Άγιος Κάρπος, Άγιος Πάπυλος, Άγιος Aγαθόδωρος,
αγία Αγαθονίκη
Στις 13 Οκτωβρίου, γιατί φεύγει και η ώρα,
φύγαν είκοσι λεπτά, γιορτάζουν οι Άγιοι μάρτυρες Κάρπος, πάπυλος, Άγαθόδωρος
και Αγαθονίκη στα χρόνια του Δεκίου, 3ος αιώνας. 249-251 έζησε λίγο αυτός, αλλά
έκανε τόσα φρικτά κατά της Εκκλησίας, σαν να έζησε χρόνια πολλά ο Κάρπος και ο
Πάπυλος ήσαν γιατροί να το. Αλλά χριστιανοί γιατροί. Ανθρωπισταί γιατροί.
Σπουδαίοι γιατροί επιστήμονες και κληρικοί οι πρώτοι θεράποντες του Ασκληπιού
ήσαν ιερείς. Ησαν ιερείς. Η θρησκεία έχει άμεσο λόγο στήν υγεία του άνθρωπου, να
ξέρετε γι αυτό και έχομε και Αγίους θαυματουργούς και γιατρούς.
Τον ευαγγελιστή
Λουκά, τον ιατρό τον αγαπητό, τους Αγίους αναργύρους, τον Άγιο Παντελεήμονα, κι
αυτός ανάργυρος είναι, και τόσους άλλους. Κι ήσαν και κληρικοί ο Κάρπος
επίσκοπος Θυατείρων, πάλι Μικρασία. Κι ο Πάπυλος ήταν διάκος του. Τους εκάλεσε
ο τύραννος, για να μην αργώ, και τους είπε ν αλλάξουν. Κι εκείνοι επέμειναν. Κι
εκείνος τι κάνει, τότε, ο τύραννος; Πάει στους δημίους, κι αφού τους
ταλαιπώρησαν αμέτρητα τους κρέμασαν ζωντανούς και βλέποντας ο Άγιος Άγαθόδωρος,
ήταν διακονητής, υπηρέτης, των αγίων Κάρπου και Παπύλου, φώναξε κι αυτός μέσα,
την ώρα εκείνη: «Κι εγώ είμαι χριστιανός.» Τον βουτάνε, λοιπόν, οι δήμιοι,
αφήνοντας τους άλλους να κρέμονται, και τον έκαμαν του αλατιού. Τον κρέμασαν κι
αυτόν και τον κτυπούσαν με ραβδιά και μ’ ο,τι άλλο είχαν. Κι ο Άγιος Άγαθόδωρος
σε λίγο έφυγε για τον ουρανό.
Την ώρα εκείνη, καθώς άνοιξαν τα ουράνια, να
δεχθούν τον δούλο του Θεού Αγαθόδωρο, τον μάρτυρα, ο Άγιος Κάρπος, επάνω στο
ξύλο κρεμασμένος, γέλασε και του λέει ο τύραννος: «Κάρπε, γιατί γελάς;»
«Γελάω», λέει, «γιατί βλέπω τη δόξα του Θεού.» Τη δόξα του Θεού! Κι αφου δεν
πεθαναν κρεμασμένοι, τους ξεκρέμασαν ύστερα, τους βασάνισαν πάλι, τους έβαλαν
στη φυλακή και τους ξανάβγαλαν, και τελικά τους έβαλαν σ’ ένα καμίνι με φωτιά.
Την ώρα εκείνη είχε πάει να ιδεί και η Αγαθονίκη, αδελφή του Αγίου Παπύλου, του
διακόνου, το Μαρτύριο και καθώς τους είδε να ναι μέσα και να χουν στεφάνια στο
κεφάλι, όρμησε κι αυτή στη φωτιά. «Κι εγώ είμαι χριστιανή. Κι εγώ θα πεθάνω για
τον Χριστό μου. Κι εγώ θέλω στέφανον Μαρτυρίου.» τι άνθρωποι ήταν αυτοί! Θείος
έρως, που νικά κάθε ανθρώπινο έρωτα και κάθε ανθρώπινη δυσκολία και
μηδαμινότητα.
Καθώς εμπήκε κι εκείνη μέσα, οι άλλοι δεν εκαίγοντο ούτε αυτή
εκάη. Τι έγινε; Έβρεξε τόσο νερό, τέτοια βροχή, που έσβησε Το καμίνι οι άλλοι
εξευτελίσθησαν είχε μαζευτεί, εν τω μεταξύ, ένα μέγα πλήθος και χριστιανών και
ειδωλολατρών οι ειδωλολάτραι εξεκλειδώνοντο κι έλεγαν: «Μέγας ο Θεός των
χριστιανών μέγα τ όνομα του Ιησού Χριστού.» Κι οι άλλοι, ο τύραννος και οι
λοιποί, δεν ήξεραν τι να κάνουν και τι έκαναν; Απέκοψαν τις κεφαλές των αγίων
Κάρπου, παπύλου και Αγαθονίκης. Φόνω μαχαίρας άπεθανον και αυτοί.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου