Ο Κύριος θαυματουργεί στην ψυχή και στο σώμα μας
Χριστός Ανέστη, φίλοι αναγνώσται. Τέταρτη Κυριακή από το Πάσχα σήμερα, η λεγόμενη του Παραλύτου (Ιωάννου κεφ. ε', 1-15). Ο Χριστός μας ήταν στην Ιερουσαλήμ για κάποια γιορτή. Φρόντιζε πάντα ν' ανεβαίνει τέτοιες μέρες, για να θαυματουργεί και να διδάσκει τον λαό. Γι' αυτό, άλλωστε, ήρθε: να ελευθερώσει τον άνθρωπο από τα έργα του Διαβόλου και να τον αναστήσει.
Καθώς ανέβαινε, έφτασε κοντά σε μια στέρνα, στη Στοά του Σολομώντος, όπου γινόταν κατά καιρούς ένα καταπληκτικό θαύμα: κατέβαινε άγγελος Κυρίου, τάραζε το νερό και όποιος άρρωστος έμπαινε πρώτος, θεραπευόταν. Ησαν εκεί αμέτρητοι άρρωστοι. Ο Χριστός μας πήγε σε κάποιον που είχε τριάντα οκτώ χρόνια παραλυσία. Τον πήγαιναν εκεί, αλλά δεν είχε, φαίνεται, δικούς του να τον φροντίσουν. Ηταν έρημος και ξένος, ξένος στα ξένα.
Ο Ιησούς, ο Θεάνθρωπος, μας βλέπει όλους, και τα βάσανά μας και τις αρρώστιές μας και τα πάντα. Μας φροντίζει καθώς εφρόντισε και κείνον τον άνθρωπο. Τον είδε, λοιπόν, ο Χριστός -και είναι υπέροχο να μας βλέπει ο Κύριος!- και αντελήφθη ότι έχει πολλά χρόνια στην αρρώστια αυτός ο άνθρωπος. Πηγαίνει πιο κοντά και με καλοσύνη, στοργή και άφατη αγάπη τον ρωτά αν θέλει να γίνει κα-ά. Ο άνθρωπός μας, που με την αρρώστια είχε γίνει ταπεινός, πράος και ευγενικός, του λέει: «Κύριε, δεν έχω άνθρωπο. Μήπως εσύ προσφέρεσαι ...;», -έτσι λειτούργησε η ψυχή του- « ...;να μείνεις εδώ μαζί μου και να με βάλεις, όταν ταραχθεί το νερό, πρώτο, να γίνω καλά;». Του άρεσε του Ιησού αυτή η αντίδραση του Παραλύτου. Και του λέγει: «Σήκω επάνω. Πάρε το κρεβάτι σου». Αμέσως εκείνος εθεραπεύθη, γιατί έκανε υπακοή και έδειξε πίστη στον Χριστό, και δεν Του είπε: «Τι μου λες, άνθρωπέ μου; Τόσα χρόνια έχω, και με μια κουβέντα είναι εύκολο και κατορθωτό να σηκωθώ;». Οχι. Η δύναμη του Ιησού Χριστού τον σήκωσε και πήρε εκείνος το κρεβάτι του και περπατούσε, για να βεβαιωθεί και πιστοποιηθεί το θαύμα. Και ο Ιησούς έφυγε, κρύφτηκε μέσα στον κόσμο. Αλλωστε, είναι για τους πολλούς ένας άγνωστος ευεργέτης. Οι Φαρισαίοι -ήταν Σάββατο η ημέρα εκείνη- τον είδαν να σηκώνει το κρεβάτι του και άρχισαν να τον κατηγορούν ότι είναι παραβάτης του Σαββάτου. Και τον ρώτησαν: «Ποιος σ' έβαλε; Ποιος σου είπε να σηκώσεις το κρεβάτι σου;». Δεν έμειναν στο θαύμα, που ήταν καταπληκτικό, να πούνε: «Μπράβο, άνθρωπέ μου!
Τόσα χρόνια ήσουν εκεί. Ποιος είναι αυτός που σε σήκωσε; Αυτός είναι σπουδαίος! Εμείς, που τηρούμε το Σάββατο και τον Νόμο, δεν μπορέσαμε να σε σηκώσουμε. Ποιος είναι αυτός;». Οχι. Ο φθόνος τούς οδηγούσε. Είχε παραλύσει την ψυχή τους. Εφυγε η παραλυσία απ' τον άνθρωπο και πήγε στους Γραμματείς και Φαρισαίους, και τους παρέλυσε. Εγινε φθόνος. Εκείνος δεν ήξερε για τον Χριστό και τους είπε: «Ενας άνθρωπος, καλός άνθρωπος, μου είπε να σηκωθώ και να πάρω το κρεβάτι μου στον ώμο. Και το κάνω. Δεν ξέρω ποιος είναι». Αργότερα, τον βρίσκει στον ναό ο Χριστός μας, αφού είχαν καταλαγιάσει τα πράγματα, και εκείνος είχε πάει να ευχαριστήσει τον Θεό. Τόσα χρόνια παράλυτος, κανείς δεν τον βοήθησε, παρά μόνον ο Θεάνθρωπος. Και τον βρήκε ο Ιησούς Χριστός μας. Μας ψάχνει ο Ιησούς Χριστός όπου και αν είμαστε, ακόμη και στον ναό. Μας ψάχνει και είναι κοντά μας. Μας βοηθάει και δεν μας αφήνει. Του ανέφερε, φαίνεται, το όνομά Του και τα υπόλοιπα, και του είπε να μην ξαναμαρτήσει, για να μη χάσει και την ψυχή του. Εκείνος, καθώς το 'μαθε, βγήκε ολόχαρος, πάει στους Ιουδαίους και τους λέει: «Ο Ιησούς με έκανε καλά». Ηταν γεμάτη η ψυχή του ευγνωμοσύνη και αγάπη. Ηταν και κείνη αναστημένη, όπως και το μέχρι τότε παράλυτο σώμα του. Ο Ιησούς μάς θεραπεύει ψυχή τε και σώματι και είναι η άκρα αγάπη και η μεγάλη στοργή μας. Χριστός Ανέστη!
(του αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, Το κήρυγμα της Κυριακής)
http://www.filokalia.co.cc/
Χριστός Ανέστη, φίλοι αναγνώσται. Τέταρτη Κυριακή από το Πάσχα σήμερα, η λεγόμενη του Παραλύτου (Ιωάννου κεφ. ε', 1-15). Ο Χριστός μας ήταν στην Ιερουσαλήμ για κάποια γιορτή. Φρόντιζε πάντα ν' ανεβαίνει τέτοιες μέρες, για να θαυματουργεί και να διδάσκει τον λαό. Γι' αυτό, άλλωστε, ήρθε: να ελευθερώσει τον άνθρωπο από τα έργα του Διαβόλου και να τον αναστήσει.
Καθώς ανέβαινε, έφτασε κοντά σε μια στέρνα, στη Στοά του Σολομώντος, όπου γινόταν κατά καιρούς ένα καταπληκτικό θαύμα: κατέβαινε άγγελος Κυρίου, τάραζε το νερό και όποιος άρρωστος έμπαινε πρώτος, θεραπευόταν. Ησαν εκεί αμέτρητοι άρρωστοι. Ο Χριστός μας πήγε σε κάποιον που είχε τριάντα οκτώ χρόνια παραλυσία. Τον πήγαιναν εκεί, αλλά δεν είχε, φαίνεται, δικούς του να τον φροντίσουν. Ηταν έρημος και ξένος, ξένος στα ξένα.
Ο Ιησούς, ο Θεάνθρωπος, μας βλέπει όλους, και τα βάσανά μας και τις αρρώστιές μας και τα πάντα. Μας φροντίζει καθώς εφρόντισε και κείνον τον άνθρωπο. Τον είδε, λοιπόν, ο Χριστός -και είναι υπέροχο να μας βλέπει ο Κύριος!- και αντελήφθη ότι έχει πολλά χρόνια στην αρρώστια αυτός ο άνθρωπος. Πηγαίνει πιο κοντά και με καλοσύνη, στοργή και άφατη αγάπη τον ρωτά αν θέλει να γίνει κα-ά. Ο άνθρωπός μας, που με την αρρώστια είχε γίνει ταπεινός, πράος και ευγενικός, του λέει: «Κύριε, δεν έχω άνθρωπο. Μήπως εσύ προσφέρεσαι ...;», -έτσι λειτούργησε η ψυχή του- « ...;να μείνεις εδώ μαζί μου και να με βάλεις, όταν ταραχθεί το νερό, πρώτο, να γίνω καλά;». Του άρεσε του Ιησού αυτή η αντίδραση του Παραλύτου. Και του λέγει: «Σήκω επάνω. Πάρε το κρεβάτι σου». Αμέσως εκείνος εθεραπεύθη, γιατί έκανε υπακοή και έδειξε πίστη στον Χριστό, και δεν Του είπε: «Τι μου λες, άνθρωπέ μου; Τόσα χρόνια έχω, και με μια κουβέντα είναι εύκολο και κατορθωτό να σηκωθώ;». Οχι. Η δύναμη του Ιησού Χριστού τον σήκωσε και πήρε εκείνος το κρεβάτι του και περπατούσε, για να βεβαιωθεί και πιστοποιηθεί το θαύμα. Και ο Ιησούς έφυγε, κρύφτηκε μέσα στον κόσμο. Αλλωστε, είναι για τους πολλούς ένας άγνωστος ευεργέτης. Οι Φαρισαίοι -ήταν Σάββατο η ημέρα εκείνη- τον είδαν να σηκώνει το κρεβάτι του και άρχισαν να τον κατηγορούν ότι είναι παραβάτης του Σαββάτου. Και τον ρώτησαν: «Ποιος σ' έβαλε; Ποιος σου είπε να σηκώσεις το κρεβάτι σου;». Δεν έμειναν στο θαύμα, που ήταν καταπληκτικό, να πούνε: «Μπράβο, άνθρωπέ μου!
Τόσα χρόνια ήσουν εκεί. Ποιος είναι αυτός που σε σήκωσε; Αυτός είναι σπουδαίος! Εμείς, που τηρούμε το Σάββατο και τον Νόμο, δεν μπορέσαμε να σε σηκώσουμε. Ποιος είναι αυτός;». Οχι. Ο φθόνος τούς οδηγούσε. Είχε παραλύσει την ψυχή τους. Εφυγε η παραλυσία απ' τον άνθρωπο και πήγε στους Γραμματείς και Φαρισαίους, και τους παρέλυσε. Εγινε φθόνος. Εκείνος δεν ήξερε για τον Χριστό και τους είπε: «Ενας άνθρωπος, καλός άνθρωπος, μου είπε να σηκωθώ και να πάρω το κρεβάτι μου στον ώμο. Και το κάνω. Δεν ξέρω ποιος είναι». Αργότερα, τον βρίσκει στον ναό ο Χριστός μας, αφού είχαν καταλαγιάσει τα πράγματα, και εκείνος είχε πάει να ευχαριστήσει τον Θεό. Τόσα χρόνια παράλυτος, κανείς δεν τον βοήθησε, παρά μόνον ο Θεάνθρωπος. Και τον βρήκε ο Ιησούς Χριστός μας. Μας ψάχνει ο Ιησούς Χριστός όπου και αν είμαστε, ακόμη και στον ναό. Μας ψάχνει και είναι κοντά μας. Μας βοηθάει και δεν μας αφήνει. Του ανέφερε, φαίνεται, το όνομά Του και τα υπόλοιπα, και του είπε να μην ξαναμαρτήσει, για να μη χάσει και την ψυχή του. Εκείνος, καθώς το 'μαθε, βγήκε ολόχαρος, πάει στους Ιουδαίους και τους λέει: «Ο Ιησούς με έκανε καλά». Ηταν γεμάτη η ψυχή του ευγνωμοσύνη και αγάπη. Ηταν και κείνη αναστημένη, όπως και το μέχρι τότε παράλυτο σώμα του. Ο Ιησούς μάς θεραπεύει ψυχή τε και σώματι και είναι η άκρα αγάπη και η μεγάλη στοργή μας. Χριστός Ανέστη!
(του αρχιμανδρίτη Ανανία Κουστένη, Το κήρυγμα της Κυριακής)
http://www.filokalia.co.cc/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου