...
Διανύουμε τὸ Δεκαπενταύγουστο. Τὶς ἅγιες αὐτὲς δεκαπέντε μέρες ἡ Ἐκκλησία καλεῖ τὰ παιδιά της νὰ προετοιμασθοῦν γιὰ τὴ μεγάλη ἑορτὴ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου.
* * *
Ἡ Κοίμησις τῆς Θεοτόκου εἶνε ἕνα μικρὸ Πάσχα, τὸ Πάσχα τοῦ καλοκαιριοῦ. Κι ὅπως πρὸ τοῦ Πάσχα ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἔχει ὁρίσει νηστεία, ἔτσι καὶ τὴν περίοδο αὐτή, πρὸ τῆς Κοιμήσεως, ἔχει ὁρίσει νηστεία.
Οἱ Χριστιανοί, ἐκτὸς ἀπὸ τοὺς ἀσθενεῖς, πρέπει νὰ νηστέψουν ὅλοι, ἄντρες γυναῖκες καὶ παιδιά. Νηστεία λοιπὸν αὐτὲς τὶς δεκαπέν τε μέρες, καὶ μάλιστα αὐστηρά. Μόνο Σάββατο καὶ Κυριακὴ ἐπιτρέπεται τὸ λάδι καὶ στὴν ἑορτὴ τῆς Μεταμορφώσεως τοῦ Σωτῆρος τὸ ψάρι τὶς ἄλλες μέρες αὐστηρὰ νηστεία.
Νηστεύουν σήμερα οἱ Χριστιανοί; Ἐλάχιστοι δυστυχῶς. Ἦταν ἄλλοτε ἐποχὴ ποὺ ὅ λοι νήστευαν. Ἰδίως στὸν Πόντο, στὴ Μικρὰ Ἀ σία, στὴ Μακεδονία, στὰ εὐλογημένα αὐτὰ μέ ρη, οἱ Χριστιανοὶ τηροῦσαν τὴ νηστεία αὐ τὴ ὅ πως τὴ Μεγάλη Σαρακοστή. Τώρα οὔτε ἡ νηστεία αὐτὴ τηρεῖται, οὔτε ἡ Τετάρτη καὶ Πα ρασκευή, οὔτε καὶ ἡ Μεγάλη Παρασκευή. Μερι κοὶ καὶ τὴ Μεγάλη Παρασκευὴ σουβλάκια τρῶνε.
Καὶ εἶνε ἁμαρτία αὐτό; θὰ πῇ κάποιος. Πῶς δὲν εἶνε; Τὸ ἕνα δὲν εἶνε ἁμαρτία, τὸ ἄλλο δὲν εἶνε ἁμαρτία ποιό λοιπὸν εἶνε ἁμαρτία; Ἡ νηστεία εἶνε ἐντολὴ τῆς ἁγίας μας Ἐκκλησίας, καὶ πρέπει οἱ Χριστιανοὶ νὰ ὑπακούουν καὶ νὰ τὴν τηροῦν. Ἐκτὸς ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ εἶνε στὰ νοσοκομεῖα καὶ ἄλλους ἀσθενεῖς καὶ ἀδυνάτους, ὅλοι οἱ ἄλλοι πρέπει νὰ νηστεύουν.
Δὲ νηστεύουν λοιπόν; ἀθετοῦν τὴν ἐντολὴ αὐτή; Τί θὰ γίνῃ; Θά ᾽ρθῃ μέρα ―κ᾽ εἶνε κοντά―, ποὺ θὰ πέσῃ πεῖνα. Πεῖνα μεγάλη, ὅπως τὸ ᾽41-᾽42-᾽43. Ἐμεῖς οἱ πιὸ μεγάλοι, ποὺ γεράσαμε, θυμούμεθα μὲ φρίκη ἐκεῖνες τὶς μέρες. Θά ᾽ρθῃ πάλι πεῖνα θὰ ποῦμε τὸ ψωμὶ ψωμάκι. Ὄχι πλέον μπίρες καὶ οὖζα καὶ κρασιὰ καὶ ἀσωτίες, ἀλλὰ καὶ τὸ νεράκι θὰ μᾶς λείψῃ καὶ θὰ τρέχουμε στὰ βουνὰ νὰ βροῦμε. Μήπωςδὲν ὑπάρχουν καὶ σήμερα χῶρες ὅπου μοιράζεται νερὸ μὲ τὸ δελτίο καὶ πεθαίνουν παιδιὰ σὰν τὶς μῦγες; Ἐμᾶς μᾶς τά ᾽χει ἀκόμα ὁ Θεὸς ὅλα πλούσια ἐν τούτοις δὲν θέλουμε οὔτε Δεκαπενταύγουστο οὔτε ἄλλες μέρες νὰ νηστέψουμε. Γι᾽ αὐτὸ θὰ μᾶς ἔρθῃ τιμωρία.
Οἱ πολλοὶ δὲν ἀκοῦνε τὴν Ἐκκλησία νὰ νηστέψουν. Νηστεύουν ὅμως – πότε; ὅταν πᾶνε στὸ γιατρὸ κ᾽ ἐκεῖνος τοὺς ἐπιβάλλῃ αὐστηρή δίαιτα. Τί εἶνε αὐτὴ ἡ αὐστηρὴ δίαιτα; Μιὰ νηστεία εἶνε. Τότε καὶ τὸ ἁλάτι ἀκόμη κόβουν. Κόσμε ψεύτη! πέρα ἀπ᾽ τὸ κορμὶ - τὸ τομάρι σου δὲ σὲ νοιάζει τίποτ᾽ ἄλλο. Ἅμα σοῦ τὸ πῇ ὁ γιατρός, τότε μετρᾷς καὶ τὶς μπουκιὲς τὸ ψωμί ὅ ταν σοῦ λέῃ ἡ Ἐκκλησία «νήστεψε», γελᾷς.
Βλέπετε λοιπόν; στὸ γιατρὸ ὑπακοῦμε, στὴν Ἐκκλησία ὄχι σὲ ἀνθρώπους ὑπακοῦμε, στὸ Χριστὸ δὲν ὑπακοῦμε. Μὰ γι᾽ αὐτὸ εἶνε ἁμαρτία διότι εἶνε μιὰ ἀνυπακοὴ στὸ Χριστό.
* * *
Ἐκτὸς ἀπὸ τὴ νηστεία τὶς ἡμέρες αὐτὲς χτυποῦν οἱ καμπάνες μὲ τὴ δύσι τοῦ ἥλιου καὶ καλοῦν τοὺς Χριστιανοὺς νὰ πᾶνε ὅλοι στὴν ἐκκλησία. Τί νὰ κάνουν; Παράκλησι, νὰ ψάλουν τὸν παρακλητικὸ κανόνα, νὰ τιμήσουν καὶ μ᾽ αὐτὸ τὸν τρόπο τὴν Παναγία.
Κάθε βράδυ στὶς παρακλήσεις ἂς σκεφτοῦμε ὅλοι σοβαρά. Ἰδιαιτέρως οἱ γυναῖκες ἂς φέρουν ἐμ πρός τους τὴ μορφὴ τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ ἂς προσπαθήσουν νὰ ζήσουν κι αὐτὲς σύμφωνα μὲ τὸ παράδειγμά της.
Ἡ Παναγία μας εἶνε παραπάνω κι ἀπὸ ἀποστόλους κι ἀπὸ μάρτυρες κι ἀπὸ ἀγγέλους κι ἀπὸ ἀρχαγγέ λους, παραπάνω ἀπ᾽ ὅλους. Γι᾽ αὐτὸ σ᾽ ἐκείνην στρέφονται οἱ καρδιές. Δύο μορφὲς θυμᾶται καθένας μας τὴ μάνα του, καὶ παραπάνω ἀπὸ τὴ μάνα του τὴ Μάνα τοῦ Χριστοῦ καὶ μάνα ὅλου τοῦ κόσμου, καὶ τὴν ἐπικαλεῖται.
«Παναγιά μου» φωνάζει ὁ ἄρρωστος, ποὺ βογγάει στὸ κρεβάτι κ᾽ οἱ γιατροὶ τὸν ἔχουν ἀ πελπίσει. «Παναγιά μου» φωνάζει ὁ ναύτης, ποὺ ναυαγεῖ στὸ πελάγος καὶ παλεύει μὲ τὰ ἄγρια κύματα. «Παναγιά μου» φωνάζει τὸ ὀρφανό, ποὺ ἔμεινε ἔρημο στὸν κόσμο ἀπὸ γονεῖς. «Παναγιά μου» φωνάζει ἡ χήρα, ποὺ δὲν ἔχει τὸ βράδυ ψωμὶ γιὰ τὰ μικρά της. «Παναγιά μου» φωνάζει ὁ στρατιώτης, ποὺ φρουρεῖ τὴν πατρίδα στὰ σύνορα. «Παναγία μας» φώναζαν οἱ πρόγονοί μας ὅταν τοὺς πολιορκοῦσαν οἱ ἐχθροί.
Θὰ σᾶς πῶ μόνο ἕνα θαῦμα ἀπὸ τὰ πολλά. Ἔγινε τὸν καιρὸ τῆς ἐπαναστάσεως στὴ Σάμο. Οἱ Τοῦρκοι εἶχαν βάλει στὸ μάτι τὸ νησὶ καὶ ἤ θελαν νὰ τὸ πάρουν. Πῆγαν ἐκεῖ μὲ τὴν ἀρμάδα τους, διακόσα - τριακόσα καράβια γε μᾶτα πάνοπλους στρατιῶτες. Οἱ ὑπερασπισταὶ τοῦ νησιοῦ ἀγωνίζονταν μὲ πέντε παλιοκάρα βα, ἀλλὰ τὰ πληρώματά τους ἦταν γενναῖες ψυ χές. Οἱ Σαμιῶτες βρέ θηκαν σὲ μεγάλο κίνδυ νο. Τι νὰ κάνουν; Χτύπησαν τὶς καμπάνες, κήρυξαν γενικὴ νηστεία κ᾽ ἔπεσαν σὲ προσευχή ἔψαλλαν ὅλη νύχτα. Γυναῖκες ἄντρες παι διά, ὅλοι τρεῖς μέρες νηστικοί, παρακαλοῦσαν τὴν Παναγιά. Καὶ ἐνῷ οἱ Τοῦρκοι ἦταν βέβαιοι ἑκατὸ τοῖς ἑκατὸ ὅτι θὰ πάρουν τὸ νησί, ἐν τέλει δὲν τὸ πῆραν. Στὶς 5 Αὐγούστου τὰ πλοῖα τους ὑπέστησαν καταστροφή ἡ ἀρμάδα ἀναγκάστηκε νὰ φύγῃ. Καὶ τὸ πρωὶ τῆς ἑορτῆς τῆς Μεταμορφώσεως ὅλη ἡ Σάμος στὸ πόδι δοξολογοῦσε τὸ Θεό. Στὴ σημαία καὶ στὴ μεγάλη σφραγῖδα τους ἔ γραψαν «Ἡ Παναγία ἔσωσε τὴ Σάμο», καὶ ἔκτοτε τὸ νησὶ τιμᾷ τὴν ἡμέρα αὐτή.
Δὲν εἶνε λοιπὸν ψέμα μεγάλη ἡ χάρις τῆς Παναγίας! Σ᾽ αὐτὴν στηρίζουμε τὶς ἐλπίδες μας καὶ τῆς ὀφείλουμε κάθε τιμή.
...
Περιοδικό "Κυριακή"
Συντάκτης † ἐπίσκοπος
Αὐγουστῖνος Ν. Καντιώτης
Πηγή
.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου