Συζητώντας κάποτε με έναν -αείμνηστο πλέον-
αγιορείτη γέροντα, μου είχε αναφέρει κάτι πολύ σοφό, βγαλμένο από την πείρα
του: «Όταν με ρωτάει ό κόσμος, πώς θα μάθω να προσεύχομαι, τούς απαντάω, θα
μάθεις να προσεύχεσαι όταν προσεύχεσαι». Ή απάντηση αύτη είναι όντως σοφή,
διότι κρύβει μέσα της όλη την φιλοσοφία της προσευχής. Καθότι ή προσευχή δεν
είναι κάτι θεωρητικό αλλά κατ' εξοχήν πρακτικό θέμα. Αν θέλει δηλαδή να ' μάθει
κάποιος να προσεύχεται, δεν πρόκειται ποτέ να το μάθει, αν ασχοληθεί με την
προσευχή μόνο θεωρητικά. Θα μάθει να προσεύχεται μόνο εάν προσεύχεται!
Το παιδί μαθαίνει να μιλάει πριν πάει στο
σχολείο. Μαθαίνει να μιλάει στην πράξη, συνομιλώντας και επικοινωνώντας με τούς
δικούς του. Αυτό πού μαθαίνει πρώτα πρακτικά στο σπίτι, στην συνέχεια το
διδάσκεται και θεωρητικά στο σχολείο, και εκεί, διδασκόμενο τούς φιλολογικούς
κανόνες, ολοκληρώνει και τελειοποιεί την ομιλία του. Κάτι παρόμοιο ισχύει και
στην προσευχή. Ή προσευχή είναι και αυτή μια συνομιλία. Είναι συνομιλία με την
Θεό. Την συνομιλία αυτή δεν είναι δυνατόν να την μάθει ό πιστός πρώτα θεωρητικά
και μετά πρακτικά, αλλά το αντίθετο. Για να μάθει δηλαδή κάποιος να προσεύχεται
σωστά, πρώτα αρχίζει να προσεύχεται στην πράξη, χωρίς να έχει την απαίτηση αυτή
του ή προσευχή να είναι τέλεια. Βάζει δηλαδή στο καθημερινό του πρόγραμμα την
ατελή προσευχή του και στην συνέχεια αρχίζει σιγά-σιγά να ασχολείται και
θεωρητικά μαζί της, ώστε να την τελειοποιήσει. Αυτή είναι ή σωστή σειρά. 'Αν
δεν έχει την πείρα της πράξης της προσευχής, δεν θα μπορέσει ποτέ να φτάσει να
προσεύχεται σωστά, όσα καλά βιβλία περί προσευχής και αν διαβάσει, όσες υψηλές
ομιλίες και αν ακούσει περί του θέματος.
• Το πρώτο βήμα λοιπόν της προσευχής είναι
να αρχίσουμε να προσευχόμαστε, όπως την αισθανόμαστε, χωρίς κανόνες και όρους,
άσχετα αν το κάνουμε σωστά ή όχι. Αυτό σημαίνει ότι αρχικά δεν θα μας
απασχολήσει το κατά πόσο το μυαλό μας είναι στην προσευχή, το πόσο θερμή είναι,
το τί καταλαβαίνουμε και το τί όχι. Όλα αυτά θα έρθουν στην συνέχεια. Αυτό πού
πρέπει να καταφέρουμε, σαν πρώτο βήμα, είναι να συνειδητοποιήσουμε την ανάγκη
να μιλούμε με τον Θεό και να ενσωματώσουμε την προσευχή στο καθημερινό μας
πρόγραμμα. Αρχικά δηλαδή, πρέπει να πεισθούμε ότι δεν νοείται να περάσει ημέρα
χωρίς να πούμε έστω και δύο λόγια στον Δημιουργό και Πατέρα μας. Δεν νοείται να
περάσει ήμερα χωρίς προσευχή. Αφού πεισθούμε γι αυτό, μετά θα πρέπει να
πιέσουμε τον εαυτό μας να το εντάξουμε στην καθημερινότητα μας. Να είναι μια
καθημερινή «αγωνία» μας, αν στο « καθήκον» μας αυτό είμαστε συνεπείς ή όχι.
Στην αρχή ή προσευχή θα είναι ένα απλό καθήκον του πλάσματος προς τον Πλάστη.
Το αρχικό αυτό στάδιο μπορεί να
περιλαμβάνει μια μικρά πρωινή προσευχή, μια λίγο μεγαλύτερη βραδινή, προσευχή
στο γεύμα και προσπάθεια να λέμε κάπου-κάπου κατά την διάρκεια της ημέρας την
ευχή, το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησον με». Αυτό είναι το αρχικό στάδιο, στο
όποιο βέβαια οι πιο πολλοί βρίσκονται μέχρι το τέλος της ζωής τους, χωρίς να
καταφέρουν να ανέβουν άλλο σκαλοπάτι. Από το τίποτα, καλό είναι κι αυτό. Είναι
το στάδιο από το οποίο πρέπει κανείς να ξεκινήσει, για να αρχίσει να ανεβαίνει
τα σκαλοπάτια της προσευχής και να γεύεται πνευματικές εκπλήξεις και χαρά.
Σιγά-σιγά θα προσθέτει και άλλες προσευχές, όπως επίσης και θα βελτιώνει την
ποιότητα της προσευχής του με τούς τρόπους πού θα αναφέρουμε στα επόμενα άρθρα
μας.
Το πρώτο αυτό βήμα μπορεί να φαίνεται πολύ
εύκολο και κατορθωτό από όλους, όμως δεν είναι. 'Έχει κι αυτό τις δυσκολίες
του. Διότι η προσευχή είναι έργο πνευματικό. Έργο πέρα και πάνω από τον αισθητό
μας κόσμο, αφού πρέπει να επικοινωνήσουμε με τον Θεό, τον όποιο δεν Τον
αντιλαμβανόμαστε με τις σωματικές αισθήσεις μας, αλλά μόνο αν ενεργοποιήσουμε
τις ψυχικές. Συνεπώς, για να καταφέρουμε να ανέβουμε αυτό το πρώτο σκαλοπάτι
της προσευχής πρέπει να οπαλισθούμε με υπομονή, με επιμονή και με πίστη.
• Υπομονή, διότι θα δυσκολευτούμε πολύ την
ώρα της προσευχής και πρέπει υπομονετικά να διώχνουμε κάθε λογισμό πού θα μας
απομακρύνει απ' αυτήν. Επειδή αρχικά ή προσευχή δεν γίνεται με θέρμη, κυριαρχεί
ένα αίσθημα αδημονίας για το πότε θα τελειώσουμε, ένα αίσθημα κόπωσης και
νωχελικότητας. Αισθανόμαστε ότι δεν κερδίζουμε τίποτα και δεν έχει καμιά ουσία
να παραμένουμε απλώς με σταυρωμένα χέρια και να επαναλαμβάνουμε μηχανικά κάποια
συγκεκριμένα λόγια. Εκεί χρειάζεται υπομονή, να μην εγκαταλείψουμε τον αγώνα,
αλλά να σκεφτόμαστε ότι είμαστε ακόμα στο αρχικό στάδιο.
• Επιμονή, διότι πρέπει να πιέσουμε τον
εαυτό μας να παραμείνει στο καθήκον της καθημερινής προσευχής. Αυτό δεν είναι
κάτι το εύκολο. Δεν είναι υπόθεση μιας στιγμής στην ζωή μας αλλά καθημερινή
ενασχόληση με κάτι το άυλο και πνευματικό. Θα καταφέρουμε πνευματικές αναβάσεις
στην προσευχή, μόνο αν μάθουμε να επιμένουμε σ' αυτήν.
• Και τέλος πίστη, διότι αυτή θα είναι
κινητήριος δύναμη της προσευχής. Ή πίστη είναι αυτή πού ενεργοποιεί τις ψυχικές
αισθήσεις, ώστε να αισθανθούμε τον Θεό δίπλα μας, ότι μας ακούει και ότι
απαντάει. Αν δεν έχουμε πίστη, ότι λέμε θα είναι σαν να τα λέμε σε έναν τοίχο,
και αυτό θα μας κάνει σύντομα να σταματήσουμε να προσευχόμαστε και δεν θα καταφέρουμε
ούτε στο πρώτο σκαλοπάτι να ανέβουμε.
Αν έχουμε κάνει το πρώτο βήμα, να ξέρουμε
ότι είμαστε σε καλό δρόμο. Δεν θα μείνουμε όμως εκεί. Θα συνεχίσουμε...
ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ
ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΣ 2016
καλημερα!
ΑπάντησηΔιαγραφή