Άγιος Λουκιανός
Πάμε στις 15 Οκτωβρίου, πάντοτε, γιορτάζει
ο Άγιος ιερομάρτυς Λουκιανός, πρεσβύτερος της Αντιοχείας, της μεγάλης, της
Εκκλησίας της Αντιοχείας της μεγάλης, που ναι στήν Συρία, και την είχε ο
Ιουστινιανός ονομάσει και Θεούπολη. Πόλη του Θεού γιατί εγίνοντο σεισμοί, που
λέει, «Θεούλη μου, στήν αφιερώνω, να την προστατεύεις». Τα γράφει ο Θεοφάνης
στη Χρονογραφία του. θα ‘χουμε τη χαρά σε λίγο να τα διαβάσομε και να
ωφεληθούμε και από τα μεν και από τα δε, και από τα λυπηρά κι από τα χαρμόσυνα.
Χαρμολύπη είναι ή πορεία της Εκκλησίας μας σ’ αυτό τον πονεμένο κόσμο έμεινε κι
αυτός ορφανός. Δώδεκα χρονών παιδάκι. Αλλά για την Εκκλησία δεν υπάρχουν ορφανά
ούτε χήρες γιατί λέει, «ορφανόν και χήραν αναλήφεται.» Θ αναλάβει ο Κύριος και
τον ορφανόν και την χήραν έτσι ανέλαβε και τον ορφανό Λουκιανό. Τον πήραν εκει
οι πατέρες, στα δώδεκα χρόνια που ορφάνεψε, εμοίρασε τη μεγάλη περιουσία του
στους φτωχούς, στα ιδρύματα τα διάφορα, κι εκείνος έμεινε ελεύθερος απ’ αυτό
τον πειρασμό του πλούτου, δεν είναι κακό ο πλούτος.
Η κακή χρήση του είναι
κακό. Η καλή χρήση του είναι ουράνιο και μακάρι να μας φωτίζει ο Θεός σωστά
έμαθε πολλά γράμματα, ίδρυσε και τη Θεολογική σχολή της Αντιοχείας, που
έξηγούσε τις γραφές, με τη γραμματική με τη μεθοδο την ίστορικογραμματική, όπως
τη λένε έγινε και πρεσβύτερος, και πρόσφερε πολλά στήν Εκκλησία. Ήταν ένα
αστέρι λαμπερό. Λουκιανός, από το Λουκάς, από το lux, σημαίνει φωτεινός. Ήταν,
λοιπόν, φωτεινός, όνομα και πράγμα. Χρειάστηκε όμως, να μεταβεί στη Νικομήδεια
της Μικράς Ασίας, κοντά στήν Κωνσταντινούπολη εκει πήγε, σαν μια φλόγα πυρός,
το ολοφώτεινο αστέρι της Εκκλησίας της Αντιοχείας, για να βοηθήσει χριστιανούς
οι οποίοι κινδύνευαν να άρνηθούν την πίστη, ένεκα των διωγμών και των
δοκιμασιών δεν είναι εύκολο πράγμα. Αναφέρουν οι ιστορικοί ότι στα χρόνια των
διωγμών και μάλιστα στα τελευταία χρόνια των διωγμών, από τους δέκα που
οδηγούντο στο Μαρτύριο οι εννέα εξέπιπτον. Αρνιόντουσαν τον Κύριο. Κι ο ένας
μόνο απέβαινε μάρτυς. Σημέρα τα βλέπουμε ιδανικά και ειδυλλιακά αυτά αλλά δεν
είναι καθόλου εύκολο είναι δύσκολο γι αυτό και έτρεξε ο Άγιος Λουκιανός στη
Νικομήδεια. Διέτρεξε ολη τη Μικρά Ασία, δηλαδή και πήγε εκει και με αγάπη και
με χάρη Θεού στήριξε τους χριστιανούς έγινε αλείπτης των Μαρτύρων. Προπονητής,
έ; τι ωραία. Κι εκείνοι οδηγήθηκαν στο Μαρτύριο και απεθαναν Μαρτυρικά, για του
Χριστού την πίστη την Αγία και ο Λουκιανός εκει έφτασε σε μεγάλη δόξα. Αφού
μπορούσε, λέει το Συναξάριο, να περνάει μέσα από την πόλη και να φαίνεται μόνο
σ’ όσους αυτός ήθελε. Στους άλλους ήτανε αόρατος.
Αυτό ποιος το κανε; Μόνο ο Χριστός. Που χε
πάει στη Ναζαρέτ και πήγαν να τον κρεμμίσουνε κι αοράτως τους έφυγε χωρίς να
καταλάβουν.
Το ‘μαθε, λοιπόν, ο Μαξιμιανός ή κατ άλλους
ο μαξιμίνος, τέλη του 3ου αιώνος, αρχές του 4ου. —Από την Ίωση, έχω Μαρτυρήσει
αυτές τις μέρες. Καταλαβαίνω τι τραβάν και οι άλλοι. Η απορρύθμιση του ζαχάρου
και όλα τ άλλα βάσανα, τέλος πάντων— και τι του λένε του αυτοκράτορα; «μην τον
καλέσεις αυτόν και σε βλέπει και τον βλέπεις γιατί κινδυνεύεις να πάθεις ένα
πράγμα.» «Τι να πάθω;» «Άμα τον δεις που λάμπει και ελκύει, μπορείς να γίνεις
χριστιανός, χωρίς να το καταλάβεις».
Ήταν κωμικοτραγικό να βλέπουνε, παλιά, οι
χριστιανοί κι άμα ήταν αιρετικοί γινόντουσαν ορθόδοξοι. Κι άμα ήταν άπιστοι
γινόντουσαν πιστοί. Κι άμα ήταν μελαγχολικοί, γινόντουσαν χαρούμενοι, λέει το
Συναξάρι του Αγίου Νικολάου. Θα τα πούμε κι αυτά, στήν ώρα τους. «Ωραία. Τότε»,
λέει, «να μιλήσω μέσα από παραβάν.» γι αυτό κρύφτηκε ο αυτοκράτορας πίσω από
ένα αυτό και μιλάγανε. Πως το κάνουν οι καθολικοί, τώρα, που εξομολογούν οι
παπάδες. Κρύβονται. Λοιπόν. Άλλο αυτό. Λοιπόν. Αλλά κατάλαβε ο Μαξιμιανός ή
μαξιμίνος ότι δεν παίζει αυτός. Αυτός; δεν παίζει αυτός. Αυτός είναι μέγας και
τι να κάνει; Του πε ν αλλάξει. «Εγώ ν αλλάξω; Εσύ ν αλλάξεις», του λέει. «Γιά
κοίτα με.» Που να τον δει.
Κοίταζε κάτω ο άλλος. που να τον δει. που να τον
δεί. Το πρόσωπο είναι σπαθί, που λέει ο λαός μας και τότε τον υπέβαλε σε
Μαρτύρια και δεινά, —μας έφυγε η ώρα— και τι δεν του έκανε, και στο τέλος του
εδεσε ένα πολύ μεγάλο λιθάρι στον λαιμό και τον πέταξε στη θάλασσα μάλλον, τον
έριξε στη θάλασσα χωρίς λιθάρι, κι ένα δελφίνι ήλθε και τον έβγαλε στη στεριά.
Τα ζώα, λοιπόν, είναι με τους Αγίους γι αύτό τα φτειαξε ο Θεός γιά τον άνθρωπο
και μάλιστα τον εν Χριστώ άνθρωπο και τον πήραν οι χριστιανοί, τον έθαψαν σ’
ένα επίσημο μέρος, κι όταν ήλθε ή θρησκευτική ελευθερία, επί Αγίου Κωνσταντίνου
και Αγίας Ελένης, ή Αγία Ελένη πήγε στη Νικομήδεια, πήγε στον τάφο του, και του
έφτειαξε τι; Ένα πανέμορφο ναό. Λουκιανός. Ποιος τον ξέρει; Κι όχι μόνο αυτό
έκανε και την έκδοση όλης της Αγίας γραφής έκανε, θα λέγαμε, κριτική και
επιστημονική έκδοση. Κάθε σελίδα είχε τρεις στήλες. που έκαμε κριτική έκδοση
επιστημονική έκδοση. Κι αυτό έχει ή ορθόδοξη Εκκλησία μας. Τον Λουκιανό. Την
ευχή του να ‘χουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου