνία τα δικαιώματά μου, όπως επίδομα πολυτεκνικό (περίπου 526 ευρώ το δίμηνο για έξι παιδιά), μειωμένα εισιτήρια στα Μέσα Μαζικής Μεταφοράς, φοροαπαλλαγή και διάφορα άλλα παρεμφερή, εδώ κι ένα χρόνο νιώθω ότι στοχοποιήθηκα όχι μόνο ως πολίτης γενικά αυτής της χώρας, αλλά και ως πολύ-γονέας. Οι παροχές που το κράτος μου παρουσίαζε ως σήμερα σαν δικαιώματα, συνταγματικά μάλιστα κατοχυρωμένα, βάλλονται. Θεωρούμαι ανοιχτά ως αντιπαραγωγικός κι επιζήμιος και απειλούμαι με κατάργηση όσων μας έχουν παραχωρηθεί ως διευκολύνσεις σε μια μεγάλη οικογένεια.
Η γέννηση του νέου μέλους της οικογένειας, πραγματοποιήθηκε σε ιδιωτικό μαιευτήριο, πιο συγκεκριμένα στο ΓΑΙΑ. Από την αρχή και στα πλαίσια θεωρώ ενός ελκυστικού οικονομικού πακέτου, αλλά και για λόγους προβολής και διαφήμισης της εν λόγω ιδιωτικής επιχείρησης, γνωρίζαμε ότι το βασικό κόστος της νοσηλείας της συζύγου και του τέκνου μου θα ήταν μηδενικό. Η δυσπιστία που έχει εμποτίσει τις ψυχές μας πλέον λόγω της κρατικής ασυνέπειας και κοροϊδίας, μας έκανε να «κρατάμε μικρό καλάθι». Δε μπορεί λέγαμε, κάποια κρυφή χρέωση θα υπάρχει, κάποιο επιπλέον ποσό θα πληρώσουμε…Κι όμως, ενώ η πατρίδα μας αντιμετωπίζει ως «οικονομικό βαρίδι», μια ιδιωτική επιχείρηση δε δίστασε να μας υποστηρίξει όντας απολύτως συνεπής στις υποσχέσεις της. Δε νιώσαμε αποδιοπομπαίοι τράγοι, επαίτες ή αναξιοπρεπείς. Δεν καταρρακωθήκαμε όπως μέσα από τη σχέση μας με την επίσημη πολιτεία, δε ντραπήκαμε γιατί εν τέλει και εμείς τα φάγαμε!
Σε ότι δε αφορά την ποιότητα στις παρεχόμενες υπηρεσίες υγείες, τι να πει κανείς. Η παρουσία και υποστήριξη του συστήματος από ένα ισχυρό διοικητικό δίκτυο ήταν προφανής από την καθαριότητα του κτηρίου μέχρι την παραλαβή των επιτόκων, τη φιλοξενία τους στις νοσηλευτικές-μαιευτικές μονάδες, το λογιστήριο με την αποτελεσματικότητα και την πληρότητα στην πληροφόρηση και την καθοδήγηση ως προς τις απαιτούμενες διαδικασίες μετά τον τοκετό.
Για μια ακόμη φορά, ο ιδιωτικός τομέας πρωτοπορεί. Κι αναρωτιέμαι τι δεν πάει καλά στο Δημόσιο. Το προσωπικό προέρχεται από τις ίδιες Σχολές Εκπαίδευσης Επαγγελματιών Υγείας, τα υλικά που χρησιμοποιούνται παρεμφερή, ο αριθμός του προσωπικού ανά βάρδια περίπου ίδιος με τα δημόσια νοσοκομεία. Ήταν πάντως προφανής η διαρκής παρουσία κι ο έλεγχος από τη διοίκηση, η αξιολόγηση, η παροχή οδηγιών και κατευθύνσεων από τους προϊσταμένους. Ίσως αυτά συνθέτουν την ειδοποιό διαφορά σε σύγκριση με το χώρο της δημόσιας υγείας. Η σύζυγός μου, νοσηλεύτρια κατ΄ επάγγελμα, εντυπωσιάστηκε ειλικρινά από το μεράκι και το κέφι που διέκρινε τη δουλειά του προσωπικού.
Ήταν προφανής ο στόχος του όλου εγχειρήματος, που δεν ήταν άλλος παρά η ευχαρίστηση του πελάτη-χρήστη του συστήματος υγείας. Με άλλα λόγια η επίτευξη της ποιότητας στην εργασία. Διέκρινα στις ενέργειες και στη στάση του προσωπικού τη σαφή πίστη όλων στο ξεκάθαρα διατυπωμένο όραμα της επιχείρησης, την ικανοποίηση του χρήστη των υπηρεσιών υγείας, αν θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε περισσότερο όρους management. Παράλληλα η σύζυγός μου, βίωσε στην πράξη αυτό που μάθαινε από τα πρώτα της χρόνια στη σχολή νοσηλευτικής όπου εντυπωσιαζόταν ακούγοντας τις εκπαιδεύτριές της να πριμοδοτούν τη δύναμη του ειλικρινούς ενδιαφέροντος για τον ασθενή που μεταφράζεται και πιστοποιείται απλά με ένα χαμόγελο, ένα άγγιγμα χωρίς γάντια κι αναφέρομαι σε κείνα της ψυχής όσο και του σώματος, στην αναγνώριση και διατήρηση της ατομικότητας και της αξιοπρέπειας του ασθενούς.
Το συμπέρασμα είναι τελικά παρήγορο κι ελπιδοφόρο πιστεύω. Οι ίδιοι άνθρωποι είμαστε, οι ίδιοι επαγγελματίες δουλεύουμε στο δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα, τις ίδιες επιστημονικές γνώσεις κι αξίες μετερχόμαστε όλοι. Το μυστικό της σωτηρίας του δημοσίου τομέα, κρύβεται στην ορθολογική οργάνωση και την προσκόλληση σε αυτή, στην αξιοκρατική ανάδειξη των προσώπων, στην κατανομή των ρόλων-θέσεων ανάλογα με τα προσόντα που διαθέτει κάθε επαγγελματίας, στη διαρκή αξιολόγηση και βελτίωση των ικανοτήτων του προσωπικού.
Το ερώτημα όμως που προβάλλει αφοπλιστικά αναπάντητο είναι ο τρόπος που θα αναδιαρθρωθεί ένα σύστημα στημένο επί όρων κομματοκρατίας και πελατείας. Έχει κανείς τη θέληση, αλλά και τη δύναμη να γκρεμίσει για να χτίσει και ποιος;
Δημήτριος Καρατζίδης
Ταξίαρχος ε.α.
ΥΓ: γνωρίζουμε τον κ Καρατζίδη ...την αξιοπιστία των λόγων του και τη συνέπεια των πράξεων του!!
AHDONI
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου