Στα Καυσοκαλύβια υπήρξαν κάποιοι για τούς όποιους
εκφράζονταν υπόνοιες μήπως προσποιούνταν τούς σαλούς:
Ένας από αυτούς ήταν ο Αγάθων που ζούσε ασκητικότατα κατά
τις δεκαετίες 1920 και 1930 σε προχειροπαραπήγματα ή σε εγκαταλειμμένες
ξεροκαλύβες.
Καθώς φρόντιζε, κανείς να μη μπορεί να τον επισκεφθεί στα
ιδιαίτερα αυτά ενδιαιτήματα-καταφύγιά του, παρέμενε άγνωστος ό τρόπος της
προσευχής και του πνευματικού του «κατά μάνας» (Ψαλμ, 140,10) αγώνας, καθώς και
το πώς επεβίωνε, αφού μαγειρεμένο φαγητό έτρωγε μόνο όταν του το προσέφεραν
συνασκηταί από φιλανθρωπία ή και για μικροεκδουλεύσεις. Ενώ δεν κανείς δεν τον
ήκουε ή τον έβλεπε ασκόπως περιφερόμενο και αργολογούντα, ποτέ δεν τον σημείωσε
απόντα απλούς' τις τακτικές και τις έκτακτες παγκοινιές και απλούς τις εορτές
ακολουθίες και αγρυπνίες του Κυριακού.
Τα καλοκαίρια διήγε ξεσκούφωτος, μονοχίτων και ανυπόδητος.
Τα τσουχτερά όμως κρύα και τις χιονοπαγωνιές τις αντιμετώπιζε με σύνεση,
προνοητικότητα και σοφία.
Με τα πρώτα «γυρίσματα» του καιρού απεκδυόταν το
παλιοζωστικό και... επιστράτευε την χειμωνιάτικη χοντρή και βαριά «στολή» του,
πού -για να την περιγράψουμε λεπτομερέστερα- την απάρτιζαν: σκούφια καλογερική
στην πλουσιότριχη κεφαλή του, Αγιαννανίτικη σκληρή χοντροφανέλλα φορεμένη
κατάσαρκα, περισκελίδες δίκης του επινοήσεως, κοπτικής και ραπτικής -με πρώτη
ύλη τα χόρτο- τσούβαλα-, τσαρούχια πού τα κατασκεύαζε επίσης ό ίδιος από
γουρουνοτόμαρο πού το του προμήθευαν κυνηγοί, και... επανωφόρι συναρμολογημένο
από προβατοπροβιές, πού, για ευνόητους λόγους, αρεσκόταν να το αποκαλεί
«μηλωτή» (Βασιλειών 3, 19, 13)• αλλά ό νους oσων έτσι τον έβλεπαν πήγαινε περισσότερο
σε βορειοπολικό Έσκιμωο και πολύ λιγότερο στον Θεσβίτη προφήτη Ηλία...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου